ANAΣTAΣIA POYΣΣH
Γεωλόγος - Yπεύθυνη του Kέντρου Πληροφόρησης
Λιμνοθάλασσας Mεσολογγίου - Aιτωλικού
|
Η AΛIEYTIKH εκμετάλλευση της λιμνοθάλασσας Mεσολογγίου
συνεχίζει να αποτελεί βασική δραστηριότητα στην περιοχή, καθώς μεγάλο ποσοστό
του πληθυσμού ασχολείται με το ψάρεμα επαγγελματικά ή ερασιτεχνικά. Αυτό είναι
απόλυτα κατανοητό αν λάβουμε υπόψη ότι οι πόλεις του Μεσολογγίου και του
Αιτωλικού είναι άρρηκτα δεμένες με τη λιμνοθάλασσα και αποτελούν την εξέλιξη
ψαράδικων οικισμών, που είχαν δημιουργηθεί στις νησίδες της.
H λιμνοθάλασσα υπήρξε ο τροφοδότης και των «Ελεύθερων
Πολιορκημένων». O Ν. Μακρής στην «Ιστορία του Μεσολογγίου» αναφέρει ότι μέχρι
να αποκλειστεί η δυνατότητα διεξόδου των πολιορκημένων στη λιμνοθάλασσα, τα ψάρια
«εκ της ακαλλιεργησίας των ιχθυοτροφείων επί τοσούτον χρόνο, είχον
καταπληκτικώς πολλαπλασιασθεί. ..... ήρκει εις τους Μεσολογγίτες ψαράδες
ολιγόωρος αλιεία δια να φορτώσωσι τα πλοιάριά των από μεγάλους και εκλεκτούς
ιχθείς, οίτινες απετέλουν τροφήν άφθονον και θρεπτικήν». Xαρακτηριστική είναι
και η
αναφορά του Κοσομούλη πως το τελευταίο γεύμα των
πολιορκημένων πριν από την έξοδο ήταν τριμμένα καβούρια με λίγο αλεύρι. Ενώ,
κατά τον Δημητρίου, η πτώση του Μεσολογγίου (Απρίλιος 1826) οφείλεται και στο
γεγονός ότι η περίοδος αυτή έπεται του χειμώνα και εξαιτίας των χαμηλών
θερμοκρασιών ο πληθυσμός των ψαριών στη λιμνοθάλασσα ελαχιστοποιείται.
Στο ιβάρι του
Προκοπάνιστου. Tαιβάρια, φραγμοί από πασσάλους στηριγμένους στον βυθό και από
διχτυωτό πλέγμα, είναι ο κυρίαρχος τρόπος αλιείας στη λιμνοθάλασσα
Mεσολογγίου-Aιτωλικού. Eγκατεστημένα στις περιοχές όπου η λιμνοθάλασσα συναντά
την ανοιχτή θάλασσα, ελέγχουν την είσοδο και την έξοδο των ψαριών στην πρώτη
(φωτ.: Φ. Περγαντής).
|
Iβάρι
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του λιμνοθαλάσσιου
περιβάλλοντος οδήγησαν στην ανάπτυξη τεχνών και τεχνικών αλιείας που διαφέρουν
σημαντικά από αυτές της ανοιχτής θάλασσας και παρέμειναν αναλλοίωτες στη
διάρκεια των αιώνων. Aυτό αφορά τόσο τη ναυπηγική των σκαφών ( τις «γαΐτες» και
τα «πρυάρια»), όσο και τα αλιευτικά εργαλεία (το «σταφνοκάρι», το καμάκι και
την «τράινα»).
Στις παραδοσιακές τέχνες, την κυρίαρχη θέση κατέχει το
«ιβάρι». Ο «ιβαράς» στηρίζει την τέχνη του στη βαθιά γνώση της συμπεριφοράς των
ψαριών και της κίνησης των ρευμάτων. Γνώση που προέρχεται από την πολύχρονη
εμπειρία των ψαράδων και μεταφέρεται από γενιά σε γενιά.
Τι είναι όμως το «ιβάρι»;
Σαν όρος, έχει τη ρίζα του
στην ιταλική γλώσσα, μαρτυρώντας όχι μόνο τις πολιτιστικές ανταλλαγές, αλλά και
την παρουσία Iταλών τεχνητών. Επίσημα αναφέρεται σαν «φυσικό ιχθυοτροφείο»· δεν
πρόκειται, δηλαδή, για εκτροφή ψαριών με τεχνητή τροφή, αλλά για περιοχή όπου ο
άνθρωπος παρεμβαίνει μόνο στην προσέλκυση και αλίευση των ψαριών με ειδικές
κατασκευές. Σαν κατασκευή, πρόκειται για φραγμούς στις περιοχές όπου η
λιμνοθάλασσα επικοινωνεί με την ανοιχτή θάλασσα, με σκοπό τον έλεγχο των
μετακινήσεων των ψαριών. Οι φραγμοί αυτοί αποτελούνται από πασσάλους
στηριγμένους στο βυθό και από διχτυωτό πλέγμα (στο παρελθόν κατασκευάζονταν
καλαμωτές).
Ο «ιβαράς» γνωρίζει ότι τα ψάρια μετακινούνται από ή
προς τη λιμνοθάλασσα αναζητώντας τροφή, ευνοϊκές συνθήκες περιβάλλοντος ή
χώρους κατάλληλους για την αναπαραγωγή τους. Γνωρίζει επίσης, ότι οι
μετακινήσεις αυτές σχετίζονται με τα ρεύματα του νερού και μπορεί να προβλέπει
με ακρίβεια τις φάσεις της παλίρροιας.
Ψάρεμα με σταφνοκάρι. Πρόκειται για ένα παραδοσιακό όργανο αλιείας
προσαρμοσμένο στις ιδιαίτερες συνθήκες της λιμνοθάλασσας: το κρεμασμένο δίχτυ
βυθίζεται στο νερό και ανασύρεται λίγο αργότερα μαζί με τα ψάρια που
βρίσκονται πάνω του (φωτ.: Nίκος Πέτρου, «Aχελώος», εκδ. KOAN).
|
Eτσι, την άνοιξη που τα ψάρια προσελκύονται από τα πιο
ζεστά μέρη της ρηχής λιμνοθάλασσας, το «ιβάρι» είναι ανοιχτό και όπως λένε οι
ψαράδες, «σοδεύει», δέχεται δηλαδή, ψάρια. Αργότερα θα κλείσει και τα ψάρια θα
παραμείνουν στη λιμνοθάλασσα όπου οι συνθήκες θερμοκρασίας σε συνδυασμό με την
αφθονία της τροφής θα ευνοήσουν τη γρήγορη ανάπτυξή τους (π.χ., η τσιπούρα που
θα μπει τον πρώτο χρόνο ζωής της στη λιμνοθάλασσα, θα έχει διπλάσια ανάπτυξη
από αυτή που θα είχε αν παρέμενε στην ανοιχτή θάλασσα). Oταν οι συνθήκες
αλλάξουν και το λιμνοθαλάσσιο περιβάλλον γίνει αφιλόξενο ή όταν διάφορα είδη
ψαριών βρίσκονται σε περίοδο αναπαραγωγής, πάλι θα οδηγηθούν από τα ρεύματα της
παλίρροιας προς την ανοιχτή θάλασσα, αναζητώντας σχετικά μεγάλα βάθη για να
αποθέσουν τα αυγά τους. Στη διάρκεια αυτών των μετακινήσεων, τα ψάρια
καταλήγουν στις ιχθυοπαγίδες, τις «πήρες» όπως τις αποκαλούν οι ψαράδες, όπου
συλλέγονται με απόχη.
Σήμερα οι παραδοσιακές αλιευτικές τέχνες
συρρικνώνονται στη λιμνοθάλασσα. Η προϋπόθεση της πολύχρονης πείρας και κυρίως
τα χαμηλά έσοδα, είναι οι βασικές αιτίες μείωσης του αριθμού των νέων ψαράδων.
Οι νέοι προσανατολίζονται σε μορφές αλιευτικής δραστηριότητας που στηρίζονται
περισσότερο στα σύγχρονα μέσα, απαιτούν λιγότερο κοπιαστική εργασία και
αποδίδουν μεγαλύτερο εισόδημα.
Παγκόσμια φήμη
Oσον αφορά την αλιευτική παραγωγή, η λιμνοθάλασσα
χαρακτηρίζεται από μεγάλες ποσότητες ψαριών, όχι όμως από μεγάλη ποικιλία
ειδών. Bασικά είδη είναι η τσιπούρα, το λαβράκι, διάφορα είδη κεφάλου, ο
γοβιός, η γλώσσα, ο σπάρος, η κουτσομούρα και τα χέλια.
Iδιαίτερο
προϊόν των λιμνοθαλασσών Μεσολογγίου-Aιτωλικού, φημισμένο σε ολόκληρο τον
κόσμο, είναι το αυγοτάραχο. Πρόκειται για ένα από τα 5 αλιευτικά προϊόντα στην
Ευρώπη που κατοχυρώθηκε σαν Προϊόν Ονομασίας Προελεύσεως. Πολλοί το αποκαλούν
«το χρυσάφι της λιμνοθάλασσας», τόσο για το χρώμα του αλλά κυρίως για την
εμπορική του αξία. Το αυγοτάραχο προέρχεται από τον θηλυκό κέφαλο («μπάφα») και
η παραγωγή του γίνεται τέλος Αυγούστου - αρχές Σεπτεμβρίου, την περίοδο,
δηλαδή, αναπαραγωγής του κέφαλου. Η επεξεργασία του περιλαμβάνει την αφαίρεση
των λοβών με τα αυγά από την μπάφα, το αλάτισμα, τον αερισμό και στέγνωμα και
τέλος το κέρωμα, που είναι η μέθοδος συντήρησης του αυγοτάραχου για μεγάλο
χρονικό διάστημα.
|
|