JOSEPH CHINYONG LIOW*
Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες επεδίωκαν τις τελευταίες εβδομάδες να
συγκροτήσουν μια διεθνή συμμαχία για την καταπολέμηση του Ισλαμικού
Κράτους τού Ιράκ και της al-Sham (ISIS, επίσης γνωστού ως Ισλαμικό
Κράτος), κοίταζαν κυρίως προς την Μέση Ανατολή και την Ευρώπη, περιοχές
που αντιμετωπίζουν άμεση απειλή από την ισλαμιστική μαχητική ομάδα.
Αλλά, άλλα μέρη τού κόσμου είναι εξίσου ανήσυχα για την ISIS – πάνω απ’
όλα, η νοτιοανατολική Ασία. Οι κυβερνήσεις τής περιοχής δεν έχουν
δημοσιοποιήσει τις ανησυχίες τους πολύ φωναχτά, αλλά έχουν πλήρη
επίγνωση ότι η ISIS είναι μια απειλή. Κορυφαία ανησυχία τους είναι ότι η
εξτρεμιστική ιδεολογία της θα αποδειχθεί ελκυστική για πολλούς
Μουσουλμάνους τής περιοχής, παρασύροντας κάποιους από αυτούς στην Μέση
Ανατολή για να πολεμήσουν ως μέλη τής ομάδας, και, τελικά, να
επανεισέλθουν στην περιοχή όταν αυτοί οι μαχητές επιστρέψουν στην
πατρίδα τους.
Υπάρχει ένα σαφές προηγούμενο σε αυτό το σενάριο. Κατά την διάρκεια
της δεκαετίας τού 1980, πολλοί νέοι Μουσουλμάνοι από τη νοτιοανατολική
Ασία πήγαν στο Πακιστάν προς υποστήριξη της λεγόμενης τζιχάντ των
Αφγανών μουτζαχεντίν κατά τής σοβιετικής κατοχής. Πολλοί από αυτούς τους
στρατολογηθέντες στην συνέχεια έμειναν στην περιοχή, συναναστρεφόμενοι
με ομοϊδεάτες τους Μουσουλμάνους από άλλες περιοχές και αποκτώντας
πρόσβαση στην μαχητική ιδεολογία τής αλ Κάιντα. Πολλοί τελικά επέστρεψαν
στη νοτιοανατολική Ασία για να σχηματίσουν δικές τους εξτρεμιστικές
ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της διαβόητης (διασυνδεδεμένης με την αλ
Κάιντα) οργάνωσης Jemaah Islamiyah, η οποία ήταν υπεύθυνη για πολλές
υψηλού προφίλ τρομοκρατικές επιθέσεις στην περιοχή κατά την διάρκεια των
τελευταίων 15 ετών. Έχοντας αποδείξεις που έρχονται τώρα στην επιφάνεια
για απώλειες νοτιοανατολικών Ασιατών στις τάξεις τής ISIS, είναι φυσικό
ότι οι κυβερνήσεις τής περιοχής έχουν μια αίσθηση «déjà vu».
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΜΟΔΑ
Η Σιγκαπούρη έχει ήδη αποκαλύψει ότι πολλοί από τους υπηκόους της
έχουν πάει στην Μέση Ανατολή για να πολεμήσουν με την ISIS, και η
κυβέρνηση των Φιλιππίνων έχει υπονοήσει ότι οι τοπικοί συμπαθούντες την
ISIS προσπαθούν να κάνουν στρατολογήσεις μεταξύ των πληθυσμών Bangsamoro
στα νότια νησιά τής χώρας. Αλλά η μεγαλύτερη ανησυχία προέρχεται από
την Ινδονησία και τη Μαλαισία. Η Ινδονησία, η πολυπληθέστερη
μουσουλμανική χώρα τού κόσμου, έχει ήδη επιβεβαιώσει ότι περισσότεροι
από 50 πολίτες της σήμερα μάχονται στην Συρία και το Ιράκ˙ Η Μαλαισία
υπονόησε ότι μεταξύ 30 και 40 Μαλαισιανών κάνουν το ίδιο. Και στις δύο
περιπτώσεις, οι πραγματικοί αριθμοί θα μπορούσαν να είναι πολύ
υψηλότεροι, εάν λάβουμε υπόψη εκείνους που μπορεί να έχουν ταξιδέψει
στις εμπόλεμες ζώνες από άλλους προορισμούς. Οι Αρχές τής Ινδονησίας
έχουν ήδη αντιληφθεί ότι αρκετοί από τους υπηκόους τους έχουν σκοτωθεί
πολεμώντας για την ISIS στην Συρία. Στις 26 Μαΐου, ένας Μαλαισιανός
βομβιστής αυτοκτονίας σκοτώθηκε σε μια επίθεση της ISIS στο Ιράκ. Ένας
άλλος Μαλαισιανός μαχητής ο οποίος σκοτώθηκε πολεμώντας για την ISIS
στην Συρία, αρκετούς μήνες αργότερα ανακηρύχτηκε μάρτυρας από τους
ηγέτες τού Παν-μαλαισιανού Ισλαμικού Κόμματος, το ίδιο κόμμα που
νωρίτερα τον είχε αποπέμψει αφότου αναχώρησε για την Συρία. Περιέργως,
τρεις Μαλαισιανές, φέρονται επίσης να έχουν φύγει για την Συρία για να
εξαπολύσουν μια «σεξουαλική τζιχάντ» (jihad al-nikah), προσφέροντας το
σώμα τους σε μαχητές τής ISIS ώστε να «ενισχύσουν το ηθικό τους».
Η πρόσβαση της ISIS στη Νοτιοανατολική Ασία βασίζεται σε διάφορους
παράγοντες. Πρώτον, ορισμένοι ευσεβείς Μουσουλμάνοι αισθάνονται μια
θεολογική συγγένεια με την μαχητική ομάδα. Βλέπουν παραλληλισμούς μεταξύ
της αποστολής τής ISIS και προφητειών σε ισλαμικά ιερά κείμενα για την
ενδεχόμενη δημιουργία ενός Khilafah Minhaj Nebuwwah (χαλιφάτο στο τέλος
τού χρόνου), μετά την πτώση των δικτατόρων στην Αραβική Χερσόνησο˙
Επίσης, αναθυμούνται την σταλμένη από την μοίρα, αποκαλυπτικών
διαστάσεων μάχη, που λέγεται ότι έγινε μεταξύ των δυνάμεων τού Ιμάμη
Μαχντί, μιας μεσιανικής ισλαμικής προσωπικότητας ο οποίος υποτίθεται ότι
πολεμούσε υπό μια μαύρη σημαία, και εκείνων τού Dajjal, του
Αντίχριστου. Ανέκδοτα στοιχεία δείχνουν ότι αυτή η χιλιαστική προοπτική
αυξάνεται στην Ινδονησία και τη Μαλαισία στους ριζοσπάστες κληρικούς,
όπως ο Αμάν Αμπντουραχμάν, οι οποίοι, αν και στην φυλακή, έχουν
επεκτείνει την εμβέλειά τους μέσω του Διαδικτύου και των ριζοσπαστικών
πραγματειών – συμπεριλαμβανομένου ενός βιβλίου με τίτλο Strategi Dua
Lengan (διπλά οπλισμένη στρατηγική) – που όλο και συχνότερα
μεταφράζονται στα ινδονησιακά.
Ένας άλλος λόγος για την ελκυστικότητα της ISIS είναι ο σεχταρισμός
της. Η πρόκληση της ISIS θεωρείται από ορισμένους κύκλους ως μια
επέκταση του σχίσματος σουνιτών-σιιτών. Δηλαδή, ο πόλεμος της οργάνωσης
εναντίον τού καθεστώτος των Αλαουιτών τού Μπασάρ αλ-Άσαντ, θεωρείται
νομιμοποιημένος στους φονταμενταλιστικούς σουνιτικούς-σαλαφιτικούς
κύκλους. Με τον ίδιο τρόπο, η μαχητικότητα της ISIS στο Ιράκ θεωρείται
συνέπεια των σουνιτικών παραπόνων εναντίον τής υπό σιιτική ηγεσία
κυβέρνησης του Νούρι αλ-Μαλίκι. Η στήριξη αυτή πρέπει να γίνει κατανοητή
στο πλαίσιο των προβλημάτων τής ίδιας τής νοτιοανατολικής Ασίας με τον
σεχταρισμό: Το σιιτικό Ισλάμ έχει απαγορευτεί στην Μαλαισία, και δεν
είναι ευρέως αποδεκτό στην Ινδονησία.
Τέλος, το ζήτημα της στρατολόγησης νοτιοανατολικών Ασιατών στην ISIS
δεν μπορεί να διαχωριστεί από το ευρύτερο πλαίσιο της ανθρωπιστικής
κρίσης στην Συρία. Η καθολική συμπάθεια για τον συριακό λαό από τους
αρκετά μεγάλους μουσουλμανικούς πληθυσμούς τής νοτιοανατολικής Ασίας
έχει αναμφίβολα προκαλέσει μεγάλο αριθμό ανθρωπιστικών αποστολών προς
την ζώνη των συγκρούσεων. Πολλά μέλη των αποστολών αυτών μπορεί κάλλιστα
να έχουν αγαθές προθέσεις. Αλλά από την στιγμή που φτάνουν στο έδαφος
που κατέχει η ISIS, δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι θα
μπορούσαν να εκτεθούν σε προσηλυτισμό και στρατολόγηση από την ISIS.
ΛΑΘΟΣ ΑΝΑΛΟΓΙΑ
Με πολλούς τρόπους, η νοτιοανατολική Ασία φαίνεται να βλέπει μια
επανάληψη της εμπειρίας της με το Αφγανιστάν στις δεκαετίες τού 1980 και
του 1990. Η πιο γνωστή πτυχή είναι η προσπάθεια στρατολόγησης από την
ISIS, που διενεργείται κυρίως από νοτιοανατολικούς Ασιάτες συμπαθούντες,
και όχι από ηγέτες τής ISIS που εδρεύουν στην Μέση Ανατολή. Το 2012, η
ελκυστικότητα της ISIS άρχισε να αναπτύσσεται μεταξύ ομάδων τής
κοινωνίας των πολιτών τής Ινδονησίας και της Μαλαισίας που είχαν
κινητοποιηθεί για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης στην Συρία
με την δημιουργία τοπικών δράσεων ενημέρωσης και συγκέντρωσης χρημάτων.
Μέσα σε έναν χρόνο, αρκετοί ισλαμιστές κήρυκες στην Ινδονησία είχαν
υποσχεθεί πίστη στο χαλιφάτο τής ISIS, και περίπου μισή ντουζίνα
αποφοίτων από το ισλαμικό οικοτροφείο Ngruki τής Ινδονησίας, κατά το
παρελθόν ένα ιδεολογικό και στρατολογικό φυτώριο τής Jemaah Islamiyah,
πιστεύεται ότι αφέθηκαν να ενταχθούν στην τζιχάντ στην Συρία (συχνά με
χρηματοδότηση από την Jemaah Islamiyah και άλλες συνδεδεμένες
εξτρεμιστικές ομάδες). Η ISIS έχει επίσης στρατολογήσει ζωηρά στην
Μαλαισία μέσω ισλαμικών ομάδων μελέτης, γνωστών ως usrah. Με την σειρά
τους, αυτοί οι Μαλαισιανοί στρατολογηθέντες πιστεύεται ότι έχουν
προσπαθήσει να κάνουν στρατολογήσεις στην Σιγκαπούρη. Δεν είναι ακόμα
γνωστό ακριβώς πόσο επιτυχείς ήταν αυτές οι προσπάθειες στρατολόγησης.
Αλλά είναι σαφές ότι η ISIS ήταν σε θέση να προωθήσει την τζιχάντ της
μέσω συμπαθούντων, «φυτεμένων» σε τοπικές ισλαμικές κοινότητες και
δίκτυα της περιοχής, όπως έκαναν οι Αφγανοί μαχητές σε προηγούμενες
δεκαετίες.
Αλλά υπάρχουν επίσης σημαντικές διαφορές μεταξύ της σημερινής τζιχάντ
και της προηγούμενης στο Αφγανιστάν εναντίον τής Σοβιετικής Ένωσης. Ενώ
ο αγώνας των Αφγανών μουτζαχεντίν ήταν ευρέως αποδεκτός, η ISIS έχει
αποδειχθεί εξαιρετικά διχαστική στη νοτιοανατολική Ασία, ακόμη και
μεταξύ των εξτρεμιστικών ομάδων, μερικές εκ των οποίων έχουν καυστικά
απορρίψει και καταδικάσει την οργάνωση. Κατ’ αρχήν, η Jemaah Islamiyah
έχει κατηγορήσει την ISIS ότι είναι Takfir (Μουσουλμάνοι που κρίνουν
συναδέλφους τους Μουσουλμάνους ως μη-ισλαμιστές) και απέρριψαν τα μέλη
της ως Khawarij (εξτρεμιστές). Άλλες ομάδες, όπως η συντηρητική Majelis
Mujahidin Indonesia (Συμβούλιο των Μουτζαχεντίν Ινδονησίας), έχουν
αμφιβολίες σχετικά με τα θρησκευτικά διαπιστευτήρια της ISIS,
διακηρύσσοντας ότι είναι μια οργάνωση και όχι ένα χαλιφάτο και ως εκ
τούτου δεν έχει καμία νόμιμη αξίωση για την νομιμοφροσύνη των
Μουσουλμάνων. Επιπλέον, έχουν το επιχείρημα ότι η διαδικασία που
ακολούθησε η ISIS για τον διορισμό τού Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι ως
χαλίφη ήταν κατά παράβαση του ισλαμικού νόμου, δεδομένου ότι δεν είχε
λάβει χώρα ενώπιον ενός θρησκευτικού συμβουλίου που να αντιπροσωπεύει
ολόκληρη την ισλαμική κοινότητα. Όπως ορθώς επισήμανε ο ειδικός στην
τρομοκρατία, Sidney Jones, η ύπαρξη αυτής της απόκλισης απόψεων σχετικά
με την ISIS αποκαλύπτει μια διάσπαση εντός τής εξτρεμιστικής κοινότητας
της Ινδονησίας μεταξύ εκείνων που υποστηρίζουν την ISIS και άλλων οι
οποίοι παραμένουν πιστοί στην αλ Κάιντα και στο Μέτωπο al Nusra. Όπως
ήταν αναμενόμενο, η άλλη μεγάλη διαφορά από τις ημέρες τής τζιχάντ στο
Αφγανιστάν είναι η χρήση των κοινωνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης από την
ISIS. Η ISIS χρησιμοποιεί με συνέπεια το Twitter και το Facebook για να
ενισχύσει το μήνυμά της και να διευρύνει την εμβέλειά του. Επίσης, το
γεγονός ότι οι Αρχές τής Ινδονησίας δεν ήταν πρόθυμες να κλείσουν
ριζοσπαστικές ιστοσελίδες που μεταφέρουν την προπαγάνδα τής ISIS, όπως η
al-Mustaqbal.net, παρά την ήδη επιβληθείσα απαγόρευση της
τζιχαντιστικής διδασκαλίας τής οργάνωσης (πιθανότατα λόγω της άστοχης
ανησυχίας για την θρησκευτική αξιοπιστία της στα μάτια τής ανοιχτά
ριζοσπαστικής ισλαμιστικής κοινότητας), έχει απλώς αυξήσει την προβολή
της στην περιοχή.
ΜΕΙΝΕΤΕ ΗΡΕΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΧΩΡΗΣΤΕ
Χωρίς να υποτιμάται η απειλή τής ISIS στη νοτιοανατολική Ασία,
υπάρχουν παρ’ όλα αυτά όρια για την αποτελεσματικότητα των
στρατολογήσεών της στην περιοχή. Παρά τις τεράστιες επενδύσεις από τις
αραβικές κυβερνήσεις, κυρίως την Σαουδική Αραβία, στην ισλαμική
εκπαίδευση σε όλη τη νοτιοανατολική Ασία κατά την διάρκεια των
τελευταίων τριών δεκαετιών, οι lingua francas [κοινές γλώσσες] των
μουσουλμανικών κοινοτήτων τής περιοχής παραμένουν τα μαλαισιανά και τα
ινδονησιακά, όχι τα αραβικά. Η συντριπτική πλειοψηφία των Μουσουλμάνων
στην περιοχή δεν είναι επαρκώς εγγράμματοι στα αραβικά ούτε καν για να
εκτιμήσουν την προπαγάνδα τής ISIS χωρίς μετάφραση, πόσω μάλλον για να
ενσωματωθούν πλήρως με τους μαχητές τής ISIS στο Ιράκ και την Συρία. Στο
Αφγανιστάν, κατά την διάρκεια των δεκαετιών τού 1980 και του 1990, το
πρόβλημα αυτό εν μέρει ξεπερνιόταν από την δημιουργία ειδικών
στρατοπέδων εκπαίδευσης για τους νοτιοανατολικούς Ασιάτες˙ Αν και η
κατάσταση μπορεί να αλλάξει, αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει στην Συρία ή
στο Ιράκ αυτήν την στιγμή, όπου οι στρατολογημένοι από την
νοτιοανατολική Ασία ρίχνονται στις γραμμές τού μετώπου μαζί με όλους
τους άλλους. Δεύτερον, οι Μουσουλμάνοι στην Ινδονησία και τη Μαλαισία
απολαμβάνουν κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες πολύ καλύτερες από
εκείνες των ομοθρήσκων τους στο Levant (ή ακόμα και στην Ευρώπη, όπου
υπάρχει μια απτή αίσθηση αποξένωσης και περιθωριοποίησης μεταξύ των
μουσουλμανικών πληθυσμών μεταναστών). Σε γενικές γραμμές, οι
νοτιοανατολικοί Ασιάτες απλά έχουν λιγότερα κίνητρα για να ταξιδέψουν
στην Συρία ή στο Ιράκ.
Τέλος, σε αντίθεση με την άμεση συνέπεια της σύγκρουσης στο
Αφγανιστάν την δεκαετία τού 1990, η στρατολόγηση τρομοκρατών στη
Νοτιοανατολική Ασία σήμερα έχει χάσει το τακτικό πλεονέκτημα του
αιφνιδιασμού. Με την περιφερειακή ασφάλεια και τις Υπηρεσίες πληροφοριών
σε επιφυλακή για την πιθανή απειλή που προέρχεται από το Ιράκ και την
Συρία – χάρη ακριβώς στα διδάγματα που αντλήθηκαν από την δεκαετία τού
1990 – οι συνθήκες είναι πολύ πιο δύσκολες για το είδος των παράνομων
στρατολογήσεων που γίνονταν δύο δεκαετίες πριν. Δύο άλλοι παράγοντες
είναι διδακτικοί στο θέμα αυτό. Πρώτον, ανεξάρτητα από τις όποιες
ελλείψεις του, το κράτος τής Ινδονησίας σήμερα δεν είναι τόσο αδύναμο
όσο ήταν στα τέλη τής δεκαετίας τού 1990, όταν άνθιζαν οι ριζοσπαστικές
ομάδες μετά την πτώση τού πρώην προέδρου Σουχάρτο. Δεύτερον, η
φαινομενική επίλυση της μακροχρόνιας διαμάχης στις Φιλιππίνες μεταξύ της
κυβέρνησης και του Ισλαμικού Απελευθερωτικού Μετώπου Μόρο δυνητικά
άνοιξε τον δρόμο για συνεργασία στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας.
Τούτων λεχθέντων, είναι κατανοητό ότι οι κυβερνήσεις τής περιοχής
ανησυχούν ότι η ISIS μπορεί να γεννήσει μια νέα γενιά τζιχαντιστών
ηγετών, μαχητών, και ιδεολόγων στην περιοχή. Το Αφγανιστάν εξακολουθεί
να ρίχνει μια βαριά σκιά πάνω από τις συζητήσεις στη Νοτιοανατολική Ασία
– και με καλό λόγο. Οι πολιτικοί τής περιοχής θα πρέπει να κάνουν καλά
να εκτιμήσουν όχι μόνο τις ομοιότητες μεταξύ της προηγούμενης πρόκλησης
και της σημερινής σύγκρουσης αλλά και τις πολύ σημαντικές διαφορές.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά:
http://www.foreignaffairs.com/articles/142004/joseph-chinyong-liow/isis-…
*βασικός συνεργάτης και κατέχει την έδρα Lee Kuan Yew για μελέτες της
Νοτιοανατολικής Ασίας στο Brookings Institution, και καθηγητής και
αναπληρωτής πρύτανης στην Σχολή Διεθνών Σπουδών S.Rajaratnam στο
Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Nanyang.
Πηγή: foreignaffairs.gr