Όλο
και περισσότεροι πλούσιοι διευθύνοντες σύμβουλοι δεσμεύονται να δώσουν
μέρος των περιουσιών τους - συχνά για να βοηθήσουν στην επίλυση
προβλημάτων που προκάλεσαν οι εταιρείες τους. Κάποιοι αποκαλούν αυτό
«φιλανθρωπικό κεφάλαιο», αλλά είναι; ή μήπως πρόκειται απλώς για μια
μέγιστη εταιρική υποκρισία;
Όταν ήρθε στον κόσμο η Μαξ το
Δεκέμβριο του 2015, ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ και η Πρισίλα Τσαν δεσμεύτηκαν
ότι θα δωρίσουν στη διάρκεια της ζωής τους το 99% των μετοχών τους στο
Facebook - περίπου 45 δισ. δολάρια με τις τότε τιμές - για να βοηθήσουν
να βελτιωθεί ο κόσμος που θα ζήσει η κόρη τους. Αυτή η υπόσχεση πήρε τη
μορφή της «Πρωτοβουλίας Τσαν-Ζάκερμπεργκ», η οποία ανακοινώθηκε ότι θα
χρηματοδοτηθεί με 3 δισ. δολάρια για τα πρώτα 10 χρόνια, με απώτερο
στόχο να εξαλειφθούν, να ιαθούν ή να προληφθούν όλες οι ασθένειες πριν
το 2100.
Τον
Φεβρουάριο του 2017, η πρωτοβουλία Τσαν Ζάκερμπεργκ, έδωσε πάνω από 3
εκατομμύρια δολάρια σε επιχορηγήσεις για να βοηθήσει στην στεγαστική
κρίση στην περιοχή της Silicon Valley. Αυτό είναι μόνο ένα μικρό κομμάτι
της φιλανθρωπικής αυτοκρατορίας του Ζάκερμπεργκ. Τι ειρωνεία όμως…αφού η
έκρηξη της βιομηχανίας τεχνολογίας στην περιοχή αυτή - όπου το Facebook
βρέθηκε στην πρώτη γραμμή - συνέβαλε σημαντικά στην κρίση της στέγασης
και στην τεράστια ανισότητα, με βάση την οποία ακόμη και μέτρια
εισοδήματα τεχνικών να μην έχουν πρόσβαση στην ευρύτερη περιοχή.
Η
φαινομενική γενναιοδωρία του Ζάκερμπεργκ, φαίνεται, να είναι μια μικρή
συμβολή σε ένα μεγάλο πρόβλημα, που δημιουργήθηκε όμως από την επιτυχία
της βιομηχανίας στην οποία ασχολείται. Σύμφωνα με τη δική του αφήγηση,
είναι εύκολο να σκεφτεί κανείς τον Ζάκερμπεργκ ως κάποιον ήρωα. Ένα
κανονικό παιδί, του οποίου η μεγαλοφυία τον έκανε έναν από τους
πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο και που αποφάσισε να χρησιμοποιήσει
αυτόν τον πλούτο προς όφελος άλλων. Η εικόνα που προβάλλει είναι
αλτρουιστική, χωρίς προσωπικό συμφέρον. Μια γρήγορη όμως γρατσουνιά της
επιφάνειας αποκαλύπτει ότι η δομή της φιλανθρωπικής επιχείρησης του
Ζάκερμπεργκ απέχει πολύ από τον αλτρουισμό.
Όπως αποδείχτηκε η
«Πρωτοβουλία Τσαν-Ζάκερμπεργκ» δεν είναι μη κερδοσκοπικό φιλανθρωπικό
ίδρυμα, αλλά εταιρεία περιορισμένης ευθύνης. Αυτό το νομικό καθεστώς
έχει σημαντικές πρακτικές συνέπειες, ιδίως όταν πρόκειται για τους
φόρους. Ως εταιρεία, η Πρωτοβουλία μπορεί να κάνει πολλά περισσότερα από
μια απλή φιλανθρωπική δραστηριότητα: το νομικό της καθεστώς τής δίνει
δικαιώματα για επενδύσεις σε άλλες εταιρείες και για πολιτικές δωρεές.
Έτσι η φιλάνθρωπη κίνηση του Ζάκερμπεργκ απέφερε τεράστια απόδοση δίχως
μάλιστα να πληρώσει ποτέ φόρους για αυτό.
Εν
πολλοίς η δημιουργία της πρωτοβουλίας Τσαν-Ζάκερμπεργκ - που δεν είναι
φιλανθρωπική οργάνωση - σημαίνει ότι ο Ζάκερμπεργκ μπορεί να ελέγχει τις
επενδύσεις της εταιρείας όπως κρίνει σκόπιμο, ενώ παράλληλα
συγκεντρώνει σημαντικά εμπορικά, φορολογικά και πολιτικά οφέλη.
Εξάλλου, όπως αναφέρει και το ρεπορτάζ του
Guardian,
στον καπιταλισμό δεν υπάρχει προφανές ασυμβίβαστο μεταξύ της
γενναιοδωρίας και της επιδίωξης ή της προσδοκίας να αντληθούν οφέλη ως
αντάλλαγμα. Αυτή η αναδιατύπωση της γενναιοδωρίας αποτελεί σήμερα
χαρακτηριστικό γνώρισμα της «κοινωνίας των CEO»: μια κοινωνία στην οποία
οι αξίες που συνδέονται με την εταιρική ηγεσία εφαρμόζονται σε όλες τις
διαστάσεις της ανθρώπινης προσπάθειας.
«Giving Pledge»: Γιάννης πίνει, Γιάννης κερνάει
Ο
Μαρκ Ζάκερμπεργκ δεν είναι βέβαια ο πρώτος δισεκατομμυριούχος διευθύνων
σύμβουλος που υποσχέθηκε και ξεκίνησε μεγάλες δωρεές πλούτου για το
καλό των πολλών. Η πρωτοβουλία «Giving Pledge» που ξεκίνησε στην Αμερική
το 2010 από τους Bill και Melinda Gates και τον Warren Buffett αποτελεί
μία διεθνή προσπάθεια να αντιμετωπιστούν έντονα κοινωνικά προβλήματα,
μέσω της ευαισθητοποίησης δισεκατομμυριούχων που δεσμεύονται δημόσια ότι
θα διαθέσουν, είτε κατά τη διάρκεια της ζωής τους, είτε μέσω της
διαθήκης τους, μέρος της περιουσίας τους σε φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Ο
Mark Zuckerberg και η Priscilla Chan, ο Richard και ο Joan Branson, ο
Michael Bloomberg, ο Barron Hilton και ο David Rockefeller είναι κάποιοι
από αυτούς. Σύμφωνα με τους ανθρωπολόγους Iain Hay και Samantha Muller
αυτοί οι νέοι φιλανθρωπικοί οργανισμοί φέρνουν στη φιλανθρωπία μια
«επιχειρηματική διάθεση» και αυτό που κυρίως επιχειρούν είναι «να
απομακρύνουν την προσοχή από την αποτυχία του καπιταλισμού» και να
εξυπηρετήσουν ένα υποκατάστατο των δημόσιων δαπανών που αποσύρθηκαν από
το κράτος.
Ουσιαστικά, αυτό που παρακολουθούμε είναι η μεταφορά
ευθύνης για δημόσια αγαθά και υπηρεσίες από τους δημοκρατικούς θεσμούς
στους πλούσιους. Στην κοινωνία των CEO, η άσκηση των κοινωνικών ευθυνών
δεν έχει να κάνει πλέον με το αν οι επιχειρήσεις πρέπει ή δεν πρέπει να
είναι υπεύθυνες για κάτι περισσότερο από το δικό τους επιχειρηματικό
συμφέρον. Αντίθετα, πρόκειται για τον τρόπο με τον οποίο η φιλανθρωπία
μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ενίσχυση του πολιτικοοικονομικού
συστήματος που επιτρέπει σε τόσο μικρό αριθμό ανθρώπων να συσσωρεύουν
προκλητικά και άδικα τεράστιες ποσότητες πλούτου.
Η
εξάρτηση από τη φιλανθρωπία των δισεκατομμυριούχων επιχειρηματιών για
τη στήριξη δημόσιων έργων αποτελεί μέρος αυτού που ονομάστηκε
«φιλανθρωπικό κεφάλαιο». Αυτό εξαλείφει την προφανή αντινομία μεταξύ
φιλανθρωπίας (παραδοσιακά επικεντρωμένης στην παροχή) και καπιταλισμού
(βασισμένου στην επιδίωξη οικονομικού συμφέροντος). Όπως εξηγεί ο
ιστορικός Mikkel Thorup, η φιλανθρωπία βασίζεται στον ισχυρισμό ότι «οι
καπιταλιστικοί μηχανισμοί είναι ανώτεροι από όλους τους άλλους (ιδίως το
κράτος) όταν πρόκειται όχι μόνο για οικονομική πρόοδο αλλά και για
ανθρώπινη πρόοδο και ότι οι παράγοντες της αγοράς είναι ή πρέπει να
γίνουν οι κύριοι δημιουργοί της κοινωνίας».
Η φιλανθρωπία εν τέλει
χρησιμεύει στη νομιμοποίηση του καπιταλισμού, καθώς και στην περαιτέρω
επέκτασή του σε όλους τους τομείς της κοινωνικής, πολιτιστικής και
πολιτικής δραστηριότητας.
Philanthrocapitalism: Όλα είναι αγορά
Η
φιλανθρωπία αναδιατυπώνεται με τους ίδιους όρους, με τους οποίους ένας
διευθύνων σύμβουλος θα εξετάσει το επιχειρηματικό εγχείρημα. Η
φιλανθρωπική προσφορά μεταφράζεται σε επιχειρηματικό μοντέλο που
χρησιμοποιεί λύσεις βασιζόμενες στην αγορά που χαρακτηρίζονται από
αποτελεσματικότητα και ποσοτικοποιημένο κόστος και οφέλη.
Ο
Philanthrocapitalism υιοθετεί αγοραίους νόμους και διαχειριστικές
πρακτικές από τις επιχειρήσεις και τις προσαρμόζει σε φιλανθρωπικές
εργασίες. Το επίκεντρο είναι η επιχειρηματικότητα, οι προσεγγίσεις που
βασίζονται στην αγορά και οι μετρήσεις απόδοσης. Η διαδικασία
χρηματοδοτείται από υπερ-πλούσιους επιχειρηματίες και διοικείται από
τους έμπειρους επιχειρηματίες. Το αποτέλεσμα, σε πρακτικό επίπεδο, είναι
ότι η φιλανθρωπία αναλαμβάνεται από τους διευθύνοντες συμβούλους με
τρόπο παρόμοιο με αυτόν που λειτουργούν οι επιχειρήσεις.
Αυτή η
στροφή λοιπόν των πολυεθνικών εταιριών προς την κοινωνική ευθύνη δεν
είναι παρά η ανάγκη να σώσουν τη δική τους κοινωνία. Είναι μια άλλη
οικονομική αντιπαροχή.
Η ίδια η έννοια της εταιρικής κοινωνικής
ευθύνης έχει από την αρχή της επικριθεί επειδή παρέχει στις επιχειρήσεις
την ηθική τους κάλυψη ώστε να συνεχίσουν να δρουν με εκμεταλλευτικούς
και κοινωνικά επιζήμιους τρόπους. Στην τρέχουσα εποχή, η κοινωνική
ευθύνη, όταν απεικονίζεται ως ατομικό χαρακτηριστικό γνώρισμα των
επικεφαλής στελεχών, γίνεται μέρος της εμπορίας της ίδιας της εταιρείας,
καθώς οι καλές πράξεις των ηγετών της έρχονται να σηματοδοτήσουν τη
γενική καλοσύνη της εταιρείας.
Ο φιλανθρωπικός προσανατολισμός
παρέχει στις επιχειρήσεις το ηθικό δικαίωμα, τουλάχιστον στο πλαίσιο της
δημόσιας συνείδησης, να είναι κοινωνικά ανεύθυνες. Η αλαζονεία της
προσωπικής γενναιοδωρίας των CEOs μπορεί να δώσει ένα σιωπηρό δικαίωμα
για τις επιχειρήσεις τους να ενεργούν αδυσώπητα και με ελάχιστη μέριμνα
για τις ευρύτερες κοινωνικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων τους.
Στην
καλύτερη περίπτωση, η εταιρική φιλανθρωπία είναι ένας τύπος εθελοντικού
φόρου που καταβάλλεται από το 1% για το ρόλο που διαδραματίζει στη
δημιουργία ενός τόσο άνισου και άδικου κόσμου.
Στην
πραγματικότητα πίσω από τη βιτρίνα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης οι
πολυεθνικές εταιρίες συνεργάζονται με κυβερνήσεις, πολιτικούς φορείς και
διεθνείς οργανισμούς, έτσι ώστε οι ιστορικοί χωρισμοί μεταξύ των σκοπών
του κράτους και των εταιρειών να εξανεμίζονται όλο και περισσότερο.
Οι
εταιρείες σήμερα ασχολούνται όλο και περισσότερο με δραστηριότητες που
κατά παράδοση ανήκουν στον δημόσιο τομέα, όπως η παροχή δημόσιας υγείας,
η εκπαίδευση, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η αντιμετώπιση
κοινωνικών προβλημάτων, ο υποσιτισμός, η προστασία του φυσικού
περιβάλλοντος.
Αποτέλεσμα; Το 2000, το Ινστιτούτο Πολιτικών
Μελετών στις ΗΠΑ ανέφερε ότι, μετά τη σύγκριση των εταιρικών εσόδων με
το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), 51 από τις μεγαλύτερες οικονομίες
στον κόσμο ήταν εταιρείες και 49 εθνικές οικονομίες. Οι μεγαλύτερες
εταιρείες ήταν η General Motors, η Walmart και η Ford, καθεμία από τις
οποίες ήταν ισχυρότερες οικονομικά από την Πολωνία, τη Νορβηγία και τη
Νότια Αφρική. Οι επικεφαλής δε αυτών των εταιρειών, οι διευθύνοντες
σύμβουλοι είναι πλέον οιονεί πολιτικοί.
Έτσι από τη μία οι
πολυεθνικές εταιρίες ειδών ένδυσης Gap και Nike μετέχουν στο σκάνδαλο
για την παιδική εργασία, όπως χαρακτηριστικά αποκάλυψε και το
ντοκιμαντέρ BBC Panorama τον Οκτώβριο του 2000, παρουσιάζοντας τα
εργοστάσια στην Καμπότζη που έκαναν τα ρούχα Gap και Nike να λειτουργούν
με φοβερές απάνθρωπες συνθήκες παιδικής εργασίας, με 12ωρα επτά ημέρες
την εβδομάδα και διαρκής σωματική και συναισθηματική κακοποίηση από τη
διοίκηση και από την άλλη οι ίδιες εταιρίες αναλαμβάνουν κοινωνική
ευθύνη και προβαίνουν σε φιλανθρωπίες για τις αρνητικές κοινωνικές
επιπτώσεις των επιχειρηματικών τους πρακτικών.
Η εταιρική
κοινωνική ευθύνη εισήχθη με στόχο τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων του
εταιρικού συμφέροντος. Αλλά με την πάροδο του χρόνου έχει μετατραπεί σε
μέσο για την περαιτέρω ενίσχυση αυτού του συμφέροντος. Όταν
αντιμετωπίζει την απειλή εταιρικού σκανδάλου, η ΕΚΕ θεωρείται το όχημα
μέσω του οποίου μπορεί να ενισχυθεί η εταιρική φήμη και η απειλή της
κυβερνητικής ρύθμισης μπορεί να μετριαστεί.
Η γενναιοδωρία ενός
δισεκατομμυριούχου είναι επική σε αναλογίες - ή τουλάχιστον έτσι
φαίνεται. Ακόμη πιο επική όμως είναι η κοινωνική δικαιολόγηση της
ακραίας περιουσιακής του κατάστασης και η νομιμοποίηση ενός συστήματος
που νοθεύει τα πάντα υπέρ των πλουσίων.
Μέσω της φιλανθρωπίας και
της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, η ανακατανομή του πλούτου βρίσκεται
στα χέρια των πλούσιων και η κοινωνική ευθύνη στα χέρια εκείνων που
εκμεταλλεύτηκαν την κοινωνία για προσωπικό όφελος.