Poutanique τεχνη, εσυ τα φταις ολα!

Να είναι τέχνη; Επάγγελμα ή μήπως ματαιοδοξία;

Ο μουσικός του πεζοδρόμου!!

Ξαφνικά την καλοκαιρινή ηρεμία στο μικρό μας Μεσολόγγι σκέπασε μια γλυκιά μελωδία που έρχονταν από το βάθος του πεζοδρόμου. Όσο πλησίαζε.....

Να πως γινεται το Μεσολογγι προορισμος!

αι θα αξιοποιηθεί. Ακούγονται διάφορες ιδέες και έχουν συσταθεί αρκετές ομάδες πολιτών που προτείνουν υλοποιήσιμες και μη ιδέες προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος και έμμεσα να επωφεληθούμε όλοι.....

Ποσα κτηρια ρημαζουν στο Μεσολογγι;

Ένα από τα θέματα του δημοτικού συμβούλιου στις 27/ 11 είναι η «Εκμίσθωση χώρου για κάλυψη στεγαστικών αναγκών του Δήμου». Οι πρώτες σκέψεις που μου έρχονται στο μυαλό είναι πως μετά από τόσα χρόνια και πώς μετά από τόσο κονδύλια έχουμε φτάσει ....

Μεσολόγγι - αδέσποτα ώρα μηδέν.

Αδέσποτα, ένα ευαίσθητο θέμα για όσους είναι πραγματικά φιλόζωοι* και με τις δυο έννοιες της λέξης. Ας αρχίσουμε να μιλάμε για τις αβοήθητες ψυχές που ξαφνικά βρεθήκαν απροστάτευτες στον δρόμο όχι από το τέλος δηλαδή από τα αποτελέσματα που βλέπουμε...

Facebook, φωτογραφιες με σουφρωμενα χειλη...

Κάλος ή κακός αγαπητοί φίλοι διανύουμε μια εποχή που θέλει τους περισσότερους άμεσα εξαρτημένους από τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωση τύπου face book. Έρχεται λοιπόν το Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας

31 Δεκ 2014

Τα πέντε στάδια του έρωτα

Οι επιστήμονες «ξεκλειδώνουν» τις φάσεις μιας σχέσης και αποκαλύπτουν πώς η καθεμιά από αυτές επηρεάζει την υγεία μας
Τα πέντε στάδια του έρωτα

Ο κεραυνός της έλξης πέφτει, το βλέμμα μιλάει από μόνο του. Οι πεταλούδες αρχίζουν τον ξέφρενο χορό τους στο στομάχι προσπαθώντας να σκαρφαλώσουν στα χείλη και να εκφράσουν έναν καταρράκτη συναισθημάτων. Η όρεξη κόβεται και οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας σβήνει ρίχνοντας τον προβολέα αποκλειστικά και μόνο στο αντικείμενο του πόθου μας που έχει ήδη κυριεύσει την κάθε μας σκέψη. Κάπως έτσι ο έρωτας μας χτυπάει την πόρτα.

Τις περισσότερες φορές όμως όλος αυτός ο εσωτερικός «πόλεμος» συναισθημάτων και... ορμονών συνοδεύεται από συμπτώματα που θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν το στάδιο της σχέσης στην οποία βρισκόμαστε. Νέα μελέτη της ιστοσελίδας σχέσεων eHarmony ανέλυσε την καθημερινότητα ατόμων που δήλωναν ερωτευμένα ξεκλειδώνοντας τα πέντε βασικά στάδια μιας σχέσης: εκείνο του πεταλουδίσματος, της δόμησης της σχέσης, της αφομοίωσης όλου αυτού που συμβαίνει, της ειλικρίνειας και της σταθερότητας.
Στο πλαίσιο της μελέτης, στην οποία συμμετείχε και η κυπριακής καταγωγής ψυχολόγος δρΛίντα Παπαδόπουλος - που ζει και εργάζεται στο Λονδίνο -, από τους 1.393 εθελοντές της μελέτης ζητήθηκε να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο γύρω από τη συμπεριφορά και την καθημερινότητά τους. Στόχος των ειδικών ήταν να δουν κατά πόσον υπάρχουν πραγματικά διαφορετικά στάδια στον έρωτα, πώς νιώθουν οι ερωτευμένοι σε καθένα από αυτά, αλλά και πώς θα μπορούσαν να τα εξωτερικεύσουν από πλευράς φυσιολογίας.
«Είναι πραγματικά εντυπωσιακό, αν αναλογιστούμε ότι ένα τόσο δυνατό συναίσθημα μπορεί να σπάσει σε διαφορετικά επίπεδα» λέει η δρ Παπαδόπουλος. «Αυτό όμως που θεωρώ ότι είναι ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι ένα ζευγάρι μπορεί να αναβιώσει συγκεκριμένα στάδια του έρωτά του στην πορεία της σχέσης του και ανάλογα με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει κάθε φορά».


«Μια ωραία πεταλούδα»
Από τα στοιχεία της μελέτης και με βάση τη μέθοδο της επαγωγής φάνηκε ότι από τα 33 εκατ. των Βρετανών που βρίσκονται σε σχέση περίπου το 2% - που μεταφράζεται σε 588.000 άτομα - απολαμβάνει το «μαγικό» πρώτο στάδιο του έρωτα. Πέρα από τα έντονα συναισθήματα και την ακατανίκητη σεξουαλική έλξη, το 30% αυτών δήλωσε ότι βασικό «σύμπτωμα» του συγκεκριμένου σταδίου είναι η απώλεια σωματικού βάρους. Το 39% πάλι ανέφερε έλλειψη παραγωγικότητας και αδυναμία συγκέντρωσης.
Οπως εξηγούν οι επιστήμονες, από βιολογικής απόψεως, κατά τα πρώτα ραντεβού τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες τα επίπεδα των ορμονών του φύλου (τεστοστερόνη, οιστρογόνα) αυξάνονται. Αυτό, σύμφωνα με το 56% των εθελοντών, κάνει τη λίμπιντο να ανεβαίνει στα ύψη.
«Οι πεταλούδες αποτελούν έναν πολύ καλό τρόπο να περιγράψει κάποιος ότι δεν μπορεί να σταματήσει να κάνει σεξ» λέει γελώντας η δρ Παπαδόπουλος. «Από τη μελέτη φάνηκε ότι πολλοί από τους συμμετέχοντες απλά ξεχνούσαν να φάνε. Η παραγωγικότητα φάνηκε να πέφτει σημαντικά καθώς οι ερωτευμένοι τείνουν να ονειροπολούν διαρκώς. Επίσης, το συγκεκριμένο στάδιο του έρωτα φάνηκε να συνοδεύεται συχνά-πυκνά από... σπυράκια. Αυτό θα μπορούσε να συμβαίνει εξαιτίας των ορμονικών διαταραχών που παρατηρούνται τότε».


Λιθαράκι, λιθαράκι…
Μόλις υποχωρήσει ο «πυρετός» του έρωτα το ζευγάρι αρχίζει να ανακαλύπτει ο ένας τον άλλον και να χτίζει τη σχέση του. Ο οργανισμός τότε απελευθερώνει μονοαμίνες, νευροδιαβιβαστές οι οποίοι μεταξύ άλλων επιταχύνουν τους καρδιακούς παλμούς, πυροδοτούν την αίσθηση της έντονης ικανοποίησης και μιμούνται την επίδραση των ναρκωτικών ουσιών. Το συναίσθημα που χαρακτηρίζει το στάδιο αυτό είναι μια «χαρούμενη ανησυχία», με επίκεντρο πάντα το έτερον ήμισυ.
Το 44% των εθελοντών ανέφερε έλλειψη ύπνου, ενώ το 29% δήλωσε προβλήματα συγκέντρωσης.
«Με την πάροδο του χρόνου περνάμε στο στάδιο κατά το οποίο ερχόμαστε πιο κοντά με τον σύντροφό μας και τον γνωρίζουμε καλύτερα» λέει η δρ Παπαδόπουλος. «Σε αυτό το στάδιο παρατηρούνται προβλήματα προσοχής και συγκέντρωσης, ενώ υπάρχει το αίσθημα μιας διαρκούς ερωτικής "μέθης"».


Οταν το «ροζ» συννεφάκι διαλύεται
Στο τρίτο στάδιο, κατά τους ειδικούς, το ροζ συννεφάκι του έρωτα ξεθολώνει ελαφρώς επιτρέποντας στους δύο συντρόφους να αναρωτηθούν αν αυτός που έχουν απέναντί τους είναι ο «σωστός». Εδώ τίθενται και τα ερωτήματα γύρω από το ποιο θα μπορούσε να είναι το μέλλον μιας σχέσης, γεγονός που κατά το 27% των ερωτηθέντων μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα του στρες.
«Πρόκειται για το στάδιο όπου πολλές φορές καταλήγουμε λέγοντας "αυτό τελικά είναι σοβαρότερο από ό,τι πίστευα" ή αναρωτιόμαστε "άραγε θέλουμε το ίδιο πράγμα;". Πρόκειται για τη φάση όπου αρχίζουμε να ενσωματώνουμε τον νέο μας σύντροφο στη ζωή μας»εξηγεί η ψυχολόγος.


Ειλικρίνεια πάνω από όλα
Οταν οι μάσκες πέφτουν και αποκαλύπτονται οι πραγματικοί εαυτοί των δύο συντρόφων, τότε είναι που τα νεύρα και η υπομονή τεστάρονται πραγματικά.
«Το τέταρτο στάδιο αφορά την ειλικρίνεια. Ως τώρα όλα ήταν τέλεια και τα συναισθήματα που βίωναν οι δύο ερωτευμένοι βασίζονταν κυρίως στη χαρά και στον ενθουσιασμό. Τώρα όμως ανοίγουν τα χαρτιά τους, γίνονται ευάλωτοι και πολλές φορές φτάνουν ακόμα και σε σημείο αμφισβήτησης» τονίζει η δρ Παπαδόπουλος.
Πιο κοντά από κάθε άλλη φορά
Οσοι από τους ερωτευμένους περάσουν από τα τέσσερα στάδια «αλώβητοι» φτάνουν στο πέμπτο σκαλοπάτι της σταθερότητας. Αυτό ανοίγει την πόρτα στην εμπιστοσύνη και στην οικειότητα δημιουργώντας το λεγόμενο «δέσιμο» στο ζευγάρι.
Από τη μελέτη φάνηκε ότι το 50% των ερωτηθέντων βρισκόταν στο στάδιο αυτό, με το 23% μάλιστα να δηλώνει πιο ευτυχισμένο από ποτέ. Από βιολογικής απόψεως, οι ειδικοί αναφέρουν ότι κατά τη συγκεκριμένη περίοδο τα επίπεδα της ορμόνης βασοπρεσίνης αυξάνονται, γεγονός που ενισχύει το συναίσθημα της εγγύτητας και του δεσίματος μεταξύ των συντρόφων. Η ωκυτοκίνη πάλι έρχεται να εμβαθύνει τα συναισθήματα αυτά.
«Το πέμπτο στάδιο του έρωτα συνοδεύεται από συναισθήματα πραγματικής ευτυχίας. Ο οργανισμός τότε απελευθερώνει ορμόνες οι οποίες βοηθούν το ζευγάρι να δεθεί ακόμη περισσότερο» καταλήγει η δρ Παπαδόπουλος.

30 Δεκ 2014

Οι υπερβολές στο Facebook οδηγούν στον… ψυχολόγο

Οι χρήστες μεγαλοποιούν τη ζωή τους online χωρίς να μπορούν να το διαχειριστούν αυτό στην πραγματική τους ζωή
Οι υπερβολές στο Facebook οδηγούν στον… ψυχολόγο
Οσοι υπερβάλουν για τον εαυτό τους και τη ζωή τους στα κοινωνικά δίκτυα αντιμετωπίζουν κίνδυνο εμφάνισης ψυχολογικών προβλημάτων
Ανησυχητικά είναι τα ευρήματα μιας νέας μελέτης που έγινε για τη χρήση των κοινωνικών δικτύων όπως το Facebook και το Twitter. Ειδικοί της μη κυβερνητικής οργάνωσης Κοινωνία της Νευροψυχοανάλυσης αναφέρουν ότι δύο στους τρεις χρήστες κοινωνικών δικτύων υπερβάλλουν στα όσα γράφουν για τους ίδιους γεγονός που οδηγεί στην εμφάνιση σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων.

Τα online ψέματα
Σύμφωνα με τους ερευνητές οι περισσότεροι χρήστες δημιουργούν μια ψεύτικη περσόνα η οποία απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Οι χρήστες αναφέρουν ότι διαθέτουν γνώσεις και ικανότητες που δεν έχουν αλλά και ότι διάγουν ένα βίο που σε καμία περίπτωση δεν σχετίζεται με την πραγματικότητα. Αυτό σύμφωνα με τους ερευνητές έχει σε πολλές περιπτώσεις σοβαρές επιπτώσεις στη ψυχική υγεία αυτών των χρηστών. Αυτό γιατί οι χρήστες που δημιουργούν μια ψεύτικη εικόνα για τον εαυτό τους στα κοινωνικά δίκτυα όταν κλείνουν τον υπολογιστή τους έρχονται αντιμέτωποι με τον αληθινό εαυτό τους και την πραγματική τους ζωή. Ετσι σύμφωνα με τους ερευνητές κάνουν την εμφάνιση τους μια σειρά από ψυχολογικά προβλήματα σε αυτούς τους χρήστες
Οι επιπτώσεις
Οι ερευνητές εντόπισαν στους χρήστες που υπερβάλουν στα κοινωνικά δίκτυα μια συμπεριφορά την οποία ονόμασαν «ψηφιακή αμνησία». Οι χρήστες αυτοί ξεχνούν τι πραγματικά έχει συμβεί στη ζωή τους και αποδέχονται ως πραγματικό γεγονός αυτό που έχουν επιλέξει να αναφέρουν ως εκδοχή στο Facebook και τα άλλα κοινωνικά δίκτυα. Αλλοι χρήστες ομολόγησαν στους ερευνητές ότι αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει και νιώθουν ντροπή, άλλοι αρχίζουν να εμφανίζουν συμπτώματα κατάθλιψης ενώ κάποιοι χρήστες υποστήριξαν ότι έχουν νιώσει κάποιες στιγμές ότι έχουν φτάσει στα πρόθυρα της παράνοιας.

5 μύθοι για την σοκολάτα καταρρίπτονται

Η σοκολάτα είναι ίσως ένα από τα πιο δημοφιλή γλυκά παγκοσμίως που όμως έχει την κακή φήμη ότι παχαίνει, ότι μπορεί να μας βγάλει εκτός (διαιτητικού) προγράμματος ή να δημιουργήσει ακμή. Τι ισχύει τελικά για την σοκολάτα και κατά πόσο μπορούμε να την εντάξουμε σε μια ισορροπημένη και υγιεινή διατροφή;
1. Η σοκολάτα περιέχει καφεΐνη; Σίγουρα θα έχετε ακούσει ότι η σοκολάτα μπορεί να σας βγάλει εκτός προγράμματος, να μην σας αφήσει να κοιμηθείτε σωστά ή να κάνει τα παιδιά να χοροπηδούν όλο μέρα, αφού περιέχει καφεΐνη. Η αλήθεια είναι ότι περιέχει μόλις 0,5% καφεΐνη, ίδια ποσότητα, δηλαδή, με μια κούπα ντεκαφεϊνέ ροφήματος.
2.  Η σοκολάτα δημιουργεί ακμή; Πολλοί έφηβοι αποφεύγουν την σοκολάτα επειδή έχουν ακούσει ότι δημιουργεί ακμή, όμως η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει καμιά επιστημονική απόδειξη που να υποστηρίζει κάτι τέτοιο. Αντίθετα τα γαλακτοκομικά προϊόντα έχουν αποδειχθεί να σχετίζονται περισσότερο με τη δημιουργία σμήγματος για αυτό απλά προτιμήστε μαύρη σοκολάτα από τις σοκολάτες γάλακτος!
3. Η σοκολάτα είναι αφροδισιακό; Ο Καζανόβα λάτρευε τα κουτιά με τα σοκολατάκια αλλά πέρα από αυτό δεν υπάρχει καμιά επιστημονική εξήγηση που να αποδεικνύει ότι η σοκολάτα επηρεάζει τη λίμπιντο.
4. Η σοκολάτα δεν επηρεάζει τη διάθεσή μας; Η καλή μας διάθεση επηρεάζεται από τα επίπεδα σεροτονίνης και η σοκολάτα περιέχει συστατικά που ευνοούν την παραγωγή σεροτονίνης από τον οργανισμό μας. Οπότε, η σοκολάτα μπορεί να φτιάξει τη διάθεσή σας αμέσως!
5. Η σοκολάτα παχαίνει; Αν φάτε πολλή σοκολάτα θα παχύνετε, αλλά αυτό ισχύει με τα περισσότερα τρόφιμα! Η κατανάλωση σοκολάτας με μέτρο όχι μόνο δεν παχαίνει αλλά μπορεί να σας κάνει καλό αφού περιέχει πρωτεΐνη (όση και το μπρόκολο), φυτικές ίνες αλλά και θρεπτικά συστατικά που δημιουργούν αίσθηση κορεσμού!

Οκτώβρης 1993 : ρωσικός φιλελευθερισμός υπό τους ήχους των κανονιών

Με τη Ρωσία στο προσκήνιο της παγκόσμιας διεθνούς σκηνής, ευκαιρία να ανατρέξουμε σ’ ένα επεισόδιο κλειδί στην πρόσφατη ιστορία της. Βρισκόμαστε στο 1993 και ο κόσμος μετρά τις συνέπειες της « θεραπείας του σοκ » που επέβαλαν οι ιδεολόγοι της αγοράς μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Μια πλειοψηφία βουλευτών επιχειρεί να επιβάλει έναν άλλο δρόμο. Όμως, ο πρόεδρος Μπόρις Γέλτσιν, έχοντας την πλήρη υποστήριξη των κυβερνήσεων της Δύσης, εξαπολύει επίθεση στο Κογκρέσο.

« Δεν θα ανεχτούμε άλλη εσωτερική αντιπολίτευση. Πρέπει να απαλλαγούμε από όσους δεν ακολουθούν τον ίδιο δρόμο με εμάς [1] ». Τη στιγμή που ο πρώτος πρόεδρος της νεοσύστατης Ρωσικής Ομοσπονδίας, ο Μπόρις Γέλτσιν, έκανε την παραπάνω δήλωση, τα άρματα μάχης Τ-72 είχαν ήδη περικυκλώσει από αρκετές μέρες το Κογκρέσο των αντιπροσώπων του λαού και το Ανώτατο Σοβιέτ. Από τα ξημερώματα της 4ης Οκτωβρίου 1993, τα πολυβόλα τρίζουν. Κάποιοι ειδικοί κομάντος αρνούνται να βάλουν κατά πολιτών κοντά στον « Λευκό Οίκο » που στεγάζει το Κοινοβούλιο. Ωστόσο, τα τεθωρακισμένα, υπό την καθοδήγηση του υπουργού άμυνας Πάβελ Γκρατσόφ, αρχίζουν τους κανονιοβολισμούς. Καπνοί βγαίνουν από το κατάλευκο κτήριο, που στη συνέχεια γίνεται μαύρο. Οι πρώτοι βουλευτές αρχίζουν να παραδίνονται, ενώ ταυτόχρονα απομακρύνονται νεκροί και τραυματίες. Ο « μεταβατικός πρόεδρος » της Ομοσπονδίας, ο συνταγματάρχης Αλεξάντερ Ρουτσκόι και ο επικεφαλής του Ανώτατου Σοβιέτ, ο Τσετσένος οικονομολόγος Ρουσλάν Χασμπουλάτοφ, εγκαταλείπουν τον αγώνα. Θα περάσουν λίγους μήνες στη φυλακή. Αν και χωρίς εικόνες μέχρι πρότινος, τώρα η ιστορία της μετασοβιετικής Ρωσίας γράφεται μπροστά στις κάμερες ολόκληρου του κόσμου.
Αμέσως μετά από αυτή τη θεαματική επίθεση και τις μάχες στους δρόμους, εξαπολύεται κυνηγητό εναντίον των « παρανόμων » σε ολόκληρη τη Μόσχα, κυρίως εναντίον των Καυκάσιων, οι οποίοι συλλαμβάνονται μαζικά. Οι αστυνομικές σκούπες, οι οποίες προκαλούν ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση, πιθανόν αφορούσαν γύρω στα 25.000 άτομα. Σύμφωνα με τους επίσημους αριθμούς, 123 άνθρωποι έπεσαν νεκροί προκειμένου να ευοδωθεί αυτή η « νίκη της δημοκρατίας », την οποία επευφημούσαν πολλοί πολιτικοί αρχηγοί και εφημερίδες της Δύσης (διαβάστε το ένθετο « Mόλις λίγο αίμα »). Άλλες πηγές κάνουν λόγο για ένα πολύ πιο βαρύ απολογισμό : ο αριθμός που αναφερόταν συχνά για τους νεκρούς ήταν 1.500. Με εξαίρεση τις εθνικές συγκρούσεις στον Καύκασο και τις χώρες της Βαλτικής, οι Ρώσοι δεν είχαν γνωρίσει ποτέ τέτοια βία από την εποχή των εξεγέρσεων στα γκουλάγκ, την περίοδο 1950 – 1954, τον ξεσηκωμό της Τυφλίδας, το 1956 και τη στάση κατά της αύξησης των τιμών στο Νοβοτσερκάσκ της Ουκρανίας, το 1962.
H προσφυγή στον στρατό είχε ως στόχο τον τερματισμό της πολιτικής σύγκρουσης ανάμεσα στην εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία που διαρκούσε περισσότερο από έναν χρόνο. Όμως, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε το δράμα χωρίς να ανατρέξουμε στο 1991 και χωρίς να αναφερθούμε στο γενικότερο πλαίσιο μέσα στο οποίο εκτυλίχθηκε [2] : την κρίση του σοβιετικού συστήματος, το αδιέξοδο της « περεστρόικα », η οποία ξεκίνησε το 1985 και τη διάλυση της ΕΣΣΔ.

Μόλις διαλύεται η Σοβιετική Ένωση, ο Γέλτσιν παίρνει το πάνω χέρι

Στις αρχές του καλοκαιριού του 1991, ο Χασμπουλάτοφ έχει μόλις εκλεγεί επικεφαλής του Ανώτατου Σοβιέτ, της εθνοσυνέλευσης του Κοινοβουλίου με τις περιορισμένες εξουσίες. Ο Ρουτσκόι εξελέγη αντιπρόεδρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας στα πλαίσια του προεκλογικού « ντουέτου » με τον Γέλτσιν, στις 12 Ιουνίου του 1991. Τον Αύγουστο του 1991, οι τρεις μελλοντικοί πρωταγωνιστές της σύγκρουσης του 1993 είναι σύμμαχοι. Αντιστέκονται μαζί στην απόπειρα πραξικοπήματος των συντηρητικών, οι οποίοι αντιτίθενται στο σχέδιο μεταρρύθμισης της Ένωσης με φορέα τον πρόεδρο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Ο Ρουτσκόι πηγαίνει στην Κριμαία για να απελευθερώσει τον Γκορμπατσόφ, τον οποίο οι πραξικοπηματίες έχουν θέσει σε κατ’ οίκον περιορισμό στον Φάρο της Γιάλτας. Και οι τρεις επωφελούνται από την αποτυχία του πραξικοπήματος για να επιβάλουν την ανεξαρτησία της Ρωσίας, τον αφανισμό της Σοβιετικής Ένωσης και την αποχώρηση του ανθρώπου που ενσάρκωνε την περεστρόικα. Πολύ γρήγορα, ο Γέλτσιν εκμεταλλεύεται το πλεονέκτημα που του προσφέρει η νεοαποκτηθείσα φήμη του στο εξωτερικό. Την 1η Νοεμβρίου συγκεντρώνει στα χέρια του όλες τις εξουσίες. Για έναν χρόνο, έχει τη δυνατότητα να ακυρώνει νόμους, να διορίζει υπουργούς ή να κυβερνά με διατάγματα χωρίς να δίνει αναφορά στη Βουλή.
Χάρη στον Γέλτσιν καθίσταται δυνατή μια ριζική « θεραπεία σοκ », την οποία εφαρμόζουν εκπρόσωποι της ανερχόμενης γενιάς των Ρώσων νεοφιλελεύθερων οικονομολόγων : ο Γεγκόρ Γκαϊντάρ, μαθητής της Σχολής του Σικάγο, ο Ανατόλι Τσουμπάις, συντονιστής των μεταρρυθμίσεων, ο υπερμαχος του άκρατου νεοφιλελευθερισμού Αντρέι Ιλαριόνοφ αλλά και ο Γκενάντι Μπουρμπούλις, πρώην καθηγητής μαρξισμού – λενινισμού, ο οποίος κατέστρωσε τη χάρτα της διάλυσης της ΕΣΣΔ, στα τέλη του 1991. Ο Ρώσος πρόεδρος έχει επίσης τη στήριξη διαφόρων προσωπικοτήτων και πολιτικών, όπως ο ιστορικός Γιούρι Αφανάσιεφ, ο δήμαρχος της Μόσχας, Γκαβρίλ Ποπόφ, ο δήμαρχος της Αγίας Πετρούπολης, Ανατόλι Σόμπτσακ. Η εμπροσθοφυλακή αυτή δρα σε στενή συνεργασία με τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τους μελλοντικούς ολιγάρχες, όπως ο Βλαντίμιρ Γκουσίνσκι και ο Μπόρις Μπερεζόφσκι, οι οποίοι είχαν ήδη τεθεί επικεφαλής τραπεζικών και μιντιακών αυτοκρατοριών. Έχοντας βαφτιστεί « δημοκράτες » -σε αντιπαράθεση με τους συντηρητικούς, όλοι τους αντλούν αναφορές από τη Χιλή του Αουγούστο Πινοτσέτ και τη Βρετανία της Μάργκαρετ Θάτσερ.
Από ένα σύστημα κατευθυνόμενης οικονομίας, η Ρωσία περνά απότομα στην απελευθέρωση των τιμών και των συναλλαγών, στο τέλος της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών και στις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις. Ο πληθωρισμός και η ιλιγγιώδης πτώση των πραγματικών μισθών επιφέρουν την εκκαθάριση των λαϊκών αποταμιεύσεων. Οι μισθοί, οι οποίοι αποτελούσαν το 70% των οικογενειακών εισοδημάτων έως το 1991, θα αντιπροσωπεύουν πια μόλις το 38,5% το 1995 [3]. Τα μόνα ανταλλάγματα είναι ότι οι Ρώσοι βλέπουν το τέλος των ελλείψεων στα αγαθά, ενώ πολλοί από αυτούς αποκτούν τη δυνατότητα να γίνουν ιδιοκτήτες της κατοικίας τους σε χαμηλή τιμή. [4]. Βέβαια, αναδύεται μια δραστήρια μειονότητα « κερδισμένων » : οι επιχειρήσεις, οι τραπεζικές υπηρεσίες, η διαφήμιση, η επικοινωνία και το εμπόριο του σεξ ξυπνούν ορέξεις ή ταλέντα. Οι νεόπλουτοι ή « Νεορώσοι » ανακαλύπτουν την οδό της Δύσης –και των φορολογικών παραδείσων.
Τόσο στη Βουλή όσο και στο λαό, η συναίνεση γύρω από το πρόσωπο του προέδρου εξανεμίζεται σύντομα. Ο Γέλτσιν το γνωρίζει. Υπόσχεται ότι θα επιφέρει διορθώσεις στις μεταρρυθμίσεις, ενώ παράλληλα προσπαθεί να τις επιταχύνει προτού η επανάσταση αρχίσει να βρυχάται. Τον Δεκέμβριο του 1992, διαπραγματεύεται και πετυχαίνει από το Ανώτατο Σοβιέτ τη δυνατότητα να διοργανώσει δημοψήφισμα για τους θεσμούς, με αντάλλαγμα την αποχώρηση του Γκαϊντάρ.
Ο Χασμπουλάτοφ, επικεφαλής της Βουλής, πρεσβεύει « διαβαθμιστικές » (κεϊνσιανές) ιδέες, τις οποίες εμπνέεται από σοσιαλδημοκράτες οικονομολόγους, όπως ο Λεονίτ Αμπαλκίν και ο Νικολάι Πετρακόφ, πρώην συνεργάτες του Γκορμπατσόφ. Tην εποχή εκείνη, το να μιλήσει κάποιος για έλεγχο της αγοράς είναι αρκετό για να χαρακτηριστεί « καθυστερημένος κομμουνιστής ». Ωστόσο, η Βουλή δεν αποτελεί επ’ ουδενί ένα κομμουνιστικό μπλοκ. Είναι γεγονός ότι το 85% των μελών της προέρχονται από το παλιό Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ), αλλά, το ίδιο ισχύει και για όλους τους φιλελεύθερους... Η αντιπολίτευση απέναντι στον Γέλτσιν απαρτίζεται από μια ετερόκλιτη συμμαχία ανάμεσα σε απογοητευμένους φιλογελτσινικούς δημοκράτες, οπαδούς της διατήρησης της ΕΣΣΔ και εθνικιστές.
Πέρα από τη σύγκρουση μεταξύ προσωπικοτήτων, τρία είναι τα βασικά διακυβεύματα που ξεχωρίζουν σε αυτή τη διένεξη ανάμεσα στον πρόεδρο και τη Βουλή : η συνέχιση ή μη μιας ακραίας φιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής, το πρόγραμμα των « μεγάλων ιδιωτικοποιήσεων » και η συνταγματική επιλογή ανάμεσα σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία κι ένα προεδρικό καθεστώς. Η πώληση των μέσων παραγωγής εμφανίζεται ως το πλέον αποφασιστικό, αλλά ταυτόχρονα και ως το πλέον διφορούμενο ζήτημα. Η υπόσχεση για « λαϊκές ιδιωτικοποιήσεις », οι οποίες θα ωφελούσαν τις « εργατικές κολεκτίβες », ταράζει τα νερά και αφήνει κάποιους να ελπίζουν ότι κάτι τέτοιο θα είναι προς όφελος όλων.
Η θεσμική κρίση είναι ήδη ορατή από τον Απρίλη του 1993. Ο Γέλτσιν υπογράφει τότε διάταγμα, το οποίο εγκαθιδρύει « ειδικό καθεστώς διακυβέρνησης », αλλά δεν το δημοσιοποιεί. Αυτό δεν εμποδίζει το Ανώτατο Σοβιέτ και το Συνταγματικό Δικαστήριο να κηρύξουν « αντισυνταγματικό » το « μυστικό » κείμενο του προέδρου. Ο Γέλτσιν αποφασίζει να βάλει στο παιχνίδι την κοινή γνώμη, διοργανώνοντας δημοψήφισμα. Κερδίζει την εμπιστοσύνη του 58% των ψηφοφόρων, όχι όμως και τη διεξαγωγή των πρόωρων εκλογών που επιθυμούσε. Συγχρόνως, συναντά για πρώτη φορά τον Ουίλιαμ Κλίντον στο Βανκούβερ. Αποσπά δάνειο 1,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων και τη στήριξη του Αμερικανού προέδρου στην αντιπαράθεσή του με τη Βουλή. Οι εκδηλώσεις της Πρωτομαγιάς παίρνουν συγκρουσιακό χαρακτήρα. Παρόλα αυτά, πέντε μέρες αργότερα, ο Γέλτσιν ανακοινώνει την πρόθεσή του να υιοθετήσει ένα νέο Σύνταγμα, το οποίο θα βάλει τέλος στο ισχύον κοινοβουλευτικό πολίτευμα. Την ίδια στιγμή, αποκλείει κάθε συζήτηση με τους βουλευτές και προετοιμάζει τη σύγκρουση.
Στις 13 Σεπτεμβρίου, προκειμένου να καθησυχαστούν οι διεθνείς οικονομικοί κύκλοι, επιστρέφει στην κυβέρνηση ο Γκαϊντάρ. Στις 21 του ίδιου μήνα, με το υπ’ αριθμόν 1.400 διάταγμα, ο Γέλτσιν διαλύει τη Βουλή. Η ίδια τύχη αναμένει και όλα τα περιφερειακά και τοπικά σοβιέτ (συμβούλια). « Η προετοιμασία της επιχείρησης ήταν φανερή », εκτιμά ο ιστορικός και πρώην αντικαθεστωτικός Μισέλ Γκέλερ, ο οποίος τότε επρόσκειτο στον πρόεδρο. « Πριν από οτιδήποτε άλλο, ο Γέλτσιν τηλεφώνησε στον Κλίντον για να τον προειδοποιήσει ότι επρόκειτο να λάβει χώρα ένα όχι και τόσο δημοκρατικό γεγονός. Ο Κλίντον του έδωσε τις ευλογίες του. [5] ». Κατόπιν, επισκέπτεται τη διμοιρία Ντζερζίνσκι, μια επίλεκτη ομάδα του υπουργείου Εσωτερικών...

Άνευ όρων στήριξη από τις ΗΠΑ και τις τράπεζες

Σε αντίδραση, το Ανώτατο Σοβιέτ και ο πρόεδρός του, Χασμπουλάτοφ, καθαιρούν τον Γέλτσιν και διορίζουν στη θέση του τον αντιπρόεδρο Ρουτσκόι, ο οποίος έχει γίνει υποστράτηγος. Η απάντηση του Κρεμλίνου είναι η περικύκλωση από την αστυνομία και ο αποκλεισμός του « Λευκού Οίκου », ο οποίος μένει σταδιακά χωρίς ρεύμα, νερό και θέρμανση. Το Συνταγματικό Δικαστήριο ζητά από τις δυο πλευρές να ακυρώσουν τις αποφάσεις τους και να επιχειρήσουν συμβιβασμό. Η Ορθόδοξη Εκκλησία και οι περιφέρειες, αντίθετες στην πλειοψηφία τους με το υπ’ αριθμόν 1.400 διάταγμα, προσπαθούν να επιβάλουν μια συμβιβαστική λύση. Το ίδιο και ο σοσιαλδημοκράτης Όλεγκ Ρουμιαντσέφ. Μάταια. Ο Γέλτσιν κερδίζει την υποστήριξη του στρατού και επιλέγει την αιματοχυσία. Ένας από τους εμπνευστές του ρωσικού νεοφιλελευθερισμού, ο οικονομολόγος Αντρέι Ιλαριόνοφ, επιβεβαίωσε πρόσφατα τον καλά μελετημένο χαρακτήρα της αντιπαράθεσης. Σύμφωνα με αυτόν, ο βομβαρδισμός του Κοινοβουλίου ήταν « νόμιμος » και « περισσότερο δημοκρατικός » από την τότε κυβέρνηση [6].
Τόσο ο Γέλτσιν όσο και ο Ρουτσκόι παραμένουν αμετακίνητοι. Κανένας από τους δύο δεν είχε αφομοιώσει την κουλτούρα του διαλόγου, τη μέχρι πρότινος άγνωστη στην ΕΣΣΔ, την οποία εισήγαγε ο Γκορμπατσόφ. Το κάθε στρατόπεδο είχε γίνει ο « φασίστας » για το άλλο. Βασίλευε μια δηλητηριώδης ατμόσφαιρα. Χωρίς αμφιβολία, παρακολουθούσαμε μάλλον τις ωδίνες ενός « τέλους της ιστορίας », παρά μια μάχη για το μέλλον. Χωρίς την απέραντη παραίτηση και την παθητικότητα του κόσμου, που ο μεγαλύτερος φόβος του ήταν να μη χυθεί και άλλο αίμα, θα μπορούσε να είχε ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος. Επίσης, παρά την κατάρρευση και χάρη στην καπατσοσύνη, πολλοί ήλπιζαν, σύμφωνα με τα διαρκώς επαναλαβανόμενα συνθήματα της εποχής, να βγουν αλώβητοι από αυτή την « επώδυνη, πλην όμως, απαραίτητη μεταβατική περίοδο » και να φτάσουν σε μια « κανονική και πολιτισμένη » ζωή ή ακόμα και να πλουτίσουν.
Στη συντήρηση αυτών των ψευδαισθήσεων συνέβαλε και η διανομή κουπονιών ιδιωτικοποίησης σε « 150 εκατομμύρια Ρώσους, ακόμα και σε βρέφη », μέσω των οποίων μπορούσαν να αγοράσουν τις μετοχές των επιχειρήσεων. Πιεσμένοι από τις ανάγκες του σήμερα, οι περισσότεροι δικαιούχοι έσπευσαν να ξαναπουλήσουν τα κουπόνια τους, τα οποία εξαγόρασαν σε εξευτελιστικές τιμές οι διευθυντές των βιομηχανικών ή χρηματοπιστωτικών ομίλων και τα εγκληματικά δίκτυα [7].
« Εν κατακλείδι, τα άτομα που πήραν μέρος στην ιδιωτικοποίηση δεν ήταν σε θέση να λάβουν συνετές αποφάσεις. Αντίθετα, το καθαρά κερδοσκοπικό κομμάτι της “λαϊκής ιδιωτικοποίησης” αυξήθηκε απότομα προς όφελος ολίγων εκλεκτών », αναλύει ο οικονομολόγος Αλεξάντερ Νεκιπιέλοφ. Οι πιο ελκυστικές επιχειρήσεις βγήκαν στο σφυρί την παραμονή της λήξης της ιδιωτικοποίησης (στις 30 Ιουνίου του 1994), τα περιουσιακά τους στοιχεία υποτιμήθηκαν και ο ανθός της βιομηχανίας παραχωρήθηκε σύντομα για μια μπουκιά ψωμί στα πλαίσια της επιχείρησης « δάνεια έναντι μετοχών ». Αυτή ωφέλησε τους τραπεζίτες, τους μόνους που είχαν τη δυνατότητα να δανείσουν την κυβέρνηση, με αντάλλαγμα τον έλεγχο των πετρελαϊκών εταιρειών [8].
Οι δυτικοί εμπνευστές του « σοκ » ήταν κατά κύριο λόγο ο Σουηδός Άντερς Άσλουντ και ο Αμερικανός Τζέφρι Σακς. Οι μεταρρυθμιστές της Μόσχας επωφελούνταν επίσης, από το 1987, από τις ορθές συμβουλές του Τζορτζ Σόρος, « φιλάνθρωπου » και επενδυτή, καθώς και των ειδικών της τράπεζας Goldman Sachs, η οποία εμπλεκόταν σε τεράστιες κερδοσκοπικές δραστηριότητες ή του Γάλλου Ντανιέλ Κοέν. Σημαντικός ρόλος αναλογεί επίσης και στα ιδρύματα, ιδίως τα αμερικανικά, τα οποία διείσδυσαν στους ερευνητικούς χώρους και στην « κοινωνία των πολιτών » : Carnegie, Ford, Rockefeller, Heritage, National Endowment for Democracy (NED) κ.ά..
Ο παρεμβατισμός της κυβέρνησης Κλίντον έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο : « Οι Αμερικανοί σύμβουλοι δεν έφτασαν στα τέλη του 1991 με εντολή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, όπως λέγεται συχνά, αλλά μέσα στο πλαίσιο παροχής τεχνικής βοήθειας εκ μέρους των ΗΠΑ με τη χρηματοδότηση της USAID (της αμερικανικής υπηρεσίας για τη διεθνή ανάπτυξη), η οποία υλοποιήθηκε από το Harvard Institute for International Development », εξηγεί ένας αυτόπτης μάρτυρας, ο Γάλλος οικονομολόγς Ζακ Σαπίρ. « Ο Τζέφρι Σακς συμμετείχε σε πολλές συσκέψεις με το επιτελείο του Γέλτσιν μεταξύ 1991 και 1993, χωρίς να δίνει αναφορά για τις δραστηριότητές του σε κανέναν άλλο πέραν των αμερικανικών αρχών ».
Σύμφωνα με τον Σαπίρ, η ένταξη της Ρωσίας στο αμερικανικό παιχνίδι εξυπηρετούσε έναν στρατηγικό στόχο : « Το αποδεικνύει η απρόσκοπτη υποστήριξη που παρείχε η κυβέρνηση Κλίντον στον Γέλτσιν, από το πραξικόπημα κατά του Κοινοβουλίου το 1993 μέχρι την αμφιλεγόμενη επανεκλογή του το 1996 (...). Μας αρέσει να ξεχνάμε σήμερα ότι το ξέσπασμα του πολέμου στην Τσετσενία, τον Δεκέμβρη του 1994, είχε επίσης την ευρύτατη στήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης [9] ». Η Ρωσία αποτελούσε πηγή σημαντικών κερδών για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ειδικοί από τη Δύση και φιλελεύθεροι Ρώσοι λειτουργούσαν σε πλήρη εναρμόνιση σε ό,τι αφορούσε τη διαφθορά, την κατάχρηση κεφαλαίων και το ξέπλυμα χρήματος [10].
Η « θεραπεία » είχε επίσης ως αποτέλεσμα την αποσάθρωση του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος, συρρικνώνοντας τη διεθνή επιρροή μιας δύναμης σε τέτοιο βαθμό, ώστε να γίνει πια η σκιά του εαυτού της. Ο νέος επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας, Αντρέι Κοζίρεφ, χάραξε έναν προσανατολισμό που ευθυγραμμιζόταν με τις ΗΠΑ, πριν από την εξισορρόπηση που άρχισε να θέτει σε εφαρμογή ο Γεβγκένι Πριμακόφ από το 1996 και μετά. Η Ρωσία, ωστόσο, διατήρησε το πυρηνικό της οπλοστάσιο, την ύστατη εγγύηση της εθνικής της κυριαρχίας, την ώρα που το ΝΑΤΟ επεκτεινόταν εκ νέου προς ανατολάς και η Δύση πολλαπλασίαζε τις παρεμβάσεις της στις συγκρούσεις στην πρώην Γιουγκοσλαβία και στη Μέση Ανατολή.
Η ενθουσιώδης στήριξη της Δύσης δεν ήταν ανιδιοτελής. Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι ΗΠΑ ήλπιζαν να δουν τη Ρωσία να γίνεται η ατμομηχανή για τη διείσδυσή τους στην ευρασιατική ήπειρο. Η Ουκρανία και η Γεωργία δεν είχαν γίνει ακόμα οι προνομιακοί σύμμαχοι στην περιοχή, ούτε ήταν ακριβώς επίκαιρη η « επαναπροώθηση » της Ρωσίας, μολονότι προετοιμαζόταν ήδη η αποδυνάμωσή της στον Καύκασο, γύρω από τους δρόμους του πετρελαίου.
Ο Γκαϊντάρ, ο βασικός ιδεολόγος του « σοκ », έδωσε τις δικές του εξηγήσεις σε ένα σύγγραμμα που κυκλοφόρησε το 2006. Εξαιρετική και συγχρόνως πολύ αμφιλεγόμενη, η ανάλυσή του για τη σοβιετική κρίση συναντάται με τις σκέψεις που έτρεφε προ πολλού η εκσυγχρονιστική πτέρυγα της κυβερνητικής γραφειοκρατίας, η οποία εισηγήθηκε την εκκαθάριση του σοβιετικού συστήματος. Ο στόχος ήταν η δημιουργία μιας τάξης ιδιοκτητών, ούτως ώστε να καταστεί αδύνατη η όποια « επιστροφή στον σοσιαλισμό ». Όσα ακολούθησαν τον « Μαύρο Οκτώβρη », κάθε άλλο παρά δικαίωσαν τους φιλελεύθερους. Μετά την αποτυχία τους στις βουλευτικές εκλογές, τον Δεκέμβρη του 1993, οι επικεφαλής τους, ο Γκαϊντάρ και ο Μπορίς Φιοντόροφ, απομακρύνθηκαν από την κυβέρνηση τον Γενάρη του 1994. Η εμπειρία τελείωσε με το κραχ του Αυγούστου του 1998, το οποίο και σήμανε το ναυάγιο των νεοφιλελεύθερων ιδεών και των πολιτικών σχηματισμών που πρόσκεινταν στον Γέλτσιν.

Οι ιδιωτικοποιήσεις έσβησαν τις ελπίδες που γέννησε η περεστρόικα

Στο διάστημα που μεσολάβησε από την εκλογή του Γέλτσιν στην προεδρία, τον Ιούνιο του 1991 και την οικονομική κρίση του 1998, το ακαθάριστο εθνικό προϊόν μειώθηκε περίπου κατά 50% και οι επενδύσεις κατά 90%. Η βιομηχανική παραγωγή έπεσε στο 47,3% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, η αγροτική στο 58,1%. Μεταξύ 1988 και 1994, το προσδόκιμο ζωής για τους άντρες έπεσε από τα 64,6 στα 57,3 χρόνια. Παρά το θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο, η Ρωσία έχει χάσει έξι εκατομμύρια κατοίκους από το 1991 [11]. Το ιατρικό περιοδικό « The Lancet », συγκρίνοντας το 2009 τις εξελίξεις σε διάφορες πρώην κομμουνιστικές χώρες, έθετε ένα συσχετισμό ανάμεσα στις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, την ανεργία και τη δραματική αύξηση του ποσοστού θνησιμότητας στη Ρωσία [12]. Το 1998, ένα από τα « χελιδόνια της περεστρόικα », η οικονομολόγος Τατιάνα Ζασλάφσκαγια, έκανε καταμέτρηση των καταστροφικών κοινωνικών επιπτώσεων των μεταρρυθμίσεων που εφαρμόστηκαν από το 1992 έως το 1998 : περίπου το 6% με 10% του πληθυσμού συγκέντρωνε το 50% των συνολικών εισοδημάτων και το 70% με 80% του συνολικού πλούτου της χώρας, την ίδια στιγμή που πολλές οικογένειες ζούσαν σε μισοερειπωμένα σπίτια ή λιμοκτονούσαν [13].
To σημερινό πολιτικό σύστημα δομήθηκε το 1993. Μετά τον Οκτώβρη, η Ρωσία βρίσκεται εκ νέου με ένα συγκεντρωτικό προεδρικό σύστημα, μια Βουλή ουραγό, ανίσχυρα κόμματα, εκλογές συχνά αμφιβόλου γνησιότητας και με μια συγκεντρωτική γραφειοκρατία εξίσου βαριά και αποπνικτική με την παλιά –για να μη μιλήσουμε για τους δύο πολέμους στην Τσετσενία και τις επιθέσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι χώροι ελεύθερης ενημέρωσης ελαττώθηκαν περαιτέρω, με εξαίρεση το διαδίκτυο.
Οι πολυάριθμες πρωτοβουλίες πολιτών που ξεπήδησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1980, κυρίως στις μεγάλες πόλεις, μέσα από τις οποίες γεννήθηκαν εργατικά, πνευματικά ή οικολογικά κινήματα, πραγματικά ανεξάρτητα από την εξουσία, εκμηδενίστηκαν κυριολεκτικά. Μια επίπλαστη « κοινωνία πολιτών », την οποία αποτελούσαν μη κυβερνητικές οργανώσεις, ανέλαβε τα ηνία με την οικονομική στήριξη ολιγαρχών και αμερικανικών ιδρυμάτων.
Το γνήσιο δημοκρατικό κίνημα που γεννήθηκε μαζί με την περεστρόικα, συνετρίβη τον Οκτώβρη του 1993, για να καταλήξει τελικά σε μια αντεπανάσταση. Οι ιδέες για σοσιαλιστική αυτοδιαχείριση, οικολογία και ουμανισμό παραπέμφθηκαν στo χρονοντούλαπο των ξεπερασμένων ουτοπιών. Για περισσότερα από δέκα χρόνια, η πλειονότητα των Ρώσων ήταν απασχολημένη με την ανάγκη να βρει στρατηγικές επιβίωσης. Με την πρώτη τους κιόλας επαφή με την πολιτική ζωή και το άνοιγμα προς τη Δύση, εισέπραξαν βαθιά απογοήτευση. Αυτό εξηγεί, σε έναν βαθμό, τη διαρκή δημοτικότητα του Βλαντίμιρ Πούτιν στους κόλπους ενός πληθυσμού που υιοθέτησε ξανά μοιρολατρική στάση απέναντι στη λειτουργία της εξουσίας και ονειρεύεται την επιστροφή του κράτους, προκειμένου να βγει από το χάος.

P.-S.

Πάλη ηγετών

Μάρτιος 1985 : Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ γίνεται γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Ξεκινά η εποχή της περεστρόικα και της γκλάσνοστ.
Νοέμβριος 1989 : Πέφτει το Τείχος του Βερολίνου.
Μάρτιος 1990 : Καταργείται ο ηγετικός ρόλος του κόμματος και ακολουθεί η πρώτη ελεύθερη εκλογή του Κογκρέσου των αντιπροσώπων του λαού της Ρωσίας, νομοθετικού οργάνου από το οποίο προκύπτει το Ανώτατο Σοβιέτ (Βουλή με περιορισμένες δραστηριότητες) της Ρωσικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας (ΡΣΟΣΔ).
29 Μαΐου : Ο Μπόρις Γέλτσιν εκλέγεται πρόεδρος του Ανώτατου Σοβιέτ της ΡΣΟΣΔ.
12 Ιουνίου : Το Κογκρέσο κηρύσσει την κυριαρχία της ΡΣΟΣΔ και την ανωτερότητα των νόμων της έναντι των νόμων της Σοβιετικής Ένωσης.
17 Μαρτίου 1991 : Το 76% των ψηφοφόρων εγκρίνουν με δημοψήφισμα το σχέδιο του Γκορμπατσόφ για τη « διατήρηση μιας ανανεωμένης Ένωσης ».
12 Ιουνίου : Ο Γέλτσιν, κατόπιν άμεσης καθολικής ψηφοφορίας, γίνεται ο πρώτος πρόεδρος της ΡΣΟΣΔ.
19 Αυγούστου : Απόπειρα πραξικοπήματος από συντηρητικούς σοβιετικούς ηγέτες.
1 Νοεμβρίου : Η ρωσική Βουλή παραχωρεί έκτακτες αρμοδιότητες στον Γέλτσιν για έναν χρόνο.
8 Δεκεμβρίου : Διαλύεται η Σοβιετική Ένωση. Η Ρωσική Ομοσπονδία γίνεται ανεξάρτητο κράτος.
2 Ιανουαρίου 1992 : Ξεκινά η « θεραπεία του σοκ » υπό τον Γεγκόρ Γκαϊντάρ.
25 Απριλίου 1993 : Το 58% των ψηφοφόρων επικυρώνει με δημοψήφισμα την εμπιστοσύνη του απέναντι στον Γέλτσιν.
21 Σεπτεμβρίου : Ο Γέλτσιν διαλύει το Κογκρέσο, το οποίο, σε απάντηση, τον καθαιρεί και ορίζει στη θέση του τον αντιπρόεδρο Αλεξάντερ Ρουτσκόι.
3 Οκτωβρίου : Διαδηλωτές που υποστηρίζουν τους βουλευτές κάνουν κατάληψη στο δημαρχείο της Μόσχας. Κηρύσσεται κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
4 Οκτωβρίου : Ο στρατός εξαπολύει επίθεση στον « Λευκό Οίκο » όπου βρίσκονται ταμπουρωμένοι οι « αντάρτες » βουλευτές.
12 Δεκεμβρίου : Το προεδρικό « Σύνταγμα » εγκρίνεται οριακά με δημοψήφισμα. Οι εθνικιστικές και κομμουνιστικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης σημειώνουν σχετική επιτυχία στις βουλευτικές εκλογές, αλλά ο Γέλτσιν μπορεί να κυβερνήσει με μια Βουλή με περιορισμένες εξουσίες.

Μόλις λίγο αίμα

Όταν, τον περασμένο Φεβρουάριο, η ουκρανική Βουλή καθαίρεσε τον πρόεδρο ύστερα από τις διαδηλώσεις στους δρόμους, ο τύπος στη Δύση χαιρέτησε τη δημοκρατική επανάσταση. Όταν, όμως, το 1993, η ρωσική Βουλή αποπειράθηκε να κάνει το ίδιο για να αποφύγει την κοινωνική καταστροφή, οι ηγέτες της Δύσης χαιρετούσαν ή « κατανοούσαν » τη χρήση βίας κατά των βουλευτών, τους οποίος ο τύπος εμφάνιζε ως « φαιοκόκκινους ».
« Η επίδειξη ισχύος εκ μέρους του Μπόρις Γέλτσιν αποτελεί δείγμα δημόσιας υγείας ». Charles Lambroschini, « Le Figaro », Παρίσι, 23 Σεπτεμβρίου 1993.
« Μια χούφτα αφελών νοσταλγών και φαμφαρόνων ». « Le Soir », Βρυξέλλες, 24 Σεπτεμβρίου 1993.
Ένα « πλήθος αλλοπαρμένων και μέθυσων ». Boris Toumanov, « La Libre Belgique », Βρυξέλλες, 25 Σεπτεμβρίου 1993.
« Ο Ρώσος πρόεδρος, Μπόρις Γέλτσιν, συμβουλεύτηκε την κυβέρνηση των ΗΠΑ προτού δώσει την εντολή για την επίθεση στο Κοινοβούλιο. (...) Ο Μπιλ Κλίντον θεώρησε ότι η βίαιη επίθεση στον Λευκό Οίκο της Μόσχας ήταν “αναπόφευκτη προκειμένου να διατηρηθεί η τάξη” ». « El País », Μαδρίτη, 5 Οκτωβρίου 1993.
« Η Ευρωπαϊκή Ένωση εκφράζει την υποστήριξή της στη διαδικασία του εκδημοκρατισμού (...). Τα μέτρα που ελήθφησαν τότε και τα οποία ήταν σκληρά, αποφασίστηκαν με γνώμονα την αναγκαιότητα για διασφάλιση της δημοκρατικής Ρωσίας ». Jean-Luc Dehaene, πρωθυπουργός του Βελγίου, 5 Οκτωβρίου 1993.
« [Ο Γέλτσιν] κέρδισε τον πόλεμο ενάντια στους εκπροσώπους της άρνησης και της αποτυχίας, οι οποίοι έσπρωχναν τη Ρωσία στην άβυσσο ». Pol Mathil, « Le Soir », 5 Οκτωβρίου 1993.
« Φαίνεται πως ο Μπόρις Γέλτσιν αποφάσισε τελικά, προτάσσοντας το ίδιο του το σώμα, να δώσει τον λόγο στα άρματα μάχης για να αποκαταστήσει τη δημόσια τάξη και να διασώσει το καθεστώς του. Μια απόφαση ριζοσπαστική, όσο και καθυστερημένη ». Σημείωμα του εκδότη της « Le Monde », 5 Οκτωβρίου 1993.
« Η φαιοκόκκινη πανούκλα, αυτή η παράξενη επιδημία στο τέλος του αιώνα, όπως αποκαλύφθηκε και αυτή τη φορά, δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από αιματοχυσία. Και το αίμα αυτό χύθηκε σε μια λελογισμένη ποσότητα (...). Εν ολίγοις, όλα πάνε καλά. Εκτός και αν το ρωσικό αίνιγμα αποδειχθεί τρομακτικό όσο ποτέ άλλοτε ». Gérard Dupuis, σημείωμα του εκδότη της « Libération », 5 Οκτωβρίου 1993. « Αν αξίζει να χειροκροτήσουμε για κάτι τον Γέλτσιν, αυτό δεν είναι η νίκη του, αλλά το θάρρος του να χρησιμοποιήσει επιτέλους βία εναντίον εκείνων που δεν έκρυψαν ποτέ ότι οι δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, τόσο οι πολιτικές όσο και οι οικονομικές, δεν συμβάδιζαν με τα συμφέροντά τους ». « L’Echo », Βρυξέλλες, 5 Οκτωβρίου 1993.
« Απαλλασσόμενος από τους εχθρούς του, έστω κι αν χρειάστηκε να τρέξει λίγο αίμα, ο Μπόρις Γέλτσιν αποκαθιστά την τάξη και προσφέρει στους Ρώσους την ευκαιρία για λίγη παραπάνω δημοκρατία ». Antoine Bosshard, « Le Journal de Genève », 5 Οκτωβρίου 1993.

Notes

[1] « Le Monde », 2 Μαΐου 1993.
[2] Η εικοστή επέτειος του γεγονότος δεν αποτέλεσε πεδίο για πολλές σκέψεις, με εξαίρεση τη διάσκεψη με τίτλο « Un Οctobre oublié ? La Russie en 1993 » (Ένας ξεχασμένος Οκτώβρης ; Η Ρωσία το 1993), υπό την αιγίδα του Γαλλορωσικού Κέντρου της Μόσχας, στις 18-19 Νοεμβρίου 2013.
[3] Véronique Garros, « Russie post-soviétique : la fatigue de l’histoire », Complexe, Βρυξέλλες, 1995.
H αγορά απελευθερώνει κυρίως την παραοικονομία, τα λαθρεμπόρια παντός τύπου, μέχρι και τις ανταλλαγές σε είδος, πράγμα που οδηγεί στην απονομισματοποίηση της οικονομίας. Κάποιες περιοχές πέφτουν στον πειρασμό του αυταρχισμού, των τελωνειακών συνόρων και των αποσχιστικών διεκδικήσεων. Περίπου το 80% του πληθυσμού βυθίζεται κάτω από το ελάχιστο όριο διαβίωσης[[Σχετικά με την κατάσταση της εργατικής τάξης την περίοδο του « σοκ », ό.π., Karine Clément, « Les Ouvriers russes dans la tourmente du marché. 1989-1999. Destruction d’un groupe social et remobilisations collectives », Syllepse, Παρίσι, 2000.
[5] Michel Heller, « Qui dirige la Russie ? », Géopolitique, νo 43, Παρίσι, 1993.
[6] Radio Free Europe - Radio Svoboda, Μόσχα, 29 Σεπτεμβρίου 2013.
[7] Gilles Favarel-Guarrigues, La Police des mœurs économiques de l’URSS à la Russie, Editions du CNRS, Παρίσι, 2007.
[8] Alexandre Nekipelov, στο Jacques Sapir, « La Transition russe, vingt ans après », Editions des Syrtes, Παρίσι, 2012.
[10] Jacques Sapir, « Les Economistes contre la démocratie. Pouvoir, mondialisation et démocratie », Albin Michel, Παρίσι, 2002.
[12] David Stuckler, Lawrence King και Martine McKee, « Mass privatisation and the post-communist mortality crisis : a cross-national analysis », « The Lancet », Οξφόρδη, τόμος 372, 31 Ιανουαρίου 2009.
[13] Ό.π., « Kuda idët Rossia ? » (« Où va la Russie ? »), Symposium international 1999, Logos, 1999 και 2000, Ανώτατη Σχολή Κοινωνικών και Οικονομικών Επιστημών της Μόσχας, 2000.

Η Ευρώπη σε αχαρτογράφητα νερά

Σκίτσο του Peter Schrank
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
[Πηγή: Καθημερινή, 28/12/2014]
Κάθε χρονιά, γύρω στα τέλη Ιανουαρίου - αρχές Φεβρουαρίου, ο εκάστοτε πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εκφωνεί, σε κοινή συνεδρίαση Βουλής και Γερουσίας, την ομιλία του για την «Κατάσταση της Ενωσης». Σ’ αυτή τη σημαντική παρέμβασή του, προχωρεί σε μια συνολική επισκόπηση των εσωτερικών και διεθνών προβλημάτων, για να χαράξει τις βασικές του προτεραιότητες για το νέο έτος.
Ούτε ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, ούτε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, θα κληθούν να εκφωνήσουν παρόμοια ομιλία. Αλλά κι αν το έκαναν, είναι απίθανο να περιελάμβαναν τη στερεότυπη αποστροφή των Αμερικανών προέδρων: «Η κατάσταση της Ενωσής μας είναι ισχυρή». Ο Πάπας Φραγκίσκος δεν ήταν μια μοναχική φωνή όταν περιέγραφε, πρόσφατα, την Ευρώπη σαν μια γερασμένη οντότητα χωρίς δυναμισμό. Σε διεθνή κλίμακα, πληθαίνουν αυτοί που θεωρούν την Ε.Ε. τον «μεγάλο ασθενή» του παγκόσμιου συστήματος.
Σε πρώτη ματιά, ο διάχυτος πεσιμισμός μοιάζει αδικαιολόγητος. Το 2014 ήταν μια χρονιά σχετικής σταθεροποίησης για την ευρωπαϊκή οικονομία. Είναι αλήθεια ότι το συνολικό ΑΕΠ και η απασχόληση εξακολουθούν να βρίσκονται κάτω από τα επίπεδα του annus horribilis, του 2008, ενώ η ανάκαμψη παραμένει ισχνή και οι κοινωνικές ανισότητες εκρήγνυνται. Παρ’ όλα αυτά, το ευρώ βγήκε από την εντατική και οι χώρες της περιφέρειας, που επλήγησαν σκληρότατα από την κρίση, αρχίζουν δειλά δειλά να ξεμυτίζουν από την ύφεση, έχοντας βελτιώσει, με τεράστιο κοινωνικό κόστος, τα δημόσια οικονομικά τους.
Ωστόσο, η κατάσταση της Ενωσης θυμίζει ολοένα και περισσότερο το συμπαθές υποζύγιο στον μύθο του Νασρεντίν Χότζα. Πάνω που έμαθε να ζει με την οικονομία της μόνιμης λιτότητας, κινδυνεύει να υποστεί το μοιραίο από τη σφαίρα της πολιτικής. Οι εξελίξεις του 2014 ήταν, σε αυτό το επίπεδο, καταιγιστικές. Στις ευρωεκλογές του Μαΐου, τα κόμματα εξουσίας υπέστησαν οδυνηρές απώλειες στις περισσότερες χώρες –η Γερμανία αποτελεί σημαντικότατη εξαίρεση– προς όφελος κομμάτων διαμαρτυρίας που τείνουν να ανατρέψουν το υπάρχον πολιτικό σκηνικό.
Στις βόρειες χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα, η κοινωνική διαμαρτυρία κατευθύνθηκε κυρίως προς την ξενοφοβική Δεξιά, ενώ στις χώρες της περιφέρειας ωφελήθηκαν κυρίως αριστερές, ριζοσπαστικές δυνάμεις, όπως το Podemos και η Ενωμένη Αριστερά στην Ισπανία, το Σιν Φέιν στην Ιρλανδία και ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Κοινός παρονομαστής, η συρρίκνωση των συστημικών, φιλοευρωπαϊκών κομμάτων, ιδιαίτερα της Κεντροαριστεράς, η οποία σε ορισμένες χώρες αντιμετωπίζει πλέον υπαρξιακά προβλήματα.
Με καταλύτη τις ευρωεκλογές, οι τάσεις υπονόμευσης του εδραιωμένου, στις περισσότερες χώρες, δικομματικού συστήματος από τους νέους, απρόβλεπτους και ανεξέλεγκτους πρωταγωνιστές, επιταχύνθηκαν κατά το δεύτερο εξάμηνο της χρονιάς που φεύγει. Στη Γαλλία, την κατεξοχήν χώρα-αρχιτέκτονα της Ενωσης, η δημοτικότητα του σοσιαλιστή προέδρου Φρανσουά Ολάντ κατρακύλησε στο πρωτοφανές 13%, ενώ στην πρώτη θέση των προτιμήσεων ψήφου για τις προεδρικές εκλογές του 2017 έρχεται η Μαρίν Λεπέν, η οποία πρόσφατα δεσμεύτηκε για δημοψήφισμα με στόχο την έξοδο της Γαλλίας από την Ε.Ε. Ανάλογη είναι η θέση του βρετανικού Κόμματος της Ανεξαρτησίας, του Νάιτζελ Φάρατζ, το οποίο κατέκτησε τις πρώτες δύο έδρες του στη Βουλή των Κοινοτήτων, προκαλώντας πανικό στο κυβερνών κόμμα των Συντηρητικών ενόψει των γενικών εκλογών της ερχόμενης άνοιξης. Στη δίνη της πολιτικής κρίσης στροβιλίζεται και η Σουηδία, όπου η κεντροαριστερή κυβέρνηση κατέρρευσε μόλις τρεις μήνες μετά τον σχηματισμό της.
Με αυτή την κληρονομιά της χρονιάς που φεύγει, το 2015 διαγράφεται εξαιρετικά κρίσιμο για το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Εκτός από τη Βρετανία και τη Σουηδία, εκλογές θα πραγματοποιηθούν και στην Ισπανία, όπου τα δύο παραδοσιακά κόμματα εξουσίας, το Λαϊκό Κόμμα και οι Σοσιαλιστές, συζητούν το ενδεχόμενο κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού», κατά το πρότυπο της Γερμανίας, για να φράξουν τον δρόμο του Podemos και της Ενωμένης Αριστεράς προς την εξουσία. Σε αυτό το τοπίο, η πολιτική αβεβαιότητα της χώρας μας παύει να αποτελεί κακοφωνία: αντίθετα, η Ελλάδα γίνεται σύμπτωμα της πολιτικής παθολογίας που χαρακτηρίζει το σύνολο της υπαρκτής Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Σε πρώτο ρόλο η Γερμανία
Το 2014 επιβεβαίωσε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τη γερμανική ηγεμονία στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Το γαλλογερμανικό ζεύγος κλονίζεται, καθώς η Γαλλία τείνει να περιοριστεί σε ρόλο ελάσσονος εταίρου του ισχυρού της γείτονα. Ο Φρανσουά Ολάντ ανέβηκε στην εξουσία διεκτραγωδώντας την πολιτική ουράς του προκατόχου του, Νικολά Σαρκοζί, έναντι της Μέρκελ, αλλά πριν αλέκτορα φωνήσαι αναγκάστηκε να καρατομήσει τον Αρνό Μοντεμπούρ και τους άλλους διαφωνούντες της κυβέρνησής του μόλις αποπειράθηκαν να ψελλίσουν ένα-δυο επικριτικά σχόλια για το Βερολίνο.
Το παράδοξο είναι ότι, ενώ στο εσωτερικό της η Ευρώπη αποκτά μια ισχυρή (γερμανική) ηγεσία, την ίδια εποχή διανύει φάση έκλειψης στο παγκόσμιο πολιτικό στερέωμα. Αιώνες μοιάζουν να ’χουν περάσει από τότε που το τρίγωνο Γερμανίας-Γαλλίας-Ρωσίας συγκροτούσε έναν εναλλακτικό πόλο στην πολιτική Μπους έναντι του Ιράκ. Η κρίση στην Ουκρανία ήταν η στιγμή της αλήθειας για την Ε.Ε. Ανίκανη να αναλάβει αποτελεσματικές ειρηνευτικές πρωτοβουλίες σε μια πολύ επικίνδυνη κρίση, στην καρδιά της ευρωπαϊκής ηπείρου, σύρθηκε στην ουρά των ΗΠΑ, για να επωμιστεί όλο το κόστος, χωρίς κανένα ορατό όφελος: Πρωθυπουργός της Ουκρανίας ανέλαβε ο εκλεκτός των... Αμερικανών, Αρσένι Γιατσένιουκ, ενώ το «πουλέν» της Γερμανίας, ο Βιτάλι Κλίτσκο, ανέλαβε να μαζεύει τα σκουπίδια ως νέος δήμαρχος του Κιέβου...

Οι Βρυξέλλες αντιμέτωπες με κάλπες που... πονάνε

Το πολιτικό αδιέξοδο της Ευρώπης. Τα παραδοσιακά κόμματα δεν πείθουν και είναι αποξενωμένα, ενώ τα λαϊκιστικά, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, προσφέρουν ανέφικτες λύσεις. Οι κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις του 2015 που θα κρίνουν το μέλλον της ΕΕ.
Οι Βρυξέλλες αντιμέτωπες με κάλπες που... πονάνε
Το 2015 το εκλογικό ημερολόγιο της Ευρώπης θα είναι ασφυκτικά γεμάτο. ΣτηΔανία, την Εσθονία, τη Φινλανδία, την Πολωνία, την Ισπανία και τηνΒρετανία υπάρχουν προγραμματισμένες βουλευτικές εκλογές ενώ είναι πιθανό να γίνουν πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα. Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι σχεδόν αδύνατο να προβλέψει κανείς το νικητή αυτών των αναμετρήσεων. Στην Βρετανία, μάλιστα, είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς τις συνέπειες για την πορεία της χώρας στην ΕΕ.
Η Ευρώπη οφείλει αυτό το πολιτικό σκηνικό αβεβαιότητας εν μέρει στιςλαϊκιστικές δυνάμεις της δεξιάς και της αριστεράς, των οποίων η ανάπτυξη προϋπήρχε της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008, αν και ενισχύθηκε σημαντικά έκτοτε.
Αυτά τα κινήματα απέκτησαν νέα ισχύ σε βάρος του ευρωπαϊκού πολιτικού κατεστημένου που χαρακτηρίζεται από τους αντιπάλους του – και συχνά από το ευρύ κοινό – ως κουρασμένο, αναποτελεσματικό και απόμακρο.
Ορισμένα μη συμβατικά κόμματα περιφρονούν τη δημοκρατία, ασπάζονται το ρατσισμό και φλερτάρουν με τη βία. Αυτές οι ταμπέλες όμως, δεν περιγράφουν σωστά τα κινήματα των ανταρτών της δεξιάς, όπως είναι το Κόμμα Ανεξαρτησίας της Βρετανίας και οι Δημοκράτες της Σουηδίας, πόσο μάλλον αριστερά κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και οι Podemos στην Ισπανία.
Οι δυνάμεις αυτές κατέγραψαν σημαντική άνοδο – για παράδειγμα στις ευρωεκλογές του 2014 – παίζοντας με τους κανόνες της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Κατά συνέπεια, τα παραδοσιακά κόμματα της κεντροδεξιάς, του φιλελεύθερου κέντρου και τις κεντροαριστεράς δεν θα μπορέσουν να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους παρουσιάζοντας τους λαϊκιστές ως αντιδημοκράτες και τρελούς του περιθωρίου. Αντιθέτως, κόμματα όπως οι Συντηρητικοί της Βρετανίας, οι Σοσιαλιστές της Ισπανίας και οι Σοσιαλδημοκράτες της Σουηδίας πρέπει να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους. Πρέπει να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι τα βασικά στοιχεία της πλατφόρμας των λαϊκιστών είναι ασυνάρτητα και μη ρεαλιστικά. Εάν εφαρμοστούν, θα πλήξουν τις οικονομίες, τον κοινωνικό ιστό και τη διεθνή θέση των χωρών τους.
Είτε φορά ρούχα της αριστεράς, είτε της δεξιάς, ο ευρωπαϊκός λαϊκισμός προσφέρει απλοϊκές ακόμη και παράλογες λύσεις σε πολύπλοκα προβλήματα. Για παράδειγμα η πρόταση – που θέτει το Κόμμα Ανεξαρτησίας της Βρετανίας ή οι Δημοκράτες της Σουηδίας – ότι η καταστολή της μετανάστευσης θα λύσει τα κοινωνικά προβλήματα της χώρας είναι λάθος διάγνωση του προβλήματος και κατά συνέπεια λάθος ελπίδα για τη γιατρειά. Το ίδιο ισχύει και με τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και των Podemos για μεγάλες αυξήσεις των δημοσίων δαπανών και του κατώτατου μισθού, λες και αυτά τα μέτρα μπορούν να υποκαταστήσουν τις δύσκολες αλλά αναγκαίες επιλογές για να αντιμετωπιστούν τα βαθιά προβλήματα της Ελλάδας και της Ισπανίας.
Σε μερικές χώρες, όπως η Φινλανδία, δεν θα υπήρχε σοβαρός λόγος ανησυχίας εάν ένα λαϊκιστικό κόμμα συμμετείχε σε έναν κυβερνητικό συνασπισμό ως μικρότερος εταίρος. Στις περισσότερες χώρες όμως, τα λαϊκιστικά κόμματα απολαμβάνουν το στάτους του outsider και προτιμούν να διατυπώνουν συνθήματα, παρά να κάνουν τους συμβιβασμούς που είναι ουσιώδεις σε μία δημοκρατική κυβέρνηση.
Βεβαίως, τα παραδοσιακά κόμματα δεν έχουν αυτόματο δικαίωμα διεκδίκησης της εξουσίας. Δεν θα μπορέσουν όμως, να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη του κόσμου εάν δεν παραιτηθούν από την απαξιωμένη στρατηγική της διατύπωσης ανέφικτων υποσχέσεων προκειμένου να κερδίσουν την εξουσία.
Εάν είναι υπερβολικό να περιμένουμε από αυτά τα κόμματα να παραδεχθούν την ανικανότητα του παρελθόντος, μπορούν τουλάχιστον να πουν ταπεινά ότι θα προσπαθήσουν τα μέγιστα την επόμενη φορά για να ανταποκριθούν σε υψηλότερα πρότυπα. Πάνω από όλα, τα παραδοσιακά κόμματα πρέπει να αντισταθούν στον πειρασμό να δανειστούν την κραυγαλέα, ανεύθυνη ρητορική σε θέματα όπως η μετανάστευση και η ΕΕ ή η ένταξη στην ευρωζώνη, που δυστυχώς φαίνεται σε κάποια κεντροδεξιά κόμματα της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Βρετανίας.
Αυτές οι στρατηγικές θα προσελκύσουν λίγους ψηφοφόρους από τους σκληροπυρηνικούς υποστηρικτές των λαϊκιστών, αλλά θα φανούν ρηχές και κυνικές στη μάζα των ψηφοφόρων που καταλαβαίνουν το κέντρο του πολιτικού φάσματος.
Η πολιτική επιτυχία οικοδομείται στο κέντρο όπως σωστά είπε ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον στο συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος το 2006.

29 Δεκ 2014

Οι επιλογές μιας χώρας κάτω από την ολομέτωπη επίθεση της Υπερεθνικής Ελίτ: H Ρώσικη περίπτωση *


ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Πρόλογος Τ.Φ. για την Ελληνική έκδοση του άρθρου
Το άρθρο αυτό δεν αφορά βέβαια μόνο τη Ρώσικη περίπτωση, αλλά και την περίπτωση κάθε χώρας, όπως η Ελληνική, που επίσης βρίσκεται εδώ και τέσσερα χρόνια κάτω από την ολομέτωπη επίθεση της Υπερεθνικής Ελίτ, μέσα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρόλα αυτά, το θέμα της άμεσης μονομερούς εξόδου από την ΕΕ δεν αποτέλεσε ποτέ θέμα της δημοσίας συζήτησης στην Ελλάδα (σε αντίθεση με άλλες χώρες που δεν έχουν καν υποστεί παρόμοια οικονομική καταστροφή!) ακόμη και τώρα που ολοκληρώνεται η οικονομική και κοινωνική καταστροφή. Και γι’ αυτό ευθύνονται βέβαια απόλυτα οι πολιτικές δυνάμεις μιας «Αριστεράς», η οποία ετοιμάζεται μάλιστα ν’αναλάβει και την εξουσία, που δεν διανοείται καν να θέσει παρόμοιο θέμα. Απλά, οι πιο «ριζοσπαστικές» δυνάμεις μέσα στην, πλήρως ενσωματωμένη στην ΝΔΤ της παγκοσμιοποίησης, «Αριστερά» (εξαιρούμενου του ΚΚΕ που θέτει μεν το θέμα, αλλά το συνδέει με την …επανάσταση) θέτουν μόνο θέμα εξόδου από το Ευρώ, που βέβαια θα είναι εξίσου σχεδόν καταστροφική με τις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ, εάν δεν συνοδευθεί με μέτρα όπως τα προτεινόμενα στο άρθρο.
Τ.Φ., 28.12.2014

--

Περίληψη: Το άρθρο αυτό εξετάζει τις επιλογές που είναι διαθέσιμες στη Ρωσία, έτσι ώστε, όχι μόνο να ανατραπεί η μετωπική επίθεση της Υ/Ε εναντίον της, αλλά επίσης να δημιουργηθούν οι συνθήκες που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν την οικονομική και εθνική της κυριαρχία και θα την έκαναν άτρωτη σε παρόμοιο οικονομικό πόλεμο στο μέλλον. Διαπιστώνεται ότι υπάρχουν τρεις βασικές επιλογές που εξαρτώνται από τη μέθοδο κατανομής των οικονομικών πόρων, ουσιαστικά από τη μορφή της οικονομίας, που θα επιλεγεί. Δηλαδή, α) η συνέχιση της σημερινής καταστροφικής διαδικασίας της πλήρους ενσωμάτωσης της χώρας στη ΝΔΤ β) η δημιουργία μιας οικονομίας έξω από το σύστημα της οικονομίας της αγοράς και την  ΝΔΤ ή, εναλλακτικά, γ) μια «ενδιάμεση» κοινωνικά-ελεγχόμενη οικονομία της αγοράς, την οποία θεωρούμε εδώ ότι είναι η μόνη εφικτή λύση στις συγκεκριμένες συνθήκες.

Είναι γενικά αποδεκτό σήμερα, (τουλάχιστον ανάμεσα σε όσους δεν ανήκουν στο ακαδημαϊκό και μιντιακό δίκτυο της Υ/Ε–δηλαδή της Υπερεθνικής Ελίτ, η οποία αποτελείται, κυρίως, από τις ελίτ που εδράζονται στις χώρες της «Ομάδας των 7»– καθώς και τους συνοδοιπόρους της στη φιλελεύθερη «Αριστερά» και στη ρωσική ελίτ, (δηλαδή την «πέμπτη φάλαγγα» όπως την έχει ονομάσει ο ίδιος ο Πούτιν), ότι η Ρωσία αντιμετωπίζει σήμερα μία ολομέτωπη και γενικευμένη επίθεση. Μια επίθεση από την Υ/Ε που στοχεύει στην υποταγή της Ρωσίας στη Νέα Διεθνή Τάξη (ΝΔΤ) της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τη συντονισμένη επίθεση στο οικονομικό, όπως και στο πολιτικό, το στρατιωτικό και στο προπαγανδιστικό μέτωπο, και επιβεβαιώθηκε ακόμη και από την πρόσφατη σημαντική συνέντευξη του Πούτιν[1]. Συνεπώς, το ερώτημα είναι ποιες είναι οι διαθέσιμες επιλογές για τη Ρωσία ώστε, όχι μόνο να αντιμετωπίσει την επίθεση, αλλά και να δημιουργήσει τις συνθήκες που θα της διασφάλιζαν την οικονομική και εθνική κυριαρχία, και θα την έκαναν απρόσβλητη σε παρόμοιο μελλοντικό οικονομικό πόλεμο εναντίον της που είναι, όπως έγραψα πρόσφατα,[2] η κύρια μορφή πολέμου που χρησιμοποιείται από την Υ/Ε.
Όπως θα προσπαθήσω να δείξω, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαρτάται αποφασιστικά από την ίδια την μέθοδο για τη κατανομή των οικονομικών πόρων που θα επιλεγεί και από τις σχετικές κοινωνικο-οικονομικές αλλαγές. Μπορούμε, επομένως, να διακρίνουμε μεταξύ τριών διαφορετικών επιλογών, που εξαρτώνται από τη μέθοδο κατανομής των οικονομικών πόρων, στην πραγματικότητα, από τη μορφή της οικονομίας που θα επιλεγεί.
  1. Οικονομία της αγοράς ενσωματωμένη στη ΝΔΤ
Οι σημερινές πολιτικές της ελεύθερης αγοράς που εφαρμόζουν οι οπαδοί της παγκοσμιοποίησης (‘παγκοσμιοποιητές’) μέσα στη ρωσική ελίτ, οι οποίοι φαίνεται να ελέγχουν τους κύριους οικονομικούς θεσμούς της χώρας, βασίζονται στην υπόθεση ότι η χρήση των νεοφιλελεύθερων οικονομικών εργαλείων, που είναι κυρίως νομισματικής φύσης (επιτόκια, άμεσες επεμβάσεις της κεντρικής τράπεζας στην αγορά νομίσματος κλπ), που μπορεί να συνοδεύονται και από διοικητικά μέτρα τιμωρίας των κερδοσκόπων, τελικά θα σταθεροποιήσουν την αξία του νομίσματος. Ωστόσο, αυτή είναι μία «πολιτική», (αν κανείς θα μπορούσε να την αποκαλέσει πολιτική), η οποία, στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να απαλύνει κάποια από τα συμπτώματα της τρέχουσας κρίσης, και όχι τις αιτίες της. Είναι σαν την ασπιρίνη που χρησιμοποιείται για να κατεβάσει τον πυρετό του ασθενούς. Μια σταθεροποίηση της τιμής του πετρελαίου στα $60 ή παρακάτω τον ερχόμενο χρόνο, και μία αντίστοιχη σταθεροποίηση της αξίας του νομίσματος στα τρέχοντα πολύ χαμηλά επίπεδα, τα οποία θα μπορούσαν τελικά να οδηγήσουν στην απώλεια περισσότερου του ενός τρίτου της αξίας του σε σχέση με πέρυσι, δεν είναι βέβαια ό,τι καλύτερο για μία χώρα που βασίζεται έντονα στις εισαγωγές για να καλύψει ακόμη και τις βασικές ανάγκες του λαού της. Με άλλα λόγια, ο συνδυασμός μιας πολύ χαμηλής τιμής του πετρελαίου με μία δραστική υποτίμηση του νομίσματος είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε μία αντίστοιχη δραστική πτώση στα πραγματικά εισοδήματα, δηλαδή, στην αγοραστική δύναμη μισθών και ημερομισθίων. Άρα, όσο περισσότερο διαρκεί η εσκεμμένη δραματική πτώση στην τιμή του πετρελαίου, και παρατείνονται οι οικονομικές κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία, τόσο πιο δραματικές θα είναι οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες.
Επιπρόσθετα, οι πολιτικές υποκατάστασης των εισαγωγών, με σκοπό την αναδιάρθρωση της παραγωγικής δομής––από μία που είναι εξαρτώμενη από τις εισαγωγές για σχεδόν τα πάντα σε μία πιο αυτοδύναμη οικονομία με έναν σημαντικό εξαγωγικό τομέα που εξάγει μία ποικιλία προϊόντων–– προϋποθέτει μαζική επένδυση στην έρευνα και ανάπτυξη, καθώς και σημαντικές παραγωγικές επενδύσεις, όχι μόνο στην υποδομή, που βοηθάει κυρίως το εμπόριο, αλλά πρωτίστως στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Εντούτοις, τέτοιες μαζικές επενδύσεις δεν μπορούν απλώς να αφεθούν στο ιδιωτικό κεφάλαιο, ντόπιο η ξένο. Τα κριτήρια των ιδιωτικών επενδύσεων είναι πολύ διαφορετικά από εκείνα των κοινωνικών επενδύσεων. Το κύριο κριτήριο των ιδιωτικών επενδύσεων είναι η κερδοφορία και η ανάπτυξη (των επιχειρήσεων), ενώ το κύριο κριτήριο των κοινωνικών επενδύσεων είναι η καλύτερη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, με έναν τρόπο που να προστατεύει τόσο την εργασία όσο και το περιβάλλον. Επιπλέον, οι Υπερεθνικές Επιχειρήσεις (Πολυεθνικές) ελκύονται στο να επενδύσουν μόνο αν έχουν εξασφαλισμένο υψηλό ποσοστό κέρδους για τις δραστηριότητές τους –λόγου χάρη, εξαιτίας του πολύ χαμηλότερου συγκριτικού κόστους παραγωγής (δηλαδή, εργασία σε συνθήκες γαλέρας, χαμηλοί εταιρικοί φόροι, μειωμένοι κοινωνικοί έλεγχοι για την προστασία της εργασίας και του περιβάλλοντος κ.λπ.), σε σχέση με άλλες ανταγωνιστικές χώρες. Αυτο άλλωστε ακριβώς συνέβη με την μαζική εκροή επενδυτικού κεφαλαίου τις τελευταίες δύο δεκαετίες από τον «Βορρά» στο «Νότο» (κυρίως στις χώρες των «BRICS»), οδηγώντας στην αποβιομηχάνιση στις χώρες του Βορρά και τα υποτιθέμενα οικονομικά «θαύματα» του Νότου.
Στην περίπτωση της σημερινής Ρωσίας, υπάρχουν επιπρόσθετοι λόγοι γιατί τέτοιες μαζικές επενδύσεις για την αναδιάρθρωση της παραγωγικής της δομής δεν μπορούν να αφεθούν στο ξένο κεφάλαιο, είτε είναι δανειακό, είτε επενδυτικό.  Το πρώτο αποκλείεται εξαιτίας των αυστηρών κυρώσεων που επιβάλλονται από την Υ/Ε, ενώ το δεύτερο από μία ανεπίσημη «επενδυτική απεργία» εκ μέρους των Πολυεθνικών. Προφανώς, οι Πολυεθνικές που κυριαρχούν στις οικονομικές και πολιτικές ελίτ μέσα στην Υ/Ε δεν έχουν κανένα απολύτως λόγο να ξεκινήσουν να επενδύουν στη Ρωσία, οποιαδήποτε και αν είναι τα κίνητρα που προσφέρονται από αυτή, εάν αυτή τη στιγμή ο στρατηγικός στόχος της Υ/Ε είναι να υποτάξει τη Ρωσία και να τη μετατρέψει σε έναν μη-κυρίαρχο οικονομικό «εταίρο», όπως η Κίνα και η Ινδία.
Όπως σωστά τόνισε ο Πούτιν στη προαναφερθείσα συνέντευξη τύπου, η Ρωσία πληρώνει το τίμημα της απροθυμίας της να γίνει ένα υποτελές μέλος της Υ/Ε, όπως είναι οι άλλες χώρες των «BRICS» (Βραζιλία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική). Στην πραγματικότητα, η Ρωσία πληρώνει ακριβά το τίμημα, όχι μόνο επειδή δεν έχει δείξει καμία πρόθεση να υποκύψει στο θέμα της Ουκρανίας, αλλά επίσης επειδή συνεχίζει τη συστηματική της προσπάθεια να προωθήσει την Ευρασιατική Ένωση, ως έναν εναλλακτικό πόλο κυρίαρχων εθνών. Έτσι, όπως είχε προειδοποιήσει η Χίλαρι Κλίντον πριν από αρκετό καιρό :
«Οι ΗΠΑ προσπαθούν να αποτρέψουν τη Ρωσία από το να αναδημιουργήσει μια νέα εκδοχή της Σοβιετικής Ένωσης με το τέχνασμα της οικονομικής ενοποίησης… Υπάρχει μια κίνηση για επανα-σοβιετικοποίηση της περιοχής… Δεν πρόκειται να ονομαστεί έτσι. Θα την ονομάσουν τελωνειακή ένωση, ή Ευρασιατική Ένωση και όλα τα σχετικά… Αλλά ας μην κάνουμε κανένα λάθος σχετικά με αυτό. Ξέρουμε ποιος είναι ο στόχος [τους] και προσπαθούμε να βρούμε αποτελεσματικούς τρόπους να καθυστερήσουμε ή να αποτρέψουμε την πραγματοποίηση του.»[3]
Και στη συνέχεια, ένα πολύ πρόσφατο κύριο άρθρο των Times ήταν πολύ ειλικρινές στο να αποκαλύψει την άμεση σχέση μεταξύ της ρωσικής οικονομικής κρίσης και της Ουκρανίας, και επίσης στο να δείξει τι πρέπει να κάνει ο Πούτιν, αν θέλει να δει το πρόβλημα της οικονομικής κρίσης να επιλύεται άμεσα:
«Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι ότι η Ρωσία είναι πολύ ευάλωτη στις διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου επειδή ο κύριος Πούτιν δεν έχει κάνει αρκετά ώστε να διαφοροποιήσει την οικονομία της. Από τη στιγμή που η ανάπτυξη βούλιαξε, στράφηκε στον εξωτερικό τυχοδιωκτισμό για να αποσπάσει την προσοχή των ψηφοφόρων, οι οποίοι την πληρώνουν ακριβά. Δεν είναι πολύ αργά εάν θέλει να απαλύνει το βάρος τους, αποσυρόμενος άνευ όρων από την Ουκρανία.»[4]
Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε ότι η δημιουργία νέων αγορών πετρελαίου και αντίστοιχων δικτύων διανομής (με Κίνα, Τουρκία κ.λπ.) μπορεί μεν να είναι σημαντική στη διασφάλιση αγορών, αλλά είναι ασήμαντη σε σχέση με τις παραπάνω συνέπειες της σημερινής, προσχεδιασμένης από την Υ/Ε, Ρώσικης κρίσης. Οι νέοι επιχειρηματικοί εταίροι της Ρωσίας προφανώς δεν πρόκειται να πληρώσουν ακριβότερη τιμή του πετρέλαιου από αυτή στη διεθνή αγορά, η οποία σε τελική ανάλυση καθορίζεται από τα πελατειακά καθεστώτα του Κόλπου και τις πολυεθνικές της Υ/Ε. Ακόμα κι αν η Ρωσία, μαζί με αυτές τις χώρες, δημιουργήσουν ένα νέο δικό τους νόμισμα –π.χ. στη βάση της αξίας ενός «καλαθιού νομισμάτων» των χωρών που ανήκουν στις BRICS– θα μπορούσε κανείς να προβλέψει πως η τιμή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα μετατρεπόταν μεν στο νέο νόμισμα αντί για το αμερικάνικο δολάριο, αλλά σε τιμές που θα αντανακλούν την διεθνή τιμή του πετρελαίου σε αμερικανικά δολάρια––ιδιαίτερα εάν τυχόν η προσφερόμενη τιμή απο τη Ρωσία θα ήταν υψηλότερη από την παγκόσμια τιμή. Προφανώς, μία επιχειρηματική συνεργασία, όπως είναι η τωρινή σχέση μεταξύ Ρωσίας-BRICS, δεν την κάνει, από μόνη της, και συμμαχία!
Το συμπέρασμα είναι ότι όσο η Ρωσία είναι ενσωματωμένη στη ΝΔΤ, την οποία διαχειρίζεται η Υ/Ε, θα είναι ένα υποτελές μέλος της, όπως είναι και οι υπόλοιπες χώρες των BRICS, των οποίων οι οικονομικές πολιτικές δεν καθορίζονται από τις κυβερνήσεις τους αλλά από τις «αγορές», δηλαδή τις Πολυεθνικές, οι οποίες ελέγχουν αυτές τις αγορές. Καμιά από τις χώρες των BRICS δεν είναι, για παράδειγμα, ικανή να επιβάλλει τον οποιοδήποτε αποτελεσματικό κοινωνικό έλεγχο στις αγορές της για να προστατέψει την εργασία ή το περιβάλλον, καθώς γνωρίζει πολύ καλά ότι θα αντιμετωπίσει άμεση οικονομική και/ή στρατιωτική βία που θα την εξαναγκάσει να αλλάξει γνώμη. Η Ρωσία, όπως και άλλα καθεστώτα που προσπάθησαν στο παρελθόν να αντισταθούν στην Υ/Ε (Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Λιβύη, Συρία, Ιράν κ.ο.κ.)         γνωρίζουν πολύ καλά αυτή τη βασική «αλήθεια» μέσα στην ΝΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, που κάνει ξεκάθαρο τον τρόπο λειτουργιάς της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς σήμερα.
  1. Μια οικονομία έξω από το σύστημα της αγοράς και την ΝΔΤ
Η δεύτερη επιλογή είναι η ριζοσπαστική, η οποία προϋποθέτει την απόρριψη της οικονομίας της αγοράς συνολικά ως μεθόδου κατανομής των οικονομικών πόρων. Η λογική πίσω από αυτή είναι πως το σύστημα της αγοράς στερεί από την κοινωνία την ικανότητα να καθορίζει συλλογικά την οικονομική διαδικασία, την οποία αφήνει αντίθετα στο υποτιθέμενο «αόρατο χέρι» της αγοράς, το οποίο, όμως, όπως έχει δείξει η ιστορική εξέλιξη του συστήματος, οδηγεί αναπόφευκτα σε αυξανόμενη συγκέντρωση εισοδήματος και πλούτου (και συνεπώς οικονομικής και πολιτικής δύναμης) στα χέρια των ολίγων. Αυτό είναι αναπόφευκτο, επειδή η αυξανόμενη συγκέντρωση πλούτου/εισοδήματος είναι ενσωματωμένη στη λογική «ανάπτυξη ή θάνατος» του καπιταλιστικού συστήματος της αγοράς. Στην πραγματικότητα, το σύστημα της αγοράς, όχι μόνο δεν είναι η τέλεια μέθοδος για την κατανομή των πόρων, όπως διαφημίζεται από τους διανοούμενους κλπ στην υπηρεσία του, αλλα μπορεί να δειχθεί ότι είναι η χειρότερη, τόσο θεωρητικά όσο και ιστορικά.[5]  Αυτό συμβαίνει όχι μόνο εξαιτίας των ενδημικών καταστροφικών κρίσεων του συστήματος, αλλά, ακόμη πιο σημαντικό, εξαιτίας του γεγονότος ότι οδηγεί τελικά σε εξαιρετικά άνισες κοινωνίες και οικονομίες, που επιπλέον καταστρέφουν και το περιβάλλον – όλα στο όνομα του κέρδους.
Η σοσιαλιστική οικονομία ήταν ένα εγχείρημα που είχε σκοπό να αποκαταστήσει τον κοινωνικό έλεγχο πάνω στην οικονομική διαδικασία, δηλαδή να μπορεί η ίδια η κοινωνία συλλογικά να δίνει απαντήσεις στα θεμελιώδη οικονομικά ερωτήματα που αντιμετωπίζει κάθε κοινωνία, όπως μαθαίνουν οι πρωτοετείς φοιτητές οικονομικών: δηλαδή, τι παράγεται, πώς παράγεται και για ποιον. Μια κοινωνία, στην οποία η οικονομία ελέγχεται συλλογικά και είναι σε θέση να καθορίζει ποιες ανάγκες θα καλυφθούν και πώς με βάση τους υπάρχοντες πόρους αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα μια μορφή κοινωνικής απελευθέρωσης, και η ρώσικη επανάσταση του 1917 αντιπροσώπευε ακριβώς μία τέτοια προσπάθεια για κοινωνική απελευθέρωση. Δυστυχώς, για λόγους που εξέτασα αλλού,[6] η μέθοδος της κατανομής των πόρων στη βάση του κεντρικού σχεδιασμού, ο οποίος στόχευε να υλοποιήσει το πρόταγμα για τον συλλογικό έλεγχο της οικονομίας, μολονότι ήταν πολύ πιο επιτυχημένη από το σύστημα της αγοράς όσον αφορά την ικανοποίηση των βασικών αναγκών όλων των πολιτών (και όχι μόνων εκείνων με παχιά πορτοφόλια, όπως στις καπιταλιστικές κοινωνίες) απέτυχε εξαιτίας της γραφειοκρατικής (μη δημοκρατικής) του φύσης . Όχι με την έννοια της πολιτικής δημοκρατίας, καθώς στην πραγματικότητα καμία αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» δεν είναι πραγματική δημοκρατία, Ουτε βέβαια γίνεται τέτοια, απλά επειδή έχει καταφέρει καλύτερα από κάθε άλλο πολιτικό σύστημα να συγκαλύπτει την τεράστια συγκέντρωση δύναμης που εξασφαλίζει το ίδιο το θεσμικό της πλαίσιο! Αλλά, κυρίως, με την έννοια ότι δεν ήταν ούτε μία οικονομική δημοκρατία, όπως υποσχέθηκε να είναι, με την έννοια ότι οι πολίτες ως εργάτες, υπάλληλοι, καθώς και ως καταναλωτές να παίρνουν τις θεμελιώδεις οικονομικές αποφάσεις, οι οποίες, αντίθετα, λαμβάνονταν από τις διάφορες γραφειοκρατίες. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αδιανόητο να δημιουργηθεί μία διαφορετική μορφή κοινωνικά ελεγχόμενης οικονομίας, όπου οι συνελεύσεις των πολιτών λαμβάνουν όλες τις θεμελιώδεις οικονομικές αποφάσεις, ως παραγωγοί και καταναλωτές, στο πλαίσιο μίας πραγματικής οικονομικής δημοκρατίας.[7]
Όμως, μια τέτοια εναλλακτική οικονομία θα αντιμετωπίσει άμεσα μια ακόμα χειρότερη επίθεση από τη ΝΔΤ και την Υ/Ε από αυτή που αντιμετωπίζει η Ρωσία σήμερα. Πράγμα που σημαίνει ότι είναι αδύνατο να χτιστεί σήμερα από οποιονδήποτε λαό στη γη παρόμοια οικονομία, εάν δεν έχει εξασφαλίσει πρώτα την εθνική και οικονομική κυριαρχία του. Με άλλα λόγια, η κοινωνική απελευθέρωση σήμερα περνάει αναπόφευκτα μέσα από την εθνική απελευθέρωση. Γι’αυτό ο σημερινός κοινωνικός αγώνας δεν μπορεί να είναι απλά ένας αγώνας για την κοινωνική απελευθέρωση, όπως προτείνουν οι παλαιολιθικοί Μαρξιστές, αναρχικοί κ.α., αλλά πρέπει να είναι και αγώνας για την εθνική απελευθέρωση.
  1. Μια «ενδιάμεση» κοινωνικά-ελεγχόμενη οικονομία της αγοράς
Εάν επομένως η συνέχιση του σημερινού συστήματος των ανοικτών και απελευθερωμένων αγορών είναι καταστροφική για όλους τους ανθρώπους στον κόσμο, εκτός από μία μικρή μειονότητα του παγκόσμιου πληθυσμού που ωφελείται από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, και εάν η άμεση δημιουργία μίας εναλλακτικής κοινωνικά ελεγχόμενης οικονομίας αποκλείεται αυτή τη στιγμή για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω, τα κρίσιμα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Ρωσία σήμερα, και συγκεκριμένα οι απαντήσεις που θα πρέπει να δώσει σε αυτά, είναι σημαντικά για κάθε λαό στον κόσμο σήμερα που παλεύει για την απελευθέρωσή του.
Αλλά, τι μπορεί να κάνει η Ρωσία σήμερα, έτσι ώστε όχι μόνο να μπορέσει να ξεπεράσει την παρούσα κρίση, η οποία κάθε άλλο παρά προσωρινή είναι όσο δεν ελέγχει την οικονομική διαδικασία και επιπλέον δεν δημιουργεί τις συνθήκες για πραγματική εθνική κυριαρχία, που αποτελούν και τις προϋποθέσεις για την κοινωνική απελευθέρωση; Δεδομένου ότι ούτε το σημερινό της σύστημα κατανομής των πόρων μπορεί να διασφαλίσει πραγματική κυριαρχία, ούτε οι υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες για ένα εναλλακτικό σύστημα είναι παρούσες αυτή τη στιγμή, η μόνο εφικτή λύση σήμερα είναι, κατά την άποψή μου, ενδιάμεση. Δηλαδή, μια λύση ανάμεσα στα δύο συστήματα που περιεγράφησαν παραπάνω, που θα συνεπάγεται όμως μία κοινωνικά ελεγχόμενη οικονομία της αγοράς, η οποία δεν θα είναι, εντούτοις, μία επανάληψη της αποτυχημένης σοσιαλδημοκρατίας που γνωρίσαμε στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες στη Δύση. Θα περιγράψω σύντομα παρακάτω τα κύρια βήματα που πρέπει να παρθούν σε αυτήν την κατεύθυνση βραχυπρόθεσμα και μέσο-μακροπρόθεσμα.
Τα άμεσα μέτρα που πρέπει να παρθούν σε αυτή τη διαδικασία μπορούν να περιγραφούν ως εξής :
  • Μονομερής έξοδος από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), το ΔΝΤ και παρόμοιους, ελεγχόμενους από την Υ/Ε, οργανισμούς, που θα δημιουργήσει τις απαραίτητες συνθήκες για οικονομική και εθνική κυριαρχία.
  • Ακύρωση κάθε νομοθεσίας που στοχεύει στο παραπέρα άνοιγμα και στην απελευθέρωση των αγορών, τις ιδιωτικοποιήσεις και άλλες παρόμοιες «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», που έχουν επιβληθεί από την Υπερεθνική Ελίτ μέσω των παραπάνω θεσμών· οι αγορές πρέπει να υπόκεινται σε κοινωνικό έλεγχο για την προστασία της εργασίας, του περιβάλλοντος και της εθνικής οικονομίας από τη λειτουργία της ίδιας της αγοράς ·
  • Ακύρωση του ξεπουλήματος του κοινωνικού πλούτου σε ολιγαρχίες και Πολυεθνικές ·
  • Επιβολή αυστηρών κοινωνικών ελέγχων σε όλες τις αγορές (εμπορευμάτων, εργασίας και κεφαλαίου). Οι βασικές κοινωνικές ανάγκες θα πρέπει να καλύπτονται από έναν νέο κοινωνικοποιημένο (όχι απλά εθνικοποιημένο) τομέα στον οποίο η ιδιωτική επιχειρηματικότητα θα πρέπει να αποκλειστεί. Αυτός ο τομέας θα πρέπει να διευθύνεται από τις συνελεύσεις των εργαζομένων στις κοινωνικές υπηρεσίες, κάτω από την καθοδήγηση της Κυβέρνησης και των τοπικών αρχών, οι οποίες θα χρηματοδοτούν αυτές τις υπηρεσίες μέσα από ένα ιδιαίτερα «προοδευτικό» φορολογικό σύστημα·
  • Επανασχεδιασμός του ευρύτερου δημοσίου τομέα, στον οποίο περιλαμβάνονται οι υπηρεσίες που καλύπτουν μη βασικές κοινωνικές ανάγκες (τράπεζες, ενέργεια, μεταφορές, επικοινωνίες κλπ), οι οποίες μπορούν να         διευθύνονται από τους εργαζομένους του δημοσίου τομέα και τους αντιπροσώπους των συνελεύσεων των πολιτών κάτω από τη γενική καθοδήγηση της κυβέρνησης ·
  • Η εξασφάλιση πλήρους απασχόλησης για όλους τους πολίτες όπως και ενός ελαχίστου εισοδήματος για όλους (που θα καλύπτει τουλάχιστον τις ανάγκες επιβίωσης για τροφή, ένδυση, στέγαση κλπ) μέσω της βαριάς φορολόγησης των προνομιούχων κοινωνικών ομάδων (η οποία θα ακολουθήσει μία πραγματική απογραφή όλου του πλούτου και του εισοδήματος τους, συμπεριλαμβανομένων και των καταθέσεων στο εξωτερικό) ·
  • Τέλος, η απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή όλων των παραπάνω         βραχυπρόθεσμων μέτρων, όπως και των μέτρων που θα παρθούν μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, είναι η ριζική αλλαγή των γεωπολιτικών σχέσεων, έτσι ώστε το ‘Λιβυκό’ και ‘Ουκρανικό’ παράδειγμα να μην επαναληφθούν στις χώρες που γενικά απομακρύνονται από τη ΝΔΤ. Μια τέτοια αλλαγή προϋποθέτει τη δημιουργία μιας διεθνούς πολιτικής και οικονομικής ένωσης όλων των χωρών που σήμερα αντιστέκονται στη ΝΔΤ, οι οποίες θα είναι πρόθυμες να υιοθετήσουν ένα πρόγραμμα σαν αυτό που περιγράφτηκε εδώ. Μία τέτοια ένωση θα μπορούσε να είναι μία διευρυμένη Ευρασιατική Ένωση κυρίαρχων εθνών που θα υιοθετήσουν τα παραπάνω μέτρα και θα μπορούσε να περιλαμβάνει χώρες πέρα από αυτές στην Ευρασιατική περιοχή που αντιστέκονται στη ΝΔΤ –δηλαδή από τη Βενεζουέλα και τη Βολιβία μέχρι χώρες από την περιφέρεια της ΕΕ που θα αποσπαστούν από αυτή, και τους λαούς στη Μέση Ανατολή (Συρία, Ιράν κ.α.).
Οι μέσο-μακροπρόθεσμοι στόχοι θα πρέπει να στοχεύουν στο ξανά-χτίσιμο των παραγωγικών και καταναλωτικών δομών, έτσι ώστε να μπορεί να ανακύψει μια αυτο-δύναμη οικονομία. Οι στόχοι των μέτρων που θα μπορούσαν να παρθούν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου είναι οι ακόλουθοι:
  • Αναβίωση του πρωτογενούς τομέα και αναζωογόνηση γενικά της υπαίθρου, μέσω της βαριάς χρηματοδότησης της γεωργίας, με στόχο έναν αυτοδύναμο πρωτογενή τομέα που θα μπορεί να καλύπτει τις περισσότερες βασικές ανάγκες. Η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να συνοδευτεί από μια ριζική αποκέντρωση των κοινωνικών υπηρεσιών, έτσι ώστε οι πολίτες, άσχετα με τον τόπο κατοικίας τους, να μπορούν να απολαύουν ίδιας ποιότητας δωρεάν κοινωνικές υπηρεσίες στην Υγεία, την Εκπαίδευση κ.α..
  • Δημιουργία ενός βιομηχανικού τομέα που θα μπορεί να καλύπτει τις περισσότερες βασικές ανάγκες όλων των πολιτών, και όσες είναι εφικτό από τις υπόλοιπες ανάγκες, μέσω διμερών ή πολυμερών εισαγωγών. Οι εισαγωγές θα χρηματοδοτούνται από τις εξαγωγές πλεονασμάτων αγαθών και υπηρεσιών (περιλαμβανομένου του τουρισμού).
  • Ενθάρρυνση της ανάδυσης μιας νέας παραγωγικής δομής που θα αποτελεί κίνητρο για την ανάπτυξη ενός νέου καταναλωτικού προτύπου. Το νέο καταναλωτικό πρότυπο θα πρέπει να ορίζεται από τις αξίες και τις ανάγκες της αυτοδυναμίας, και θα συνάδει με τις παραδοσιακές αξίες κάθε λαού, αντί για τις αξίες και τις ανάγκες της παγκοσμιοποίησης. Αυτο θα σημαίνει επίσης πως θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη οι πιθανές οικολογικές επιπτώσεις, καθώς και το γεγονός ότι τα περισσότερα μη-βασικά αγαθα και υπηρεσίες που παράγονται σήμερα στοχεύουν στη κάλυψη τεχνητών αναγκών που δημιουργεί το μάρκετινγκ κλπ.
  • Ανάπτυξη ενός μικτού συστήματος ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, που θα κυμαίνεται από τη μικρό-ιδιοκτησία (π.χ. γεωργία, μικρο-υπηρεσίες) μέχρι τις διάφορες μορφές κοινωνικής ιδιοκτησίας (από κοινωνικοποιημένες βιομηχανίες λ.χ. στην ενέργεια, τις επικοινωνίες, μέχρι τις μεταφορές και τις κο-οπερατίβες κλπ.).. Το μικτό αυτό σύστημα μπορεί να περιλαμβάνει «δημοτικές» επιχειρήσεις στις οποίες οι άνθρωποι που θα τις διαχειρίζονται θα είναι οι εργαζόμενοι σε αυτές, κάτω από την καθοδήγηση των δημοτικών συνελεύσεων, δηλαδή των συνελεύσεων των πολιτών στους κατά τόπους δήμους και κοινότητες οπου θα εδράζονται οι εν λόγω επιχειρήσεις. Και τέλος, ακόμη σημαντικότερο,
  • Καθιέρωση ενός μικτού συστήματος κατανομής των πόρων για αυτό το μεταβατικό στάδιο, το οποίο θα αποτελείται από έναν συνδυασμό ενδεικτικού σχεδιασμού (που διακρίνεται από τον αναγκαστικό κεντρικό σχεδιασμό), οικονομικής δημοκρατίας (όπως την ορίζουμε σαν συστατικό στοιχείο μιας Περιεκτικής Δημοκρατίας) και της αγοράς.

* Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στην Αγγλική έκδοση της εφημερίδας Pravda.ru στις 22/12/2014  και παράλληλα στο διεθνές περιοδικό της Περιεκτικής Δημοκρατίας, The International Journal of Inclusive Democracy. Η μετάφραση είναι των Πάνου Λιβιτσάνου και Μιχάλη Δαγτζή.

[1] “Western nations want to chain ‘the Russian bear’” – Putin, RThttp://rt.com/news/215523-crisis-payment-bear-chain/
[2] Βλ. Τ.Φ., “Ο οικονομικός πόλεμος, το κύριο όπλο της Δύσης”, antipagkosmiopoihsh.gr14/12/2014
[3] Charles Clover, “Clinton vows to thwart new Soviet Union”, Financial Times, 6/12/2012
[4] Editorial, “Putin at bay”, The Times, 17/12/2014
[5] Βλ., Περιεκτική Δημοκρατία-10 Χρόνια Μετά (Ελεύθερος Τύπος 2008 και on line εδώ), κεφ.1
[6] Βλ. “The Catastrophe of Marketization”, DEMOCRACY & NATURE, Vol. 5, No. 2 (July 1999) pp. 275-310
http://democracynature.org/vol5/fotopoulos_marketisation.htm
[7] Περιεκτική Δημοκρατία – 10 Χρόνια Μετά, κεφ. 5-6
--

 http://www.antipagkosmiopoihsh.gr/2014/12/28/i-epiloges-mias-choras-kato-apo-tin-olometopi-epithesi-tis-iperethnikis-elit-h-rosiki-periptosi


Αρχείο Τάκη Φωτόπουλουhttp://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More