Poutanique τεχνη, εσυ τα φταις ολα!

Να είναι τέχνη; Επάγγελμα ή μήπως ματαιοδοξία;

Ο μουσικός του πεζοδρόμου!!

Ξαφνικά την καλοκαιρινή ηρεμία στο μικρό μας Μεσολόγγι σκέπασε μια γλυκιά μελωδία που έρχονταν από το βάθος του πεζοδρόμου. Όσο πλησίαζε.....

Να πως γινεται το Μεσολογγι προορισμος!

αι θα αξιοποιηθεί. Ακούγονται διάφορες ιδέες και έχουν συσταθεί αρκετές ομάδες πολιτών που προτείνουν υλοποιήσιμες και μη ιδέες προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος και έμμεσα να επωφεληθούμε όλοι.....

Ποσα κτηρια ρημαζουν στο Μεσολογγι;

Ένα από τα θέματα του δημοτικού συμβούλιου στις 27/ 11 είναι η «Εκμίσθωση χώρου για κάλυψη στεγαστικών αναγκών του Δήμου». Οι πρώτες σκέψεις που μου έρχονται στο μυαλό είναι πως μετά από τόσα χρόνια και πώς μετά από τόσο κονδύλια έχουμε φτάσει ....

Μεσολόγγι - αδέσποτα ώρα μηδέν.

Αδέσποτα, ένα ευαίσθητο θέμα για όσους είναι πραγματικά φιλόζωοι* και με τις δυο έννοιες της λέξης. Ας αρχίσουμε να μιλάμε για τις αβοήθητες ψυχές που ξαφνικά βρεθήκαν απροστάτευτες στον δρόμο όχι από το τέλος δηλαδή από τα αποτελέσματα που βλέπουμε...

Facebook, φωτογραφιες με σουφρωμενα χειλη...

Κάλος ή κακός αγαπητοί φίλοι διανύουμε μια εποχή που θέλει τους περισσότερους άμεσα εξαρτημένους από τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωση τύπου face book. Έρχεται λοιπόν το Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας

12 Οκτ 2013

«Και για σένα πεθαίνω, ηλίθιε!»

«Και για σένα πεθαίνω, ηλίθιε!»

 Προχτές συμπληρώθηκαν 46 χρόνια από την αιχμαλωσία και την δολοφονία του Τσε Γκεβάρα στη Βολιβία. Εκείνος στον οποίο ανατέθηκε να τον εκτελέσει ήταν ο υπαξιωματικός Μάριο Τεράν.
Ο Μάριο Τεράν, ο δολοφόνος του Τσε, το 2006 υποβλήθηκε σε εγχείρηση από Κουβανούς γιατρούς που συμμετέχουν στο πρόγραμμα της «Επιχείρησης Θαύμα» και προσφέρουν – δωρεάν - τις υπηρεσίες τους σε ασθενείς σε όλη τη Λατινική Αμερική. Ο Τεράν έπασχε από καταρράκτη. Οι επεμβάσεις καταρράκτη δεν είναι και τόσο απλό πράγμα για τους φτωχούς ανθρώπους στη Λατινική Αμερική.
Ο γιος του Τεράν, το 2007, στην συμπλήρωση 40 χρόνων από την δολοφονία του Τσε, έστειλε  σε εφημερίδα της Βολιβίας ευχαριστήριο μήνυμα προς τους Κουβανούς γιατρούς που αποκατέστησαν την όραση του πατέρα του. Του δολοφόνου, δηλαδή, του (και) γιατρού Τσε Γκεβάρα...
«Θυμηθείτε αυτό το όνομα - Μάριο Τεράν - ένας άνδρας που εκπαιδεύτηκε για να σκοτώσει μπορεί και πάλι να βλέπει χάρη στους γιατρούς που ακολουθούν τις ιδέες του θύματός του», ήταν το ρεπορτάζ με το οποίο κατέγραψε την είδηση η εφημερίδα «Γκράνμα» της Κούβας.
Θυμηθείτε, λοιπόν, τον Μάριο Τεράν. Και δίπλα σε αυτόν, θυμηθείτε κι εκείνον τον ναζί εκτελεστή. Η ιστορία έρχεται από τα παλιά και μας την διηγήθηκε πριν από χρόνια ένας αγαπημένος συνάδελφος και φίλος, ο Γιώργος Μουσγάς που την είχε ξετρυπώσει  από αναγνώσματα των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων:
Ήταν μέρες Κατοχής. Στη Γαλλία. Στον τόπο της εκτέλεσης, λίγο πριν δοθεί το παράγγελμα στο εκτελεστικό απόσπασμα, ο ναζί εκτελεστής γυρίζει υπεροπτικά στον μελλοθάνατο Γάλλο αντιφασίστα και τον ρωτά: «Τι έχεις να πεις που δε θα δεις ποτέ τις ιδέες σου να πραγματώνονται;». Ο αντιφασίστας, με απόλυτο έλεγχο του εαυτού του, με απόλυτη συνείδηση της αξίας της θυσίας του, απαντά: «Και για σένα  πεθαίνω, ηλίθιε»!
Είναι αληθινή η ιστορία; Δεν ξέρω. Αλλά τί σημασία έχει;…



Όχι λίγες φορές, επανέρχεται το ερώτημα: Τι ήταν εκείνο που οδήγησε έναν από τους ηγέτες μιας από τις σημαντικότερες επαναστάσεις του 20ού αιώνα να προσφέρει τόσο αφειδώλευτα -  και κατά άλλους τόσο «απερίσκεπτα» και τόσο «τυχοδιωκτικά» - την ίδια του τη ζωή στο πεδίο των μαχών για την κοινωνική απελευθέρωση;
 Στη στάση του Τσε απέναντι στη ζωή (όπως περιέγραψε ο Φιντέλ Κάστρο στον επικήδειο στη μνήμη του Τσε που εκφωνήθηκε στην Πλατεία της Επανάστασης στην Αβάνα, στις 18 Οκτώβρη 1967) επέδρασε σημαντικά
«η αντίληψη ότι οι άνθρωποι έχουν μια σχετική αξία στην Ιστορία, η ιδέα ότι δεν ηττάται η υπόθεση όταν πεθαίνουν οι άνθρωποι, και ότι η ακατάσχετη πορεία της Ιστορίας δε σταματά ούτε θα σταματήσει με το χαμό των αρχηγών (...). Άνθρωποι σαν κι αυτόν - συνέχισε ο Κάστρο - είναι ικανοί, με το παράδειγμά τους, να συμβάλουν στην εμφάνιση άλλων που να τους μοιάζουν (...)»



Την αντίληψη του Τσε για τον άνθρωπο δε θα μπορούσαν ποτέ να την καταλάβουν οι δολοφόνοι του. Πόσο μάλλον να την εξοντώσουν.
Ό,τι  δεν κατάφεραν με τον Τσε  εκείνοι που τον δολοφόνησαν νόμισαν ότι θα το κατόρθωναν όσοι πίστεψαν ότι μπορούν να τον μετατρέψουν σε μια ακίνδυνη στάμπα πάνω σε μπλουζάκια και «μοδάτα» αξεσουάρ.
Ούτε αυτοί αντιλήφθηκαν ότι η ζωή του Τσε ξεπερνά κατά πολύ την αγοραία λογική τους. Δεν είχαν τα εργαλεία να αντιληφθούν εκείνο που κατάλαβε ο Σαρτρ: «Η ζωή του Τσε» - έλεγε ο Σαρτρ - είναι η ιστορία του πληρέστερου ανθρώπου της εποχής μας».
Αυτή η «πλήρης Ιστορία», που ο Τσε την έγραψε και την διηγήθηκε με τη ζωή και το θάνατό του, είναι ταυτόχρονα και η απάντηση στο ερώτημα «γιατί ο Τσε  συνεχίζει να ζει».
Όσοι προσπαθούν να εξαντλήσουν την εξήγηση αυτής της «αθανασίας», εστιάζοντας στην εικόνα του Τσε σαν «γητευτή των φοιτητικών ονείρων», ξεχνούν ότι ο Τσε των εργατών και των αγροτών, ο Τσε των ταπεινών και καταφρονεμένων, ο Τσε της νεολαίας, δε μας άφησε κληρονομιά μόνο το απίστευτο βλέμμα του. Ενα βλέμμα που κοιτάζει μακριά αλλά στέρεα προς το φαινομενικά αδύνατο. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ο Τσε και οι σύντροφοί του στην Κούβα έγιναν η απόδειξη της νίκης απέναντι στην καταπίεση, στη διαφθορά, στο φασισμό, στον ιμπεριαλισμό. Δεν ήταν μόνο ότι ο Τσε αρνήθηκε μια «στρωμένη» και άνετη ζωή, πριν την κουβανέζικη επανάσταση, ότι δεν θαμπώθηκε από τις τιμές, τα πόστα, την αναγνώριση, μετά την επικράτηση της επανάστασης.
Ολα αυτά μαζί μπορεί να συνθέτουν τον «μύθο» του Τσε, αλλά δεν είναι αρκετά να εξηγήσουν το γιατί ο Τσε Γκεβάρα «ζει».
Στην πραγματικότητα, τίποτα δε θα μπορούσε να κρατήσει «ζωντανό» τον Τσε, αν δεν παρέμεναν τραγικά ζωντανά και δραματικά επίκαιρα όλα όσα τον «γέννησαν». Ο πραγματικός λόγος που ο Τσε  παραμένει «ζωντανός» είναι ότι παραμένουν ζωντανά όλα όσα τον «γέννησαν».




Ο Τσε «ζει» γιατί, ως πολεμιστής και ως πολιτικός, ήταν ο κομαντάντε μιας υπόθεσης που και ως θεωρία και ως πράξη θα βρει την ολοκλήρωσή της, μόνο όταν καταργηθεί κάθε μορφής εκμετάλλευση. Ο μαρξισμός και το κομμουνιστικό ιδεώδες είναι πλήρως εξαγνισμένο μέσα μου, έλεγε ο Τσε, προσθέτοντας με απόλυτη σαφήνεια: «Δεν υπάρχει για μας κανείς άλλος ορισμός του σοσιαλισμού, πλην της κατάργησης της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο».
Ο Τσε θα παραμένει «ζωντανός» για όσο το βλέμμα του θα δείχνει ότι είναι ρεαλιστικό το όραμά του για έναν κόσμο ελεύθερο, δημοκρατικό, χωρίς πείνα, χωρίς φτώχεια, χωρίς καταπίεση.
«Αν τρέμεις από αγανάκτηση για κάθε αδικία, είσαι σύντροφός μου», έλεγε ο Τσε. Για όσο στον κόσμο η αδικία θα εξακολουθεί το έργο της, όσο οι έννοιες «τιμή» και «αξιοπρέπεια» θα υπάρχουν στο λεξιλόγιο των ανθρώπων,  ο Τσε θα είναι «ζωντανός». Γιατί «ο άνθρωπος - έλεγε ο Τσε- πρέπει να περπατάει με το κεφάλι απέναντι στον ήλιο. Και ο ήλιος πρέπει να κάψει το μέτωπο και καίγοντάς το να το σφραγίσει με τη σφραγίδα της τιμής. Όποιος περπατάει σκυφτός, χάνει αυτήν την τιμή».



Λίγο πριν τη δολοφονία του, ο Τσε είχε στείλει στα παιδιά του ένα γράμμα:
 «Αγαπημένα μου Ιλδίτα, Αλεϊδίτα, Καμίλο, Σέλια και Ερνέστο,
Αν μια μέρα χρειαστεί να διαβάσετε τούτο το γράμμα, θα πει πως πια δεν είμαι ανάμεσά σας. Σχεδόν δε θα με θυμάστε πια και τα πιο μικρά θα μ' έχουν ξεχάσει. Ο πατέρας σας ήταν ένας άνθρωπος που έπραττε όπως σκεφτόταν, και που σίγουρα ήταν πιστός στις πεποιθήσεις του (….). Να μελετάτε πολύ, για να μπορέσετε να κυριαρχήσετε στην τεχνική, που θα σας επιτρέψει να κυριαρχήσετε στη φύση (…). Να 'στε κυρίως ικανά να αισθάνεστε, όσο πιο βαθιά μπορείτε, κάθε αδικία που γίνεται απέναντι σ' οποιονδήποτε, σ' οποιαδήποτε χώρα του κόσμου(…). Πάντα, παιδιά μου, θα ελπίζω να σας ξαναδώ.
Ένα μεγάλο και δυνατό φιλί απ' τον Μπαμπά».
Δεν είδε ποτέ ξανά τα παιδιά του. Στις 8 προς 9 Οκτώβρη του 1967, ο κομαντάντε Τσε Γκεβάρα, περνούσε στο πάνθεον των «αθανάτων» της Ιστορίας με διαβατήριο την πίστη του στις πεποιθήσεις του. Χτυπήθηκε από δυο σφαίρες στο σβέρκο. Πισώπλατα. Οι δολοφόνοι του, αν και αιχμάλωτος, δεν είχαν το κουράγιο να τον κοιτούν στα μάτια ούτε καν τη στιγμή που τον εκτελούσαν. Οι δολοφόνοι του μοίρασαν ανά την υφήλιο τη φωτογραφία του νεκρού Τσε πιστεύοντας ότι έτσι θα σφράγιζαν και θα έκλειναν τους λογαριασμούς τους μαζί του.
Εκαναν λάθος. Μια άλλη φωτογραφία ήταν εκείνη που έμελλε να μείνει στην Ιστορία.


email: mpog@enikos.gr

11 Οκτ 2013

Η σπουδαία γαλλίδα γλύπτρια Καμίλ Κλοντέλ

Η σπουδαία γαλλίδα γλύπτρια Καμίλ Κλοντέλ

Η σύντροφος του Ροντέν που δεν άντεξε την προδοσία!

Η Καμίλ Κλοντέλ ήρθε στον κόσμο για να κάνει τη διαφορά στην τέχνη και τη ζωή: το κορίτσι που στα 12 του συγκινήθηκε από τη γλυπτική, έμελλε να αφήσει τη σφραγίδα της στη σύγχρονη τέχνη τόσο από το δικό της έργο όσο και την επίδραση που άσκησε στον κορυφαίο γλύπτη Ροντέν!

Η πολυτάραχη και θυελλώδης σχέση που διατήρησαν οι δυο τους θα άφηνε τα χνάρια της στο έργο και των δύο καλλιτεχνών, με την ίδια βέβαια στο τέλος να αποσύρεται από τα εγκόσμια και να καταλήγει τελικά σε άσυλο φρενοβλαβών.

Με ζωή σαν κομήτη και έργο με κολοσσιαία επίδραση στον χώρο των πλαστικών τεχνών, η γενναία και αντισυμβατική αυτή γυναίκα πάλεψε μέσα σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο με νύχια και με δόντια, κι όταν η εύθραυστη υγεία της την πρόδωσε, ένα πράγμα θα γινόταν προφανές: η κοινωνία ποτέ δεν δέχτηκε να την ενσωματώσει στις τάξεις της...

Παιδικά χρόνια


Η Camille Claudel Nicola Maria Anastasia Kendall γεννιέται στις 8 Δεκεμβρίου 1864 σε χωριό της Νότιας Γαλλίας (Καμπανία) ως κόρη του υποθηκοφύλακα Louis-Prosper Claudel Vivenne και της κόρης του τοπικού γιατρού Louise Athanaïse. Η Καμίλ είναι το μεγαλύτερο παιδί της οικογένειας (μετά τον θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού της) και έχει δύο ακόμα αδέρφια, ένας εκ των οποίων ήταν ο Πολ Κλοντέλ, ο γνωστός ποιητής και διπλωμάτης.


Η οικογένεια μετακινείται συχνά στις πολίχνες της γαλλικής επαρχίας, με την Καμίλ να γνωρίζει ήρεμα παιδικά χρόνια, ανακαλύπτοντας μάλιστα νωρίς την κλίση της στη γλυπτική: σε ηλικία 12 ετών, φιλοτεχνεί μικρά αγάλματα από πηλό, τα οποία θα δει λίγα μόλις χρόνια αργότερα ο γλύπτης Alfred Boucher και θα θαμπωθεί, πείθοντας την οικογένεια ότι η μικρή όφειλε να ακολουθήσει το ταλέντο της...

Γλυπτική


Από την εφηβεία της λοιπόν η Καμίλ αναπτύσσει έντονο πάθος με τη γλυπτική, δείχνοντας έφεση στον πηλό, με τον πατέρα της να υποστηρίζει πλήρως την απόφασή της να μετακινηθεί στο Παρίσι για να φοιτήσει σε ακαδημία καλών τεχνών. Η μητέρα είχε αντίθετη βέβαια γνώμη και οι ομηρικοί καυγάδες δεν λείπουν από το σπιτικό των Κλοντέλ.

Το 1882 λοιπόν η οικογένεια μετακινείται πράγματι στο Παρίσι, με τον πατέρα να μένει ωστόσο πίσω λόγω των επαγγελματικών του υποχρεώσεων. Η Καμίλ φοιτά στη μόνη σχολή τέχνης που δέχεται γυναίκες σπουδάστριες, την Académie Colarossi, ενώ νοικιάζει και ένα ατελιέ με τη φίλη της από τη σχολή, την επίσης γνωστή αγγλίδα γλύπτρια Jessie Lipscomb, με την οποία θα παραμείνουν αχώριστες.


Ο δάσκαλός της στη σχολή, ο άνθρωπος που αναγνώρισε πρώιμα το ταλέντο της, Alfred Boucher εγκατέλειψε το Παρίσι για τη Ρώμη το 1883, αναθέτοντας τον κύκλο των γυναικών σπουδαστριών που είχε δημιουργήσει στον καλό του φίλο και συνάδελφο Ογκίστ Ροντέν. Η Καμίλ και ο Ροντέν γνωρίζονται...

Η περίοδος δίπλα στον Ροντέν



Ο δάσκαλος Ροντέν σύντομα θα μαγνητιζόταν από το ταλέντο και την προσωπικότητα της Καμίλ, με τις πρώτες ερωτικές επιστολές που της στέλνει να αποκαλύπτουν τον σφοδρό έρωτα που ένιωσε για κείνη ο κορυφαίος γλύπτης. Τέτοια ήταν η σαγήνη που του ασκούσε που τον έκανε να παραδεχτεί: «Η δεσποινίς Κλοντέλ έχει γίνει η πιο αξιοσημείωτη μαθήτριά μου, την οποία συμβουλεύομαι για τα πάντα». Όσο για τους ανθρώπους που του ασκούν κριτική, ο Ροντέν απαντά: «Της έδειξα πού να βρίσκει χρυσό, αλλά τελικά ο χρυσός ήταν μέσα της».


Η Κλοντέλ σύντομα θα ασκήσει επίδραση τόσο στον ψυχισμό όσο και το έργο του γλύπτη, με μια σειρά από μνημειώδη έργα του, όπως «Το Φιλί», να τα φιλοτεχνεί με τη βοήθεια της νεαρής μαθήτριάς του! Δεν θα έπαιρνε πολύ στη μαθήτρια να πάρει «προαγωγή» στο εργαστήριο του Ροντέν και να γίνει ισότιμη συνεργάτιδά του, λειτουργώντας ταυτοχρόνως και ως μοντέλο για τα έργα του.


Πέρα από μούσα και ασύγκριτη πηγή έμπνευσης, η Κλοντέλ λειτουργεί για τον γλύπτη και ως μυστική ερωμένη, περιπλέκοντας έτσι την ερωτική ζωή του και την επίσημη σχέση του με τη Rose Beuret. Αναφορές υπάρχουν ακόμα και για ένα ή δύο νόθα τέκνα, αν και το γεγονός δεν επιβεβαιώνεται από πουθενά και ενδεχομένως επρόκειτο απλώς για κακοήθεις φήμες.

Από τη σχέση ωστόσο επηρεάζεται και η Κλοντέλ, η σμίλη της οποίας αρχίζει πια να αποκαλύπτει έργα μεγαλύτερων διαστάσεων, σαφώς επηρεασμένων από την τεχνοτροπία του μεγάλου δασκάλου. Η παθιασμένη εκφραστικότητα και η έμφαση που δίνει στο γυμνό απαθανατίζονται σε μια σειρά από τα κορυφαία της αριστουργήματα, όλα αυτής της περιόδου, όπως το εμβληματικό «Βαλς», στο οποίο αποκαλύπτεται το ταλέντο και η πλαστική της δεινότητα σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια.


Ο έρωτας της δίνει δημιουργικά φτερά: «Έχω πολλές νέες ιδέες», εξομολογείται στον αδερφό της Πολ, τις οποίες αποτυπώνει στο χαρτί πριν τα μαγικά της δάχτυλα φέρουν στο φως της δημιουργίας. Η ίδια μένει γνωστή για την αποτύπωση της στιγμής, τον εγκλωβισμό της φευγαλέας εντύπωσης μιας χειρονομίας ή ενός νεύματος.

Κάποια στιγμή βέβαια συνειδητοποίησε ότι ζούσε στη σκιά του κορυφαίου γλύπτη, με τον ανδροκρατούμενο κόσμο της τέχνης να συνεχίζει να την αντιμετωπίζει ως τέτοια: παρά το ταλέντο και τις εμβληματικές της συνθέσεις, στα μάτια των κριτικών παραμένει η μαθήτρια του Ροντέν. Το 1894 αποφασίζει λοιπόν να τον εγκαταλείψει, αν και θα παλινδρομήσει στη σχέση για 4 ακόμα χρόνια, με τον οριστικό χωρισμό να έρχεται το 1898.


Η επόμενη δεκαετία μέλλει να είναι η παραγωγικότερη της καριέρας της, αν και οι πολυπόθητες παραγγελίες από συλλέκτες και ιδρύματα δεν έρχονται ποτέ στον αριθμό που θα δικαιολογούσε το ασύλληπτο ταλέντο της. Η σφοδρή της αντίδραση στον πουριτανισμό της εποχής και η ανάγκη της να απολαύσει το ίδιο καθεστώς ελευθερίας με τους άντρες συναδέλφους της παίζουν αναμφίβολα τον ρόλο τους στο «παραγνωρισμένο» της δουλειάς της. Παρά τις περιπέτειες, η ίδια εκθέτει περιοδικά σε εκθέσεις και σαλόν, λαμβάνοντας επαίνους και διακρίσεις.

Την αποκαλούν «ιδιοφυΐα», αναγνωρίζουν στο έργο της «γλυπτά που αψηφούν τη βαρύτητα» και πολλά ακόμα, με τον κόσμο της τέχνης να είναι πια στα πόδια της. Τα γλυπτά της χαρακτηρίζονται από κίνηση, αφηγηματικότητα και ιδιοσυγκρασιακή εκφραστικότητα, με την ίδια να αφήνει κενό χώρο ανάμεσα στις μορφές, έτσι ώστε ο θεατής να μπορεί να εξετάσει το έργο από κάθε πιθανή γωνία, προσδίδοντάς του μια αίσθηση έλλειψης βαρύτητας.

Ψυχιατρικές περιπέτειες

Στην προσωπική της ζωή ήταν ωστόσο δυστυχισμένη: ο χωρισμός από τον έρωτα της ζωής της της στοίχισε καθοριστικά, ενώ και οι καλλιτεχνικές της περιπέτειες δεν είχαν θετική επίδραση στον εύθραυστο ψυχισμό της: το 1905 αποσύρεται ξαφνικά από τον κόσμο και ζει σε σχετική απομόνωση, ενώ σταματά να εκθέτει και σε γκαλερί.


Η ζωή της μαστίζεται πλέον από έντονες ψυχολογικές μεταπτώσεις, με τις διαταραχές του ψυχισμού της να την οδηγούν τόσο στη συστηματική καταστροφή του έργου της (λίγα επιβίωσαν από την καταστρεπτική της μανία!) όσο και στις κατηγορίες που άρχισε να εκτοξεύει κατά του Ροντέν για υποτιθέμενη κλοπή των ιδεών της.

Το 1908 εκθέτει για τελευταία φορά τη δουλειά της σε ατομική έκθεση, με τον άστατο συναισθηματικό της κόσμο να συνεχίζει να δονείται από περιόδους κατάθλιψης και μανίας. Ο αδελφός της Πολ τη χαρακτηρίζει στο ημερολόγιό του «διαταραγμένη ψυχικά», με την ίδια να ζει πλέον σε συνθήκες πλήρους απομόνωσης, κάνοντας την οικονομική της κατάσταση ιδιαιτέρως κακή.

Εγκλεισμός στο ψυχιατρείο και θάνατος



Ζώντας σε καθεστώς μιζέριας και αποξένωσης, οι ψυχολογικές διαταραχές θα δώσουν προοδευτικά τη θέση τους στην τρέλα. Όντας σχεδόν στα 50 της χρόνια, χάνει τον πατέρα της στις 2 Μαρτίου 1913, με την ίδια να μην μπορεί να διαχειριστεί το γεγονός (δεν πήγε καν στην κηδεία), αναγκάζοντας τους οικείους της να την εγκλείσουν στο ψυχιατρείο λίγες μέρες αργότερα: παράνοια και σχιζοφρένεια ήταν η διάγνωση της ψυχιατρικής της εποχής.

Οι επισκέψεις και η αλληλογραφία της περιορίζονται δραστικά με ψυχιατρική παραγγελία, ενώ ο καλλιτεχνικός Τύπος κατακεραυνώνει την οικογένεια Κλοντέλ για τον οικειοθελή εγκλεισμό της Καμίλ, με τον κόσμο της τέχνης να αναγνωρίζει ξαφνικά ότι έχασε μια διάνοια!


Το 1914, με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, το ψυχιατρικό ίδρυμα επιτάχθηκε και η ίδια μεταφέρθηκε σε άσυλο φρενοβλαβών στην Αβινιόν της Προβηγκίας, όπου και θα παραμείνει για το υπόλοιπο της ζωής της ξεχασμένη απ' όλους: η μητέρα (που πέθανε το 1929) και η αδερφή της δεν την επισκέφτηκαν ποτέ, ενώ ο πολυαγαπημένος της Πολ κατάφερε να την επισκεφτεί μόλις 12 φορές στις 3 δεκαετίες που θα μετρούσε ο εγκλεισμός της.

Οι εκκλήσεις των ψυχιάτρων στην οικογένεια για επανένταξη της Καμίλ στην κοινωνία καθ' όλη τη δεκαετία του '20 θα πέσουν στο κενό και η ίδια δεν θα ξαναβγεί ποτέ από το άσυλο: ξεχασμένη, παραγνωρισμένη και έπειτα από 30 σχεδόν χρόνια εγκλεισμού, η Καμίλ Κλοντέλ θα αφήσει την τελευταία της πνοή στις 19 Οκτωβρίου 1943, σε ηλικία 79 ετών, παραπονούμενη συνεχώς στις επιστολές της στον αδερφό της Πολ και την καλή της φίλη Jessie Lipscomb για τις συνθήκες της κράτησής της και για το γεγονός φυσικά ότι δεν μπορούσε να δουλέψει. Ο Τύπος της εποχής δεν μπορούσε να καταλάβει πώς ήταν δυνατόν να αφήνει η οικογένειά της τη μεγάλη γλύπτρια έγκλειστη στο άσυλο για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.


Η μοναδική φωτογραφία της από τις 3 δεκαετίες του εγκλεισμού της τραβήχτηκε από τον σύζυγο της φίλης της Lipscomb, William Elbourne, τον Δεκέμβριο του 1929 και αποτελεί το μόνο ντοκουμέντο των ετών του εγκλεισμού (η ίδια είναι στη φωτογραφία 65 ετών)...


Κληρονομιά


Αυτό που δεν γνώριζε ωστόσο -και δεν έμαθε δυστυχώς ποτέ- η Κλοντέλ ήταν ότι ο έρωτας της ζωής της, Ογκίστ Ροντέν, περιμάζεψε όλα της τα έργα (όσα δεν διέλυσε η μανία της), προστατεύοντας και φυλάσσοντάς τα, την ίδια στιγμή που πλήρωνε και μεγάλο ποσοστό για την κάλυψη της νοσηλείας της. Και ήταν φυσικά από τους λίγους που προσπάθησαν να ανατρέψουν την απόφαση της οικογένειας να την κρατά καθηλωμένη στο άσυλο, χωρίς επιτυχία ωστόσο.

Χάρη στον ίδιο και τον αδερφό της Πολ, 90 γλυπτά και σχέδια της Κλοντέλ σώζονται σήμερα, με τη συντριπτική πλειονότητα να εκτίθενται εδώ και μπόλικες δεκαετίες στον φυσικό τους χώρο, θα 'λεγε κανείς, το Μουσείο Ροντέν, αποκαλύπτοντας την επίδραση που άσκησε στη μοντέρνα τέχνη.


Και βέβαια στη δεκαετία του '80 θα λάμβανε χώρα ένα πρωτόγνωρο ενδιαφέρον για τη ζωή και το παραγνωρισμένο έργο της, αποκαθιστώντας την πρωτοπόρο γλύπτρια στη θέση που της αξίζει: το πάνθεο της γλυπτικής...

Θέλετε πρωτογενές πλεόνασμα; Κόψτε συντάξεις - ασφάλιση!

Του Γ. ΔΕΛΑΣΤΙΚ*
Ανατριχιαστικοί που είναι μερικές φορές οι αριθμοί! Αποκαλυπτικοί, ταυτόχρονα. Εν ριπή οφθαλμού καταρρέουν μύθοι που στήθηκαν με τεράστιες προπαγανδιστικές εκστρατείες, όταν υποβληθούν στην ανελέητη δοκιμασία των αριθμών. Τις σκέψεις αυτές μας τις επανέφερε το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2014 που κατέθεσε η κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου. Καλό, χρυσό και άγιο εν γένει το πρωτογενές πλεόνασμα ενός κρατικού προϋπολογισμού. Επιθυμητό, αν όμως συνοδεύεται από βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού.
Αυτή η παράμετρος είναι θεμελιώδης, γιατί υπάρχουν και πρωτογενή πλεονάσματα που επιτυγχάνονται με αποκρουστικό κοινωνικό κόστος και είναι κοινωνικά απορριπτέα επειδή σηματοδοτούν καταβύθιση του επιπέδου ζωής του λαού μας. Τι λέει το προσχέδιο προϋπολογισμού του 2014; Πρωτογενές πλεόνασμα 2,8 δισεκατομμυρίων ευρώ. Τι άλλο λέει; Μείωση των εξόδων για μισθούς, συντάξεις, κοινωνική περίθαλψη και ασφάλιση... 2,8 δισεκατομμυρίων ευρώ! Το διαβόητο πρωτογενές πλεόνασμα δηλαδή θα επιτευχθεί λεηλατώντας τις συντάξεις των γερόντων και αρπάζοντάς τους μεγάλο κομμάτι των επικουρικών και των εφάπαξ! Υπέροχο επίτευγμα! Για να είμαστε απολύτως συγκεκριμένοι, το προσχέδιο του προϋπολογισμού προβλέπει μείωση των κρατικών δαπανών για την κοινωνική ασφάλιση και την περίθαλψη των Ελλήνων από τα 15,935 δισεκατομμύρια ευρώ το 2013 στα 13,271 δισ. ευρώ το 2014 - διαφορά 2,664 δισεκατομμύρια. Αν στο ποσό αυτό προστεθούν και τα 0,133 δισ. ευρώ (από 18,543 δισ. το 2013 σε 18,41 δισ. το 2014) για μισθούς και συντάξεις, το άθροισμά τους είναι 2,797 δισεκατομμύρια ευρώ - ακριβώς 2,8 δισ. δηλαδή, αν το στρογγυλοποιήσουμε. Οπερ έδει δείξαι, που λέγαμε στα νιάτα μας στο σχολείο αντιγράφοντας τα λόγια του Ευκλείδη. Χώρια, βέβαια, το ακόμη αγριότερο φορολογικό «γδάρσιμο» που θα υποστούν όλοι ανεξαιρέτως οι Ελληνες το 2014, καθώς η κυβέρνηση έχει προγραμματίσει νέους άμεσους φόρους ύψους 2,16 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αμεσους φόρους, χαράτσια δηλαδή και όχι έμμεσα φορολογικά έσοδα μέσω ΦΠΑ κ.λπ.
Τώρα βέβαια το πόσα θα εισπράξει από αυτά τα 2,16 δισ. ευρώ των επιπρόσθετων άμεσων φόρων είναι μια άλλη ιστορία.
Τα φορολογικά έσοδα του Αυγούστου πάντως πρέπει να προκάλεσαν έντονη ανησυχία στην κυβέρνηση. Καθώς τον Αύγουστο έπρεπε οι φορολογούμενοι να πληρώσουν στην Εφορία την πρώτη δόση της φορολογίας εισοδήματος, πάνω από ένα δισεκατομμύριο ευρώ από τις δόσεις αυτές έμεινε απλήρωτο, εκτοξεύοντας έτσι τα συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη προς το δημόσιο στο πρωτοφανές - ύψος ρεκόρ των 61,2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Δεν είναι όμως αυτό το εντυπωσιακότερο στοιχείο. Πολύ πιο σημαντικό κατά τη γνώμη μας είναι το γεγονός ότι μέσα στον Αύγουστο τα φυσικά πρόσωπα που είναι οφειλέτες του δημοσίου αυξήθηκαν κατά τον απίστευτο αριθμό των... 813.421 ατόμων και έφτασαν τα 2.819.741!
Αυξήθηκαν δηλαδή οι οφειλέτες στο κράτος μέσα σε έναν και μόνο μήνα κατά 40% και πάνω! Εκπληκτικό πραγματικά το νούμερο αυτό που προδίδει κυρίως την εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των Ελλήνων γιατί οφείλουμε να ομολογήσουμε πως δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε ότι 800.000 άνθρωποι ξαφνικά αποφάσισαν να αδιαφορήσουν και να αμελήσουν να εκπληρώσουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Οταν μόνο 15 από τις 140 εφορίες έπιασαν τον στόχο φορολογικών εσόδων που τους είχε θέσει το υπουργείο, είναι προφανές ότι φταίει πρωτίστως ο στόχος που έχει τεθεί και ο οποίος είναι εξόφθαλμα ανέφικτος στις κρατούσες κοινωνικές συνθήκες.
Οταν μάλιστα ακούει κανείς τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα να μην αποκλείει το ενδεχόμενο λήψης και νέων μέτρων λεηλασίας των εισοδημάτων των Ελλήνων κατά το 2014 -πέραν δηλαδή όσων έχουν συμπεριληφθεί στην κατάρτιση του προϋπολογισμού και δημιουργούν τη ζοφερή εικόνα που περιγράψαμε σε αδρές γραμμές παραπάνω- αντιλαμβάνεται ότι η επόμενη χρονιά θα είναι ακόμη χειρότερη και δυσκολότερη από τη φετινή. Οσο και αν η κυβέρνηση προσπαθεί για προφανείς προπαγανδιστικούς λόγους στενού κομματικού συμφέροντος της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ να χρωματίσει το 2014 με ροζ χρώματα αισιοδοξίας, η πραγματικότητα είναι ανελέητη και τη ζουν στο πετσί τους εκατομμύρια Ελληνες.

Για τον κ.Στουρνάρα – στον… πληθυντικό

Για τον κ.Στουρνάρα – στον… πληθυντικό Ένα από τα πιο βαρετά πράγματα σε αυτή τη ζωή είναι να διαβάζεις προϋπολογισμούς. Όχι γιατί τους φτιάχνει ο κ.Στουρνάρας. Ανέκαθεν ήταν βαρετό ανάγνωσμα οι προϋπολογισμοί. Ταυτόχρονα, όμως, το χρησιμότερο από τα βαρετά πράγματα σε αυτό τον κόσμο είναι το διάβασμα των προϋπολογισμών του κράτους - ειδικά όταν τους φτιάχνει ο κ.Στουρνάρας. Εν ολίγοις: Διαβάζετε τους προϋπολογισμούς του κ.Στουρνάρα. Είναι βαρετό. Αλλά χρήσιμο. 
Πάμε παρακάτω.
Ρωτήθηκε τη Δευτέρα στην εκπομπή του Νίκου Χατζηνικολάου ο κ. Στουρνάρας πότε τέλος πάντων, εκτός από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, σε αυτό τον τόπο θα πληρώσουν κανένα φόρο και οι πολυεθνικές.
Ο υπουργός Οικονομικών διατύπωσε ένα ατράνταχτο επιχείρημα για να δείξει πόσο κοινωνικά δίκαιη είναι η φορολογική πολιτική της κυβέρνησης: Ξέρετε πόσες επιστολές λαμβάνω από πολυεθνικές γιατί πληρώνουν πολλά στην Ελλάδα, δήλωσε…
Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε την αλληλογραφία του κ. Στουρνάρα. Εκείνο που γνωρίζουμε (και το γνωρίζουμε από τους προϋπολογισμούς τόσο του κ. Στουρνάρα όσο και των προκατόχων του) είναι ότι:  
1)    Την περίοδο 2004 - 2013 (Πίνακας 1) το σύνολο των άμεσων φόρων ανήλθε στα 196,9 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα Νομικά Πρόσωπα, δηλαδή η φορολογική κατηγορία στην οποία υπάγονται τα μονοπώλια και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις,  πλήρωσαν μόλις 35,6 δισ. ευρώ (ποσοστό 18%).

Μέσα στη δεκαετία το ποσοστό της συμμετοχής των Νομικών Προσώπων στα φορολογικά έσοδα μειώθηκε κατά σχεδόν 4 φορές (!), από το 11,9% στο 3,3%...
Στο σύνολο δε των φορολογικών εσόδων του κράτους, ύψους 467,4 δισ. ευρώ μέσα στη δεκαετία, που περιλαμβάνουν και τους έμμεσους φόρους, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία επιβαρύνουν τα λαϊκά στρώματα, η συμμετοχή των «αναξιοπαθούντων» (μεταξύ των οποίων και οι πολυεθνικές)  δεν ξεπέρασε το 7,6%.
Μάλιστα, ενδεικτικό της φορολογικής «δικαιοσύνης» είναι ότι από το 2004 σε σύγκριση με το 2013, το ποσοστό της συμμετοχής των «επιστολογράφων» του κ. Στουρνάρα  στα συνολικά φορολογικά έσοδα έχει μειωθεί κατά τέσσερις σχεδόν φορές (!) και από το 11,9% έχει πέσει στο 3,3%.

2)     Την περίοδο 2010 - 2013 (Πίνακας 2), την περίοδο δηλαδή των μνημονίων, της κρίσης, των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις και των «σκληρών αλλά δίκαιων μέτρων», επί συνόλου άμεσων φόρων ύψους 81,3 δισ. ευρώ, τα Νομικά Πρόσωπα έχουν πληρώσει μόλις 9 δισ. ευρώ (ποσοστό 11,1%).


Επί Μνημονίων, από τα 191,6 δισ. ευρώ των συνολικών φορολογικών εσόδων, τα Νομικά Πρόσωπα, έχουν (;) πληρώσει τα 9 δισ. ευρώ...


Όσον αφορά στο σύνολο των φορολογικών εσόδων της ίδιας περιόδου, ύψους 191,6 δισ. ευρώ, οι φόροι ύψους 9 δισ. ευρώ με τους οποίους «συμμετέχουν» στη «σωτηρία του τόπου» οι πλουτοκράτες, δεν αντιστοιχούν παρά στο 4,7%...
Συμπέρασμα πρώτο: Επί Μνημονίων και σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για τις φορολογικές δηλώσεις το 2012, το μέσο δηλωθέν εισόδημα των μισθωτών και  των συνταξιούχων μειώθηκε κατά 18% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, αλλά  η μέση φορολογική τους επιβάρυνση αυξήθηκε κατά 52%. Την ίδια περίοδο οι φόροι που αφορούν στα Νομικά Πρόσωπα (μεταξύ αυτών μονοπώλια και πολυεθνικές) έχουν μειωθεί κατά 4 φορές…
Συμπέρασμα δεύτερο: Οι επιτελείς του γραφείου του κ.Στουρνάρα θα πρέπει να ελέγξουν μήπως κάποιος βάζει κατά λάθος τις ευχαριστήριες επιστολές προς τον κ. Στουρνάρα στη στοίβα με τις επιστολές διαμαρτυρίας…



Ακόμα πιο συγκινητική πάντως κι από την αναφορά του για τις «επιστολές διαμαρτυρίας» που δέχεται από τις πολυεθνικές, ήταν η απάντηση του υπουργού στην ερώτηση του Νίκου Χατζηνικολάου αν η κυβέρνηση θα πει ποτέ και κανένα «όχι» στην τρόικα. «Δεν φαντάζεστε πόσα όχι έχουμε πει στην τρόικα!», διαμαρτυρήθηκε ο στριμωγμένος κ.Στουρνάρας.
Και επ’ αυτού δεν υπάρχει, φυσικά, καμία αμφιβολία. Να μερικές αποδείξεις:
«Το Μνημόνιο είναι διαβατήριο εξόδου από την επικίνδυνη ζώνη της χρεοκοπίας» (Γ. Στουρνάρας, παρουσίαση έκθεσης του ΙΟΒΕ, 5/7/2010).
«Το Μνημόνιο είναι ένα αναγκαίο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής (...). Αν βγούμε από το Μνημόνιο σήμερα αυτό σημαίνει ακαριαίος θάνατος. Η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει αμέσως (...)» (Γ. Στουρνάρας, δηλώσεις στον «Βήμα FM», 21/9/2010).
«Χωρίς τη στήριξη της τρόικας, η ελληνική οικονομία θα είχε υποστεί μια απότομη συρρίκνωση...» (Γ.Στουρνάρας, εφημερίδα «Μακεδονία», 19/3/2011).
«Η μόνη εναλλακτική στο Μνημόνιο είναι η χρεοκοπία (...) το Μνημόνιο αποτελεί μονόδρομο έναντι της χρεοκοπίας, που είναι και η μόνη εναλλακτική εκδοχή» (Γ.Στουρνάρας, συνεδρίαση Επιτροπής Ερευνας και Τεχνολογίας της Βουλής, «newscode.gr», 24/5/2011)
«Δεν υπάρχει ουσιαστική εναλλακτική λύση από το μνημόνιο...» (Γ.Στουρνάρας, συνεδρίαση Επιτροπής Ερευνας και Τεχνολογίας στη Βουλή, «Express.gr», 25/05/11).
«...Ο μεγαλύτερος κίνδυνος που ελλοχεύει είναι η ακύρωση του μνημονίου...» (Γ.Στουρνάρας, παρουσίαση έκθεσης ΙΟΒΕ, 5/7/2010).
Τα παραπάνω είναι μερικά από όσα έλεγε ο κ.Στουρνάρας πριν ακόμα γίνει υπουργός. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει τα «όχι» - τόσο τα δικά του, όσο και της κυβέρνησης - τώρα που είναι (και) υπουργός.
Μόνο να: Κάθε φορά (από τις πολλές) που λέει «όχι» στην τρόικα ο κ.Στουρνάρας να μην είναι πολύ αψύς. Δεν είναι ώρα να έχουμε και κανένα διπλωματικό επεισόδιο...

email: mpog@enikos.gr

O εστεμμένος φασισμός

O εστεμμένος φασισμός


Τον φασισμό δεν τον ανδρώνει μόνον η φτώχεια που προκαλεί η άφρων πλουτοκρατία (τώρα διά της κρίσης, άλλοτε διά της διαφθοράς και της απαξίωσης της δημοκρατίας), τον ανδρώνει και η επί μακρόν καθιέρωση της πλουτοκρατίας ως της όλο και πιο ισχύουσας δύναμης στη δημοκρατία.
Ετσι εξηγείται, νομίζω, το γεγονός ότι σε χώρες που δεν βρίσκονται σε κρίση εμφανίζονται επίσης σε άνοδο ακροδεξιά κόμματα, είτε διατηρούν τον κινηματικό χαρακτήρα τους, είτε έχουν ήδη γίνει συστημικά (Αυστρία, Ιταλία, Νορβηγία, Ολλανδία και αλλού).
Οταν το κράτος βρίσκεται επί μακρόν στα χέρια της Δεξιάς, είτε «εκσυγχρονιστικής» και νεοφιλελεύθερης, είτε συντηρητικής ακόμα και αντιδραστικής, τότε και η κοινωνία μετατοπίζεται πιο δεξιά, γίνεται πιο «καθεστωτική». Το φαινόμενο αυτό εντείνεται όταν η Αριστερά (ή η θεωρούμενη ως αριστερά) προσχωρεί στη δεξιά στρατηγική διακυβέρνησης, όπως το SPD στη Γερμανία, οι Σοσιαλιστές στη Γαλλία, η Κεντροαριστερά στην Ιταλία, ή δεν κατορθώνει να προτείνει εναλλακτικά προγράμματα διακυβέρνησης, όπως συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.

Το ομογενοποιημένο σύστημα διακυβέρνησης που έχει επιβάλει η παγκοσμιοποίηση έχει πλέον μακρό παρελθόν, έχει εκλάβει πλέον καθεστωτικά χαρακτηριστικά και τείνει διαρκώς προς τα δεξιά. Με την Αριστερά ενσωματωμένη σε αυτό το μοντέλο ή ανίκανη ακόμα να το ανατρέψει, είναι φυσιολογικό ένα μέρος της διαμαρτυρίας που προκαλεί η όλο και πιο διευρυνόμενη φτώχεια (ακόμα και στις πλούσιες χώρες, Γερμανία, Αυστρία, Νορβηγία κ.α.), καθώς και η δυσανεξία που προκαλεί η όλο και πιο αδιάφορη αλλά και διεφθαρμένη δημοκρατία, να στρέφεται προς την άκρα δεξιά.
Σε χώρες όπως η δική μας (παρ’ ότι κι εδώ ο φασισμός είχε έντονη δράση στο παρελθόν) το φαινόμενο φαίνεται σαν να γεννάται τώρα (ενώ στην πραγματικότητα αναγεννάται) και ως εκ τούτου απευθύνεται στον πολύ λαό με όλη τη λούμπεν παθολογία που φέρουν οι νεοφώτιστοι μελανοχιτώνες.
Αντιθέτως στη Δύση, παρ’ ότι οι μελανοχίτωνες πάντα υπάρχουν, τα πιο μακρόβια ακροδεξιά κόμματα προσπαθούν να φορέσουν «λευκά κολάρα», όπως κάνουν τώρα οι Λεπενιστές στη Γαλλία κι έχει κάνει ήδη από καιρό η Λίγκα του Βορρά στην Ιταλία, ή οι ακροδεξιοί στην Αυστρία και αλλού.
Ο φασισμός αυτός δεν προκαλεί τρόμο στις κοινωνίες που τον έχουν συνηθίσει, παρά τη φρίκη και την απέχθεια που προκαλεί στους σκεπτόμενους πολίτες, διότι δεν είναι ένας φασισμός κυρίαρχος (ώστε να φθάσει στα εγκλήματα που έφθασε επί Χίτλερ, Μουσολίνι, Χόρτυ, Φράνκο, Πινοτσέτ κ.ά.), αλλά ένας φασισμός βοηθητικός. Για να σχηματίζονται κυβερνήσεις ή για να αναχαιτίζεται η Αριστερά, όταν δεν είναι ενσωματωμένη.
Η τάση όλου του συστήματος προς τα δεξιά χρειάζεται τον φασισμό, είτε στους δρόμους είτε στα σαλόνια, διότι ο φασισμός είναι σύμφυτος του καπιταλισμού. Καθ’ ότι ως θηρευτικό σύστημα ο καπιταλισμός χρειάζεται τους κυνηγούς του. Αλλωστε ο καπιταλισμός, κερδώος καθώς είναι, συχνά τρελαίνεται, μονίμως προκαλεί κρίσεις, ενώ ο φασισμός, κομφορμιστικός καθώς είναι, ξαναβάζει τα πράγματα στη θέση τους και αντικαθιστά τα αναρχιλίκια του καπιταλισμού με τον νόμο και την τάξη που χρειάζεται για να ’ναι αυτά τα αναρχιλίκια παραγωγικά κι όχι καταστροφικά. Συνεπώς ο φασισμός μπορεί να ’ναι πραγματικός στους δρόμους, αλλά η πραγματικότητα που τον διαμορφώνει (και τη διαμορφώνει) βρίσκεται στα σαλόνια.
Εκεί μοιράζεται το παιχνίδι. Οταν οι λαοί είναι εξουθενωμένοι, ανίσχυροι και υποταγμένοι, το ενδιαφέρον του φασισμού απορροφούν οι ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις, αυτές που προκαλούν διαρκώς ανηλεείς πολέμους μεταξύ των εταιρειών και ανά τακτά διαστήματα πολέμους μεταξύ των κρατών. Ο φασισμός στην κορυφή του συστήματος είναι που απο-φασίζει τις μοιρασιές, τις συμφωνίες, τις συρράξεις. Από την άλλη, αν οι λαοί σηκώσουν κεφάλι, ο φασισμός θα είναι πάλι αυτός που θα τους το κόψει.
Με δυο λόγια, αν για τον καπιταλισμό η δημοκρατία (η αστική αντιπροσωπευτική δημοκρατία) ήταν αναγκαία και ικανή συνθήκη για να αναπτυχθεί και να κυριαρχήσει, από καιρό και ιδίως στις μέρες μας αυτή η δημοκρατία τού έχει γίνει ένα περιττό βάρος. Οχι όμως ακόμα για πέταμα. Διότι εφ’ όσον οι θεσμοί της δημοκρατίας δύσκολα μπορούν πλέον να υπερασπισθούν τον λαό, μπορεί η ίδια να συνεχίζει να φυτοζωεί ακίνδυνη. Απ’ την άλλη μεριά, επειδή ακριβώς αυτή η κολοβωμένη δημοκρατία δεν είναι παρά μία φενάκη, στα μάτια του λαού ξεφτίζει ακόμα περισσότερο ως κάτι ανίκανο, διεφθαρμένο κι εχθρικό.
Σε έναν οργουελιανό εφιάλτη όπου το κράτος, η δημοκρατία, ο καπιταλισμός, η (μη) διάκριση των εξουσιών, τα σκάνδαλα, η προπαγάνδα, η διαφθορά, η αδικία, η φτώχεια κι όσα άλλα τέτοια, ταυτίζονται, ή παραπέμπουν το ένα στο άλλο, κάθε προσδοκία περί του αντιθέτου, κάθε κοινό περί δικαίου αίσθημα, κάθε όνειρο, καθίστανται ουτοπικά, κινδυνώδη, ακόμα και παράνομα. Και κατά μίαν έννοια αυτή είναι η αλήθεια. Στον ξεσαλωμένο καπιταλισμό της εποχής μας η δημοκρατία έχει εκπέσει να ’ναι ένα προσωπείο του υψηλού φασισμού. Και για αυτό πολλοί διανοούμενοι και της αριστεράς και της δεξιάς διατείνονται  ότι η δημοκρατία είναι από καιρό νεκρή. Με τους θεσμούς της να ’ναι σε χρήση, πλην όμως κενοί και ατελέσφοροι, ή να λειτουργούν απλώς κατευναστικά για να ωραιοποιούν ένα πολίτευμα τύποις μεν δημοκρατικό, ουσία δε αλλοτρίων δυνάμεων φάσγανο.
Οι διανοούμενοι αυτοί, επιστήμονες, πολιτικοί και καλλιτέχνες, έχουν δίκιο. Αλλά πιο μεγάλο δίκιο έχουν οι λαοί κατά το μέρος των πολιτών εκείνων που δεν πιστεύουν ότι η δημοκρατία είναι δυνατόν να είναι νεκρή. Θα ήταν σαν να αποδέχονταν, σε αυτήν την περίπτωση, την έξοδο των λαών, την έξοδο των πολιτών, την έξοδο του εαυτού τους από την Ιστορία. Παράλογο.
Ενα παράλογο που ανακαλεί τη λογική (η οποία a propos θανατώνει τον φασισμό). Κι ό,τι θανατώνει τον φασισμό, ξεγυμνώνει τον καπιταλισμό. Γιατί όμως η λογική αντιστρατεύεται το σύστημα και θανατώνει και τον κλώνο του; Διότι βρίσκει παράλογη την καταστροφή του πλανήτη, τους πολέμους, την εξαθλίωση των πολλών για να βάλουν κι άλλα λεφτά στον ποπό τους οι λίγοι - μέλλοντες νεκροί κι αυτοί, όπως όλοι οι θνητοί, αλλά τελείως αφιλοσόφητοι, άρα ανήθικοι. Ο φασισμός, ως πλήρης αποδέσμευση των «υπερανθρώπων» από κάθε ηθική δέσμευση απέναντι στους άλλους, έχει τη φιλοσοφία του: τον κυνισμό. Εχει και την ηθική του: την κόλαση. Ο καπιταλισμός όμως, εν προκειμένω ο καπιταλιστής, δεν χαρακτηρίζεται από τέτοιες παραμέτρους - είναι απολύτως ηλίθιος.
Κυνηγώντας το ένα χαρτονόμισμα μετά το άλλο, στην πραγματικότητα προσφέρει την ισχύ που έτσι αποκτάει σε αυτόν που τον προστατεύει, τον φασισμό. Ο ηλίθιος  και ο σατανικός, ή ο ηλίθιος που είναι σατανικός, ή ο σατανικός που δεν μπορεί να είναι ούτε ηλίθιος, αυτό είναι το ανώτατο στάδιο που μπορεί να φθάσει ο καπιταλισμός. Αυτό είναι το δώρο που μπορεί αυτό το σύστημα να προσφέρει στον άνθρωπο.
Υπήρξε το Αουσβιτς. Υπήρξαν (και συνεχίζουν να πληθύνονται) τα εκατομμύρια κι εκατομμύρια των νεκρών ανθρώπων από πείνα, από φτώχεια, από πόλεμο, από αρρώστια που θα μπορούσε να θεραπευθεί, αυτό είναι το δώρο του καπιταλισμού στον άνθρωπο. Σήμερα «της Γης οι κολασμένοι» είναι περισσότεροι από κάθε άλλη φορά και σε χειρότερη κατάσταση από ποτέ! Σήμερα που ο κόσμος στη βάση της τρέχουσας τεχνολογίας θα μπορούσε να είναι ένας παράδεισος της εργασίας, της επιστήμης, της τέχνης και του ελεύθερου χρόνου, είναι αντιθέτως μια κόλαση με ιεραρχία Αουσβιτς. Ενα παράλογο που οι ευφημισμοί της προπαγάνδας το εμφανίζουν ως λογικό. Κάτι που παραλύει τους ανθρώπους, ακυρώνει τις φιλοδοξίες τους για ισονομία, ισηγορία, κοινωνική δικαιοσύνη -όσα δηλαδή αποτελούν το περιεχόμενο τη δημοκρατίας- και φυτεύει μέσα στην ψυχή τους κι όχι μόνον μέσα στο μυαλό τους τη βεβαιότητα της ματαιότητας. Δηλαδή τον θάνατο.
Ομως η ομορφιά δεν είναι μάταιη. Η ζωή που αντιλαμβάνεται την ομορφιά είναι δώρο. Αν κάτι σκοτώνει το viva la muerte, το ζήτω ο θάνατος των φασιστών, είναι ένα μωρό που ρωτάει τη μαμά του τι είναι οι μέλισσες. Είναι η αναζήτηση του νοήματος σε αυτά που μας συμβαίνουν.
Θα σταματήσει ποτέ ο άνθρωπος να αναρωτιέται;  Μόνον αν γίνει βαδίζων-νεκρός. Απόδειξη; Ας υποθέσουμε ότι όλα αυτά που γράφω είναι λάθος. Τις βούλεται αγορεύειν λοιπόν, θα ρωτήσει ο κήρυκας κι ένας άλλος θα λάβει τον λόγο κι ύστερα κι άλλος, κι άλλος.
Αυτή είναι η ακατάλυτη δύναμη της δημοκρατίας. Οσο και να την ατιμάζει ο καπιταλισμός, όσο κι αν την απονεκρώνει ο φασισμός, τόσον την τιμά ο λαός. Διότι του δίνει υπόσταση.
Μπορεί λοιπόν στις μέρες μας η δημοκρατία να έχει τάση προς τα δεξιά, μπορεί να απαξιώνεται απ’ τους λίγους και να αποξενώνεται απ’ τους πολλούς, αλλά ο ιστορικός χρόνος έχει αποδείξει ότι αυτό μπορεί να ’ναι μόνον μια προϋπόθεση για το αντίθετο. Διότι υπάρχει η μνήμη. Και η αλήθεια στην οποίαν η μη λήθη οδηγεί...
«Κάκιστος βίος και πονηρός τοις ανθρώποις εστίν, ότε ψεύδος προκρίνεται της αλήθειας» έλεγαν οι άνθρωποι ήδη απ’ την αυγή της Ιστορίας. Γιατί; Διότι «η αλήθεια και το δίκαιο έχουν μεγαλύτερη δύναμη απ’ το ψέμα και το άδικο», όπως έλεγε ο Αριστοτέλης...


email: stathis@enikos.gr

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More