Η νεολαία φαίνεται να τιμωρείται και να «περιφρουρείται» συνεχώς για αυτή της την εξέγερση. Αρχικά με βιολογική καταστολή και βία στη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας, και στη συνέχεια με υφέρπουσα καταστολή και περιθωριοποίηση την περίοδο της «ομαλής» δικτατορίας του κεφαλαίου.
Τα πρώτα 40 χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου χαρακτηρίστηκαν ως μεταπολίτευση: ψηφοφορία, λόγοι και εμβατήρια που ποτέ δεν έφεραν την αλλαγή, όπως ακούγεται στον ηλεκτρικό Θησέα. Τα επόμενα δέκα χρόνια δεν έχουν χαρακτηριστεί ακόμα: το τέλος της μεταπολίτευσης, περίοδος μνημονίων, οικονομική κρίση, και λίγο πανδημία. Το σίγουρο είναι πως στο πέρασμα όλων αυτών των χρόνων η νεολαία όλως περιέργως παραμένει στο στόχαστρο. Όλως περιέργως γιατί η εξέγερση του ’73 ξεκίνησε και τροφοδοτήθηκε με το αίμα της νεολαίας, κάτι που θεωρητικά τιμάται στα τραγούδια και στις γιορτές των επισήμων, αλλά ποτέ στην πράξη της καθημερινής ζωής. Αντιθέτως.
Η νεολαία φαίνεται να τιμωρείται και να «περιφρουρείται» συνεχώς για αυτή της την εξέγερση. Αρχικά με βιολογική καταστολή και βία στη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας, και στη συνέχεια με υφέρπουσα καταστολή και περιθωριοποίηση την περίοδο της «ομαλής» δικτατορίας του κεφαλαίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα πως όλα τα μετέπειτα πανεπιστήμια χτίζονταν έξω από τις πόλεις, ώστε οι «ανατρεπτικές» ιδέες τους να μην εισέρχονται στον αστικό ιστό. Και να μην υπάρχει και χώρος ασύλου μέσα σε αυτόν. Το ίδιο περιθωριοποιήθηκαν και αναγορεύτηκαν σε ρομαντικές ψευδαισθήσεις οι ιδέες και τα οράματα που ενέπνευσαν την εξέγερση: ο σοσιαλισμός, η λαϊκή κυριαρχία, ο αντιϊμπεριαλισμός, η κοινωνική δικαιοσύνη έγιναν ανεμόμυλοι για τρελούς και ονειροπόλους Δον Κιχώτηδες.
Και για να περιφρουρηθεί το κράτος από αυτές, οι κυβερνήσεις φρόντισαν να τοποθετήσουν το κάθε κυνικό και ανεπάγγελτο κομματόσκυλο σε θέση ευθύνης, ώστε να ελέγχει τη ροή των διορισμών και της εξουσίας στο δημόσιο αρχικά, και στον ιδιωτικό τομέα στη συνέχεια. Όλο αυτό ονομάστηκε τα τελευταία χρόνια, με οργουελικό ευφάνταστο τρόπο, αριστεία. Αποτέλεσμα η αποσάθρωση κάθε θεσμού με δυναμική, από την ΕΦΕΕ έως τη ΓΣΕΕ, και τελικά η νεολαία έμεινε απροστάτευτη, έρμαιο στους διώκτες της, έως ότου ένα μεγάλο κομμάτι οδηγήθηκε στη μετανάστευση και το υπόλοιπο στην κατάθλιψη, φυλακισμένο στα παιδικά και εφηβικά του δωμάτια και όνειρα.
Ακόμα και η επιλογή να παραμείνουν τιμωρείται από την πλειοψηφία των σκυλιών του συστήματος. Στους χώρους εργασίας πόσες φορές δεν έχετε ακούσει τον κάθε αγράμματο διορισμένο με προσόν την ικανότητα να έρπει κοντά σε κυβερνητικούς βουλευτές, να λέει θα μου πουν εμένα τα παιδάκια τι να κάνω; Τα παιδάκια τα οποία έβγαλαν τα μάτια τους στο διάβασμα, ενώ αυτοί τα έβγαζαν με την κάθε λογής εξουσία. Πόσους έχει βολέψει η (ουσιαστική) κατάργηση της μονιμότητας, καθώς μπορούν με μεγαλύτερη ευκολία να εκμεταλλευτούν τους επικουρικούς /αναπληρωτές/συμβασιούχους νέους εργαζόμενους δεύτερης κατηγορίας. Πόσες φορές δεν έχει ακουστεί το ‘ξέρεις τι πέρασα εγώ στην ηλικία σου’, από ανθρώπους που απλά ονειρεύονταν πότε θα περάσει ο καιρός για να ξύνονται ακόμα περισσότερο, έχοντας βρει άλλους να δουλεύουν.
Και αυτό συγκροτεί την πραγματική χρησιμότητα που έχουν για τη νέα γενιά, μια θέση δούλων, το πιο εύκολα εκμεταλλεύσιμο (μετά τους μετανάστες) κομμάτι του (επιστημονικού και μη) προλεταριάτου. Και για όποιον τολμήσει να φέρει αντίρρηση, ο πέλεκυς θα πέσει βαρύς: είσαι μικρός ακόμα, αντέχεις, κοινώς περίμενε να γεράσεις μήπως προλάβεις να πάρεις σύνταξη τουλάχιστον, καθώς τα δικά μας προνόμια δε θα τα δεις ούτε στον ύπνο σου. Και η πλάκα βέβαια είναι ότι δε θέλουμε να τα δούμε. Τα όνειρα μας δεν περιορίζονται στο να κρυφτούμε πίσω από ένα βαθμό ή γραφείο. Πεθαίνεις στα 18, παίρνεις σύνταξη στα 60, έγραφε ένα παλιό (όπως φαίνεται και από το όριο ηλικίας) σύνθημα.
Αυτή ήταν η συνέχεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Όχι από τους τότε αγωνιστές που το γύρισαν όπως τόσο εύκολα πλασάρεται ως αφήγημα. Εξάλλου αυτή ένα λεωφορείο δε γεμίζουν. Αλλά από ανθρώπους που βρίσκονται κάθε φορά σε κάθε περίοδο έτοιμοι να οικειοποιηθούν και να εκμεταλλευτούν κάθε κενό που προκύπτει σε περιόδους αναταραχής, από πατριδοκάπηλους δεξιούς έως υπερεπαναστάτες αριστεριστές, με κοινό στοιχείο την επιθυμία να χειραγωγούν και να ελέγχουν κάθε νέο και ανατρεπτικό, αρκεί να μην απειλήσει το status qvo τους. Αυτοί και το εκμεταλλευτικό σύστημα που υπηρετούν είναι οι συνεχείς δολοφόνοι της νέας γενιάς, φονιάδες ονείρων και ιδανικών. Και αν κάτι πέρα από τα κλισέ είναι όντως επίκαιρο από το Νοέμβρη, είναι η ανάγκη της νέας γενιάς να βάλει φωτιά σε όλους αυτούς, ώστε να μπορέσουν να αναπνεύσουν τα όνειρα μας. Όπως λέει και ένα σύνθημα ανθρώπινος δε γίνεται ο καπιταλισμός, και τότε και τώρα ίδιος ο εχθρός.
Πάνος Χριστοδούλου, Βιοπαθολόγος/Εργαστηριακός Ιατρός, Ιατρός Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Ιατρικής, MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας, MSc Διατροφής, Τροφίμων και Μικροβιώματος, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών, PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης