«Κάτι έχει αλλάξει στη λειτουργία των δυτικών οικονομιών, ίσως με αρχή τη δεκαετία του '80, χωρίς ακόμα και τώρα να είναι ορατή η αλλαγή, κάτι που δεν αντιμετωπίζεται ούτε με τις φούσκες που ενίοτε δημιουργούνται. Η οικονομική στασιμότητα και η ύφεση φαίνεται ότι γίνονται ενδημικά χαρακτηριστικά των δυτικών οικονομιών».
Aυτό υποστηρίζει ο διάσημος Larry Summers, επίτιμος πρόεδρος του Harvard και πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ. Άποψη που στηρίζει κι ο νομπελίστας οικονομολόγος Paul Krugman, ταράσσοντας τα νερά στους διεθνείς κύκλους άσκησης οικονομικής πολιτικής.
Την άποψή τους ενισχύει το γεγονός ότι οι ανεπτυγμένες οικονομίες δεν έχουν εξέλθει από τη στασιμότητα, παρότι έχουν περάσει τουλάχιστον πέντε χρόνια από τη μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Με άλλα λόγια, δεν δημιουργείται ικανοποιητική ζήτηση στις οικονομίες
της Δύσης, εδώ και πολλά χρόνια, ενώ η θετική επίδραση από τις φούσκες,
άλλοτε στην τεχνολογία κι άλλοτε στα ακίνητα, περιορίζεται ολοένα και
περισσότερο.
Εν ολίγοις, το πρόβλημα φαίνεται πως θα είναι μόνιμο
αλλάζοντας τις συνθήκες λειτουργίας των παραδοσιακών οικονομικών
μοντέλων. Φαίνεται πως δημιουργείται μια νέα κατάσταση την οποία στο
εξής θα θεωρούμε κανονική, ένα «new normal» με πολύ χαμηλά επιτόκια.
Το
πρόβλημα είναι ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να κατεβάσουν τα
επιτόκια στο μηδέν. Αλλά το φυσιολογικό επιτόκιο με το οποίο θα
οδηγούμασταν σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης είναι πλέον κατά τους οικονομολόγους αρνητικό. Όμως, αν υπάρξει αρνητικό επιτόκιο τα λεφτά θα φύγουν από τις τράπεζες και θα πάνε σε σεντούκια. Ποιες λύσεις βλέπουν οι διάσημοι οικονομολόγοι.
ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Στην ομιλία του στο ΔΝΤ ο Larry Summers τόνισε ότι η αδυναμία της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ να μειώσει κάτω του μηδενός το ονομαστικό επιτόκιο, γεγονός που αποδυναμώνει την ισχύ της πολιτικής της, είναι το πιεστικότερο πρόβλημα για την οικονομία της υπερδύναμης.
Όπως σημείωσε, τα τελευταία 50 χρόνια, η Federal Reserve προχωρούσε σε μειώσεις των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων της κατά τη διάρκεια υφέσεων για να τονώσει την οικονομική ανάπτυξη. Τώρα, έχει δημιουργηθεί ένα νέο πρόβλημα. Η Fed κατέβασε το επιτόκιο στο μηδέν, όμως η ανάκαμψη είναι ακόμα αργή.
Το
πρόβλημα, όπως επισήμανε ο Summers, είναι ότι το φυσιολογικό επιτόκιο
-σημείο όπου οι επενδύσεις και οι καταθέσεις θα οδηγούσαν σε επίπεδα
πλήρους απασχόληση- είναι πλέον αρνητικό. Η Fed δεν
μπορεί να μειώσει το ονομαστικό επιτόκιο κάτω του μηδενός διότι ο κόσμος
θα επιλέξει τότε να καταχωνιάσει τα χρήματά του αντί να τα ξαναβάλει
στην τράπεζα. Αυτό ονομάζεται zero lower bound (ζώνη μηδενικών επιτοκίων) και έχει περιορίσει την ισχύ της δράσης της.
Για να αντισταθμιστεί αυτό το πρόβλημα, η Fed έχει χρησιμοποιήσει μη συμβατικά προγράμματα, όπως το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Έχει στόχο να μειώσει τα μακροπρόθεσμα επιτόκια και να φέρει
μεγαλύτερες επενδύσεις. Το QE είναι ο τεχνικός όρος για την αγορά από
την ίδια ομολόγων και άλλων τίτλων ύψους δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ακόμα και
με αυτές τις κινήσεις, όμως, το φυσιολογικό επιτόκιο παραμένει
κολλημένο κάτω από το μηδέν. Η μείωση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων είναι
το ισχυρότερο εργαλείο που έχει η Fed για να τονώσει την απασχόληση σε
περιόδους ύφεσης, όμως η ισχύς του έχει περιοριστεί από το zero lower bound και γι' αυτό η ανάκαμψη είναι αδύναμη.
Το πραγματικό πρόβλημα όμως είναι ευρύτερο. Εάν υπάρξει νέα ύφεση τώρα ή τα επόμενα χρόνια, η Fed θα έχει ακόμα πιο περιορισμένη δυνατότητα να την αντιμετωπίσει, αφού τα επιτόκιά της είναι ήδη μηδενικά, προειδοποίησε ο L. Summers.
«Φανταστείτε
μια κατάσταση όπου το φυσιολογικό επιτόκιο και το επιτόκιο
εξισορρόπησης έχουν μειωθεί σημαντικά κάτω από το μηδέν», ανέφερε. «Τότε
η συμβατική μακροοικονομική λογική μας αφήνει με ένα πολύ σοβαρό
πρόβλημα. Ο λόγος είναι ότι όλοι φαίνεται να συμφωνούμε στο ότι αν και
μπορείς να διατηρήσεις τα επιτόκια των ομοσπονδιακών καταθέσεων σε
χαμηλό επίπεδο για πάντα είναι πολύ πιο δύσκολο να εφαρμόσεις έκτακτα
μέτρα για πάντα, αν και τα προβλήματα μπορεί να συνεχίσουν να υπάρχουν
για πάντα».
Σύμφωνα με τον ίδιο, θεωρητικά υπάρχουν κάποιοι τρόποι με τους οποίους μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό το θέμα:
* Η Fed θα μπορούσε να επιτρέψει την ύπαρξη υψηλότερου πληθωρισμού, δίνοντας έτσι κίνητρα στον κόσμο να ξοδέψει χρήματα, αντί να τα καταχωνιάζει.
* Θα μπορούσαμε να κινηθούμε προς μια κοινωνία χωρίς ρευστό,
όπου όλο το χρήμα θα είναι ηλεκτρονικό. Αυτό θα καθιστούσε αδύνατο το
καταχώνιασμα των χρημάτων εκτός τράπεζας, δίνοντας τη δυνατότητα στη Fed
να μειώσει τα επιτόκια κάτω του μηδενός και ωθώντας τον κόσμο να
ξοδέψει περισσότερα.
Και οι δύο ιδέες, θεωρητικά, θα ξεπερνούσαν το πρόβλημα του zero lower bound.
«Νομίζω
πως αυτό που δεν έχει αντιληφθεί ο κόσμος είναι ότι τίποτα δεν έχει
τελειώσει» και ότι «μπορεί να χρειαστεί τα ερχόμενα χρόνια να σκεφτούμε
πώς θα διαχειριστούμε μια οικονομία στην οποία τα μηδενικά ονομαστικά
επιτόκια αποτελούν χρόνιο και συστημικό εμπόδιο για τις οικονομικές δραστηριότητες», δήλωσε ο Summers.
ΕΠΙΚΡΟΤΕΙ Ο KRUGMAN
«Και οι
δικές μου σκέψεις είναι παρόμοιες, όμως η διατύπωση του Larry (Summers)
είναι πολύ πιο ξεκάθαρη και δυνατή, και συνολικά καλύτερη απ' οτιδήποτε
έχω κάνει εγώ ποτέ», σχολίασε στη στήλη του στους New York Times ο Paul
Krugman.
Αναπτύσσοντας περαιτέρω τις δηλώσεις Summers, ο Krugman εξήγησε πως, αν και δεν χρησιμοποιεί τον όρο παγίδα ρευστότητας,
κινείται αποδεχόμενος ότι η αμερικανική είναι μια οικονομία της οποίας η
νομισματική πολιτική περιορίζεται εκ των πραγμάτων από τη ζώνη των
μηδενικών επιτοκίων (ακόμα και αν θεωρήσει κανείς ότι οι κεντρικές
τράπεζες θα έπρεπε να κάνουν περισσότερα) και πως αυτό αντιστοιχεί σε
μια κατάσταση στην οποία το φυσιολογικό επίπεδο των επιτοκίων -δηλαδή το
επιτόκιο στο οποίο το επιθυμητό επίπεδο αποταμιεύσεων και το επιθυμητό
επίπεδο επενδύσεων θα συνέπιπταν με την πλήρη απασχόληση- είναι
αρνητικό.
Στην κατάσταση αυτή, οι συνήθεις κανόνες της οικονομικής πολιτικής δεν ισχύουν,
αφού οι αποταμιεύσεις πλήττουν την οικονομία, ακόμα και τις επενδύσεις,
και η εμμονή στα χρέη και στα ελλείμματα βαθαίνουν την ύφεση.
Σε ένα
τέτοιο περιβάλλον οι δαπάνες, ακόμα και οι μη παραγωγικές, είναι
καλύτερες από το τίποτα. Κατά τον Krugman, ο Summers δηλώνει επίσης
εμμέσως ένα σημαντικό επακόλουθο: ότι δηλαδή αυτό δεν ισχύει μόνο για
τις δημόσιες δαπάνες και πως και οι περιττές ιδιωτικές δαπάνες είναι
καλές. «Πολλοί απεχθάνονται αυτήν τη λογική - θέλουν να υπάρχει ηθική
στην οικονομία και δεν ενδιαφέρονται για το πόσοι θα υποφέρουν»,
σχολιάζει ο Krugman. «Όμως εδώ έρχεται το ριζοσπαστικό κομμάτι της
παρουσίασης του Summers: η εκτίμησή του ότι αυτή μπορεί να μην είναι
απλώς μια προσωρινή κατάσταση».
«Γνωρίζουμε
τώρα πως η οικονομική επέκταση του 2003-2007 οφείλεται σε μια φούσκα.
Έτσι, μπορεί να μπει κανείς στον πειρασμό να πει ότι η νομισματική
πολιτική συνέχεια ήταν πολύ χαλαρή και πως τα χαμηλά επιτόκια έχουν
ενθαρρύνει την επανεμφάνιση φούσκας. Όμως, όπως τονίζει ο Summers,
υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι η νομισματική
πολιτική υπήρξε πολύ χαλαρή και αυτό είναι η έλλειψη πληθωρισμού».
Όπως
αναφέρει ο Summers, «ούτε η μεγάλη φούσκα ήταν αρκετή να παραγάγει
συνολικά ζήτηση… Ούτε με την τεχνητή παρακίνηση της ζήτησης που προήλθε
από όλη την οικονομική απρονοησία βλέπεις την υπέρβαση(…), το πρόβλημα
μπορεί να είναι εκεί για πάντα».
Σύμφωνα με τον Krugman, η απάντηση του Summers είναι ότι ίσως η αμερικανική οικονομία χρειάζεται τις φούσκες
για να μπορέσει να επιτύχει επίπεδα πλήρους απασχόλησης και ότι όταν
αυτές απουσιάζουν η οικονομία έχει αρνητικά φυσιολογικά επιτόκια.
Ο Summers
έκανε λόγο για χρόνια οικονομική στασιμότητα, που οφείλεται σε
δημογραφικούς παράγοντες, η οποία έχει ακραίες επιπτώσεις. Όπως
επισήμανε, ακόμα και οι policymakers που είναι πρόθυμοι να παραδεχθούν
ότι η παγίδα ρευστότητας κάνει τη συμβατική αντίληψη περί σύνεσης στην
πολιτική να μοιάζει με ανοησία θεωρούν ότι πρέπει να
δράσουν τώρα προκειμένου να αποτρέψουν μελλοντικές κρίσεις. Ωστόσο, η
τωρινή κρίση δεν έχει περάσει και, όπως τόνισε ο Summers, «τα
περισσότερα από αυτά που θα γίνονταν υπό την αιγίδα της αποτροπής μιας
μελλοντικής κρίσης θα ήταν αντιπαραγωγικά».
Κατά τον
ίδιο, η επίσημη ατζέντα περιλαμβάνει λιγότερα μέτρα νομισματικής και
δημοσιονομικής πολιτικής απ' ό,τι παλαιότερα, παρά το γεγονός ότι η
οικονομία παραμένει σε βαθύτατη κάμψη. Επίσης, ακόμα και η βελτίωση των
χρηματοοικονομικών κανονισμών δεν είναι απαραίτητα κάτι καλό, αφού
μπορεί να αποθαρρύνει τον ανεύθυνο δανεισμό, σε μια περίοδο όπου οποιεσδήποτε δαπάνες είναι καλές για την οικονομία.
Το βασικό
πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι τα πραγματικά επιτόκια είναι πολύ υψηλά -
παρότι είναι αρνητικά (μηδενικά ονομαστικά επιτόκια μείον κάποιο ποσοστό
πληθωρισμού). Εάν όμως η αγορά θέλει ένα πολύ αρνητικό πραγματικό
επιτόκιο, τότε τα προβλήματα θα επιμείνουν μέχρις ότου βρεθεί τρόπος να υπάρξει ένα τέτοιο επιτόκιο.
Κατά τον
Krugman, μια λύση στο πρόβλημα αυτό θα ήταν η ανασυγκρότηση ολόκληρου
του νομισματικού συστήματος - όπως για παράδειγμα με την κατάργηση του
φυσικού χρήματος και με την πληρωμή αρνητικών επιτοκίων στις καταθέσεις.
Ένας άλλος τρόπος θα ήταν να αξιοποιηθεί το επόμενο boom -είτε αυτό
πρόκειται για φούσκα είτε οφείλεται σε επεκτατική δημοσιονομική
πολιτική- ώστε να αυξηθεί ο πληθωρισμός και να παραμείνει σε
διαχειρίσιμο επίπεδο.
«Προτάσεις τέτοιου είδους, βέβαια, προκαλούν οργισμένες αντιδράσεις»,
σχολιάζει ο Krugman. «Όμως, σε μια παγίδα ρευστότητας, οι αποταμιεύσεις
μπορεί να είναι προσωπική αρετή, αλλά κοινωνικά καθίστανται ελάττωμα».
Όπως λέει
και ο Summers, η κρίση δεν έχει τελειώσει μέχρι να… τελειώσει. Και η
οικονομική πραγματικότητα τώρα είναι ότι οι κανόνες της ύφεσης θα έχουν
εφαρμογή για πολύ μεγάλο διάστημα.