Poutanique τεχνη, εσυ τα φταις ολα!

Να είναι τέχνη; Επάγγελμα ή μήπως ματαιοδοξία;

Ο μουσικός του πεζοδρόμου!!

Ξαφνικά την καλοκαιρινή ηρεμία στο μικρό μας Μεσολόγγι σκέπασε μια γλυκιά μελωδία που έρχονταν από το βάθος του πεζοδρόμου. Όσο πλησίαζε.....

Να πως γινεται το Μεσολογγι προορισμος!

αι θα αξιοποιηθεί. Ακούγονται διάφορες ιδέες και έχουν συσταθεί αρκετές ομάδες πολιτών που προτείνουν υλοποιήσιμες και μη ιδέες προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος και έμμεσα να επωφεληθούμε όλοι.....

Ποσα κτηρια ρημαζουν στο Μεσολογγι;

Ένα από τα θέματα του δημοτικού συμβούλιου στις 27/ 11 είναι η «Εκμίσθωση χώρου για κάλυψη στεγαστικών αναγκών του Δήμου». Οι πρώτες σκέψεις που μου έρχονται στο μυαλό είναι πως μετά από τόσα χρόνια και πώς μετά από τόσο κονδύλια έχουμε φτάσει ....

Μεσολόγγι - αδέσποτα ώρα μηδέν.

Αδέσποτα, ένα ευαίσθητο θέμα για όσους είναι πραγματικά φιλόζωοι* και με τις δυο έννοιες της λέξης. Ας αρχίσουμε να μιλάμε για τις αβοήθητες ψυχές που ξαφνικά βρεθήκαν απροστάτευτες στον δρόμο όχι από το τέλος δηλαδή από τα αποτελέσματα που βλέπουμε...

Facebook, φωτογραφιες με σουφρωμενα χειλη...

Κάλος ή κακός αγαπητοί φίλοι διανύουμε μια εποχή που θέλει τους περισσότερους άμεσα εξαρτημένους από τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωση τύπου face book. Έρχεται λοιπόν το Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας

26 Ιαν 2022

Έτσι εκτινάχθηκαν οι τιμές της ενέργειας

 Εκτινάχθηκαν οι τιμές λιανικής ρεύματος στην Ελλάδα – Τι δείχνουν τα  στοιχεία της Eurostat για το πρώτο εξάμηνο του 2020

Οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες διαβεβαίωναν κατηγορηματικά ότι ο ανταγωνισμός θα οδηγούσε στη μείωση των τιμών του φυσικού αερίου και του ηλεκτρισμού, προς όφελος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Όμως, από τη δεκαετία του 2000 έχει συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Κι αν η χαοτική οικονομική ανάκαμψη μετά την αναστάτωση της πανδημίας πυροδότησε την τρέχουσα έκρηξη των τιμών, η απορρύθμιση προκαλεί μια πολύ πιο ανησυχητική δομική αύξηση των τιμών. Χαρακτηριστική είναι η ανάλυση του παραδείγματος της Γαλλίας, η οποία στις βασικές της γραμμές ισχύει για όλη την Ε.Ε. –και βεβαίως για την Ελλάδα.

Από τα τέλη του καλοκαιριού του 2021, οι τιμές της ενέργειας ακολουθούν έντονη ανοδική πορεία σε όλο τον κόσμο. Στη Γαλλία, από την 1η Ιανουαρίου έως τον Οκτώβριο του 2021, η ρυθμιζόμενη από την κυβέρνηση τιμή του φυσικού αερίου αυξήθηκε κατά 57% για τα νοικοκυριά. Η ηλεκτρική ενέργεια ακολουθεί τον ίδιο δρόμο: καθώς η μεγαβατώρα πέρασε, μέσα σε μια δεκαετία, από τα 120 ευρώ στα 190, αναμένεται ότι το 2022 ο λογαριασμός των ιδιωτών θα εκτιναχθεί στα ύψη. Η κρίση αυτή οδηγεί τον πληθωρισμό της ευρωζώνης στο υψηλότερο σημείο του από το 2008 (3,4% μέσα σε έναν χρόνο) και απειλεί ιδιαίτερα τα άτομα σε επισφάλεια και τις επιχειρήσεις. Όσο κι αν πολλοί σχολιαστές αιτιολογούν το φαινόμενο αποκλειστικά με βάση την οικονομική συγκυρία, οι πραγματικοί λόγοι θα πρέπει να αναζητηθούν στις Βρυξέλλες.

Στις 19 Σεπτεμβρίου του 1996, οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης υιοθετούν μια κοινοτική οδηγία σχετικά με τους «κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας». Για τη διαχείριση αυτού του φυσικού μονοπωλίου, πολλά κράτη-μέλη έχουν δημιουργήσει μια ολοκληρωμένη δημόσια υπηρεσία που διασφαλίζει την παραγωγή, τη μεταφορά και τη διανομή του ρεύματος. Όμως, οι Βρυξέλλες επιθυμούν να εγκαθιδρύσουν «μια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας με ανταγωνισμό και ανταγωνιστικότητα». Μέσα σε λιγότερα από δύο χρόνια, μια άλλη οδηγία εκκινεί την ιδιωτικοποίηση του φυσικού αερίου.

Η μέθοδος επινοήθηκε από τους οικονομολόγους της Σχολής του Σικάγο, δοκιμάστηκε πειραματικά στη Χιλή του Πινοσέτ και κατόπιν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στηρίζεται σε δύο αρχές. Ο «διαχωρισμός ιδιοκτησίας» αποσκοπεί στην απομόνωση δραστηριοτήτων που προηγουμένως ήταν ενσωματωμένες στο πλαίσιο μιας ενιαίας δημόσιας επιχείρησης, έτσι ώστε να καταστούν ανεξάρτητες η μία από την άλλη. Αντικείμενο ιδιαίτερης φροντίδας είναι οι δραστηριότητες διαχείρισης των δικτύων, οι οποίες οφείλουν να διαχωριστούν εντελώς από τις υπόλοιπες, πρώτα λογιστικά και μετά και νομικά, προκειμένου να διασφαλίζεται «ακριβοδίκαιη» μεταχείριση σε όλους τους παραγωγούς και τους παρόχους που θα ανταγωνίζονται στις απορρυθμισμένες αγορές. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, από τη Γαλλική Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (EDF) αποσπάστηκαν το Δίκτυο Μεταφοράς Ηλεκτρισμού (RTE) και το Γαλλικό Δίκτυο Διανομής Ηλεκτρισμού (ERDF, το οποίο στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Enedis). Όσον αφορά το Γαλλικό Φυσικό Αέριο (GDF, μετά την ιδιωτικοποίησή του μετονομάστηκε σε GDF Suez και στη συνέχεια σε Engie), το δίκτυο αγωγών αερίου υψηλής πίεσης και οι δραστηριότητες διανομής μεταβιβάστηκαν αντίστοιχα στην GRTgaz και στο Γαλλικό Δίκτυο Διανομής Φυσικού Αερίου (GRDF).

Η δημιουργία χρηματιστηρίων φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, στα οποία διαμορφώνονται οι τιμές αγοράς, ανταποκρίνεται στη δεύτερη θεμελιώδη αρχή του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Η αποστολή τους συνίσταται στην αντικατάσταση των τιμολογήσεων που ρυθμίζονταν από τις δημόσιες αρχές. Στη Γαλλία, η επιχείρηση Powernext δημιούργησε το δικό της Χρηματιστήριο Ηλεκτρικής Ενέργειας το 2001 και το Χρηματιστήριο Φυσικού Αερίου το 2008, πριν οι εθνικές αγορές ενσωματωθούν σταδιακά σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Δημιουργήθηκαν αρκετοί τύποι συμβολαίων, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των παρόχων ενέργειας. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επιτρέπουν την ετεροχρονισμένη παράδοση ποσοτήτων ανά έτος, μήνα, ακόμα και για την επόμενη εβδομάδα, με τιμή καθορισμένη εκ των προτέρων. Τα συμβόλαια άμεσης παράδοσης («spot») αφορούν παραδόσεις της επομένης ημέρας ή εντός ολίγων ημερών, καθώς και τις αγορές σε πραγματικό χρόνο.

Η απελευθέρωση του αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος δεν εμφάνιζε παντού τα ίδια πολιτικά διακυβεύματα ούτε τις ίδιες δυσκολίες. Για παράδειγμα, η Γαλλία ουσιαστικά δεν παράγει φυσικό αέριο και είναι υποχρεωμένη να το εισάγει. Το 2020, οι κυριότεροι προμηθευτές της ήταν η Νορβηγία (36%), η Ρωσία (17%), η Ολλανδία και η Αλγερία (8% καθεμία) και η Νιγηρία (7%)1. Από τη στιγμή που η διαχείριση του δικτύου κατέστη «ανεξάρτητη» από το μέχρι τότε ιστορικό μονοπώλιο, οι ανταγωνιστές του έχουν τη δυνατότητα να αγοράζουν αέριο από διάφορες χώρες παραγωγής και να το πωλούν στους καταναλωτές, καταβάλλοντας απλώς τέλη για το δικαίωμα χρήσης των γαλλικών υποδομών. Ο πλέον ανταγωνιστικός πάροχος είναι εκείνος που προμηθεύεται φυσικό αέριο στην καλύτερη τιμή… ή συμπιέζει περισσότερο το λειτουργικό κόστος του.

Επιδοτήσεις νέου είδους

Στο παρελθόν, το Γαλλικό Φυσικό Αέριο υπέγραφε μακροχρόνιες συμβάσεις προμήθειας φυσικού αερίου, διάρκειας συνήθως δέκα ως δεκαπέντε ετών. Εκτός από τη διασφάλιση της ομαλότητας του ανεφοδιασμού, η διάρκεια των συμβολαίων πρόσφερε το πλεονέκτημα της χρηματοδότησης των υποδομών (αγωγών αερίου, τάνκερ μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου, τερματικών σταθμών…) χωρίς να απαιτείται η ανάληψη υπερβολικών επιχειρηματικών κινδύνων. Στις αρχές της ιδιωτικοποίησης, οι περισσότεροι νέοι πάροχοι στήριζαν και αυτοί τις προμήθειές τους σε μακροχρόνιες συμβάσεις. Όμως, κάτω από την πίεση ενός εντεινόμενου ανταγωνισμού, κυριάρχησαν τα συμβόλαια άμεσης παράδοσης.

Σύμφωνα με τον Τομά Ρεβερντύ, κοινωνιολόγο ειδικό στις τιμές της ενέργειας, αυτή η εξέλιξη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον καιροσκοπισμό των βιομηχάνων. «Όταν οι τιμές των συμβολαίων άμεσης παράδοσης άρχισαν να πέφτουν», μας εξηγεί, «οι μεγάλοι επιχειρηματικοί καταναλωτές ζήτησαν από τους παρόχους τους να πράξουν τα δέοντα ώστε να επωφεληθούν από αυτήν την πτώση. Για να ικανοποιήσουν το αίτημά τους, οι πάροχοι αποδεσμεύτηκαν από τις μακροχρόνιες συμβάσεις και αγόρασαν συμβόλαια άμεσης παράδοσης. Έτσι, η αγορά συμβολαίων άμεσης παράδοσης απέκτησε πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα στον καθορισμό των τιμών»2. Η συγκεκριμένη τάση εντάθηκε με την αλματώδη ανάπτυξη του κλάδου του υγροποιημένου φυσικού αερίου, του οποίου η θαλάσσια μεταφορά ενισχύει τη ρευστότητα της αγοράς, αλλά και την αστάθειά της. Από το 2015, στις μακροχρόνιες συμβάσεις αντιστοιχεί πλέον μονάχα το ένα τρίτο των ευρωπαϊκών συναλλαγών. Καθώς οι τιμές του φυσικού αερίου πάντοτε επηρεάζονται από τη συγκυρία (κατάσταση της οικονομίας, θερμοκρασίες…), γίνονται σαφώς πιο ευπρόσβλητες στις κερδοσκοπικές λογικές και οι χρηματιστηριακές διακυμάνσεις μετακυλίονται άμεσα στους καταναλωτές.

Η εισαγωγή του ανταγωνισμού στο γαλλικό ηλεκτρικό σύστημα διαφαινόταν πολύ δυσκολότερη συγκριτικά με το αέριο. Όχι μόνο η Γαλλία παράγει πολύ περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια απ’ όση καταναλώνει, αλλά επιπλέον η Γαλλική Επιχείρηση Ηλεκτρισμού είναι ο ιδιοκτήτης του μεγαλύτερου μέρους των μέσων παραγωγής και κυρίως των πυρηνικών αντιδραστήρων, τους οποίους το γαλλικό κράτος δεν διανοείται να ιδιωτικοποιήσει, έστω και εν μέρει. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είχε άλλη επιλογή παρά να προσαρμόσει τη φιλελεύθερη οικονομική θεωρία στη γαλλική πραγματικότητα.

Προκειμένου να ανοίξουν ένα ρήγμα στο οιονεί μονοπώλιο της Γαλλικής Επιχείρησης Ηλεκτρισμού, οι Βρυξέλλες άρχισαν να υποστηρίζουν την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) από τον ιδιωτικό τομέα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενθάρρυνε ένα νέου τύπου σύστημα επιδοτήσεων: την εγγυημένη τιμή αγοράς της παραγόμενης από τις ΑΠΕ ενέργειας, κατά πολύ υψηλότερη από το μέσο κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού. Ο νόμος της 10ης Φεβρουαρίου 2000 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη του δημόσιου ηλεκτρικού δικτύου εγκαινιάζει την εφαρμογή αυτής της αρχής στη Γαλλία. Η συγκεκριμένη ενίσχυση, χορηγούμενη αναλογικά με τις παραγόμενες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας και χρηματοδοτούμενη από όλους τους καταναλωτές μέσω ενός ειδικού φόρου επί της ηλεκτρικής κατανάλωσης, αποσκοπεί στη «διασφάλιση» των ιδιωτικών επενδύσεων.

Όταν στις αρχές της δεκαετίας του 2010 τα φωτοβολταϊκά και οι ανεμογεννήτριες άρχισαν να κατασκευάζονται στην Ασία, η τιμή τους έπεσε κατακόρυφα. Χάρη στην εγγυημένη τιμή αγοράς, η επένδυση στις ανανεώσιμες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας έγινε εξαιρετικά κερδοφόρα και προκάλεσε παράφορο ενθουσιασμό, χωρίς να λείψουν και οι σημαντικές παρενέργειες, όπως η ανεξέλεγκτη χωροθέτηση των υποδομών. Για την περίοδο 2002-2013, η γαλλική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (CRE) υπολογίζει το κόστος της επιδότησης στα 7,4 δισ. ευρώ. Το 2020, η εγκατεστημένη ισχύς αντιστοιχούσε σε 28 γιγαβάτ για την ηλιακή και την αιολική ενέργεια έναντι 93 γιγαβάτ για το σύνολο των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος της Γαλλικής Επιχείρησης Ηλεκτρισμού. Ωστόσο, η κατακόρυφη αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας πρέπει να εξετάζεται υπολογίζοντας παράλληλα και τον «συντελεστή φορτίου», δηλαδή το ποσοστό της ετήσιας χρησιμοποίησης των μέσων παραγωγής: το 2020 ανερχόταν σε 14,4% για τα φωτοβολταϊκά, σε 23% για τις θερμοηλεκτρικές μονάδες, σε 26,5% για τις ανεμογεννήτριες, σε 29% για τις υδροηλεκτρικές μονάδες και σε 61% για τους πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ενέργειας.

Γνωρίζοντας ότι η Γαλλική Επιχείρηση Ηλεκτρισμού θα συνεχίσει παρ’ όλα αυτά να διατηρεί ένα σημαντικό προβάδισμα όσον αφορά την παραγωγή, αφού θα εξακολουθήσει να έχει στη διάθεσή της τους πυρηνικούς σταθμούς, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιθυμεί να δημιουργήσει ανταγωνισμό στο επίπεδο των παρόχων. Όμως, σε αυτήν την περίπτωση, το ζήτημα της τιμής είναι καθοριστικό καθώς, για να εδραιωθούν στην αγορά, οι ιδιώτες πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας οφείλουν να κάνουν ανταγωνιστικές προσφορές.

Το Παρίσι και οι Βρυξέλλες κατέληξαν σε έναν συμβιβασμό στις αρχές της δεκαετίας του 2010. Από τη μια πλευρά, η Γαλλική Επιχείρηση Ηλεκτρισμού θα διαθέτει κάθε χρόνο το ένα τέταρτο της θερμοπυρηνικής παραγωγής της σε μια τιμή με ανώτατο όριο οριζόμενο από τις δημόσιες αρχές. Το σύστημα ονομάστηκε Ρυθμισμένη Πρόσβαση στην Ιστορική Πυρηνική Ενέργεια (Arenh). Από την άλλη, οι τιμές που ορίζονταν από τις δημόσιες αρχές και αντανακλούσαν το κόστος παραγωγής της Γαλλικής Επιχείρησης Ηλεκτρισμού οφείλουν να αντικατασταθούν από τις τιμές της αγοράς. Για τους μη οικιακούς πελάτες, το ζήτημα λύθηκε το 2016 με την απλή κατάργηση του «κίτρινου» και του «πράσινου τιμολογίου»3. Όσον αφορά τα νοικοκυριά, ο υπολογισμός του «μπλε τιμολογίου» τροποποιήθηκε έτσι ώστε να ενσωματώσει έναν συντελεστή που αντανακλά την τιμή του ρεύματος στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ενέργειας: κατ’ αυτόν τον τρόπο, εάν οι τιμές αγοράς αυξάνονται, αυξάνεται αντίστοιχα και το «ρυθμιζόμενο από τις αρχές τιμολόγιο ρεύματος»4, και μάλιστα χωρίς να αιτιολογείται από αύξηση του κόστους παραγωγής.

Πιο πρόσφατα, οι Βρυξέλλες θέλησαν να ενθαρρύνουν έναν νέο τύπο εμπορικών προσφορών που ονομάστηκε «δυναμική τιμολόγηση». Οι τιμές του Χρηματιστηρίου Ενέργειας μετακυλίονται σε πραγματικό χρόνο (ανά ώρα) στον καταναλωτή, χάρη στην τεχνολογία των περιβόητων «επικοινωνούντων μετρητών» τύπου Linky. Η ευρωπαϊκή οδηγία της 5ης Ιουνίου 2019 δεν αρκείται στην αδειοδότηση της δυναμικής τιμολόγησης, αλλά και την επιβάλλει «σε κάθε πάροχο που έχει περισσότερους από 200.000 τελικούς πελάτες». Αυτός ο τρόπος υπολογισμού μεταφέρει τον χρηματιστηριακό κίνδυνο στον καταναλωτή, δηλαδή στα νοικοκυριά, στους τοπικούς φορείς και στις επιχειρήσεις5.

Η σταδιακή αντικατάσταση των καθορισμένων τιμολογίων από τις τιμές αγοράς κάθε άλλο παρά ανώδυνη είναι. Στον «παλαιό κόσμο» της ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή στον κόσμο της γαλλικής δημόσιας υπηρεσίας, οι τιμές καθορίζονταν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να παρέχεται στον καταναλωτή η φθηνότερη δυνατή τιμή, επιτρέποντας ταυτόχρονα στη Γαλλική Επιχείρηση Ηλεκτρισμού να πραγματοποιεί τις αναγκαίες επενδύσεις για καλή λειτουργία του δικτύου. Ο ιστορικός πάροχος χρησιμοποιούσε τα παραγωγικά μέσα του σύμφωνα με μια «αξιολογική σειρά»: πρώτα χρησιμοποιούνταν εκείνα με το χαμηλότερο κόστος λειτουργίας (αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, υδροηλεκτρικές μονάδες, πυρηνικοί σταθμοί) και τελευταία εκείνα με το ακριβότερο κόστος λειτουργίας (θερμοηλεκτρικοί σταθμοί). Στη συνέχεια, το κράτος πρόβαινε στον καθορισμό των τιμών που καλούνταν να πληρώσουν οι καταναλωτές, οι οποίες αντανακλούσαν ένα «πλήρες» και βελτιστοποιημένο κόστος ενεργειακού μείγματος.

Με το Χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας, όλα υπολογίζονται εντελώς διαφορετικά. Η τιμή της μεγαβατώρας υφίσταται συνεχείς διακυμάνσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, σε συνάρτηση με την προσφορά και τη ζήτηση. Σε περιόδους αιχμής της κατανάλωσης, η αγορά μπορεί να προσφέρει εύκολα κέρδη στους διαχειριστές θερμοηλεκτρικών ή υδροηλεκτρικών μονάδων που διασφαλίζουν την ισορροπία του ευρωπαϊκού δικτύου. Για έναν άπληστο παραγωγό ενέργειας, δημιουργείται ο πειρασμός να κρατάει σε εφεδρεία τις ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες του και να τις θέτει σε λειτουργία τη στιγμή που οι τιμές βρίσκονται στο υψηλότερο σημείο τους… ωθώντας τις συνεπώς σε ακόμα μεγαλύτερη άνοδο.

«Επιστροφή στον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό»

Οι θερμοηλεκτρικοί σταθμοί φυσικού αερίου το 2020 κάλυψαν κατά μέσο όρο το 20% της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής –και ιδίως το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής αιχμής. Έτσι, η αύξηση της τιμής του συγκεκριμένου καυσίμου μετακυλίεται στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Σε αυτές μετακυλίονται επίσης η άνοδος της τιμής του άνθρακα και οι διακυμάνσεις διάφορων άλλων αγορών που έχουν οικοδομηθεί πάνω στο ίδιο μοντέλο: των πιστοποιήσεων εξοικονόμησης ενέργειας, των πιστοποιήσεων προέλευσης από ανανεώσιμες μορφές, των πιστοποιήσεων δυναμικότητας ηλεκτροπαραγωγής που χρησιμεύουν στους παρόχους για να δεσμεύουν μέσα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας… Η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος διαμορφώνεται από μια πλειάδα χρηματιστηριακών μηχανισμών.

Από τη στιγμή που βρέθηκαν αντιμέτωπες με την έκρηξη τιμών του φθινοπώρου του 2021, οι κυβερνήσεις προσπαθούν να παρέμβουν, αλλά έχουν ξεπεραστεί από αυτόν τον απίστευτα πολύπλοκο μηχανισμό, ιδίως από τη στιγμή που έχουν θυσιάσει το μεγαλύτερο μέρος των ρυθμιστικών εργαλείων τους στον βωμό του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού. Απομένει η φορολογία επί της ενέργειας, η οποία μειώθηκε στην Ιταλία, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία προκειμένου να συγκρατηθούν οι αυξήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος. Στη Γαλλία, η κυβέρνηση θέσπισε μια «επιταγή ενέργειας» για περίπου έξι εκατομμύρια νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα και μετέθεσε τις προβλεπόμενες αυξήσεις μετά τον Οκτώβριο του 2021 για το φυσικό αέριο και τον Φεβρουάριο του 2022 για το ηλεκτρικό ρεύμα. Οι καταναλωτές θα πληρώσουν, αλλά αργότερα: ίσως κατά την περίοδο μιας μείωσης των τιμών αγοράς… ή μετά το τέλος των γαλλικών προεδρικών εκλογών. Στις 20 Οκτωβρίου, ο πρωθυπουργός Ζαν Καστέξ εξήγγειλε επίσης την καταβολή μιας «αποζημίωσης πληθωρισμού» ύψους 100 ευρώ στα άτομα με μηνιαίο εισόδημα μικρότερο των 2.000 ευρώ.

Τα συγκυριακά αυτά μέτρα δεν ξεγελούν. Οι ενώσεις καταναλωτών καταγγέλλουν ολοένα πιο ανοιχτά το συγκεκριμένο σύστημα –και μαζί τους συμπαρατάσσονται οι μεγάλοι βιομηχανικοί πελάτες, που βρίσκονται αντιμέτωποι με μια κρίσιμη αύξηση του κόστους παραγωγής τους. Από την πλευρά τους, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις πολλαπλασιάζουν τις πρωτοβουλίες που απαιτούν την επιστροφή της ενέργειας στους κόλπους του δημόσιου τομέα. Σε μια μελέτη της, η συνδικαλιστική οργάνωση Sud Energie καλεί την κυβέρνηση «να εγκαταλείψει τον ηλεκτρισμό της αγοράς» προκειμένου «να επιστρέψει στον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, στον σχεδιασμό των επενδύσεων και σε τιμολόγηση σταθερή, δίκαια και κατανοητή από όλους»6. Η Εθνική Ομοσπονδία Ορυχείων και Ενέργειας (FNME) της συνδικαλιστικής συνομοσπονδίας CGT υπερασπίζεται ένα «προοδευτικό πρόγραμμα για την ενέργεια», ώστε να δημιουργηθεί μια ανανεωμένη δημόσια υπηρεσία7.

Όσο κι αν η έκρηξη των τιμών οδήγησε στην αναβολή του σχεδίου Hercule (Ηρακλής) για τη διάλυση της Γαλλικής Επιχείρησης Ηλεκτρισμού8, δεν προβλέπεται καμία υποχώρηση από την πλευρά των Βρυξελλών, που επιμένουν στη λογική της απορρύθμισης και της ιδιωτικοποίησης. Έτσι, η έξοδος της ενέργειας από τις λογικές της αγοράς θέτει ένα νέο ερώτημα, με πολύ ευρύτερες προεκτάσεις: πώς θα απαλλαγούμε από αυτό το υπερφιλελεύθερο ευρωπαϊκό δίκαιο που επιβάλλεται στα κράτη;


  1. «Chiffres clés de l’énergie. Édition 2021», Υπουργείο Οικολογικής Μετάβασης, Παρίσι, Σεπτέμβριος 2021.
  2. Βλ. Thomas Reverdy, «La Construction politique du prix de l’énergie», Presses de Sciences Po, Παρίσι, 2014.
  3. (Σ.τ.Μ.) Το «κίτρινο τιμολόγιο» καθοριζόταν από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και απευθυνόταν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις προτείνοντας διαφορετική τιμολόγηση ανάλογα με το κατά πόσον η κατανάλωση πραγματοποιούνταν σε ώρες αιχμής ή μη. Το «πράσινο τιμολόγιο» ήταν η αντίστοιχη εκδοχή για τις μεγάλες ενεργοβόρες επιχειρήσεις.
  4. Βλ. «Électricité, le prix de la concurrence», «Le Monde diplomatique», Μάιος 2019.
  5. (Σ.τ.Μ.) Επιπλέον, εκτός του ότι τα νοικοκυριά επωμίστηκαν το κόστος εγκατάστασης αυτών των ακριβών «έξυπνων μετρητών», οι Linky κατηγορήθηκαν ότι μπορούν να οδηγήσουν σε εμπορευματοποίηση των προσωπικών δεδομένων (καθώς μέσω της καταγραφής της αυξομοίωσης της κατανάλωσης ρεύματος αποτυπώνεται σχεδόν ξεκάθαρα η ζωή ενός νοικοκυριού), μέχρι και ότι η ασύρματη λειτουργία τους συμβάλλει στην αύξηση ακτινοβολίας εντός των κατοικιών.
  6. «Augmentation des prix de l’électricité?: dossier d’analyse», SUD Énergie, 16 Σεπτεμβρίου 2021, www.sudenergie.org
  7. «Programme progressiste de l’énergie de la FNME CGT», στο www.cgt.fr και στον ειδικά αφιερωμένο ιστότοπο www.energie-servicepublic.com
  8. Βλ. Anne Debrégeas και David Garcia, «Qui veut la mort d’EDF?», «Le Monde diplomatique», Φεβρουάριος 2021.

25 Ιαν 2022

Το μελαγχολικό φιλμικό σύμπαν του Θόδωρου Αγγελόπουλου

 «Όσοι συνεχίζουμε να κάνουμε κινηματογράφο είναι, επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Δεν είναι πια επάγγελμα αλλά τρόπος αναπνοής...» Θόδωρος Αγγελόπουλος

Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος (27 Απριλίου 1935- 24 Ιανουαρίου 2012) υπήρξε ο σημαντικότερος κινηματογραφιστής που ανέδειξε η χώρα μας κι ένας από τους σπουδαιότερους του παγκόσμιου κινηματογράφου. Κατάφερε να ξεχωρίσει από τους άλλους Έλληνες σκηνοθέτες γιατί ήταν κινηματογραφικός ποιητής, που με τη φοβερή εικαστική του ματιά έστηνε υπέροχες εικόνες.

Ποιητικός, λιτός και αφαιρετικός, ο Αγγελόπουλος καταφέρνει να πει με τη σιωπή όσα δεν μπορούν να πουν άλλοι κινηματογραφιστές με τεράστιους διαλόγους. Το βλέμμα του από την αρχή της σταδιοδρομίας του ήταν στραμμένο στην αναζήτηση της αλήθειας, πολιτικής, ιστορικής και φιλοσοφικής.

Κυρίαρχα θέματα στο φιλμικό του σύμπαν ήταν η θνητή φύση του ανθρώπου, η μετανάστευση, η επιστροφή στην πατρίδα κι η ελληνική ιστορία του 20ου αιώνα. Διακρίνεται για την αισθητική ολοκλήρωση των ταινιών του, την εικαστικότητα των πλάνων του, την αρμονία εικόνας και περιεχομένου και το υπαρξιακό βάθος των ταινιών του.

Οι αργοί ρυθμοί, η χειρουργική ακρίβεια των πλάνων, το υπομονετικό ξετύλιγμα των ιστοριών του, είναι κάποια από τα βασικά χαρακτηριστικά στον ιδιαίτερο κινηματογράφο του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Ομιχλώδη τοπία, έντονο στοιχείο του νερού, φύση. Όλα αυτά μπορεί κι άλλα πολλά μπορεί να τα απολαύσει κανείς στα στατικά πλάνα που σημάδεψαν τις ταινίες του, στα οποία υποβόσκει μια μοναξιά, μια μελαγχολία και μια αποξένωση.

Παράλληλα, στο έργο του μπορεί να αντιληφθεί κανείς τον συνδυασμό του κινηματογράφου του με το αρχαίο και μπρεχτικό θέατρο και τις άλλες μορφές τέχνης. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που η μουσική συνοδεύει άριστα την κίνηση της κάμερα, δημιουργώντας μια χορογραφία στις ταινίες του. Αναλλοίωτη παρέμεινε άλλωστε και η χημεία του με τη συνθέτρια Ελένη Καραΐνδρου, ενώ συνεργάστηκε και με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη και τον Χριστόδουλο Χαλαρή.

Κινητήρια δύναμη της ακατάπαυστης δημιουργικότητας του, ήταν η πολιτική και το όνειρο μιας άλλης Ελλάδας και ενός διαφορετικού κόσμου. Και δεν σταμάτησε ποτέ να ονειρεύεται για αυτά. Απέφευγε τα κοντινά πλάνα κι αυτό γιατί πίστευε ότι ο άνθρωπος είναι μικρός μπροστά στα όνειρα και τις χαμένες ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς, αυτής που ο ίδιος εκπροσώπησε σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Σε όλη του την καριέρα δε σταμάτησε να είναι αντικείμενο ανάλυσης και διαφωνιών. Όπως πολλοί ήταν οι θαυμαστές του πολλοί ήταν και οι επικριτές του. Ήταν απογοητευμένος από τη μιζέρια της κριτικής, αφού μια ζωή δεχόταν πολύ αμφιλεγόμενες κριτικές στην Ελλάδα, εξαιρουμένης της Αναπαράστασης. Πρώτη αμφιλεγόμενη ταινία του ήταν ο Θίασος, που αφότου συμπεριλήφθηκε ανάμεσα στις σημαντικότερες ταινίες όλων των εποχών, την αποδέχτηκαν εκ των υστέρων.

Στις 24 Ιανουαρίου του 2012 η έβδομη τέχνη έμεινε φτωχότερη, καθώς ο σπουδαίος σκηνοθέτης έφυγε από τη ζωή. Ο Αγγελόπουλος τραυματίστηκε σοβαρά κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «Η Άλλα Θάλασσα» που ετοίμαζε, όταν τον παρέσυρε μηχανή και λίγες ώρες αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο Metropolitan του Φαλήρου.

Η είδηση του θανάτου του συγκλόνισε όλο τον κόσμο, με τα διεθνή μέσα ενημέρωσης να κάνουν εκτενή αφιερώματα. Ενδεικτικό της αναγνωρισιμότητας του μεγάλου κινηματογραφιστή είναι ότι μόλις μέσα σε μία ώρα από το θάνατό του, αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο τουλάχιστον 23 γαλλικά και 20 ιταλικά αφιερώματα, ενώ αρκετά είναι και αυτά στον αμερικανικό Τύπο.

Η ζωή και το έργο του

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Το 1953 εισάγεται στη Νομική Σχολή Αθηνών, την οποία όμως εγκαταλείπει, λίγο πριν πάρει το πτυχίο του. Το 1961 έφυγε στο Παρίσι, όπου αρχικά παρακολούθησε στη Σορβόννη μαθήματα γαλλικής φιλολογίας και φιλμογραφίας, καθώς και μαθήματα εθνολογίας. To 1962 δίνει εξετάσεις και γίνεται δεκτός στην περίφημη σχολή κινηματογράφου IDHEC, την οποία όμως εγκαταλείπει, όταν έρχεται σε ρήξη με τον καθηγητή της σκηνοθεσίας και συνεχίζει τις σπουδές στο Musée de l' homme.

Το 1964 επιστρέφει στην Ελλάδα και μέχρι το 1967 εργάζεται ως κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή», μαζί με τον Βασίλη Ραφαηλίδη και την Τώνια Μαρκετάκη. Εντάσσεται στο χώρο της ευρύτερης Αριστεράς, όπου παρέμεινε ιδεολογικά μέχρι το τέλος της ζωής του.

«Ήταν καλοκαίρι του 1964. Είχα τελειώσει τις σπουδές μου στη Γαλλία και επέστρεψα στην Ελλάδα για να δω τους δικούς μου. Το λεωφορείο από το αεροδρόμιο με άφησε στο Σύνταγμα. Κατευθύνθηκε με τον σάκο στον ώμο προς το σπίτι μου. Έπεσα πάνω σε μια φοιτητική διαδήλωση. Η αστυνομία είχε πέσει πάνω στα παιδιά και τα έδερνε. Εγώ δεν είχα καμία σχέση με αυτά που συνέβαιναν, έτσι συνέχισα τον δρόμο μου. Ε, έφαγα ξύλο. Μου σπάσανε τα γυαλιά. Γύρισα στο σπίτι μου πολύ αναστατωμένος. Ένιωσα σαν να βρισκόμουν μπροστά σ’ ένα δίλημμα “σ’ ενδιαφέρει αυτός ο τόπος ή όχι;” Είχα πει στη φίλη μου την Τώνια Μαρκετάκη που μου είχε προτείνει να κάνω κριτική κινηματογράφου στην εφημερίδα “Αλλαγή” ότι είχα έρθει στην Ελλάδα για να φύγω. Την άλλη μέρα την τηλεφώνησα και της είπα ότι θα μείνω. Κι έμεινα. Για να καταλάβω. Έκανα τις πρώτες μου ταινίες (“Αναπαράσταση”, “Μέρες του ’36” και “Θίασος”) για να καταλάβω την Ελλάδα…», είχε δηλώσει ο Θόδωρος Αγγελόπουλος.

Γύρισε μόλις 13 ταινίες αλλά ήταν αρκετές για να τον καθιερώσουν ως έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους δημιουργούς τους παγκόσμιου σινεμά. Με τον κινηματογράφο άρχισε να ασχολείται το 1965 και το 1968 παρουσίασε την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, Εκπομπή, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Το 1970, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, Αναπαράσταση, κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς και άλλες διακρίσεις στο εξωτερικό, και σηματοδότησε την αυγή του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου.

Μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, σκηνοθετεί το πρώτο μέρος της Τριλογίας της Ιστορίας, τις «Μέρες του `36» (1972). Το 1974 έρχεται η εμβληματική ταινία «Ο Θίασος», η οποία κατέκτησε δεκατρία βραβεία. Γυρίστηκε κάτω από αντίξοες συνθήκες, καθώς προκειμένου να εξασφαλίσει άδεια για τα γυρίσματα, υποβάλλει ψεύτικο σενάριο στον Ζουρνατζή, τον αρμόδιο υπουργό της κυβέρνησης Μαρκεζίνη το φθινόπωρο του 1973, λέγοντας ότι η ταινία είχε ως θέμα, τον μύθο των Ατρειδών.

Η ταινία επρόκειτο να συμμετάσχει επισήμως και στο φεστιβάλ των Καννών την ίδια χρονιά, όμως η τότε συντηρητική κυβέρνηση επιδίωξε και κατάφερε να αποτρέψει κάτι τέτοιο, επειδή θεωρούσαν ότι η ταινία αφηγείται την σύγχρονη ελληνική ιστορία από αριστερή σκοπιά. Τελικά προβλήθηκε στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» όπου προκάλεσε ευχάριστα κοινό και κριτικούς, με πιο κορυφαία και συγκινητική στιγμή όταν ο Γερμανός σκηνοθέτης Werner Herzog σηκώθηκε, ανέβηκε στη σκηνή και φίλησε τα παπούτσια του Αγγελόπουλου.

«Αποτελούμενη από μόλις 80 πλάνα, το καθένα του ένα σχολαστικό κάδρο με λεπτές κινήσεις της κάμερας, η ταινία δε μπορεί να κατανοηθεί πλήρως χωρίς γνώση της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας και της ‘Ορέστειας’ του Αισχύλου. Κι όμως είναι δυνατόν να νιώσεις δέος χωρίς να την καταλάβεις απόλυτα: Φτιαγμένη υπό τη σκιά της δικτατορίας, η ταινία ακολουθεί έναν θίασο ηθοποιών που ταξιδεύει σε μια χώρα λεηλατημένη από τον εμφύλιο πόλεμο, κι αν κάποιες λεπτομέρειες είναι δύσκολο να αποκωδικοποιηθούν, το πολιτικό μήνυμα του Αγγελόπουλου και οι δεσποτικές εικόνες του περνάνε με δύναμη», είχε αναφέρει ο Scott Tobias.

 

Το 1977 οι «Κυνηγοί» που προτάθηκαν για Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών κλείνουν την «τριλογία της ιστορίας». Το 1980 σκηνοθετεί τον «Μεγαλέξανδρο», μια τετράωρη πολιτική αλληγορία, και στη συνέχεια μια τηλεταινία για την Αθήνα.

Από το 1984 μέχρι το 1988 δουλεύει αδιάκοπα και ολοκληρώνει την «τριλογία της σιωπής», που περιλαμβάνει το «Ταξίδι στα Κύθηρα» (1984), τον «Μελισσοκόμο» (1986) και το «Τοπίο στην Ομίχλη» (1988).

Η επόμενη τριλογία, η «τριλογία των συνόρων», αφορούσε τη σχέση της Ελλάδας με τις γειτονικές βαλκανικές χώρες με τις οποίες μοιράζεται μια ιστορία κι ένα πεπρωμένο:. Ξεκίνησε με το «Μετέωρο βήμα του πελαργού» (1991), την ταινία που οδήγησε στον αφορισμό του Αγγελόπουλο από τον μητροπολίτη Αυγουστίνο Καντιώτη, συνέχισε με το «Βλέμμα του Οδυσσέα» (1995) και ολοκληρώθηκε με το «Η αιωνιότητα και μια μέρα» (1998), που κέρδισε και το Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ των Καννών.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι στην τελετή απονομής των βραβείων του φεστιβάλ των Καννών συνέβη ένα απροσδόκητο και αναπάντεχο γεγονός, το οποίο συζητήθηκε μετά τη λήξη της απονομής. Μετά την ανακοίνωση της επιτροπής ότι η ταινία κέρδισε το Μεγάλο βραβείο, δηλαδή την δεύτερη θέση, ο σκηνοθέτης της, Θεόδωρος Αγγελόπουλος, εμφανίστηκε φανερά ενοχλημένος από αυτή την εξέλιξη, καθώς πίστευε ότι στην ταινία άξιζε το ανώτατο βραβείο. Όταν λοιπόν ανέβηκε στη σκηνή για να παραλάβει το βραβείο, είπε «Αν αυτό έχετε να μου δώσετε, τότε δεν έχω να πω τίποτα», αφήνοντας άφωνο και αμήχανο τον παρουσιαστή.

Η «τριλογία της μοντέρνας Ελλάδας» του μεγάλου σκηνοθέτη δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε, μετά τον ξαφνικό θάνατο του. Ωστόσο το 2004 γύρισε το «Το λιβάδι που δακρύζει» και το 2008 τη «Σκόνη του Χρόνου».

Ο Αγγελόπουλος συνεργάστηκε πολλές φορές με μεγάλους ηθοποιούς, όπως ο Νταφόε, η Ζακόμπ, ο Πικολί, ο Γκανζ και η Ζαν Μορό, ωστόσο στήριζε και τη νέα γενιά ηθοποιών, καθώς στο «Λιβάδι που δακρύζει» είχε επιλέξει την Αϊδίνη και τον Πουρσανίδη που δεν είχαν ακόμα αποφοιτήσει από τη δραματική σχολή εκείνη την περίοδο.

Αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας των Πανεπιστημίου των Βρυξελλών, του Πανεπιστημίου X Ναντέρ (Nanterre) στο Παρίσι και του Πανεπιστημίου του Έσσεξ (Essex). Μαζί με τον Βασίλη Ραφαηλίδη υπήρξε συνιδρυτής του περιοδικού «Σύγχρονος Κινηματογράφος», ενώ ολόκληρες μελέτες και διατριβές πάνω στις ταινίες σας κυκλοφορούν απ’ όλες τις χώρες του κόσμου σε Ευρώπη, Αμερική κι Ασία.

Αγγελόπουλος και ποίηση

Είναι σχετικά άγνωστο, ότι ξεκίνησε από την ποίηση και δημοσίευε ποιήματα στη Νέα Εστία, πολύ πριν ασχοληθεί με το σινεμά, αλλά δεν έχει εκδώσει κάποια ποιητική συλλογή.

Ένα ανέκδοτο ποίημα του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, γραμμένο το 1982:

Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία, αλλά δε μπορώ να κάνω το ταξίδι σας.

Είμαι επισκέπτης.
Το κάθε τι που αγγίζω με πονάει πραγματικά..

Κι έπειτα, δε μου ανήκει.
Όλο και κάποιος βρίσκεται να πει ''δικό μου είναι".

Εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου, είχα πει κάποτε με υπεροψία.

Τώρα καταλαβαίνω πως το τίποτε είναι τίποτε.

Ότι δεν έχω, καν, όνομα.

Και πρέπει να γυρεύω ένα κάθε τόσο.

Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάζω. Ξεχάστε με στη θάλασσα.

Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία.

Για τον Αγγελόπουλο έχουν πει μεγάλοι σκηνοθέτες

«Μέσα από το φακό του, ο Αγγελόπουλος κοιτάει τα πράγματα σιωπηλά. Είναι το βάρος αυτής της σιωπής και η ένταση του αμετακίνητου βλέμματος της κάμερας του Αγγελόπουλου, που κάνει τον Μεγαλέξανδρο τόσο δυνατό, που ο θεατής δεν μπορεί να αποδράσει από τη οθόνη. Αυτού του είδους η κινηματογράφηση, τόσο προσωπική και μοναδική στην ιδιαιτερότητά της, τείνει να επιστρέφει στις ρίζες του σινεμά. Αυτό ακριβώς είναι που δημιουργεί την εντύπωση της φρεσκάδας και της δύναμης. Όσο για μένα, παρακολουθώντας αυτό το φιλμ, ένιωσα βαθιά την απόλαυση του κινηματογράφου, με την πιο απόλυτη έννοια του όρου».
Ακίρα Κουροσάβα

«Είδα τον 'Μελισσοκόμο' που άλλοτε θεωρούσα μια καλή ταινία. Τώρα, αντιλαμβάνομαι πως είναι ένα αριστούργημα. Είναι μια εμπειρία απίστευτα συγκλονιστική».
Ίνγκμαρ Μπέργκμαν

«Έφυγα από τις Κάννες μαγεμένος από το ‘Βλέμμα του Οδυσσέα’. Στο Τόκιο που βρίσκομαι τώρα με ακολουθεί. Πιστεύω ότι είναι μια ταινία που θα μείνει στην ιστορία του σινεμά».
Βιμ Βέντερς

Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος μπορεί να έφυγε αλλά οι ταινίες του μας ακολουθούν θέλοντας να μας ανοίξουν τα μάτια και να δείξουν ένα κομμάτι της ιστορίας. Ευτυχώς, στο σινεμά αντίθετα με τη ζωή, ακριβώς όπως πίστευε και ο ίδιος, η αναζήτηση μπορεί να συνεχίζεται...

Η γέννηση του γαλλικού ρεστοράν

 Τι σημαίνει η λέξη "ρεστοράν". Πως ξεκίνησαν να λειτουργούν τα πρώτα  εστιατόρια σερβίροντας "θαυματουργό" ζεστό ζωμό. Ποιες ανάγκες  εξυπηρετούσαν τα χωριστά δωμάτια - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Η γαλλική κουζίνα ήταν για πολύ καιρό διαχωρισμένη σε συντεχνίες: οι «τροφοδότες» πουλούσαν ραγού, οι πανδοχείς κρασί, οι ψήστες κρέας… Ύστερα, στα μέσα του 18ου αιώνα, εμφανίστηκε το restaurant –και καθιερώθηκε αμέσως μετά την Επανάσταση. Μια πολύ ενδιαφέρουσα κοινωνικο-πολιτιστική ματιά σε ένα γαλλικό φαινόμενο, που συμπληρώνει το πρόσφατο άρθρο μας «Κοινωνιολογία της υψηλής γαστρονομίας: Η συνταγή για να γίνεις μεγάλος σεφ»1.

Με τις απαρχές τους να βρίσκονται στα πρώτα «βιβλία κουζίνας» που δημοσιεύτηκαν στη Γερμανία και στην Ιταλία στα τέλη του 15ου αιώνα, ταυτόχρονα με τα πρώτα εκτυπωμένα έργα, οι πρακτικές της γαλλικής γαστρονομίας εδραιώθηκαν το 1651 με τη δημοσίευση του «Cuisinier françois» του Λα Βαρέν2. Το έργο αυτό συνοψίζει τις μαγειρικές μεθόδους της αριστοκρατίας και περιγράφει έναν τρόπο μαγειρικής τυπικά γαλλικό, διαφορετικό από τις διατροφικές συνήθειες του Μεσαίωνα, κυρίως χάρη στη χρήση καινούργιων μπαχαρικών και γεύσεων, αλλά και τεχνικών καινοτομιών στην προετοιμασία των τροφίμων. Αυτή η γραμμή οριοθέτησης θα επιβεβαιωθεί από τη δημοσίευση, κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, αρκετών έργων του ίδιου τύπου, που το καθένα θα υποστηρίξει τις δικές του πρακτικές (μέσω συνταγών και παρατηρήσεων), αποκηρύσσοντας τις υπόλοιπες.

Ωστόσο, η γένεση του γαλλικού γαστρονομικού πεδίου δεν περιορίζεται στα πρώτα αυτά κείμενα. Παρ’ όλο που τα γραπτά καθόριζαν τις συμβολικές παραμέτρους του, η πρακτική είχε και αυτή ανάγκη από θεσμική εδραίωση. Ήταν η Επανάσταση που δημιούργησε τις συνθήκες ανάπτυξης αυτής της θεσμικής βάσης, με τη δημιουργία του restaurant, του εστιατορίου με τη γαλλική έννοια. Ο ακριβής ιστορικός δεσμός ανάμεσά τους, το αντικείμενο της ταινίας «Délicieux»του Ερίκ Μπεσνάρ που βγήκε πρόσφατα στους κινηματογράφους, παραμένει θέμα συζήτησης. Η πιο απλή ερμηνεία υποστηρίζει πως οι μάγειρες που προηγουμένως προΐσταντο στους αριστοκρατικούς οίκους αναγκάστηκαν να ανοίξουν καταστήματα όταν τα αφεντικά τους είτε διέφυγαν από τη χώρα είτε χάθηκαν κατά τη διάρκεια της Τρομοκρατίας. Παρ’ όλα αυτά, όπως παρατήρησαν ο Στίβεν Μένελ και άλλοι, «ο πρώτος χώρος αυτής της νέας μορφής εστίασης ανοιχτής προς το κοινό –που ονομάστηκε ρεστοράν– έκανε την εμφάνισή του στο Παρίσι κατά τη διάρκεια των δύο δεκαετιών που προηγήθηκαν της Επανάστασης»3.

Ίσως η πιο πειστική εξήγηση να είναι πως, καταργώντας το σύστημα των συντεχνιών, η Επανάσταση δημιούργησε τις συνθήκες για τη μεταφορά των μαγειρικών πρακτικών των τεχνιτών της αριστοκρατίας προς την αστική τάξη, μέσω του νέου θεσμού του εστιατορίου4. Παραδοσιακά, ανεξάρτητα μαγαζιά πουλούσαν ζωμούς «ρεστοράν» (δηλαδή αναζωογονητικούς, από το σχετικό ρήμα «restaurer»), δηλαδή κονσομέ με βάση το κρέας, κατάλληλα για την αποκατάσταση των εξασθενημένων δυνάμεων. Γύρω στα 1765, κάποιος Μπουλανζέ, προμηθευτής «ρεστοράν» ή αλλιώς ζωμών, ανοίγει ένα κατάστημα στο Παρίσι, όπου πρότεινε, εκτός από τους ζωμούς του, και τρόφιμα των οποίων η πώληση υπόκειτο στο σύστημα των συντεχνιών. Η συντεχνία των «τροφοδοτών» (ταυτόχρονα μάγειρες και προμηθευτές) θα τον οδηγήσει σε δίκη, στο τέλος της οποίας το δικαστήριο θα δικαιώσει τον Μπουλανζέ, σηματοδοτώντας έτσι την επικείμενη εξαφάνιση του συστήματος των συντεχνιών και ενθαρρύνοντας ταυτόχρονα την ανάπτυξη αυτών των νέου τύπου καταστημάτων που πουλούσαν μαγειρευτά για επιτόπια κατανάλωση. Αν και χρειάστηκαν αρκετές δεκαετίες πριν ο όρος «ρεστοράν» αναγνωριστεί επίσημα με την τωρινή του έννοια, τα νέου τύπου καταστήματα απογειώνονται αμέσως μετά την Επανάσταση. Υπήρχαν ήδη πεντακόσια ή εξακόσια επί Αυτοκρατορίας και κάπου τρεις χιλιάδες κατά τη διάρκεια της Παλινόρθωσης των Βουρβόνων (1814-1848).

Εδώ έχουμε αναμφίβολα μια απεικόνιση του θριάμβου του Παρισιού επί της υπόλοιπης Γαλλίας, με τον ίδιο τρόπο που η Επανάσταση θριάμβευσε επί της μοναρχίας: το τέλος του διαχωρισμού ανάμεσα στο Παρίσι και τις Βερσαλλίες μετακίνησε τους άξονες της πολιτικής, του πολιτισμού και του εμπορίου προς την πρωτεύουσα, η οποία έγινε το αδιαφιλονίκητο κέντρο. Εξάλλου, ενόσω το Παρίσι θεμελίωνε πλέον τη φήμη του στα εστιατόριά του, η μυστηριακή αύρα που περιέβαλλε τον θεσμό μεγέθυνε τη συμβολική κατασκευή του Παρισιού, όπως το σημείωνε η Ρεμπέκα Σπανγκ: «Καθώς μεγάλωνε η φήμη των ρεστοράν της πόλης, διαδιδόταν και ο μύθος του Παρισιού ως το μέγα στρωμένο τραπέζι του έθνους»5.

Άπαξ και εγκαταστάθηκαν στην πρωτεύουσα, τα εστιατόρια πολλαπλασιάστηκαν γρήγορα και στην υπόλοιπη χώρα, ενώ τα παραδοσιακά καπηλειά και πανδοχεία μεταμορφώθηκαν και αυτά σε ρεστοράν. Ταυτόχρονα, ένα είδος αριστοκρατικής μεγαλοπρέπειας και υπερβολής που συντηρούνταν στα στενά όρια της υψηλής κουζίνας διαδιδόταν από το Παρίσι προς διάφορες «προχωρημένες» περιοχές της επαρχίας. Όπως το γράφει ο Ζαν-Ρομπέρ Πιτ: «Όσον αφορά τη φινέτσα των παλαιών αριστοκρατικών οίκων, ξαναβρίσκεται στα πολυτελή εστιατόρια των μεγάλων λεωφόρων του Παρισιού (Café Riche, Café Anglais κ.λπ.), της πλατείας Μπελκούρ της Λυών ή στις αλέες του Τουρνύ στο Μπορντό. Εκεί εφαρμόστηκαν οι περίτεχνες και μόλις κωδικοποιημένες συνταγές του Αντονέν Καρέμ, του μάγειρα των “εκτάκτων” (των επίσημων γευμάτων για σημαντικές περιστάσεις) της Αυτοκρατορίας και της Παλινόρθωσης, και ύστερα των διαδόχων του –του Ντυγκλερέ, του Ουρμπαίν Ντυμπουά και τέλος του Εσκοφιέ. Εκεί παρασκεύαζαν τα πιο ωραία ψάρια και οστρακοειδή, το φουαγκρά Στρασβούργου –που έγινε το σύμβολο του καλού φαγητού»6.


  1. Rick Fantasia, «Κοινωνιολογία της υψηλής γαστρονομίας: Η συνταγή για να γίνεις μεγάλος σεφ», «Le Monde diplomatique – ελληνική έκδοση», 26 Δεκεμβρίου 2021, monde-diplomatique.gr.
  2. Επανεκδόθηκε με τον τίτλο «Le Cuisinier françois», εισαγωγή των Mary και Philip Hyman, Manucius, Ούιγ, 2001.
  3. Stephen Mennell, «All Manners of Food: Eating and Taste in England and France from the Middle Ages to Present» (2η έκδοση), University of Illinois Press, Σικάγο, 1996.
  4. Είναι η άποψη που εκφράζεται από τον Ζαν-Ρομπέρ Πιτ στο «Gastronomie française. Histoire et géographie d’une passion», Fayard, Παρίσι, 1991.
  5. Rebecca Spang, «The Invention of the Restaurant: Paris and Modern Gastronomic Culture», Harvard University Press, Κέμπριτζ, 2000.
  6. Ζαν-Ρομπέρ Πιτ, «Naissance et expansion des restaurants», στο Jean-Louis Flandrin et Massimo Montanari (επιμ.), «Histoire de l’alimentation», Fayard, Παρίσι, 1996.

  • Κοινωνιολόγος, συγγραφέας του «Gastronomie française à la sauce américaine. Enquête sur l’industrialisation de pratiques artisanales», Seuil, συλλογή «Liber», Παρίσι, 2021.

Μια συλλογικότητα γεννιέται. Γιατί και πως την χρειαζόμαστε;

 https://i1.wp.com/www.nostimonimar.gr/wp-content/uploads/2016/07/art-resistance.jpeg?resize=640%2C480&ssl=1

Γιάννης Μπρούζος

Συμβολή στον προσυνεδριακό διάλογο για την ίδρυση νέας αριστερής συλλογικότητας

Τί μας “διδάσκει” η πανδημία;

Όπως ξέρουμε και νιώθουμε, αν κάτι κατακλύζει το ατομικό και συλλογικό βίωμα του “τώρα”, την ζωή όλων μας σήμερα, αυτό είναι η πανδημία και η διαχείρισή της σε όλα τα επίπεδα. Λένε πολλοί/ες ότι το συμβάν της πανδημίας οδήγησε -με τα μέτρα προστασίας, τα λοκντανουν, την υποχρεωτικότητα του εμβολισμού μεταξύ άλλων- στην ενίσχυση του κρατικού αυταρχισμού, στην καταπάτηση και περιστολή των ατομικών ελευθεριών, στην ισοπέδωση της ατομικότητάς μας, της ελευθερίας των απόψεων, του δικαιώματος έκφρασης της προσωπικής μας γνώμης (ενάντια στην “γνώμη” της επιστήμης ή της εξουσίας), του δικαιώματος να (μην)  κάνω ότι (δεν) θέλω στο σώμα μου. Και ορισμένοι/ες που τα λένε αυτά, προβαίνουν, ή/και μας καλούν να προβούμε όλοι, σε πράξεις ατομικής αντίστασης ή άρνησης γενικότερα, ενάντια σε κάθε κρατική ή θεσμική -ή εξουσιαστική θα έλεγαν- ενέργεια φτάνοντας ακόμα και στην ατομική άρνηση της απογραφής πληθυσμού.

Είναι όμως αυτό το “μάθημα” που πρέπει να πάρουμε από την πανδημία; Μήπως αυτό που έλειψε τελικά περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο -στο να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνίες αυτή την ολέθρια απειλή- δεν είναι τα δικαιώματα και οι ελευθερίες του ατόμου αλλά -αντίθετα- η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, το νοιάξιμο, η φροντίδα του διπλανού, η προστασία της φύσης και του ανθρώπου πάνω σε όλο τον πλανήτη, η θεσμική και κρατική πρόνοια; Μήπως η “επίθεση” από το κράτος δεν είναι τόσο στις ατομικές μας ελευθερίες και δικαιώματα αλλά στις συλλογικές; Και πιο συγκεκριμένα δεν είναι η δικιά μας κυβέρνηση, όπως και πολλές άλλες παγκοσμίως, η οποία δηλώνει και είναι όντως -στα όρια του γελίου μάλιστα (βλ. ταξίδια πρωθυπουργού)- ενάντια στην κρατική παρέμβαση; Δεν αφήνει η κυβέρνησή μας τους πολίτες, το σύστημα υγείας και γενικά κάθε σύστημα πολιτικής προστασίας στο έλεος της θεσμικής και υλικής κατάρρευσης; Δεν είναι με λίγα λόγια η κυβέρνησή μας αυτή που έχει κάνει ευκαιρία την πανδημία, όχι για να επιτεθεί στο άτομο, αλλά για να διαλύσει τους δημόσιους και πολιτικούς θεσμούς, τα νοσοκομεία, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τις κοινωνικές, πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις και κινήματα; Και δεν είναι ακριβώς αυτοί οι “θεσμοί” το αποκούμπι των περισσότερων “ατόμων” για να καλυφθούν οι -ατομικές- ανάγκες και επιθυμίες για υγεία, μόρφωση, εργασία και άλλα κοινωνικά αγαθά; Και για να πάμε ένα βήμα παραπέρα, δεν είναι ακριβώς στο “άτομο” που ομνύει κάθε τρεις και λίγο η κυβέρνηση μιλώντας για ατομική ευθύνη, ατομική προστασία, ατομική υπευθυνότητα; Και όλα αυτά βέβαια γιατί σε συλλογικό επίπεδο, σε θεσμικό επίπεδο δεν -θέλει να- κάνει απολύτως τίποτα;

Αν μας δίνει λοιπόν ένα μάθημα η αντιμετώπιση της πανδημίας, δεν είναι ότι χρειαζόμαστε περισσότερη “ατομικότητα” -εξ’ άλλου από αυτήν έχουμε μπόλικη τόσες δεκαετίες που μας την ταίζει ο καπιταλισμός- αλλά περισσότερη “συλλογικότητα”. Και συγκεκριμένα χρειάζεται να ξανασκεφτούμε και να ξαναπράξουμε με συλλογικό τρόπο πάνω σε όλα τα ζητήματα που μας απασχολούν, πανω στα θέματα της σίτισης, της στέγασης, της υγείας, της κοινωνικής πρόνοιας, του περιβάλλοντος, της παιδείας, της δημοκρατίας. Και χρειάζεται να το κάνουμε τώρα, περισσότερο από ποτέ, γιατί είναι ακριβώς τα καπιταλιστικά δίχτυα της ατομικής κατανάλωσης, της ατομικής ιδιοκτησίας, της φενάκης του “έχω άρα είμαι”, της ατομικής απόλαυσης -της υπεραπόλαυσης ανευ νοήματος που μόνο στην ανία και στον θάνατο οδηγεί-, της υπερπαραγωγής, της καταστροφής του περιβάλλοντος που πλέον με τόσο φανερό τρόπο μας έχουν φέρει ως ανθρωπότητα στο χείλος του γκρεμού -αν δεν έχουμε πέσει ήδη.

Γιατί εμείς τώρα;

Για την γενιά μας που βρήκε πολλά έτοιμα -όχι μόνο υλικά αγαθά, αλλά και συλλογικές κατακτήσεις, ακόμα και συλλογικότητες ή κόμματα- αλλά σιγά σιγά της στέρησαν σχεδόν τα πάντα, ήρθε η ώρα να φτιάξει κάτι από την αρχή.  Και αυτό το “κάτι” είναι μια νέα συλλογικότητα, που θα διαφέρει από τα κόμματα που “γνωρίσαμε”, που “μας έλαχαν” ως γενιά “έτοιμα” από τους προηγούμενους. Μια συλλογικότητα που κληρονομεί μελετώντας ό,τι αξίζει από τα προηγούμενες προσπάθειες της ανθρωπότητας να αντιληφθεί -κυρίως μέσω του μαρξισμού αλλά και άλλων ρευμάτων σκέψης- αλλά και να απελευθερωθεί -μέσω των κοινωνικών αγώνων και επαναστάσεων- από τα δίχτυα του καπιταλιστικού συστήματος  όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον κόσμο. Και ταυτόχρονα μια συλλογικότητα που έρχεται να μιλήσει με την φωνή μιας γενιάς που γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα στην καπιταλιστική τρέλα της υπερκατανάλωσης, και που δεν αντέχει άλλο αυτή την απάνθρωπη και αντιπεριβαλλοντική μανία του καπιταλισμού να ισοπεδώνει τα πάντα στο βωμό του κέρδους. Γιατί έχουμε καταλάβει όλοι/ες πια, ότι η ζωή μας δεν αποκτά νόημα από την ασύδοτη ατομική ελευθερία, την κατανάλωση του ενός γκατζετ μετά το άλλο, της μιας “υπηρεσίας” μετά την άλλη, του αντικειμένου που πάντα υπόσχεται την ικανοποίηση και ποτέ δεν την δίνει, της αυτιστικής ατομικής απόλαυσης -χωρίς καν την παρουσία του Άλλου-, γιατί ο λόγος του καπιταλιστή, η υπόσχεση της ευτυχίας μέσω της κατανάλωσης, είναι ένας κενός λόγος. Γιατί όλοι/ες βλέπουμε πια, πως ο πλανήτης μας μπορεί να γίνει ένα εντελώς αφιλόξενο μέρος για την ανθρωπότητα, αν συνεχίσουμε να τον χαλάμε. Εξάλλου όχι μόνο τα έντονα φαινόμενα -πυρκαγιές και πλημμύρες- αλλά και ο κορονοϊός και οι μεταλλάξεις του έχουν την αιτία τους μεταξύ άλλων και στην περιβαλλοντική υποβάθμιση.[1] Γιατί μας “χαλάει” πλέον να βλέπουμε τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα και τους αρχηγούς τους να αδιαφορούν για τα πραγματικά προβλήματα μας και να ενεργούν μόνο επικοινωνιακά για να συντηρήσουν το “πολιτικό τους κεφάλαιο”.

Τί όμως θα ήταν καλό να κάνουμε αλλιώς;

Η γέννηση μιας νέας συλλογικότητας -όπως η γέννηση ενός παιδιού- αλλάζει για πάντα το πρόσωπο του κόσμου. Πρωταρχικά για τους “γονείς” της, δηλαδή όλες και όλους εμάς που συμμετέχουμε στην ίδρυσή της και εντασσόμαστε σε αυτήν, και εν συνεχεία -αν τα καταφέρουμε- και του περιβάλλοντος κόσμου, της κοινωνίας στην οποία ζούμε αλλά και ευρύτερα του πλανήτη μας. Δεν γεννιέται βέβαια -όπως και κανένα παιδί- εν κενώ, αλλά μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια και όρια μέσα στα οποία συνυπάρχει με άλλες όμορες συλλογικότητες και με αντίρροπες βέβαια δυνάμεις. Από τη μια λοιπόν βρίσκονται τα ταυτοτικά και φυσιογνωμικά της χαρακτηριστικά και από την άλλη ο Λόγος και η στάση της προς τα έξω, προς τους μη ενταγμένους σε αυτήν ανθρώπους και προς τις άλλες δυνάμεις. Θα προσπαθήσω παρακάτω να σκιαγραφήσω την γνώμη μου επ’ αυτών και πιο συγκεκριμένα στο που πρέπει να διαφέρουμε σε σχέση με τις προσπάθειες του παρελθόντος, την κληρονομιά μας.

Εν αρχή ην ο Λόγος -γνωστό αυτό-, και το πρώτο πράγμα που πρέπει να δούμε είναι πως θα αρθρώσουμε έναν Λόγο απέναντι στον Λόγο του καπιταλιστή, με μία γλώσσα που δεν θα ορθώνει εμπόδια και φράγματα στους/ες μη μυημένους/ες σε πολιτικές οργανώσεις (ιδιαίτερα της αριστεράς με την αντίστοιχη jargon-ιδιόλεκτο), δεν θα είναι Λόγος αποκλεισμού αλλά συμπερίληψης του έτερου, του διαφορετικού.

Χρειαζόμαστε έναν Λόγο που θα περιγράφει και θα εξηγεί με όσο το δυνατόν απλούστερη γλώσσα τον καπιταλισμό ως το (αντί)κοινωνικό-οικονομικό σύστημα που βασίζεται στην ατομική ιδιοκτησία, στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και την κατασπατάληση φυσικών πόρων με επιδίωξη το ατομικό κέρδος. Ως το σύστημα που γεννά, αξιοποιεί και αναπαράγει τις ανισότητες μεταξύ φτωχών-πλούσιων, ανδρών-γυναικών, νέων-ηλικιωμένων, ατόμων διαφορετικών σεξουαλικών προτιμήσεων, ανάπηρων ή ασθενών και μη, ανθρώπων διαφορετικής καταγωγής, γλωσσικής, μορφωτικής ή πολιτισμικής προέλευσης, κρατών λαών και εθνών οδηγώντας σε διαμάχες και πολέμους.

Ταυτόχρονα χρειαζόμαστε έναν Λόγο ταυτότητας που θα περιγράφει (νοηματοδοτώντας διαφορετικά την  ατομική και συλογική ύπαρξη ύπαρξη από τον λόγο του καπιταλιστή) τις δικές μας αξίες, την ζωή, την ειρήνη, την αλληλεγγύη, την δημιουργία, την συλλογικότητα, την αρμονική σχέση ανθρώπου-φύσης ενάντια στην καταστροφή του φυσικού αλλά και ανθρωπογενούς-πολιτισμικού περιβάλλοντος και ενάντια στον καταναλωτισμό. Υπερασπιζόμαστε και αγωνιζόμαστε για την διεύρυνση των δημόσιων και δωρεάν αγαθών και υπηρεσιών (σίτιση, στέγαση, ενέργεια, υγεία, παιδεία, αθλητισμός, πολιτισμός, ασφάλιση, πρόνοια) κόντρα στην ιδιωτικοποίηση των πάντων.

Επίσης θα πρέπει να κάνουμε σαφές, τόσο μέσα από τον λόγο όσο και από τις πράξεις μας, ποιοί/ες είμαστε και με ποιους/ες είμαστε. Είμαστε με τους/τις “από κάτω”, με τους/τις καταπιεσμένους/ες του καπιταλιστικού συστήματος, με την ενότητα των εργαζομένων και των ανέργων κόντρα στην εργοδοσία, με τους/τις μετανάστες/τριες και την πολυπολιτισμικότητα κόντρα στον ρατσισμό και τον φασισμό, με το φεμινιστικό και ΛΟΑΤΚΙ[2] κίνημα κόντρα στην έμφυλη βία και την πατριαρχία.

Εν τέλει ο Λόγος μας και η πρακτική μας θα πρέπει να εξηγεί απλά και να δείχνει προς τον στρατηγικό μας στόχο, την εξάλειψη της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας,  την οριοθέτηση της κοινωνικής παραγωγής ώστε να υπηρετεί τις κοινωνικές ανάγκες χωρίς να καταστρέφει το περιβάλλον, την δημοκρατική οργάνωση της συλλογικής ζωής με βάση την αρχή “στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του, από τον καθένα σύμφωνα με τις δυνατότητές του”, τον Κομμουνισμό.

Όσον αφορά στην φυσιογνωμία μας πέρα από την αγωνιστικότητα δυο λέξεις κλειδιά νομίζω θα πρέπει να μπουν έντονα στο λεξιλόγιο και την πρακτική της συλλογικότητάς μας: “Συμπερίληψη” και “Φροντίδα” και ως προς το “μέσα”, το εσωτερικό μας, τα μέλη μας, και ως προς το “έξω”, τους άλλους ανθρώπους ή συλλογικότητες-κινήματα που προσεγγίζουμε ή μας προσεγγίζουν.

“Συμπερίληψη” ως προς το “μέσα” μας σημαίνει ότι η οργάνωση μας είναι ένα πορώδες συλλογικό σώμα, που χωράει και αγκαλιάζει κάθε άνθρωπο ανεξαρτήτως εθνικότητας, φύλου, επιπέδου μόρφωσης, γλωσσικής, πολιτιστικής και κοινωνικής προέλευσης και αναφοράς, σεξουαλικών προτιμήσεων, αναπηρίας, ασθένειας, ή άλλων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών. Ακόμα περισσότερο βλέπει όλες αυτές τις διαφορετικότητες και ως προς τις ταυτότητες και ως προς τις απόψεις-φωνές ως πραγματικό πλούτο, ως αυτό που δίνει ομορφιά και νόημα στην συλλογική ζωή και άρα όχι μόνο τις σέβεται αλλά τις επιδιώκει, τις αποζητά. “Συμπερίληψη” ως προς το “έξω” σημαίνει ότι η απεύθυνσή του λόγου και των δράσεών μας προσπαθεί να ενώσει όλες αυτές τις διαφορετικότητες, να “συνομιλήσει” μαζί τους και να “εντάξει” τους ανθρώπους που τις φέρουν (εξάλλου όλοι και όλες φέρουμε κάποια) στην συλλογικότητα μας, συνθέτοντας δημιουργικά με ανοιχτότητα και έμπνευση και όχι διαχωρίζοντας, στεγανοποιώντας και θέτοντας εμπόδια στο διαφορετικό είτε με τον λόγο είτε με τις πρακτικές μας. Συμπερίληψη σημαίνει και ενότητα για κοινούς σκοπούς με άλλες συλλογικότητες αναγνωρίζοντας το όριό μας, την αδυναμία μας δηλαδή να νικήσουμε μόνοι/ες μας.

“Φροντίδα” ως προς το “μέσα” σημαίνει ότι η οργάνωσή μας δίνει ένα ξεχωριστό νόημα στην έννοια του μέλους. Βλέπει το κάθε μέλος της σαν ένα μοναδικό άνθρωπο, με ξεχωριστά χαρακτηριστικά, ανάγκες και επιθυμίες και διατίθεται να παρέχει φροντίδα, νοιάξιμο, και να σταθεί αλληλέγγυα στα πλαίσια των δυνατοτήτων της για όποιο ζήτημα το απασχολεί ή όποιο πρόβλημα αντιμετωπίζει στην εργασία, στην υγεία, στην μόρφωση, στην φροντίδα τέκνων και οικείων, στην πολιτική και κοινωνική του ζωή. Θα πρέπει να είναι ένα αποκούμπι για το μέλος της, ένας χώρος μόρφωσης, συλλογικής και πολιτικής παιδείας, ένας χώρος που θα βρίσκει κι αυτά που δεν αγοράζονται με χρήματα. Αντίστοιχα “φροντιστική” θέλουμε να είναι και η απεύθυνση προς τα “‘εξω” στον κάθε άνθρωπο που προσεγγίζουμε ή μας προσεγγίζει αλλά ιδιαίτερα προς κάθε άνθρωπο ή κοινωνική ομάδα που βιώνει έντονα κατά περιόδους την καπιταλιστική κρίση, καταστροφικότητα και καταστολή όπως για παράδειγμα πληγέντες από φυσικές καταστροφές, ασθενείς, διωκόμενους για την πολιτική δράση τους, απωθούμενους μετανάστες ή πρόσφυγες αιτούντες άσυλο, απολυμένους εργαζόμενους κ.α. Η “φροντίδα” είναι εμφανώς ένας εμπλουτισμός της έννοιας “αλληλεγγύη”, ένας εμπλουτισμός που θέλει -εμπεριέχοντας βεβαίως την ευρύτερη αλληλεγγύη προς τους καταπιεσμένους κάθε είδους- να παρέχει επιπλέον την εξειδικευμένη και εξατομικευμένη μέριμνα και νοιάξιμο για την μοναδικότητα του κάθε ατόμου αλλά και κάθε κοινωνικής ομάδας και  των προβλημάτων που βιώνει, τις ιδιαίτερες ανάγκες και πλαίσια στα οποία λειτουργεί.

Με μια λέξη η συλλογικότητα που σήμερα έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ, θα πρέπει να είναι γλυκιά όχι όμως γλυκανάλατη και μελό. Να γλυκαίνει τους καταπιεσμένους ανθρώπους μέσα σε στην σκληρή πραγματικότητα του σύγχρονου καπιταλισμού. Γλυκιά, συντροφική, φροντιστική, δημιουργική, αλληλέγγυα, συμπεριληπτική χωρίς να χάνει την οριοθέτησή της, και την αγωνιστική και ασυμβίβαστη αντίθεσή της με το κυρίαρχο, το οποίο εξάλλου είναι στον αντίποδα όλων αυτών. Οι συλλογικότητες Συνάντηση και Αναμέτρηση μαζί με πολλές και πολλούς από εμάς ανένταχτες και ανένταχτους έχουμε ήδη πάρει την απόφαση να ιδρύσουμε μια τέτοια συλλογικότητα. Στην ιδρυτική συνδιάσκεψη -όποτε τελικά και να πραγματοποιηθεί- θα είμαστε εκεί, όλοι και όλες που την έχουμε ανάγκη. Θα είμαστε εκεί όταν αυτή η γέννηση θα αλλάζει την μορφή του κόσμου.

[1] Γιατί το “Don’t look up” δεν είναι πια science fiction, αλλά μιλάει -με πολλά προβλήματα είναι αλήθεια ως ταινία, με μια σχετική όμως περιγραφική επάρκεια- για το εδώ και τώρα

[2] (Λεσβίες, Ομοφυλόφιλοι, Αμφιφυλόφιλοι, Τρανς, Queer και Ίντερσεξ άτομα)

Ολα καλά με την “ιδιωτική πρωτοβουλία”, το “επιτελικό κράτος” και τους “άριστους” υπηρέτες τους;

  Κοινωνια Πολιτικη

(από το facebook του Νίκου Μπογιόπουλου

Αττική Οδός – Τους τη φτιάξαμε με τα δικά μας λεφτά, τους την χαρίσανε, τους την χρυσοπληρώνουμε κι αυτοί έχουν μια δουλειά: Να την κρατάνε ανοιχτή (όπως και την Κηφισίας, την Μεσογείων, την Κατεχάκη, την Μαραθώνος) μια άντε δυο μέρες το χρόνο. Ούτε αυτό! Ολα καλά με την ιδιωτική σας πρωτοβουλία, με το “επιτελικό” κράτος της και με τους “άριστους” υπηρέτες της;


Τίποτα!

Αν αυτό που ζούμε στους δρόμους της Αττικής προκύπτει μετά την “πλήρη ετοιμότητα” του κρατικού τους μηχανισμού, αν ο σχεδιασμός τους για τον εδώ και μια βδομάδα αναμενόμενο χιονιά είναι αυτός, το μόνο που έχουμε να τους ζητήσουμε είναι να μην ξανακάνουν τίποτα. Τίποτα!

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More