Poutanique τεχνη, εσυ τα φταις ολα!

Να είναι τέχνη; Επάγγελμα ή μήπως ματαιοδοξία;

Ο μουσικός του πεζοδρόμου!!

Ξαφνικά την καλοκαιρινή ηρεμία στο μικρό μας Μεσολόγγι σκέπασε μια γλυκιά μελωδία που έρχονταν από το βάθος του πεζοδρόμου. Όσο πλησίαζε.....

Να πως γινεται το Μεσολογγι προορισμος!

αι θα αξιοποιηθεί. Ακούγονται διάφορες ιδέες και έχουν συσταθεί αρκετές ομάδες πολιτών που προτείνουν υλοποιήσιμες και μη ιδέες προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος και έμμεσα να επωφεληθούμε όλοι.....

Ποσα κτηρια ρημαζουν στο Μεσολογγι;

Ένα από τα θέματα του δημοτικού συμβούλιου στις 27/ 11 είναι η «Εκμίσθωση χώρου για κάλυψη στεγαστικών αναγκών του Δήμου». Οι πρώτες σκέψεις που μου έρχονται στο μυαλό είναι πως μετά από τόσα χρόνια και πώς μετά από τόσο κονδύλια έχουμε φτάσει ....

Μεσολόγγι - αδέσποτα ώρα μηδέν.

Αδέσποτα, ένα ευαίσθητο θέμα για όσους είναι πραγματικά φιλόζωοι* και με τις δυο έννοιες της λέξης. Ας αρχίσουμε να μιλάμε για τις αβοήθητες ψυχές που ξαφνικά βρεθήκαν απροστάτευτες στον δρόμο όχι από το τέλος δηλαδή από τα αποτελέσματα που βλέπουμε...

Facebook, φωτογραφιες με σουφρωμενα χειλη...

Κάλος ή κακός αγαπητοί φίλοι διανύουμε μια εποχή που θέλει τους περισσότερους άμεσα εξαρτημένους από τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωση τύπου face book. Έρχεται λοιπόν το Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας

1 Μαΐ 2019

«Οι ρίζες του Γιάννη Ρίτσου» (ΔΕΙΤΕ ΟΛΟ ΤΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ)

(ΔΕΙΤΕ ΟΛΟ ΤΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ) 
Ένα σπάνιο ντοκιμαντέρ για τον ποιητή της «Ρωμιοσύνης».  
Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε την 1η Μαΐου 1909 στη Μονεμβασιά και έφυγε στις Στις 11 Νοεμβρίου του 1990 έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 81 ετών.

Γιάννης Ρίτσος, Οι ρίζες του


Με αυτή την αφορμή, σήμερα ανασύραμε από το αρχείο ένα ξεχωριστό ντοκιμαντέρ του Ροβήρου Μανθούλη για τον ποιητή, με τίτλο «Γιάννης Ρίτσος, Οι ρίζες του», που γυρίστηκε το 1985 από τη Γαλλική Τηλεόραση TF1, σε συμπαραγωγή με την Ελβετική SSR, την Βελγική RTBF και την ΕΡΤ.

Ένα μέρος των γυρισμάτων πραγματοποιήθηκε στην Μονεμβασιά, γενέτειρα και τόπο διαμονής του ποιητή. Το ντοκιμαντέρ βασίσθηκε στην ανάγνωση των ποιημάτων και τις αφηγήσεις του Γιάννη Ρίτσου για τη ζωή του, η οποία συμβαδίζει με την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, από τις αρχές του αιώνα, μέχρι τις μέρες μας…

Στην ταινία συμμετείχε και ο Μίκης Θεοδωράκης, που αναφέρθηκε στην ιστορία των έργων «Επιτάφιος» και «18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας», ενώ οι αφηγήσεις του ποιητή και του συνθέτη διανθίσθηκαν από πλούσιο και σπάνιο αρχειακό υλικό…

Έδιωξε βουλευτή της Χρυσής Αυγής ο μητροπολίτης Χίου

Την «πόρτα της εξόδου» αντίκρυσε ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής, Αντώνης Γρέγος από τον μητροπολίτη Χίου, Ψαρών και Οινουσσών, Μάρκο


Την «πόρτα της εξόδου» αντίκρυσε ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής, Αντώνης Γρέγος και μάλιστα από τον μητροπολίτη Χίου, Ψαρών και Οινουσσών, Μάρκο. Όλα έγιναν όταν ο χρυσαυγίτης βουλευτής προσπάθησε να καταθέσει στεφάνι στη Μονή Αγίου Μηνά για την επέτειο της σφαγής του 1822.
Τότε όμως παρενέβη ο μητροπολίτης ο οποίος και είπε: «Δίπλα στη σφαγή της Χίου είναι και το Δίστομο», σημειώνοντας ότι «η αγάπη του για το έθνος δεν του επιτρέπει να κάνει διαχωρισμό των ιστορικών γεγονότων». Μάλιστα υπογράμμισε ότι ο παππούς του χάθηκε το 1941, όταν η ναζιστική Γερμανία τορπίλισε το πλοίο του Εμπορικού Ναυτικού στο οποίο ταξίδευε ειρηνικά για να βγάλει το ψωμί των παιδιών του.
Στο νησί πραγματοποιήθηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στο ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Μηνά και επιμνημόσυνη δέηση, χοροστατούντος του Μητροπολίτη Μάρκου, στην Ιερά Μονή Αγίου Μηνά όπου τιμήθηκε η μνήμη των σφαγιασθέντων στον τόπο της σφαγής του 1822.

Το 0,2% μεγαλομπαταχτσήδων χρωστά το 80% των 104 δισ. ευρώ ληξιπρόθεσμων χρεών του Δημοσίου


Την εικόνα 4 και πλέον εκατομμυρίων μικροοφειλετών που σηκώνουν στις πλάτες τους μερικές χιλιάδες μεγαλομπαταχτσήδων καταγράφουν για ακόμα μία φορά τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), με αφορμή την προώθηση της ρύθμισης για τις 120 δόσεις που αναμένεται να κατατεθεί προς ψήφιση στη Βουλή από το υπουργείο Οικονομικών. Οι μισοί οφειλέτες δεν χρωστούν ούτε 500 ευρώ ο καθένας, περισσότεροι από 3,7 εκατ. φορολογούμενοι χρωστούν ποσά μικρότερα από 10.000 ευρώ, ενώ μόλις 79 άνθρωποι χρωστούν περισσότερα 34 δισ. ευρώ. Σημειώνεται πως ο αριθμός των οφειλετών υπό την απειλή αναγκαστικών μέτρων είσπραξης αυξήθηκε στα 1,85 εκατ., ενώ εκείνοι που ήδη τα υφίστανται αυξήθηκαν στους 1,18 εκατ. πολίτες.
Περισσότεροι από 4 εκατομμύρια πολίτες καταγράφονται από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίου Εσόδων (ΑΑΔΕ) ως οφειλέτες του Δημοσίου, με τις συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές που ανέρχονται σε 104,365 δισ. ευρώ. Ωστόσο, η πραγματική εικόνα είναι πως λιγότεροι από 20.000 φορολογούμενοι χρωστούν τα μεγάλα ποσά, που ξεπερνούν τα 300.000 ευρώ, με το χρέος που καταγράφεται από αυτούς να ξεπερνά τα 85 δισ. ευρώ, ενώ η συντριπτική πλειονότητα των οφειλετών του Δημοσίου, περισσότεροι από εννέα στους δέκα χρωστούν ποσά το πολύ έως 10.000 ευρώ.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, από το σύνολο των 4.064.750 οφειλετών, 54,6% χρωστούν ποσά κάτω των 500 ευρώ ο καθένας, οφειλές από 501 ευρώ έως 5.000 ευρώ έχουν 32,9% των οφειλετών, από 5.001 ευρώ έως 50.000 ευρώ έχουν 10,7% των οφειλετών, ενώ 1,7% χρωστούν ποσά από 50.001 ευρώ έως 1.000.000 ευρώ. Τέλος από 1.000.001 ευρώ και πάνω χρωστούν 0,2% των οφειλετών. Με άλλο λόγια, από τα στοιχεία προκύπτει ότι 87,5% των οφειλετών χρωστούν έως και 5.000 ευρώ, ποσοστό που φθάνει στο 92,6% αν το ποσό της οφειλής ανέβει έως τα 10.000 ευρώ.

Στον αντίποδα, το μεγαλύτερο ποσοστό οφειλών συσσωρεύεται στους μεγαλοοφειλέτες. Είναι ενδεικτικό ότι 87,5% των οφειλετών που χρωστούν στην εφορία ποσά έως 5.000 ευρώ ο καθένας, συνολικά χρωστούν μόλις 2,3% των συνολικών ληξιπρόθεσμων οφειλών. Αντίθετα οι 1.154 οφειλέτες που οφείλουν από 10.000.000 έως 100.000.000 ευρώ ο καθένας, χρωστούν συνολικά 28,3% των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Επίσης 79 οφειλέτες με χρέη πάνω από 100.000.000 ευρώ ο καθένας, οφείλουν συνολικά 32,7% των ληξιπρόθεσμων χρεών.

Σύμφωνα με την ΑΑΔΕ στις αρχές Απριλίου, από το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο την 1η Ιανουαρίου 2019 που διαμορφώθηκε σε 104, 365 δισ. ευρώ σε ρύθμιση έχει υπαχθεί ποσό 3,698 δισ. ευρώ ήτοι ποσοστό 3,5%.. Πάντως το πραγματικό, αφαιρούμενων των χαρακτηρισμένων ως ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών, συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο της 01/01/2019, ανέρχεται σε 86,255 δισ. ευρώ αλλά «το συνολικό “αποτελεσματικό” ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο, δηλαδή το πλέον εισπράξιμο μέρος αυτού, ανήλθε την 01/01/19 σε 8,484 δισ. ευρώ και αποτελεί το 8,1% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου».

Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρεται, οι οφειλέτες αυτοί θα έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίσουν τα χρέη τους προς την Εφορία σε έως 120 δόσεις με βάση τη ρύθμιση που αναμένεται να καταθέσει προς ψήφιση στη Βουλή το υπουργείο Οικονομικών στο αμέσως επόμενο διάστημα.

Ενδεικτική της κατάστασης, η αναλυτική κλιμάκωση οφειλών και οφειλετών: 
  • Μέχρι 10 ευρώ χρωστούν 536.330 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 900.000 ευρώ.
  • Από 10 έως 50 ευρώ χρωστούν 338.072 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 9,8 εκατομμύρια ευρώ.
  • Από 50 ευρώ έως 500 ευρώ χρωστούν 1.344.749 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 296,1 εκατ. ευρώ.
  • Από 500 έως 2.000 ευρώ χρωστούν 944.602 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 917,1 εκατ. ευρώ.
  • Από 2.000 έως 3.000 ευρώ χρωστούν 190.945 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 468,5 εκατ. ευρώ.
  • Από 3.000 έως 5.000 ευρώ χρωστούν 199.765 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 773,4 εκατ. ευρώ.
  • Από 5.000 έως 10.000 ευρώ χρωστούν 210.589 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 1,475 δισ. ευρώ.
  • Από 10.000 έως 20.000 ευρώ χρωστούν 131.016 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 1,833 δισ. ευρώ.
  • Από 20.000 έως 50.000 ευρώ χρωστούν 91.438 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 2,822 δισ. ευρώ.
  • Από 50.000 έως 100.000 ευρώ χρωστούν 34.367 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 2,390 δισ. ευρώ.
  • Από 100.000 έως 150.000 ευρώ χρωστούν 12.283 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 1,494 δισ. ευρώ.
  • Από 150.000 έως 300.000 ευρώ χρωστούν 12.557 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 2,627 δισ. ευρώ
  • Από 300.000 έως 1.000.000 ευρώ χρωστούν 10.003 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 5,295 δισ. ευρώ.
  • Από 1.000.000 έως 1.500.000 ευρώ χρωστούν 1.971 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 2,395 δισ. ευρώ.
  • Από 1.500.000 έως 10.000.000 ευρώ χρωστούν 4.810 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 17,866 δισ. ευρώ.
  • Από 10.000.000 έως 100.000.000 ευρώ χρωστούν 1.154 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 29,547 δισ. ευρώ.
  • Από 100.000.000 και άνω χρωστούν 79 οφειλέτες με συνολικό ποσό οφειλής 34,152 δισ. ευρώ.
Στο φάσμα των κατασχέσεων 3 εκατομμύρια οφειλέτες

 Σύμφωνα με τα στοιχεία τον Ιανουάριο, συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2018, δημιουργήθηκαν νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 776 εκατ. ευρώ. Σωρευτικά το δίμηνο, από την αρχή του έτους έως και τον Φεβρουάριο του 2019, οι νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές διαμορφώθηκαν στα 2,147 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό, τα 2,038 δισ. ευρώ αφορούν φορολογικές υποχρεώσεις.

Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, τον Φεβρουάριο ο συνολικός αριθμός των οφειλετών του δημοσίου περιορίστηκε στα 4.005.773 έναντι 4.124.197 τον Ιανουάριο. Οι οφειλέτες υπό αναγκαστικά μέτρα είσπραξης ανήλθαν σε 1.186.380 έναντι 1.175.987 τον Ιανουάριο ενώ οι οφειλέτες στους οποίους δύναται να επιβληθούν τέτοια μέτρα ανήλθαν τον Φεβρουάριο σε 1.836.953 έναντι 1.850.734 τον Ιανουάριο.

Συνολικά, για το 2018, οι οφειλέτες σε βάρος των οποίων ενεργοποιήθηκαν αναγκαστικά μέτρα είσπραξης, (κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών κ.ά.) έφτασε σε 880.824, γεγονός που μεταφράζεται, σε μέσους όρους, σε περίπου 2.936 αναγκαστικά μέτρα για κάθε εργάσιμη μέρα.

Γιάννης Ρίτσος: «Ανάβω στίχους για να ξορκίσω το κακό στη χώρα»


«(…) να μην κάνεις κατάχρηση της εξουσίας που σου δόθηκε στ’ όνομα του μεγαλύτερου ιδανικού της ελευθερίας,
να μην κάνεις κατάχρηση περιαυτολογίας στ’ όνομα του αντιατομισμού,
να μην κάνεις αγώνα προσωπικής επικράτησης στ’ όνομα της σεμνής, ανώνυμης μάζας (…)».

«Ανάμεσα σε τόσες νύχτες, τόσους βράχους, τόσους σκοτωμένους – είπε – εσύ Επανάσταση, μας άνοιξες τις φαρδιές λεωφόρους/ για μια πανανθρώπινη συνάντηση. (…)/
Αν τίποτ’ άλλο δεν κερδίσαμε, – είπε – μάθαμε τουλάχιστον/ πως αύριο θα συναντηθούμε (…)»

Με τον Στέλιο Καζαντζίδη και τον Λάκη Χαλκιά
«Δε θέλαμε να πεθάνουμε. Κανένας δεν ήθελε να πεθάνει./ Δεν ήταν εύκολο – μην πεις – δεν ήταν εύκολο.(…)/ Ο Αλέκος είπε:/ “Σκέψου η ζωή να τραβάει το δρόμο της, και συ να λείπεις,/ να ‘ρχονται οι Ανοιξες με πολλά διάπλατα παράθυρα, και συ να λείπεις, να ‘ρχονται τα κορίτσια στα παγκάκια του κήπου με χρωματιστά φορέματα, και συ να λείπεις,(…)/ δυο στόματα να φιλιούνται στον ίσκιο, και συ να λείπεις,/ σκέψου δυο χέρια να σφίγγονται, και σένανε να σου λείπουν τα χέρια/ δυο κορμιά να παίρνονται, και συ να κοιμάσαι κάτου απ’ το χώμα/ και τα κουμπιά του σακακιού σου ν’ αντέχουν πιότερο από σένα κάτου απ’ το χώμα/ κι η σφαίρα η σφηνωμένη στην καρδιά σου να μη λιώνει, όταν η καρδιά σου, που τόσο αγάπησε τον κόσμο, θα ‘χει λιώσει”.(…)/
Την ίδια νύχτα πιάσαν τον Αλέκο./ Ο Αλέκος δε μαρτύρησε. Ο Αλέκος έμεινε κρεμασμένος τρία μερόνυχτα. Δε μαρτύρησε./ Ο Αλέκος πέθανε σα μέλος του Κόμματος./ Πέθανε σαν αληθινός σύντροφος. Την τελευταία στιγμή φώναξε: “Είναι χιλιάδες άστρα μέσα μας. Δεν μπορείτε να τα σκοτώσετε”./ Ετούτα τ’ άστρα τα ‘δωσε ο Αλέκος στη σημαία του Κόμματος (…)
(…) να λείπεις – δεν είναι τίποτα να λείπεις.
Αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει,
θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλα εκείνα που γι’ αυτά έχεις λείψει,
θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλο τον κόσμο».
«Ήταν μακρύς ο δρόμος ως εδώ. Πολύ μακρύς, αδελφέ μου./ Οι χειροπέδες βάραιναν τα χέρια./ Τα βράδια που ο μικρός γλόμπος κουνούσε το κεφάλι του λέγοντας “πέρασε η ώρα”/ εμείς διαβάζαμε την ιστορία του κόσμου σε μικρά ονόματα/ σε κάποιες χρονολογίες σκαλισμένες με το νύχι στους τοίχους των φυλακών/ σε κάτι παιδιάστικα σχέδια των μελλοθάνατων (…)/ πίσω απ’ τα σίδερα του τμήματος μεταγωγών/ κοντά στο θάνατο που δε λέει “αύριο”/ ανάμεσα σε χιλιάδες δεκανίκια από πικρά σακατεμένα χρόνια/ εσύ λες “αύριο” και κάθεσαι ήσυχος και βέβαιος/ όπως κάθεται ένας δίκαιος άνθρωπος αντίκρυ στους ανθρώπους./
Αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους μπορεί να ‘ναι κι από αίμα – όλο το κόκκινο στις μέρες μας είναι αίμα – μπορεί να ‘ναι κι απ’ το λιόγερμα που χτυπάει στον απέναντι τοίχο/ Κάθε δείλι τα πράγματα κοκκινίζουν πριν σβήσουν/ κι ο θάνατος είναι πιο κοντά(…)/
Κείνες τις ώρες σφίγγεις το χέρι του συντρόφου σου,/ γίνεται μια σιωπή γεμάτη δέντρα/ το τσιγάρο κομμένο στη μέση γυρίζει από στόμα σε στόμα/ όπως ένα φανάρι που ψάχνει το δάσος – βρίσκουμε τη φλέβα/ που φτάνει στην καρδιά της άνοιξης.
Χαμογελάμε(…)/ Αύριο μπορεί να μας σκοτώσουν. Αυτό το χαμόγελο/ κι αυτόν τον ουρανό δεν μπορούν να μας τα πάρουν (…)»
«Και να αδελφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα κι απλά/ Καταλαβαινόμαστε τώρα, δε χρειάζονται περισσότερα./ Κι αύριο λέω θα γίνουμε ακόμα πιο απλοί./ Θα βρούμε αυτά τα λόγια που παίρνουνε το ίδιο βάρος σ’ όλες τις καρδιές, σ’ όλα τα χείλη./
Έτσι να λέμε πια τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη./ Κι έτσι που να χαμογελάνε οι άλλοι και να λένε,/ “Τέτοια ποιήματα, σου φτιάχνουμε εκατό την ώρα”./ Αυτό θέλουμε κι εμείς./
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε αδελφέ μου απ’ τον κόσμο./
Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο./(…)
Ήταν μακρύς ο δρόμος ως εδώ… δύσκολος δρόμος./ Τώρα είναι δικός σου αυτός ο δρόμος. Τον κρατάς/ όπως κρατάς το χέρι του φίλου σου και μετράς το σφυγμό του/ πάνου σε τούτο το σημάδι που άφησαν οι χειροπέδες./
Κανονικός σφυγμός. Σίγουρο χέρι. Σίγουρος δρόμος».

Με τον Μάνο Κατράκη στη Μακρόνησο
«Α. Β. Γ./ Τρία μεγάλα γράμματα/ γραμμένα μ’ ασβέστη στη ραχοκοκαλιά της Μακρόνησος.(…)/ Α’ Τάγμα. Β’ Τάγμα. Γ’ Τάγμα.(…)/ Α.Β.Γ./ 300 σκοτωμένοι (…)/ Α.Β.Γ/ 600 τρελοί (…)/ Α.Β.Γ./ 900 κουτσοί./ Ζήτω ο βασιλεύς Παύλος.(…)/
ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ – ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ – ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ(…)/ Σε τούτα τα βράχια τουφεκίστηκαν οι 300 του Α’ Τάγματος, τούτα τα φύκια είναι μια τούφα μαλλιά ξεκολλημένα μαζί με το δέρμα απ’ το καύκαλο ενός συντρόφου που αρνήθηκε να υπογράψει δήλωση(…)/ Τα συρματοπλέγματα./
Α.Β.Γ./ Μαύρο, κατάμαυρο τοπίο με σφιγμένα δόντια,/ κόκκινο, κατακόκκινο τοπίο με σφιγμένη γροθιά, μαύρη και κόκκινη καρδιά πηγμένη στο αίμα της/ κι ένας κόκκινος ήλιος πηγμένος μες στο αίμα του».

«Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου,/ πουλάκι της φτωχιάς αυλής, ανθέ της ερημιάς μου,/ Πώς κλείσαν τα ματάκια σου και δε θωρείς που κλαίω/ και δε σαλεύεις, δε γρικάς τα που πικρά σου λέω;(…)/
Πουλί μου, εσύ που μου ‘φερνες νεράκι στην παλάμη/ πώς δε θωρείς που δέρνουμαι και τρέμω σαν καλάμι;/ Στη στράτα εδώ καταμεσής τ’ άσπρα μαλλιά μου λύνω/ και σου σκεπάζω της μορφής το μαραμένο κρίνο.(…)/
Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω,/ άνοιξη, γιε, που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω/ Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνεις/ άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης(…)/
Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκιά, ζεστή κι αντρίκεια/ τόσα όσα μήτε του γιαλού δε φτάνουν τα χαλίκια/ Και μου ‘λεες, γιε, πως όλ’ αυτά τα ωραία θα ‘ναι δικά μας,/ και τώρα εσβήστης κι έσβησε το φέγγος κι η φωτιά μας./
Βασίλεψες, αστέρι μου, βασίλεψε όλη η πλάση,/ κι ο ήλιος, κουβάρι ολόμαυρο, το φέγγος του έχει μάσει./ Κόσμος περνά και με σκουντά, στρατός και με πατάει/ κι εμέ το μάτι ουδέ γυρνά κι ουδέ σε παρατάει./
Και δες, μ’ ανασηκώνουνε χιλιάδες γιους ξανοίγω,/ μα, γιόκα μου, απ’ το πλάγι σου δε δύνουμαι να φύγω./ Ομοια ως εσένα μου μιλάν και με παρηγοράνε/ και την τραγιάσκα σου έχουνε, τα ρούχα σου φοράνε.(…)/
Και να που ανασηκώθηκα το πόδι στέκει ακόμα,/ φως ιλαρό, λεβέντη μου, μ’ ανέβασε απ’ το χώμα./ Τώρα οι σημαίες σε ντύσανε. Παιδί μου, εσύ, κοιμήσου,/ κι εγώ τραβάω στ’ αδέρφια σου και παίρνω τη φωνή σου./
Γλυκέ μου, εσύ δε χάθηκες, μέσα στις φλέβες μου είσαι./ Γιε μου, στις φλέβες ολουνών, έμπα βαθιά και ζήσε./ Δες, πλάγι μας περνούν πολλοί, περνούν καβαλαραίοι, -/ όλοι στητοί και δυνατοί και σαν κι εσένα ωραίοι./
Ανάμεσά τους, γιόκα μου, θωρώ σε αναστημένο, -/ το θώρι σου στο θώρι τους μυριοζωγραφισμένο.(…)/
Κι ακολουθάς και συ νεκρός, κι ο κόμπος του λυγμού μας/ δένεται κόμπος του σκοινιού για το λαιμό του οχτρού μας./ Κι ως το ‘θελες (ως το ‘λεγες τα βράδια με το λύχνο)/ ασκώνω το σκεβρό κορμί και τη γροθιά μου δείχνω./
Κι αντίς τ’ άφταιγα στήθια μου να γδέρνω, δες, βαδίζω/ και πίσω από τα δάκρυα μου τον ήλιον αντικρίζω./ Γιε μου, στ’ αδέρφια σου τραβώ και σμίγω την οργή μου,/ σου πήρα το ντουφέκι σου, κοιμήσου, εσύ, πουλί μου».
«Γιε μου, είχε συναχτεί προψές το βράδι/ όλ’ η φτωχολογιά μας, η αργατειά μας/ οι ματιές τους αστράφταν στο σκοτάδι/ σαν κάρβουνα πυρά και τρομερά/ κι ανάμεσά τους χτύπαγε η καρδιά μας/ γιομάτη εμπιστοσύνη και χαρά/
Έτσι, καθώς με κλείναν γύρα – γύρα/ μορφές που ιδρώσαν, κλάψαν και πασκίσαν,/ ψημένες απ’ του πέλαου την αρμύρα,/ σκαμμένες απ’ το κρύο κι απ’ το χιονιά,/ ένιωσα, τάχα, αδέλφια μου πως είσαν/ κ’ ήβρα στη σκιά τους ήλιο, απανεμιά/
Στη μέση της πλατείας κάποιος μιλούσε/ δεν ξέρω ποιος, μα ξέρω ότι η λαλιά του/ την ίδια την καρδιά μου αντιλαλούσε:/ “Μας κλέβουν τον ιδρώ μας, το ψωμί,/ για να φτιάξουνε σύνεργα θανάτου,/ και βόλια μας πετούν για πλερωμή”./
Και τότε οι γαλονάδες πέσαν, γιε μου,/ κ’ είδα να δέρνουν, να τσαλαπατάνε/
κ’ είδα τη φρίκη ακέρια του πολέμου./ Μας λένε: “οι Τούρκοι, οι Βούλγαροι είναι οχτροί”/ μα τους Ρωμιούς, Ρωμιοί να τους χτυπάνε;/ Γιε μου, έχεις δίκιο, εχτροί μας είναι Αυτοί».

«Είναι λάθος να χωρίζουμε την ποίηση σε κατηγορίες. Η ποίηση είναι απέραντη σαν τη ζωή, ένα διαρκές γίγνεσθαι. Στο χώρο της δεν υπάρχουν όρια, δεν υπάρχουν απαγορεύσεις.
Σε μια ομιλία του ο Ελυάρ είχε πει ότι, ενώ παλιότερα πίστευε πως υπάρχουν λέξεις απαγορευμένες για την ποίηση, αργότερα πείστηκε πως δεν ίσχυε κάτι τέτοιο. Μέσα και πάνω στις λέξεις του ποιητή αποτυπώνονται πολιτιστικές μνήμες αιώνων, αποθησαυρίζεται η παγκόσμια ιστορία.
Το ποίημα ξεπηδάει από μιαν ανάγκη ν’ αποδοθεί η σιωπή, από μιαν εντολή της ανθρώπινης προϊστορίας, ιστορίας και μεθιστορίας. Μια εντολή που δίνεται στον ποιητή άθελά του κι εκφράζεται μέσα απ’ αυτόν.
Γράφοντας ποίηση κάνει, χωρίς να το ξέρει, μια μάχη, σώμα με σώμα, με το θάνατο. Κι όταν λέμε θάνατο δεν εννοούμε μόνο τον φυσικό, αλλά και όλες τις μορφές κοινωνικού θανάτου.
Η καταπίεση, η σκλαβιά, οι επιθυμίες που δεν εκπληρώνονται, όλα αυτά είναι μια καθημερινή εκτέλεση, ένας θάνατος. Κι όσο θα υπάρχει ο θάνατος, θα υπάρχει και η αντίσταση στο θάνατο. Μια αναμέτρηση μ’ αυτή τη μορφή του θανάτου είναι η πολιτική ποίηση (ή τουλάχιστον η δική μου πολιτική ποίηση) μια μάχη για να φτάσουμε στο “αταξικό γαλάζιο”».

Με την Φαλίτσα και την κόρη τους, την Ερη
«(…) Α, ναι, πόσες ανόητες μάχες, ηρωισμοί, φιλοδοξίες, υπεροψίες,/ θυσίες και ήττες και ήττες, κι άλλες μάχες, για πράγματα που κιόλας/ ήταν από άλλους αποφασισμένα, όταν λείπαμε εμείς. Και οι άνθρωποι, αθώοι/ να χώνουν τις φουρκέτες των μαλλιών μες στα μάτια τους, να/ χτυπούν το κεφάλι/ στον πανύψηλο τοίχο, γνωρίζοντας βέβαια πως ο τοίχος δεν πέφτει/ ούτε ραγίζει καν, να δουν τουλάχιστον μέσ’ από μια χαραμάδα/ λίγο γαλάζιο ασκίαστο απ’ το χρόνο και τη σκιά τους.
Ωστόσο – ποιος ξέρει -ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να/ αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κι η ομορφιά του άνθρωπου (…)»

Στον Αϊ – Στράτη…
«Τα καζάνια του λαϊκού συσσιτίου χτυπάν όλη νύχτα σαν ταμπούρλα./ Νύχτα αποφασισμένη. Συνοικίες γκαστρωμένες/ με την κοιλιά τους βαριά από πείνα από καημό κι από άγιο μίσος. Πάνου στο πεζούλι/ ο λαϊκός ρήτορας: / “Σύντροφοι”. Τίποτ’ άλλο. Ενα σπίρτο. Το φυτίλι./ Κι οι μεγάλες δρασκελιές μιας σημαίας πάνου απ’ τον ύπνο./ Κι η μεγάλη αψίδα της νύχτας όλη βαμμένη με πελώρια σφυροδρέπανα αγρύπνιας (…)/
Ένα παράθυρο ανοίγει. Κι ένα άλλο. Αυτός σκουπίζει/ τον ιδρώτα του./ Καλημέρα – είπε. Καλημέρα. Ζέστη σήμερα. Μεγάλη ασβεστωμένη κάτοψη./
Κι η πινακίδα – ξύλινη τετράγωνη – αυτό όλο κι όλο – είπε,/ τίποτ’ άλλο -/ στη διασταύρωση εκεί: “Από εδώ προς τον ήλιο”. Μεθαύριο/ που θα περνάνε μες στον ήλιο με σημαίες κι εργαλεία/ μπορεί και κάποιος να σταθεί μια σύντομη στιγμή και να ρωτήσει:/ “Ποιος να ‘γραψε με τόσο αδέξια γράμματα τούτη την πινακίδα;”/ και κάποιος άλλος ίσως να θυμάται και να πει:/
“Ο Γιάννης Ρίτσος – ποιητής της τελευταίας προ Ανθρώπου εκατονταετίας”».

Με τον Χαρίλαο Φλωράκη 
«Σηκώθηκα κι έκανα τα τρία βήματα που απομένανε. Με περιμένανε όλοι, όλοι. Δεν έλειπε κανείς, ούτε και η άδεια μου καρέκλα, ούτε η πένα που θα υπόγραφα. Όλοι και όλα ήταν εκεί.
Δεν θα σας απασχολήσω πολύ κύριοι, είπα.
-Καθίστε.
Όχι, ευχαριστώ. Ήρθα μόνο να σας πω ότι δεν θα υπογράψω.
-Πως; Μα το πρωί…
-Έχετε δίκιο. Όμως, πριν μπω εδώ, σταμάτησα και κουβέντιασα με τη συνείδησή μου.
-Έκανες σε κανένα κακό; Τη ρώτησα. Μου είπε: Όχι. Αγαπάς όλο τον κόσμο; Μου απάντησε, ναι. Αγαπάς πολύ την Ελλάδα; Μου είπε: Απέραντα. Βλέπετε κύριοι αυτά τα πράγματα οι άνθρωποι τα ζουν, δεν τα υπογράφουν. Και έφυγα.
Έτσι που ακουμπούσαν τα μάγουλά μας πάνω στα χέρια μας, είχανε τόσο τρέξει τα δάκρυα που τα μανίκια μας ήτανε μουσκεμένα. Εκείνη την ώρα δεν ζούσαμε. Ήτανε μια υπέροχη κοινωνία.
Γιάννης Ρίτσος (…)»
( Απόσπασμα από την αφήγηση του ζωγράφου Μάνθου Κέτση, συνεξόριστου του Γιάννη Ρίτσου, για το πώς ο ποιητής αρνήθηκε την υπογραφή δήλωσης μετανοίας στο διοικητήριο των βασανιστών του στη Μακρόνησο – «Γιάννης Ρίτσος, Κινηματογραφική αυτοβιογραφία, Γιώργος και Ηρώ Σγουράκη, έκδοση Αρχείο Κρήτης»)

 Ο Γιάννης Ρίτσος,
  • που όταν το 1972 ο Πάμπλο Νερούδα παρέλαβε το Νόμπελ Λογοτεχνίας δήλωσε: «Ξέρω κάποιον άλλο με περισσότερα προσόντα γι’ αυτή την τιμή: τον Γιάννη Ρίτσο»,
  • που ο Παλαμάς έγραψε εκείνο το «παραμερίζουμε, ποιητή, για να περάσεις»,
  • που δεν τιμήθηκε ποτέ με το Νόμπελ Λογοτεχνίας αλλά με φυλακίσεις, με εξορίες και εκτοπίσεις,
  • που δεν εννόησε ποτέ να συνθηκολογήσει με τους δεσμοφύλακές του, που ως εξόριστος και δεσμώτης, στις δικές τους προτροπές να «υπογράψει», εκείνος άπλωνε τα χέρια για να του περάσουν κι άλλες χειροπέδες,
  • που στις συστάσεις να «συμμορφωθεί», εκείνος απαντούσε γράφοντας ποιήματα ίδια και καλύτερα με εκείνα που τον είχαν οδηγήσει στη φυλακή,
  • που ο Αραγκόν έβλεπε στην ποίησή του «το βίαιο τράνταγμα μιας μεγαλοφυΐας»,
  • που ο Λειβαδίτης έλεγε ότι η ποίησή του ήταν συνώνυμη ενός κόσμου που «γίνεσαι ικανός και να πεθάνεις ακόμα για έναν τέτοιο κόσμο»,
  • που στο ερώτημα αν ήταν ποιητής γιατί ήταν κομμουνιστής ή αν ήταν κομμουνιστής γιατί ήταν ποιητής, εκείνος απευθυνόμενος στον Χαρίλαο Φλωράκη και στο ακροατήριο της εκδήλωσης για τα 75χρονα του ποιητή που διοργάνωσε προς τιμήν του το ΚΚΕ, απαντούσε: «Ο,τι είμαι κι ό,τι έχω σας το χρωστάω»,
  • που πορεύτηκε όπως έλεγε ο Σολωμός, κρατώντας «πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου»,
  • που πορεύτηκε με πυξίδα ότι «ο δρόμος ο πιο μακρινός είναι ο πιο κοντινός»,
  • που μας κληροδότησε εκείνο το «μην τους φοβάσαι, στον φόβο σου ποντάρουν»
  • που πορεύτηκε μια ζωή λέγοντας ότι «η ζωή θα σε πει σύντροφο, τα έργα σου θα σε κάνουν σύντροφο, να αξίζουν τα έργα σου».
 γεννιόταν σαν σήμερα, πριν από 110 χρόνια. 
 Ηταν Πρωτομαγιά του 1909.

Μισθοφόρους εναντίον της Βενεζουέλας ετοιμάζουν οι ΗΠΑ - Βενεζουέλα: Αποτροπή του πραξικοπήματος Guaidó;

Σχέδιο για την ανάπτυξη μισθοφόρων στην Βενεζουέλα με στόχο την ανατροπή της εκλεγμένης κυβέρνησης του Νικολάς Μαδούρο προωθεί το αφεντικό της Blackwater, της διασημότερης και σκοτεινότερης εταιρίας μίσθωσης ιδιωτικού στρατού στον κόσμο.
https://im2.7job.gr/sites/default/files/imagecache/1200x675/article/2019/18/290523-8405032.jpg
Σύμφωνα με το Reuters, τους τελευταίους μήνες, ο Ερικ Πρινς - φανατικός υποστηρικτής του Τραμπ - έχει ξεκινήσει μια «καμπάνια» οικονομικής και πολιτικής στήριξης του σχεδίου του, από επιφανείς υποστηρικτές του Τραμπ και πλούσιους  Βενεζουελάνους. Σε ιδιωτικές συναντήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρώπη, ο Πρινς παρουσίασε ένα σχέδιο για την μίσθωση μέχρι και 5.000 στρατιωτών, από μισθωτή εκ μέρους του ηγέτη της αντιπολίτευσης της Βενεζουέλας Χουάν Γκουαϊδό.
Μάλιστα, μια πηγή ανέφερε ότι ο Πρινς έχει πραγματοποιήσει συναντήσεις σχετικά με το θέμα αυτό μόλις στα μέσα Απριλίου.
Ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Garrett Marquis αρνήθηκε να σχολιάσει όταν ρωτήθηκε αν ο Πρινς έχει προτείνει το σχέδιό του στην κυβέρνηση.
Εκπρόσωπος του Γκουαϊδό αρνήθηκε ότι έχει συζητήσει με τον Πρινς, όπως αρνήθηκε να απαντήσει σε επιπλέον ερωτήσεις του πρακτορείου.
Πάντως, δύο πηγές με άμεση γνώση του σχεδίου του Πρινς ανέφεραν ότι αρχικά προβλέπεται μια προεργασία συγκέντρωσης πληροφοριών και αργότερα η ανάπτυξη 4.000 έως 5.000 στρατιωτών, μισθωμένων κυρίως από την Κολομβία και άλλα λατινοαμερικάνικα κράτη, για την εφαρμογή της επιχείρησης αποσταθεροποίησης «DYNAMIC EVENT».



Βενεζουέλα: Αποτροπή του πραξικοπήματος Guaidó;
 Βενεζουέλα: Αποτροπή του πραξικοπήματος Guaidó; 


Βενεζουέλα: Αποτροπή του πραξικοπήματος Guaidó;
Συ­ντα­ρα­κτι­κές φαί­νε­ται να είναι οι εξε­λί­ξεις στη Βε­νε­ζου­έ­λα: Το αν­δρεί­κε­λο των αμε­ρι­κά­νων Juan Guaidó έκανε χτες 30-Απρ το με­ση­μέ­ρι, δια­δι­κτυα­κό κά­λε­σμα –με πα­ρου­σία ως συ­νή­θως δίπλα του κά­ποιων στρα­τιω­τι­κών, “να δοθεί τέρμα στην «υφαρ­πα­γή της εξου­σί­ας» από τον Μα­δού­ροεπι­μέ­νο­ντας να συ­νε­χι­στούν και σή­με­ρα οι δια­δη­λώ­σεις (καλεί τον στρα­τό να συ­νε­χί­σει την «Επι­χεί­ρη­ση Ελευ­θε­ρία»)
v2
v3
Ο λαός -με­γά­λες ορ­γα­νω­μέ­νες και μη ομά­δες βγή­καν από τα σπί­τια τους, ενώ στρα­τιω­τι­κά τμήμα εμ­φα­νί­στη­καν στους δρό­μους και κοντά στην αε­ρο­πο­ρι­κή βάση όπου ο Guaidó βι­ντε­ο­σκό­πη­σε το μή­νυ­μα του, υπάρ­χουν ει­κό­νες με ρίψη δα­κρυ­γό­νων.
Η κυ­βέρ­νη­ση Μα­δού­ρο ανα­κοί­νω­σε πως όλα είναι υπό έλεγ­χο, ωστό­σο αρ­μό­διος υπουρ­γός έκανε λόγο -δεν είναι η πρώτη φορά για «μικρή ομάδα στρα­τιω­τι­κών» που επι­διώ­κουν να πραγ­μα­το­ποι­ή­σουν πρα­ξι­κό­πη­μα.
Στο με­τα­ξύ σύμ­φω­να με πλη­ρο­φο­ρί­ες του πρα­κτο­ρεί­ου telesurtv.net κατά σειρά -μέ­χρι πριν λίγο
  • Ο Maduro συγ­χαί­ρει τη γεν­ναία στάση των Ενό­πλων Δυ­νά­με­ων
  • Maduro: Αντι­με­τω­πί­σα­με μέχρι τώρα διά­φο­ρες μορ­φές επι­θε­τι­κό­τη­τας, θα τα κα­τα­φέ­ρου­με
  • Πρό­ε­δρος της Νι­κα­ρά­γουα: Ο λαός της Βε­νε­ζου­έ­λας δεν πα­ρα­δί­δε­ται ούτε ξε­που­λιέ­ται
  • Η ζωή συ­νε­χί­ζε­ται κα­νο­νι­κά στο Caracas και σε άλλα ση­μεία της Βε­νε­ζου­έ­λας.
  • Ο λαός στο Miraflores εκ­φρά­ζει την υπο­στή­ρι­ξή του προς την κυ­βέρ­νη­ση
  • Στη Βε­νε­ζου­έ­λα γνω­ρί­ζουν ότι οι ΗΠΑ είναι ένο­χος του τι συμ­βαί­νει εδώ
  • Ελέγ­χε­ται η αε­ρο­πο­ρι­κή βάσης La Carlota
  •  Οι πο­λί­τες της Βε­νε­ζου­έ­λας κι­νη­το­ποιού­νται για να υπε­ρα­σπι­στούν τη Βο­λι­βιαρ­νή Επα­νά­στα­ση

O B' Παγκόσμιος Πόλεμος στο Μεσολόγγι (µέρος Β’)

Συνέχεια στο άρθρο του Δημήτρη Μούρκα
Η Συνθηκολόγηση του Ιταλικού Στρατού λόγω της απόβασης των Συµµάχων στη Σικελία την 8η Σεπτεµβρίου του 1943 θα έχει σαν αποτέλεσµα η Ιταλική Φρουρά του Μεσολογγίου να παραδοθεί αµαχητί στους Γερµανούς που ανέλαβαν γρήγορα και αναίµακτα τον έλεγχο της πόλης.
Αρχικά τα νέα για τη Συνθηκολόγηση του Ιταλικού Στρατού έγιναν δεκτά µε ενθουσιασµό από τους απλούς στρατιώτες των µονάδων που στάθµευαν στο Μεσολόγγι καθώς υπήρχε η πεποίθηση πως γι’ αυτούς ο πόλεµος τέλειωνε και θα µπορούσαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους µέχρι το τέλος του Πολέµου. Χαρακτηριστική είναι η Μαρτυρία του Francesco Defferara που υπηρετούσε στον 16ο Λόχο Προεδρικής Φρουράς του Ιταλικού Στρατού στο Μεσολόγγι. (Εικόνα 2) «Κάθε βράδυ στη συνηθισµένη ώρα ακούγαµε στο ραδιόφωνο τα νέα για τον πόλεµο. Στις 8 Σεπτεµβρίου ακούσαµε πως η κυβέρνηση του Στρατηγού Badoglio είχε ζητήσει την ανακωχή και ότι δεν µπορεί να συνεχίσει τον αγώνα. Ακούγοντας αυτό, όλοι µείναµε έκπληκτοι, πολλοί φώναζαν από χαρά, άλλοι πηδούσαν σαν τρελοί, ενώ όσοι φρουρούσαν σηµεία της πόλης του Μεσολογγίου στο άκουσµα της είδησης άρχισαν να πυροβολούν µε τα όπλα τους στον αέρα από χαρά. Φαινόταν σαν ένα πάρτυ, ήταν µια πραγµατική Βαβυλώνα. Αµέσως πήγα στον κοιτώνα, περιµένοντας νέα, και στην πραγµατικότητα ο υπολοχαγός ήρθε αµέσως, διέταξε να διπλασιάσουµε τους φρουρούς, να οπλιστούµε όλοι µας και να είµαστε έτοιµοι για µία πιθανή επίθεση µε τους Γερµανούς από το Αγρίνιο. Έφτασε η αυγή της ηµέρας 9 Σεπτεµβρίου. Όλοι περιµέναµε µε ανυποµονησία να ακούσουµε νέα, αλλά η ηµέρα πέρασε και δεν υπήρχε κανένα νέο. Στις 10 Σεπτεµβρίου ξεκίνησαν οι φήµες ότι θα φεύγαµε για Ιταλία, αλλά δεν ξέραµε πως. Κάποιοι έλεγαν πως θα φεύγαµε δια θαλάσσης, άλλοι µε τα πόδια, άλλοι µε φορτηγά. Οι αντάρτες, οι οποίοι στο Μεσολόγγι ήταν πάρα πολλοί έγιναν αµέσως φίλοι µας, ζητώντας µας ρουχισµό, όπλα και πυροµαχικά, και µας ρωτούσαν αν εµείς οι ίδιοι θέλαµε να εισέλθουµε στις τάξεις τους. Οι Γερµανοί ανέλαβαν αµέσως την εντολή να ελέγξουν αυστηρά όλη την κίνηση της πόλης, ιδιαίτερα την περιοχή πάνω από µας προς τους Έλληνες.»
Στις 12 Σεπτεµβρίου 1943 η Ιταλική Φρουρά του Μεσολογγίου παραδίδει τον οπλισµό της στους Γερµανούς, οι οποίοι έχουν στήσει ένα κάρο µπροστά από τον Κήπο των Ηρώων για να µαζέψουν εκεί τον Ιταλικό οπλισµό. Για 10 µέρες παραµένουν στο Στρατόπεδο του Αγίου Αθανασίου (Εικόνα 1) περιµένοντας την µεταφορά τους στην Ιταλία, όπως πίστευαν. Επιδίδονται σε ένα άκρατο φαγοπότι των προµηθειών που είχαν µείνει στο στρατόπεδο. Όσοι δεν ήταν τόσο ευκολόπιστοι να πιστεύουν πως οι Γερµανοί θα τους αφήσουν να επιστρέψουν στην Ιταλία ακολουθούν τους αντάρτες στο βουνό ενώ όσοι ήταν πιστοί στα φασιστικά ιδεώδη προσχωρούν στις τάξεις των Γερµανών. Η Ιταλική Φρουρά του Αιτωλικού παραδόθηκε ολόκληρη µε τον οπλισµό της στον ΕΛΑΣ κάτι που είχε σαν αποτέλεσµα οι Γερµανοί να αποκλείσουν το Αιτωλικό και από τις δυο πλευρές και να απαιτήσουν να επιστραφεί ο οπλισµός της Ιταλικής φρουράς αλλιώς θα προχωρούσαν σε αντίποινα. Το ολοκαύτωµα αποφεύχθηκε µε προσωπική παρέµβαση του Δηµάρχου Μεσολογγίου Ευαγγελάτου, ο οποίος έπεισε τον Γερµανό διοικητή πως οι Αιτωλικιώτες δεν είχαν στην κατοχή τους οπλισµό αφού πρώτα είχε προειδοποιήσει τους κατοίκους του Αιτωλικού να ρίξουν τον οπλισµό στη θάλασσα.
Το Μεσολόγγι πέραν της Ιταλικής φρουράς, που στάθµευε στην πόλη, θα αποτελέσει τον κύριο κόµβο µεταφοράς από τους Γερµανούς των Ιταλικών στρατευµάτων που στάθµευαν στην Δυτική Ελλάδα προς την Αθήνα ή τη Λαµία και από εκεί σιδηροδροµικώς στα Γερµανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης της Πολωνίας και της Γερµανίας. Δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες µεταξύ 8/9/1943 και των αρχών Οκτωβρίου του 1943 θα στριµωχτούν στην περιοχή της Αγριλιάς και του Συνοικισµού λόγω της γειτνίασης των περιοχών αυτών µε το στρατόπεδο, περιµένοντας να µεταφερθούν είτε µε πλοίο από το Λιµάνι του Μεσολογγίου (εικόνα 6) στον Πειραιά, είτε µε τα πόδια στην Λαµία µέσω Ναυπάκτου και Μπράλου. Ο συνωστισµός τόσο µεγάλου αριθµού στρατιωτών σε συνδυασµό µε τον βροχερό Σεπτέµβρη του 1943, τις κάκιστες συνθήκες υγιεινής λόγω της αιχµαλωσίας αλλά και τα κουνούπια που βρίθει η περιοχή µας θα έχουν σαν αποτέλεσµα το ξέσπασµα επιδηµίας ελονοσίας (µαλάριας) στις τάξεις των Ιταλών στρατιωτών. Είναι χαρακτηριστική η µαρτυρία του Gualtiero Marello υπίατρου της Μεραρχίας Casale (εικόνα 3), που υπηρετούσε στο στρατιωτικό νοσοκοµείο Αγρινίου, που περιγράφει την Μεταφορά των Ιταλικών στρατευµάτων που στάθµευαν σε άλλες περιοχές στο Μεσολόγγι, την µετάπτωση ενός στρατεύµατος κατακτητών σε αιχµαλώτους κυρίως όµως περιγράφει µε τα µελανότερα χρώµατα το Μεσολόγγι της κατοχής.
«Περίπου 40 χιλιόµετρα από το Αγρίνιο βρίσκεται το Μεσολόγγι. Δύο ώρες ταξιδιού. Η αναχώρηση ενός τρένου στην Ελλάδα είναι πάντα ενδιαφέρουσα. Πιστεύω ότι αποτελεί ένα γεγονός. Το σιδηροδροµικό υλικό δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό που χρησιµοποιούµε στην Ιταλία στα τραµ: µου θυµίζει το τρένο Asti-S. Damiano. Όλα είναι εν κινήσει: ο σταθµάρχης και οι δέκα που δουλεύουν στον Σταθµό, οι υπάλληλοι και όλοι οι σιδηροδροµικοί, οι άντρες και οι αχθοφόροι (εικόνα 4). Όλοι φωνάζουν και δίνουν εντολές, τρέχουν σχεδόν σαν την αποχώρηση µιας αµαξοστοιχίας για το φεγγάρι. (εικόνα 4) Δεν σου κρύβω, Νίνι, ότι φοβάµαι πολύ. Δεν έχουµε συνοδεία από Γερµανούς. Μπορούµε όλοι να ξεφύγουµε. Μπορούµε να κατεβούµε σε οποιοδήποτε σταθµό χωρίς να κανείς να µας σταµατήσει. Πού θα πήγαινα όµως;
Το ταξίδι είναι αργό, µονότονο. Αντικρίζω την έρηµη ελληνική ύπαιθρο, τα φτωχά χωριά. Αναχώρηση για τη Βενετία της Ελλάδας, Αιτωλικό: µια οµάδα σπιτιών µε ξυλοπόδαρα στη µέση των βάλτων που σχηµατίζονται από τη θάλασσα. Τοπίο χωρίς ιστορία και χωρίς ποίηση. Η ιστορία του παρελθόντος δεν έχει πια σηµασία, Στο Αιτωλικό επικρατεί η νόσος και ο θάνατος. Ελονοσία Ελονοσία!!!
Μας περιµένουν. Ένας Γερµανός στρατιώτης, από την Αλσατία, µας µεταφέρει. Ελέγχει τον αριθµό µας. Είµαστε όλοι εδώ. Έχουµε αναφερθεί ως δύναµη και ως ειδικότητα. Τώρα όλος ο περίπλοκος οργανισµός που θα απασχοληθεί µε τους Ιταλούς αιχµαλώτους ξεκινάει, εφαρµόζεται ήδη λεπτοµερώς µε την ασφάλεια και την ακρίβεια που χαρακτηρίζει τη γερµανική µεθοδικότητα. Έχουµε ήδη συλληφθεί. Η αιχµαλωσία µας αρχίζει. Το Μεσολόγγι είναι µια τυπικά ελληνική πόλη βρισκόµενο σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας.
Για να φτάσει κανείς εκεί από τη θάλασσα, περνά από τις παραγκουπόλεις που βρίσκονται κοντά στην ακτή, τις µεγάλες βαλτώδεις περιοχές, που συνορεύουν µε στενές λωρίδες γης καλυµµένες µε γρασίδι και θάµνους, πάνω στους οποίους ζουν τη ζωή τους και που κατοικούν µερικές οικογένειες στις καλύβες και τα καλάµια της λάσπης (εικόνα 5). Μια ξύλινη προβλήτα και µια αποβάθρα είναι ο µόνος εξοπλισµός του µικρού λιµανιού (εικόνα.6). Ένα υπόστεγο είναι η µόνη σηµαντική κατασκευή. Στη συνέχεια προς τα δυτικά, ακριβώς έξω από την πόλη, η σειρά των ελών εκτείνεται σχεδόν σε όλη την έκταση που περιβάλει την πόλη. Το άθλιο θέαµα συµπληρώνεται από ολόκληρα τα διάσπαρτα κτίρια, όπου πολλά πάµφτωχα όντα, σκελετικά σώµατα, κοίλα πρόσωπα και τεράστιες κοιλιές µωρών παιδιών, µαρτυρούν την τραγωδία της ζωής στη σφαίρα της ελονοσίας και της πείνας 
Η πόλη, αν µπορούµε να την αποκαλέσουµε πόλη, δεν παρουσιάζει τίποτα το ιδιαίτερο. Βρίσκει κανείς χαµηλά σπίτια µε βεράντα, βρώµικο νερό που ρέει θαρρείς αιώνια στους δρόµους επειδή ο αποχετευτικός αγωγός είναι υπό το φως του ήλιου, η συνηθισµένη άσχηµη µυρωδιά, το αλάτι της θάλασσας, η υγρασία που εµποτίζει κάθε σπίτι, η έλλειψη καθαριότητας σε σπίτια, µε δρόµους και σε κατοίκους. Μόνο µερικά πιο σύγχρονα κτίρια, µερικές αξιοπρεπείς βίλες βρίσκονται έξω από το Μεσολόγγι αλλά τίποτα που να τα καθιστά άξια προσοχής. Το Μεσολόγγι έχει τη φήµη ότι είναι πλούσιο σε όµορφα κορίτσια. Μόνο µε αυτόν τον τρόπο µπορούµε να εξηγήσουµε, όπως υποδηλώνει η παράδοση, ότι ο Λόρδος Βύρων αισθάνθηκε την ανάγκη να σταµατήσει σε αυτήν την άθλια χώρα και η γυναίκα που βρήκε ήταν πραγµατικά µοιραία για τον ροµαντικό και ξανθό ποιητή. Η γυναίκα και τα κουνούπια τον σκότωσαν.
Στο Μεσολόγγι µας έβαλαν κάτω από τα ελαιόδεντρα.
Το Μεσολόγγι είναι η πόλη της ελονοσίας. Από τη θάλασσα χωρίζεται από έλη. Βρώµικο, όσο δεν µπορείτε να φανταστείτε. Οι Ελαιώνες είναι ο χώρος επώασης των κουνουπιών και ειδικά τον µήνα Σεπτέµβριο βρέχει και όλα µετατρέπονται σε βάλτο. Έµεινα 15 ηµέρες κάτω από τα ελαιόδεντρα. Είχα µαζί µου ένα χαλασµένο κρεβάτι που είχα καταφέρει να φέρω από το Αγρίνιο µαζί µε δύο κουβέρτες. Πήρα επίσης µερικά κουτιά µαρµελάδας και φρούτων σε σιρόπι. Δεν είχα τίποτε άλλο µαζί µου, αν και κοιµόµασταν έξω στις ψυχρές νύχτες του Σεπτέµβρη. Αρχίσαµε να τρώµε ότι βρίσκαµε για να ικανοποιήσουµε την πείνα µας. Σκεφτείτε ότι ήµασταν χιλιάδες και ότι τα απόβλητα και οι ακαθαρσίες ήταν συσσωρευµένες κάνοντας την ζωή µας ανυπόφορη. Όλα αυτά ανάµεσα στο βόµβο των µεγάλων κουνουπιών και την επιδροµή των Ελλήνων, οι οποίοι σαν γεράκια περίµεναν διαρκώς να µας επιτεθούν και να µας λεηλατήσουν. Εδώ άρχισα να έχω µια σαφή αίσθηση του τι αντιπροσωπεύει ένας στρατός στην ήττα.
Ήδη είχε έρθει η είδηση ότι οµάδες Ιταλών στρατιωτών, κατά τη διάρκεια της πορείας προς Λαµία, είχαν προσβληθεί από ληστές των Ελλήνων που τους λεηλάτησαν και τους άφησαν γυµνούς Εν τω µεταξύ, η ελονοσία θέριζε. Η κόπωση και η κακή διατροφή άρχισαν να υπονοµεύουν τη δύναµη των νέων.
Δεκαπέντε μέρες στους ελαιώνες, πόσοι στρατιώτες έχουν πεθάνει. Δεν έχω πάψει να είμαι γιατρός, αλλά και να είμαι κρατούμενος. Έχω γνωρίσει το θάνατο των σωμάτων και των ψυχών. Η κραυγή των πατέρων. Ήξερα τα βάσανα. Έχω δει τι σημαίνει να είσαι κουρασμένος, θλιβερά θλιμμένος, πεινασμένος, απελπισμένος.
Στους στρατώνες του Αγίου Αθανασίου υπήρχε ένα πλήθος στρατιωτών αρρώστων. Ελονοσία, ελονοσία, ελονοσία. Αιματηρή δυσεντερία που σε δύο ημέρες σκελέτωνε έναν οργανισμό και ό, τι δεν μπορούσαμε να θεραπεύσουμε επειδή δεν υπήρχαν τα φάρμακα και το κατάλληλο φαγητό».  
(συνεχίζεται…)
Στις φωτογραφίες διακρίνονται με σειρά:
Κεντρική φωτογραφία: Χαρακτηριστική πανοραμική άποψη της Δυτικής πλευράς της πόλης (πηγή: Προσωπικό αρχείο)
Εικόνα 1: Ιταλικά Οχήματα και πυροβολικό στους Ελαιώνες δίπλα στο στρατόπεδο στον Άγιο Αθανάσιο (φωτό: Προσωπικό αρχείο)
Εικόνα 2: Ιταλοί στρατιώτες στον δρόμο της Τουρλίδας (Πηγή: Προσωπικό αρχείο Δημητρίου Παρούση)
Εικόνα 3: Ο υπίατρος της Μεραρχίας Casale Gualtiero Marello σε αιχμαλωσία στο Γουδί στην Αθήνα. Το ημερολόγιό του «Prigionero 589» εκδόθηκε από τον γιο του Αlberto Marello κι εμπεριέχει λεπτομερέστατες περιγραφές του Μεσολογγίου της Ιταλικής κατοχής. Για την παραχώρηση του ημερολογίου του πατέρα του τον χιλιο-ευχαριστώ από καρδιάς
Εικόνα 4: Ιταλοί στρατιώτες στον Σιδηροδρομικό Σταθμό Αγρινίου. Στο πρώτο βαγόνι υπάρχει η χαρακτηριστική επιγραφή «Σ.Β.Δ.Ε» Σιδηρόδρομος Βορειοδυτικής Ελλάδος (Πηγή: Δημοπρασία Ebay)
Εικόνα 5: Λιμάνι του Μεσολογγίου - Άνοιξη του 1941. Διακρίνεται το κτίριο που στεγάζεται σήμερα το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Μεσολογγίου καθώς και ιταλικά φορτηγά
Πηγή: Εδώ

Το Μεσολόγγι στον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο (µέρος Α’)

Εξαιρετικό άρθρο του  Δημήτρη Μούρκα
Το Μεσολόγγι στον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο (µέρος Α’)
14 Σεπτεµβρίου 1944. Η ολιγάριθµη φρουρά του Λοχαγού της 104 Μεραρχίας Κυνηγών Alfons Ritter, όντας αποκοµµένη από τον κύριο όγκο της Μεραρχίας που εγκατέλειψε το Αγρίνιο την προηγούµενη µέρα, παραδίδεται στον Εφεδρικό ΕΛΑΣ Μεσολογγίου. Είναι το τέλος της γερµανικής Κατοχής και η έναρξη µια εξίσου ταραχώδους περιόδου (τόσο για το Μεσολόγγι όσο και για ολόκληρη την χώρα) που θα λήξει τον Μάρτιο του 1945 µε το τέλος της ΕΑΜοκρατίας στην πόλη.
Το Μεσολόγγι ήδη από την εποχή του Ελληνο-Ιταλικού πολέµου αποτέλεσε τον σηµαντικότερο κόµβο µετακινήσεων στρατευµάτων και πολεµοφοδίων των εµπόλεµων καθώς διέθετε 3 λιµάνια (Μεσολόγγι, Κρυονέρι, Κάτω Βασιλική) καθώς και την µοναδική σιδηροδροµική γραµµή στην Δυτική Ελλάδα που συνέδεε το Κρυονέρι µε το Αγρίνιο. Κατά τον Ιταλο-Ελληνικό πόλεµο από το Μεσολόγγι περνούσαν τα εφόδια για να καταλήξουν στην Πρέβεζα η οποία χρησιµοποιούνταν ως βάση ανεφοδιασµού.
Κατά την Γερµανική Εισβολή στοιχεία της 1st SS Panzer Division «Leibstandarte SS Adolf Hitler θα διεκπεραιωθούν µέσω των λιµανιών της Κάτω Βασιλικής και Μεσολογγίου (Εικόνα 2) στην Πελοπόννησο κατά την καταδίωξη των Συµµαχικών Δυνάµεων που υποχωρούσαν στην Καλαµάτα µε σκοπό να τα αποκόψουν στον Ισθµό της Κορίνθου. Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1941 από το λιµάνι του Μεσολογγίου θα µεταφερθεί και η Μεραρχία Acqui στην Κεφαλονιά (εικόνα 3).
Η Ιταλική κατοχή στο Μεσολόγγι θα κρατήσει από τον Μάιο του 1941 µέχρι τον Σεπτέµβριο του 1943. Κατά την Ιταλική κατοχή το Μεσολόγγι θα αποτελέσει το διοικητικό κέντρο των Ιταλικών δυνάµεων στην περιοχή καθώς θα αποτελέσει την έδρα της 56 ης Μεραρχίας Casale. Για τους Ιταλούς το Μεσολόγγι ήταν αρχικά ιδανικός τόπος µετάθεσης καθώς βρισκόταν µακριά από τα Μέτωπα της Αφρικής και της Ρωσίας που πολεµούσε ακόµα ο Ιταλικός στρατός ενώ και η δραστηριότητα των ανταρτών µέχρι το 1943 ήταν σχετικά µικρή (µόνο µια αντι-αντάρτικη επιχείρηση αναφέρεται στα Ιταλικά αρχεία το 1942 στα Μούσουρα).
Όπως διηγείται ο επικεφαλής της Βασιλικής Ιταλικής Αστυνοµίας, Agostino G. Pasquali στο ηµερολόγιο του τον Οκτώβριο του 1942: Έτσι έφτασα στο Μεσολόγγι, το οποίο ήταν τότε ένα θαυµάσιο χωριό στο Ιόνιο Πέλαγος. Με µάγεψε το τοπίο µεταξύ ξηράς και θάλασσας, Νόµιζα ότι η αποστολή µου σε αυτό το υπέροχο µέρος θα µπορούσε να είναι ένα είδος διακοπών. Όµως, η στρατιωτική κατοχή είχε δηµιουργήσει δυσαρέσκεια και δυσπιστία στον πληθυσµό, µια πραγµατική εχθρότητα που παρέµεινε κρυµµένη για το φόβο των Ιταλών και Γερµανών κατακτητών. Υπήρχε λοιπόν η ανάγκη εκατό Καραµπινιέρων. Ήµασταν τόσοι πολλοί, διότι εκτός από το σταθµό της Καραµπινιερίας υπήρχε η έδρα της µεραρχίας και του τάγµατος εδώ. Οι Μεσολογγίτες ήταν ήσυχοι άνθρωποι που ασχολούνταν µε την αλιεία και τη γεωργία και είχαν παραµείνει πάντα ξένοι στην πολιτική. Όταν πέρασαν οι πρώτες εβδοµάδες, συνειδητοποίησαν ότι τους σεβόµασταν, και σε ορισµένες περιπτώσεις τους βοηθούσαµε, να διατηρούν καλές σχέσεις µε τους στρατιώτες της Μεραρχίας. Ήµασταν ευαίσθητοι στις ανάγκες του πληθυσµού και την προστασία του νόµου και τάξης.
H πραγµατικότητα όµως για τους κατοίκους του Μεσολογγίου κατά την διάρκεια της κατοχής ήταν τελείως διαφορετική από αυτή που περιγράφει ο επικεφαλής της Καραµπινιερίας στο Μεσολόγγι. Ο Λιµός του 41-42 που χτύπησε κυρίως τα αστικά κέντρα στην Ελλάδα δεν άφησε ανεπηρέαστο και το Μεσολόγγι. Ο λόγος ήταν πως οι Ιταλοί απαγόρεψαν την οποιαδήποτε άφιξη ή αναχώρηση από την πόλη του Μεσολογγίου χωρίς ειδική άδεια τόσο αγαθών όσο και ανθρώπων. Αυτόµατα προκλήθηκε επισιτιστική κρίση στο Μεσολόγγι. Ο πλούτος της λιµνοθάλασσας τα ψάρια αποτέλεσαν την µοναδική πηγή τροφής για την πόλη ενώ υπήρξαν όπως είναι φυσικό φαινόµενα κερδοσκοπίας. Την κατάσταση επιχείρησαν να εξοµαλύνουν και να ελέγξουν οι αρχές κατοχής όταν µε διαταγή του ο στρατιωτικός διοικητής του Μεσολογγίου Ταγµατάρχης Λόλι ανακοίνωσε πως θα οριστούν επόπτες των αρχών κατοχής που θα ελέγχουν την παραγωγή των Ιβαριών της Λιµνοθάλασσας (ενώ παράλληλα τον Μάρτιο του 1942 οι τοπικές αρχές διοργάνωσαν το πρώτο λαϊκό συσσίτιο και τον διαµοιρασµό ειδών πρώτης ανάγκης (κυρίως όσπρια και ζάχαρη) στο λιµοκτονούντα πληθυσµό του Μεσολογγίου.
Το 1943 αποτελεί έτος σταθµό για το Μεσολόγγι αλλά και για την ευρύτερη περιοχή καθώς η Γερμανική παρουσία στην Αιτωλ/νία πολλαπλασιάζεται. Ο λόγος είναι η επιχείρηση Κιμάς των Βρετανών, η οποία ήταν μια επιχείρηση παραπλάνησης του Άξονα που είχε ως αντικειμενικό σκοπό να πείσει τη γερμανική Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση της Βέρμαχτ (OKW, Oberkommando Wehrmacht) ότι οι Σύμμαχοι επρόκειτο να εισβάλλουν στην Σαρδηνία και την Ελλάδα αντί για τη Σικελία που ήταν ο πραγματικός τόπος της απόβασης. Εξαιτίας λοιπόν του φόβου της Συμμαχικής απόβασης στην Ελλάδα (η περιοχή μας θεωρούταν Νο1 τόπος απόβασης των συμμάχων) η Γερμανική ανώτατη διοίκηση στέλνει στην περιοχή μας την 104 Μεραρχία Κυνηγών ενώ τα λιμάνια του Μεσολογγίου και του Αστακού αποκτούν οχυρωματικά έργα την επίβλεψη των οποίων ανέλαβε ο ίδιος ο διοικητής του 22 Ορεινού Σώματος με έδρα τα Γιάννενα ο διαβόητος στρατηγός Χουμπερτ Λαντς. Από την μεριά τους οι Σύμμαχοι για να κάνουν ακόμα πιο πιστευτό το ενδεχόμενο της απόβασης στην περιοχή προχώρησαν σε συνεργασία με την αντίσταση σε πλήθος σαμποτάζ ενώ έλαβαν χώρα και αεροπορικές επιθέσεις όπως αυτή της 16ης Αυγούστου 1943 όπου τρία Βρετανικά Βομβαρδιστικά επιτέθηκαν στο λιμάνι του Μεσολογγίου. 
(συνεχίζεται…)
Πηγή: εδώ

Η μεγάλη απεργία της Θεσσαλονίκης του '36 και ο «Επιτάφιος» του Γιάννη Ρίτσου

Θεσσαλονίκη 9 -11 Μαΐου 1936.  Στα τέλη Απριλίου του 1936 οι καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης κατέβηκαν σε απεργία διαρκείας με αιτήματα την αύξηση των ημερομισθίων, βελτίωση των παροχών του Ταμείου Ασφαλίσεως Καπνεργατών καθώς και πολιτικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες.
Το κυριότερο αίτημα ήταν η εφαρμογή της σύμβασης του 1924 που προέβλεπε ότι ο μέσος όρος του ημερομισθίου των καπνεργατών θα έπρεπε να αντιστοιχεί σε 8 χρυσές δραχμές. Μετά το 1931 και εκμεταλλευόμενοι την μεγάλη ανεργία οι καπνέμποροι είχαν κατεβάσει τα μεροκάματα σε εξευτελιστικά επίπεδα.
https://im1.7job.gr/sites/default/files/imagecache/1200x675/article/2018/18/260196-60165-92871-meramagioudphfodh.jpg
Το 1936 όταν το μεροκάματο έπρεπε να είναι 140-150 δραχμές πλήρωναν 35 με 40 και με ψευτοαυξήσεις έφθανε τις 75 με 80 δραχμές. Το Καπνεργατικό Συνέδριο τότε είχε αποφασίσει να διεκδικήσει μεροκάματο 120-135 δραχμές, αλλά οι βιομήχανοι και οι έμποροι είπαν ότι δεν δίνουν πάνω από 80. Ακόμα, λόγω της ανεργίας πολλοί εργάτες και κυρίως γυναίκες δούλευαν δωρεάν για να τους επικολλούνται τα ένσημα του Ταμείου και να μην χάσουν την περίθαλψη.
Η απεργία επεκτάθηκε αμέσως σε όλα τα καπνομάγαζα της Θεσσαλονίκης και κατόπιν στις Σέρρες, Λαγκαδά, Βόλο, Δράμα, Ξάνθη, Καρδίτσα και κατόπιν σε όλη την χώρα.
Η κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά που ακόμα δεν είχε επιβάλλει την δικτατορία, ακολουθούσε παρελκυστική τακτική υποσχόμενη στους απεργούς ότι θα ικανοποιήσει τα αιτήματα τους και προετοιμαζόμενη ταυτόχρονα για την βίαιη καταστολή της απεργίας.
Στις 7 Μαΐου σημειώθηκαν στον Βόλο αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ αστυνομίας και απεργών. Σε πολλές πόλεις προκηρύχθηκαν πανεργατικές απεργίες αλληλεγγύης και ο αριθμός των απεργών σε όλη την Ελλάδα ξεπέρασε τις 50.000.
Στις 8 Μαΐου, η Ενωτική Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας, με προκήρυξή της καλούσε σε απεργίες αλληλεγγύης. Την ίδια μέρα 7.000 απεργοί στην Θεσσαλονίκη συγκεντρώθηκαν έξω από τα γραφεία του σωματείου τους και αφού ενέκριναν το ψήφισμα που ζητούσε άμεση επίλυση των αιτημάτων τους, ξεκίνησαν προς την Γενική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος.
Στην Εγνατία μεγάλες δυνάμεις Χωροφυλακής, πεζής και έφιππης, στρατού και αντλιών προσπάθησαν να τους εμποδίσουν. Οι απεργοί κατόρθωσαν να σπάσουν την ζώνη και τότε η Χωροφυλακή επιτέθηκε με λύσσα. Οι εργάτες προσπαθούν να αμυνθούν με τούβλα, πέτρες και ξύλα και η Χωροφυλακή αρχίζει να πυροβολεί στο ψαχνό.
Την ίδια ώρα σε άλλα σημεία της Θεσσαλονίκης σημειώνονται και άλλες συγκρούσεις απεργών και Χωροφυλακής. Μεγάλες ομάδες απεργών συγκεντρώνονται στην Γενική Διοίκηση όπου οι επικεφαλής διατάσσουν τον στρατό να επιτεθεί. Δεν κινείται κανένας. Η Χωροφυλακή μόνο επιτέθηκε ξανά με λύσσα.
Όλοι οι συνοικισμοί της Θεσσαλονίκης είναι ανάστατοι. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούν ακατάπαυστα. Κόσμος κατεβαίνει στο κέντρο. Το βράδυ της 8ης Μαΐου, οι αυτοκινητιστές, οι τροχιοδρομικοί, οι εργάτες ηλεκτρισμού, οι φορτοεκφορτωτές, οι λιμενεργάτες και οι σιδηροδρομικοί Βορείου Ελλάδος κηρύσσουν απεργίες σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Η κυβέρνηση προτείνει αύξηση ημερομισθίων. Η αύξηση είναι πενιχρή και απορρίπτεται. Το ίδιο βράδυ η κυβέρνηση αποφασίζει επιστράτευση τροχιοδρομικών και σιδηροδρομικών.
Το ξημέρωμα της 9ης Μαΐου, βρίσκει την Θεσσαλονίκη νεκρή από κάθε επαγγελματική δραστηριότητα καθώς απεργία έχουν κηρύξει και οι έμποροι με τους βιοτέχνες. Η πόλη στρατοκρατείται και οι επιθέσεις της Αστυνομίας έχουν ξεκινήσει από νωρίς. Στις 10.30 το πρωί πέρασε από την οδό Εγνατίας αυτοκίνητο της Χωροφυλακής με συλληφθέντες αυτοκινητιστές. Όταν το αυτοκίνητο φθάνει κοντά στο σωματείο, όλοι οι οδηγοί και εισπράκτορες που ήταν εκεί όρμησαν και απελευθέρωσαν τους συναδέλφους τους. Η έφιππη Χωροφυλακή επιτέθηκε και οι απεργοί αμύνθηκαν με τούβλα και πέτρες. Αποκρούουν πέντε επιθέσεις των χωροφυλάκων και συμπτύσσονται. Η Χωροφυλακή επιτίθεται ξανά να τους διαλύσει και αρχίζει αληθινή μάχη. Στήνονται οδοφράγματα. Αστυνομικοί με πολιτικά ανεβαίνουν στα γύρω κτίρια και πυροβολούν. Ο οδηγός Τάσος Τούσης πέφτει νεκρός.
Η δολοφονία του έδωσε το σύνθημα για την μεγάλη διαδήλωση. Ενώ οι υπερασπιστές των οδοφραγμάτων συμπτύσσονται κάτω από την πίεση, χιλιάδες διαδηλωτές ξεπηδούν από όλες τις γωνίες των κεντρικών δρόμων. Ξηλώνουν μια πόρτα και βάζουν πάνω της το νεκρό εργάτη. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούν ξανά στους συνοικισμούς. Χιλιάδες άνθρωποι κατεβαίνουν στο κέντρο με το σύνθημα κάτω οι δολοφόνοι. Η Χωροφυλακή παίρνει τα όπλα από τους στρατιώτες και ρίχνει στο ψαχνό. Παντού βογγητά και άγριες φωνές. Οι στρατιώτες όρμησαν να αναχαιτίσουν τους λυσσασμένους χωροφύλακες. Η μάχη κράτησε 4 ώρες. 9 νεκροί και 300 τραυματίες.

Στις 3 το απόγευμα ο διοικητής του Γ Σώματος Στρατού Ζέππος κήρυξε στρατιωτικό νόμο. 2 ώρες αργότερα ο λαός ξαναέσπασε την «νομιμότητα» του Μεταξά και του Ζέππου και συγκρότησε νέες διαδηλώσεις. «Κάτω οι δολοφόνοι», «Κάτω ο Μεταξάς» φωνάζει και τραγουδώντας το «Πένθιμο εμβατήριο» βαδίζει προς το Διοικητήριο, ενώ ενώνονται μαζί του και οι στρατιωτικές περίπολοι.
Να φύγει η κυβέρνηση Μεταξά που πνίγει την χώρα στο αίμα και οδηγεί στο γκρεμό του αφανισμού διακηρύσσει η ΚΕ του ΚΚΕ.
Στις 10 Μαΐου φθάνουν στην Θεσσαλονίκη αντιτορπιλικά και ένα σύνταγμα πεζικού από την Λάρισα. Ο στρατηγός Ζέππος γίνεται τώρα αδιάλλακτος. Στις 10 Μαΐου όλη η Θεσσαλονίκη συμμετέχει στην κηδεία των θυμάτων. Στους δρόμους ο λαός συναδελφώνεται με τον στρατό. Οι φαντάροι των περιπόλων με δάκρυα στα μάτια αγκαλιάζονται με τους πολίτες. Οι χωροφύλακες είναι κλεισμένοι στα τμήματα που τα φρουρεί ο στρατός. Το πλήθος λιθοβολεί την Ασφάλεια και το Α’ Αστυνομικό Τμήμα. Στις 12 Μαΐου επέρχεται συμφωνία καπνεργατών καπνεμπόρων και γίνεται δεκτό το μεγαλύτερο μέρος των οικονομικών αιτημάτων. Η κυβέρνηση δεν αναλαμβάνει καμιά δέσμευση για απόλυση συλληφθέντων και τιμωρία των ενόχων. Ο στρατηγός Ζέππος εξαπολύει τρομοκρατία στην Θεσσαλονίκη. Στις 13 Μαϊου κηρύσσεται πανελλαδική απεργία σε ένδειξη διαμαρτυρίας. 500 χιλιάδες εργαζόμενοι σε όλη την Ελλάδα κατέβηκαν στους δρόμους.
Με τη λήξη της απεργίας, η Θεσσαλονίκη γνώρισε νέα περίοδο στρατοκρατίας. Οι συλλήψεις έδιναν και έπαιρναν. Πιάστηκαν όλοι οι δραστήριοι συνδικαλιστές, με πρώτους τους κομμουνιστές. Πιάστηκαν εκατοντάδες άλλοι εργαζόμενοι για ασήμαντους λόγους και τους έκλεισαν στα κρατητήρια του στρατοπέδου Αεροπορίας, του 31ου Συντάγματος Πεζικού και μέσα στην Έκθεση. Σε πολλές περιπτώσεις, οι κρατούμενοι, ακόμα και έγκυες γυναίκες, κακοποιήθηκαν άγρια για να ομολογήσουν δήθεν «ότι τα γεγονότα ήταν ...πραξικόπημα των κομμουνιστών για να καταλάβουν την εξουσία!».
Τα συνδικαλιστικά στελέχη - και στελέχη του ΚΚΕ - Ζαφείρης Βεκίδης, πρόεδρος του Ενωτικού Εργατικού Κέντρου, Δημήτρης Κωνσταντινίδης, πρόεδρος Τροχιοδρομικών, Χαράλαμπος Μελανεφίδης, πρόεδρος Ενωτικής Επιτροπής Καπνεργατών, Σάββας Σαββόπουλος, πρόεδρος Σωματείου Κλινοποιών, Νίκος Μανέκας, πρόεδρος Αυτοκινητιστών, Αδάμ Μουζενίδης, Ανδρέας Αξαρλής, καθώς και άλλοι συνδικαλιστές, οδηγούνται εξόριστοι στον Αη Στράτη και αλλού.
Ετούτος ο λαός δεν γονατίζει παρά μονάχα μπροστά στους νεκρούς του
Αναστασία Καρανικόλα (28 ετών), καπνεργάτρια, Δημήτρης Λαϊνάς (17 ετών), τσαγκάρης, Σαλβατόρ Μασαράνο (19 ετών) υπάλληλος, Ευθύμιος Αδαμαντίου (18 ετών), τσαγκάρης, Τάσος Τούσης (27 ετών) οδηγός, Ίντο Σεντόρ (22 ετών) επινικελωτής, Ευάγγελος Χολής (32 ετών) καπνεργάτης, Γιάννης Πανόπουλος (23 ετών) λαστιχάς, Δημήτρης Αγλαμίδης (25 ετών) σιδεράς.
Από τα πρώτα βήματα ως τον «Επιτάφιο»
Στις 10 Μαΐου, ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε στην πρώτη σελίδα του, την φωτογραφία της μάνας του Τάσου Τούση που θρηνούσε το νεκρό γιό της. Ενας νέος ποιητής, ο Γιάννης Ρίτσος, συγκλονίστηκε, κλείστηκε στην σοφίτα του της οδού Μεθώνης, και έγραψε τον συγκλονιστικό «Επιτάφιο».
O Γιάννης Ρίτσος, στερνοπαίδι της Ελευθερίας Βουζουναρά και του Ελευθερίου Ρίτσου, γεννήθηκε την 1η Μαίου 1909 στην Μονεμβασιά. Είχαν προηγηθεί η Νίνα το 1898, ο Μίμης το 1899, και η Λούλα το 1908.
Η Μονεμβασιά, ήταν το πέτρινο καράβι που τον ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο. Εκεί χάραξε τους πρώτος στίχους του και τις πρώτες ζωγραφιές του, εκεί πρωτοτραγούδησε δημοτικά τραγούδια αγναντεύοντας την θάλασσα...
Ο Γιάννης Ρίτσος πήγε στο σχολείο, μόλις τεσσεράμιση ετών με συμμαθήτρια την αδελφή του, Λούλα. Όπως ομολογούσε ο ίδιος δεν τα πήγαινε πολύ καλά με τα γράμματα. Ήταν δε και άτακτος και για αυτό αρκετές φορές τις πέρασε όρθιος στην γωνία, τιμωρημένος. Ότι δεν του έδωσε το σχολείο του, το έδωσε το ανοιχτό μυαλό της μητέρας του.
Όταν ξέσπασε η Οκτωβριανή Επανάσταση, άρχισε να αγοράζει αριστερά βιβλία, κάτι που έκανε τον Ελευθέριο Ρίτσο να οργίζεται.
Ομως ο Γιάννης, ο Γιάννος της, άκουγε σαν μαγεμένος την μάνα του να του μιλάει. Το 1918 ο Ρίτσος εγγράφεται στο Σχολαρχείο της Μονεμβασιάς. Το 1921 πεθαίνει από φυματίωση ο αδελφός του Μίμης. Ο Ρίτσος εγγράφεται στο Γυμνάσιο Γυθείου. Την ίδια χρονιά πεθαίνει από φυματίωση η μητέρα του σε σανατόριο στην Πορταριά Πηλίου, χωρίς ποτέ να μάθει τον θάνατο του Μίμη.
Το 1924 δημοσιεύονται ποιήματα του Ρίτσου στο περιοδικό «Διάπλασις των Παίδων» με το ψευδώνυμο «Ιδανικόν Οραμα». Το 1925 έρχεται με την Λούλα στην Αθήνα. Η οικογένεια έχει καταστραφεί οικονομικά. Εργάζεται ως δακτυλογράφος και προσλαμβάνεται στην Εθνική Τράπεζα ως αντιγραφέας στην συμβολαιογραφική της υπηρεσία. Το 1926 ο Γιάννης Ρίτσος προσβάλλεται και αυτός από φυματίωση. Το 1927 νοσηλεύεται στην κλινική Παπαδημητρίου και λίγο αργότερα μέσα στην χρονιά νοσηλεύεται στην «Σωτηρία» όπου θα μείνει ως το 1930. Γνωρίζεται με μαρξιστές διανοούμενους, καθώς και με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη. Τον Μάιο του ’30 παίρνει υποχρεωτικά εξιτήριο από την «Σωτηρία» και μεταφέρεται στο σανατόριο της Καψαλώνας έξω από τα Χανιά της Κρήτης. Επιστρέφει στην Αθήνα το 1931. Μπαίνει στην Εργατική Λέσχη και αναλαμβάνει την διεύθυνση του καλλιτεχνικού της τμήματος. Η αδελφή του Λούλα έχει μεταναστεύσει στην Αμερική όπου έχει παντρευτεί. Το 1932 ο πατέρας του Ελευθέριος Ρίτσος εισάγεται στο Δαφνί. Το 1933 ο Ρίτσος στρέφεται για βιοποριστικούς λόγους στο εμπορικό θέατρο. Το 1934 εκδίδεται την πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο «Τρακτέρ». Το 1934 επίσης αρχίζει την συνεργασία του με τον «Ριζοσπάστη» και γίνεται μέλος του ΚΚΕ. Το 1935 κυκλοφορεί η δεύτερη συλλογή του με τον τίτλο «Πυραμίδες».
Στις 11 Μαΐου 1936, ο Ρίτσος παραδίδει τρία άσματα από το ποίημα που θα ονομαστεί «Επιτάφιος». Τα δημοσίευσε ο «Ριζοσπάστης» της 12ης Μαΐου με τον τίτλο «Μοιρολόϊ». Ο Ρίτσος παράλληλα συμπληρώνει τον «Επιτάφιο» με άλλα 11 άσματα. Το βιβλίο τυπώθηκε και διαδόθηκε με φοβερή ταχύτητα. Πουλήθηκαν 10.000 αντίτυπα, αριθμός ρεκόρ για την εποχή. Όταν έγινε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου είχαν απομείνει μόνο 250 αντίτυπα. Κάηκαν στους Στύλους του Ολυμπίου Διός μαζί με άλλα «ανατρεπτικά» βιβλία.
Ο «Επιτάφιος» αποτελεί ποίημα-σταθμό τόσο για την ποίηση στην Ελλάδα, και βέβαια για το ίδιο το έργο του ποιητή. Αξιοποιώντας μέσα στο αισθητικό και θεματικό κλίμα του Μοντερνισμού, το δημοτικό τραγούδι και το λαϊκό μοιρολόϊ, όχι ως νοσταλγός μιας παράδοσης που σβήνει, αλλά ως πρωτοπόρος που χρησιμοποιεί ποιητικούς τρόπους με πολύ βαθιές ρίζες στην συνείδηση του λαού, ο Γιάννης Ρίτσος έγραψε ένα ποίημα-σταθμό που έρχεται από πολύ μακριά και πάει πολύ μακριά...

Ο «Επιτάφιος» είναι ένα ποίημα που περιέχει καταρχήν το απόσταγμα βαθιών αισθημάτων έτσι όπως εκφράστηκαν στην γλώσσα μας. Ο θρήνος της μάνας του δολοφονημένου εργάτη είναι ο θρήνος της Χ Ραψωδίας της Ιλιάδας του Ομήρου, όταν ο Πρίαμος, η Εκάβη και η Ανδρομάχη θρηνούν τον νεκρό Έκτορα. Είναι ο θρήνος της Εκάβης στις «Τρωάδες», στην «Εκάβη» και στην «Ανδρομάχη» του Ευριπίδη. Είναι ο θρήνος της μάνας που χάνει το παιδί της. Μέσα στο θρήνο της μάνας, ο τυφλός ραψωδός και ο μέγας τραγωδός, θα μιλήσουν για τα δεινά του πολέμου, θα μιλήσουν για τις ευτυχισμένες μέρες που πέρασαν, θα μιλήσουν για τον νεκρό νεαρό άντρα σαν να είναι ζωντανός, μέσα στο θρήνο της μάνας ο τυφλός ραψωδός και ο μέγας τραγωδός, θα περιφρονήσουν τον θάνατο που ταπεινώνει.
Ο «Επιτάφιος» είναι οι παιδικές μνήμες του ποιητή, όταν οι ύμνοι του Επιταφίου θρήνου, αυτά τα γλωσσικά αριστουργήματα έσμιγαν με το ανοιξιάτικο αεράκι, αλλά και όταν μικρό παιδί, άκουγε το μανιάτικο μοιρολόϊ.

«...Είδα μια φωτογραφία. Είχε δημοσιευθεί στον «Ριζοσπάστη» στις 10 Μάη του 1936. Διάβασα τις περιγραφές, διάβασα για την πρώτη μεγάλη οργανωμένη εξέγερση την εργατική, που από καπνεργατική απεργία έγινε πανεργατική απεργία. Και με συνεπήρε τόσο πολύ που την ίδια ημέρα άρχισα να γράφω τον «Επιτάφιο». Με όλο τον προηγούμενο εξοπλισμό, ήμουν προετοιμασμένος από τα παιδικά μου χρόνια, έτοιμος ο δεκαπεντασύλλαβος, το κρητικό θέατρο, η Ερωφίλη, ο Ερωτόκριτος, ο Σολωμός, οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» πάλι σε δεκαπεντασύλλαβο. Όλα αυτά τα πράγματα είχαν προετοιμαστεί, ήταν έτοιμα και δεν κατάλαβα πως βγήκαν. Μέσα σε δύο εικοσιτετράωρα, σχεδόν χωρίς να φάω και να κοιμηθώ, και πολλές φορές κλαίγοντας σαν μοιρολογίστρα Μανιάτισσα έγραψα τον «Επιτάφιο», τα πρώτα 14 ποιήματα».
(Από συνέντευξη του ποιητή σε ξένο τηλεοπτικό κανάλι το 1983).
Ποίημα της εργατικής τάξης
Αλλά ο «Επιτάφιος» δεν είναι απλώς ένα αριστουργηματικό, θρηνητικό ποιητικό έργο. Είναι ένα ποίημα της εργατικής τάξης. Εκείνο που το διαφοροποιεί από τα παλαιά θρηνητικά ποιήματα είναι δύο στροφές από το XVII και το ΧΧ άσματα του ποιήματος, ιδιαίτερα η δεύτερη με την οποία ολοκληρώνεται το ποίημα.
«Τώρα οι σημαίες σε ντύσανε. Παιδί μου, εσύ, κοιμήσου,
και γώ τραβάω στ' αδέρφια σου και παίρνω τη φωνή σου». (XVII άσμα).
«Γιέ μου, στ' αδέρφια σου τραβώ και σμίγω την οργή μου,
σου πήρα το ντουφέκι σου, κοιμήσου, εσύ, παιδί μου”. (ΧΧ άσμα)
Οι παλιότεροι θρήνοι, αντανακλούσαν την κοινωνική κατάσταση της γυναίκας στην αγροτική κοινωνία. Η κλεισμένη στο σπίτι γυναίκα θρηνεί τον γιό, τον αδελφό, τον σύζυγο, ανήμπορη.
Αλλά όταν γράφει το ποίημα ο Ρίτσος, η γυναίκα δεν είναι ένα ανήμπορο, κοινωνικά, πλάσμα. Είναι εργάτρια, κερδίζει τη ζωή της όλη με την δουλειά της στην κοινωνική παραγωγή και με τους αγώνες της μέσα στις γραμμές της εργατικής τάξης. Εκεί θα κερδίσει και την ισότιμη θέση της δίπλα στα ταξικά της αδέλφια. Και όταν πέφτει ένας, παίρνει την θέση του με το όπλο στο χέρι στο οδόφραγμα.
Για αυτό ο «Επιτάφιος» είναι ποίημα της εργατικής τάξης.
Η μελοποίηση του ποιήματος
Το 1956 ο «Επιτάφιος» πραγματοποίησε την δεύτερη έκδοσή του, ολοκληρωμένη με τα είκοσι ποιήματα. Επί 20 χρόνια ήταν συνεχώς στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων. Θα απαγορευθεί και πάλι στη διάρκεια της χούντας. Τότε, ο Γιάννης Ρίτσος, έστειλε το ποίημα στο Παρίσι που βρισκόταν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος μελοποίησε 8 ποιήματα, 7 στο Παρίσι και ένα στην Αθήνα. Ο Μίκης Θεοδωράκης έστειλε τις μελωδίες στον Μάνο Χατζιδάκι και στον Γιάννη Ρίτσο. Ο Χατζιδάκις χρησιμοποίησε ως ερμηνεύτρια την Νανά Μούσχουρη. Παράλληλα με αυτήν την εκτέλεση και την ενορχήστρωση, ο Μίκης Θεοδωράκης κυκλοφόρησε μια δεύτερη εκτέλεση του έργου με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και την Καίτη Θύμη, εκτέλεση στην οποία παίζει εκπληκτικό μπουζούκι ο Μανώλης Χιώτης.
Τον Σεπτέμβριο του 1960 ο Σύλλογος Κρητών Σπουδαστών παρουσίασε τα τραγούδια του «Επιταφίου» σε δημόσια εκδήλωση στην οποία εκτός από τον Μίκη Θεοδωράκη, μίλησαν και οι Μάνος Χατζιδάκις και Φοίβος Ανωγειανάκης.
Στην ομιλία του ο Μίκης θα χαρακτηρίσει την εκτέλεση του «Επιταφίου» με την Μούσχουρη ως έναν «Επιτάφιο» λυρικό, επιτάφιο αδελφής σε αδελφό και αγαπημένης σε αγαπημένο πιότερο, παρά μάνας σε γιό.
Και θα προσθέσει: « Για μένα η φωνή του Μπιθικώτση έχει μια άλλη ομορφιά. Γιατί είναι ο καθένας μας που τραγουδάει με τη φωνή του. Είναι ο βαρκάρης, ο ζευγάς, ο σωφέρ, ο φοιτητής, ο φαντάρος, ο εμποράκος - είναι ο νεοέλληνας είτε μας αρέσει είτε δεν μας αρέσει. Κι αν ο πρώτος «Επιτάφιος» είναι λυρικός και επιθαλάμιος, ο δεύτερος είναι για τις αγορές και τα σοκάκια, εκεί που το παλικάρι λαχάνιασε και αγάπησε, πριν φάει μια σφαίρα στην καρδιά.
Η ηχογράφηση του «Επιταφίου» με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, άλλαξε την πορεία της ελληνικής μουσικής. Αυτή η ηχογράφηση προκάλεσε μεγάλη συζήτηση με εκτενή αρθογραφία, άλλοι υπέρ, άλλοι κατά, και άλλοι σε κατάσταση αναμονής.
Η «πέτρα του σκανδάλου» ήταν βέβαια η χρησιμοποίηση μπουζουκιού. Ο Μίκης σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στο τεύχος 74-75 της «Επιθεώρησης Τέχνης» τον Οκτώβριο του 1960 δεν θα κρύψει ότι και ο ίδιος κατά καιρούς είχε πάρει κατά καιρούς διαμετρικά αντίθετες θέσεις απέναντι στο μπουζούκι. Θα θέσει το ερώτημα: «Οι επικριτές των μπουζουκιών δεν παραδέχονται καμιά απολύτως από τις 10-20 γνωστότερες λαϊκές μελωδίες; Και αν όχι για ποιο λόγο; Λέμε ότι δεν κάνει το ράσο τον παπά. Το ίδιο και το μπουζούκι δεν κάνει a priori τον ρεμπέτη. Όπως σε όλα τα έργα τέχνης, η ποιότητα του ίδιου του έργου, του περιεχομένου είναι το μόνο αξιόλογο και σοβαρό κριτήριο».
«Έχοντας συνειδητοποιήσει από πού προέρχεται ο ‘Επιτάφιος’ οδηγήθηκα υπεύθυνα και σοβαρά στο λαϊκό περίβλημα και συνοδεία, δηλαδή στο μπουζούκι. Αυτό αν θέλετε υπήρξε και μια ανάγκη αλλά και ένα πείραμα. Η σκέψη μου είναι η εξής: Μπορούμε να πάρουμε ό,τι καλό υπάρχει στο μπουζούκι, ό,τι καλό υπάρχει στους ρυθμούς, στους μελωδικούς τρόπους στο στιλ της λαϊκής μουσικής και δίνοντάς του ένα καινούργιο περιεχόμενο (στην περίπτωσή μου η ποίηση του Ρίτσου) να δώσουμε μια νέα ώθηση στο λαϊκό τραγούδι;»
Ο Μίκης κλείνει το άρθρο ως εξής: «Έρχομαι τώρα στους στίχους του Ρίτσου. Δε νομίζω πως υπάρχει μεγαλύτερη δόξα για ένα ποιητή από το να τραγουδιέται από το λαό. Υπάρχει λέξη μήπως, μέσα στον Μπιθικώτση που να μην λέγεται καθαρά, σωστά και με το αληθινό της συναισθηματικό νόημα; Έχετε καλό αισθητήριο, έχετε καλή θέληση; Πέστε μας τότε συγκεκριμένα, χειροπιαστά, πού σε ποια λέξη, σε ποιο νόημα, προδόθηκε η ποίηση του Ρίτσου; Και όταν ο Μπιθικώτσης αρχίζει με το ‘Γιέ μου ποια μοίρα στο ‘γραφε’ και δεν αισθάνεσθε ηλεκτρική εκκένωση από συγκίνηση, τότε απαραιτήτως δυο τινά θα πρέπει να συμβαίνουν: ή εσείς η εγώ, πάντως ένας από τους δυό μας, δεν καταλαβαίνει από μουσική. Εύχομαι να είμαι εγώ, που στο κάτω κάτω δεν έχω καμιά υπεύθυνη θέση, δεν διαφωτίζω τους άλλους και ότι κι αν κάνω, κακό του κεφαλιού μου μονάχα κάνω».
Με την εκπνοή του αιώνα θέλοντας ο Σταύρος Ξαρχάκος να τιμήσει τα 75 χρόνια του Μίκη Θεοδωράκη, ενορχήστρωσε ξανά τον «Επιτάφιο». Είναι η τέταρτη ενορχήστρωση του έργου. Η τρίτη ήταν με ερμηνεύτρια την Μαίρη Λίντα και β' φωνή τον Μανώλη Χιώτη. Ο Ξαρχάκος ξαναδιάβασε το ποίημα και το ενέταξε στο σήμερα. Αποφάσισε ότι το έργο δεν θα είναι πλέον οκτώ τραγούδια, αλλά θα είναι ενιαίο, ένα ποίημα-ποταμός σύμφωνα με την έκφραση που τόσο αγαπά ο Θεοδωράκης.
Η ταύτιση του ποιητή με τον λαό και την Ιστορία
Ο «Επιτάφιος» όχι μόνο άντεξε στο χρόνο, καθώς εξορίστηκε και αυτός μαζί με τον ποιητή, υπέστη διώξεις και απαγορεύθηκε, αλλά εξακολουθεί να συγκινεί, να τραγουδιέται και κυρίως να αφυπνίζει συνειδήσεις.
Ο «Επιτάφιος» στα 20 τραγούδια του εμπεριέχει το απόσταγμα αιώνων πολιτισμού που άνθισε σε αυτήν εδώ τη γη.
«Είναι η ταύτιση του ποιητή με τον ίδιο το λαό, την Ιστορία, η συμμετοχή, το ίδιο αίσθημα. Επήγαζε όχι από μια ατομική ιδιορρυθμία, από μια ατομική έστω αναγκαιότητα, αλλά από μια καθολική αναγκαιότητα», θα πει για τον «Επιτάφιο» ο ποιητής.
Τεράστιο ρόλο, διαδραμάτισε βέβαια η μελοποίηση του ποιήματος από τον Μίκη Θεοδωράκη.
Έχει όμως σημασία η άποψη του Γιάννη Ρίτσου για τη μελοποίηση. «Το ποίημα, μέσω της μουσικής πήγε και βρήκε τους ανθρώπους, στο τραπέζι τους, στο κρεβάτι τους, την ώρα που έκαναν έρωτα, την ώρα που τρώγανε, που πίνανε, που χορεύανε, που διασκέδαζαν, που γλεντούσαν. Και οι στίχοι έμειναν. Μαζί με το κρασί τους, μαζί με το ψωμί τους έγιναν ένα. Έγιναν τροφή αισθημάτων, τροφή ψυχής, τροφή πνεύματος. Ταυτόχρονα. Στην αρχή βέβαια είχα πολλές επιφυλάξεις. Έλεγα, μα αυτή η ιερή λειτουργία, αυτός ο θρήνος και ο ύμνος για την εργατική τάξη θα ακούγεται εκεί που βωμολοχούνε, που τρών, που τσιμπιούνται, που φιλιούνται; Είχα άδικο. Εκεί έπρεπε να πάει. Και εκεί τους βρήκε και εκεί τους δόθηκε, τους προσφέρθηκε και προσφέρθηκαν κι αυτοί στο ποίημα μαζί με την μουσική. Το ήπιαν το ποίημα, το έφαγαν».
Ενδεικτική βιβλιογραφία
-Γιάννης Ρίτσος: «Επιτάφιος» - Εκδόσεις Κέδρος
-«Ριζοσπάστης» 15 και 20 Μαΐου 2016 (Αποσπάσματα από τις εισηγήσεις της ημερίδας 80 χρόνια από το Μάη του 1936. Οι ιστορικές συνθήκες της εποχής. Τα γεγονότα και η επίδρασή τους. Ο ρόλος και οι θέσεις του ΚΚΕ που διοργάνωσε η ΚΟ Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ).
-«Ο ηρωϊκός Μάης της Θεσσαλονίκης του ΄36» - Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή
-Θέμος Κορνάρος: «Θεσσαλονίκη 9-11 Μάη 1936 (Οι αγώνες του Λαού)» - Εκδόσεις Χρόνος
-«Γιάννης Ρίτσος: Πάντα παρών στο κάλεσμα της εποχής» - Πρακτικά και εικα­στικό και οπτικοακουστικό υλικό του επιστημονικού συνεδρίου που πραγ­ματοποίησε η ΚΕ του ΚΚΕ στις 21 & 22 Νοεμβρίου 2009, για να τιμήσει τα 100 χρόνια από τη γέννηση του κομμουνιστή ποιητή Γ. Ρίτσου. Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή
-Γιώργος Βελουδής: «Γιάννης Ρίτσος-Προβλήματα μελέτης του έργου του» - Εκδόσεις Κέδρος
-Γιώργος Βελουδής: «Προσεγγίσεις στο έργο του Γιάννη Ρίτσου» - Εκδόσεις Κέδρος
-Το 33 σελίδων συνοδευτικό βιβλιαράκι πληροφοριών του CD «Μίκης Θεοδωράκης: Επιτάφιος-Επιφάνια» ΕΜΙ
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More