Poutanique τεχνη, εσυ τα φταις ολα!

Να είναι τέχνη; Επάγγελμα ή μήπως ματαιοδοξία;

Ο μουσικός του πεζοδρόμου!!

Ξαφνικά την καλοκαιρινή ηρεμία στο μικρό μας Μεσολόγγι σκέπασε μια γλυκιά μελωδία που έρχονταν από το βάθος του πεζοδρόμου. Όσο πλησίαζε.....

Να πως γινεται το Μεσολογγι προορισμος!

αι θα αξιοποιηθεί. Ακούγονται διάφορες ιδέες και έχουν συσταθεί αρκετές ομάδες πολιτών που προτείνουν υλοποιήσιμες και μη ιδέες προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος και έμμεσα να επωφεληθούμε όλοι.....

Ποσα κτηρια ρημαζουν στο Μεσολογγι;

Ένα από τα θέματα του δημοτικού συμβούλιου στις 27/ 11 είναι η «Εκμίσθωση χώρου για κάλυψη στεγαστικών αναγκών του Δήμου». Οι πρώτες σκέψεις που μου έρχονται στο μυαλό είναι πως μετά από τόσα χρόνια και πώς μετά από τόσο κονδύλια έχουμε φτάσει ....

Μεσολόγγι - αδέσποτα ώρα μηδέν.

Αδέσποτα, ένα ευαίσθητο θέμα για όσους είναι πραγματικά φιλόζωοι* και με τις δυο έννοιες της λέξης. Ας αρχίσουμε να μιλάμε για τις αβοήθητες ψυχές που ξαφνικά βρεθήκαν απροστάτευτες στον δρόμο όχι από το τέλος δηλαδή από τα αποτελέσματα που βλέπουμε...

Facebook, φωτογραφιες με σουφρωμενα χειλη...

Κάλος ή κακός αγαπητοί φίλοι διανύουμε μια εποχή που θέλει τους περισσότερους άμεσα εξαρτημένους από τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωση τύπου face book. Έρχεται λοιπόν το Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας

4 Δεκ 2020

Νίνο Ρότα: Το σινεμά, ο Φεντερίκο και ο Μάνος

 https://im1.7job.gr/sites/default/files/imagecache/1200x675/article/2019/48/306166-nino-rota.jpg

Ο Νίνο Ρότα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ο «πάπας των σάουντρακ» αν και μάλλον τον τίτλο τον μοιράζεται με τον Ένιο Μορικόνε, ένα άλλο «θηρίο» της κινηματογραφικής μουσικής.

Όμως η μουσική δεν έχει όρια, δεν κρίνεται με τεχνοκρατικά κριτήρια, ούτε αξιολογείται με την ποσότητα. Το σίγουρο είναι ότι και οι δύο προσέφεραν τα μέγιστα τόσο στη μουσική όσο και στο μελωδικό «ντύσιμο» του κινηματογράφου.

Ο Φεντερίκο Φελίνι είχε πει για τον Νίνο Ρότα, με τον οποίο είχε μια δημιουργική φιλία για περίπου 30 χρόνια, ότι «σκηνοθετεί μουσικά τη μαγεία, τη γιορτή, τη μελωδία της εικόνας».

Πράγματι, ποιος μπορεί να ξεχάσει τις μαγικές μουσικές του Ρότα, από τα απλά μοτίβα, μέχρι τις απαιτητικές συνθέσεις, αν και έχουν περάσει 40 χρόνια από το θάνατό του. Ο αστείρευτης έμπνευσης μουσικός, συνέθεσε μουσική για περίπου 150 ταινίες, δεκάδες κλασικές συνθέσεις για χορωδία και μουσική δωματίου, τρεις συμφωνίες, 3 κονσέρτα για βιολοντσέλο, για την τηλεόραση, για 23 μπαλέτα και θέατρα (για όλα τα έργα του Εντουάρντο Ντε Φίλιππο) και δέκα όπερες.

Παιδί θαύμα

Γεννήθηκε στο Μιλάνο στις 3 Δεκεμβρίου του 1911, από γονείς μουσικούς και σπούδασε πιάνο στο ωδείο της πόλης. Ως παιδί θαύμα, πριν συμπληρώσει τα 15 του χρόνια είχε συνθέσει μια όπερα κι ένα ορατόριο, προκαλώντας το θαυμασμό. Με προτροπή του φημισμένου διευθυντή ορχήστρας Αρτούρο Τοσκανίνι, μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της κλασικής μουσικής, ο νεαρός Νίνο Ρότα συνέχισε τις σπουδές του στη Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου έμεινε για τρία χρόνια. Εκεί θα μπει ως θεατής στις κινηματογραφικές αίθουσες και θα εντυπωσιαστεί από τη μουσική του Τζορτζ Γκέρσουιν. Επιστρέφοντας στην Ιταλία, θα σπουδάσει φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου, ενώ το 1939 άρχισε να διδάσκει Αρμονία και σύνθεση στο Ωδείο Νικολό Πιτσίνι στο Μπάρι, όπου έγινε διευθυντής μετά από 11 χρόνια.


Δυο μάγοι στο σινεμά

Με τη νεανική του ορμή, γρήγορα θα έρθει σε επαφή και με τους κινηματογραφιστές της χώρας του και το σινεμά, που άρχιζε να ακμάζει. Ο ίδιος, παρότι τεράστιας κλασικής παιδείας, θα γοητευθεί από τα παραδοσιακά και λαϊκά ακούσματα της Ιταλίας, κάτι που γίνεται αντιληπτό και στις περισσότερες μουσικές του. Πολύ πριν συναντήσει τον Φελίνι, το 1933 θα γράψει τη μουσική για την ταινία του Ραφαέλε Ματεράτσο «Treno Popolare». Ουσιαστικά ο Ρότα μπαίνει στο σινεμά και εγκαινιάζει τη μακρά συνεργασία του με τον Φεντερίκο Φελίνι το 1952, με την κωμωδία «Ο Λευκός Σεϊχης» και πρωταγωνιστή τον αξέχαστο Αλμπέρτο Σόρντι. Δυο μεγάλοι καλλιτέχνες, Φελίνι και Ρότα, ο ένας της εικόνας και ο άλλος της μουσικής, συναντιόνται προς χάριν όλων αυτών που ήθελαν κάτι περισσότερο από ένα ψυχαγωγικό κινηματογράφο. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι άλλες σημαντικές δημιουργίες του νεορεαλισμού ή και άλλων κινηματογραφικών ειδών υπολείπονται των ταινιών του Φελίνι. Άλλωστε η συνεργασία του με τον Λουκίνο Βισκόντι θα σημαδέψει το σινεμά. Τεράστια επιτυχία για τον Ρότα οι ταινίες του «Κόκκινου Βαρόνου», «Ο Ρόκο και τα Αδέλφια του», «Βοκάκιος '70» (σπονδυλωτή ταινία που είχε σκηνοθετήσει μαζί με τους θρυλικούς Βιτόριο Ντε Σίκα, Φελίνι, Μονιτσέλι) και φυσικά τον αριστουργηματικό «Γατόπαρδο», ένα επικό δράμα, με έναν γρανιτένιο Μπαρτ Λάνκαστερ και για πολλούς μεγάλους σκηνοθέτες μία από τις σημαντικότερες ταινίες όλων των εποχών.


Το Όσκαρ... με τη δεύτερη

Ο πολυγραφότατος συνθέτης συνεργάστηκε και με τον Φράνκο Τζεφιρέλι, για τον οποίο συνέθεσε το εξαιρετικό μουσικό θέμα της ταινίας «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», ένα φιλμ που μπορεί σήμερα να έχει σχεδόν ξεχαστεί, αλλά το σάουντρακ του Ρότα παραμένει αθάνατο. Η ταινία που όμως εκτόξευσε τη φήμη του ήταν «Ο Νονός». Για ακατανόητους λόγους δεν πήρε το Όσκαρ μουσικής επένδυσης για την πρώτη ταινία του Φράνσις Φορντ Κόπολα (η δικαιολογία ότι χρησιμοποίησε μουσικά μοτίβα ενός προηγούμενου σάουντρακ, που είχε συνθέσει για το φιλμ «Φορτουνέλα» του Εντουάρντο Ντε Φίλιππο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και αστεία), αλλά με τη δεύτερη, το 1974. Μάλιστα, για την άρνηση της Ακαδημίας να του δώσει το Όσκαρ μουσικής για το πρώτο επικό φιλμ του Κόπολα, ο Ρότα δεν παραβρέθηκε στην απονομή του Όσκαρ το 1974, αφήνοντας τους θαυμαστές του στις ΗΠΑ στα κρύα του λουτρού.

 

Το σίγουρο είναι ότι ο Ρότα δεν περίμενε το Όσκαρ για να καταξιωθεί. Κατά γενική παραδοχή οι συνθέσεις του έδωσαν άλλη αίγλη στις ταινίες στις οποίες συμμετείχε, παρότι οι σκηνοθέτες με τους οποίους συνεργάστηκε ήταν τεράστια ονόματα της 7ης Τέχνης. Ακίρα Κουροσάβα, Βιτόριο ντε Σίκα, Φράνκο Ρόσι, Μάουρο Μπολονίνι, Λουί Μαλ, Λίνα Βερντμίλερ και Ρενέ Κλεμάν μερικοί απ' τους σκηνοθέτες που συνεργάστηκε.


Οι επουράνιες μελωδίες και ο Φελίνι

Ωστόσο, η συνεργασία του με τον Φελίνι θα μείνει για πάντα στην ιστορία. Συνεργάστηκαν σε 15 ταινίες που πολλές απ' αυτές άφησαν εποχή και σημάδεψαν σπουδαίους κινηματογραφιστές και μουσικούς, αλλά και γενιές κινηματογραφόφιλων. Ο Φελίνι είχε πει: «Ο πιο πολύτιμος συνεργάτης που είχα και το λέω ευθέως και δε χρειάζεται καν να διστάσω, ήταν ο Νίνο Ρότα. Είχε μια γεωμετρική φαντασία, μια μουσική προσέγγιση αντάξια επουράνιων σφαιρών. Δεν είχε λοιπόν ανάγκη να δει εικόνες από τις ταινίες μου. Όταν το ρωτούσα για τις μελωδίες που σκεφτόταν για να σχολιάσω τη μία ή την άλλη σεκάνς, συνειδητοποιούσα ότι δεν ασχολούνταν καθόλου με εικόνες. Ο κόσμος του ήταν εσωτερικός, μέσα του και η πραγματικότητα δεν είχε κανέναν τρόπο να μπει εκεί».

Μερικές από τις ταινίες του «maestro» που τις έντυσε μουσικά ο Ρότα και έγιναν αναπόσπαστα με τα πλέον αγαπημένα και αναγνωρίσιμα κινηματογραφικά σάουντρακ ήταν τα αριστουργήματα «Ντόλτσε Βίτα», «Λα Στράντα», «Οκτώμισι», «Νύχτες της Καμπίρια», «Σατυρικόν», «Ρόμα», «Amarcord», «Καζανόβας», «Ιουλιέτα των Πνευμάτων». Φυσικά υπάρχει και η «Πρόβα Ορχήστρας», μια αλληγορική ταινία στην οποία ο Φελίνι δεν τα πολυκαταφέρνει, αλλά έχει σκηνές ασύγκριτης μαγείας, που στηρίζονται στην έμπνευση του Ρότα. Η ταινία αυτή έμελλε να είναι και η τελευταία για τον Ρότα, καθώς τον επόμενο χρόνο, το 1979, θα έφευγε ξαφνικά από στεφανιαία νόσο.

Η σχέση του με την Ελλάδα και ο Μάνος

Ο Νίνο Ρότα όμως είχε σχέση και με την Ελλάδα. Με την Ελλάδα συνδέθηκε λόγω της φιλίας που είχε αναπτύξει με τον Μάνο Χατζιδάκι. Λίγο μετά το θάνατο του Ιταλού συνθέτη, ο Χατζιδάκις, προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσει το μεγαλείο του Ρότα και την προσφορά του στο φιλμικό σύμπαν του Φελίνι, είχε πει: «Ο Φελίνι ασχολείται με το παρελθόν του, ασχολείται με τις εικόνες του παρελθόντος, τις οποίες τις συνθέτει με το μέλλον. Κι εκεί είναι η μεγαλοσύνη του. Ήθελε ένα υλικό του παρελθόντος. Ο Νίνο Ρότα του το προμήθευσε. Κι έχουμε αυτό το αξιοπερίεργο, να έχει σφραγίσει την εποχή μας, την πολύ σύγχρονη εποχή μας, ένα υλικό αναμνήσεων. Κι αυτός είναι ο Νίνο Ρότα».

Επίσης, ο Χατζιδάκις είχε διαπιστώσει ότι «ο Ρότα είχε συνείδηση του λαϊκού». Για να συμπληρώσει ότι «και θαυμαστά συνθέτει ολόκληρες σειρές από πρωτοφανέρωτες οικείες μελωδίες, που εξαρχής δεθήκανε με τα Φελινικά οράματα και φτιάξαν μία από τις πιο θαρραλέες και μαγικές στιγμές του κόσμου αυτού που ζούμε». Και συνοψίζοντας θα πει: «Ο Φελίνι και ο Ρότα είναι η επιτυχημένη Ιταλία του Μεταπολέμου που γνωρίζει να διασκεδάζει και να βλέπει βαθιά τις ρωγμές και τους κραδασμούς του μέλλοντος, χωρίς να χάνει το αίσθημα και την μνήμη του μεταναγεννησιακού πάθους».

Η καρδιά και η μουσική

Ο Νίνο Ρότα, σε ηλικία 67 ετών θα πεθάνει στη Ρώμη, ήσυχα όπως έζησε. Θα αφήσει πίσω του μία κόρη, τη Νίνα Ρότα, την οποία απέκτησε κατά τη διάρκεια της σχέσης του με την πιανίστρια Μάγκντα Λονγκάρι. Και φυσικά θα αφήσει πίσω του, εκτός από τον απαρηγόρητο Φελίνι, που έχασε το άλλο του μισό και ένα τεράστιο έργο. Με δικά του λόγια, μιλώντας για την τέχνη του, αποκαλύπτει από που αντλούσε την έμπνευση: «Όταν συνθέτω στο πιάνο, τείνω να νιώθω ευτυχής, αλλά υπάρχει πάντα το αιώνιο δίλημμα: πώς μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι ανάμεσα στη δυστυχία των άλλων; Θα έκανα τα πάντα για να δώσω σε όλους μια στιγμή ευτυχίας. Αυτό είναι που βρίσκεται στην καρδιά της μουσικής μου».

Ανορεξία, μια κοινωνική ασθένεια

 

Οι κοινωνικές ανισότητες στον τομέα της υγείας αποβαίνουν συνήθως εις βάρος των ανδρών των λαϊκών στρωμάτων. Η νευρική (ψυχογενής) ανορεξία αποτελεί μία από τις εξαιρέσεις του κανόνα: αυτή η σοβαρή διαταραχή της διατροφικής συμπεριφοράς, που μπορεί να οδηγήσει στον θάνατο, απειλεί ιδιαίτερα τις κοπέλες των εύπορων κοινωνικών στρωμάτων, εκτεθειμένες σε αυστηρότερους κανόνες για το τι σημαίνει λεπτό σώμα και με την τάση να θεωρούν ότι είναι σε θέση να ορίσουν οι ίδιες το κοινωνικό πεπρωμένο τους.

Σπάνια μια ασθένεια χτυπάει τόσο στοχευμένα: το 90-95% των ατόμων που έχουν προσβληθεί από νευρική ανορεξία –τη διαταραχή της διατροφικής συμπεριφοράς που εκδηλώνεται με την αυστηρή και εκούσια στέρηση τροφής για περίοδο αρκετών μηνών, έως και ετών– είναι γυναίκες. Παρόμοια ανισορροπία μεταξύ των δύο φύλων έχει καταγραφεί μονάχα στην περίπτωση του καρκίνου του στήθους (άντρες είναι μόνο το 1% των ασθενών) ή… των παθήσεων των γεννητικών οργάνων. Άλλη ιδιαιτερότητα αυτής της ασθένειας: η κοινωνική σύνθεση του αφορώμενου πληθυσμού. Ενώ η επικινδυνότητα όσον αφορά την υγεία συνήθως καταμετράται εις βάρος των λαϊκών στρωμάτων, στην περίπτωση της νευρικής ανορεξίας παρατηρείται το αντίθετο. Έτσι, τα κορίτσια των ανώτερων κοινωνικών τάξεων (με γονείς στελέχη επιχειρήσεων, επιχειρηματίες, ελεύθερους επαγγελματίες που ασκούν επαγγέλματα με κοινωνικό κύρος) αντιμετωπίζουν 1,6 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να προσβληθούν από τις κόρες των εργατών, ενώ τα κορίτσια της μεσαίας τάξης (με γονείς υπαλλήλους και τεχνικούς) 1,3 φορές1. Τέλος, το ηλικιακό προφίλ διαφέρει από εκείνο των υπόλοιπων ψυχικών διαταραχών: η ανορεξία σπάνια αρχίζει μετά τα 25 έτη και η πιθανότητα εμφάνισής της μειώνεται με την πάροδο του χρόνου, τη στιγμή που η κατάθλιψη παραμένει συχνή στην ενήλικη ζωή.

Το 2010, η νευρική ανορεξία –η οποία παρουσιάστηκε από την γαλλική Ανώτατη Αρχή Υγείας ως ένα «σημαντικό διακύβευμα της δημόσιας υγείας, το οποίο δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη από την χώρα μας», καθώς δεν υιοθετούνται μέτρα για την πρόληψή της– αποτέλεσε αντικείμενο ενός νόμου, που τέθηκε τελικά σε εφαρμογή το 2017 και επιδιώκει να αντιμετωπίσει τα κοινωνικά αίτια της μάστιγας. Σύμφωνα με την τελευταία διαθέσιμη μελέτη, δημοσιευμένη το 2008, η ανορεξία αφορούσε σχεδόν το 5% των νεαρών Γαλλίδων (βλ. ένθετο). Ο νόμος βάζει στο στόχαστρό του κυρίως τη μόδα και τη διαφήμιση και αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στην προστασία της υγείας των μοντέλων.

Θα υποχωρήσει όμως η έκταση της ανορεξίας αν στραφούμε εναντίον των κλάδων που προωθούν παθογόνες αναπαραστάσεις του γυναικείου σώματος; Πιθανότατα, λιγότερο απ’ όσο αναμένεται. Διότι, κάτω από τη γυαλιστερή επιφάνεια του ιλουστρασιόν χαρτιού, φωλιάζουν οι κοινωνικές αιτίες της ασθένειας: ενώ το σύνολο του πληθυσμού εκτίθεται στις ίδιες εικόνες ισχνών σωμάτων, η πιθανότητα να ασθενήσει κάποιος ποικίλλει σημαντικά από άτομο σε άτομο, κατά κύριο λόγο ανάλογα με το κοινωνικό περιβάλλον του.

Οι παράγοντες που ευθύνονται για την ανορεξία είναι πολλαπλοί και αλληλεπιδρούν με την προσωπική διαδρομή κάθε ατόμου: δυσλειτουργίες του νευρικού συστήματος, οικογενειακά και ψυχολογικά μοτίβα σχέσεων, αγχογόνα περιστατικά. Παρ’ όλα αυτά, το κοινωνικο-δημογραφικό πορτρέτο που μπορούμε να σκιαγραφήσουμε δεν παύει να είναι εντυπωσιακό. Σε αυτό το ζήτημα, το οποίο σπάνια σχολιάζεται από τους επαγγελματίες της υγείας, η κοινωνιολογία και η ιστορία της ιατρικής προσφέρουν μια χρήσιμη προσέγγιση.

Η αναζήτηση της αριστείας

Στα ιατρικά συγγράμματα, η διάγνωση της «νευρικής ανορεξίας» εμφανίζεται –και αρχίζει να αποκτά μεγαλύτερη ακρίβεια– κατά τη διάρκεια του δευτέρου μισού του 19ου αιώνα. Οι διαρκείς διατροφικοί περιορισμοί (που μπορούν να φτάσουν ακόμα και στην απόλυτη νηστεία και δεν εξηγούνται από διαταραχές της πέψης) αποτελούσαν καταρχάς το κυριότερο σύμπτωμα. Ο Γάλλος γιατρός Ερνέστ-Σαρλ Λαζέγκ2, όπως και ο Βρετανός συνάδελφός του Ουίλιαμ Γκαλ3, παρατήρησαν ότι η ασιτία συνοδευόταν, παραδόξως, από μια εντυπωσιακή ενεργητικότητα. Όπως παρατηρεί ο Λαζέγκ, «αντί να καταβάλλει τις μυϊκές δυνάμεις, η μείωση της τροφής τείνει να αυξάνει την κινητική ικανότητα. Η ασθενής συνεχίζει να αισθάνεται πιο ενεργή, ελαφρύτερη, ιππεύει, κάνει μεγάλες πεζοπορίες, δέχεται και κάνει επισκέψεις και, αν παραστεί ανάγκη, διάγει μια κουραστική κοσμική ζωή χωρίς να δείχνει σημάδια κούρασης, για την οποία υπό κανονικές συνθήκες θα παραπονιόταν».

Οι πρώτες κλινικές περιγραφές του Λαζέγκ αναδεικνύουν επίσης την πρωτοκαθεδρία των νεαρών γυναικών μεταξύ των πασχόντων, ενώ παράλληλα οι ασχολίες των ασθενών του παραπέμπουν στις ασχολίες της αστικής τάξης, στην οποία αναμφίβολα ανήκουν. Μερικά χρόνια αργότερα, ο νευρολόγος Ζαν-Μαρτέν Σαρκό (1883) και άλλοι Ευρωπαίοι γιατροί άρχισαν να αναφέρουν συμπτώματα που θα αποκτήσουν κομβική θέση στη διάγνωση της νευρικής ανορεξίας: τη φοβία ότι θα πάρουν βάρος και την πεποίθηση ότι είναι υπερβολικά χοντρές4.

Θα πρέπει άραγε να συμπεράνουμε ότι η παθολογία αυτή γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα; Ή μήπως απλά πρόκειται για μια ιατρική ετικέτα που μπήκε σε πολύ παλαιότερες πρακτικές; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι πρακτικές παρατεταμένης νηστείας δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Η δομινικανή αδελφή Αικατερίνη της Σιένας (1347-1380), που τον 15ο αιώνα αγιοποιήθηκε από την Καθολική Εκκλησία, στερούσε ήδη τον εαυτό της από τροφή μέχρι να καταρρεύσει από την εξάντληση. Όμως, εκείνη την εποχή, τέτοιοι διατροφικοί περιορισμοί εντάσσονταν στο πλαίσιο ενός μυστικιστικού εγχειρήματος, κάτι εντελώς διαφορετικό από όσα συνέβαιναν τον 19ο αιώνα. Τότε, το κίνητρο της νηστείας ήταν πλέον η κοινωνική διάκριση: η σιλουέτα της αστής οφείλει να είναι λεπτή, δεδομένου ότι το πάχος αρχίζει να γίνεται χαρακτηριστικό των λαϊκών τάξεων, καθώς η πείνα αρχίζει να εξαφανίζεται5. Η ψυχιατρική, εκείνη την εποχή σε μεγάλη άνθηση, δημιουργεί ένα νέο ιατρικό λεξιλόγιο με βάση τις πιο ακραίες περιπτώσεις. Συνεπώς, όσο κι αν είναι αλήθεια ότι υπήρχαν περιπτώσεις εκούσιας στέρησης της τροφής και πριν από την εμφάνιση της διάγνωσης της νευρικής ανορεξίας, η γέννηση και η εξέλιξη της ασθένειας είναι αξεδιάλυτα συνυφασμένες με τη διάδοση της κουλτούρας της αστικής τάξης.

Ενάμιση αιώνα αργότερα, η αξία που έχει η λεπτή σιλουέτα για τη γαλλική κοινωνία εξακολουθεί να επηρεάζεται από αυτήν την ιστορική εξέλιξη (6). Σύμφωνα με μια γαλλική μελέτη του 2008 σε δείγμα σχεδόν 40.000 εφήβων 17 ετών, οι κοπέλες φιλοδοξούν να αποκτήσουν βάρος μικρότερο από τα ιατρικά όρια του αδύνατου σώματος6: ο μέσος όρος των κοριτσιών με ύψος 1,70 μ. θεωρεί ως ικανοποιητικό βάρος τα 52 κιλά, τη στιγμή που ένα βάρος κατά 1-20 κιλά υψηλότερο θεωρείται φυσιολογικό. Για τα κορίτσια των ανώτερων κοινωνικών τάξεων (με γονείς στελέχη επιχειρήσεων ή επιχειρηματίες), το ιδανικό βάρος είναι ακόμα χαμηλότερο, με αποτέλεσμα να διευρύνεται η διαφορά με τα κορίτσια των λαϊκών τάξεων (με γονείς εργάτες).

Η αντίθεση με τα αγόρια είναι διπλή: όχι μόνον θεωρούν καλή μια σωματική διάπλαση με μεγαλύτερο βάρος (γι’ αυτά, το ιδανικό μέσο βάρος ενός ατόμου με ύψος 1,70 μ. είναι τα 62 κιλά, δηλαδή δέκα κιλά περισσότεροα απ’ ό,τι για τα κορίτσια), αλλά και η διαφορά της κοινωνική τάξης δεν επηρεάζει σχεδόν καθόλου αυτήν την εκτίμηση. Με άλλα λόγια, οι αναπαραστάσεις για το τέλειο σώμα αποτελούν παράγοντα κοινωνικής διαφοροποίησης για τα κορίτσια, όχι όμως και για τα αγόρια. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση της πραγματικής σωματικής διάπλασης, η οποία παρουσιάζει ελάχιστες διακυμάνσεις στα αγόρια ανάλογα με την κοινωνική προέλευσή τους, τη στιγμή που παρατηρούνται σημαντικές διακυμάνσεις στα κορίτσια. Οι αποκλίσεις καταδεικνύουν τη μεγάλη κοινωνική αξία που έχει το λεπτό σώμα για τα κορίτσια, καθώς καθορίζει τη θέση τους σε μια διπλή ιεραρχία. Σχηματικά, το βάρος εμφανίζεται ταυτόχρονα ως ένδειξη κατωτερότητας των γυναικών απέναντι στους άντρες, αλλά ανωτερότητας των εύπορων γυναικών απέναντι σε εκείνες των λαϊκών τάξεων.

Οι έφηβες καταβάλλουν ιδιαίτερη προσπάθεια να επιδεικνύουν ένα (εξαιρετικά) λεπτό σώμα, σε μια ηλικία όπου δεν έχουν τη δυνατότητα να αντλήσουν κύρος από άλλες ιδιότητες που χρησιμεύουν συνήθως για την κατάταξη των ενηλίκων σε κατηγορίες (το εισόδημα, το επάγγελμα κ.λπ.). Ο συγκεκριμένος παράγοντας θα μπορούσε να εξηγήσει την πολύ συχνή εμφάνιση της ανορεξίας σε νεαρή ηλικία, καθώς επίσης και το γεγονός ότι συχνά συνδέεται και με άλλες συμπεριφορές. Όπως έχουν δείξει οι μελέτες της κοινωνιολόγου Μυριέλ Νταρμόν, το λεπτό σώμα και οι σχολικές επιδόσεις αποτελούν μέρος της ίδιας αναζήτησης της κοινωνικής αριστείας, στην οποία επιδίδονται περισσότερο τα κορίτσια συγκριτικά με τα αγόρια, και κυρίως τα κορίτσια των ανώτερων τάξεων7. Συνεπώς, δεν είναι διόλου παράδοξο το γεγονός ότι στα προπαρασκευαστικά τμήματα για τις «μεγάλες σχολές»8 συναντάμε συχνά ανορεξικές μαθήτριες.

Καθώς το λεπτό σώμα αποτελεί δείκτη κοινωνικής επιτυχίας, σπάνια εκλαμβάνεται ως δώρο της γενετικής. Αντίθετα, θεωρείται ως ένα «αγαθό» που επιτυγχάνεται με τον έλεγχο της διατροφής και, ακόμα περισσότερο, των παρορμήσεων της πείνας. Κατ’ επέκταση, το λεπτό σώμα συμβολίζει τον αυτοέλεγχο. Αυτό το στοιχείο περιγράφεται ως τυπικό χαρακτηριστικό των ανορεξικών πρακτικών –και πρώτα απ’ όλα από τα ίδια τα άτομα που τις ασκούν. Όπως περιγράφει η συγγραφέας Ντελφίν ντε Βιγκάν στις Ημέρες δίχως πείνα, την αυτοβιογραφική αφήγησή της σε τρίτο πρόσωπο, «αισθανόταν ολοένα καλύτερα, ελαφρύτερη, αγνότερη. Γινόταν δυνατότερη από την πείνα, ισχυρότερη από την ανάγκη. Όσο περισσότερο έχανε βάρος, τόσο περισσότερο αναζητούσε αυτήν την αίσθηση για να κυριαρχήσει πάνω της»9.

Τυραννικές απαιτήσεις

Αυτό που παρουσιάζεται ως παθολογική επιθυμία για αυτοπειθαρχία σε ατομικό επίπεδο, στην πραγματικότητα πιθανώς να αποτελεί στοιχείο μιας σχέσης με τον κόσμο που διαμορφώνεται από κοινωνικούς παράγοντες. Πράγματι, μαθαίνουμε στις νεαρές κοπέλες να «φέρονται σωστά», να «έχουν αυτοέλεγχο», να «μην αφήνονται να παρασυρθούν», τη στιγμή που στους άνδρες ανήκει το προνόμιο να ελέγχουν τους άλλους. Τέτοιες προσταγές τις συναντάμε πολύ περισσότερο στις μεσαίες και ανώτερες τάξεις οι οποίες, συγκριτικά με τις λαϊκές τάξεις, έχουν περισσότερο την τάση να πιστεύουν στη δυνατότητα ότι ένα άτομο μπορεί να είναι ο κύριος του κοινωνικού του πεπρωμένου. Η προσταγή για αυτοέλεγχο ενδέχεται να προδιαθέτει για διαταραχές της διατροφικής συμπεριφοράς, αποτελώντας μια δεξαμενή πρακτικών από τις οποίες τα άτομα αντλούν τα μέσα που χρειάζονται για να αντιμετωπίσουν αγχογόνες καταστάσεις ή οδυνηρά γεγονότα (όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατανάλωση οινοπνευματωδών ή άλλων ψυχοτρόπων ουσιών).

Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, οι γυναίκες βιώνουν την εμπειρία των αντιφατικών προσταγών: να έχεις «γυναικεία σιλουέτα» χωρίς όμως κυτταρίτιδα, να προσέχεις διαρκώς την εμφάνισή σου χωρίς όμως και να είσαι «επιφανειακή», να ελέγχεις την πείνα σου ενώ παράλληλα θα ετοιμάζεις το γεύμα της οικογένειας, να έχεις την κυριαρχία του σώματός σου αλλά και να το διαφυλάσσεις ώστε να είναι έτοιμο για την εγκυμοσύνη, να θηλάζεις όποτε το χρειάζεται το μωρό αλλά να συνεχίζεις να εργάζεσαι κ.λπ. Οι απαιτήσεις αυτές, που διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία και την κοινωνική θέση, αποτελούν το πλέγμα πάνω στο οποίο αναπτύσσεται η νευρική ανορεξία.

Κατά παράδοξο τρόπο, στον βαθμό που η ασθένεια κερδίζει έδαφος, ο έλεγχος πάνω στην διατροφή γίνεται ανεξέλεγκτος. Η αίσθηση κυριαρχίας που νοιώθουν απολαυστικά οι νεαρές γυναίκες βλέποντας να μειώνεται το βάρος στην ένδειξη της ζυγαριάς γίνεται τόσο απαραίτητη γι’ αυτές ώστε δεν μπορούν πλέον να φτάσουν σε ένα φυσιολογικό βάρος. Βρίσκονται τότε αντιμέτωπες με κίνδυνο θανάτου, πολύ υψηλότερο απ’ ό,τι στον υπόλοιπο πληθυσμό, λόγω αυτοκτονιών ή επιπλοκών που μπορεί να προκληθούν από τα επεισόδια παρατεταμένης νηστείας. Και έτσι, οι κοινωνικές νόρμες μετατρέπονται σε πρόβλημα δημόσιας υγείας.

Διαβάστε επίσης:

Σχεδόν πέντε στις εκατό έφηβες υποφέρει από ανορεξία

  1. «Enquête sur la santé et les consommations lors de l’appel de préparation à la défense» (Escapad), Observatoire français des drogues et des toxicomanies, Παρίσι, 2008. Βλ. επίσης Claire Scodellaro, Jean-Louis Pan Ké Shon και Stéphane Legleye, «Troubles dans les rapports sociaux: le cas de l’anorexie et de la boulimie», Revue Française de sociologie, τόμος 58, τ. 1, Παρίσι, Ιανουάριος-Μάρτιος 2017.
  2. Βλ. Ernest-Charles Lasègue, «De l’anorexie hystérique», Archives générales de la médecine, 6η σειρά, τόμος 21, τ. 1, Παρίσι, 1873.
  3. Βλ. William Gull, «Anorexia nervosa (apepsia hsterica, anorexia hysterica)», Transactions of the Clinical Society of London, 7, 1874.
  4. Tilmann Habermas, «History of anorexia nervosa», σε Michael P. Levine και Linda Smolak (επιμ.), The Wiley Handbook of Eating Disorders, John Wiley & Sons, Χομπόκεν (Νιού Τζέρσεϋ), 2015.
  5. Georges Vigarello, «Les Métamorphoses du gras. Histoire de l’obésité», Seuil, συλλογή «L’univers historique», Παρίσι, 2010.
  6. Escapad, Observatoire français des drogues et des toxicomanies, 2008.
  7. Muriel Darmon, «Des jeunesses singulières. Sociologie de l’ascétisme juvénile», Agora débats/jeunes, n°56, Παρίσι, 2010.
  8. (Σ.τ.Μ.): Στη Γαλλία, υπάρχει ένα σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δύο ταχυτήτων: οι απλές πανεπιστημιακές σχολές στις οποίες η είσοδος γίνεται με τον βαθμό του απολυτήριου και οι υψηλού κύρους «μεγάλες σχολές» (Πολυτεχνείο, Πολιτικές επιστήμες, Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, φημισμένες σχολές διοίκησης επιχειρήσεων και μάρκετινγκ) για τις οποίες υπάρχουν εξαιρετικά απαιτητικές εξετάσεις μετά από υποχρεωτική φοίτηση σε ειδικά προπαρασκευαστικά τμήματα υψηλού επιπέδου (συνήθως δημόσια).
  9. Delphine de Vigan (με το ψευδώνυμο Lou Delvig), «Jours sans faim», Grasset, Παρίσι, 2001.

Σχεδόν πέντε στις εκατό έφηβες υποφέρουν από ανορεξία

  

Όσον αφορά το βάρος και το λεπτό σώμα, πώς καθορίζουν οι γιατροί το σύνορο ανάμεσα στις φυσιολογικές και τις παθολογικές συμπεριφορές; Τα ιατρικά εγχειρίδια, όπως για παράδειγμα το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, αλλιώς DSM) που εκδίδει η Αμερικανική Ψυχιατρική Ένωση (APA), προσθέτουν στις υποκειμενικές εκδηλώσεις της ανορεξίας και ένα κριτήριο βάρους. Έτσι, μια ενήλικη γυναίκα με ύψος 1,64 μ. και βάρος 49 κιλά θεωρείται «ελλιποβαρής» γιατί ο δείκτης σωματικής μάζας της (ΔΣΜ), ο οποίος συσχετίζει το βάρος με το τετράγωνο του ύψους, είναι κατώτερος των 18,5 kg/m². Εάν όμως αυτή η γυναίκα θεωρεί τον εαυτό της υπερβολικά χοντρό, τότε είναι πιθανόν ότι παρουσιάζει μια μορφή νευρικής ανορεξίας η οποία αποκαλείται υποσυνδρομική. Θα θεωρηθεί δε ότι πάσχει από ανορεξία σοβαρής μορφής εάν χάσει 4 κιλά (ΔΣΜ κατώτερος των 17 kg/m²) και αρνηθεί να ξαναπάρει βάρος. Στη Γαλλία, το 2008, το 1,4% των δεκαεπτάχρονων κοριτσιών είχαν παρουσιάσει συμπτώματα ανορεξίας σοβαρής μορφής και το 3,3% ελαφρύτερα συμπτώματα υποσυνδρομικής ανορεξίας. Για τα αγόρια της ίδιας ηλικίας, η αντίστοιχη συχνότητα ήταν 0 και 0,1%1.

Διαβάστε επίσης:

  1. Βλ. Nathalie Godart και άλλοι, «Epidemiology of anorexia nervosa in French community-based sample of 39.542 adolescents», Open Journal of Epidemiology, Γιουχάν, Ιανουάριος 2013.

Η ευτυχία βρίσκεται στα εμπορικά κέντρα…

 

Τα εμπορικά κέντρα και η εξάπλωση των περιχώρων τους αντιπροσωπεύουν μια από τις φυσικές εκφράσεις του σύγχρονου καπιταλισμού, επιτηδευμένου όσο και άπληστου. Άδεια σήμερα, την ώρα της πανδημίας, αντικαθίστανται σιγά σιγά από το ηλεκτρονικό εμπόριο που φέρνει όλες τις μάρκες και τα προϊόντα του κόσμου κοντά μας, μ’ ένα κλικ. Στην Ελλάδα, η συνήθεια άργησε να ριζώσει, πιθανόν εξαιτίας του καιρού ή ακόμα επειδή οι μεγάλες -ευρωπαϊκές κυρίως αλυσίδες- καθιερώθηκαν επίσης με σχετική καθυστέρηση. Η πένα του Τόμας Φρανκ μας μεταφέρει στο Κάνσας του 2001 και σε μια διαφορετική εικόνα, εκείνη ενός εμπορικού κέντρου που αποτελεί τη βάση γύρω από την οποία δομούνται τα νέα αστικά προάστια.

Από το αρχείο μας Αύγουστος 2001

Στην αρχή υπήρχε το Κάουντρι Κλαμπ Πλάζα του Κάνσας Σίτι. Χτισμένο στη δεκαετία του ’20, μέρος ενός ευρύτερου συνόλου συνοικιών μόνο με κατοικίες, το Πλάζα υπήρξε το πρώτο μεγάλο προαστιακό εμπορικό κέντρο στον κόσμο που οργανώθηκε σε τέλεια συνάρτηση με το αυτοκίνητο. Ήταν επίσης ο τόπος σύγκλισης ενός φανταχτερού χώρου στον οποίο ξεφύτρωσαν ετερόκλητες κατοικίες: από το στιλ της γαλλικής Προβηγκίας, στο σκοτσέζικο πλούσιο επαρχιακό αρχοντικό, ενώ κάποιες άλλες μιμούνται τα παραθαλάσσια σπίτια της Βιρτζίνιας. Το ίδιο το εμπορικό κέντρο έμοιαζε με αντίγραφο της Σεβίλλης.

Κανείς δεν παραξενευόταν που μια συνοικία μόνο με κατοικίες δεν είχε πεζοδρόμια. Κάθε χρόνο, οι άνθρωποι, για να γιορτάσουν την έναρξη της εμπορικής περιόδου των Χριστουγέννων, συγκεντρώνονταν στο Πλάζα για να παρευρεθούν στο άναμμα των παγκοσμίως γνωστών φωτεινών εγκαταστάσεών του. Τα πιο λαϊκά καταστήματα (παντοπωλεία και μπόουλινγκ) απομακρύνθηκαν για να βελτιωθεί η εικόνα της περιοχής.

Όλα αυτά αντιπροσωπεύουν μια από τις πρώτες απόπειρες διαφυγής από τη σκληρή ζωή στο Κάνσας Σίτι εντός των τειχών: επιτέλους καλά σχολεία, πισίνες, ιδιωτική αστυνομία και σχεδόν αποκλειστικά λευκός πληθυσμός, προερχόμενος από ανώτερες τάξεις, τα αγαθά των οποίων δεν θα έχαναν ποτέ πια την αξία τους. Η μέθοδος Κάουντρι Κλαμπ αποδείχθηκε τόσο αποτελεσματική, που το Πλάζα έγινε τόπος προορισμού για τουρίστες από όλες τις μεσοδυτικές πολιτείες.

Σε τέτοιο σημείο ώστε το φαινόμενο που εισήγαγε το Πλάζα εξαπλώνεται στο Νότο και στη Δύση, μερικές εκατοντάδες δρόμους πιο πέρα, όσο το προάστιο του Κάνσας Σίτι προεκτείνεται εκεί όπου παλιά υπήρχαν χωράφια. Εδώ βρίσκει κανείς μεγάλες εμπορικές ζώνες, κτίρια όπου στεγάζονται γραφεία, με απαστράπτουσες προσόψεις, συνοικίες με κατοικίες μόνο για υψηλά εισοδήματα και περιφερειακές λεωφόρους με έξι λωρίδες κυκλοφορίας που προσπαθούν απελπισμένα να κάνουν το γύρο της πόλης. Τα συγκροτήματα «Μακ-Κατοικιών», που εισβάλλουν στους πιο απομακρυσμένους λόφους και σε πολυσύχναστα σταυροδρόμια, άγνωστα μέχρι πέρυσι, φιλοξενούν μεσιτικά γραφεία, εστιατόρια της μόδας και παντοπωλεία πολυτελείας.

Απλωμένο σε έκταση 13 εκταρίων, καλυμμένη από εμπορικά καταστήματα, το Oak Park είναι το μεγαλύτερο εμπορικό σύμπλεγμα της πολεοδομικής περιοχής του Κάνσας Σίτι. Όποιος χωθεί στην υπερβολικά στιλιζαρισμένη ατμόσφαιρα του μεγάλου καταστήματος Nordstrom και στις μπουτίκ με τις ξύλινες επενδύσεις πέφτει πάνω σε πωλητές που του εύχονται εγκάρδια το «καλώς όρισες» με την αρρενωπή αδελφοσύνη αυτών που αρωματίζονται με κολόνια Polo και φορούν επώνυμα γυαλιά ηλίου σε απλησίαστες τιμές. Και όλα αυτά με τους ήχους μιας εύθυμης μπαλάντας κάντρι-ροκ.

Τριγυρίζοντας στο κέντρο, αισθάνεται κανείς ότι οι μεγάλες διεθνείς εταιρείες κυριαρχούν σ’ αυτό το βασίλειο. Όπως, για παράδειγμα, ένα κατάστημα με το σήμα της Warner Bros Studio, το εμπορικό σκέλος αυτού του γίγαντα της «κουλτούρας» που είναι η AOL-Time Warner. Εδώ δεν πουλάνε μόνο προϊόντα στους πελάτες, αλλά τους προτείνουν και έναν αστείρευτο αριθμό διαδράσεων με την εταιρεία και τις θυγατρικές της. Στο ισόγειο του κέντρου, στο ατελιέ Build-a-Bear (Φτιάξτε μια αρκούδα), μια κοπέλα επί της υποδοχής προσκαλεί, με υπερβολικά εγκάρδιο τρόπο, τον πελάτη να εκφράσει την προσωπικότητά του κατασκευάζοντας για τον εαυτό του μια λούτρινη αρκούδα. Ο πελάτης έχει τη δυνατότητα να επιλέξει ανάμεσα σε διάφορα μοντέλα, τα υλικά για να γεμίσει το αρκουδάκι, καθώς και τις μελωδίες. Κατόπιν, του προτείνεται να καταχωρίσει αυτή τη χαριτωμένη έκφραση της ελεύθερης επιλογής του στο μεγάλο ηλεκτρονικό μητρώο των λούτρινων αρκούδων. Είναι η τελική απόδειξη ότι η προσωπικότητά μας βγαίνει, και αυτή, από μια αλυσίδα συναρμολόγησης.

Αυτό που υπάρχει στην περιφέρεια του Κάνσας Σίτι δεν διεκδικεί πια ούτε μοναδικότητα, ούτε ιδιαιτερότητα. Το σκεπαστό και κλειστό εμπορικό κέντρο εφευρέθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’50, από έναν επιχειρηματία από τη Μινεάπολη, ο οποίος ήθελε να πετύχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερες πωλήσεις, αλλά και να προσφέρει άνεση στους πελάτες του, ειδικά το χειμώνα, που είναι πολύ βαρύς στο Βορρά. Στα σαράντα χρόνια που πέρασαν από τότε, η ιδέα αυτή εξαπλώθηκε αρχικά από τη Νέα Υόρκη έως το Λος Αντζελες, και ύστερα σ’ ολόκληρο τον κόσμο, πάντα ακολουθώντας το ίδιο περίπου βασικό σχέδιο: μια γιγαντιαία κατασκευή σε σχήμα λίγο ώς πολύ κύβου, με τεράστιους χώρους στάθμευσης ώστε να μπορούν να φιλοξενούν όσο το δυνατό περισσότερους πελάτες. Τουλάχιστον δύο γνωστές μάρκες (από τις οποίες μία εθνικού βεληνεκούς), πρέπει να καλύπτουν τις άκρες του κτιριακού συγκροτήματος και ανάμεσά τους να υπάρχουν μικρότερα μαγαζιά, ενώ είναι απαραίτητη μια πτέρυγα με ευρεία επιλογή εστιατορίων γρήγορου φαγητού για τους καταναλωτές. Σχεδόν πλήρης είναι και η απουσία εξωτερικής διακόσμησης, με το ντιζάιν να επικεντρώνεται στους εσωτερικούς χώρους.

Το Πλάζα ήταν το τιτάνιο έργο που ενέπνεε ένα μοναδικό επιχειρηματία. Αντιθέτως, το εμπορικό κέντρο στην εποχή μας είναι αναμφίβολα ο χώρος που έχει υποστεί την πιο προσεκτική επεξεργασία στον κόσμο. Η οικοδόμηση και η διαχείριση εμπορικών κέντρων έχει εξελιχθεί σε τεράστια βιομηχανία, με τον ενθουσιασμένο καταναλωτή να είναι τόσο ζωτικής σημασίας για την αμερικανική οικονομία όσο και η φτηνή βενζίνη. Γι’ αυτό, έμποροι και διαφημιστές ζητούν από τους ανθρωπολόγους να μας παρακολουθούν την ώρα που εκτελούμε την πράξη της αγοράς. Η μουσική υπόκρουση έχει επιλεγεί με μεγάλη φροντίδα για να μας προτρέπει μια να χαζεύουμε, και μια να βιαζόμαστε. Οι βιτρίνες και η εσωτερική διακόσμηση των καταστημάτων είναι προϊόντα σχολαστικού ελέγχου. Από το φωτισμό των φυτών σε γλάστρες μέχρι την κατανομή των καταστημάτων στο χώρο, τίποτα δεν έχει αφεθεί στην τύχη. Τίποτα δεν υπάρχει εκεί έτσι, «για ομορφιά».

Τα εμπορικά κέντρα και η εξάπλωση των περιχώρων τους αντιπροσωπεύουν μια από τις φυσικές εκφράσεις του σύγχρονου καπιταλισμού, επιτηδευμένου όσο και άπληστου. Ωστόσο όσον αφορά τα προάστια, στην Αμερική λένε ότι η οργάνωσή τους γύρω από εμπορικά κέντρα είναι άμεση έκφραση της λαϊκής βούλησης. Τα μεγάλα εμπορικά κέντρα, με τους τεράστιους χώρους στάθμευσης, και η συνεχής επέκταση των προαστίων ως αποτέλεσμά τους, αντιστοιχούν σ’ αυτό που ζητάει ο λαός όταν του επιτρέπουν να ταξιδεύει και να επιλέγει ελεύθερα: «Το εμπορικό κέντρο είμαι εγώ».

Το επιχείρημα αυτό συναντά το λεγόμενο «λαϊκισμό της αγοράς», σύμφωνα με τον οποίο το τοπίο που έχει προκύψει από το νέο καπιταλισμό αντικατοπτρίζει το μέσο και ενάρετο πολίτη, ενώ κάθε κριτική για την επέκταση των προαστίων φέρει τη σφραγίδα ενός απαξιωτικού ελιτισμού. Στη μια όχθη βρίσκονται αριστεριστές «σνομπ» και εγωιστές, θιασώτες του προγραμματισμού και σίγουροι ότι όλα τα ξέρουν καλύτερα από τους άλλους. Στην άλλη, βρίσκονται αληθινοί άνθρωποι, οι οποίοι προφανώς θέλουν τα εμπορικά κέντρα. Αυτή η άποψη έχει επικρατήσει τόσο, που ένας αμφιλεγόμενος κατασκευαστής εμπορικών κέντρων δεν δίστασε να αυτοανακηρυχθεί «ο αρχιτέκτονας του Λαού».

Η πραγματικότητα του λαού όμως είναι λίγο διαφορετική. Όταν, αντί να υποθέτουν ότι η γνώμη των ανθρώπων είναι ίδια με αυτή των επιχειρηματιών, τους ρωτούν τι πραγματικά σκέφτονται για την επέκταση των προαστίων, γίνεται αμέσως φανερό ότι σιχαίνονται αυτόν τον τρόπο ζωής. Λίγοι είναι εκείνοι που πιστεύουν ακόμη ότι η λύση στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν μέσα στις πόλεις είναι να πάνε να εγκατασταθούν λίγο πιο μακριά, εκεί όπου θα χτιστεί ένα καινούριο εμπορικό κέντρο, θα φτιαχτούν απαίσιες κατοικίες, για να περνούν τελικά τη μέρα τους μέσα σ’ ένα 4×4, κινούμενοι σε μποτιλιαρισμένους δρόμους, διακοσμημένους με καχεκτικά δεντράκια. Στο εξής, οι νέοι που έχουν τα μέσα επιστρέφουν στις πόλεις που εγκατέλειψαν οι γονείς τους. Κατοικούν στις δήθεν «μποέμικες» συνοικίες και προκαλούν άνοδο των τιμών στα αστικά ακίνητα. Αυτοί που παραμένουν στα προάστια κάθε άλλο παρά εύχονται την επέκτασή τους, γιατί έτσι θα επιδεινωθούν οι κυκλοφοριακές συνθήκες στη συνοικία τους.

Αυτό το νέο «αντι-προαστιακό» πνεύμα, αυτή η επιθυμία διαφυγής, εκφράζεται παντού. Σύμφωνα με τον επαγγελματικό τύπο, οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν με διαύγεια και ταυτόχρονα με σύγχυση το θέμα των προαστίων. Δεν θέλουν πια να πηγαίνουν στο νιοστό ανώνυμο εμπορικό κέντρο. Απαιτούν εμπειρίες, όχι ατέλειωτα καταστήματα και εστιατόρια. Θέλουν να ξεφύγουν από δρόμους που δεν οδηγούν πουθενά και από προκατασκευασμένους «χώρους ζωής».

Χρειάζεται περίπου μιάμιση ώρα για να πάει κανείς από τα νότια του Σικάγο στο εμπορικό κέντρο Woodfield, στο Schaumburg του Ιλινόις. Χτισμένο στις αρχές της δεκαετίας του ’70, το Woodfield, με τις πέντε μεγάλες μάρκες του και τα 200 χιλιάδες τετ. μέτρα καταστημάτων, ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1990 το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο του κόσμου. Από κατάστημα σε κατάστημα και από εστιατόριο σε εστιατόριο, αυτό που πουλιέται εδώ είναι μια αυθεντικότητα σε δόσεις και μια αντίσταση κατά παραγγελία ενάντια στον προαστιακό τρόπο ζωής. Γιατί, ως διά μαγείας, μπορεί κανείς να ζει σε μια συνοικία με εντελώς ίδιες μεταξύ τους κατοικίες, να περνάει, όπως όλος ο κόσμος, τον καιρό του μέσα σε ένα κουτί, αλλά ταυτόχρονα, χάρη στα πολλά μαγαζιά αυτής της εμπορικής ζώνης (ή οποιασδήποτε άλλης), έχει τη δυνατότητα να φαντάζεται ότι καταργεί τους κανόνες, ότι είναι ένας σκληρός και ατομιστής αστός, ένα εκλεπτυσμένο άτομο, ένας μοναχικός λύκος μέσα σ’ ένα κοπάδι από πλάσματα που βελάζουν. Απ’ έξω, το Schaumburg ίσως μοιάζει με άψυχο βασίλειο του κομφορμισμού και του ψεύτικου. Όμως, το Schaumburg ευημερεί, πουλώντας ακριβώς πολιτιστικά αντίδοτα ενάντια στον κομφορμισμό, στην απουσία ψυχής και στην έλλειψη αυθεντικότητας.

Στο Woodfield, είναι ολοφάνερο ότι καθένας παίζει το ρόλο του. Ο Φρεντ, πωλητής σ’ ένα από τα μεγάλα καταστήματα, έχει ξυρισμένα τα μαλλιά του και μια μικρή κοτσίδα. Στο μαγαζί του, μια έκθεση με κέρινες κούκλες έχει ως θέμα το τολμηρό σύνθημα «Είμαι αυτό που είμαι». Οι έφηβοι που συχνάζουν στο χώρο έχουν όλοι τατουάζ, σκουλαρίκια σε διάφορα σημεία του σώματός τους και μακριές φαβορίτες. Το αριστοκρατικό κατάστημα Lord and Taylor διαθέτει γραβάτες με σύμβολα για την «ειρήνη στο κόσμο». Στην μπουτίκ Lane Bryant για παχουλές, αναγγέλλεται η «επανάσταση του τζιν». Και τα φανελάκια φέρουν το λακωνικό μήνυμα: «Επαναστάτρια».

Αυτό το πνεύμα της εξέγερσης δεν θα είχε κανένα νόημα αν δεν μας υπενθύμιζε, συχνά, την ξεπερασμένη, ανούσια και προϊστορική κουλτούρα ενάντια στην οποία στρέφεται. Αυτός είναι αναμφισβήτητα και ο λόγος για τον οποίο ορισμένα μαγαζιά του Woodfield είχαν ζωντανές απεικονίσεις της ματαιοδοξίας των προγόνων μας από τα προάστια. Σ’ αυτές διακωμωδείται ο χοντροκομμένος χαρακτήρας της διαφήμισης που ήταν στη μόδα εδώ και πενήντα χρόνια. Η μπουτίκ Fossil (απολίθωμα), η οποία ένας Θεός ξέρει τι πουλάει, παρουσιάζει διάφορες παρωδίες από λογότυπα και αφίσες: χαζοχαρούμενες αεροσυνοδοί κάνουν σήματα με τα χέρια, την ώρα που εύθυμα αρσενικά, φορώντας ρεπούμπλικες, χαμογελούν σ’ όλο τον κόσμο.

Εμείς, όμως… Εμείς είμαστε εναλλακτικοί, αυθεντικοί, ακραίοι! Στο Vans, ένα από τα δύο μαγαζιά με είδη σκέιτμπορντ, οι έφηβοι ανεβαίνουν και κατεβαίνουν με τα πατίνια μια ράμπα από κόντρα πλακέ σε σχήμα U. Μόλις λίγα χρόνια πριν, το σκέιτ ήταν αμιγώς αναζήτηση περιπέτειας. Σήμερα, υπάρχει στα εμπορικά κέντρα. Μαζί με τα υπόλοιπα. Τα εστιατόρια είναι θεματικά και κάθε θέμα αποστασιοποιείται έντονα από τα συμβατικά. Όταν οι υπόλοιποι κάτοικοι των προαστίων τρώνε άσπρο ψωμί, άνοστο και βιομηχανικό, έχει κανείς τη δυνατότητα, χάρη στο κατάστημα Au bon pain (Το καλό ψωμί), να αφήσει στο βεστιάριο αυτόν τον κομφορμιστικό κόσμο και να ονειρευτεί ότι βυθίζεται στο γευστικό και τραγανιστό ευρωπαϊκό φαγητό. Στο Rainforest Café, μπορεί κανείς να γευματίσει μέσα στην ατμόσφαιρα μιας παρθένας ακόμα Αμαζονίας. Λίγα βήματα πιο κει, βρίσκεται η γιαπωνέζικη, η κινέζικη, η ιταλική και η καλιφορνέζικη κουζίνα. Παντού, «σπιτικές» μπίρες βοηθούν να ξεφύγει κανείς από την άνοστη Budweiser, η οποία, εξάλλου, οργισμένη που θεωρείται άνοστο ποτό των προαστίων, αντεπιτίθεται με το μοτίβο της αυθεντικότητας και με ένα μόνο επίθετο για σύνθημα: «Αληθινή». Στο εστιατόριο Vie de France, καθένας έχει το χρόνο και την ευχαρίστηση να σιγοπίνει ένα ξυνισμένο κράσι μερλ» στη βεράντα, μέσα σε δήθεν παριζιάνικη ατμόσφαιρα. Και να παρατηρεί τους εφήβους με προσεκτικά φροντισμένα κουρέματα να πηγαινοέρχονται νευρικά κάτω από λάμπες φθορίου.

Αλλού, όμως, για τους ιδιοκτήτες άλλων εμπορικών κέντρων, η τελευταία δεκαετία σήμανε μαρασμό, παρακμή και κλείσιμο. Όσο μεγάλωνε η πίεση που τους ασκούσαν τα αφεντικά, τόσο λιγότερο χρόνο διέθεταν οι Αμερικανοί για να τριγυρνούν στους κλιματιζόμενους διαδρόμους των εμπορικών κέντρων. Αναγκάστηκαν να ψωνίζουν πιο γρήγορα και πιο φτηνά. Αυτός ίσως είναι και ο λόγος για τον οποίο άνθησαν γιγαντιαία καταστήματα ευκαιριών (στοκατζίδικα) στη χώρα. Η αρχή τους είναι η εξής: να περιορίσουν στο ελάχιστο τα γενικά έξοδα, εξαφανίζοντας κάθε περιττό στοιχείο, όπως οι διακοσμήσεις ή οι καλλιτεχνικές βιτρίνες. Εδώ, τα προϊόντα πουλιούνται χύμα, σε μεταλλικά εκθετήρια και κάτω από κρύα βιομηχανικά φώτα. Τους έχει αφαιρεθεί τελείως η μαγεία του μάρκετινγκ και στοιβάζονται σε τεράστιους σωρούς σαν κοινά αντικείμενα.

Συνήθως, τα καταστήματα ευκαιριών εγκαθίστανται σε φτηνές περιοχές στην περιφέρεια των πόλεων, το Costco όμως του Κάνσας Σίτι βρίσκεται μέσα στην πόλη, σε μια περιοχή όπου παλιά υπήρχαν κατοικίες και νυχτερινά κέντρα. Εκεί έβρισκε κανείς, για παράδειγμα, το Μίλτον’ς, ένα θρυλικό μπαρ, τελευταίο απομεινάρι της τζαζ σκηνής της δεκαετίας του ’30, με τους δικούς του Κάουντ Μπέιζι και Τσάρλι Πάρκερ. Επί πολύν καιρό γαντζωμένο στην άκρη του δρόμου, πρόκληση για το χλιαρό και καθώς πρέπει πνεύμα της εποχής, έπεσε τελικά θύμα της προόδου. Σήμερα, τη θέση του έχει πάρει ο χώρος στάθμευσης του Costco…



Δεκάωρο και 7ημερη δουλειά πίσω από τους «χρυσούς» τζίρους!

 Από τον «Ριζοσπάστη»

«Μαύρη» για χιλιάδες εργαζόμενους στο Εμπόριο και στις Ταχυμεταφορές αποδείχθηκε για μια ακόμα χρονιά η περασμένη Παρασκευή, η μέρα προσφορών που είναι γνωστή ως «Black Friday». Συνολικότερα αυτήν την περίοδο και σε συνέχεια της προηγούμενης καραντίνας, με τα καταστήματα στο μεγαλύτερο μέρος του λιανεμπορίου να παραμένουν κλειστά λόγω των περιοριστικών μέτρων για την πανδημία, οι πωλήσεις μέσα από το ηλεκτρονικό εμπόριο καταγράφουν σημαντική αύξηση, φέρνοντας ενισχυμένο τζίρο στις μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά και μεγάλη εντατικοποίηση για τους εργαζόμενους. Η εντατικοποίηση αυτή βέβαια δεν αρχίζει με την «Black Friday» ούτε τελειώνει με αυτήν, ειδικά ενόψει των Χριστουγέννων, ενώ έρχεται να προστεθεί στην επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων και στην έλλειψη μέτρων προστασίας της υγείας τους στους χώρους δουλειάς.

Αλυσίδες εμπορίου ηλεκτρικών συσκευών, πολυκαταστήματα, μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις αλλά και σούπερ μάρκετ λειτουργούν «στο φουλ» τα ηλεκτρονικά τους καταστήματα. Σε πολλές περιπτώσεις έχουν φροντίσει, δίπλα σε αυτά, να δέχονται και τηλεφωνικές παραγγελίες. Με διαφημίσεις και προωθητικές ενέργειες άπλωσαν την «Black Friday» σε όλες τις μέρες της βδομάδας και ακόμα παραπέρα, ενώ δεν έχασαν χρόνο καλώντας το καταναλωτικό κοινό να συνεχίσει τις αγορές του τη Δευτέρα, με «προσφορές» στο πλαίσιο της «Cyber Monday».

Οπως εξηγούν όμως εργαζόμενοι που μίλησαν στον «Ριζοσπάστη», με αφορμή τις μέρες και τις βδομάδες «προσφορών» και«ευκαιριών», αυτό που βγαίνει πραγματικά «στο σφυρί» είναι τα δικαιώματα και η υγεία τους.
«Ιστορικό υψηλό» για πωλήσεις και τζίρους, στο… γνωστό σκηνικό της δουλειάς χωρίς ανάσα

«Ιστορικό υψηλό» για τις ηλεκτρονικές αγορές κατέγραψε ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτρονικού Εμπορίου (GRECA). Τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα αποτυπώνουν άνοδο 154,9% στην αξία των on line αγορών για τη βδομάδα 21/11 έως 27/11, σε σχέση με τον μέσο όρο των προηγούμενων 8 βδομάδων του έτους (μέσα Σεπτέμβρη – μέσα Νοέμβρη 2020). Ο τζίρος που καταγράφηκε ήταν φέτος αυξημένος κατά 43,6% την περασμένη Παρασκευή και κατά 73,5% σε επίπεδο βδομάδας, σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), ο κύκλος εργασιών του ηλεκτρονικού εμπορίου αναμένεται να διπλασιαστεί σε 15 δισ. ευρώ για το 2020. Το Ινστιτούτο επισημαίνει ότι την εντυπωσιακή αύξηση των ηλεκτρονικών πωλήσεων καρπώθηκαν κατά κύριο λόγο οι μεγάλες αλυσίδες του λιανικού εμπορίου. Ενδεικτικό είναι ότι τις πρώτες μέρες μετά την αναστολή λειτουργίας των εμπορικών επιχειρήσεων, τα ηλεκτρονικά καταστήματα μεγάλων αλυσίδων «έπεσαν» από την κίνηση και αναγκάστηκαν να «κλείσουν» προσωρινά προκειμένου να διαχειριστούν τον όγκο των παραγγελιών που δέχθηκαν.

Για τους εμποροϋπαλλήλους τα παραπάνω μεταφράστηκαν σε εντατικοποίηση, καθημερινές υπερωρίες, δουλειά σε ακατάλληλες συνθήκες μέσα σε καταστήματα – αποθήκες. Για τους εργαζόμενους στις εταιρείες Ταχυμεταφορών, αποτέλεσαν το επόμενο επεισόδιο στους φρενήρεις και πιεστικούς ρυθμούς δουλειάς που αντιμετωπίζουν μέσα στην πανδημία.

10ωρα, δουλειά την Κυριακή, επικίνδυνες συνθήκες

Με καθημερινές υπερωρίες δούλεψαν όλη την περασμένη βδομάδα εργαζόμενοι στις μεγάλες αλυσίδες ηλεκτρικών συσκευών. Οπως εξηγούν, ο αριθμός των παραγγελιών που διαχειρίζονται καθημερινά πολλαπλασιάστηκε, ενώ ο φόρτος δουλειάς συνεχίστηκε καθώς τη σκυτάλη από την «Black Friday» πήρε η «Cyber Monday». Είναι ενδεικτικό ότι σε ένα μόλις κατάστημα οι παραγγελίες που έγιναν μέσα σε μια μέρα έφτασαν τις 600, αριθμός δεκαπλάσιος σε σύγκριση με τις παραγγελίες του προηγούμενου διαστήματος. Την ίδια στιγμή που οι περισσότεροι συνάδελφοί τους έχουν υπαχθεί σε καθεστώς αναστολής των συμβάσεών τους, οι εμποροϋπάλληλοι που παρέμειναν στο πόστο τους για να λειτουργήσει το ηλεκτρονικό εμπόριο φορτώθηκαν τον παραπάνω όγκο δουλειάς.

Το καθημερινό ωράριο έφτανε συνήθως τις 10 ώρες, ενώ η Κυριακή μετατράπηκε σε μια ακόμα εργάσιμη μέρα. «Με λιγότερο προσωπικό, αφού πάρα πολλοί συνάδελφοι βρίσκονται σε αναστολή, με λιγότερα λειτουργικά έξοδα, αφού τα καταστήματα δεν ανεβάζουν ρολά και στο προσωπικό των γραφείων εφαρμόζεται καθεστώς τηλεργασίας», σχολιάζουν εργαζόμενοι, οι επιχειρήσεις «θα φτάσουν και θα ξεπεράσουν» τους περσινούς τους τζίρους.

Στις αποθήκες των μεγάλων εμπορικών επιχειρήσεων οι εργαζόμενοι είδαν επίσης τη βάρδιά τους να παρατείνεται για 2, 3, ακόμα και 4 ώρες. Οπως εξηγούν, δεν πρόκειται για σπάνιο φαινόμενο: Η έναρξη της σχολικής χρονιάς, το διάστημα των Χριστουγέννων, οι περίοδοι εκπτώσεων και προσφορών πολλαπλασιάζουν πάντα τον φόρτο εργασίας, επιμηκύνουν το ωράριο, χειροτερεύουν τις συνθήκες δουλειάς. Συχνά διάδρομοι και χώροι της αποθήκης μπορεί να «πήξουν» και να χρειαστεί πολλοί εργαζόμενοι να δουλέψουν στο ίδιο σημείο για να «σπρώξουν» τις παραγγελίες. Ανάμεσα στο προσωπικό περιλαμβάνονται πολλοί εργολαβικοί εργαζόμενοι που προσλαμβάνονται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου όταν η δουλειά χτυπάει «κόκκινο» και πληρώνουν με την επιστροφή τους στην ανεργία την πρώτη κάμψη της εμπορικής κίνησης.

Παρόμοιο είναι το σκηνικό που περιγράφουν οι εμποροϋπάλληλοι σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς της ένδυσης – υπόδησης και σε πολυκαταστήματα.

Επιπλέον, σε μια σειρά περιπτώσεων οι χώροι των καταστημάτων μετατράπηκαν πρακτικά σε αποθήκες, με ένα τεράστιο στοκ εμπορευμάτων να συσσωρεύεται σε αυτά. Μπροστά στην πίεση να εξυπηρετηθεί ο τεράστιος όγκος παραγγελιών τα μέτρα προστασίας «πάνε περίπατο», οι εργαζόμενοι τρέχουν να προλάβουν, δουλεύοντας ο ένας δίπλα στον άλλον, ακόμα και στις συνθήκες της πανδημίας, στριμωγμένοι ανάμεσα σε κούτες και κιβώτια, ανεβασμένοι σε σκάλες, με κλειστές ή φρακαρισμένες ακόμα και τις εξόδους κινδύνου!

Στο φόντο αυτό, ο Σύλλογος Εμποροϋπαλλήλων Αθήνας, αμέσως μετά τη μάχη για την επιτυχία της απεργίας στις 26 Νοέμβρη, έδωσε συνέχεια με παρέμβαση σε μεγάλο κατάστημα στο Σύνταγμα, καταγγέλλοντας τις συνθήκες δουλειάς και απαιτώντας από την εργοδοσία να ανοίξει τις εξόδους κινδύνου.

«Διαμηνύουμε σε κυβέρνηση και εργοδοσία ότι δεν θα μείνουμε με σταυρωμένα χέρια απέναντι στην εργοδοτική ασυδοσία, απέναντι στην εργασιακή γαλέρα που έχει τη σφραγίδα τόσο της ΝΔ όσο και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Θα συνεχίσουμε με όλες μας τις δυνάμεις να διεκδικούμε μέτρα για την προστασία της υγείας μας, να υπερασπιζόμαστε τα δικαιώματά μας», τονίζει ο Σύλλογος.

Εργαζόμενοι στις ταχυμεταφορές: «Δεν θα επιτρέψουμε να γίνει “Black Friday” κάθε μέρα της δουλειάς και της ζωής μας!»

Σε ρυθμούς «Black Friday» δουλεύει εδώ και έναν χρόνο το προσωπικό στις εταιρείες του κλάδου των Ταχυμεταφορών. Από την περσινή αντίστοιχη μέρα τη σκυτάλη πήρε η περίοδος των Χριστουγέννων, στη συνέχεια η καραντίνα του περασμένου Μάρτη και η δουλειά παρέμεινε έκτοτε στο «κόκκινο». Χαρακτηριστικό είναι ότι οι εργαζόμενοι στερήθηκαν ακόμα και τη θερινή τους άδεια ή αναγκάστηκαν να αρκεστούν σε ελάχιστες μέρες ανάπαυσης, επειδή «τώρα έχει δουλειά»…

Η εκτίναξη του ηλεκτρονικού εμπορίου τις τελευταίες μέρες πρόσθεσε «όχι απλά το κερασάκι στην τούρτα» της δουλειάς χωρίς ανάσα, όπως λένε οι ίδιοι, αλλά «μια ολόκληρη τούρτα ακόμα». Κέντρα διαλογής και πρακτορεία «έπηξαν» από τις παραγγελίες. Οι εργαζόμενοι δούλεψαν ήδη ένα Σαββατοκύριακο και εκτιμούν πως θα κληθούν να πιάσουν δουλειά και το επόμενο. Το ωράριο αρχίζει και τελειώνει με τις παραλαβές και τις παραδόσεις και ο διακαής πόθος της εργοδοσίας και της κυβέρνησης να γίνει κανόνας το 10ωρο «προβάρεται» στον κλάδο.

Παρότι η δουλειά έχει πολλαπλασιαστεί και οι εταιρείες καταγράφουν ενισχυμένα κέρδη δεν προχωρούν σε προσλήψεις ούτε μετατρέπουν σε αορίστου χρόνου τους συμβασιούχους και τους εργολαβικούς, αλλά διατηρούν τις άθλιες αυτές εργασιακές σχέσεις. Παράλληλα, αξιοποιούν ταξί, μισθωμένα οχήματα, εργαζόμενους λίγων ημερών, προκειμένου να ανταποκριθούν στον φόρτο δουλειάς, διατηρώντας το προσωπικό στα χαμηλότερα δυνατά επίπεδα. Ανάλογη στάση κρατούν όσον αφορά τα απαραίτητα μέτρα προστασίας για την αποφυγή της μετάδοσης του κορονοϊού.

Οι διανομείς, οι εργαζόμενοι στις αποθήκες, στα κέντρα διαλογής και στην εξυπηρέτηση δουλεύουν μέσα στην πανδημία, εκτεθειμένοι στον ιό, έρχονται καθημερινά σε επαφή με δεκάδες ανθρώπους και δέματα. Παρά τον κίνδυνο για την υγεία τους, οι απολυμάνσεις στους χώρους δουλειάς γίνονται με το σταγονόμετρο, αποκλειστικά και μόνο εκεί που επιβεβαιώνονται κρούσματα. Αντίστοιχα, τα προληπτικά τεστ κρίνονται πολύ κοστοβόρα για την εργοδοσία, όχι μόνο από τις ιδιωτικές εταιρείες αλλά και από τη διορισμένη από την κυβέρνηση διοίκηση των ΕΛΤΑ.

«Μας αποκάλεσαν “ήρωες” στο πρώτο κύμα της πανδημίας και μας φόρτωσαν με παραπάνω δουλειά, μας “έκοψαν” την άδεια και συνεχίζουν να εκθέτουν καθημερινά την υγεία τη δική μας και των οικογενειών μας σε κίνδυνο», τονίζουν οι εργαζόμενοι και υπογραμμίζουν ότι συνάδελφός τους που προσβλήθηκε από τον ιό νοσηλεύεται διασωληνωμένος.

Η απάντηση στην παραπάνω κατάσταση δόθηκε με τη συμμετοχή τους στην απεργία στις 26/11, που είχαν προκηρύξει, δίπλα σε εκατοντάδες συνδικαλιστικές οργανώσεις, το Συνδικάτο Εργατοϋπαλλήλων Ταχυδρομείων – Ταχυμεταφορών Αττικής (ΣΕΤΤΑ) και επιχειρησιακά σωματεία του κλάδου. Την παραμονή της «Black Friday» και παρά τις πιέσεις της εργοδοσίας, των προϊσταμένων και των διευθυντών, η απεργία είχε αυξημένη συμμετοχή στην εταιρεία «Speedex», ενώ απεργοί καταγράφηκαν σε όλες τις εταιρείες κούριερ.

«Λέμε “όχι” στη μετατροπή της δουλειάς και της ζωής μας σε μια ατελείωτη “Black Friday”»: Αυτό το μήνυμα έστειλαν οι απεργοί σε εργοδοσία και κυβέρνηση, βάζοντας σε πρώτο πλάνο τις διεκδικήσεις για τα δικαιώματα και την προστασία της υγείας τους.

Πηγή: rizospastis.gr

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More