Poutanique τεχνη, εσυ τα φταις ολα!

Να είναι τέχνη; Επάγγελμα ή μήπως ματαιοδοξία;

Ο μουσικός του πεζοδρόμου!!

Ξαφνικά την καλοκαιρινή ηρεμία στο μικρό μας Μεσολόγγι σκέπασε μια γλυκιά μελωδία που έρχονταν από το βάθος του πεζοδρόμου. Όσο πλησίαζε.....

Να πως γινεται το Μεσολογγι προορισμος!

αι θα αξιοποιηθεί. Ακούγονται διάφορες ιδέες και έχουν συσταθεί αρκετές ομάδες πολιτών που προτείνουν υλοποιήσιμες και μη ιδέες προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος και έμμεσα να επωφεληθούμε όλοι.....

Ποσα κτηρια ρημαζουν στο Μεσολογγι;

Ένα από τα θέματα του δημοτικού συμβούλιου στις 27/ 11 είναι η «Εκμίσθωση χώρου για κάλυψη στεγαστικών αναγκών του Δήμου». Οι πρώτες σκέψεις που μου έρχονται στο μυαλό είναι πως μετά από τόσα χρόνια και πώς μετά από τόσο κονδύλια έχουμε φτάσει ....

Μεσολόγγι - αδέσποτα ώρα μηδέν.

Αδέσποτα, ένα ευαίσθητο θέμα για όσους είναι πραγματικά φιλόζωοι* και με τις δυο έννοιες της λέξης. Ας αρχίσουμε να μιλάμε για τις αβοήθητες ψυχές που ξαφνικά βρεθήκαν απροστάτευτες στον δρόμο όχι από το τέλος δηλαδή από τα αποτελέσματα που βλέπουμε...

Facebook, φωτογραφιες με σουφρωμενα χειλη...

Κάλος ή κακός αγαπητοί φίλοι διανύουμε μια εποχή που θέλει τους περισσότερους άμεσα εξαρτημένους από τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωση τύπου face book. Έρχεται λοιπόν το Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας

16 Δεκ 2016

Λαϊκό Μέτωπο: οι εργατικές καταβολές και η ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων

http://monde-diplomatique.gr
By and fosse_arenberg_pendant_les_greves_de_1936
Στις 3 Μαΐου 1936, η κυβέρνηση του Λεόν Μπλουμ ανέρχεται στην εξουσία σε μια Γαλλία εξασθενημένη από την οικονομική κρίση και αντιμέτωπη με την απειλή του πολέμου. Η ημερομηνία αποτελεί την πολιτική αφετηρία του Λαϊκού Μετώπου. Πίσω από αυτήν όμως βρίσκονται οι κοινωνικές καταβολές ενός άνευ προηγουμένου απεργιακού κινήματος, που κατέστησε δυνατή την επίτευξη σημαντικής κοινωνικής προόδου.
Στον λόγο που εκφώνησε ο Φρανσουά Ολάντ στις 3 Μαΐου 2016, κηρύσσοντας την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου «Η Αριστερά και η εξουσία» (1), συνεχάρη τους διοργανωτές που επέλεξαν την ημέρα της 80ής επετείου από τη νίκη του Λαϊκού Μετώπου. Ήταν ένας καλός τρόπος, σύμφωνα με τον ίδιο, για να γίνουν «χρήσιμες συγκρίσεις στον χρόνο και στον χώρο, καθώς επίσης και να εξαχθούν πολύτιμα διδάγματα για τη σημερινή εποχή».
Φυσικά, κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι το γεγονός ότι ο εορτασμός της επετείου του Λαϊκού Μετώπου επικεντρώνεται στις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου-Μαΐου 1936: κάτι τέτοιο επιτρέπει να δίνεται έμφαση στον ρόλο των κομμάτων, των ηγετών και των προγραμμάτων τους, σε βάρος των λαϊκών αγώνων. Δεν πρόκειται παρά για την Ιστορία ιδωμένη από τα πάνω και όχι από τα κάτω. Ωστόσο, το Λαϊκό Μέτωπο αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα που μπορούμε να συναντήσουμε στη σύγχρονη Ιστορία όταν θέλουμε να καταδείξουμε ότι η κοινωνική πρόοδος εξαρτάται πολύ περισσότερο από τις λαϊκές κινητοποιήσεις και λιγότερο από τα εκλογικά προγράμματα.
Από μόνη της, η νίκη της Αριστεράς τον Μάιο του 1936 δεν είναι αρκετή για την κατανόηση της ιστορικής σημασίας του Λαϊκού Μετώπου. Οι Ριζοσπάστες (2), οι Σοσιαλιστές και οι Κομμουνιστές —οι τρεις σημαντικότερες πολιτικές δυνάμεις που ενώθηκαν κάτω από τη σημαία του Λαϊκού Μετώπου— προηγήθηκαν της Δεξιάς με μικρή διαφορά (37,3% των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους έναντι 35,9%). Προκειμένου να επιτευχθεί η συνεννόηση αναμεταξύ τους, υιοθέτησαν ένα μετριοπαθέστατο πρόγραμμα, το οποίο συνοψιζόταν στο σύνθημα «Ψωμί, ειρήνη, ελευθερία». Στο κοινωνικό επίπεδο, οι υποσχέσεις περιορίζονταν σε μέτρα για τη μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση του μισθού και στη δημιουργία ενός εθνικού ταμείου για την ανεργία. Αυτή η διστακτικότητα εξηγεί εν μέρει το γεγονός ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα αρνήθηκε να συμμετάσχει στην κυβέρνηση της οποίας ηγείτο ο Λεόν Μπλουμ.
Το γεγονός ότι το Λαϊκό Μέτωπο μετατράπηκε σε κορυφαία στιγμή της σύγχρονης γαλλικής Ιστορίας οφείλεται κυρίως στο ότι πήγασε και βρήκε λόγο ύπαρξης μέσα από μια τεράστια συλλογική κινητοποίηση, μοναδική εκείνη την εποχή στην Ευρώπη.
Για να εξηγήσουμε τους λόγους του ξεσηκωμού των λαϊκών τάξεων, θα πρέπει καταρχάς να τοποθετήσουμε το γεγονός μέσα στο πλαίσιο της μακράς ιστορίας της γαλλικής εργατικής τάξης (3). Αντίθετα απ’ ό,τι συνέβη στο Ηνωμένο Βασίλειο, η πρώτη βιομηχανική επανάσταση στη Γαλλία δεν προκαλεί ριζική ρήξη με τον κόσμο της υπαίθρου. Η μεγάλη βιομηχανία αναπτύσσεται ως οικονομική επέκταση του προηγούμενου οικονομικού μοντέλου, στο οποίο κυριαρχούν οι έμποροι-βιοτέχνες, επιφορτισμένοι με τη διανομή της μετασχηματισμένης σε τελικό προϊόν πρώτης ύλης, μια δουλειά που είχε γίνει από ένα πλήθος εργατών-αγροτών εγκατεστημένων στα χωριά τους και εργαζόμενων σε οικογενειακό πλαίσιο. Στις μεγάλες πόλεις, και ιδίως στο Παρίσι, συναντάμε κατά κύριο λόγο εργάτες-τεχνίτες, προερχόμενους από τον κόσμο των συντεχνιών του Παλαιού Καθεστώτος (4). Κληρονόμοι των «αβράκωτων», είναι οι κυριότεροι πρωταγωνιστές των επαναστατικών κινημάτων που συνταράσσουν τη γαλλική πρωτεύουσα από το 1789 ώς την Παρισινή Κομμούνα του 1871. Ένα τεράστιο χάσμα χωρίζει αυτές τις δύο συνιστώσες του εργατικού κόσμου: η ετερογένειά τους παρεμποδίζει τη συγκρότηση μιας εργατικής τάξης με δική της ταυτότητα, αποτρέπει τη δημιουργία εργατικού δικαίου και διαιωνίζει τις παραδοσιακές νομικές μορφές της μίσθωσης εργασίας και της παλαιού τύπου υπεργολαβίας (5).

Πραγματική αφετηρία το 1933
Στα τέλη του 19ου αιώνα, η πρώτη μεγάλη κρίση του καπιταλισμού, η αποκαλούμενη από τους ιστορικούς «Μεγάλη Ύφεση», οδηγεί σε μια νέα βιομηχανική επανάσταση και στην εποχή των μεγάλων εργοστασίων. Καθώς και οι δύο βασικές συνιστώσες του εργατικού κόσμου δέχονται καίρια πλήγματα, επιδίδονται σε έναν πολύμορφο και ριζοσπαστικό αγώνα ενάντια στη νέα τάξη πραγμάτων. Οι απεργίες και οι διαδηλώσεις, συχνά πνιγμένες στο αίμα, πολλαπλασιάζονται. Αυτήν ακριβώς την περίοδο κυριαρχεί στον δημόσιο χώρο η εικόνα του ανθρακωρύχου και του μεταλλωρύχου, την οποία δημιουργούν τα συνδικάτα και τα κόμματα που διεκδικούν την εκπροσώπηση του προλεταριάτου (Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας – CGT, Γαλλικό Εργατικό Κόμμα – POF κ.λπ.). Η μαζική αυτή κινητοποίηση υποχρεώνει τους ιδιοκτήτες ορυχείων να υπογράψουν τις πρώτες συλλογικές συμβάσεις. Την εποχή σηματοδοτεί και η πρώτη εμφάνιση της κοινωνικής νομοθεσίας, με την ψήφιση νόμων για την εβδομαδιαία αργία, την εργατική και αγροτική σύνταξη, αλλά, κυρίως, η δημιουργία του Εργατικού Κώδικα το 1910 (6).
Ωστόσο, το δημοκρατικό καθεστώς που εγκαθιδρύθηκε μετά το 1871 δεν υιοθέτησε ένα συνολικότερο σύστημα κοινωνικής προστασίας, όπως εκείνο που επέβαλε ο Ότο φον Μπίσμαρκ στη Γερμανία κατά τη δεκαετία του 1880. Προκειμένου να ικανοποιήσουν την εκλογική πελατεία τους, αποτελούμενη κυρίως από αγρότες με μικρομεσαίες ιδιοκτησίες γης και από μικροεπιχειρηματίες, οι ηγέτες της Γαλλικής Δημοκρατίας στρέφονται προς ένα οικονομικό προστατευτισμό που αποσκοπεί στην επιβολή δασμών στα εισαγόμενα εμπορεύματα, αλλά και περιορισμών στο ξένο εργατικό δυναμικό. Δεν είναι τυχαίο ότι ο νόμος «περί προστασίας της εθνικής εργασίας» του 1893 επικεντρώνεται σε μέτρα για την ταυτοποίηση αλλοδαπών εργαζόμενων. Ο προστατευτισμός, που αποτελεί φρένο για την αστυφιλία, επιδεινώνει την έλλειψη εργατών στις μεγάλες βιομηχανικές μονάδες των πόλεων. Η μαζική προσφυγή στη μετανάστευση επιβάλλεται ακριβώς τη στιγμή που πολλαπλασιάζονται οι πάσης φύσεως διακρίσεις εις βάρος των αλλοδαπών.
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η περίοδος ανοικοδόμησης που ακολουθεί βαθαίνουν ακόμη περισσότερο το χάσμα ανάμεσα στις συνιστώσες του εργατικού κόσμου. Στους καλύτερα προστατευόμενους τομείς της οικονομίας (σιδηρόδρομοι, Ταχυδρομείο, δημόσιες υπηρεσίες κ.λπ.), διατηρείται η τριμερής συνδιαχείριση (εργοδοσία, κράτος, συνδικάτα), θεσμοθετημένη την εποχή του πολέμου, στο όνομα της Ιερής Εθνικής Ενότητας. Σε αυτούς ακριβώς τους κλάδους στρατολογεί το μεγαλύτερο μέρος των μελών της η ρεφορμιστική CGT.
Αντίθετα, στις μεγάλες βιομηχανικές μονάδες το εργατικό κίνημα καταρρέει μετά την αγριότατη καταστολή των εξεγερσιακών απεργιών της περιόδου 1919-1920. Όπως κατέδειξαν ο Έντουαρντ Σόρτερ και ο Σαρλ Τιγί, στις επιχειρήσεις με περισσότερους από 500 εργάτες, εκεί όπου πριν από το 1914 είχε επιδειχθεί η μεγαλύτερη μαχητικότητα, κατά τη δεκαετία του 1920 παρατηρήθηκε η πλέον έντονη υποχώρηση των απεργιών (7). Η ύφεση των κινητοποιήσεων εξηγείται από δύο λόγους. Στη βαριά βιομηχανία των βόρειων και των ανατολικών περιοχών της χώρας, η μαζική προσφυγή στους μετανάστες προκειμένου να αντικατασταθούν οι εργάτες που είχαν σκοτωθεί στις μάχες ή είχαν εγκαταλείψει τις πληγείσες από τον πόλεμο περιοχές, είχε ως αποτέλεσμα την έντονη εξασθένιση των αγωνιστικών παραδόσεων που είχαν σφυρηλατηθεί κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών. Στον κλάδο της μεταποίησης, καινούργια εργοστάσια κάνουν την εμφάνισή τους στις παρυφές και στα προάστια των μεγάλων πόλεων. Προσελκύουν ειδικευμένους εργάτες, οι οποίοι επιλέγουν να στραφούν προς ατομικές λύσεις, αλλάζοντας διαρκώς επιχείρηση ώστε να πουλήσουν την εργατική δύναμή τους στον εργοδότη που προσφέρει την καλύτερη αμοιβή. Αυτή η μαζική αστάθεια παρακωλύει τη συλλογική δράση, παρ’ όλες τις προσπάθειες του Κομμουνιστικού Κόμματος και της Ενωτικής Γενικής Συνομοσπονδίας Εργασίας (CGTU) (8).
Η νέα κρίση του καπιταλισμού, πυροδοτημένη από την κατάρρευση του χρηματιστηρίου της Γουόλ Στριτ τον Οκτώβριο του 1929, φτάνει στη Γαλλία σε δύο φάσεις. Μέχρι το 1933, οι επιπτώσεις της ήταν πολύ λιγότερο ορατές σε σχέση με τις γειτονικές χώρες, καθώς πλήττουν τα πλέον περιθωριακά τμήματα της γαλλικής βιομηχανικής κοινωνίας. Εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες εργαζόμενοι υποχρεώνονται να επιστρέψουν στις χώρες καταγωγής τους, ενώ οι εργάτες-αγρότες (οι οποίοι εξακολουθούν να είναι πολυάριθμοι στη Γαλλία) βρίσκουν στο περιβάλλον της υπαίθρου οικονομικούς πόρους που περιορίζουν την προσφυγή στο ταμείο ανεργίας.
Όμως, μετά το 1933, η ύφεση πλήττει την καρδιά του εργατικού κόσμου: αγγίζει όλο και περισσότερους Γάλλους, άντρες, ειδικευμένους, κατοίκους πόλεων απ’ ό,τι προηγουμένως. Η ανεργία παίρνει εφιαλτικές διαστάσεις, τη στιγμή μάλιστα που το σύστημα παροχής σχετικών επιδομάτων βρίσκεται ακόμα σε πρωτόγονη κατάσταση. Η κοινωνική άνοδος πολλών ειδικευμένων εργατών μπλοκάρεται και έτσι υποχρεώνονται συχνά να εργαστούν σε θέσεις που παλαιότερα προορίζονταν για μετανάστες. Καθώς οι εργοδότες δεν διαθέτουν πλέον τους αναγκαίους πόρους για να επενδύσουν στην εκμηχάνιση των χειρωνακτικών εργασιών, στρέφονται σε αυτό που αποκαλούν «εξορθολογισμό της εργασίας». Η σύνδεση της αμοιβής με την απόδοση του εργάτη και η δημιουργία αλυσίδων παραγωγής αναπτύσσονται με γρήγορους ρυθμούς, κυρίως στην αυτοκινητοβιομηχανία.
Αντίθετα απ’ ό,τι συχνά υποστηρίζεται, το κίνημα των απεργιών που χαρακτηρίζει το Λαϊκό Μέτωπο δεν έκανε την πρώτη εμφάνισή του την επομένη της εκλογικής νίκης της Αριστεράς, στις 3 Μαΐου του 1936. Η πραγματική αφετηρία του χρονολογείται από το 1933, όταν οι ειδικευμένοι εργάτες των μεγάλων εργοστασίων μηχανικών κατασκευών χτυπήθηκαν άμεσα από την οικονομική κρίση. Είναι η στιγμή όπου το Κομμουνιστικό Κόμμα άρχισε να δρέπει τους καρπούς μιας στρατηγικής που έδινε προτεραιότητα στη δράση μέσα στην επιχείρηση. Εάν θα έπρεπε να αναζητήσουμε ένα γεγονός που πυροδότησε το κίνημα, θα μπορούσαμε εύκολα να επιλέξουμε το ατύχημα που συνέβη στις 6 Φεβρουαρίου 1933 στο εργοστάσιο της Ρενό στο Μπιγιανκούρ. Η έκρηξη ενός λέβητα προκάλεσε τον θάνατο οκτώ εργατών και τον τραυματισμό πολλών άλλων. Στην κηδεία τους, το αφεντικό (ο Λουί Ρενό) και ο σοσιαλιστής δήμαρχος βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις οικογένειες των θυμάτων, τους κομμουνιστές δημοτικούς σύμβουλους, τους συνδικαλιστές και είκοσι χιλιάδες εργάτες που κραύγαζαν: «Δολοφόνοι! Δολοφόνοι!». Το τραγικό αυτό γεγονός έγινε γνωστό σε ολόκληρη τη χώρα μέσω της «L’Humanité» (της εφημερίδας του ιστορικού σοσιαλιστή ηγέτη Ζαν Ζορές, η οποία πέρασε υπό τον έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος το 1920) και συνέβαλε σημαντικά στη διαδικασία συγκρότησης μιας εργατικής ταυτότητας, η οποία δεν θα έπαυε να ισχυροποιείται κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών και ετών.
Όμως, και η πολιτική συγκυρία θα παίξει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των κοινωνικών αγώνων. Στις 6 Φεβρουαρίου 1934, οι οργανώσεις της ακροδεξιάς καλούν σε μια διαδήλωση που καταλήγει σε βίαιες αναταραχές. Ο φόβος του πραξικοπήματος προκαλεί μια αντίδραση που επισπεύδει τις διαδικασίες ενοποίησης του εργατικού κινήματος και τη δημιουργία συμμαχιών μέσα στην Αριστερά, στο πλαίσιο ενός αντιφασιστικού μετώπου το οποίο ανοίγει τον δρόμο για το Λαϊκό Μέτωπο. Αυτό το ενωτικό αντανακλαστικό ενθαρρύνει τους εργαζόμενους να στρατευθούν στη συλλογική δράση. Οι απεργίες πολλαπλασιάζονται και επεκτείνονται σε πλήθος τομέων οικονομικής δραστηριότητας —και η πρωτοφανής εξέλιξη είναι ότι πλέον αποδεικνύονται συχνά νικηφόρες. Μία τέτοια κινητοποίηση αποτελεί απόδειξη του ουσιαστικού ρόλου που αρχίζουν να παίζουν οι γυναίκες μέσα στο κίνημα: τον Μάιο του 1935, περισσότερες από 2.000 εργάτριες σε μικρές βιοτεχνίες έτοιμων ενδυμάτων της περιοχής του Παρισιού απεργούν ενάντια στις μειώσεις μισθών. Και επιτυγχάνουν τον στόχο τους.

Ο αγώνας φέρνει αποτελέσματα
Η πρώτη αυτή φάση της ιστορίας του Λαϊκού Μετώπου είναι θεμελιώδους σημασίας, αφού εκείνη ακριβώς τη στιγμή οι εργάτες συντονίζουν τις διεκδικήσεις και επινοούν τις μεθόδους δράσης που θα γενικευτούν την περίοδο Μαΐου – Ιουνίου του 1936. Από αυτήν την άποψη, εμβληματικό είναι το παράδειγμα της εργασιακής σύγκρουσης που ξεσπάει τον Νοέμβριο του 1935 στα σιδηρουργεία του Ομεκούρ στο Σαιν Σαμόν (ένα εργοστάσιο κατασκευής εξοπλισμού για το πολεμικό ναυτικό). Υποκινημένη από την απόρριψη των μέτρων «εξορθολογισμού της εργασίας», η απεργία συνοδεύεται (για πρώτη φορά) από κατάληψη των εγκαταστάσεων του εργοστασίου, που θα διαρκέσει πέντε εβδομάδες. Οι απεργοί εξασφαλίζουν όχι μόνο μισθολογικές αυξήσεις, αλλά και τη θέσπιση της εκπροσώπησης του προσωπικού στην επιχείρηση, καθώς και την κατάταξη των εργατών σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα με την εξειδίκευσή τους.
Η εκλογική νίκη του Μαΐου του 1936 μπορεί να θεωρηθεί η σπίθα που προκάλεσε το συνολικό φούντωμα των μικρών εστιών που είχε ανάψει ο μικρός πυρήνας των ειδικευμένων εργατών στις μεγάλες βιομηχανίες. Το κίνημα των απεργιών που συνοδεύονται από κατάληψη φτάνει στο αποκορύφωμά του τον Ιούνιο του 1936 (με 150 επιχειρήσεις σε κατάληψη). Η εργοδοσία δέχεται τότε να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις, που στις 8 Ιουνίου καταλήγουν στις συμφωνίες του Ματινιόν (αύξηση μισθών, περιορισμός του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας στις 40 ώρες, καθιέρωση άδειας μετ’ αποδοχών, γενίκευση των συλλογικών συμβάσεων κ.λπ.). Όμως, οι κατακτήσεις αυτές δεν αποδεικνύονται αρκετές για να θέσουν τέλος στο κίνημα —το αντίθετο μάλιστα. Όταν τα πιο απομακρυσμένα από τη συνδικαλιστική και πολιτική δράση τμήματα του εργατικού κόσμου ανακαλύπτουν ότι ο αγώνας φέρνει χειροπιαστά αποτελέσματα, παίρνουν τη σκυτάλη. Στην πράξη, το κίνημα θα αγγίξει σχεδόν όλους τους κλάδους της οικονομίας, με εξαίρεση τους καλύτερα προστατευμένους τομείς (υπηρεσίες, δημόσιοι υπάλληλοι), οι οποίοι θα παραμείνουν πιστοί στο όραμα της συνεργασίας των τάξεων που προωθεί η ρεφορμιστική CGT.
Τελικά, το σημαντικότερο δίδαγμα που μπορούμε να αποκομίσουμε από το Λαϊκό Μέτωπο είναι ότι οι κοινωνικές διεκδικήσεις που οι ειδήμονες, οι κυβερνώντες και οι εργοδότες θεωρούσαν «ουτοπικές», «εξωπραγματικές», αν όχι «αυτοκτονικές», γίνονται θεμιτές όταν όσοι υφίστανται την κυριαρχία των ανώτερων τάξεων κατορθώνουν να δημιουργήσουν ευνοϊκούς συσχετισμούς δυνάμεων. Βέβαια, ο αγώνας δεν σταμάτησε τον Ιούνιο του 1936. Κατά τη διάρκεια των μηνών και των ετών που ακολούθησαν, οι συμφωνίες του Ματινιόν θα δέχονταν διαρκείς επιθέσεις από την εργοδοσία —και μόνο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο θα εδραιωθούν πραγματικά εντός του γαλλικού δικαίου. Το ξήλωμα των εργατικών δικαιωμάτων που επιχειρείται σήμερα αναμφίβολα σηματοδοτεί μια νέα φάση σε αυτή τη μακρά ιστορία της πάλης των τάξεων.
Το Λαϊκό Μέτωπο μας δείχνει επίσης ότι οι απεικονίσεις της συλλογικής συνείδησης μιας κοινωνίας μπορούν να ανατραπούν όταν η εργατική τάξη κάνει τη φωνή της να ακουστεί. Στη Μπελ Επόκ, το κοινωνικό κίνημα είχε επιτρέψει την ορμητική είσοδο στο προσκήνιο της φιγούρας του εργάτη των ορυχείων της Βόρειας Γαλλίας. Το 1936, τη θέση του παίρνει ο μεταλλεργάτης του Μπιγιανκούρ, του εμβληματικού εργοστασίου της Ρενό. Βεβαίως, αυτός ο νέος χαρακτήρας, ενσαρκωμένος στον κινηματογράφο από τον Ζαν Γκαμπέν (στην ταινία «La Belle Equipe»), επισκιάζει τον ρόλο που διαδραμάτισαν οι γυναίκες, οι μετανάστες και οι εργαζόμενοι από τις αποικίες μέσα στην τεράστια λαϊκή κινητοποίηση της περιόδου. Εντούτοις, ακόμα κι αν ο μεταλλεργάτης της Ρενό δεν αντιπροσωπεύει παρά μόνο ένα τμήμα του αγωνιζόμενου λαού, η παρουσία του επιβάλλει τον σεβασμό για ολόκληρο τον λαό. Η Δεξιά και η άκρα Δεξιά θα επιχειρήσουν να σπιλώσουν το κίνημα, υποστηρίζοντας ότι οι απεργίες καθοδηγούνται από τη Μόσχα και τους Μπολσεβίκους. Ωστόσο, ο Λεόν Μπλουμ δεν θα συμμεριστεί ποτέ αυτό το επιχείρημα.
Μισόν αιώνα αργότερα, η γαλλική κοινωνία βρίσκεται και πάλι αντιμέτωπη με μια οικονομική κρίση που προκαλεί την κατάρρευση των προπυργίων της βαριάς βιομηχανίας (9). Τον Μάιο του 1981, η νίκη του Φρανσουά Μιτεράν πυροδοτεί ελπίδες στις λαϊκές τάξεις. Στην αυτοκινητοβιομηχανία εκδηλώνεται μια «συνδικαλιστική άνοιξη», όπου πρωτοστατούν οι εξειδικευμένοι εργάτες. Όμως δεν καταφέρνουν να παρασύρουν στον δρόμο τους τις υπόλοιπες συνιστώσες του εργατικού κόσμου. Ο συσχετισμός δυνάμεων είναι ανεπαρκής προκειμένου να προσδώσει στο κίνημα τη νομιμοποίησή του στον δημόσιο χώρο. Επηρεασμένος από τα μέσα ενημέρωσης που πολλαπλασιάζουν τα ρεπορτάζ με μουσουλμάνους να προσεύχονται μέσα στα εργοστάσια, ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Πιέρ Μορουά θα δηλώσει τον Ιανουάριο του 1983: «Οι κυριότερες δυσκολίες που εξακολουθούν να υφίστανται προέρχονται από τους μετανάστες εργάτες (…) που αυτοπροσδιορίζονται με βάση κριτήρια τα οποία ελάχιστη σχέση έχουν με τη γαλλική κοινωνική πραγματικότητα» (10). Το παραδοσιακό επιχείρημα της Δεξιάς, που αποσκοπεί στην απαξίωση των κοινωνικών αγώνων, παρουσιάζοντας τους απεργούς ως ταραχοποιούς και μίσθαρνα υποχείρια ξένων δυνάμεων, επικυρώθηκε από έναν πολιτικό που ανήκε στο ίδιο κόμμα και κατείχε το ίδιο αξίωμα με τον Λεόν Μπλουμ το 1936.
Εκείνη την ημέρα, το Λαϊκό Μέτωπο πέθανε οριστικά.

Στη φωτογραφία: Επισιτισμός των απεργών στα ορυχεία του Άρενμπεργκ κατά τη διάρκεια των μεγάλων απεργιών του 1936 στη Γαλλία (φωτ.: Compagnie des Mines d’Anzin, Cartes postales Delcampe).

  1. Συνέδριο που οργανώθηκε από τα ιδρύματα Fondation Jean-Jaurès, Fondation européenne d’études progressistes (Ευρωπαϊκό ίδρυμα προοδευτικής σκέψης) και τη δεξαμενή σκέψης Terra Nova. [(Σ.τ.Μ.) Πρόκειται αντίστοιχα για: α) πολιτικό ίδρυμα προσκείμενο στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, β) ίδρυμα στο οποίο συμμετέχουν κεντροαριστερά ευρωπαϊκά ιδρύματα και ινστιτούτα (από την Ελλάδα, το ΙΣΤΑΜΕ -Ανδρέας Παπανδρέου), γ) δεξαμενή σκέψης προσκείμενη στην νεοφιλελεύθερη πτέρυγα του Σοσιαλιστικού Κόμματος, στην οποία συμμετέχουν πολιτικοί, διανοούμενοι και επιχειρηματίες και χρηματοδοτείται από χορηγίες επιχειρήσεων].
  2. (Σ.τ.Μ.): Όσο κι αν σήμερα αυτός ο όρος παραπέμπει στη ριζοσπαστική Αριστερά, εκείνη την εποχή επρόκειτο για εξαιρετικά μετριοπαθείς κεντροαριστερούς.
  3. Για μια ανάλυση σε βάθος, βλέπε «Les Ouvriers dans la société française, XIX- XX siècle», Seuil, Παρίσι, 1986.
  4. (Σ.τ.Μ.): Πρόκειται για το μοναρχικό πολιτικό και κοινωνικό σύστημα που κυριάρχησε στη Γαλλία από τον 15ο έως το τέλος του 18ου αιώνα. Καταλύθηκε από τη Γαλλική Επανάσταση του 1789.
  5. Υποδηλώνει την πρακτική ενός μεσάζοντα ή «υπεργολάβου» που μεταπωλεί την εργατική δύναμη εργαζομένων σε άλλο εργοδότη.
  6. Claude Didry, «L’institution du travail. Droit et salariat dans l’histoire», La Dispute, Παρίσι, 2016.
  7. Edward Shorter και Charles Tilly, «Strikes in France, 1830 -1968», Cambridge University Press, 1974.
  8. Συνδικάτο που προέκυψε από τη διάσπαση της CGT (1921-1936).
  9. (Σ.τ.Μ.) Οι δύο πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970 σήμαναν το τέλος της μεταπολεμικής «χρυσής τριακονταετίας» και την αρχή της αποβιομηχάνισης των δυτικών κοινωνιών.
  10. Αναφέρεται από τους Nicolas Hatzfeld και Jean-Louis Loubet, «Les conflits Talbot, du printemps syndical au tournant de la rigueur (1982-1984)», Vingtième Siècle, n°84, Παρίσι, 2004.


Ιστορικός, διευθυντής της Σχολής Ανώτατων Σπουδών στις Κοινωνικές Επιστήμες (EHESS). Το πλέον πρόσφατο έργο του: «Chocolat. La veritable histoire d’un homme sans nom», Bayard, Παρίσι, 2016.

-Αξιότιμε κύριε συνάδελφε, είστε «υποκείμενο»! -Αγαπητέ μου, ξέρετε πόσο σας τιμώ, αλλά είστε «αρχιγαιδούρι»!


    «Είσαι γαϊδούρι».  «Είσαι αρχιγαιδούρι». «Είσαι κότα λυράτη». «Είσαι θρασύδειλος απατεώνας». «Είσαι παλιοψεύταρος». «Είσαι υποκείμενο».
    Αυτό είναι ένα μικρό δείγμα των… επιχειρημάτων που αντάλλαξαν στη Βουλή ο «Γεωργιάδης» του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή ο Πολάκης, με τον «Πολάκη» της ΝΔ, δηλαδή τον Γεωργιάδη.
    Πρόκειται, ξεκάθαρα, για ένα χαρακτηριστικό αποτύπωμα της ιερότητας που νιώθουν οι Ηρακλείς του κοινοβουλίου όταν ασκούν το θεάρεστο λειτούργημά τους σε αυτό που αποκαλούν «Ναό της Δημοκρατίας».
    Αλλά τέτοια που είναι  η αστική δημοκρατία τους, τέτοια  συμπεριφορά αρμόζει και από τους «ιερείς» της μέσα στο Ναό της.
    Φυσικά δεν διακατεχόμαστε από κανενός είδους σεμνοτυφία και – γιατί να το κρύψουμε άλλωστε – στα παλιά μας τα παπούτσια όταν σκυλοβρίζονται, όπου και αν σκυλοβρίζονται.
    Εκείνο που καταγράφουμε είναι ότι οι ίδιοι άνθρωποι ανήκουν σε ένα πολιτικό σύστημα που με την ίδια ευκολία που… ανεβάζει τον πήχη του πολιτικού «διαλόγου» στη στρατόσφαιρα, με την ίδια ευκολία πουλάει – στο πλαίσιο του δικού του σεμνότυφου ταρτουφισμού – τον κοινοβουλευτικό κρετινισμό σαν το άπαν της δημοκρατίας, γενικώς.   
    Προφανώς, και επί της ουσίας, δεν θα είχε και μεγάλη διαφορά να μιλούσαν μεταξύ τους με το «σεις και με το σας». Κι τότε που βάζουν το κοστουμάκι της ευπρέπειας, πάλι Μνημόνια ψηφίζουν, πάλι ΝΑΤΟ προσκυνούν και πάλι Λάτσηδες υπηρετούν.
    Αλλά, εδώ που τα λέμε, το να ξεκατινιάζονται με αυτό τον τρόπο, αφενός προσθέτει μια ακόμα εξήγηση για την συγκρότηση ενός κοινοβούλιο που ως ντεκόρ της καπιταλιστικής τους δημοκρατίας  συμπεριλαμβάνει από λεβεντολεβέντες τύπου Λεβέντη μέχρι χρυσαυγίτες ναζί, αφετέρου πιστοποιεί την «ποιότητα» των κυρίων που «σεμνά και ταπεινά» – όπως έλεγε ένας παλιότερος – καθορίζουν τις τύχες ενός ολόκληρου λαού.
    Ευχόμαστε, λοιπόν, οι εν λόγω να συναντώνται πιο συχνά. Και να διευρύνουν ακόμα περισσότερο το χαριτωμένο τους λεξιλόγιο. Ίσως έτσι βοηθήσουν τον κόσμο να αποκτήσει καλύτερη αντίληψη διαφόρων εννοιών. Μεταξύ των οποίων και της έννοιας «υποκείμενο».

15 Δεκ 2016

Ο Άκης Πάνου σε εκπομπή της Μαλβίνας Κάραλη το 1994


 


  



Στις 15 Δεκεμβρίου 1933 γεννιέται στην Καλλιθέα ο σπουδαίος Έλληνας συνθέτης, Άκης Πάνου.
Ο Άκης Πάνου ξεκινάει να παίζει μαντολίνο και κιθάρα σε ηλικία 9 ετών και την άνοιξη του 1947 γνωρίζεται με το Γιάννη Σταματίου, με τον οποίο πραγματοποιεί την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση στην ταβέρνα του Σιλιβάνη στο Κουκάκι με αμοιβή το όποιο φιλοδώρημα των πελατών και ένα πιάτο φαγητό.
Έτσι κύλησε και η πρώτη δεκαετία της ενασχόλησης του με την μουσική, με εμφανίσεις σε ταβέρνες και μικρά μουσικά κέντρα, μαζί με δεκάδες άλλους μουσικούς της εποχής, όπως οι  Γιώργος Τσιμπίδης, Αντώνης Μουστάκας, Γιώργος Χατζηδάκης, Βαγγέλης Νταράλας, Σεβάς Χανούμ, Σταύρος Τζουανάκος, Κώστας Παπαδόπουλος, Βούλα Γκίκα και πολλοί ακόμα.
Η ενασχόληση με την δισκογραφία ξεκινάει το 1958 όταν η Καίτη Γκρέυ ερμηνεύει το τραγούδι “Το παιδί μου απόψε πίνει”, με σημαντικές συνεργασίες να ακολουθούν και σπουδαίους ερμηνευτές να χαρίζουν την φωνή τους στα τραγούδια του Άκη Πάνου. Τα περισσότερα από 200 τραγούδια που έγραψε ερμήνευσαν, ενδεικτικά, ανάμεσα σε άλλους οι Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Στράτος Διονυσίου και Στέλιος Καζαντζίδης.
Το 1985 ο Άκης Πάνου θα κάνει κάτι μοναδικό. Θα κυκλοφορήσει ένα δισκάκι 45 στροφών με τον τίτλο “ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΥ 100% ΠΡΟΒΑ” και θα συμπεριλάβει σε αυτό δυο τραγούδια του, το «Πες μου Παππού» και το «Πριν, τώρα, πάντα» τα οποία ηχογράφησε και ερμήνευσε μόνος του, παίζοντας τη μουσική με όργανα που κατασκεύασε ο ίδιος, με τον Μανώλη Ρασούλη να δηλώνει πως πρέπει να μοιράζεται στους τουρίστες δωρεάν ως δείγμα σύγχρονου Ελληνικού πολιτισμού.
Τον Αύγουστο του 1997 ο Άκης Πάνου μετά από αψιμαχία σκοτώνει το φίλο της κόρης του και οδηγείται σε δίκη και φυλάκιση. Αμέσως μετά μαθαίνει πως πάσχει από καρκίνο, νοσηλεύεται στο Τζάνειο νοσοκομείο και το χειμώνα του 1999 υποβάλλεται σε χειρουργική επέμβασή.
Το ανήκεστο της βλάβης της υγείας του οδηγεί στην αποφυλάκιση του και στις 7 Απριλίου 2000 φεύγει από την ζωή νοσηλευόμενος στο Ευγενίδειο Θεραπευτήριο αφήνοντας πίσω του βαριά κληρονομιά.

«Δεν προσκυ ποτέ κανε» – Ακης Πάνου, μια μουσική ιδιοφυΐα του λαϊκού τραγουδιού


Άκης Πάνου, μια μουσική ιδιοφυΐα του λαϊκού μας τραγουδιού, ένας τραγουδοποιός που είναι ακόμα εδώ, διότι τα τραγούδια του βγήκαν από τη ζωή, ακούμπησαν τη ζωή, στάθηκαν στη ζωή και ταξιδεύουν στη ζωή.
Ο Άκης Πάνου γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 15 Δεκεμβρίου του 1933. Ο Άκης Πάνου στην μουσική πορεία του αφήνει διαρκώς ιστορία. Είναι από τους συνθέτης που δεν ξέρεις ποιο τραγούδι του να πρωτοαναφέρεις. Δείτε μια καταγραφή των τραγουδιών και των δίσκων του, μαζί με φωτογραφίες και στοιχεία στο akispanou.com.Ακολουθούν βιογραφικά του στοιχεία όπως καταγράφονται στο akispanou.com:
«Γεννήθηκε στις 15/12/1933 στην Αθήνα στου Χαροκόπου και ήταν ο τρίτος από τα έξι παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του Στέφανος Πάνου εργαζόταν ως διαχειριστής της βασιλικής φρουράς και η μητέρα του Ελευθερία Σακελλαριάδη ασχολείτο με τα οικιακά. Μεγάλωσε σε γειτονιά με πολλούς πρόσφυγες και από μικρό παιδί έζησε μέσα στη μουσική, στους κεμετζέδες και στα τραγούδια των Ποντίων. Απέκτησε ακούσματα από τα ρεμπέτικα που ήταν διάχυτα παντού στην περιοχή αλλά και από τον αδελφό της Μητέρας του Περικλή Σακελλαριάδη που έπαιζε κλασική κιθάρα.
Μέσα στα δύσκολα χρόνια της κατοχής προσπαθεί να επιβιώσει πουλώντας τσιγάρα και κάνοντας διάφορες δουλείες ενώ παράλληλα μυείται από τον μεγαλύτερο αδελφό του Ευάγγελο και τον φίλο του Λευτέρη Ευσταθιάδη στον κόσμο της μουσικής και των οργάνων. Από εννέα ετών ξεκινάει να παίζει μαντολίνο και κιθάρα και την άνοιξη του 1947 γνωρίζεται με τον Γιάννη Σταματίου (Σπόρος), μαζί του κάνει την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση στην ταβέρνα του Σιλιβάνη στο Κουκάκι με αμοιβή το όποιο φιλοδώρημα των πελατών και ένα πιάτο φαγητό.


Το 1948 ανεβαίνει ως ταλέντο στο Αλκαζάρ, στη Φρεγάδα του Λάσκου και παίζει κιθάρα μαζί με τον αδελφό του ενώ η αδελφή του τραγουδάει και αργότερα σμίγει με τον φίλο του τον Λευτέρη και μαζί παίζουν στα πάρτι και στους χορούς. Εκείνη την εποχή γνωρίζεται με τον Νίκο Καρανικόλα τον Κώστα Σιμόπουλο και τον Ορφέα Κρεούζη και μαζί παίζουν σε διάφορα μέρη της Αθήνας και της επαρχίας. Για μια περίπου δεκαετία ο Άκης Πάνου αρχίζει την περιπλάνηση του με όλους τους καλλιτέχνες της εποχής σε διάφορα κέντρα, ενδεικτικά αναφέρουμε τους Γιώργο Τσιμπίδη, Αντώνη Μουστάκα, Γιώργο Χατζηδάκη, Βαγγέλη Νταράλα, Σεβάς Χανούμ, Σταύρο Τζουανάκο, Κώστα Παπαδόπουλο, Βούλα Γκίκα και πολλούς άλλους. Το 1957-58 παίζει στο κέντρο «Απόψε φίλα με» του Χρήστου Κολοκοτρώνη όπου τα ονόματα του μαγαζιού είναι η Σωτηρία Μπέλλου, ο Καραπατάκης και ο Μανώλης Αγγελόπουλος. Το τελευταίο κέντρο που εμφανίζεται είναι «ο Θείος» το 1958.

Ο Άκης Πάνου μπήκε στην δισκογραφία το 1958 με τα τραγούδια: «Το παιδί μου απόψε πίνει» με την Καίτη Γκρέυ και «Μια βραδιά καταραμένη» με την Δούκισσα, σε στίχους Χρήστου Κολοκοτρώνη. Ακολουθούν αρκετές επιτυχίες μεταξύ των οποίων το «Ξημέρωσε καλή μου» (1964) και «Καρδιά μου μην παραπονιέσαι» (1964). Το 1967 ο δημιουργός λογοκρίνεται για τους στίχους του «Θα κλείσω τα μάτια» τραγούδι που θα κυκλοφορήσει αργότερα με διαφορετικούς στίχους. Παρόλα αυτά είναι μια πολύ παραγωγική χρονιά γράφοντας μεταξύ άλλων το «Η πιο μεγάλη ώρα», «Μοίρα μου γιατί μ’αφήνεις», «Ρολόι κομπολόι», «Είδα τα μάτια σου κλαμμένα» κα.

Η περίοδος 1968-69 είναι γεμάτη επιτυχίες όπως το «Δεν θέλω την συμπόνια κανενός», «Όταν σημάνει η ώρα», «Γιατί καλέ γειτόνισσα», «Και τι δεν κάνω», «Πήρα απ’το χέρι σου νερό», «Του κόσμου το περίγελο», «Ούτε αχ δεν θα πω» κα. Ο μουσικοσυνθέτης συνεχίζει με σπουδαία τραγούδια όπως το «Δεν κλαίω για τώρα» (1970), «Δώσ’μου να πιώ» (1970), «Κοίτα με στα μάτια» (1971), «Πυρετός» (1971), «Να είχα το κουράγιο» (1971), «Εγώ καλά σου τα’λεγα» (1971), «Πρέπει» (1972), « Ήταν ψεύτικα» (1972), «Στο σταθμό του Μονάχου» (1972), «Τα όνειρα χτίζονται» (1973), «Το θολωμένο μου μυαλό» (1973), «Άντε να περάσει η μέρα» (1973), «Οι μισοί καλοί» (1973), «Μίσος» (1974), «Η ζωή μου όλη» (1974), «Και τότε» (1974) κα.
Το 1977 κυκλοφορεί ο προσωπικός του δίσκος «Παρών» με ερμηνευτή τον Μανώλη Μητσιά και από αυτή τη συνεργασία ξεχωρίζει «Ο Τρελλός». Την επόμενη χρονιά (1978) ξεχωρίζει το τραγούδι «Μολόγατα» από τον δίσκο «Σεισμός» με ερμηνευτή τον Μιχάλη Μενιδιάτη. Το 1982 ηχογραφεί τον δίσκο «Θέλω να τα πώ». Είναι η περίοδος που ο Άκης Πάνου συμμετέχει στην συντακτική ομάδα του περιοδικού «Ντέφι» μαχόμενος για τα πιστεύω του. Αργότερα αποχωρεί.
Το 1985 ο Άκης Πάνου θα κάνει κάτι μοναδικό για τα παγκόσμια δεδομένα. Θα κυκλοφορήσει ένα δισκάκι 45 στροφών με τον τίτλο ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΥ 100% ΠΡΟΒΑ  και θα συμπεριλάβει σε αυτό δυο τραγούδια του, το «Πες μου Παππού» και το «Πριν, τώρα, πάντα» τα οποία ηχογράφησε και ερμήνευσε μόνος του, παίζοντας την μουσική με όργανα που κατασκεύασε ο ίδιος. (ο μεγάλος δημιουργός Μανώλης Ρασούλης έλεγε ότι πρέπει να μοιράζεται στους τουρίστες δωρεάν ως δείγμα πολιτισμού).


Το 1989 μετά από την παρότρυνση φίλων του αποφασίζει να επιστρέψει στο πάλκο σε κοινές εμφανίσεις με τον Μανώλη Ρασούλη στο κέντρο «Επειγόντως» του Βασίλη Σαλούστρου στην Κυψέλη. Έπειτα ξεκινάει εμφανίσεις σε διάφορα κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης αλλά και μια σειρά συναυλιών. Σε αυτές τις εμφανίσεις ιδιαίτερη εντύπωση κάνει ο τρόπος στησίματος της ορχήστρας, χωρίς καθόλου χώρο στην πίστα και βάζοντας καθήμενους τους μουσικούς μπροστά και τους τραγουδιστές πίσω. Το 1997 ηχογραφεί τον τελευταίο του δίσκο με τίτλο «CASINO» ο οποίος περιέχει το ομώνυμο τραγούδι και 14 επανεκτελέσεις.
Κυκλοφόρησε περίπου 200 τραγούδια γράφοντας μόνος του στίχο και μουσική και συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες του ελληνικού πενταγράμμου, ενδεικτικά αναφέρουμε τους Πρ. Τσαουσάκη, Γιώτα Λύδια, Πάνο Γαβαλά, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Μιχάλη Μενιδιάτη, Χαρούλα Λαμπράκη, Στράτο Διονυσίου, Βίκυ Μοσχολιού, Στέλιο Καζαντζίδη, Γιώργο Χατζηαντωνίου, Βούλα Γκίκα, Μαρινέλλα, Γιώργο Μαρίνο, Δημήτρη Μητροπάνο, Πόλυ Πάνου, Τόλη Βοσκόπουλο κ.α.

Έχουν κυκλοφορήσει δυο βιβλία με στίχους του, το πρώτο το 1980 με τίτλο «Ο ΚΟΣΜΟΣ Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ» και το δεύτερο το 1990 με τίτλο «ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΥ-ΣΤΙΧΟΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ» επιμελημένο από τον Γιώργο Χρονά. Επίσης κυκλοφορούν 36 τραγούδια του σε παρτιτούρες και 20 σε ταμπλατούρες από τις εκδόσεις «Φίλιππος Νάκας».
Ο Άκης Πάνου παντρεύτηκε δύο φορές, το 1954 με την Δήμητρα και το 1993 με την Άννα με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά, την Ελευθερία (1978), τον Στέφανο (1982) και τους δίδυμους Αθανάσιο-Δημήτριο και Ευάγγελο (1984). Το 1986 αποφασίζει να εγκατασταθεί με την οικογένεια του στην Ξάνθη διατηρώντας όμως τους επαγγελματικούς του δεσμούς με την Αθήνα.
Τον Αύγουστο του 1997 ο Άκης Πάνου μετά από αψιμαχία σκοτώνει τον φίλο της κόρης του Ελευθερίας και οδηγείται σε δίκη και φυλάκιση χωρίς να του αναγνωριστεί ο πρότερος έντιμος βίος και η πολιτισμική προσφορά του.
Από τις φυλακές της Κομοτηνής θα μεταφερθεί στις φυλακές Κορυδαλλού και αμέσως μετά στο Τζάνειο νοσοκομείο όπου θα διαγνωστεί ότι πάσχει από την επάρατη νόσο. Τον χειμώνα του 1999 θα υποβληθεί σε χειρουργική επέμβασή και θα αφεθεί ελεύθερος λόγω της ανήκεστου βλάβης της υγείας του. Έφυγε από τη ζωή στις 07/04/2000 στο Ευγενίδειο Θεραπευτήριο αφήνοντας πίσω του βαριά κληρονομιά.

Σαν σήμερα 15 Δεκέμβρη 1933 γεννήθηκε ο Ακης Πάνου

 Άκης Πάνου «Για μένα ο δρόμος είναι δρόμος, τι πάει να πει είναι στραβός;»

Μαθημέ στις κακουχί – άιντε φτου κι απ΄την αρχή
τις κουβέ και πειθαρχί – αδιόρθω αναρχί

Δεν προσκυ ποτέ κανέ – λένε όχι λέω ναι
στην κρεμά έχω ανέ – με κηδέ και ζωντανέ

Τι με νοιά αν θα με φά – θα πεθά που θα πεθά
δεν τρομά ο μελλοθά – με σταυρό και Γολγοθά.

Εφτά νομά- δυστυχισμέ- σ’ ένα δωμά- φυλακισμέ-
δικαίως αγανακτησμέ- και με τα πάντα αηδιασμέ-
πώς τάχεις έτσι μοιρασμέ- ντουνιά ψευτοπολιτισμέ

«Απαλλάξτε την κοινωνία από τον κύριο και τα παρωχημένα τραγούδια του…»

Σαν φριχτοί πυροβολισμοί αντήχησαν  τα λόγια του συνηγόρου πολιτικής αγωγής Βασίλη Καπερνάρου στην αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Κακουργιοδικείου Καβάλας στην δίκη που καταδίκασε σε ισόβια τον Α. Πάνου γιατί σκότωσε το φίλο της κόρης του Ελευθερίας χωρίς να του αναγνωριστεί ο πρότερος έντιμος βίος και η πολιτισμική προσφορά του.

 Λίγους μήνες αργότερα η «ζωή του όλη» έγινε «κέρασμα στο Χάρο» αλλά τα «παρωχημένα» τραγούδια του παρέμειναν στα χείλι σε όσους/ες αρέσει το καλό λαϊκό τραγούδι και αυτό άσχετα απ' τις πολιτικές απόψεις και τις αντιλήψεις που είχε για την "αρμόζουσα" κοινωνική συμπεριφορά ο μεγάλος συνθέτης.

«Για μένα ο δρόμος είναι δρόμος, τι πάει να πει είναι στραβός;»

Ο Αθανάσιος – Δημήτριος Πάνου γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1933 στην Καλλιθέα. Ο πατέρας του Εργάζονταν στη Βασιλική φρουρά κι αργότερα στο 15ο στρατιωτικό νοσοκομείο, ως γραμματέας. Ήταν τέσσερα αδέρφια, τα τρία αγόρια. Τη μύησή του στη μουσική θα πρέπει όμως να την πιστώσουμε στη μητέρα του. Εκείνη ήταν που του τραγουδούσε τα ρεμπέτικα της εποχής και τον πήρε από το χέρι να τον γνωρίσει σε σημαντικούς ανθρώπους. Έτσι, ο μικρός Θανασάκης (Άκης) βρέθηκε το 1946, στα δεκατρία του μόλις χρόνια, να παίζει σε διάφορες ταβέρνες βγάζοντας πιατάκι – κιθάρα και μπουζούκι πλάι στον Γιάννη Σταματίου, τον «Σπόρο».

Θυμάμαι στις διάφορες συζητήσεις που κάναμε με τον Γιάννη το Σταματίου για το λαϊκό τραγούδι και κάποια φορά πιάσαμε κουβέντα για τον Πάνου. «Κοίταξε να δεις», μου είχε πει, «με τον Άκη γνωριζόμασταν από παιδιά στο Μπραχάμι όπου γεννήθηκα εγώ και η οικογένεια του είχε έρθει και κατοικούσαν εκεί. Αυτά που έχει γράψει στο τραγούδι του "Εφτά νομά" ήταν η πραγματική του ζωή. Μένανε τότε σε ένα μαγαζί απ’ αυτά που ήταν κατεβασμένα τα ρολά και στη τζαμαρία είχαν κολλήσει εφημερίδες για να μη φαίνονται έξω. Κάναμε παρέα τότε νεαροί και παίζαμε και σε καμιά ταβέρνα βγάζοντας "σφουγκάρα". Ήταν ένα μυαλό ανήσυχο, ανυπόταχτο και ασυμβίβαστο. Γι’ αυτό και εξεπλάγην τρομερά όταν έμαθα πως είχε γίνει μάρτυρας του Ιεχωβά. Αργότερα είχε αποστασιοποιηθεί βέβαια από τη θρησκεία, αλλά τρελαθήκαμε όταν μάθαμε ότι ο Άκης είχε κάνει το φόνο. Ο Άνθρωπος που λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων δεν θα δεχόταν ούτε αίμα να του έβαζαν αν χρειαζόταν, έφτασε στο σημείο να σηκώσει το πιστόλι  και να σκοτώσει άνθρωπό. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα έκανε κάτι τέτοιο»… Απόσωσε την κουβέντα του ο Σπόρος.
Κανείς;;; διερωτώμαι εγώ τώρα. Αλλά θα επανέλθω πιο κάτω επί του θέματος.

Στα 17 του το ‘σκασε από το σπίτι για να παντρευτεί την Δήμητρα, που πάντως την χώρισε για να παντρευτεί την Άννα, μητέρα των τεσσάρων παιδιών του. Μιλούσε πάντα στους γονείς του στον πληθυντικό και αυτό απαιτούσε και από τα παιδιά του.

Καλλιθέα, Δάφνη, Πετράλωνα, Αη-Γιάννης Ρέντης ήταν μερικές απ΄ τις περιοχές που εμφανίστηκε ως μουσικός μέχρι το 1958, οπότε και αποσύρθηκε ουσιαστικά από τη νύχτα. Ήταν η ώρα του Συνθέτη.
Δισκογραφεί το πρώτο του τραγούδι, «Το παιδί που απόψε πίνει», σε στίχους του Χρήστου Κολοκοτρώνη με τη φωνή της Καίτης Γκρέυ. Τα χρόνια που ακολούθησαν δε χαρακτηρίστηκαν από κάποια ιδιαίτερη δραστηριοποίησή του, μέχρι να φτάσουμε στο 1967, έτος κυκλοφορίας του «Θα κλείσω τα μάτια» με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και την Χαρούλα Λαμπράκη. Εκεί αισθάνθηκε και τον πέλεκυ της ανοησίας των Λογοκριτών• μόλις 15 μέρες κυκλοφόρησε ο δίσκος. Η «φτώχια» και η «μιζέρια» που προσπαθεί να αποποιηθεί ο ήρωας του τραγουδιού αντικαθίστανται από κάτι «λευκά περιστέρια» και η Βίκυ Μοσχολιού αναλαμβάνει το 1970 να ερμηνεύσει το τραγούδι με τους πολιτικά ορθούς στίχους.

Η πλέον δημιουργική δεκαετία του Άκη Πάνου έχει ξεκινήσει. «Η πιο μεγάλη ώρα», «Η ζωή μου όλη», «Και τι δεν κάνω», «Εγώ καλά σου τα “λεγα», «Πήρα απ” το χέρι σου νερό», «Δεν κλαίω για τώρα», «Για κοίτα με στα μάτια», «Ο τρελός», «Πυρετός». Ακολούθησαν το «Θέλω να τα πω», «Ο δρόμος είναι δρόμος», «Εφτά νομά σ” ένα δωμά».

Το 1974 κάνει την πρώτη καλλιτεχνική υπέρβαση. Μπαίνει στο στούντιο μαζί με τον Στέλιο Καζαντζίδη για έναν μεγάλο δίσκο και συγκρούεται μαζί του. Εκεί που προηγουμένως είχαν ευλαβικά πειθαρχήσει ο Γ. Μπιθικώτσης και ο Στράτος Διονυσίου, ο Καζαντζίδης αντέδρασε: Δε δέχτηκε τον απόλυτο έλεγχο που ήθελε ο συνθέτης στην ηχογράφηση. Έτσι προέκυψαν μόνο 6 τραγούδια και ο δίσκος συμπληρώθηκε με παλαιότερες επιτυχίες του τραγουδιστή. Ωστόσο μέσα από το αγαπημένο του ενεάσημο (9/8) μέτρο, που κυριαρχεί και σ΄ αυτόν τον δίσκο, παρουσιάζει στίχους που υπερβαίνουν την μόδα της εποχής «φύγε – μη φύγεις», «Σ” αγαπώ – μ' αγαπάς» και απογειώνει τις ερμηνευτικές επιδόσεις του απόλυτου Έλληνα ερμηνευτή. για το ομότιτλο του δίσκου τραγούδι, «Η ζωή μου όλη», ο Καζαντζίδης είπε: «Είναι το καλύτερό μου κουστούμι, και αυτό που με εκφράζει περισσότερο.»

Το 1977 με σημαία ένα τραγούδι που γράφτηκε για τη συνεργασία του με τον Καζαντζίδη και ερμηνευτή τον Μανώλη Μητσιά, ηχογραφεί το «Παρών!» Τραγούδια-σπονδές για τα πιο άγρια όνειρα των λαϊκών ανθρώπων, που θα επισκιάσει ο θρυλικός «Τρελός», ανεπανάληπτο σουξέ και καλλιτεχνική μονογραφή του Μητσιά!
Αν όμως οι δύο αυτοί δίσκοι ήταν η καλλιτεχνική του απογείωση, το 1982 έρχεται ο εμπορικότερος του δίσκος. «Θέλω να τα πω» με ερμηνευτή τον Γιώργο Νταλάρα. «Θέλω να τα πω», «Εφτά νομά σ' ένα δωμά», τα σκωπτικά «Άνοιξε Πέτρο» και «αδιόρθω αναρχί», ξεσηκώνουν την Ελλάδα που έχει μόλις μπει σε μια νέα πολιτικοκοινωνική εποχή.

Την αμέσως επόμενη χρονιά οι Αδελφοί Φαληρέα εκτοξεύουν το: «Αφιερωμένο εξαιρετικά» με τα Παιδιά από την Πάτρα, τραγούδι του «Δε θέλω τη συμπόνια κανενός»

Η επόμενη Δεκαετία τον βρίσκει να σιωπά καλλιτεχνικά και να φλερτάρει με την επικαιρότητα, μέσω επιστολών και άρθρων. Αποφάσισε να ξανανέβει στο πάλκο για δύο μόνο δεκαπενθήμερα: το 1989 στο «Επειγόντως» και το 1994 στα «9/8». Εκεί είχε στήσει το πάλκο σε δύο σειρές. Μπροστά οι μουσικοί, πίσω οι τραγουδιστές και δεν είχε αφήσει χώρο για πίστα.

Την 1η Αυγούστου 1997, πυροβολεί και σκοτώνει τον Σωτήρη Γιαλαμά, μη εγκρίνοντας την ερωτική σχέση που διατηρούσε το θύμα με την κόρη του Ελευθερία. Δικάζεται τον Μάρτιο του 1998 από το μικτό ορκωτό κακουργιοδικείο Καβάλας. «Δε μετανόησα γιατί δεν εννόησα τι έγινε» έλεγε, οχυρωμένος πίσω από τον προσωπικό του κώδικα. Κρίνεται ένοχος και καταδικάζεται σε ισόβια χωρίς ελαφρυντικά. Δεν του αναγνωρίστηκε ούτε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, αλλά ούτε και αυτό της καλλιτεχνικής προσφοράς…

Τον τραγούδησαν όλα τα μεγάλα ονόματα του λαϊκού τραγουδιού. Δισκογράφησε 200 περίπου τραγούδια, ενώ πολλά έμειναν στο συρτάρι του. Αξιοσημείωτη είναι η έντονη φήμη που αναπτύχθηκε λίγο πριν πεθάνει, πως είχε δρομολογηθεί η συνεργασία του με τον Στέλιο Καζαντζίδη, ο οποίος ήταν ο μόνος καλλιτέχνης πρώτης γραμμής που τον επισκέφθηκε στη φυλακή.

Επανέρχομαι στο ερώτημα «κανείς;», που ανέφερα πιο πάνω. Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που προετοιμάζονται σε  όλη τους τη ζωή για μια συγκεκριμένη στιγμή που θα  προκύψει στη ζωή τους. Δεν γνωρίζουν ούτε πότε, ούτε πως,  ούτε ποια, θα είναι η συγκεκριμένη στιγμή. Όμως αυτοί προετοιμάζονται συνεχώς για να είναι έτοιμοι όταν θα έρθει. Ένας από αυτούς ήταν και ο Άκης Πάνου. Τη συγκεκριμένη στιγμή που ο κώδικας τον αξιών του  ευρέθη  στο αδιέξοδο, «ως έτοιμος από καιρό  ωσάν γενναίος»  αναμετρήθηκε με τον εαυτό του πρωτίστως για να κάνει την υπέρβαση, την οποιαδήποτε υπέρβαση.

Στις 2 Φεβρουαρίου 2000 εισήχθη στο Ευγενίδειο θεραπευτήριο, όπου και κατέληξε την Παρασκευή 7 Απριλίου, στις 12 το μεσημέρι, από καρκίνο του παγκρέατος. Ήταν 67 ετών.

Πες μου παππού πες μου παππού, αυτός ο κόσμος πάει που
και του δικού σου του σκοπού μάθε μου την αξία
να το συλλάβω δε μπορώ, μυαλό δεν έχω κοφτερό
ήμουνα κι έμεινα μωρό στην κυριολεξία

Πες μου γιαγιά πες μου γιαγιά γιατί αν δεν έχουμε μαγιά
ό,τι κι αν κάνουμε γιαγιά η ζύμη δε φουσκώνει
και πες μου σε παρακαλώ όταν τ’ αλεύρι είναι καλό 
πως αυγαταίνει το κιλό και βγαίνουνε δυο τόνοι

Την κοινωνία που τηνε σπρώχνουν στον κατήφορο τα λάθη 
κι αργοπεθαίνει μες την ψευτιά, την αμαρτία και τα πάθη
την κοινωνία που για το αύριο την πνίγει η αγωνία
τι ειρωνεία, εμείς τη φτιάξαμε, αυτή την κοινωνία

Την κοινωνία που και πιστεύει και παλεύει και ελπίζει
μ’ αυτό που χτίζει, από τη μοίρα της σπρωγμένη το γκρεμίζει
την κοινωνία που για το αύριο την πνίγει η αγωνία
τι ειρωνεία, εμείς τη φτιάξαμε αυτή την κοινωνία.

Αφιερωμένο εξαιρετικά σε όσους δικάζουν

Δεκαπέντε χρόνια μετά την δίκη που «απάλλαξε» την κοινωνία από κάτι τέτοιους «κυρίους» και τα «παρωχημένα» τραγούδια τους, όπως απαίτησε ο  «κ.»  εισαγγελέας…..


Κείμενο που έγραψε στις 27/02/2013 ο Πλανόδιος Αριστερός: Αντώνης Κασίτας, στην ιστοσελίδα μας
__________________

 Με την ευκαιρία σας παραθέτουμε ένα κείμενο του  Στέλιου Ελληνιάδη για τον μεγάλο αυτό δημιουργό, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Δρόμος της Αριστεράς»:


Άκης Πάνου: Πες μου παππού, πες μου παππού, αυτός ο κόσμος πάει πού…;

Αυτός που κλε για να ταΐ, κουτσουβελάκια, απ’ το θεό κι από εμέ, συγχωρεμέ. Αυτός που κλε, για αποταμί, σε μασουράκια, παλιοκοπρί, αηδιαστί και συχαμέ.

Ο Άκης Πάνου απεχθανόταν τους πολιτικούς. Και δεν ήθελε να έχει καμία σχέση μαζί τους. Και ούτε είχε. Δεν θα μπορούσα όμως, να πω το ίδιο για την πολιτική, αν και αυτό δεν θα τον δυσαρεστούσε καθόλου. Και δεν μπορώ να το πω γιατί, με τα δικά μας κριτήρια, ο Άκης όλη του τη ζωή έκανε πολιτική. Κάθε του ενέργεια, κάθε του επιλογή, κάθε του τραγούδι έχει στοιχεία πολιτικής. Με την ευρύτερη έννοια. Είτε σαν σχόλιο κοινωνικό, είτε σαν αντίθεση σε ό,τι είθισται, είτε σαν προσπάθεια διαφυγής, είτε σαν καταγγελία, είτε σαν αποδοκιμασία.

Δε σ’ έμαθαν να ζεις ούτε και να γελάς, σε μάθανε να κλαις και να παρακαλάς, σε μάθανε να πονάς και να σωπαίνεις, σε μάθανε να γιορτάζεις που πεθαίνεις, σε μάθανε.

Ακόμα και πολλά ερωτικά του τραγούδια έχουν σκιά πολιτικής, είτε γιατί συνδέονται με καταστάσεις κοινωνικές είτε γιατί αγκαλιάζουν τη γυναίκα σαν ισότιμη ύπαρξη, με τα καλά της και τα κακά της, τα κοινά για όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως φύλου, τοποθετώντας την πάντα στην κορυφή, σαν πηγή ζωής.

Ήπια τα χείλη σου και χάνομαι/ ήπια την ίδια τη ζωή/ κάτι γεννιέται το αισθάνομαι/ ήπια τα χείλη σου και χάνομαι…

Αλλά το πιο πολιτικό στοιχείο του Άκη ήταν η ίδια του η ζωή. Μια διαρκής ρήξη με τους ισχυρούς της δισκογραφίας και της σόου μπίζνες, μία άρνηση στους κανόνες του παιχνιδιού, μερικές φορές με θυμό και αγανάχτηση, άλλοτε με πικρία και αηδία.

Το φαρμάκι φτάνει κάποτε στο στόμα και δε νιώθεις πια το φόβο κανενός, δεν πονάει το ταλαίπωρο το σώμα όταν είσαι πεθαμένος ζωντανός.

Ο Άκης δεν έγραψε ποτέ τραγούδια κατά παραγγελία. Έγραφε όποτε είχε όρεξη, όποτε είχε έμπνευση, όποτε ένιωθε την ανάγκη να κάνει τραγούδι τη σκέψη του ή τα συναισθήματά του. Αλλά έγραφε κι όταν τον ενέπνεε κάποιο γεγονός και κυρίως κάποιο άτομο. Μια γυναίκα που τον συγκινούσε ερωτικά, ένας φίλος που έφυγε ή ... ο Καζαντζίδης, γιατί ο Στέλιος ήταν μάλλον ο μόνος τραγουδιστής που εισχωρούσε στο μυαλό του Άκη όταν έγραφε ένα τραγούδι. Και ήταν κι αυτός ένας λόγος που σπάνια ο Άκης έμενε ευχαριστημένος από την ερμηνεία των τραγουδιών του από τους άλλους τραγουδιστές, ακόμα κι αυτών που κατά κοινή ομολογία είχαν ειπωθεί θαυμάσια. Τα έξι τραγούδια του Άκη που ερμήνευσε ο Καζαντζίδης αποτέλεσαν τον πήχυ με τον οποίο κρίνονταν πια όλες οι ερμηνείες, οι πριν και οι μετά.

Η ζωή μου όλη είναι ένα τσιγάρο, που δεν το γουστάρω κι όμως το φουμάρω… Το θολωμένο μου μυαλό μ’ έχει προδώσει προ πολλού, του λέω αλλού και τρέχει αλλού… Τα όνειρα που χτίζονται μονάχα με τη σκέψη, κανείς μην τα πιστέψει, τα σβήνει η ζωή…

Αριστουργήματα, τραγουδισμένα τέλεια.

Από το 1977, που άρχισε η συνεργασία και η φιλία μου με τον Άκη, άλλαξε ο τρόπος που άκουγα τα τραγούδια, και σταδιακά –χάρη σ’ αυτόν- μπήκα βαθύτερα στον πυρήνα της δημιουργίας, σ’ αυτό τον απρόσιτο σκοτεινό θάλαμο που γίνονται όλες οι ζυμώσεις και γεννιέται το τραγούδι που στην ιδανική του μορφή, για την οποία πάλευε με όλα τα στοιχεία της φύσης και με τον εαυτό του ο Άκης, είναι ένα μαγικό πράγμα, άυλο, που διεισδύει στην ψυχή του ανθρώπου και την προσγειώνει ή την απογειώνει.

Εφτά νομά- σ’ ένα δωμά-, πού να ξαπλώ- να κλείσεις μά-, ο ένας πάει σινεμά, ο άλλος πέφτει και κοιμά-, ύπνος με βάρδια δηλαδή, στην πόρτα σύρμα για κλειδί…

Γι’ αυτό, δεν είναι όλα τα τραγούδια του Άκη βαριά κι ασήκωτα. Γράφει και τραγούδια τρυφερά, αγαπησιάρικα, ύμνους στη ζωή.

Η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα/ η ώρα που γεννιέται η ζωή/ η ώρα που ταιριάζει η αναπνοή σου/ μαζί με τη δική μου αναπνοή.

Και είναι τόσο ταυτισμένος ο Άκης με τα τραγούδια του, ή μάλλον τα τραγούδια του είναι τόσο ταυτισμένα με τον Άκη, που όχι μόνο τον αποκαλύπτουν ως ανοιχτοί καθρέφτες του, αλλά, τελικά, λένε και τη μοίρα του.
Μοιάζω μ’ ένα καζάνι που βράζει, βράζει, βράζει, κι η ώρα πλησιάζει να γίνει το κακό!
 

Η αγάπη και η έλλειψη άγχους φέρνουν πιο πολύ ευτυχία από την αύξηση μισθού


Μια αποτυχημένη σχέση ή ένας γάμος που καταλήγει σε διαζύγιο, το συνεχές άγχος και η κατάθλιψη κάνουν κάποιον να νιώθει περισσότερο δυστυχισμένος από ό,τι η φτώχεια του.


Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν Βρετανοί ερευνητές, σύμφωνα με τους οποίους το να βρει κάποιος την αγάπη ή να νιώθει ψυχικά ήρεμος, τον κάνουν πιο ευτυχισμένο σε σχέση με μια αύξηση του μισθού του και εν γένει των εισοδημάτων του.
Η καταπολέμηση της κατάθλιψης και του άγχους μπορεί να μειώσει τη δυστυχία κατά 20%, ενώ η καταπολέμηση της φτώχειας κατά μόνο 5%, σύμφωνα με τη μελέτη.
Τέτοιες διαπιστώσεις, κατά τους ερευνητές, φιλοδοξούν να «φέρουν επανάσταση στον τρόπο που σκεφτόμαστε για τις ανθρώπινες προτεραιότητες», στο πλαίσιο μιας νέας επιστήμης της υποκειμενικής ευημερίας (στο βαθμό βέβαια που μπορεί να θεωρηθεί επιστήμη).

H νέα μελέτη της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (LSE), με επικεφαλής τον καθηγητή λόρδο Ρίτσαρντ Λαγιάρντ, ειδικό στη μελέτη της σχέσης ευτυχίας και οικονομίας (το βιβλίο του «Ευτυχία: Μαθήματα από μια νέα επιστήμη» μεταφράστηκε στα ελληνικά το 2011), παρουσιάζεται σε διήμερο συνέδριο του ΟΟΣΑ και του London School of Economics στο Λονδίνο, στις 12 και 13 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με τις βρετανικές independent και Telegraph.
Η μελέτη, η οποία αξιολόγησε πολλές διεθνές έρευνες κοινής γνώμης σχετικά με τους διάφορους παράγοντες που επηρεάζουν την ευημερία ενός ανθρώπου (συνολικά ελήφθησαν υπόψη οι απαντήσεις περίπου 200.000 ατόμων), βρήκε ότι -σε μια κλίμακα από το μηδέν έως το δέκα- ο διπλασιασμός στο εισόδημα θα αυξήσει την ευτυχία ενός ανθρώπου κατά μέσο όρο το πολύ 0,2 μονάδες.

Αντίστροφα, η ανεργία μειώνει την ευτυχία του ανέργου κατά περίπου 0,7 μονάδες.
Από την άλλη, η κατάθλιψη και το άγχος -που είναι πιο συχνά σε μια σύγχρονη κοινωνία από ό,τι η ανεργία- μειώνουν την ευτυχία κατά 0,7 μονάδες, ενώ η εύρεση του έρωτα και της αγάπης στο πρόσωπο ενός συντρόφου αυξάνει την ευτυχία κατά 0,6 μονάδες (τρεις φορές περισσότερο από ό,τι ο διπλάσιος μισθός).
Η απώλεια ενός συντρόφου λόγω διαζυγίου ή θανάτου μειώνει την ευτυχία κατά περίπου 0,6 μονάδες, σχεδόν όσο και η ανεργία.
Η μελέτη επίσης επιβεβαιώνει ότι οι άνθρωποι νοιάζονται πολύ για το πόσα χρήματα έχουν σε σχέση με τους άλλους, κάνοντας συνεχώς συγκρίσεις.
Συνεπώς μια καθολική αύξηση στο εισόδημα όλων –παρά τα αναμφίβολα οφέλη για όλους και για την κοινωνία- τελικά μπορεί να έχει πολύ μικρή θετική επίπτωση στην ψυχολογία των περισσότερων ανθρώπων.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, «η ευτυχία είναι μεγαλύτερη στις χώρες όπου οι άνθρωποι εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο. Η ελευθερία είναι επίσης κρίσιμος παράγων για την ευτυχία, συνεπώς όποιος υποστηρίζει την ευτυχία, δεν μπορεί να υποστηρίζει ένα ολοκληρωτικό κράτος».
«Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα πράγματα που μετράνε περισσότερο για την ευτυχία μας και για τη δυτυχία μας, είναι οι κοινωνικές σχέσεις μας, καθώς επίσης η ψυχική και σωματική υγεία μας. Αυτό σημαίνει ένα νέο ρόλο για το κράτος: όχι τη δημιουργία πλούτου αλλά τη δημιουργία ευημερίας», δήλωσε ο Λαγιάρντ.
«Στο παρελθόν το κράτος ασχολήθηκε διαδοχικά με τη φτώχεια, την ανεργία, την μόρφωση και τη σωματική υγεία. Όμως εξίσου σημαντικά πράγματα είναι η οικιακή βία, ο αλκοολισμός, η κατάθλιψη, το άγχος, η αλλοτριωμένη νεολαία, η μανία με τις εξετάσεις και πολλά άλλα, που θα έπρεπε να βρεθούν στο επίκεντρο», πρόσθεσε.
Η νέα αντίληψη επιχειρεί να εξηγήσει αλλά και να αντιμετωπίσει ένα παράδοξο: Ενώ το (υλικό) επίπεδο της ζωής έχει βελτιωθεί σημαντικά κατά τα τελευταία 40 χρόνια, το επίπεδο της ικανοποίησης από τη ζωή είναι στάσιμο, αν όχι πτωτικό, ακόμη και σε ανεπτυγμένες χώρες όπως η Γερμανία, η Βρετανία και οι ΗΠΑ.

Άουσβιτς: επίσκεψη στη φωλιά του θανάτου


Από το Πρόβατο όχι Αρνί
-Δες τα σκαλιά! Τα είδες; Είδες πόσο φαγωμένα είναι; Λιωμένα απ’ τις τόσες σόλες που τα πάτησαν. Πόσοι επισκέπτες, πόσοι άνθρωποι τα ανέβηκαν τόσα χρόνια. Και τι έγινε; Μάθαμε τίποτα; Κοίτα γύρω μας. Μάθαμε τίποτα; Μια ήπειρος, η ίδια με τότε ήπειρος, γεμάτη πάλι στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Δεν είναι εύκολη η επίσκεψη σε τόπους μαζικών μαρτυρίων, σε μέρη μαζικών σφαγών, μαζικών θανάτων. Απ’ την πρώτη στιγμή που το σκέφτεσαι, πριν καν πατήσεις το πόδι σου εκεί αρχίζει η διαδικασία της καταρράκωσής σου. Το μυαλό κολλάει, το σώμα λειτουργεί σε νέους ρυθμούς. Κάνεις πράγματα μέσα στη μέρα για να ξεχαστείς, νομίζεις αφαιρείσαι, νομίζεις συνεχίζεις μια ρουτίνα, αλλά στην πρώτη αφηρημάδα σου, στην πρώτη αφύλαχτη ψυχική σου γωνία στρίβοντας θα πέσεις πάνω του. Είμαστε σαλιγκάρια δίχως το καβούκι μπρος και μόνο στην ιδέα του δίχως τέλος πόνου. Και το Άουσβιτς είναι ακριβώς αυτό: μια φωλιά θανάτου, μια εστία ενός δίχως τέλος πόνου.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που θα πήγαινα. Είχαν περάσει χρόνια απ’ την προηγούμενη και η μνήμη είχε στιβάξει στα μέσα δωμάτια τις εικόνες. Εκείνο που ερχόταν και ξαναρχόταν σε κάθε άκουσμα του ονόματος του στρατοπέδου ήταν η παγωνιά και η μυρωδιά. Το κρύο όχι ως θερμοκρασία χώρου-περιοχής αλλά ως θερμοκρασία αντικειμένων, κτιρίων, δρόμων, δομών. Η δε μυρωδιά… Ρε παιδί μου, ο θάνατος όσα χρόνια κι αν περάσουν δεν παίρνει μαζί του την μυρωδιά του. Την αφήνει ανεξίτηλη στάμπα στους τοίχους των εκτελέσεων, στο χώμα που κάποιοι κατέρρευσαν, στα δωμάτια που κάποιοι δηλητηριάστηκαν, στα κρεματόρια… Μπαίνεις, περνάς την πύλη κι ο κόμπος κάθεται κάπου πάνω απ’ το στομάχι, λίγο δίπλα απ’ τα πνευμόνια. Τρεις-τέσσερις ώρες μετά, όταν βγαίνεις απ’ την ίδια πύλη, το πρώτο που λες, το πρώτο που σκέφτεσαι είναι «να ανασάνω, να πάρω μια ανάσα καθαρή»
-Πάλι τους ξεχωρίζουμε. Από εδώ αυτό το έθνος, από εκεί εκείνο, δεν περνάει το άλλο. Registration number, μην χάσουν την κάρτα τους, πώς θα τους αναγνωρίζουν μετά, γκέτο εδώ, γκέτο εκεί, λείπουν τα κίτρινα αστέρια και τα ροζ τρίγωνα. Λείπουν όμως;
Η διαδρομή απ’ την Κρακοβία ως το Οσβιέτσιμ είναι μικρή αλλά γίνεται με ένα τόσο αργό τρένο που στις δυο ώρες που σου παίρνει να φτάσεις προλαβαίνεις να σκεφτείς καθετί που έχεις ποτέ ακούσει, διαβάσει, δει για τους κρατουμένους αυτού του στρατοπέδου. Πηγαινοέρχεσαι απ’ τα τρένα που τους παραφόρτωναν σε όλη την Ευρώπη και τους έστελναν εκεί, στο στρατό των Ρώσων και τι βρήκε μπαίνοντας σε αυτό. Πηδάς απ’ τη Θεσσαλονίκη και τη δικιά μας συνενοχή στο έγκλημα, στους κατοίκους της γύρω του στρατοπέδου περιοχής και τη δικιά τους ψεύτικη άγνοια, ανοχή και προσποίηση συνέχισης μιας ζωής, ενώ τα φουγάρα δίπλα τους άτμιζαν ανθρώπινες μυρωδιές.
Τα δέντρα χιονισμένα, τα χωράφια σπαρμένα για στρέμματα μόνο με καλαμπόκι. Όλα όμορφα σαν ζωγραφισμένα τοπία ρεαλιστών ζωγράφων. Η σκέψη συνεχίζει. Βάζει την ομορφιά σε καθρέφτη απέναντι στη μνήμη της φρίκης. Μπορεί έτσι να κερδίσει κάποιος το αναπότρεπτο του πόνου; Ποια ομορφιά θα βρει γόνατα να την κρατήσουν όρθια όσο θα σκέφτεται γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους να πηγαίνουν κατευθείαν με του που φτάνουν στο στρατόπεδο, τάχα μου για μπάνιο; Να γδύνονται, να κάνουν βουνά από ρούχα, εσώρουχα, είδη αγαπημένα, είδη ανάγκης που κουβάλησαν στο ταξίδι μαζί τους, να περπατάν δήθεν στις ντουζιέρες, να ανοίγουν οι κάνουλες, να εξολοθρεύονται μαζικά με zyklon b; Τι είναι τόσο όμορφο ώστε να μπορεί με άντερα και αίμα, με επιχειρήματα και λογική, με δύναμη και βεβαιότητα του από εδώ και πέρα πολιτισμού, να βιομαχήσει με τις εσχατιές της ανθρώπινης ιστορίας.
-Έχουν παγώσει τα χέρια μου. Τίποτα δεν καταφέρνω, δε βγαίνουν οι φωτογραφίες. Τελειώνει κι η μπαταρία της κάμερας. Τι έχει μείνει στο τέλος, θυμάσαι;

Η επίσκεψη έτσι στημένη ώστε να ακολουθήσεις μια διαδρομή παραπλήσια αυτής που ακολουθούσε κάποιος απ’ τη στιγμή που έμπαινε στο στρατόπεδο ως τη στιγμή που άφηνε πνοή και κορμί στο έδαφος. Και βέβαια μπορείς να πάρεις άλλο δρόμο, να δεις σκόρπια, να περπατήσεις κατά βούληση. Δε θες όμως. Είναι σαν την αφήγηση μιας ιστορίας που σε καθηλώνει. Δε θες να λείψεις από καμιά πρόταση, δε θες να κρυφοκοιτάξεις σε καμιά επόμενη, δε θες να τη διακόψεις και να τη συνεχίσεις αργότερα. Βελάκι-βελάκι, κτίριο-κτίριο, νούμερο-νούμερο προχωράς. Παντού βλέπεις γκρουπ επισκεπτών, βλέπεις ανθρώπους μόνους να περπατάν, βλέπεις σχολεία να ξεναγούνται. Κι όλοι, όπως κι αν είναι, από όπου κι αν έχουν έρθει, δεμένοι στην ίδια κλωστή: σ’ αυτήν της σιωπής, του ακροπατήματος στη θλίψη, του θολωμένου βλεφαρίσματος.

Έφυγα από εκεί όπως και τις δυο προηγούμενες φορές: με τη βεβαιότητα ότι τίποτα δε μάθαμε, ότι πάλι εκεί θα επιστρέψουμε. Η ιστορία και τα διαβάσματά μου με έχουν διδάξει να μην πιστεύω στον πολιτισμένο άνθρωπο. Λυπάμαι για ετούτη την παραδοχή μου αλλά τουλάχιστον έχοντας συνείδηση αυτής μου της άποψης παίρνω δύναμη για να την αντιπαλέψω. Δεκαέξι χρόνια μετά την πρώτη φορά που πήγα, ο κόσμος μας είναι πολύ χειρότερος. Σε δεκαέξι χρόνια από σήμερα κι αν συνεχίσουμε την απανθρωποποίησή του, ίσως τέτοιοι τόποι να μην είναι επισκέψιμοι αλλά σε πλήρη λειτουργία.
-Με ρώτησες τι έχει μείνει στο τέλος. Δε χρειάζεσαι την κάμερα. Δεν χρειάζονται πολλές φωτογραφίες εκεί. Πάτησε δυο κλικ στο κινητό σου και πάμε. Τελευταίο κτίριο είναι τα κρεματόρια.
Ιωάννα Πετρίτση φωτογράφισε εξαιρετικά σε κάθε λήψη της έναν τόπο με κραυγές, μυρωδιές και παγωνιά.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 10.12.2016

14 Δεκ 2016

Κύπρος – Ελλάδα, η κατάλυση της εθνικά κυρίαρχης δημοκρατίας πρέπει να συνδέσει τους αγώνες μας

Έχουμε αμετάκλητα εισέλθει στη γεωπολιτική σφαίρα της ρευστοποίησης συνόρων, της ανατροπής κρατικών οντοτήτων, διαμελισμών, αποικιοποίησης, και το στοιχείο αυτό, δεν είναι κάτι «εξωτερικό» στο κοινωνικό μας ζήτημα, όπως πολλοί θεωρούν, αλλά αποτελεί θεμελιώδη πτυχή του. Όσοι υπερασπίζονται με «ταξική μονομέρεια» τους πρόσφυγες και μετανάστες με τη διεκδίκηση «ανοιχτών» συνόρων, ως «μέθοδο διεθνισμού και αλληλεγγύης» θα όφειλαν να κατανοήσουν την ποικιλότροπη προσφυγοποίηση του ελληνικού πληθυσμού και την κατάλυση της εθνικής – κρατικής κυριαρχίας ως μέσου αυτής, διεκδικώντας την εθνική και κοινωνική του απελευθέρωση, ως πραγματικό διεθνιστικό αίτημα, συνδέοντάς το πρωτίστως με το κυπριακό, σε μια γνήσια αντι-ιμπεριαλιστική κατεύθυνση.
cyprus-2-download
Γιάννης Δουλφής
Οι τελευταίες, ραγδαίες, εξελίξεις στο Κυπριακό πρόβλημα, που εγκυμονούν την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτελεί ένα ζήτημα, που μας αφορά άμεσα, και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα «εξωτερικό» ζήτημα, σύμφωνα με τον εθισμό που επικράτησε τις τελευταίες δεκαετίες.
Όπως δεν είναι ορθό να αποδεχόμαστε – και αυτό είναι στα πλαίσια του αυτονόητου για τα εσωτερικά της χώρας μας – ότι η παρούσα, όπως και όλες οι προηγούμενες του δοσιλογικού πολιτικού προσωπικού, κυβέρνηση, δεν εκπροσωπεί τον ελληνικό λαό, με τον ίδιο τρόπο οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε και την κυπριακή κυβέρνηση του κ. Αναστασιάδη, καθώς και όλο το προσωπικό των πολιτικών σχηματισμών που συντάσσεται μαζί του στις μεθοδεύσεις τους για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η αντιμετώπιση αυτού του είδους, που υπονομεύει, κάθε έννοια διεθνούς δικαίου (και κατ’ επέκταση των δικαιωμάτων των λαών να αυτοπροσδιορίζονται εθνικά υπερασπίζοντας τις κρατικές τους οντότητες και να διεκδικούν την ακεραιότητά τους), όπως το είχαμε γνωρίσει την προηγηθείσα μεταπολεμική περίοδο κρυστάλλωσης των διεθνών σχέσεων, πριν εισέλθουμε στην παρούσα θερμοπολεμική, και πλασάρεται ως διεθνισμός, διατυπώνοντας τη θέση της υποστήριξης του «κυπριακού ζητήματος» με το σεβασμό των θέσεων και των μεθοδεύσεών τους, αποτελεί το δόγμα υποταγής στις μεθοδεύσεις του σύγχρονου ιμπεριαλισμού και της νέας τάξης πραγμάτων, σε αντιπαράθεση με ένα πραγματικό, αντι-ιμπεριαλιστικό διεθνισμό, όπως είχε αναδυθεί την εποχή της άνθησης των εθνικο-απελευθερωτικών κινημάτων, και εκφραστεί εμπράκτως από ένα μεγάλο επαναστάτη, πατριώτη και διεθνιστή ταυτόχρονα, τον μεγάλο Τσε Γκεβάρα.
Ένας γνήσιος πατριωτικός διεθνισμός, και για τούτο αντι-ιμπεριαλιστικός, οφείλει να διαπερνά το σημερινό αγώνα του ελληνικού λαού για την ανάκτηση της εθνικής του κρατικής κυριαρχίας, υπερασπιζόμενος και την αντίστοιχη δίκαιη αξίωση του κυπριακού λαού για την υπεράσπιση της δικής του κυριαρχίας με ανάκληση όσων τετελεσμένων την έχουν βάναυσα υπονομεύσει, έστω και αν σήμερα δεν διατυπώνεται πλειοψηφικά από τις ηγεσίες του.
Και δεν είναι μόνον αυτά που συνδέουν με διάφορους τρόπους ιστορικά τον ελλαδικό και κυπριακό ελληνισμό και τους παράλληλους αγώνες τους, αλλά και ένα κοινό γεωπολιτικό στοιχείο, που έχουν ξεκάθαρα ως στόχο να ανατρέψουν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του ευρωαντλαντισμού με τους συμμάχους τους στην περιοχή, κυρίως το επιθετικό τουρκικό κράτος με τη νέο-οθωμανική του έκφραση.
Η μεθοδευμένη μετατροπή της Ελλάδας σε προτεκτοράτο, που συντελέστηκε τα τελευταία χρόνια με «οικονομικά» και νομικο-πολιτικά μέσα, φαίνεται πλέον ότι οδηγεί και σε εδαφικούς διαμελισμούς, με αφετηρία την ολοσχερή κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, που μεθοδεύεται με την πενταμερή/πολυμερή, ώστε ένα διεθνές πρόβλημα εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής, να μεταστραφεί στη ληξιαρχική πράξη θανάτου της.
Έχουμε αμετάκλητα εισέλθει στη γεωπολιτική σφαίρα της ρευστοποίησης συνόρων, της ανατροπής κρατικών οντοτήτων, διαμελισμών, αποικιοποίησης, και το στοιχείο αυτό, δεν είναι κάτι «εξωτερικό» στο κοινωνικό μας ζήτημα, όπως πολλοί θεωρούν, αλλά αποτελεί θεμελιώδη πτυχή του. Όσοι υπερασπίζονται με «ταξική μονομέρεια» τους πρόσφυγες και μετανάστες με τη διεκδίκηση «ανοιχτών» συνόρων, ως «μέθοδο διεθνισμού και αλληλεγγύης» θα όφειλαν να κατανοήσουν την ποικιλότροπη προσφυγοποίηση του ελληνικού πληθυσμού και την κατάλυση της εθνικής – κρατικής κυριαρχίας ως μέσου αυτής, διεκδικώντας την εθνική και κοινωνική του απελευθέρωση, ως πραγματικό διεθνιστικό αίτημα, συνδέοντάς το πρωτίστως με το κυπριακό, σε μια γνήσια αντι-ιμπεριαλιστική κατεύθυνση.
Δυστυχώς, οφείλουμε σήμερα να αναμετρηθούμε σθεναρά, όχι μόνο με την τεραστίων διαστάσεων εθνική προδοσία των πολιτικών και οικονομικών ελίτ, αλλά και με το συναφές γεγονός της πνευματικής αποχαύνωσης και της υλικής εξαθλίωσης του ελληνικού πληθυσμού που μεθόδευσαν, για την επανάκτηση του δημοκρατικού φρονήματος ανεξαρτησίας, ώστε να καταστεί και πάλι λαός ανακαλώντας τις αγωνιστικές ιστορικές του παραδόσεις.
Η πρώτη πράξη αυτού του έργου είναι η άρρηκτη σύνδεση των αγώνων, όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων σε Ελλάδα και Κύπρο, που αντιλαμβάνονται την ιστορική κρισιμότητα των περιστάσεων, με την ταυτόχρονη αναζήτηση στο διεθνές περιβάλλον εκείνων των δυνάμεων που μπορούν να σταθούν αρωγοί.

Οι Ρώσοι νοσταλγούν και πάλι την Σοβιετική Ένωση. Τι δείχνει νέα έρευνα


MURAL OF VLADIMIR LENIN
Περισσότεροι από τους μισούς Ρώσους νοσταλγούν την Σοβιετική Ένωση, σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Παρόμοια είναι τα ευρήματα και σε άλλες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, όπως η Εσθονία.
Πιο συγκεκριμένα, κάτι παραπάνω από το 50% των ερωτηθέντων θεωρούν πως η επιστροφή σε μια κομμουνιστική, απολυταρχική διακυβέρνηση θα μπορούσε να βελτιώσει τις ζωές τους. Ενδεικτικό είναι εξάλλου ότι, 25 χρόνια μετά την πτώση των σοβιέτ, οι πολίτες δεν έχουν αποδεχτεί την Δημοκρατία και την ανοιχτή οικονομία.
Η έρευνα έδειξε ότι μόλις το 15% των Ρώσων θεωρούν ότι η ζωή τους είναι καλύτερη (σε σχέση με το 30% που ίσχυε το 2010), ενώ μόλις το 9% βλέπει αύξηση στα έσοδα των νοικοκυριών. Την ίδια στιγμή, η έρευνα έδειξε σμίκρυνση στο χάσμα της ευχαρίστησης των πολιτών της ΕΕ και των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ, την οποία αντιλαμβάνονται οι ειδικοί ως αποτέλεσμα της βελτίωσης των σχέσεων των κρατών με χώρες της Ασίας, αλλά και της δυσαρέσκειας που επικρατεί στην Ευρώπη.
«Εάν οι πολίτες δεν βλέπουν τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων, δεν θα μπορέσουν ποτέ να επιτύχουν πλήρως», εξήγησε ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΤΑΑ, Σεργκέι Γκιουρίεβ.
Ο ίδιος εξηγεί ότι η νοσταλγία της Σοβιετικής Ένωσης που αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια, οφείλεται εν μέρει στην ανεργία, ως αποτέλεσμα της εξαφάνισης ανειδίκευτων θέσεων εργασίας. Ο ίδιος τονίζει την ανάγκη της εξειδίκευσης και αναρωτιέται: «Αυτό εγείρει πολλά ερωτήματα. Τι έγινε λάθος και τι πρέπει να γίνει;».
 http://www.huffingtonpost.gr/

Ταρ“true”φισμός story…


  Οι προηγούμενοι το έλεγαν «success story». Ετούτοι το λένε «true story».Και η υπόθεση έχει από καιρό εξελιχτεί σε σάχλα τύπου «fame story».
   Τουτέστιν «the same story». Η ίδια ιστορία, δηλαδή. Ξαναπαίχτηκε το Σάββατο στη Βουλή. Βαρεμάρα. Πλήξη. Σενάριο σούπα. Ταρτουφισμοί και εξυπνακισμοί που υποδύθηκαν την ευφυΐα. Αναμηρυκασμοί του τίποτα. Ατάκες γνωστές. Παρηκμασμένες. Ένα έργο «λιωμένο». Ξεφτισμένο. Που το έχουν σιχαθεί όλοι.
    Οι μόνοι που επιμένουν είναι οι θλιβεροί πρωταγωνιστές του. Κάτι εκπρόσωποι της «νιότης» που αναπαράγουν την παλιατζούρα του θεάματος της φτήνιας. Και της παρακμής. Σε ρόλους εναλλασσόμενους. Πότε – πότε εμφανίζεται και κανένας «gest» για να ριχτεί λίγο αλατοπίπερο στη μπομπότα. Όπως ο Τσακαλώτος. Με τα ελληνικά του. Που δεν θα υπήρχε ιδιαίτερο πρόβλημα με την εκφορά τους αν δεν μας θύμιζαν ότι όσο ελληνικά είναι τα ελληνικά του, τόσο αριστερή είναι και η αριστερά του. Ο καθένας ό,τι έχει… 
    Έπαιξαν, λοιπόν, την παραστασούλα τους. Και στο τέλος μας προέκυψε ο προϋπολογισμός του 2017. Ένας ακόμα προϋπολογισμός ενός ακόμα Μνημονίου, που μαζί το ψήφιζαν, μαζί το… καταδικάζουν και μαζί το εφαρμόζουν!
    Πάμε, τώρα, να δούμε το… πραγματικό «true story» πίσω από τον υποκριτικό τραγέλαφο των Ταρτούφων:
    α) Ο περσινός προϋπολογισμός προέβλεπε άμεσους φόρους ύψους 20,048 δισ. ευρώ. Ο φετινός προβλέπει 20,415 δισ. ευρώ (εισηγητική έκθεση προϋπολογισμού, πίνακας 3.2, σελίδα 57). Μήπως πάει τα μυαλό σας από ποιους θα πάρουν τα επιπλέον; 
    β) Ο περσινός προϋπολογισμός προέβλεπε έμμεσους φόρους ύψους 24,7 δισ. ευρώ. Ο φετινός προβλέπει 26,4 δισ. ευρώ (ο.π). Μήπως πάει τα μυαλό σας από ποιους θα πάρουν τα επιπλέον;
    γ) Ο περσινός προϋπολογισμός προέβλεπε δαπάνες για μισθούς και συντάξεις (συν ΕΦΚΑ) ύψους 29,334 δισ. ευρώ. Ο φετινός προβλέπει 28,326 δισ. ευρώ (ο.π). Μήπως πάει το μυαλό σας από ποιους θα τα πάρουν; Λέτε η μείωση 1 δισ. ευρώ σε μισθούς και συντάξεις να προέλθει από μειώσεις στους μισθούς και τις συντάξεις των τραπεζιτών, των εργολάβων, των εφοπλιστών;  
    δ) Ο περσινός προϋπολογισμός προέβλεπε φόρους εισοδήματος 12,025 δισ. ευρώ. Ο φετινός προβλέπει 13,7 δισ. ευρώ (εισηγητική έκθεση, πίνακας 3.4, σελίδα 60). Μήπως πάει τα μυαλό σας από ποιους θα τα πάρουν; 
    ε) Πέρσι – σύμφωνα με τις εκτιμήσεις πραγματοποιήσεων – τα Νομικά Πρόσωπα στην Ελλάδα πλήρωσαν φόρους ύψους 3,478 δισ. ευρώ. Ο φετινός προβλέπει ότι θα πληρώσουν 3,2 δισ. ευρώ (ο.π). Βλέπετε σε συνθήκες «πρωτοδεύτερης φοράς Αριστεράς» συμβαίνει ό,τι συμβαίνει σε συνθήκες παντοτινής Δεξιάς: Όταν οι φόροι για τον λαό αυξάνονται, οι φόροι για το μεγάλο κεφάλαιο, μειώνονται…
    στ) Ο περσινός προϋπολογισμός προέβλεπε έσοδα από ΦΠΑ ύψους 14,4 δισ. ευρώ. Ο φετινός προβλέπει 15,5 δισ. ευρώ (ο.π). Μήπως πάει τα μυαλό σας από ποιους θα τα πάρουν; 
    Αυτό είναι το «true story» των σημερινών. Ντάλε κουάλε με το «success story» των προηγούμενων. Άει σιχτίρ.
Πηγή: enikos.gr

13 Δεκ 2016

Το πολυτελές ροζ αλάτι Ιμαλαΐων «βάφεται» με το αίμα των εργατών στα ορυχεία


KHEWRA SALT MINE

Παρά τις έρευνες που λένε το αντίθετο, μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων που κατοικούν σε χώρες του Δυτικού Κόσμου ορκίζεται στο αλάτι Ιμαλαΐων. Ωστόσο, οι περισσότεροι αγνοούν ότι οι μικροί ροζ κρύσταλλοι που αγοράζουν σε πολύ ακριβότερη τιμή από το επιτραπέζιο αλάτι, όχι μόνο δεν είναι ιδιαίτερα ωφέλιμο για την υγεία, αλλά κρύβει και ένα άλλο, «σκοτεινό» μυστικό.

Κατά το 320 πΧ, ο Μέγας Αλέξανδρος, ενώ βρισκόταν στα βάθη της Ανατολής, παρατήρησε ότι τα άλογα της εκστρατείας έγλυφαν τα πετρώματα στους πρόποδες των βουνών. Τα πετρώματα περιείχαν ορυκτό αλάτι και τα ζώα λάτρευαν την γεύση τους. Το εμπόριο όμως του ροζ αυτού άλατος άρχισε τον 16ο αιώνα και τα τελευταία χρόνια συστήνεται από σειρά έγκυρων περιοδικών και μπλογκς διατροφής.
khewra salt mine

Το ορυκτό αυτό αλάτι εξορύσσεται από το ορυχείο Khewra του Πακιστάν, περίπου 300 χλμ από τα Ιμαλάια, και αποτελείται κατά 95-96% από χλωριούχο νάτριο και κατά 2-3% από μικροποσότητες άλλων ορυκτών. Συνήθως χρησιμοποιείται στην μαγειρική, με αναγνωρισμένους σεφ, όπως ο Τζέιμι Όλιβερ, να το προωθούν με κάθε ευκαιρία. Ωστόσο, η τιμή του (κατά 46% υψηλότερη από το κοινό, επιτραπέζιο αλάτι) δεν ανταποκρίνεται στα οφέλη που μας παρουσιάζουν.

Σύμφωνα με παλαιότερη έρευνα της επιστημονικής ομάδας CASH για τους κινδύνους της κατανάλωσης άλατος, το αλάτι Ιμαλαΐων δεν είναι παρά ένα πιο βασικό συστατικό για να επιβαρύνουμε την υγεία μας. Στις περισσότερες μάλιστα περιπτώσεις, το χλωριούχο νάτριο ξεπερνά το 96% της σύνθεσης του τελικού προϊόντος και οι κίνδυνοι για την υγεία, όπως η υπέρταση, παραμένουν ίδιοι.
khewra salt mine

Ωστόσο, η υψηλή τιμή του δεν είναι το μοναδικό του «ελάττωμα». Όπως αποκαλύπτουν οι Times του Λονδίνου, το ορυκτό άλας εξορύσσουν Πακιστανοί εργάτες που λαμβάνουν αμοιβή κατώτερη των 10 ευρώ την μέρα για μια επικίνδυνη και απαιτητική εργασία. Οι ώρες που περνούν οι εργάτες στα ορυχεία της Khewra ξεπερνούν κατά πολύ το καθιερωμένο οκτάωρο, ενώ τα εργατικά ατυχήματα είναι σχεδόν καθημερινά.

Δεν είναι λίγοι μάλιστα εκείνοι που χάνουν την ζωή τους για να βγάλουν στην επιφάνεια το πολυπόθητο ροζ αλάτι που η Δύση έχει αναγάγει σε πολυτελές αγαθό. Και όλα αυτά, για να επιβιώσουν οι οικογένειές του

 http://www.huffingtonpost.gr
 

2017: Επική ύφεση…


 
Οικονομολόγου PhD
Το 2017 λόγω των στόχων του προϋπολογισμού θα οδηγηθούμε σε τέτοια επική ύφεση, που δεν υπάρχει προηγούμενη στην οικονομική ιστορία της χώρας μας, ασχέτως των προβλέψεων του προϋπολογισμού, που θέλει ανάπτυξη.
Ο προϋπολογισμός που χθες ψηφίστηκε στη Βουλή, προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,7%, αύξηση της κατανάλωσης (C) κατά 1,8% του ΑΕΠ, μείωση των κρατικών δαπανών (G) κατά -0,3% του ΑΕΠ, αύξηση των επενδύσεων κατά 9,1%, έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών, δηλαδή εξαγωγές (X)- εισαγωγές (Μ)= -2% του ΑΕΠ, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπει ότι θα κυμανθεί στο 1,2% του ΑΕΠ, [σελίδες 20 και 25 του κειμένου του προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή.]

Το άθροισμα των παραπάνω στοιχείων, αφορούν στις δαπάνες που θα πραγματοποιηθούν στο 2017 στην ελληνική οικονομία. Tο άθροισμα της μας δίνει την ακαθάριστη εθνική δαπάνη ή την ενεργό ζήτηση που είναι εξ ορισμού ίση με το ακαθάριστο εθνικό προϊόν ή αλλιώς ΑΕΠ. Με άλλα λόγια το ΑΕΠ=C+G+I+(X-M).
Είναι λογικά αυτά που ισχυρίζεται η Κυβέρνηση ή γιατί αμφισβητώ τις προβλέψεις του προϋπολογισμού;
 
Ας πάμε από την αρχή όσο πιο απλά γίνεται:
Εάν μια οικονομία έχει έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, αυτό σημαίνει ότι ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας δεν συμβάλει στην ανάπτυξη της εσωτερικής ζήτησης της χώρας, δηλαδή στην αύξηση τη εσωτερικής παραγωγής και στη μείωση της ανεργίας,  αλλά αντιθέτως έχουμε διαρροή δαπάνης προς το εξωτερικό. Αυτό συνεπάγεται ότι οι χώρες από τι οποίες εισάγουμε σωρεύουν χρηματικές αξιώσεις από την δική μας οικονομία.
Η Κυβέρνηση που επαίρεται ότι θα έχει πλεόνασμα, που σημαίνει ότι οι δαπάνες της (G) θα είναι μικρότερες από τα έσοδα της (Φόροι), σύρει βιαίως την ενεργό ζήτηση στη συρρίκνωση και κατά συνέπεια μειώνει το εθνικό εισόδημα και αυξάνει την ανεργία. Αυτό ισχύει για οποιοδήποτε ύψος κρατικού περισσεύματος, ειτε είναι 1,5% ή 3,5%.
Δεδομένων αυτών, που περιγράφονται στον προϋπολογισμό-δεν είναι δικοί μου ισχυρισμοί-το ΑΕΠ για να παραμείνει στα παρισινά επίπεδα-δεν μιλώ για αύξηση του ΑΕΠ-θα πρέπει ο ιδιωτικός τομέας να αναλάβει να πραγματοποιήσει τις δαπάνες τις οποίες δεν θα πραγματοποιούσουν ο δημόσιος τομέας και ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας. 
Αν δε μιλάμε για αύξηση του ΑΕΠ, τότε μιλάμε για ακόμα μεγαλύτερες δαπάνες του ιδιωτικού τομέα.
Αυτό σημαίνει όμως, ότι ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να δαπανήσει ή να επενδύσει (Ι), όπως θέλετε, περισσότερο από τα καθαρά εισοδήματα του ή αλλιώς από τις αποταμιεύσεις του (S). Έτσι να επωμιστεί μεγαλύτερο δανεισμό από ότι ως σήμερα έχει επιβαρυνθεί. Θυμηθείτε απλά το ύψος των κόκκινων δανείων, τα χρωστούμενα στην εφορία, τις αμοιβές εργασίας, τα κέρδη των επιχειρήσεων και τις κόκκινες πιστώσεις μέσα στον ιδιωτικό τομέα.
Πολλοί θα ισχυριστούν ότι μπορεί να δαπανήσει ακόμα ο ιδιωτικός τομέας και ίσως να μειώσει και τον δανεισμό του και να αναλάβει την ανάπτυξη της χώρας, βγάζοντας τα ’μαύρα’ που έχει κρυμμένα. Θα τον δεχτώ αυτόν τον ισχυρισμό, αλλά αυτό θα έχει ένα σύντομο τέλος, γιατί  αυτά τελειώνουν γρήγορα….
Όπως θα έγινε ξεκάθαρο νομίζω, ο προϋπολογισμός θα ήταν ευχάριστος αν ήταν μια ευχή, αλλά ως εφαρμοσμένη πολιτική από την 1η Ιανουαρίου του 2017, θα είναι ένας εφιάλτης για την Ελλάδα και του Έλληνες. Οδηγούμεθα σε επική ύφεση…
Είναι οικονομικός νόμος, ο ιδιωτικός τομέας να πραγματοποιεί επενδύσεις, όταν οι κυβερνήσεις μπορούν να στηρίξουν την ενεργό ζήτηση, σε εκείνο το επίπεδο εισοδήματος, που επιτρέπει στον ιδιωτικό τομέα να αποταμιεύει αυτά που επιθυμεί. Τότε και μόνο τότε έχουμε ανάπτυξη, ελάχιστη ανεργία και τα χρέη μειώνονται.
Αυτά δεν γίνονται μέσα στο ευρώ, που απαιτεί λιτότητα ως μέσο για την ανάπτυξη, πράγμα που ποτέ δεν έγινε και γι αυτό θα τελειώσω  με μια μικρή ιστορία:
Όταν προ ημερών ήρθε ο Πρόεδρος Ομπάμα στην Αθήνα στην κοινή συνέντευξη τύπου που είχε με τον Πρωθυπουργό, ο δημοσιογράφος της ΕΡΤ κύριος Χαρίτος τον ρώτησε, πως μπόρεσε και άφησε ανεργία κάτω από 5% ενώ την παρέλαβε πάνω από 11%.
Η απάντηση του Πρόεδρου ήταν απλή: Έκοψα χρήμα, έκανα δημόσια έργα, κινήθηκε η οικονομία.  Με άλλα λόγια άσκησε επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.
Αυτό σημαίνει ότι οι δαπάνες του δημόσιου τομέα ήσαν μεγαλύτερες από τα έσοδα του δημόσιου τομέα.
Όταν  είπε αυτό ο Πρόεδρος, ο κατοικών στην Αμερική όπου διακρίνεται,  δημοσιογράφος Μιχ. Ιγνατίου ρώτησε τον Πρόεδρο, γιατί αυτή την πολιτική δεν την εισηγείται και στους Ηγέτες της Ευρώπης.
Εδώ ο Πρόεδρος δεν απάντησε ή καλυτέρα ήταν εύγλωττος στη σιωπή του.
Τι να πει ο άνθρωπος, ότι κάνεις Ευρωπαίος Ηγέτης αυτό δεν μπορεί, ούτε να το πει, ούτε να το κάνει λόγω κατασκευής του Ευρώ και των Τραπεζιτών που ηγούνται της ΕΕ;
Είπε με την σιωπή του επιστρέψτε στα Εθνικά σας Νομίσματα!!
spyridonstalias@hotmail.com

Κρίμα τα νιάτα τους

Ενας λαός, όχι με τίτλους ιλιγγιωδών επιτευγμάτων πολιτισμού αλλά μόνο με στοιχειώδες ένστικτο αυτοσυντήρησης, θα είχε δικάσει αμείλικτα τους φυσικούς αυτουργούς της καταστροφής του: όσους υπέγραψαν τον εξωφρενικό υπερδανεισμό της χώρας, για να συντηρήσουν το πελατειακό τους κράτος. Θα είχε διακρίνει την εξόφθαλμη ανικανότητα και τον λοιμώδη εκφαυλισμό ολόκληρου του κομματικού φάσματος και θα είχε βρει τη δημοκρατική οδό για τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης επιστρατευμένων ανθρώπων έκτακτης ποιότητας, για να ηγηθεί στον εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα αποτίναξης του ζυγού των «μνημονίων».

 


του Χρήστου Γιανναρά
Το 1966, ακριβώς πριν από πενήντα χρόνια, ο Μάρτιν Χάιντεγκερ, από τους σημαντικότερους φιλοσόφους στην ευρωπαϊκή ιστορία και κορυφαίος του 20ού αιώνα, δήλωνε την αγωνία του, αν μπορεί να υπάρξει πολιτικό σύστημα, και ποιο, ικανό να λειτουργήσει μέσα στον κόσμο που διαμορφώνει η ραγδαία εξελισσόμενη τεχνολογία, αυτονομημένη από τις ανθρώπινες ανάγκες, σαν αυτοσκοπός. «Πάντως το συμβατό με την καινούργια εποχή πολίτευμα δεν μπορεί να είναι η δημοκρατία».
Η δραματική, αγωνιώδης αυτή πρόβλεψη γινόταν, όταν δεν υπήρχαν ακόμα “προσωπικοί υπολογιστές” ούτε κινητά τηλέφωνα και η τηλεόραση ήταν ακόμα στα σπάργανα. Γεννούσε τότε στον Χάιντεγκερ πανικό το γεγονός και μόνο της αυτονομημένης από τις ανθρώπινες ανάγκες παραγωγής, η εξέλιξη των μέσων παραγωγής και της παραγωγής σαν αυτοσκοπός. Ηταν κιόλας φανερό ότι η τεχνολογία των μέσων και ο στόχος της παραγωγής δεν απέβλεπαν πια στην ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών. Οι ανθρώπινες ανάγκες υποτάσσονταν στην προτεραιότητα καταξίωσης της παραγωγής ως αυταξίας, αυτή η προτεραιότητα απαιτούσε και τη συνεχή τεχνολογική εξέλιξη των μέσων παραγωγής.
Ο Χάιντεγκερ διαπίστωνε, στη συνέντευξη του 1966, ότι η εξέλιξη της παραγωγικής τεχνολογίας διαστέλλει τον άνθρωπο από την παραγωγή, «τον ξεριζώνει από τη γη του, ενώ (έλεγε) σύμφωνα με την ανθρώπινη εμπειρία και Ιστορία, όσο εγώ τουλάχιστον γνωρίζω, κάθε τι ουσιαστικό και σημαντικό γεννήθηκε μόνο από το γεγονός ότι ο άνθρωπος είχε μια πατρίδα και ήταν ριζωμένος σε μια παράδοση».
Η παραγωγή ως αυταξία και η αδιάκοπη τεχνολογική εξέλιξη που την υπηρετεί, ταυτίστηκαν αξιωματικά με την «πρόοδο», τον «εκσυγχρονισμό», την προϋπόθεση «καλύτερης ζωής». Οι επιφυλάξεις, ο προβληματισμός, η περίσκεψη στιγματίστηκαν σαν γνωρίσματα «συντηρητισμού», «οπισθοδρομικότητας», στείρας ατολμίας. Ηταν περισσότερο από φανερό ότι, με τη βοήθεια της ραγδαία εξελισσόμενης τεχνολογίας, η παραγωγή, αυτονομημένη από τις ανθρώπινες ανάγκες, υπηρετούσε ιδιωτικά, όχι κοινωνικά, συμφέροντα, αύξανε κατακόρυφα το κέρδος ιδιωτών, ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής.
Οταν αυτό φτάσει να συμβαίνει, η δημοκρατία είναι «εκ των πραγμάτων» ή «εξ ορισμού» ανέφικτη.
Παύουν να αποφασίζουν οι πολίτες για τις ανάγκες τους, χάνεται η ίδια η συνείδηση-επίγνωση των αναγκών τους. Για τις ανάγκες των πολιτών αποφασίζουν οι «αγορές». Και οι διαχειριστές των κοινών (οι ακόμα επονομαζόμενοι «πολιτικοί») διεκπεραιώνουν απλώς τα συμφέροντα των αγορών.
Η διορατική πρόγνωση του Χάιντεγκερ επαληθεύεται με πολλήν ευκρίνεια σήμερα. Ισως όχι παντού – υπάρχουν ακόμα κοινωνίες, όπου η παντομίμα της «αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας» σώζει ακόμα τόσες επιφάσεις, ώστε να ξεγελάει όχι μόνο τους αφελείς και τους επιπόλαιους. Πάντως, από τις εμφατικές επαληθεύσεις είναι η περίπτωση της ελλαδικής πολιτείας. Ισως επειδή συνδυάζει την κατάλυση της δημοκρατίας τόσο με την άσκεφτη και ανεξέλεγκτη (γι’ αυτό και ενθουσιώδη) παραδοχή του ηγεμονικού ρόλου της «παραγωγικής» τεχνοκρατίας όσο και με τον μακροχρόνιο βυθισμό στη μειονεξία του μεταπρατισμού και μιμητισμού.
Στο ελλαδικό κράτος σήμερα συντηρούμε όλα τα προσχήματα της δημοκρατίας (λαϊκής κυριαρχίας) χωρίς κανένα πραγματικό αντίκρισμα. Η Βουλή δεν βουλεύεται, παρά μόνο για τις εντυπώσεις, ψηφίζει αποφάσεις που υπαγορεύουν οι δανειστές της χώρας, νομοθετήματα εκατοντάδων σελίδων, που με τον εκβιασμό του «κατεπείγοντος» αφαιρείται από τους βουλευτές έστω και το ενδεχόμενο να ξέρουν (να έχουν διαβάσει) τι ψηφίζουν. Δεν ψηφίζουν αποφάσεις, ψηφίζουν απλώς την παραμονή τους στο κόμμα όπου είναι ενταγμένοι, δηλαδή ψηφίζουν επαγγελματική εξασφάλιση. Η κυβέρνηση δεν κυβερνάει, απλώς διεκπεραιώνει τις αποφάσεις των δανειστών καρυκευμένες με ολίγη σάλτσα «διαπραγματεύσεων», για να συντηρείται το κουκλοθέατρο της τάχα και δημοκρατίας.
Το κράτος επιτροπεύεται πανομοιότυπα, όπως θα επιτροπευόταν και από στρατό ξενικής κατοχής.
Σε κάθε υπουργείο, σε κάθε Τράπεζα, σε κάθε δημόσιο οργανισμό υπάρχει επίτροπος ελεγκτής κάθε λειτουργικής λεπτομέρειας – η κρατική ανεξαρτησία, η αυτοδιάθεση και εθνική αυτονομία έχουν προσφερθεί αντάλλαγμα για την ποδηγέτησή μας, προκειμένου, το συντομότερο (άγνωστο πότε) «να βγούμε στις Αγορές», δηλαδή να παραδοθούμε, με εχέγγυα κάποιας παραγωγικότητας, βορά στους πλανητικά κυρίαρχους, ελεύθερους (που θα πει παντελώς ανεξέλεγκτους) διεθνείς τοκογλύφους. Οι οποίοι έχουν από τώρα απαιτήσει ως υποθήκη ακόμα και το νερό που πίνουμε.
Ενας λαός, όχι με τίτλους ιλιγγιωδών επιτευγμάτων πολιτισμού αλλά μόνο με στοιχειώδες ένστικτο αυτοσυντήρησης, θα είχε δικάσει αμείλικτα τους φυσικούς αυτουργούς της καταστροφής του: όσους υπέγραψαν τον εξωφρενικό υπερδανεισμό της χώρας, για να συντηρήσουν το πελατειακό τους κράτος. Θα είχε διακρίνει την εξόφθαλμη ανικανότητα και τον λοιμώδη εκφαυλισμό ολόκληρου του κομματικού φάσματος και θα είχε βρει τη δημοκρατική οδό για τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης επιστρατευμένων ανθρώπων έκτακτης ποιότητας, για να ηγηθεί στον εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα αποτίναξης του ζυγού των «μνημονίων».
Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την αναπηρία των κομματαρχών μας: έχουν συνείδηση παίκτη, όχι κοινωνικού ηγήτορα. Παίζουν, όπως σκάκι ή τάβλι, όπου όλη η προσοχή τους είναι στον αντίπαλο: να εξουδετερώσουν κάθε κίνησή του, να μπλοκάρουν τις πρωτοβουλίες του, να τον πτοήσουν με τεχνάσματα, να αποδυναμώσουν ή να αποτρέψουν επιτυχίες του. Στο πεδίο της αντιπαλότητας Τσίπρα – Μητσοτάκη η κοινωνία απουσιάζει ολοκληρωτικά, ο λαός είναι ανύπαρκτος, το ήθος, η πείρα και σοφία της παράδοσης, το θάμβος της γλωσσικής κληρονομιάς, όλα λησμονημένα, παγερώς αδιάφορα. Το μόνο που ενδιαφέρει είναι πώς «να του τη φέρω», πώς «να μη μου τη φέρει», «τι λάθος έκανε να το εκμεταλλευτώ», «πώς να τον παρασύρω για να την πατήσει».
Ισως δεν φταίνε που ιστορικά βυθίζονται στην ντροπή, στιγματισμένοι με τόση ευτέλεια, οι δυο μονομάχοι. Αυτό ξέρουν, αυτό έμαθαν για πολιτική, «παιδιά του σωλήνα» (κομματικού ή οικογενειακού) είναι και οι δυο, μόνο σαν «παίκτες», ταβλαδόροι ή σκακιστές, ξέρουν να κινούνται στην πολιτική, όχι σαν κοινωνικοί ηγήτορες. Κρίμα τα νιάτα τους.
Η ελλαδική φάρσα «δημοκρατίας», αποτυπωμένη θρασύτατα στο πρωθυπουργοκεντρικής απολυταρχίας, παπανδρεϊκό Σύνταγμα του 1985, δεν προβλέπει τον παραμικρό κοινωνικό έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας. Ενας λαός προικισμένος με πολιτισμική δυναμική ικανή να τον διατηρεί ενεργό συντελεστή του ιστορικού γίγνεσθαι, βυθίζεται αδυσώπητα στην ιστορική ανυπαρξία.
Διεθνώς κωμική ατραξιόν και η περί εκλογών κοκορομαχία Τσίπρα – Μητσοτάκη.
πηγή: Christos Yiannaras

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More