Δύο γάμοι ομόφυλων ζευγαριών στην Τήλο και ένα νομοσχέδιο για το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, που δεν περικλείει άτομα του ίδιου φύλου, στάθηκαν η αφορμή να αναζωπυρωθεί για ακόμη μια φορά το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας στη χώρα μας. Την ίδια περίοδο, μια νέα έρευνα που ευελπιστεί να δώσει εξηγήσεις σχετικά με την αιτία της ομοφυλοφιλίας έρχεται στο προσκήνιο. Και η συζήτηση ανάβει... Οι ειδικοί, από την άλλη πλευρά, πασχίζουν να απαντήσουν στο ερώτημα «Γεννιέται ή γίνεται κανείς ομοφυλόφιλος;». Προσπαθώντας να λύσουμε το γρίφο, απευθυνθήκαμε σε επιστήμονες διαφορετικών ειδικοτήτων και ζητήσαμε από κορυφαίο βρετανό επιστήμονα να σχολιάσει την τελευταία πολυσυζητημένη μελέτη του Ινστιτούτου Καρολίνσκα. Ανεξάρτητα πάντως από την επιστημονική πλευρά του θέματος, ίσως το όλο νόημα να κρύβεται στις μαρτυρίες των ίδιων των ομοφυλόφιλων. Ένας γκέι και μία λεσβία κατα­θέτουν τη δική τους αλήθεια.


Στο ερώτημα «Γεννιέμαι ή γίνομαι ομοφυλόφιλος», κανένας επιστήμονας δεν μπορεί να απαντήσει μέχρι σήμερα με σιγουριά. Δεν υπάρχει, δηλαδή, μια κοινή παραδοχή μεταξύ των ειδικών σχετικά με τους ακριβείς λόγους που ένας άνθρωπος αναπτύσσει ετεροσεξουαλικό ή ομοφυλοφιλικό προσανατολισμό. Η σεξουαλική δυναμική είναι εξαιρετικά σύνθετη και η ανθρώπινη επιθυμία παρομοιάζεται με απροσπέλαστη ζούγκλα! Αν και έχει πραγματοποιηθεί πληθώρα μελετών, οι οποίες ερευνούν τις πιθανές γενετικές, ορμονικές, αναπτυξιακές, κοινωνικές και πολιτισμικές επιρροές, δεν υπάρχουν ευρή­ματα που να οδηγούν σε ασφαλή συμπε­ράσματα. Αρκετοί επιστήμονες πιστεύουν ότι τόσο η φύση όσο και η ανατροφή παίζουν εξίσου σημαντικό, αλλά και περίπλοκο ρόλο στην ανάπτυξη της ομοφυλοφιλίας. Άλλοι δίνουν βαρύτητα στους γονιδιακούς παράγοντες, ενώ ορισμένοι θεωρούν καταλυτική μόνο την επίδραση του περιβάλλοντος.


Μερικές από τις πιο σημαντικές έρευνες που μελετούν την επιρροή των γονιδίων και της γενετικής προδιάθεσης στον καθορισμό του σεξουαλικού προσανατολισμού είναι οι εξής:


Οι γκέι άνδρες και οι ετεροφυλόφιλες γυναίκες έχουν ίδιου μεγέθους ημισφαίρια του εγκεφάλου, ενώ οι ­λεσβίες και οι ετεροφυλόφιλοι άνδρες έχουν ελαφρά μεγαλύτερο (κατά 2%) δεξί ημισφαίριο. Το συμπέρασμα αυτό, στο οποίο κατέληξε μελέτη του Ινστι­τού­του Καρολίνσκα, «παρέλασε» πριν από δύο μήνες στα πρωτοσέλιδα ελ­ληνικών και ξένων εφημερίδων, προκαλώντας αναστάτωση στην επι­στημονική κοινότητα. Με βάση τις αξο­νικές τομογραφίες του εγκεφάλου 90 ανθρώπων, η ίδια έρευνα συμπέρανε ότι οι ομοφυλόφιλοι άνδρες και γυναίκες έχουν πιο ανεπτυγμένη αμυγδαλή, την περιοχή δηλαδή του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνη για τα συναισθήματα. Πριν κάνει το γύρο του κόσμου, η έρευνα δημοσιεύτηκε αρχικά στην επιθεώρηση «Proceedings of the Na­tio­nal Academy of Sciences».


Απευ­θυνθήκαμε στο βρετανό επιστήμονα, λέκτορα Γνωστικής Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο «Queen Mary» του Λονδίνου, δρ. Qazi Rahman, για να μας σχολιάσει την πολυσυζητημένη έρευνα. Ο δρ. Rahman έχει ειδικευτεί στην ψυχοβιολογία του ανθρώπινου σεξουαλικού προσανατολισμού. Να τι μας είπε: «Τα ευρήματα της μελέτης ήταν εντυπωσιακά. Μέχρι σήμερα, γνωρίζαμε τη “θηλυκή” πλευρά των γκέι ανδρών και την “ανδρική” των ομοφυλόφιλων γυναικών μέσα από τη συμπεριφορά τους και τις γνωστικές τους λειτουργίες. Τώρα, όμως, αυτό αποδεικνύεται και σε νευρολογικό επίπεδο. Όσο για τα συμπεράσματα σχετικά με την αμυγδαλή, τα θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικά, αφού η συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου σχετίζεται με τις αντιδράσεις μας σε βασικά βιολογικά ερεθίσματα του περιβάλλοντος (όπως η ερωτική έλξη για άτομα συγκεκριμένου φύλου). Πρέπει να τονιστεί, πάντως, ότι τα ευρήματα αυτά δεν σημαίνουν ότι οι γκέι άνδρες έχουν αποκλειστικά “θηλυκό” μυαλό και οι λεσβίες “ανδρικό”, αλλά αναφέρονται σε συγκεκριμένα μόνο σημεία του εγκεφάλου όπου μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Κατά πάσα πιθανότητα, στον εγκέφαλο των ομοφυλόφιλων υπάρχει ένας συνδυασμός “θηλυκών” και “αρσενικών” χαρακτηριστικών. Σε γενικές γραμμές, πιστεύω ότι η νέα αυτή μελέτη αποτελεί μια ακόμη ένδειξη ότι οι ομοφυλόφιλοι γεννιούνται και δεν γίνονται». Ωστόσο, οι έλληνες επιστήμονες με τους οποίους επικοινωνήσαμε υποστηρίζουν ότι το δείγμα των ατόμων που χρησιμοποιήθηκε στην έρευνα ήταν πολύ μικρό για να υπάρξουν ασφαλή συμπεράσματα. Θεωρούν, λοιπόν, ότι πρόκειται ουσιαστικά για μια παρατήρηση, η οποία χρειάζεται περαιτέρω μελέτη.


Η «αναφορά του Kinsey» σχετικά με τη σεξουαλική συμπεριφορά δημοσιεύτηκε το 1948 και έσκασε σαν βόμβα στο συντηρητικό περιβάλλον της εποχής. Ο Kinsey προσπαθεί να περιγράψει το σεξουαλικό προσανατολισμό του ανθρώπου σε δεδομένες χρονικές στιγμές της ζωής του χρησιμοποιώντας μια κλίμακα με διαβαθμίσεις από το 0 (αποκλειστικά ετεροφυλόφιλος) μέχρι το 6 (αποκλειστικά ομοφυλόφιλος). «Οι άνδρες δεν αντιπροσωπεύουν δύο διαφορετικούς πλη­θυσμούς, τους ομοφυλόφιλους και τους ετεροφυλόφιλους. Άλλωστε, η φύση σπάνια έχει να κάνει με διακεκριμένες κατηγορίες», βεβαιώνει ο Kinsey και συνεχίζει: «Η σεξουαλική δραστηριότητα κάθε ατόμου μπορεί να βρίσκεται σε διαφορετική θέση πάνω στην κλίμακα, ανάλογα με την περίοδο που διανύει. Μια κλίμακα εφτά βαθμών, λοιπόν, έρχεται πιο κοντά στο να δείξει τις ποικίλες διαβαθμίσεις που υπάρχουν στην πραγματικότητα». Σύμφωνα με τα ευρήματα, στο 11,6% των ανδρών ηλικίας 20-35 ετών, στο 7% των ανύπανδρων γυναικών και στο 4% των χωρισμένων γυναικών της ίδιας ηλικίας δόθηκε η βαθμολογία 3 στην κλίμακα (δηλαδή ισομερώς ετεροφυλόφιλος και ομοφυλόφιλος) για τη δεδομένη περίοδο της ζωής τους.


Το 1993 ακολουθεί μια ακόμη σημαντική δημοσίευση στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό «Science», η οποία ταράζει τα νερά υποστηρίζοντας ότι ανακαλύφτηκε το «γκέι γονίδιο». Οι μελετητές, ερευνώντας το DNA σε 40 ζεύγη ομοφυλόφιλων αδερφών, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι 33 από αυτά είχαν τους ίδιους δείκτες Χq28 στο χρωμόσωμα Χ. Ο επικεφαλής της έρευνας Dean Hamer βεβαιώνει ότι υπάρχει ένα γονίδιο (ή και περισσότερα) σε συγκεκριμένη περιοχή του χρωμοσώματος Χ το οποίο μπορεί να διαδραματίσει βασικό ρόλο στον καθορισμό του σεξουαλικού προσανατολισμού στον άνδρα. Ουσιαστικά, όμως, η μελέτη αυτή επισήμανε την περιοχή όπου είναι πιθανό να βρίσκεται το γονίδιο που σχετίζεται με την ομοφυλοφιλία, αλλά δεν κατάφερε να προσδιορίσει το ίδιο το γονίδιο (πράγμα που ­ισχύει μέχρι σήμερα).


Οι μελέτες αυτές προσπάθησαν να διερευνήσουν το ζήτημα της κληρονομικότητας στηριζόμενες στην υπόθεση ότι αν το ένα παιδί είναι ομοφυλόφιλο, υπάρχει πιθανότητα να είναι και το άλλο. Οι ερευνητές, λοιπόν, πραγματοποίησαν έρευνες σε μονοζυγωτικά δίδυμα (που προέρχονται δηλαδή από το ίδιο γονιμοποιημένο ωάριο), εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι έχουν το ίδιο γενετικό υλικό. Οι επιστήμονες παρατήρησαν ένα ιδιαίτερα αυξημένο ποσοστό ταύτισης της ομοφυλοφιλίας στα δίδυμα (ακόμη και σε όσα ζουν σε διαφορετικά περιβάλλοντα).


Αν δεχτούμε ότι η ομοφυλοφιλία είναι κληρονομική, τίθεται το ερώτημα γιατί οι ομοφυλόφιλοι συνεχίζουν να υπάρχουν, αφού έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες να αναπαραχθούν σε σύγκριση με τα ετεροφυλόφιλα άτομα. Αρκετές έρευνες έχουν γίνει προς αυτή την κατεύθυνση, με πιο πρόσφατη τη μελέτη ερευνητών από την Πάδοβα της Ιταλίας. Σύμφωνα με αυτήν, οι στενοί συγγενείς των ομοφυλόφιλων ανδρών τείνουν να αποκτούν περισσότερα παιδιά σε σύγκριση με το μέσο όρο. Τα γονίδια, δηλαδή, που «γεννούν» την ομοφυλοφιλία αυξάνουν ταυτόχρονα και τη γονιμότητα στις γυναίκες της οικογένειας, έτσι ώστε οι απώλειες σε απογόνους που αφορούν τους άνδρες να αντισταθμίζονται με αυξημένη γονιμότητα στις γυναίκες. Οι επιστήμονες, παρ’ όλα αυτά, υποστηρίζουν ότι τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί σίγουρο πριν προσδιοριστούν τα γονίδια που σχετίζονται με την ομοφυλοφιλία, αλλά και ο μηχανισμός δράσης τους.


Οι περισσότερες έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα δεν μπόρεσαν να ανακαλύψουν σημαντικές διαφοροποιήσεις στα επίπεδα των σεξουαλικών ορμονών ανάμεσα στους ετεροφυλόφιλους και τους ομοφυλόφιλους ενηλίκους του ίδιου φύλου.


Από έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί σε ζώα, έχει αποδειχτεί ότι οι ορμόνες του σεξ ευθύνονται πρωταρχικά για τις σεξουαλικές διαφοροποιήσεις στο σώμα και τον εγκέφαλο: Τα αρσενικά παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα τεστοστερόνης στην εμβρυϊκή τους ζωή, την περίοδο κοντά στη γέννα, πριν αλλά και μετά την εφηβεία. Αντίθετα, τα θηλυκά εμφανίζουν χαμηλά επίπεδα όλων των ορμονών του σεξ κατά την εμβρυϊκή τους ζωή και υψηλά επίπεδα οιστρογόνων και προγεστερόνης την περίοδο της εφηβείας. Όπως είναι λοιπόν επόμενο, τα υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης προγεννητικά «οργανώνουν» τον εγκέφαλο με έναν πιο «ανδρικό» τρόπο, ενώ τα χαμηλά επίπεδα επιτρέπουν την «οργάνωση» με έναν πιο «θηλυκό» τρόπο.
Στηριζόμενος σε αυτές τις έρευνες, ο νευροενδοκρινολόγος Günter Dör­ner διατύπωσε την προγεννητική ορμο­νική θεωρία: Σύμφωνα με αυτήν, ο ­σεξουαλικός προσανατολισμός του ­ατόμου ενδέχεται να αλλάξει, όταν παρατηρούνται διαφοροποιημένα επίπεδα των ορμονών του σεξ (π.χ. ασυνήθιστα χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης στο αρσενικό έμβρυο ή ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα στο θηλυκό έμβρυο) ή όταν παρατηρηθούν διαφορές στον τρόπο που ο εγκέφαλος αντιδρά στις ορμόνες. Η θεωρία αυτή, ωστόσο, δεν έχει καταφέρει να προσφέρει μια ολοκληρωμένη εξήγηση στο θέμα της ομοφυλοφιλίας.



Στην πλειονότητά τους, οι ψυχίατροι θεωρούν την επίδραση των βιολογικών παραγόντων στον καθορισμό του σεξουαλικού προσανατολισμού ήσσονος σημασίας ή και ανύπαρκτη. Ακόμη, όμως, και αυτοί που δέχονται τη γενετική βάση της ομοφυλοφιλίας, δεν αρνούνται ότι το περιβάλλον παίζει καταλυτικό ρόλο. Οι περισσότεροι βασίζονται στις ψυχανα­λυτικές θεωρίες που ερμηνεύουν την ομοφυλοφιλία ως συνέπεια του γυναικείου και ανδρικού προτύπου της μητέρας και του πατέρα μέσα στην οικογένεια. Πάντως, αν και υπάρ­χουν θεωρίες που προσπαθούν να συγκεκριμενοποιήσουν τους μηχανισμούς επίδρασης του περιβάλλοντος, το θέμα αποδεικνύεται εξαιρετικά πολύπλοκο για να διασαφηνιστεί.


Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Φρόιντ αποφαίνεται ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του δισεξουαλικό ον και πως η δυναμική της οικογένειας είναι αυτή που καθορίζει το σεξουαλικό προσδιορισμό του παιδιού, μέσα στα πρώτα 5-6 χρόνια της ζωής του. Στηριζόμενος στο Οιδιπόδειο Σύμπλεγμα, θεωρεί ότι αιτία της ανδρικής ομοφυλοφιλίας μπορεί να είναι μια δεσποτική μητέρα ή ένας απών ή απόμακρος πατέρας, ενώ για τα κορίτσια που γίνονται λεσβίες πιστεύει ότι ευθύνεται το υποσυνείδητο μίσος προς τη μητέρα. Το μικρό παιδί ταυτίζεται πρώιμα με έναν από τους δύο γονείς. Στην περίπτωση της ανδρικής ομοφυλοφιλίας, το αγόρι, αντί να μιμείται τις συμπεριφορές του πατέρα, ταυτίζεται με τη μητέρα. Αντίστοιχα, με όρους ψυχολογίας, ενώ το κορίτσι προσπαθεί φυσιολογικά να προσελκύσει τον πατέρα του αντιγράφοντας τις συμπεριφορές της μη­τέρας, υπάρχει το ενδεχόμενο να ταυτιστεί με τις συμπεριφορές του πατέρα και να αποκτήσει ομοφυλοφιλικό προσανατολισμό. Μέχρι σήμερα, η θεωρία αυτή υποστηρίζεται από πολλούς επιστήμονες. Μεταγενέστερες θεωρίες επιβεβαιώνουν ότι οι ομοφυλόφιλοι άνδρες τείνουν να περιγράφουν τη σχέση με τη μητέρα τους ως ιδιαίτερα κοντινή, ενώ αυτή με τον πατέρα τους ως απόμακρη.


Ένα ακόμη επιχείρημα όσων αναζητούν βιολογικό υπόβαθρο στην ομοφυλοφιλία προκύπτει από την παρατήρηση της ομοφυλοφιλικής συμπεριφοράς στο ζωικό βασίλειο. Ερευνητές έχουν παρατηρήσει τέτοιου είδους συμπεριφορές σε ζώα, ψάρια και έντομα, κυρίως μάλιστα σε κοινωνικά είδη, όπως μαϊμούδες και πιθήκους. Η σεξουαλικότητα των ζώων θεωρείται ευμετάβλητη και η ομοφυλοφιλική τους συμπεριφορά αποτελεί, σύμφωνα με επιστήμονες, έναν τρόπο να ελέγχει η ίδια η φύση την πληθυσμιακή αύξηση των ειδών.
Η γενετική βάση της ομοφυλοφιλίας στα ζώα μελετήθηκε στη μύγα Drosophila, όπου ­ανακαλύφτηκαν γονίδια (που ελέγχουν τη συμπεριφορά μέσω των φερομονών και ­ευθύνονται για την αλλαγή της δομής του εγκεφάλου των ζώων) τα οποία συνδέονται με το ομοφυλοφιλικό ζευγάρωμα.



Θεωρητικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός «επι­βάλλεται» στο άτομο συνειδητά ή ασυνείδητα μέσα από μια συνεχή τριβή με τους γονείς, τους δασκάλους, τους φίλους και την κοινωνία γενικότερα. Φανταστείτε τον άνθρωπο σαν έναν υπολογιστή. Το hardware (τα μέρη από τα οποία αποτελείται ο Η/Υ) αντιστοιχεί στο γενετικό κώδικα του ατόμου. Το software, από την άλλη πλευρά, το λογισμικό δηλαδή, το οποίο προσθέτει κανείς σταδιακά στον υπολογιστή του, μπορεί να παρομοιαστεί με το περιβάλλον και την επίδρασή του στο άτομο. Η περιβαλλοντική παρέμβαση, πάντως, δεν μπορεί να προβλεφτεί. Ένα παιδί, για παράδειγμα, που μεγαλώνει σε καλό οικογενειακό περιβάλλον μπορεί να καταγράψει στη μνήμη του μια σκηνή βίας που έτυχε να δει στο δρόμο και αυτό να παίξει ρόλο στην ενήλικη ζωή του. Φυσικά, μία και μόνο εμπειρία δεν είναι συνήθως καταλυτική, αλλά μπορεί να λειτουργήσει αθροιστικά.


Άλλες θεωρίες υποστηρίζουν ότι οι πρώιμες σεξουαλικές εμπειρίες (ευχάριστες ή τραυματικές) επηρεάζουν το σεξουαλικό προσδιορισμό του ατόμου. Για παράδειγμα, ένα κορίτσι που βιάστηκε σε μικρή ηλικία από έναν άνδρα ενδέχεται να μην έλκεται στην ενήλικη ζωή του από τα αρσενικά και, γι’ αυτό, να γίνει λεσβία, ενώ ένα αγόρι που κακοποιήθηκε από έναν άνδρα και βρήκε ικανοποίηση σε αυτή την εμπειρία, μπορεί να γίνει ομοφυλόφιλος στην ενήλικη ζωή του. Αυτές οι θεωρίες, ωστόσο, δεν καταφέρνουν να εξηγήσουν γιατί άτομα των οποίων οι πρώτες σεξουαλικές επαφές είναι ετεροφυλόφιλες γίνονται, παρ’ όλα αυτά, ομοφυλόφιλα.







Σε αυτή την ερώτηση, δεν υπάρχει ουσιαστικά απάντηση. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός καθορίζεται σε πρώιμη ηλικία (συνήθως στην ηλικία των 6-8 ετών), σύμφωνα με την Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία, ενώ ενδέχεται να γίνει και αργότερα, κατά την εφηβεία ή και στα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης. Τα πρότυπα της συναισθηματικής και σεξουαλικής έλξης είναι πιθανό να εμφανιστούν χωρίς να έχει προηγηθεί οποιαδήποτε σεξουαλική εμπειρία. Ορισμένοι άνθρωποι γνωρίζουν αν είναι ομοφυλόφιλοι ή ετεροφυλόφιλοι πριν συνάψουν σχέσεις με άλλους ανθρώπους, άλλοι πάλι εμπλέκονται σε σεξουαλικές δραστηριότητες πριν προσδιορίσουν τη σεξουαλική τους ταυτότητα, ενώ για ορισμένους μια ερωτική έλξη προς κάποιο συγκεκριμένο άτομο τους βοηθά να ερμηνεύσουν τα συναισθήματά τους. Φυσικά, υπάρχουν και περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι -ακόμη και μετά τη δημιουργία οικογένειας- δηλώνουν ότι βρήκαν την πραγματική τους σεξουαλική ταυτότητα στην ομοφυλοφιλία.


Είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο, τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια. Σε αυτή την περίοδο, η προσωπικότητα και, κατ’ επέκταση, η σεξουαλική κατεύθυνση είναι ευάλωτες σε αλλαγές. Η αναζήτηση της σεξουαλικής ταυτότητας του εφήβου μπορεί να διαρκέσει για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα (ακόμη και μέχρι τα 25 του χρόνια), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι ομοφυλόφιλος. Μάλιστα, ένα μεγάλο ποσοστό ετεροφυλόφιλων ανδρών δηλώνει ότι είχε μία ομοφυλοφιλική εμπειρία κατά τη διάρκεια της ζωής του. «Οι γονείς πρέπει να καταλάβουν ότι η περίοδος αναζήτησης της σεξουαλικής ταυτότητας είναι μια προσωπική υπόθεση στην οποία κανείς δεν μπορεί να μεσολαβήσει», υποστηρίζει ο κλινικός ψυχολόγος κ. Χαράλαμπος Γκριμπούρας. Μπορούν απλώς να δηλώσουν ότι είναι διατεθειμένοι να ακούσουν και να συζητήσουν, ώστε, όταν το ίδιο το παιδί νιώσει έτοιμο, να ξέρει ότι μπορεί να απευθυνθεί σε αυτούς.

Για αρκετούς γονείς είναι δύσκολο να δεχτούν την ομοφυλοφιλία του παιδιού τους. Αν νιώθετε, λοιπόν, ότι δεν μπορείτε να διαχειριστείτε την κατάσταση, θα ήταν σκόπιμο να πάρετε τη γνώμη ενός ειδικού. Δεν έχει νόημα να τιμωρήσετε το παιδί σας ή να προσπαθήσετε να το στρέψετε πιεστικά προς την αντίθετη κατεύθυνση, γιατί, σύμφωνα με τους ειδικούς, το μόνο που θα καταφέρετε είναι να προκαλέσετε ρήξη στη σχέση σας, ενώ ενδέχεται να συμβάλετε στο να αποκτήσει ακραίες συμπεριφορές ως ενήλικος. «Δεν μπορεί, βέβαια, να απαιτήσει κανείς από τους γονείς να αποδεχτούν αυτή τη διαφορετικότητα. Το ιδανικό θα ήταν να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους και να μην παρεμβαίνουν στην προσωπική ζωή του παιδιού τους. Ας μην είμαστε, όμως, αιθεροβάμονες. Ζούμε σε μια κοινωνία με πολλά στερεότυπα», εξηγεί ο κ. Γκριμπούρας. Οι γονείς, σε αυτή την περίπτωση, μπορούν να αφήσουν το συγκεκριμένο ζήτημα στην άκρη, ώστε να μη δηλητηριάζει τη σχέση με το παιδί τους. «Στην ελληνική κοινωνία, συνηθίζεται οι γονείς να παρεμβαίνουν ακόμη και στις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις των παιδιών τους, όταν αυτά επιλέγουν ένα σύντροφο που οι ίδιοι δεν εγκρίνουν», εξηγεί ο κ. Γκριμπούρας. Το σημαντικό είναι να προσπαθήσουν να διατηρούν μια καλή επικοινωνία με το παιδί τους σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα της σχέσης τους.





«Μπερδεμένη» εφηβεία: Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, νιώθω έλξη για άτομα του ίδιου φύλου. Η αποδοχή, όμως, της σεξουαλικής μου ταυτότητας ήταν κάτι πολύ δύσκολο. Την περίοδο της εφηβείας, ένιωθα μπερδεμένος και πολύ φοβισμένος. Δεν είχα καμιά ενημέρωση γι’ αυτό που μου συνέβαινε. Δεν ήξερα καν τι είναι οι ομοφυλόφιλοι. Είχα στο μυαλό μου την αρνητική εικόνα που προβάλλουν τα ΜΜΕ και ένιωθα ότι βρισκόμουν στο περιθώριο. Έκανα βήματα προς το άγνωστο μόνος μου, ρισκάροντας. Αρχικά, προσπάθησα να καταπολεμήσω αυτά που αισθανόμουν, αποκτώντας την πρώτη μου εμπειρία με κορίτσι στα 17 μου. Κάτι μου έλειπε, όμως, και έτσι στα 20 έκανα σχέση με αγόρι. Με έναν περίεργο τρόπο, κατάλαβα αυτομάτως ότι αυτό έπρεπε να κάνω.
Μεγάλωσα σε μια κλασική ελληνική οικογένεια. Ο πατέρας μου δούλευε, η μαμά μου ασχολούνταν με τα οικιακά. Στόχος τους ήταν να μεγαλώσουν παιδιά, να τους δώσουν μια καλή ανατροφή, να τα σπουδάσουν. Στο συγκεκριμένο θέμα έχουν παρωπίδες. Ακόμη και σήμερα, οι γονείς μου εξακολουθούν να αγνοούν τη διαφορετικότητά μου. Δεν έχω προσπαθήσει να τους «ανοιχτώ», γιατί ξέρω ότι δεν θα μπορέσουν να το δεχτούν. Θεωρώ σίγουρο ότι το έχουν καταλάβει, αλλά φοβούνται να το ακούσουν. Γι’ αυτό και δεν με ρώτησαν ποτέ. Ο αδερφός μου, που είναι στρέιτ, το ξέρει και δεν έχει κανένα πρόβλημα.
Δεν διατυμπανίζω τη διαφορετικότητά μου, αλλά δεν την κρύβω όταν με ρωτήσουν. Στο εργασιακό μου περιβάλλον, δεν αντιμετώπισα ποτέ κανένα πρόβλημα. Η εξωτερική μου εμφάνιση, άλλωστε, δεν παραπέμπει στο στερεότυπο του ομοφυλόφιλου άνδρα, οπότε δεν έχω δυσκολευτεί ούτε στην κοινωνική μου ζωή. Παρ’ όλα αυτά, θα ήθελα να μπορώ να πιάνω το χέρι του συντρόφου μου περπατώντας στο δρόμο, χωρίς να νιώθω αμηχανία. Δεν το κάνω, γιατί ξέρω ότι θα γυρίσουν όλοι να μας κοιτάξουν.
Νομίζω ότι ο κόσμος αντιδρά τόσο πολύ επειδή η λέξη «γάμος» εμπεριέχει για τους περισσότερους την έννοια της θρησκείας. Εγώ δεν ζητώ κάτι τέτοιο. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι τα νόμιμα δικαιώματα που έχουν όλοι οι πολίτες. Πληρώνουμε και εμείς φόρους στο κράτος. Δεν καταλαβαίνω, λοιπόν, γιατί γίνεται όλη αυτή η φασαρία. Πρόκειται μόνο για ένα χαρτί. Γιατί να μη μοιραστώ τα περιουσιακά μου στοιχεία με τον άνθρωπό μου;
Διαφωνώ τελείως με το Gay Pride. Τι είναι όλη αυτή η περηφάνια; Να βγω στο Σύνταγμα να φωνάξω ότι είμαι περήφανος, για ποιο λόγο; Επειδή είμαι ομοφυλόφιλος; Πιστεύω ότι κάνουμε κι εμείς λάθη από τη μεριά μας. Από μόνοι μας δείχνουμε ότι είμαστε μειονότητα.
Για το θέμα της υιοθεσίας δεν έχω καταλήξει ακόμη αν θα το έκανα ποτέ, ούτε καν αν το δέχομαι. Πραγματικά, δεν ξέρω. Αν πάντως αποφάσιζα ποτέ να προχωρήσω σε μια τέτοια κίνηση, σίγουρα θα συμβουλευόμουν έναν ψυχολόγο, για να μου εξηγήσει τι επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει κάτι τέτοιο σε ένα παιδί.


Η πρώτη γραπτή εμφάνιση του όρου «ομοφυλοφιλία» έγινε το 1869 από την αυστριακή λογοτέχνιδα Karl-Maria Kertbeny. Η εξάπλωσή του, όμως, οφείλεται στο γερμανό ψυχίατρο Richard Freiherr von Krafft-Ebing και στο βιβλίο του για τη σεξουαλική ψυχοπάθεια.
Η ομοφυλοφιλία παύει να θεωρείται πλέον διανοητική ασθένεια από την επιστημονική κοινότητα το 1973, όταν η Αμερικανική Ψυχιατρική Ένωση αποσύρει τον όρο «ομοφυλοφιλία» από το «Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο για τις Διανοητικές Διαταραχές».
Στην Ελλάδα, η ομοφυλοφιλία έπαψε να αποτελεί ποινικό αδίκημα μόλις το 1950.
› Μεγάλα ονόματα της τέχνης και της διανόησης, όπως ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ο Μιχαήλ Άγγελος, ο Ντονατέλο, ο Όσκαρ Ουάιλντ και η Βιρτζίνια Γουλφ, είχαν ομοφυλοφιλικό σεξουαλικό προσανατολισμό.



" Κανείς δεν θέλει αυτή τη γελοιότητα που προ­σπα­θούν να περάσουν τα ΜΜΕ, με τα δύο νυφικά ή τα δύο κοστούμια "
Μεγάλωσα στην επαρχία, σε συντηρητικό, θρησκευόμενο περιβάλλον. Τη διαφορετικότητά μου την ήξερα από πολύ νωρίς. Στις αρχές της εφηβείας, θέλησα να λειτουργήσω σύμφωνα με τα «πρέπει», λόγω του κοινωνικού μου περίγυρου, αλλά και για να ξέρω τι απέρ­ριπτα. Γρήγορα, όμως, αποδεσμεύτηκα. Έκανα την πρώτη μου σχέση στα 16 με μια συμμαθήτριά μου.
Από το οικογενειακό μου περιβάλλον, η πρώτη που το έμαθε ήταν η μητέρα μου. Η αρχική της αντίδραση ήταν «Ναι μεν, αλλά... ». Την ενοχλούσε ο περίγυρος. Δεν ήξερε τι να τους πει. Οι γονείς μου ποτέ δεν μου ζήτησαν να τους δώσω περισσότερες εξηγήσεις. Στην αρχή, σκέφτηκαν ότι ήταν κάτι που θα… περνούσε, καθώς θα μεγάλωνα. Αφού είδαν ότι τα πράγματα δεν άλλαζαν, το αποδέχτηκαν. Έχου­με πολύ καλές οικογενειακές σχέσεις. Όσες φορές έχω φέρει στους δικούς μου κάποια σύντροφό μου, την έχουν δεχτεί πάρα πολύ καλά. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι κάτι που θέλουν να φανεί προς τα έξω. Η αδερφή μου, 6 χρόνια μικρότερη, είναι στρέιτ, ­παντρεμένη, με δύο παιδιά. Είναι πολύ περήφανη για μένα. Αν ακούσει κάτι αρνητικό, με υπερασπίζεται με οποιον­δήποτε τρόπο.
Οι ομοφυλόφιλοι έχουμε μεγαλώσει χωρίς κοινωνικά πρότυπα, χωρίς είδωλα. Με τι να ταυτιστώ; Με τον ετεροφυ­λό­φιλο άνδρα ή την ετεροφυλόφιλη γυναίκα; Αυτό δυσκολεύει τους περισσότερους ομοφυλόφιλους να φτιάξουν τη ζωή τους. Ιδιαίτερα στην εφηβεία, που αισθάνεται κανείς χαμέ­νος, καλείται να δια­χειριστεί μια κατάσταση για την οποία δεν γνωρίζει τίποτα. Νιώθει ότι είναι κάτι λάθος, χωρίς να έχει κάνει τίποτα, χωρίς να έχει πειράξει κανέναν.

Αρνητικά σχόλια έχω ακούσει παντού. Στην αρχή νευρίαζα, τώρα πια δεν μου κάνει καμία αίσθηση. Δεν θέλω να λέω ψέματα στους γύρω μου, γι’ αυτό και αποκαλύπτω τη διαφορετικότητά μου, αν βέβαια ερωτηθώ. Κρύβοντας κανείς την προσωπική του ζωή, που είναι το μεγαλύτερο μέρος του εαυτού του, είναι σαν να στηρίζει ολόκληρη την εικόνα του σε ένα ψέμα.

Η ειλικρίνεια μου έχει στοιχίσει τη δουλειά μου στο παρελθόν. Χωρίς να έχω δώσει οποιοδήποτε δικαίωμα, έχει τύχει να με απολύσουν λόγω του σεξουαλικού μου προσανατολισμού. Στην ελληνική κοινωνία, η ειλικρίνεια είναι δίκοπο μαχαίρι. Θεωρητικά, καλό θα ήταν να είναι όλοι οι ομοφυλόφιλοι «ανοιχτοί», ώστε ο κόσμος να μη μας αντιμετωπίζει ως μεμονωμένα κρούσματα μιας αρρώστιας. Αν μάθαιναν όλοι την πραγματική ταυτότητα των ανθρώπων του στενού τους περιβάλλοντος, άτομα που σέβονται και συμπαθούν, τότε ίσως να άλλαζε η σημερινή νοοτροπία. Καταλαβαίνω, όμως, όσους προσπαθούν να το κρύψουν.

Με τις ετεροφυλόφιλες γυναίκες, με φοβίζει το γεγονός ότι, λόγω άγνοιας, νομίζουν πως νιώθω γι’ αυτές ερωτική έλξη. Οι στρέιτ γυναίκες δεν ξέρουν τι νιώθει μια λεσβία, νομίζουν ότι πρέπει να με αντιμετωπίζουν σαν να είμαι άνδρας, ενώ δεν είναι έτσι. Το Gay Pride δεν ανταποκρίνεται στη δική μου αισθητική, θα το προτιμούσα λιγότερο κραυγαλέο. Θέλω, όμως, να υπάρχει, για να δείξει, έστω και με αυτό τον τρόπο, ότι υπάρχουν διαφορετικοί άνθρωποι.

Δεν είμαι υπέρ του γάμου, θέλω όμως να έχω το δικαίωμα να παντρευτώ. Οι λόγοι είναι ανθρώπινοι και αυτονόητοι: να μπορώ, για παράδειγμα, να πάω στο νοσοκομείο αν πάθει κάτι η σύντροφός μου. Μου έχει συμβεί η φίλη μου να μπει εσπευσμένα στο νοσοκομείο με πολύ υψηλό πυρετό, χωρίς να ξέρουν οι γιατροί το λόγο. Μέχρι να έρθει η μητέρα της, 1-2 ημέρες αργότερα, επειδή βρισκόταν σε διακοπές, δεν είχα καμία ιατρική ενημέρωση, επειδή δεν ήμουν συγγενής. Δεν δέχομαι να μου στερούν αυτό το δικαίωμα. Υπάρχουν, επίσης, λόγοι φορολογικοί και κληρονομικοί. Κανείς δεν θέλει αυτή τη γελοιότητα που προσπαθούν να περάσουν τα ΜΜΕ, με τα δύο νυφικά ή τα δύο κοστούμια. Ζητώ κάτι που να με καλύπτει από νομικής άποψης στα βασικά μου ανθρώπινα δικαιώματα. Το πώς θα λέγεται -πολιτικός γάμος ή σύμφωνο συμβίωσης- δεν με ενδιαφέρει.

Όπως και στο θέμα του γάμου, υποστηρίζω την επιλογή του καθενός να αποκτά παιδιά. Αρκετοί ισχυρίζονται ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν σε τέτοιο περιβάλλον είναι πολύ πιθανό να γίνουν ομοφυλόφιλα. Εγώ που προέρχομαι από στρέιτ, συντηρητικό περιβάλλον, γιατί δεν έγινα το ίδιο; Όσο για το ανδρικό πρότυπο, που θεωρείται ότι θα στερηθούν τα παιδιά, πιστεύω ότι υπάρχουν μονογονεϊκές οικογένειες στις οποίες μεγαλώνει πολύ καλά ένα παιδί, αλλά και πυρηνικές οικογένειες με πολύ άσχημο περιβάλλον. Άλλωστε, πρότυπα, τόσο ανδρικά όσο και γυναικεία, παίρνουμε πλέον από παντού. Οι ομοφυλόφιλοι, πάντως, δεν απειλούν τη στρέιτ κοινότητα.


Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τον κ. Κωνσταντίνο Πάγκαλο, ιατρο-γενετιστή, καθηγητή Ιατρικής Γενετικής, διευθυντή του "Διαγνωστικού Κέντρου Γενετικής", τον κ. Παύλο Σακκά, νευρολόγο-ψυχίατρο, αναπληρωτή καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, τον κ. Αντώνη Ρόμπο, νευρολόγο-ψυχίατρο, επίκουρο καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών,την κ. Έλενα Φρυσίρα-Κανιούρα, επίκουρη καθηγήτρια Κλινικής Γενετικής στο Εργαστήριο Ιατρικής Γενετικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, του Νοσοκομείου Παίδων «Αγ. Σοφία», τον κ. Γιώργο Μισιχρόνη, ενδοκρινολόγο, τον κ. Χαράλαμπο Γκριμπούρα, κλινικό ψυχολόγο και την κ. Χριστίνα Παπαδοπούλου, επιστημονική συνεργάτιδα της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.