Poutanique τεχνη, εσυ τα φταις ολα!

Να είναι τέχνη; Επάγγελμα ή μήπως ματαιοδοξία;

Ο μουσικός του πεζοδρόμου!!

Ξαφνικά την καλοκαιρινή ηρεμία στο μικρό μας Μεσολόγγι σκέπασε μια γλυκιά μελωδία που έρχονταν από το βάθος του πεζοδρόμου. Όσο πλησίαζε.....

Να πως γινεται το Μεσολογγι προορισμος!

αι θα αξιοποιηθεί. Ακούγονται διάφορες ιδέες και έχουν συσταθεί αρκετές ομάδες πολιτών που προτείνουν υλοποιήσιμες και μη ιδέες προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος και έμμεσα να επωφεληθούμε όλοι.....

Ποσα κτηρια ρημαζουν στο Μεσολογγι;

Ένα από τα θέματα του δημοτικού συμβούλιου στις 27/ 11 είναι η «Εκμίσθωση χώρου για κάλυψη στεγαστικών αναγκών του Δήμου». Οι πρώτες σκέψεις που μου έρχονται στο μυαλό είναι πως μετά από τόσα χρόνια και πώς μετά από τόσο κονδύλια έχουμε φτάσει ....

Μεσολόγγι - αδέσποτα ώρα μηδέν.

Αδέσποτα, ένα ευαίσθητο θέμα για όσους είναι πραγματικά φιλόζωοι* και με τις δυο έννοιες της λέξης. Ας αρχίσουμε να μιλάμε για τις αβοήθητες ψυχές που ξαφνικά βρεθήκαν απροστάτευτες στον δρόμο όχι από το τέλος δηλαδή από τα αποτελέσματα που βλέπουμε...

Facebook, φωτογραφιες με σουφρωμενα χειλη...

Κάλος ή κακός αγαπητοί φίλοι διανύουμε μια εποχή που θέλει τους περισσότερους άμεσα εξαρτημένους από τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωση τύπου face book. Έρχεται λοιπόν το Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας

10 Νοε 2020

Γερμανικά νοσοκομεία: η «δικτατορία της οικονομικής λογικής»

 Γερμανικά νοσοκομεία: η «δικτατορία της οικονομικής λογικής» | Αυγή

Κατά τη διάρκεια της κορύφωσης της επιδημίας Covid-19, το γερμανικό σύστημα υγείας παρουσιάστηκε ως υποδειγματικό, λόγω της υπερεπάρκειας κλινών ΜΕΘ. Ωστόσο, οι επαγγελματίες υγείας της χώρας εδώ και χρόνια καταγγέλλουν τη δομική έλλειψη μέσων και προσωπικού. Αιτία, μεταξύ άλλων, ένα σύστημα χρηματοδότησης που ευνοεί την αναζήτηση κερδοφορίας έναντι της ιατρικής φροντίδας.

Ο Άξελ Χόπφμαν εργάστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα ως νοσοκόμος. Το 2004, το νοσοκομείο του, στο Αμβούργο, ιδιωτικοποιήθηκε. Τότε, προτίμησε να παραμείνει στη δημόσια διοίκηση παρά να γίνει υπάλληλος ενός μεγάλου ομίλου με κερδοσκοπικό προσανατολισμό: «Σήμερα δουλεύω σε γραφείο», διευκρινίζει. Όσο για την Κοστάντσε Βάιχερτ, νοσοκόμα εδώ και δέκα χρόνια, εγκατέλειψε ένα άλλο νοσοκομείο του Αμβούργου για να στραφεί στην εξωνοσοκομειακή περίθαλψη ηλικιωμένων ασθενών. «Μου άρεσε το νοσοκομείο», μας διαβεβαιώνει. «Θα ήθελα να επιστρέψω, αλλά δεν θα το κάνω παρά μόνο όταν αλλάξουν οι συνθήκες εργασίας.» Για τον Στέφεν Χάγκεμαν, η εμπειρία του ως νοσοκόμος υπήρξε τόσο δύσκολη ώστε δεν άντεξε πάνω από επτά χρόνια στο νοσοκομείο. Θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι «η θυσία αποτελεί μέρος της εικόνας του επαγγέλματος. Οι διοικήσεις ποντάρουν σε αυτόν τον παράγοντα για να πνίξουν τις διεκδικήσεις». Ολοένα και συχνότερα, οι Γερμανοί νοσηλευτές καταγγέλλουν τις συνθήκες εργασίας, που έχουν «επιδεινωθεί τραγικά». Χαρακτηριστική η μαρτυρία της Άνια Φόιχτ, νοσοκόμας σε μονάδα εντατικής θεραπείας του Βερολίνου: «Θυμάμαι την εποχή όπου μπορούσαμε να παίρνουμε ρεπό και είχα χρόνο για τους ασθενείς. Σήμερα, κάνω ρεπό μια φορά τον μήνα, και αυτό όχι πάντα».

Το γερμανικό νοσοκομειακό σύστημα, το οποίο απέχει πολύ από την ειδυλλιακή εικόνα που φιλοτέχνησαν γι’ αυτό τα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, υποφέρει και αυτό από την έλλειψη μέσων και προσωπικού. Όλα τα συνδικάτα, τόσο των νοσοκόμων όσο και των γιατρών, οικτίρουν την κραυγαλέα έλλειψη νοσηλευτών στα νοσοκομεία. Μια μελέτη του Ιδρύματος Hans Böckler υπολογίζει ότι θα έπρεπε να δημιουργηθούν 100.000 θέσεις νοσοκόμων πλήρους απασχόλησης1. Δεδομένου ότι η δουλειά του νοσοκόμου είναι εξαιρετικά σκληρή, υπάρχουν ακόμα και προκηρυγμένες θέσεις νοσοκόμων για τις οποίες δεν εκδηλώνεται κανένα ενδιαφέρον για την κάλυψή τους. Βέβαια, η Γερμανία έχει πολύ περισσότερες κλίνες ΜΕΘ συγκριτικά με τους Ευρωπαίους γείτονές της: 34 για 100.000 κατοίκους, έναντι 16,3 για την Γαλλία ή 8,6 για την Ιταλία2. «Αν είχαμε όμως τον ίδιο αριθμό σοβαρά ασθενών από Covid-19 με τη Βόρεια Ιταλία, θα είχαμε μεν όντως διαθέσιμες κλίνες ΜΕΘ, όχι όμως και το απαραίτητο προσωπικό για να αναλάβει τους ασθενείς», διαπιστώνει ειρωνικά η Νάντια Ράκοβιτς, επικεφαλής της Ένωσης Δημοκρατικών Γιατρών (VdÄÄ). Μάλιστα, μερικούς μήνες πριν από την επιδημία, η Γερμανία συζητούσε ακόμη και το κατά πόσο είναι ορθό να διατηρούνται τόσες πολλές νοσοκομειακές κλίνες: μια μελέτη του Ιδρύματος Bertelsmann συνιστούσε να κλείσουν τα μισά νοσοκομεία της χώρας3. «Κι ύστερα ήρθε ο κορονοϊός και όλος ο κόσμος κατάλαβε ότι είναι πράγματι καλό να υπάρχουν πολλά νοσοκομεία και κλίνες», παρατηρεί η Ράκοβιτς.

«Το ζητούμενο ήταν επίσης να αυξηθεί ο ανταγωνισμός»

Προκειμένου να κατανοήσουμε αυτά τα παράδοξα, θα πρέπει να ανατρέξουμε στις πολιτικές αποφάσεις για τα νοσοκομεία που ελήφθησαν στη Γερμανία κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Από το 1985, ένας νόμος ανοίγει σε μεγάλο βαθμό την αγορά της νοσοκομειακής περίθαλψης στις ιδιωτικές κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Τότε δημιουργήθηκαν και ενισχύθηκαν οι μεγάλοι γερμανικοί όμιλοι κλινικών: Sana, Asklepios, Rhön, Helios (εξαγοράστηκε από την πολυεθνική εταιρία ιατρικού εξοπλισμού Fresenius). Δεν υπάρχει διαφορά στην οικονομική αντιμετώπιση των μονάδων, είτε είναι δημόσιες, ιδιωτικές μη κερδοσκοπικές ή ιδιωτικές κερδοσκοπικές. Όλες εντάσσονται στον περιφερειακό προγραμματισμό παροχής υπηρεσιών υγείας, με τη διάκριση να μην γίνεται καν στον καθημερινό λόγο. Κατόπιν, το 2004, ενώ στη Γαλλία θεσπίζεται η τιμολόγηση ανάλογα με τις διενεργηθείσες ιατρικές πράξεις (Τ2Α), η Γερμανία υιοθετεί ένα ολόιδιο σύστημα, το «κατ’ αποκοπή ποσό ανά περίπτωση». Δεν χρηματοδοτούνται πλέον οι πραγματικές νοσηλευτικές υπηρεσίες που παρασχέθηκαν, αλλά δίνονται κατ’ αποκοπή ποσά με βάση έναν κατάλογο παθολογιών, ανεξαρτήτως του αριθμού ημερών νοσηλείας που απαιτήθηκαν. Όπως και στη Γαλλία, οι τεχνικές ιατρικές πράξεις, όπως το εμφύτευμα ισχιακής άρθρωσης ή άρθρωσης γονάτου και οι χειρουργικές πράξεις γενικότερα, αμείβονται πολύ καλύτερα απ’ ό,τι ένας φυσιολογικός τοκετός ή η παιδιατρική. Η γαλλική Τ2Α και το «κατ’ αποκοπή ποσό ανά περίπτωση» έχουν τελικά την ίδια προέλευση: το σύστημα των «ομοιογενών ομάδων ασθενών» (ή DRG, diagnosis-related groups), το οποίο εισήχθη από τις ΗΠΑ, όπου είχε αρχίσει να εφαρμόζεται από τις αρχές της δεκαετίας του 19804.

«Ο στόχος του νέου συστήματος χρηματοδότησης ήταν ξεκάθαρα να επιτευχθεί μεγαλύτερη οικονομική αποδοτικότητα –δεν υπάρχει ένσταση στον στόχο αφ’ εαυτό. Όμως, το ζητούμενο ήταν επίσης να αυξηθεί ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις νοσοκομειακές μονάδες και να καταλήξουμε τελικά στη μείωση του αριθμού των νοσοκομείων», εκτιμά ο Ούβε Λίμπκινγκ, ένας από τους υπευθύνους της Γερμανικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων. Στη Γερμανία, εκτός από τα πανεπιστημιακά νοσοκομεία, τα οποία ανήκουν στην αρμοδιότητα των ομόσπονδων κρατιδίων, τα δημόσια νοσοκομεία ανήκουν στην αρμοδιότητα των Δήμων και των διαδημοτικών ενώσεων, των Landkreis.

Έτσι, η τοπική αυτοδιοίκηση είναι εκείνη που είναι υποχρεωμένη να καλύπτει τα ελλείμματα και να πουλάει μερικές φορές τα νοσοκομεία της σε ιδιωτικούς ομίλους –ή να βλέπει αυτούς ακριβώς τους ομίλους να τα κλείνουν όταν δεν αποδεικνύονται αρκετά κερδοφόρα. Από το 2000 έχουν κλείσει περισσότερα από 300 νοσοκομεία και κλινικές στη Γερμανία και χάθηκαν 50.000 νοσοκομειακές κλίνες, τη στιγμή που ο αριθμός των εισαγωγών στα νοσοκομεία αυξήθηκε κατά αρκετά εκατομμύρια. Ταυτόχρονα, ο ιδιωτικός κερδοσκοπικός τομέας αύξησε το μερίδιό του: το 1992 αντιπροσώπευε το 15% του συνόλου των νοσοκομειακών μονάδων, ενώ το 2018 έφτασε στο 37%5. Πολλά δημόσια νοσοκομεία ιδιωτικοποιήθηκαν, και ορισμένες φορές κάτω από αμφισβητούμενες συνθήκες. Για παράδειγμα, το 2004, η πώληση επτά νοσοκομείων του Αμβούργου στον όμιλο Asklepios πραγματοποιήθηκε ενάντια στη βούληση των κατοίκων αυτής της πόλης-ομόσπονδου κρατιδίου: σε ένα τοπικό δημοψήφισμα, τα τρία τέταρτα των ψηφισάντων είχαν αντιταχθεί στην προοπτική. Από τη στιγμή που ιδιωτικοποιήθηκαν, οι μονάδες επικεντρώθηκαν πολύ συχνά στις πλέον κερδοφόρες παθολογίες. Καθώς τα δημόσια νοσοκομεία χρηματοδοτούνται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, μπήκαν και αυτά στο κυνήγι της οικονομικής αποδοτικότητας.

 «Εφόσον με αυτό τον τρόπο οι μεν ανταγωνίζονται τους δε, οι νοσοκομειακές μονάδες εξετάζουν ποιες πράξεις αποφέρουν περισσότερα χρήματα σύμφωνα με το σύστημα του “κατ’ αποκοπή ποσού ανά περίπτωση”, λόγου χάρη οι καρδιολογικές και οι ορθοπεδικές, και εξοπλίζονται ανάλογα. Κατά τη γνώμη μου, αυτός είναι και ο λόγος που διαθέτουμε τόσες πολλές κλίνες ΜΕΘ», εκτιμά η Νάντια Ράκοβιτς. Μία άλλη ιδιαιτερότητα του γερμανικού νοσοκομειακού συστήματος συνίσταται στη δυαδική μορφή της χρηματοδότησής του. Τα λεγόμενα λειτουργικά έξοδα, συνεπώς και η μισθοδοσία του προσωπικού, αναλαμβάνονται από τα ταμεία υγείας της κοινωνικής ασφάλισης, ενώ οι επενδύσεις (κτίρια, εξοπλισμός κ.ο.κ.) βαρύνουν υπό κανονικές συνθήκες τα ομόσπονδα κρατίδια, τόσο για τα δημόσια όσο και για τα ιδιωτικά νοσοκομεία. Όμως, «στο πλαίσιο της πολιτικής του “φρένου στο δημόσιο χρέος” και δεδομένης της δημοσιονομικής κατάστασής τους, τα ομόσπονδα κρατίδια παρέχουν ελάχιστα χρήματα», αναλύει ο Χάραλντ Βάινμπεργκ, βουλευτής του κόμματος Die Linke (Αριστερά) στην Ομοσπονδιακή Βουλή. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της γερμανικής ένωσης νοσοκομείων (Deutsche Krankenhausgesellschaft), από τα δημόσια νοσοκομεία λείπουν κάθε χρόνο 4 δισ. ευρώ δημόσιου χρήματος. «Συνεπώς, ο προϋπολογισμός που προορίζεται για τα λειτουργικά έξοδα χρησιμοποιείται εν μέρει για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων. Και η εξοικονόμηση γίνεται σε βάρος του προσωπικού», προσθέτει ο βουλευτής.

Με το πέρασμα στην τιμολόγηση ανά πραγματοποιηθείσα ιατρική πράξη, στο πλαίσιο ενός περιορισμένου προϋπολογισμού, η διαχείριση απέκτησε κυρίαρχο ρόλο. Εμφανίστηκε ένας εντελώς νέος τομέας απασχόλησης: «μάνατζερ των DRG», ελεγκτές και πάσης φύσεως κωδικοποιητές, επιφορτισμένοι με την ορθή καταγραφή των ιατρικών πράξεων σε κάποια από τις περισσότερες από χίλιες κατηγορίες που περιλαμβάνει σήμερα ο γερμανικός κατάλογος τιμολόγησης. «Περνάω τουλάχιστον το 20% του χρόνου εργασίας μου καταγράφοντας τις πραγματοποιηθείσες ιατρικές πράξεις στον αντίστοιχο κωδικό. Για τους γιατρούς, η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη», αναφέρει η Βερολινέζα νοσοκόμα Άνια Φόιχτ. Κουρασμένο από την ολοένα αυξανόμενη επιβολή της οικονομικής λογικής, το προσωπικό των γερμανικών νοσοκομείων απορρίπτει όλο και περισσότερο το συγκεκριμένο σύστημα. Στα τέλη του 2019, το εβδομαδιαίο περιοδικό «Stern» δημοσίευσε μια έκκληση δεκάδων γιατρών και επαγγελματικών ενώσεων που ζητούσαν να «σωθεί η ιατρική». Οι γιατροί κατήγγελλαν ότι, στο σύστημα της χρηματοδότησης ανάλογα με τις πραγματοποιηθείσες ιατρικές πράξεις,«δεν λαμβάνονται υπόψη οι ασθενείς που θέλουν να θέσουν ερωτήσεις, που φοβούνται τον πόνο ή τον θάνατο». Έγραφαν επίσης ότι «η απόλυτη κυριαρχία της οικονομίας συνέβαλε στην απανθρωποποίηση της ιατρικής στα νοσοκομεία μας»6.

Στο μέτωπο των παραϊατρικών επαγγελμάτων, από το 2015 πολλαπλασιάζονται οι απεργίες που έχουν ως αίτημα τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Το κίνημα ξεκίνησε στο βερολινέζικό νοσοκομείο Charité. Είχε ως αποτέλεσμα να επιτευχθούν συμφωνίες «ελάφρυνσης του φόρτου εργασίας» σε σχεδόν 20 δημόσια νοσοκομεία της χώρας. Οι συμφωνίες προβλέπουν τον καθορισμό της αναλογίας του αναγκαίου προσωπικού σε συνάρτηση με τον αριθμό των ασθενών, διαφορετική για κάθε τμήμα και καθορισμένη με βάση την εμπειρία των νοσηλευτών. Οι ημέρες εργασίας που πραγματοποιήθηκαν σε καθεστώς υποστελέχωσης δίνουν στους νοσοκόμους και τις νοσοκόμες το δικαίωμα σε ρεπό.

 «Ο στόχος των συμφωνιών είναι να υποχρεωθούν οι διοικήσεις των νοσοκομείων να προσλάβουν επιπλέον προσωπικό –και ο στόχος επιτυγχάνεται»,διαβεβαιώνει ο Μίκαελ Κβέτινχ, ο οποίος διεξήγε τις διαπραγματεύσεις ως εκπρόσωπος του Verdi, του ενωμένου συνδικάτου του τομέα των υπηρεσιών. «Συνήθως, οι απεργίες των νοσηλευτών τυγχάνουν μεγάλης υποστήριξης από την κοινή γνώμη, αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει για παράδειγμα με τις απεργίες των οδηγών λεωφορείων. Σήμερα, οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας είναι σε θέση να επιφέρουν μια ήττα στον νεοφιλελευθερισμό. Θα είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο και θα μπορούσε να αποδειχθεί σημαντική εξέλιξη για τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας», θεωρεί ο συνδικαλιστής.

Εκτός από τον αγώνα των εργαζόμενων στα νοσοκομεία, σε δώδεκα γερμανικές πόλεις έχουν συγκροτηθεί συμμαχίες πολιτών για «περισσότερο προσωπικό στα νοσοκομεία». Σε τέσσερις πόλεις και περιφέρειες (Βαυαρία, Βρέμη, Βερολίνο και Αμβούργο), συγκέντρωσαν τις χιλιάδες υπογραφές που απαιτούνται για να διεξαχθεί ένα τοπικό δημοψήφισμα λαϊκής πρωτοβουλίας σχετικά με το ζήτημα. Παντού, οι αρχές απέρριψαν το αίτημα, επικαλούμενες το επιχείρημα ότι δεν άπτεται των αρμοδιοτήτων των ομόσπονδων κρατιδίων. Ωστόσο, αυτά ακριβώς είναι που καταρτίζουν τον σχεδιασμό της νοσοκομειακής περίθαλψης.

Σε επίπεδο Δήμων, η ιδιωτικοποίηση έχει αρχίσει να επιβραδύνεται. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια, υπήρξαν και νοσοκομεία που «επαναδημοτικοποιήθηκαν». Για παράδειγμα, στις αρχές Ιουνίου, στην επαρχία Λουντβιχσλούστ-Πάρχιμ του ομόσπονδου κρατιδίου του Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας, η συνέλευση της διαδημοτικής ένωσης (Landkreis) αποφάσισε την εξαγορά από την τοπική αυτοδιοίκηση ενός μικρού νοσοκομείου 74 κλινών που είχε ιδιωτικοποιηθεί το 1997. Η πρόταση ψηφίστηκε «ομόφωνα», διευκρινίζει ο περιφερειακός βουλευτής Στέφαν Στέρνμπεργκ. Λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 2019, η ιδιοκτήτρια επιχείρηση της νοσοκομειακής μονάδας, μια θυγατρική του ομίλου Asklepios, είχε αναγγείλει, χωρίς καμία προηγούμενη διαβούλευση, ότι είχε την πρόθεση να κλείσει τη μαιευτική κλινική. «Υπήρξε ισχυρή κινητοποίηση των κατοίκων. Και η είδηση πυροδότησε συζητήσεις για τη διάρθρωση των υπηρεσιών υγείας στην ύπαιθρο, και ιδιαίτερα στις αραιοκατοικημένες ζώνες όπως η δική μας», εξηγεί ο τριανταεπτάχρονος σοσιαλδημοκράτης. Κατά τη γνώμη του, «το πέρασμα δραστηριοτήτων στην τοπική αυτοδιοίκηση δεν αποτελεί πανάκεια. Όμως, όταν πρόκειται για την πρόσβαση στην υγεία, νομίζω ότι πρέπει να ακολουθήσουμε αυτόν τον δρόμο, σε συνεργασία με έναν ιδιώτη εταίρο που γνωρίζει τα ζητήματα της διαχείρισης». Στην προκειμένη περίπτωση, το σχέδιό του είναι να διατηρηθεί ο έλεγχος του νοσοκομείου, μέσω της κατοχής του 51%, και η πώληση του υπολοίπου σε ιδιωτική επιχείρηση, παραμένοντας ταυτόχρονα σε συντονισμό με άλλες νοσοκομειακές μονάδες της περιοχής που βρίσκονται ήδη σε καθεστώς συνδιαχείρισης με την τοπική αυτοδιοίκηση. «Δεν έχουμε καμία επιρροή πάω στο σύστημα τιμολόγησης»,εξηγεί. «Αν όμως διαχειριζόμαστε περισσότερες μονάδες, ειδικευμένες σε διάφορους τομείς, τότε μπορούμε να πραγματοποιήσουμε οικονομίες κλίμακας.»

Το 2016 στην Έσση, ο Μίκαελ Κοχ, ένας περιφερειακός βουλευτής της Δεξιάς, είχε επίσης δρομολογήσει την «επαναδημοτικοποίηση» μιας κλινικής στην επαρχία του. Σύμφωνα με τον συντηρητικό πολιτικό, «τα γερμανικά νοσοκομεία υποχρηματοδοτούνται. Τα κόστη συντήρησης, τα έξοδα που απαιτούνται για να είμαστε σε θέση να προσφέρουμε υπηρεσίες υγείας όποτε χρειάζεται, θα έπρεπε επίσης να αναλαμβάνονται από το Δημόσιο, κυρίως στις περιοχές της υπαίθρου». Ο ίδιος συγκρίνει τα νοσοκομεία με την πυροσβεστική ή την αστυνομία: «Αυτές οι υπηρεσίες δεν χρηματοδοτούνται μονάχα ανάλογα με τον αριθμό των επεμβάσεων που πραγματοποιούν».

Η απειλή νέας επιδείνωσης για τους νοσηλευτές

Τελικά, η δυσαρέσκεια που πυροδότησε η υποχρηματοδότηση ανάγκασε την κυβέρνηση να αναθεωρήσει τη στάση της. Από τις αρχές του 2020, τα νοσοκομεία διαθέτουν έναν ειδικό προϋπολογισμό για ορισμένες ειδικότητες, ανεξάρτητα από την τιμολόγηση των ιατρικών πράξεων που πραγματοποιήθηκαν. Κατά τη διάρκεια δε της υγειονομικής κρίσης, οι νοσοκομειακές μονάδες χρηματοδοτήθηκαν και για τις κλίνες που διατηρούσαν κενές για να υποδεχθούν ενδεχόμενους ασθενείς προσβεβλημένους από Covid-19. Δηλαδή το εντελώς αντίστροφο από την τιμολόγηση των πραγματοποιημένων ιατρικών πράξεων, στο οποίο μια κλίνη δίχως ασθενή δεν αποφέρει το παραμικρό έσοδο.

Ωστόσο, και σε αυτήν την περίπτωση, η επιδημία προκάλεσε προβλήματα στα ασφαλιστικά ταμεία υγείας αλλά και στα οικονομικά των νοσοκομειακών μονάδων, δεδομένου ότι πραγματοποίησαν λίγες εγχειρήσεις κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών. Ορισμένοι φοβούνται ότι σύντομα θα ξανατεθεί ζήτημα κλεισίματος νοσοκομείων. Η απειλή μιας νέας επιδείνωσης της κατάστασης πλανάται και πάνω από τους νοσηλευτές. Στην καρδιά της επιδημίας, η τοπική κυβέρνηση του κρατιδίου της Ρηνανίας-Βόρειας Βεστφαλίας –με επικεφαλής τον συντηρητικό Άρμιν Λάσετ, υποψήφιο για τη διαδοχή της Άνγκελα Μέρκελ– προσπάθησε να προωθήσει ένα μέτρο που θα εξανάγκαζε τα άτομα με κατάρτιση στον χώρο της υγείας να εργαστούν σε νοσοκομείο, ακόμα και παρά τη θέλησή τους. Η πρόταση πυροδότησε εντονότατες αντιδράσεις και τελικά εγκαταλείφθηκε. Οι πρώην νοσοκόμοι Άξελ Χόπφμαν και Στέφεν Χάγκεμαν δεν θα υποχρεωθούν, για την ώρα, να ξαναβάλουν με το ζόρι τη λευκή ποδιά τους.

  1. Michael Simon, «Von der Unterbesetzung in der Krankenhauspflege zur bedarfsgerechten Personalausstattung», Hans-Böckler-Stiftung, Ντίσελντορφ, Οκτώβριος 2018.
  2. «Beyond Containment: Health Systems responses to Covid-19 in the OECD», ΟΟΣΑ, Παρίσι, 16 Απριλίου 2020.
  3. «Zukunftsfähige Krankenhausversorgung», Ίδρυμα Bertelsmann, Γκίτερσλοχ, 2019.
  4. Βλ. Philippe Froguel και Catherine Smadja, «La peau de chagrin du système public après six ans de reaganisme», «Le Monde diplomatique», Ιούνιος 1987. Βλ. επίσης: Reinhard Busse, Alexander Geissler, Wilm Quentin και Miriam Wiley (επιμ.), Diagnosis- Related Groups in Europe, Open University Press, Μέιντενχεντ, 2011.
  5. Πηγές: Destatis και Institut Arbeit und Qualifikation του Πανεπιστημίου Duisburg-Essen.
  6. «Der Ärzte-Appell: Rettet die Medizin!», «Stern», Αμβούργο, 1η Οκτωβρίου 2019.

Σουηδία: ψίχουλα φιλανθρωπίας

 Σουηδία: ψίχουλα φιλανθρωπίας | Αυγή

Καταπολέμηση της σπατάλης τροφίμων με ταυτόχρονη προσφορά συμφερουσών τιμών, ακόμη και εργασίας, στους επισφαλείς πληθυσμούς… Τα «κοινωνικά και αλληλέγγυα» σούπερ μάρκετ Matmissionen, στα προάστια της Στοκχόλμης, παρουσιάζονται ως ενάρετα. Μαρτυρούν μια αλλαγή της Σουηδίας, όπου η οπισθοχώρηση του κοινωνικού κράτους οδηγεί σε μια κοινωνία δύο ταχυτήτων.

Είναι μια συνηθισμένη Τρίτη στο Χέγκερστεν, στα νότια προάστια της Στοκχόλμης. Δεκάδες πελάτες περιμένουν υπομονετικά μπροστά στο κιγκλίδωμα του «κοινωνικού και αλληλέγγυου» σουπερμάρκετ Matmissionen (στην κυριολεξία σημαίνει «Αποστολή: Τρόφιμα»). Οι πρώτοι στην ουρά έχουν έρθει δύο ώρες πριν από το άνοιγμα, προκειμένου να πάρουν καλύτερο αριθμό προτεραιότητας στη σειρά αναμονής. Τελικά, φτάνει η στιγμή να μπουν στο κατάστημα, με το σταγονόμετρο όμως και όχι περισσότεροι από δέκα κάθε φορά. Αυτός ο τρόπος λειτουργίας καθιερώθηκε αρκετό καιρό πριν από την εμφάνιση της πανδημίας Covid-19 και έχει σκοπό την αποφυγή συνωστισμών. Πριν από την εισαγωγή του, οι πιο γρήγοροι καταναλωτές άρπαζαν ταχύτατα τα καλύτερα κομμάτια.

Οι πόρτες είναι ανοικτές μόνο μεταξύ 12 το μεσημέρι με 5 το απόγευμα, από Δευτέρα έως Σάββατο. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί πελάτες περνούν ένα μεγάλο μέρος της ημέρας τους στα μέσα συγκοινωνίας προκειμένου να φτάσουν στα καταστήματα της Matmissionen, που δημιουργήθηκαν από την οργάνωση Stockholms Stadsmission («Αποστολή της Πόλης της Στοκχόλμης») στα προάστια της πρωτεύουσας (το τελευταίο άνοιξε τον Απρίλιο στο Γιάκομπσμπεργκ) και λειτουργούν από το 2015. Πολλοί δεν διστάζουν να περιμένουν επί ώρες στο ίδιο σημείο με την ελπίδα ενδεχόμενων έκτακτων παραδόσεων προϊόντων που δεν θα είχαν τα χρήματα να αγοράσουν σε ένα κοινό σούπερ μάρκετ.

Προκειμένου να γίνει κάποιος πελάτης-μέλος και να επωφεληθεί από εκπτώσεις της τάξης του 70% τουλάχιστον επί των τιμών του φθηνότερου σούπερ μάρκετ, οφείλει να είναι δικαιούχος του ελάχιστου κοινωνικού εισοδήματος ή να κερδίζει λιγότερες από 9.972 κορώνες (968 ευρώ) μηνιαίως. Κάποιες παρεκκλίσεις γίνονται αποδεκτές, ανάλογα με το μέγεθος του νοικοκυριού ή και την κατάσταση χρέους. Με αυτόν τον τρόπο, η δομή επικεντρώνει τη δράση της στα νοικοκυριά που ζουν κάτω –και κάποιες φορές πολύ πιο κάτω– από το όριο της φτώχειας. Το προσωπικό αποτελείται κατά το ήμισυ από συμβασιούχους μισθωτούς και κατά το έτερο ήμισυ από ασκούμενους που είναι στο στάδιο της επαγγελματικής ένταξης.

Τα ψώνια αντιμετωπίζονται με πολύ μεγάλη σοβαρότητα και οι περισσότεροι πελάτες χαιρετίζουν αυτήν την πρωτοβουλία, που τους επιτρέπει να κάνουν οικονομία στα τρόφιμα σε ένα ολοένα πιο δύσκολο κοινωνικό πλαίσιο. Έτσι, ο Γιον Τ.1, για παράδειγμα, μπορεί να προσκαλέσει τις δύο κόρες του σε δείπνο και να τους μαγειρέψει ωραία κομμάτια σολομού. Μπορεί επίσης να κάνει δωράκια στον εαυτό του χάρη στα χρήματα που εξοικονομεί: ένα κουτί snus (υγρό ταμπάκο, δημοφιλές στη Σουηδία), έναν καφέ έξω ή και ένα παιχνίδι τύπου «σκρατς». Η Νεσρίν Γκ., πάλι, καταφέρνει να ταΐσει τα πέντε παιδιά της κι ακόμη και να μαγειρέψει κάτι χορτοφαγικό για τρεις από τους γιους της: «Κάνουν πολλή σωματική άσκηση κι αποφεύγουν το κρέας… Εδώ είναι τέλεια. Σήμερα αγόρασα λαχανικά κι ό,τι άλλο χρειάζομαι για να φτιάξω χορτοφαγικά λαζάνια: ένα ολόκληρο χαρτοκιβώτιο για 60 κορώνες [5,80 ευρώ]! (…) Η ποιότητα είναι σημαντική για εμάς». Για τα Χριστούγεννα, ένας ανώνυμος δωρητής προσφέρθηκε να συνεισφέρει στα ψώνια με ένα ποσό ύψους 150 κορωνών (14,60 ευρώ) ανά μέλος, προκαλώντας φρενίτιδα στους πελάτες και έκρηξη αγορών.

Η ιδεολογία του «κερδίζω-κερδίζεις»

Στα καταστήματα αυτά μπορεί κάποιος να βρει προϊόντα χαμηλής, αλλά και καλής ποιότητας: τρόφιμα με βιολογική πιστοποίηση κ.λπ. Τα πάντα εξαρτώνται από το τι θα αποφασίσουν να παραχωρήσουν την εκάστοτε στιγμή τα συνεργαζόμενα εμπορικά σήματα. Διότι τα Matmissionen προμηθεύονται προϊόντα από κλασικές αλυσίδες τροφίμων, που απαλλάσσονται από το πλεόνασμά τους όταν πλησιάζει η ημερομηνία λήξης, εάν έχει φθαρεί η συσκευασία των προϊόντων ή όταν έχουν κάνει υπερβολικά μεγάλες παραγγελίες. Αγοράζοντας τρόφιμα με έκπτωση και τα οποία βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι πελάτες του Matmissionen σε τελική ανάλυση κάνουν οικονομία στα έξοδα που σχετίζονται με τη διαλογή, τη διαχείριση των αποθεμάτων και την καταστροφή των ευπαθών τροφίμων. Όλα αυτά μεταφράζονται σε αποφευχθείσες δαπάνες για τις εταιρείες που έχουν δημιουργήσει το πρόγραμμα, όπως ο αγροδιατροφικός όμιλος Axfood, ένας από τους εθνικούς γίγαντες, που τάσσεται ένθερμα υπέρ της αρχής της «εταιρικής κοινωνικής ευθύνης» και έτσι στη συνέχεια είναι σε θέση να προβάλει επικοινωνιακά τη δέσμευσή του υπέρ μιας πιο ισότιμης κοινωνίας. Θεωρούμενοι «υπεράριθμοι» από το σύστημα κοινωνικής προστασίας, οι συγκεκριμένοι πελάτες με αυτόν τον τρόπο ενσωματώνονται στο οικονομικό κύκλωμα διαχείρισης των πλεονασμάτων.

H Matmissionen εφαρμόζει μια επιχειρηματική λογική στη διαχείριση της διατροφικής ανασφάλειας: συνίσταται στην παροχή προϊόντων που έχουν αποσυρθεί από το παραδοσιακό εμπορικό κύκλωμα προς κατανάλωση από νοικοκυριά χαμηλών εισοδημάτων. Η λογική αυτή συνοδεύεται από μια συζήτηση που επαναλαμβάνει την ιδεολογία του «κερδίζω-κερδίζεις». Η επικοινωνία της Stockholms Stadsmission είναι σαφής: αφορά την παροχή εστιασμένης βοήθειας σε οικογένειες με οικονομικές δυσκολίες, ενισχύοντας την «egen makt»2 τους, δηλαδή τη δυνατότητα να ξαναπάρουν τη ζωή στα χέρια τους.

Η απότομη εμφάνιση αυτού του είδους λύσης στη Σουηδία εξηγείται από τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα από τη δεκαετία του 1990 και μετά, εξελίξεις που χαρακτηρίστηκαν από την επιστροφή των «αστικών κομμάτων» στην εξουσία και κατόπιν από μια φιλελεύθερη παρέκκλιση των σοσιαλδημοκρατών, οι οποίες έβαλαν τη σφραγίδα τους στην οπισθοχώρηση του κράτους πρόνοιας και στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών3. Η κατανομή του εισοδήματος δεν είναι πλέον τόσο ισότιμη σε σχέση με το παρελθόν. Αυτό μαρτυρά η άνοδος του συντελεστή Gini –του στατιστικού μέτρου που προσδιορίζει το μέγεθος της ανισοκατανομής του πλούτου εντός ενός πληθυσμού. Αν και παραμένει πολύ χαμηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, μεταξύ 1985 και 2017 αυξήθηκε από το 0,21 στο 0,28, τη στιγμή που στη Γαλλία από το 0,30 αυξήθηκε στο 0,314 (όσο περισσότερο πλησιάζει αυτός ο δείκτης το μηδέν τόσο μειώνονται οι αποκλίσεις στα εισοδήματα). Φημισμένη κάποτε για την κοινωνική πολιτική της, η Σουηδία δεν αποτελεί πλέον εξαίρεση στην άνοδο του «πρεκαριάτου» 5, καθώς αυστηροποιήθηκαν οι προϋποθέσεις πρόσβασης σε κοινωνικές παροχές και σε ένα σταθερό επάγγελμα.

Το φιλελεύθερο αυτό θεμέλιο του προγράμματος εξηγεί γιατί η παρεχόμενη βοήθεια επικεντρώνεται στον καταναλωτή. Έχοντας πλήρως ενσωματωθεί στη φιλελεύθερη λογική, ο συνεργατικός φιλανθρωπικός τομέας στοχεύει σε ένα είδος ενσωμάτωσης των επισφαλών πληθυσμών μέσω της κατανάλωσης. Ένας τέτοιος τρόπος ανακύκλωσης της φτώχειας «ανακουφίζει» το κοινωνικό κράτος, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τα διαρθρωτικά ελαττώματα του συστήματος παραγωγής (σπατάλη, ανεργία, ανισότητες) που δεν επιτρέπουν σε όλους να τραφούν αξιοπρεπώς.

  1. Οι ερωτηθέντες ζήτησαν να παραμείνουν ανώνυμοι και τα ονόματά τους έχουν αλλαχθεί.
  2. «Δική τους δύναμη».
  3. Βλ. Violette Goarant, «Au nom de la “liberté de choix”», «Le Monde diplomatique», Σεπτέμβριος 2018.
  4. Πηγές: «Inégalité de revenu», βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ, 2020. Και Fabrice Perrin, «Des inégalités croissantes en Suède…», περιοδικό «Regards», τεύχος αρ. 45, Σαιντ-Ετιέν, Μάρτιος 2014.
  5. Το «πρεκαριάτο», από το λατινικό precarius (που σημαίνει αβέβαιος, ανασφαλής), υποδηλώνει τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό που εργάζεται σε συνθήκες επισφάλειας, χωρίς όλες ή κάποιες από τις συνθήκες της μισθωτής εργασίας (λ.χ. πλήρες ωράριο, ασφαλιστική κάλυψη, σύμβαση αορίστου χρόνου, σταθερός ή έστω και βασικό μισθός κ.ο.κ.)

Dark Waters: Δαβίδ εναντίον Γολιάθ - Μια από τις καλύτερες και πιο υποτιμημένες ταινίες της χρονιάς.

 Από: Στέφανος Κυριαζίδης

Μια από τις καλύτερες και πιο υποτιμημένες ταινίες της χρονιάς, δια χειρός Todd Haynes. Το Dark Waters είναι μια ταινία που πληροφορεί, ερευνά και σοκάρει. Είναι μια ματιά στον σκοτεινό κόσμο των επιχειρήσεων και του κέρδους.

“Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα” είναι η φράση που αντιστοιχεί τέλεια στο Dark Waters.


Το σκάνδαλο του Dark Waters

Το Dark Waters αφηγείται την προσπάθεια του δικηγόρου Rob Bilott (Ruffalo)να διαλευκάνει την φαινομενικά ασήμαντη υπόθεση χημικών ρύπων, σε ένα μικρό χωριό της Δυτικής Βιρτζίνια, όταν τον προσεγγίζει ένας ντόπιος χωρικός από εκείνα τα μέρη. Αυτό που στην αρχή μοιάζει με μια υπόθεση ρουτίνας για τον Bob, στη συνέχεια παρουσιάζει όλο και πιο πολλά ανησυχητικά σημάδια: νεκρά κοπάδια, γενετικές μεταλλάξεις σε ανθρώπους και ζώα και πολλά άλλα. Αυτό που θα ανακαλύψει στη συνέχεια για την μεγαλύτερη εταιρεία διανομής νερού στη χώρα, τη DuPont, δεν το φανταζόταν ούτε στους πιο τρελούς του εφιάλτες.

Ένα αστυνομικό/δικηγορικό δράμα για ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στην ιστορία των επιχειρήσεων. Μια ιστορία που εκθέτει την αδηφαγία των εταιρειών-μαμούθ και το επίπεδο της διαφθοράς που υπάρχει στα επιχειρηματικά και πολιτικά κλιμάκια. Ο Bob καθ όλη τη διάρκεια της ταινίας ανακαλύπτει στοιχεία που θα κάνουν μέχρι και τον πιο χαλαρό θεατή να ανατριχιάσει. Δεν είναι απλώς παρανομία και διαφθορά, αλλά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, παρόμοια με εκείνα που πραγματοποιούσαν οι Ναζί και ο Joseph Mengele στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όταν τελικά ο πρωταγωνιστής μας περνάει δια πυρός και σιδήρου για να αποκαλύψει τη φρικτή αλήθεια, καταλαβαίνουμε τις διαστάσεις αυτού του σκανδάλου.


Πηγή εικόνας: stack.com.au

Μια ταινία από τα παλιά

Το Dark Waters στη αφήγηση και στη δραματουργία του θυμίζει αρκετά το The Insider, με τους Al Pacino και Russell Crowe, που είναι παρόμοιας φύσης ταινία.

Ακολουθούμε ένα δικηγόρο, ο οποίος θα τα βάλει με την ίδια την αγορά, ακολουθώντας το ένα στοιχείο που οδηγεί στο επόμενο. Μέσα από τον κινηματογραφικό φακό, που θυμίζει αρκετά ταινία των ’70s , με τη ρεαλιστικότητα και τους διαλόγους, ο Haynes μας παραδίδει μια ταινία που ισορροπεί μεταξύ του παλιού και του νοσταλγικού. Ενώ σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει κάτι το πρωτοποριακό -κινηματογραφικά μιλώντας- στο Dark Waters, εγώ ένιωσα ένα παλιό vibe, από ταινίες του ’70, όπως το The Netwok και το All the President’s Men. Φυσικά αυτό το λάτρεψα.

Πηγή εικόνας: newsandsentinel.com

Το Σοκ! του Dark Waters

Το Dark Waters είναι μια από τις πιο underrated ταινίες του 2019. Είναι ένα φιλμ που θα έπρεπε όλοι να δούνε. Το Dark Waters θα σας σοκάρει, θα σας προβληματίσει και κυρίως θα σας κάνει να αναλογιστείτε με πόσους τρόπους εκμεταλλέυονται καθημερινά οι εταιρείες τον μέσο πολίτη.

Μέσα από μια γραμμική αφήγηση και απλό ύψος, ο Todd Haynes καταφέρνει με απόλυτη επιτυχία να συγκλονίσει τον θεατή, αλλά και να ικανοποιήσει τους κινηματογραφό-φιλους. Τέλος, βλέπουμε τον Mark Ruffalo να κάνει με εκπληκτικό τρόπο αυτό που ξέρει καλά, καθώς στο παρελθόν έχει δουλέψει σε παρόμοιες ταινίες, όπως το Zodiac και το πιο πρόσφατο Spotlight.

Απλούστατα, μια από τις κορυφαίες ταινίες της χρονιάς!

Πανδημία: Πού το πάνε;


 

Γράφει στην «Μαρία Νεφέλη» ο Ελύτης: «Όταν η συμφορά συμφέρει, λογάριαζέ την για πόρνη».

Πάμε τώρα να δούμε τι συμβαίνει σε συνθήκες… πανδημιοκρατίας (τα στοιχεία παρατίθενται αναλυτικά στην τελευταία έκδοση του βιβλίου «Είναι ο Καπιταλισμός, ηλίθιε» – https://kapsimi.gr/einai-o-kapitalismos-ilithie):

α) Το 2007, λίγο πριν την εκδήλωση της κρίσης, το παγκόσμιο χρέος ήταν 142 τρις δολάρια. Υπολογιζόταν περίπου 2,5 φορές μεγαλύτερο από το παγκόσμιο ΑΕΠ.  Σήμερα (για την ακρίβεια: προ πανδημίας – Γενάρης 2020), σύμφωνα με το Ινστιτούτο Διεθνών Χρηματοοικονομικών, το παγκόσμιο χρέος είχε ήδη εκτιναχτεί στα 257 τρις δολάρια και ήταν 3,2 φορές πάνω από το παγκόσμιο ΑΕΠ. Μεγαλύτερο δηλαδή απ’ όταν ξέσπασε η προ δεκαετίας κρίση.

β) Το 2008 υπολογιζόταν ότι το μέγεθος του χρηματοπιστωτικού τομέα μόνο όσον αφορά τους «άυλους τίτλους», δηλαδή η «φούσκα» των λεγόμενων «παραγώγων», ήταν μεγαλύτερο έως και 10 φορές από το παγκόσμιο ΑΕΠ. Δέκα χρόνια μετά (και προ πανδημίας) σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, η «φούσκα» των παραγώγων ανέρχετο στα 640 τρις (δηλαδή 800% πάνω από το παγκόσμιο ΑΕΠ που υπολογίζεται στα 80 τρις). Δεδομένου, δε, ότι ακόμα και το ΔΝΤ έφτασε να διαπιστώσει ότι «οι συναλλαγές παραγώγων αυξάνονται και η διαφάνεια των σχετικών στοιχείων δεν είναι επαρκής», η εικόνα περιγράφεται ήδη από το 2017 ως εξής:«Οι πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις υπολογίζουν την συνολική αξία των παραγώγων σε 542 τρις δολάρια, οι πιο απαισιόδοξες εκτιμούν ότι ανέρχεται σε 1.200 τρις δολάρια» (www.thepressproject.gr, «Οι τράπεζες «μαγειρεύουν» τα στοιχεία για να μικρύνουν τη φούσκα της παγκόσμιας οικονομίας», Μιχάλης Γιαννεσκής, 7/11/2017). Στην καλύτερη περίπτωση, λοιπόν, κι εφόσον δεχτούμε ότι τα ψέματα των τραπεζιτών δεν είναι ψέματα, και χωρίς να προσμετράμε τα συμβόλαια προεξόφλησης μελλοντικής απόδοσης, τον χρηματιστηριακό τζόγο, κτλ, τότε ο πλανήτης – που δεσμεύεται με ένα χρέος 3,2 φορές μεγαλύτερο από το παγκόσμιο ΑΕΠ – θα πρέπει ό,τι παράγει για τα επόμενα 8-10 χρόνια να τα διαθέτει (χωρίς να ξοδεύεται ούτε μια δραχμή) μόνο και μόνο για να αποπληρωθεί η “φούσκα” των παραγώγων του σήμερα.

 Τα παραπάνω σημαίνουν κάτι πολύ απλό: Το σύστημά τους «μπούκωσε». Για μια ακόμα φορά. Και μάλιστα «μπούκωσε» πριν καταφέρει να ανακάμψει από την δίνη της κρίσης που ξέσπασε πριν από μια δεκαετία και πλέον. Πρόκειται για μια κατάσταση που ήδη από τα μέσα Γενάρη (και πριν από την πανδημία) η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ την περιέγραφε έτσι: Ερχεται κρίση και τεράστια οικονομική καταστροφή μεγαλύτερη της Μεγάλης Υφεσης (https://www.theguardian.com/business/2020/jan/17/head-of-imf-says-global-economy-risks-return-of-great-depression)

 Και τώρα τίθεται το ερώτημα: Είναι ο κορωνοιός, ίσως, μια… κάποια λύση στο πως θα εξηγήσουν, στο πως θα εφαρμόσουν και κυρίως πως θα επιβάλλουν, πάνω στα ερείπια της προηγούμενης κρίσης, όλα εκείνα τα μέτρα της νέας μετακύλησης των βαρών στα ήδη σφαγιασθέντα θύματα; Είναι ο κορωνοιός ένα ασφαλές πρόσχημα για να στηρίξουν εκείνους που προκαλούν την κρίση, ρίχνοντας νέα ασήκωτα βάρη στις πλάτες εκείνων που πληρώνουν την κρίση; 

Εδώ ΠΡΟΣΟΧΗ:

Μακριά από τον γράφοντα κάθε παρερμηνεία ότι τάχα η πανδημία είναι «ένα ψέμα» ή ένα «κατασκεύασμα» ή μια «συνωμοσία» που «προσχεδιάστηκε» κι άλλα τέτοια γελοία και ανάξια. Ο γράφων ισχυρίζεται ότι η συμφορά της πανδημίας είναι ανείπωτη και τόσο πραγματική όσο τα 1,3 εκατομμύρια νεκροί και τα σχεδόν 50 εκατομμύρια καταγεγραμμένα κρούσματα – μέχρι που γράφονταν αυτές οι γραμμές. Ισχυρίζεται ότι για τις συνέπειες και της πανδημίας, την εγκληματική ευθύνη φέρουν ακέραια οι κεφαλαιοκράτες που εμπορευματοποιούν την αρρώστια, διαλύοντας τα συστήματα υγείας, ευθύνεται ο ιμπεριαλισμός που παρέχει στον ΠΟΥ ένα πολλοστημόριο σε σχέση με τα τρισεκατομμύρια που αφειδώς παρέχει για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, ευθύνεται το σφαγείο του κέρδους που μόνο η κορυφή του παγόβουνου είναι ο ανταγωνισμός και όχι η συνεργασία για την ανεύρεση εμβολίου και φαρμάκου για την αρρώστια .   

 Ισχυρίζεται, λοιπόν, ότι αυτή η αδιανόητη φρίκη έρχεται να επιδεινώσει τη σφοδρότητα μιας κρίσης που βρισκόταν προ των πυλών. Με άλλα λόγια η πανδημία προσδίδει στην νέα κρίση, που ερχόταν με μαθηματική ακρίβεια, μεγαλύτερη ένταση και βάθος. Ταυτόχρονα, δε, και εδώ βρίσκεται ο σχεδιασμός, ισχυρίζεται ότι η πανδημία θα αξιοποιηθεί – ήδη αξιοποιείται – από τα βαμπίρ του κεφαλαίου, τους καπιταλιστές και τα πολιτικά τσιράκια τους, σαν μια εξαιρετική «δικαιολογία» και πρόσχημα για να εξαπολύσουν μια γιγάντια εκστρατεία επιβολής μέτρων, με αντίστοιχο κανονιοβολισμό ιδεολογικής καταστολής, ώστε να ισοπεδώσουν ό,τι απέμεινε από τον προηγούμενο οδοστρωτήρα, φροντίζοντας να «αθωώνουν» τον καπιταλισμό και να «ενοχοποιούν» για την νέα λιτότητα και την νέα φτωχοποίηση τον ιό.

 Η πανδημία επιχειρείται, ήδη, να εμφανιστεί από τους εμπρηστές (και της δημόσιας υγείας) σαν εκείνος ο «εξωγενής», «απρόβλεπτος» και «αναπάντεχος» παράγοντας στο όνομα του οποίου θα επιδιώξουν να κουρδίσουν όλους τους μηχανισμούς αποχαύνωσης και να ρυθμίσουν όλους τους μηχανισμούς ιδεολογικής τρομοκρατίας ώστε να καταπνίξουν αντιστάσεις, να διαμορφώσουν κοινωνικές συμμαχίες και να περάσουν σαν «αναπόφευκτα», «αναγκαστικά» και «μοιραία» τα νέα εγκλήματα που ετοιμάζουν εις βάρος των λαών.

Οποιος, δε, αδυνατεί να αντιληφθεί τι σημαίνει «έγκλημα», αλλά και «μετατροπή – κατά τον κομψευάμενο κυνισμό τους – της κρίσης σε ευκαιρία», αρκούν τέσσερα στοιχεία:

    α) Την ώρα που 1 στους 10 ανθρώπους επιβιώνει με λιγότερα από 2 δολάρια τη μέρα, μόλις 42 μεγιστάνες του πλούτου καταμετρήθηκαν το 2018 να διαθέτουν εισοδήματα τόσα όσα διαθέτει το 50% του πληθυσμού της Γης, δηλαδή 3,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι,

    β) τo 82% του παγκόσμιου πλούτου πήγε το 2017 στο 1% της οικονομικής ελίτ, την ίδια ώρα που το φτωχότερο μισό του κόσμου δεν είδε καμία αύξηση στο μερίδιό του,

    γ) τα τελευταία 20 περίπου χρόνια, περίοδος που περιλαμβάνει και τον καπιταλισμό της κρίσης αλλά και τον καπιταλισμό της «ανάπτυξης», τα εισοδήματα του πλουσιότερου 1% του πληθυσμού της Γης αυξήθηκαν κατά 182 φορές.

    δ) Την περίοδο της πανδημίας, από τις 18 Μαρτίου εως 15 Σεπτεμβρίου, και ενώ δεκάδες εκατομμύρια Αμερικανοί πολίτες “εξοντώθηκαν”, οι 643 πλουσιότεροι Αμερικανοί αύξησαν τον πλούτο τους 845 δισεκατομμύρια δολάρια…

Ας δούμε τώρα σε ποιο έδαφος και με ποια νέα εργαλεία θα εξαπολύσουν την νέα επίθεση και γιατί δικαιώνεται ο στίχος του Ελύτη «όταν η συμφορά συμφέρει, λογάριαζέ την για πόρνη»:

– Πριν από 40 και πλέον χρόνια οι κομμουνιστές μιλούσαν για το παγκόσμιο πρόγραμμα παρακολούθησης, το πρόγραμμα «Echelon» που χτιζόταν στα υπόγεια του Αγάλματος της Ελευθερίας, αλλά ήταν… συνωμοσιολόγοι. Στις αρχές του αιώνα το πρόγραμμα τέθηκε σε πλήρη εφαρμογή και το 2013 φρόντισε να μας ενημερώσει γι’ αυτό ένας Αμερικανός πράκτορας, ο Σνόουντεν. Όμως, προσέξτε: Αυτοί που κουκούλωσαν την υπόθεση Σνόουντεν, σήμερα, λόγω… πανδημίας, δεν έχουν καμία αναστολή πλέον να μιλούν ανοικτά για προγράμματα επιτροπείας, παρακολούθησης και ελέγχου που δεν θα περιορίζονται σε SMS για το αν θα βγάλεις το σκύλο βόλτα, αλλά για το είδος του μικροτσίπ που πρέπει να κουβαλούν οι άνθρωποι επάνω τους για να ελέγχει ο «Μεγάλος Αδελφός» αν ξύστηκαν ή αν φταρνίστηκαν, στο όνομα του κορωνοϊού.    

 – Λίγες βδομάδες μόλις πριν από την πανδημία ο καπιταλιστικός κόσμος των «κάντε σολάριουμ και ενέσεις με απολυμαντικά» (Τραμπ) και των «η ανθρώπινη ζωή δεν είναι απόλυτη αξία» αφού υπάρχει και η οικονομία (Σόιμπλε), συνέχιζε να αρμενίζει με πυξίδα το «δεν υπάρχει εναλλακτική». Όταν, δε, οι ταγοί δεν μπορούσαν να αποτρέψουν με ΠΝΠ τις ενοχλητικές κοινωνικές συναθροίσεις, είχαν όλο το προπαγανδιστικό οπλοστάσιο να βγάζουν φιρμάνι ότι «οι εξεγέρσεις μας είναι εν γένει εκτός του κλίματος». Ετσι, το είδαμε ήδη από το πρώτο παγκόσμιο λοκντάουν: Ενώ η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας προειδοποιούσε ότι πάνω από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι έρχονταν να προστεθούν στην ανεργία και την μισοανεργία, με τους νέους ανέργους μόνο στις ΗΠΑ να ξεπερνούν τα 26 εκατομμύρια στα μέσα Μαρτίου, οι κεφαλαιοκράτες έδειξαν πως σχεδιάζουν να αντισταθμίζουν το παγκόσμιο όνειδος που προκαλεί η απροσχημάτιστη εκδήλωση της παρακμής και της σαπίλα τους: Με τη δύναμη που τους προσφέρει το γεγονός ότι έχουν πια στα χέρια τους μια δουλεμένη τεχνογνωσία για το πώς μπορούν να θέσουν σε καραντίνα όλο τον πλανήτη.   

 – Διαθέτουν έναν αδυσώπητο μηχανισμό που εκπαιδεύτηκε, πλέον, ώστε να μπορεί να παρουσιάζει σαν ενδεδειγμένο τον «εγκλεισμό». Που μπορεί να λανσάρει σαν  «δίκαιη» την τιμωρία λόγω της «απείθειας» έναντι των Αρχών. Που μπορεί να βαφτίζει κατά το δοκούν την κοινωνική αποστασιοποίηση σαν «σωτηρία» ή ακόμα και την κοινωνική αποξένωση σαν υπόδειγμα «κοινωνικής συμπεριφοράς». Εχουν σε πραγματικό χρόνο επιδοθεί στο πείραμα του τηλε-εργαζόμενου, του τηλε-ιατρικώς παρακολουθούμενου, του τηλε-εκπαιδευόμενου, του τηλε-κατευθυνόμενου ανθρώπου.

– Προφανώς και δεν είναι τόσο ανόητοι ώστε να παραιτηθούν από μια τόσο ισχυρή βάση ώστε να επιχειρήσουν να βαφτίσουν σαν «ατομική ευθύνη» τον ατομισμό, σαν κοινωνικό αρμό το «μένουμε σπίτι» και σαν «κοινωνική ανευθυνότητα» την συλλογικότητα, την κοινωνική δράση και διεκδίκηση. Ειδικά τώρα, μάλιστα, που φάνηκε ότι οι χρήσιμοι σε αυτή την κοινωνία είναι οι εργάτες, οι γιατροί, οι υπάλληλοι στα σούπερ μάρκετ, οι οδηγοί, οι σκουπιδιάρηδες και όχι τα παράσιτα της πλουτοκρατίας και οι κηφήνες της «φιλανθρωπίας».

     Αυτή η νέα πραγματικότητα που θα ήθελαν, προμηνύει μια ακόμα πιο φαιά απόχρωση του ήδη υφιστάμενου γκρίζου. Και μπορεί η πορεία του ανθρώπου να είναι προς το φως, αλλά τίποτα πιο ψευδές και ρηχό από το να πιστεύει κανείς ότι οι κρίσεις, ο θάνατος, ο φόβος, η δυστυχία, η εξαθλίωση, η ανασφάλεια, οι πόλεμοι, αποτελούν τις ικανές συνθήκες για να αναζητήσει κανείς το ξέφωτο. Ακόμα και όταν υπό προϋποθέσεις όλα αυτά, με την επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου και την ασφυξία της ανελευθερίας που προκαλούν, αποδειχτούν αναγκαίες συνθήκες για την εξάντληση του ορίου των αντοχών, δεν επιφέρουν αυτόματα και την ανάταση του ανθρώπου. Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να ξεστρατίσουν σε τυφλά ξεσπάσματα ή ακόμα και να οδηγήσουν σε  συνθηκολόγηση με τον «βάκιλο της πανούκλας».

 Η ικανή συνθήκη για να παλέψει κανείς ενάντια στο γκρίζο και στο μαύρο είναι η γειωμένη με την πραγματικότητα (και όχι η μεταφυσική) ελπίδα ενός καλύτερου τόπου. Τότε αυτή η αποδείξιμη στη θεωρία δυνατότητα, μετατρέπεται σε υλική δύναμη που εμπνέει και συνενώνει. Εδώ πάνω χτίζεται και διευρύνεται το μέτωπο της άρνησης στην υποταγή και στο «και μη χειρότερα». Και σήμερα η θεωρία υπέρ του δημόσιου και του κοινωνικού κόντρα στο ιδιωτικό και την ιδιωτεία, η θεωρία υπέρ του κεντρικού σχεδιασμού στην παραγωγή με ιεράρχηση τις ανθρώπινες ανάγκες κόντρα στον άναρχο κερδοσκοπικό ανταγωνισμό, η θεωρία «όλοι για έναν και ένας για όλους» μέσα από την κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής κόντρα στο «δεν υπάρχει κοινωνία, μόνο άτομα», είναι μια πραγματικότητα που βοά.

    Παρά τις ανατροπές, λοιπόν, που βαραίνουν υπέρ των θιασωτών του «τέλους της ιστορίας», η αλήθεια, στην Ελλάδα και στον κόσμο, είναι ότι αν ο Μαρξ, ο Ενγκελς και ο Λένιν έδωσαν την θεωρητική και πολιτική πυξίδα για κοινωνικές κατακτήσεις σε συνθήκες 1ης και 2ης βιομηχανικής επανάστασης, σήμερα εκείνοι που σε συνθήκες 3ης και 4ης βιομηχανικής επανάστασης θέλουν να ρίξουν βαθύτερα την ανθρωπότητα στον Μεσαίωνα και στη βαρβαρότητα πρέπει να βρουν ξανά απέναντί τους το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» και το «Τι να κάνουμε».  

  Αποφασιστική και αναγκαία, προφανώς, είναι εδώ η παρουσία εκείνων των πρωτοπόρων που με πειθαρχία, οργάνωση, σχέδιο, με τέχνη και αποφασιστικότητα θα απαντήσουν στην ταξική επίθεση με συνεχή δράση για αντίστοιχη άνοδο της ταξικής πάλης εκ μέρους των καταπιεσμένων, συγκροτώντας ισχυρές κοινωνικές συμμαχίες και θέτοντας επίμονα στο πολιτικό προσκήνιο την βασική αντίθεση που διαπερνά την κοινωνία – με ή χωρίς κορωνοϊό: «Κεφάλαιο – Εργασία».

 Την ώρα, επομένως, που η πλουτοκρατία θα προχωρά στην νέα συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, επιδιώκοντας να επιβάλει τους δικούς της όρους σε μια νέα συμμαχία με τα ακόμα περισσότερο συμπιεζόμενα μεσαία στρώματα,

 την ώρα που το σύστημα για να ελέγχει την “αγέλη” θα αναζητά την δοσολογία μεταξύ νεοφιλελευθερισμού, κεϋνσιανισμού, ρεφορμισμού, φασισμού, ποντάροντας στην τρομοκράτηση, τις αυταπάτες, την εξάντληση ή την παραίτηση των θυμάτων του,

 οι δυνάμεις της ταξικής πάλης, παντού στον κόσμο και κόντρα στον αρνητικό συσχετισμό, επιταχύνοντας τις διαδικασίες ανασυγκρότησής τους, με ορμή, με ευθύτητα προς τον εργαζόμενο λαό και τα καταπιεζόμενα στρώματα, με εφόδιο τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού κατά τον 20ο αιώνα και με μαεστρία που θα προκαλεί ρωγμές στον αντίπαλο, με τακτική που θα συσπειρώνει τις λαϊκές δυνάμεις και θα γεφυροποιεί την συνείδησή τους με τον στρατηγικό στόχο της κοινωνικής απελευθέρωσης, δεν έχουν παρά να προτάξουν την μόνη λύση: Κοινωνική ανατροπή και εκ βάθρων κοινωνικοπολιτική ανασύνθεση.

    Σε αυτή τη μάχη, που όπως ο κορωνοϊός αφορά όλο τον πλανήτη έτσι κι αυτή είναι μια μάχη απέναντι στην καπιταλιστική πανδημία που αφορά όλο τον πλανήτη, οι κομμουνιστές γνωρίζουν το διακύβευμα, μέσα από τα λόγια του Λένιν:

«Θα ήταν λάθος– έγραφε – να νομίζει κανείς πως οι επαναστατικές τάξεις έχουν πάντα αρκετή δύναμη για να πραγματοποιήσουν την επανάσταση, όταν αυτή η επανάσταση έχει ωριμάσει πέρα για πέρα λόγω των συνθηκών της κοινωνικό-οικονομικής εξέλιξης. Όχι, η ανθρώπινη κοινωνία δεν είναι συγκροτημένη τόσο έλλογα και τόσο ‘‘βολικά’’ για τα πρωτοπόρα στοιχεία. Η επανάσταση μπορεί να ωριμάσει, ενώ οι δυνάμεις των επαναστατών δημιουργών αυτής της επανάστασης μπορεί να φανούν ανεπαρκείς για την πραγματοποίησή της – τότε η κοινωνία σαπίζει και αυτό το σάπισμα παρατείνεται κάποτε ολόκληρες δεκαετίες».

    Στην πατρίδα μας, τόσο μετά και την εμπειρία των Μνημονίων όσο και μετά την προώθηση μιας νέας «κανονικότητας» που – εν μέσω πανδημίας – καταργεί το 8ωρο, επιβάλλει απλήρωτες υπερωρίες, νομοθετεί χουντονόμους κατά των διαδηλώσεων, ψηφίζει “πτωχευτικό” υπέρ τραπεζών και κορακιών, εμπεδώνει το επίδομα σαν “υποκατάστατο” του μισθού, διορίζει αστυνόμους αλλά όχι γιατρούς και δασκάλους, και όλα αυτά το όνομα του… “την υγεία μας να ‘χουμε”,  τα σημάδια του ελλοχεύοντος κινδύνου να μετατραπεί αυτή η νέα κρίση σε παρατεταμένο σάπισμα, είναι φανερά.

    Εξίσου φανερές, όμως, είναι και οι δυνατότητες η Ιστορία να τραβήξει τον άλλο δρόμο.  Ειδικά εδώ, στην Ελλάδα. Αλλά και ειδικά από εδώ, από την Ελλάδα. Γιατί εδώ διαθέτουμε ένα ισχυρό πλεονέκτηµα: Το πλεονέκτημα του ΚΚΕ, ενός έµπειρου Κοµµουνιστικού Κόµµατος που ούτε συνθηκολόγησε ούτε ενσωματώθηκε και ενός ισχυρού ταξικού πόλου που αντιπαλεύει την ανυποληψία και τον αφοπλισµό του εργατικού κινήµατος.

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More