Η επιχείρηση «Πηγή Ειρήνης» επέτρεψε στον τουρκικό στρατό
να αποκτήσει τον έλεγχο ενός τμήματος της βορειοανατολικής Συρίας. Με
αυτόν τον τρόπο, η Τουρκία έθεσε τέλος στο πείραμα της δημοκρατικής
συνομοσπονδίας της Ροζάβα. Η συμφωνία του Σότσι, που συνήφθη με τη Ρωσία
στις 22 Οκτωβρίου, αναγνωρίζει την επιρροή της Άγκυρας στη συνοριακή
ζώνη. Επιτρέπει επίσης στο συριακό καθεστώς να ανακτήσει τον έλεγχο πάνω
σε εδάφη που μέχρι τότε βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των κουρδικών
δυνάμεων.
Στις 9 Οκτωβρίου, ο τουρκικός στρατός, υποστηριζόμενος από φιλικές
προς αυτόν συριακές πολιτοφυλακές, εισήλθε σε πολλά σημεία της
βορειοανατολικής Συρίας. Αυτή η κουρδική περιοχή, πολιτικά αυτόνομη από
το 2013, με την ονομασία Ροζάβα («Δύση» στην κουρδική γλώσσα) ή Συριακό
Κουρδιστάν ή Δημοκρατική Ομοσπονδία της Βόρειας Συρίας, ελεγχόταν μέχρι
εκείνη τη στιγμή από το Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD), τον συριακό
κλάδο του Κόμματος του Κουρδικού Λαού (ΡΚΚ) (1). Η επιχείρηση «Πηγή
Ειρήνης», η οποία ξεκίνησε με σφοδρούς βομβαρδισμούς που έπληξαν και τον
άμαχο πληθυσμό, οδήγησε στην κατάληψη πολλών συνοριακών πόλεων, όπως το
Τελ Αμπυάντ. Προχωρώντας σε βάθος σχεδόν τριάντα χιλιομέτρων μέσα στο
συριακό έδαφος και αποκτώντας τον έλεγχο ενός μεγάλου τμήματος του
αυτοκινητοδρόμου Μ4, του κυριότερου οδικού άξονα της περιοχής, η Άγκυρα
πέτυχε έναν από τους πρώτους στόχους της, τον οποίο επιδίωκε εδώ και
πολύ καιρό: τη διάσπαση της εδαφικής συνέχειας της δημοκρατικής
ομοσπονδιακής οντότητας της Ροζάβα. Στις 22 Οκτωβρίου, ο Ρετζέπ Ταγίπ
Ερντογάν και ο Βλαντιμίρ Πούτιν ανήγγειλαν στο Σότσι τη σύναψη μιας
συμφωνίας δέκα σημείων που επικυρώνει αυτή την αλλαγή σκηνικού στη
Ροζάβα. Προβλέπει μεταξύ άλλων την υποχώρηση των Μονάδων Προστασίας του
Λαού (ΥPG), του ένοπλου βραχίονα του PYD, σε απόσταση 30 χιλιομέτρων από
τα τουρκοσυριακά σύνορα. Η Άγκυρα διατηρεί επίσης τον έλεγχο της ζώνης
που εκτείνεται μεταξύ των πόλεων Τελ Αμπυάντ και Ρας Αλ-Αΐν.
Η έντονη προσήλωση στους στόχους τους εκ μέρους των εμπλεκομένων στη
συριακή σύγκρουση αποτελεί ένα σημείο-κλειδί για την κατανόηση της
τουρκικής επίθεσης και των συνεπειών της. Η επίθεση αποτελεί μέρος της
μακροπρόθεσμης τουρκικής πολιτικής, που αποσκοπεί στην εξάλειψη όλων των
ορμητηρίων και των υποδομών των μετόπισθεν που διαθέτει το ΡΚΚ, με
παράλληλη ενίσχυση της πολιτικής και οικονομικής επιρροής της Άγκυρας
πέρα από τα νότια σύνορα της χώρας. Από την πλευρά του, ο Σύριος
πρόεδρος Μπασάρ Αλ Άσαντ ναι μεν καταδίκασε την παραβίαση του εδάφους
της χώρας του αλλά, χάρη στη συμφωνία του Σότσι, ανακτά τον έλεγχο των
περιοχών που έως τώρα κατέχονταν από το PYD. Όσο για τη Μόσχα, σκοπεύει
να παραμείνει ο αδιαμφισβήτητος διαιτητής της σύγκρουσης. Μάλιστα, η
φιλοδοξία της διευκολύνεται από την επιθυμία που δεν παύει να
διακηρύσσει ο Ντόναλντ Τραμπ για απαγκίστρωση των ΗΠΑ από τον βάλτο της
συριακής διαμάχης. Έτσι, η αποχώρηση των Αμερικανών ήταν εκείνη που
έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για την τουρκική επίθεση. Στις 6 Οκτωβρίου,
μετά από τηλεφωνική συνομιλία με τον Τούρκο ομόλογό του, ο ένοικος του
Λευκού Οίκου ανήγγειλε την αποχώρηση των Αμερικανών στρατιωτών από τη
Συρία. Τρεις ημέρες αργότερα, η Άγκυρα ξεκίνησε την επίθεσή της.
Να τσακιστεί το πείραμα της Ροζάβα
Η τουρκική εισβολή υποχρέωσε τις κουρδικές δυνάμεις να απευθύνουν
έκκληση στον συριακό στρατό να προστατεύσει τις πόλεις που
εξακολουθούσαν να ελέγχουν. Σε αρκετά σημεία –για παράδειγμα στην πόλη
Κομπάνι, που το 2014-2015 αποτέλεσε πεδίο σφοδρών μαχών μεταξύ των
Κούρδων και του Ισλαμικού Κράτους– οι ΥPG και οι Άραβες σύμμαχοί τους,
συνασπισμένοι στις Δημοκρατικές Συριακές Δυνάμεις (SDF), αποσύρθηκαν και
αντικαταστάθηκαν από τα στρατεύματα του Μπασάρ Αλ Άσαντ. Η επίθεση
προκάλεσε κύμα αγανάκτησης στη Δύση, εξαιτίας της εγκατάλειψης των
Κούρδων, συμμάχων των ΗΠΑ στον αγώνα ενάντια στον ISIS –χωρίς όμως οι
αντιδράσεις να οδηγήσουν σε κάτι χειροπιαστό. Οι Ευρωπαίοι εταίροι της
Ουάσιγκτον έλαβαν υπόψη την αποχώρηση των Αμερικανών και η Γαλλία
αποφάσισε με τη σειρά της να μεταφερθούν σε ασφαλή περιοχή οι
εγκατεστημένοι στη Ροζάβα Γάλλοι στρατιώτες. Αρνούμενος ότι έδωσε το
πράσινο φως για την τουρκική επίθεση, ο Τραμπ επέτεινε την σύγχυση,
πολλαπλασιάζοντας τα αντιφατικά μηνύματα και απειλώντας τον Ερντογάν με
σημαντικά μέτρα αντιποίνων, για να του επιβάλλει τελικά αμελητέες
κυρώσεις. Στις 17 Οκτωβρίου, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικ Πενς
μεσολάβησε για τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μεταξύ του τουρκικού
στρατού και των κουρδικών δυνάμεων. Η ρωσοτουρκική συμφωνία επικύρωσε
την παύση των εχθροπραξιών, υπό τον όρο όμως ότι οι κουρδικές δυνάμεις
θα αποσυρθούν από τη συνοριακή ζώνη.
Από το 2015, η Άγκυρα δεν έχει πάψει να αντιτάσσεται στο σχέδιο για
τη δημιουργία μιας αυτόνομης κουρδικής οντότητας, της οποίας η
βιωσιμότητα ενισχυόταν από τη στρατιωτική συμμαχία μεταξύ των Κούρδων
της Συρίας και των Δυτικών. Επικαλούμενες την πολιτική συγγένεια του PYD
με το ΡΚΚ, οργάνωση που θεωρείται τρομοκρατική από τις ΗΠΑ και την
Ευρωπαϊκή Ένωση, οι τουρκικές αρχές ισχυρίζονται ότι μάχονται ενάντια
στην τρομοκρατία και απορρίπτουν την ιδέα της δημιουργίας ενός συριακού
Κουρδιστάν, ικανού να αποτελέσει ορμητήριο για τα μέλη του PKK και,
ακόμη περισσότερο, να μετατραπεί στον πυρήνα ενός μελλοντικού Κουρδιστάν
που θα συνένωνε τους Κούρδους της Συρίας και της Τουρκίας. Υπάρχει όμως
και ένας άλλος ανομολόγητος στόχος: η Άγκυρα δεν θέλει το χειροπιαστό
και εξαιρετικά προβεβλημένο από τα ΜΜΕ πείραμα της δημοκρατικής,
ισονομικής συνομοσπονδίας που επιχειρείται στη Ροζάβα να συμβάλει στη
βελτίωση της διεθνούς εικόνας του ΡΚΚ και του συριακού παρακλαδιού του,
τα οποία στα μέσα της δεκαετίας του 1990 πέρασαν από τον
μαρξισμό-λενινισμό στον ελευθεριακό κοινοτισμό και την κοινωνική
οικολογία (2).
Προκειμένου να προφυλάξει την Τουρκία από ενδεχόμενες κουρδικές
επιθέσεις, ο Ερντογάν επιθυμεί τη δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας στον
συριακό βορρά, κατά μήκος τετρακοσίων χιλιομέτρων και σε βάθος τριάντα,
όπως εξήγησε στις 24 Σεπτεμβρίου ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Η ιδέα δεν είναι καινούργια. Τον Οκτώβριο του 1998, μετά από τρία
χρόνια διπλωματικών εντάσεων και σποραδικών αψιμαχιών μεταξύ των στρατών
των δύο χωρών, η Τουρκία απέσπασε από τη Συρία την υπογραφή της στη
συμφωνία των Αδάνων, η οποία προέβλεπε το κλείσιμο των στρατοπέδων
εκπαίδευσης του ΡΚΚ στον βορρά της χώρας και το δικαίωμα στρατιωτικής
επέμβασης σε μια ζώνη πλάτους 10 χλμ. κατά μήκος της μεθορίου (3). Στο
Σότσι, οι Ερντογάν και Πούτιν συμφώνησαν να επανενεργοποιήσουν τη
συμφωνία των Αδάνων, κάτι που εκ των πραγμάτων παρέχει στην Τουρκία
δικαίωμα επέμβασης στη Ροζάβα.
Στις 7 του περασμένου Αυγούστου, η Ουάσιγκτον και η Άγκυρα συμφώνησαν
για τη δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» στη Ροζάβα. Αν και ιδιαίτερα
ασαφής, αυτή η συμφωνία θα έπρεπε να είχε σημάνει συναγερμό στην
κουρδική ηγεσία. Ωστόσο, δεν ανησύχησε, πεπεισμένη ότι το κείμενο θα
έμενε χωρίς συνέχεια, όπως είχε εξάλλου συμβεί και με την εξαγγελία του
Τραμπ τον Δεκέμβριο του 2018 για αποχώρηση των Αμερικανών στρατιωτών από
τη Συρία, εν ονόματι της προεκλογικής υπόσχεσής του ότι θα απεμπλέξει
την Αμερική από τους «ατελείωτους πολέμους».
Εδώ και τρία χρόνια, η Τουρκία προσπαθεί να επιτύχει την εξασθένιση
του κουρδικού σχεδίου στη Ροζάβα, κατατεμαχίζοντας την επικράτειά της
μέσω στοχευμένων επιθέσεων που οδηγούν στην παρατεταμένη κατοχή συριακών
εδαφών. Το καλοκαίρι του 2016, η επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη», που
πραγματοποιήθηκε κατά των ΥPG και περιθωριακά κατά του ISIS, επέτρεψε
στον τουρκικό στρατό να αποκτήσει τον έλεγχο της πόλης Τζαραμπλούς,
δυτικά του Κομπάνι. Τον Ιανουάριο του 2018, με την επιχείρηση «Κλάδος
Ελαίας», κατέκτησε ολόκληρη την περιφέρεια του Αφρίν, έναν από τους
τρεις εδαφικούς πυλώνες της επικράτειας της Ροζάβα. Με την «Πηγή
Ειρήνης» και την συμφωνία του Σότσι, ναι μεν η Άγκυρα δεν κατόρθωσε
αποκτήσει ολόκληρο τον έλεγχο της Ροζάβα, συνέτριψε όμως το όνειρο της
κουρδικής αυτονομίας στη Βορειοανατολική Συρία.
Η τουρκική κυβέρνηση εξασφάλισε επίσης τη δυνατότητα να επαναπατρίσει
στην περιοχή μεταξύ Τελ Αμπυάντ και Ρας Αλ-Αΐν ένα εκατομμύριο Σύριους
πρόσφυγες (από τα 3,6 εκατομμύρια που ζουν σήμερα σε τουρκικό έδαφος).
Παρατηρούνται πολλές εντάσεις μεταξύ των προσφύγων και του τουρκικού
πληθυσμού, εξαγριωμένου από τις δηλώσεις των αρχών για το υποτιθέμενο
υπέρογκο κόστος τους για τη χώρα. Έτσι, αναμένεται ότι η μεταφορά
προσφύγων θα έχει θετικές επιπτώσεις σε ένα ήδη τεταμένο πολιτικό
περιβάλλον στο εσωτερικό, που επιδεινώνεται από τις σημαντικές δυσκολίες
της τουρκικής οικονομίας. Βέβαια, με εξαίρεση το Δημοκρατικό Κόμμα των
Λαών (HDP, φιλοκουρδική Αριστερά), που άσκησε κριτική στη στρατιωτική
επέμβαση, ολόκληρη η αντιπολίτευση συντάχθηκε με τον Ερντογάν, σε μια
ωραιότατη εθνικιστική έξαψη. Αυτή όμως η ομοφωνία γύρω από τον «ιερό
εθνικό σκοπό» δεν θα διαρκέσει και ο Τούρκος πρόεδρος θα πρέπει να
τονώσει την εικόνα και τη δημοφιλία του, αφού το πολιτικό όχημά του, το
Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), έχασε πολλούς δήμους, μεταξύ των
οποίων την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα, κατά τις δημοτικές εκλογές
της περασμένης άνοιξης.
Όποια κι αν είναι η έκτασή του διαδρόμου, το σχέδιο χαράζει νέα
σύνορα για τα τουρκικά οικονομικά συμφέροντα. Ο Ερντογάν σκοπεύει να τον
μετατρέψει σε ζώνη επιρροής όπου, για παράδειγμα, τα νέα χωριά που
προορίζονται να φιλοξενήσουν τους επαναπατριζόμενους πρόσφυγες θα
κατασκευαστούν –όπως συμβαίνει ήδη στο Αφρίν– από Τούρκους
επιχειρηματίες, παραδοσιακούς υποστηρικτές του ΑΚΡ, οι οποίοι όμως πλέον
αναλαμβάνουν πολύ λιγότερα δημόσια έργα σε όσες πόλεις έχασε το
ισλαμοσυντηρητικό κόμμα. Με αυτόν τον τρόπο, η Ροζάβα θα μετατραπεί σε
αποκλειστικό πεδίο εκμετάλλευσης για αυτές τις επιχειρήσεις, αλλά και θα
προσδώσει γεωγραφική συνέχεια στην επαρχία Χατάι, που για μεγάλο
χρονικό διάστημα ανήκε στη Συρία και προσαρτήθηκε στην Τουρκία το 1939
–το καθεστώς της Δαμασκού εξακολουθεί να διεκδικεί την περιοχή, όπου
βρίσκεται και η πόλη της Αντιόχειας (Αντάκυα στα τουρκικά), την οποία οι
επίσημοι χάρτες εμφανίζουν συστηματικά στο συριακό έδαφος.
Ο Τούρκος πρόεδρος φαίνεται πεπεισμένος ότι ο Αμερικανός ομόλογός του
δεν θα εμποδίσει τα σχέδιά του στη Συρία. Δεν επηρεάζεται (4) ούτε από
τις πομπώδεις επιστολές (5) ούτε από τις απειλές για σοβαρότερες
κυρώσεις ούτε από τις συζητήσεις που αναζωπυρώνονται κατά τακτά χρονικά
διαστήματα στην Ουάσιγκτον για παραμερισμό της Τουρκίας μέσα στο ΝΑΤΟ.
Ούτε και τον ανησυχεί ιδιαίτερα το ενδεχόμενο της μεταφοράς εκτός
Τουρκίας των πενήντα πυρηνικών κεφαλών που φιλοξενούνται στην βάση του
Ιντσιρλίκ, γεγονός που θα σήμαινε εκ των πραγμάτων το τέλος της ένταξης
της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Προτιμά να απεραντολογεί τακτικά για το δικαίωμα
της χώρας του να αποκτήσει ατομικά όπλα (6). Και μέχρι την πρόσφατη
επίσκεψή του στον Λευκό Οίκο στις 13 Νοεμβρίου, ο Ερντογάν δεν έπαυε να
προωθεί τα πιόνια του στην συριακή σκακιέρα.
Αλλαγή των δημογραφικών συσχετισμών
Αντίθετα, γνωρίζει περισσότερο από ποτέ άλλοτε ότι οφείλει να
στηρίζεται στον Πούτιν. Όπως αποδεικνύεται από την κατάληξη της
Συμφωνίας του Σότσι, Ρώσοι και Τούρκοι συμφωνούν να δράσουν από κοινού
στη Ροζάβα. Η συνεργασία εξηγείται από τον θεμελιώδη ρόλο που
διαδραματίζει η Ρωσία στην συριακή κρίση. Η Μόσχα δίνει προτεραιότητα
στην ενίσχυση του καθεστώτος του Άσαντ, επιτρέποντας στον στρατό του να
ανακτήσει τον έλεγχο των εδαφών που είχε χάσει από το καλοκαίρι του
2011. Αυτό ακριβώς επαναλαμβάνει ακατάπαυστα η Μόσχα στην Τουρκία και
στο Ιράν, στο πλαίσιο της διαδικασίας της Αστάνα, η οποία αποσκοπεί στην
εξεύρεση μιας πολιτικής λύσης για τη συριακή κρίση. Πριν από την
τουρκική επίθεση, η Δαμασκός έλεγχε μονάχα το 60% της συριακής
επικράτειας. Ακόμα και μια μερική ανακατάληψη της Ροζάβα, ανεβάζει αυτό
το ποσοστό στο 70-75%. Μέχρι σήμερα, οι διαπραγματεύσεις με το PYD,
πραγματοποιούμενες υπό την εποπτεία της Μόσχας, σκόνταφταν στο ζήτημα
της αυτονομίας του συριακού Κουρδιστάν, καθώς ο Άσαντ την απέρριπτε
ασυζητητί και οι Κούρδοι, έχοντας την υποστήριξη της Ουάσιγκτον, δεν
έκαναν την παραμικρή παραχώρηση.
Η τουρκική επίθεση ανάγκασε τους Κούρδους να αναθεωρήσουν προς τα
κάτω τις φιλοδοξίες τους, παραχωρώντας τον έλεγχο ορισμένων ζωνών στον
συριακό στρατό. Κατά παράδοξο τρόπο, η τουρκική εισβολή προσφέρει στη
Δαμασκό την ευκαιρία να ανακτήσει ορισμένα τμήματα της επικράτειάς της,
υπό τον όρο ωστόσο ότι οι ΥPG θα δεχτούν να αποσυρθούν.
Όσο κι αν η συμφωνία του Σότσι επικυρώνει το στάτους κβο στην περιοχή
των συνόρων, η Μόσχα θα συνεχίσει να προσπαθεί να πείσει την Άγκυρα να
επιστρέψει στη Συρία το σύνολο ή ένα μέρος των συριακών εδαφών που
κατέχει. Αυτό το στοίχημα κάθε άλλο παρά έχει κερδηθεί. Πράγματι, η
Τουρκία σκοπεύει να διατηρήσει σε αυτήν την ζώνη μια οικονομική, αλλά
και πολιτική επιρροή. Οι συμμαχικές πολιτοφυλακές της –όπως ο Εθνικός
Συριακός Στρατός (SNA) και η Αχράρ Αλ-Σαρκίγια («Ελεύθεροι των
ανατολικών περιοχών»)– των οποίων ορισμένα μέλη επιδόθηκαν σε
βιαιοπραγίες κατά των Κούρδων τις πρώτες ημέρες της «Πηγής Ειρήνης» (7),
εξακολουθούν να επιθυμούν την πτώση του καθεστώτος Άσαντ. Από την
πλευρά τους, οι αρχές της Δαμασκού δεν βλέπουν με καλό μάτι την
εγκατάσταση προσφύγων που προφανώς αντιτίθενται στο καθεστώς και
ενδέχεται να τροφοδοτήσουν με νέους πολεμιστές τις τάξεις των
εξεγερμένων. Ωστόσο, οι επιφυλάξεις της συριακής εξουσίας μετριάζονται
από το γεγονός ότι πρόκειται για αραβόφωνους πληθυσμούς. Η εγκατάστασή
τους στην Ροζάβα –από την οποία δεν κατάγονται– θα μπορούσε να έχει ως
αποτέλεσμα τη μείωση του ποσοστού των Κούρδων στο συνολικό πληθυσμό της
περιοχής. Με άλλα λόγια, οι Τούρκοι θα μπορούσαν να συμβάλουν στην
αλλαγή των δημογραφικών συσχετισμών εις βάρος των Κούρδων, προσφέροντας
στη Δαμασκό έναν επιπλέον μοχλό για να ακυρώσει οποιαδήποτε πρόθεση για
αυτονομία.
Η συνεννόηση μεταξύ Άγκυρας και Μόσχας σχετικά με τη Ροζάβα ανοίγει
επιπλέον τον δρόμο για μια ρωσοσυριακή επίθεση στην επαρχία του Ιντλίμπ,
όπου η Άγκυρα εξακολουθεί να διατηρεί ισχυρή επιρροή στις ομάδες των
εξεγερμένων που ελέγχουν την περιοχή. Σε αυτές συγκαταλέγονται η Χαγιάτ
Ταχρίρ Αλ-Σαμ και η φιλοτουρκική συμμαχία του Εθνικού Μετώπου
Απελευθέρωσης. Έχοντας αποσπάσει τον έλεγχο ενός τμήματος της συνοριακής
ζώνης, η Τουρκία θα μπορούσε να δώσει τη σιωπηρή συγκατάθεσή της για
την επιστροφή του Ιντλίμπ κάτω από τον έλεγχο της Δαμασκού.
Κατά παράδοξο τρόπο, η Μόσχα σκοπεύει να επωφεληθεί από την τουρκική
εισβολή ώστε να ευνοήσει τον άμεσο διάλογο μεταξύ Άγκυρας και Δαμασκού,
κυρίως μέσω των μηχανισμών της Συμφωνίας των Αδάνων. Καθώς οι δυτικές
χώρες δεν έχουν παραιτηθεί από την ιδέα να οδηγήσουν κάποτε τον Άσαντ
ενώπιον ενός διεθνούς δικαστηρίου για εγκλήματα πολέμου, παρόμοια
εξέλιξη θα αποτελούσε μια αναγνώριση της βιωσιμότητας του καθεστώτος
του. Για την ώρα, ο Ερντογάν αρνείται να συζητήσει με τον Σύρο ομόλογό
του, στην Τουρκία όμως άρχισαν να ακούγονται φωνές που ζητούν την
πραγματοποίηση μιας τέτοιας συνάντησης (8). Στο μεταξύ, η επιχείρηση
«Πηγή Ειρήνης» θα μπορούσε να οδηγήσει στην επιτάχυνση της επανένταξης
της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο, τα μέλη του οποίου καταδίκασαν την «τουρκική επίθεση»
(9). Κατά την επίσημη επίσκεψή του, στα μέσα Οκτωβρίου, στη Σαουδική
Αραβία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο Πούτιν ζήτησε από τις δύο
χώρες να διευκολύνουν την επιστροφή αυτή και να συμβάλουν οικονομικά
στην ανοικοδόμηση της Συρίας.
- Βλ.Mireille Court και Chris Den Hond, «Η Ροζάβα μεταξύ συμβιβασμού
και ουτοπίας», «Le Monde diplomatique – ελληνική έκδοση», 17 Μαρτίου
2018, https://monde-diplomatique.gr/?p=3396
- Βλ. Benjamin Fernandez, «Murray Bookchin, écologie ou barbarie», «Le Monde diplomatique», Ιούλιος 2016.
- Βλέπε Michel Gilquin, «Retour sur la crise turco-syrienne d’octobre 1998. Une victoire des militaires turcs», Cahiers d’études sur la Méditerranée orientale et le monde turco-iranien, Νο 33, Παρίσι, Ιανουάριος-Ιούνιος 2002.
- Βλ. Didier Billion, «Τουρκία: Ιδιότροπος σύμμαχος, ανυπόφορος εχθρός», «Le Monde diplomatique – ελληνική έκδοση», 27 Οκτωβρίου 2019, https://monde-diplomatique.gr/?p=3710
- «“Ne faites pas l’idiot!”: l’incroyable lettre de Trump à Erdogan», «Le Figaro», Παρίσι, 16 Οκτωβρίου 2019.
- «Erdogan says it’s inacceptable that Turkey can’t have nuclear weapons», Reuters, 4 Σεπτεμβρίου 2019.
- Fatma Ben Hamad, «Enquête: des images établissent des exactions
d’une milice proturque en Syrie», Les Observateurs, 21 Οκτωβρίου 2019, https://observers.france24.com
- «Turquie : Erdogan sous pression pour renouer avec le voisin syrien», RFI, 28 Σεπτεμβρίου 2019.
- «Al Hayat», Βηρυτός, 12 Οκτωβρίου 2019.