ΑΔΑΜ ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ και ΚΩΣΤΑΣ ΣΑΡΡΗΣ
Η συμπλήρωση στις 11 Σεπτεμβρίου των 40 χρόνων από το στρατιωτικό πραξικόπημα που έριξε τη σοσιαλιστική κυβέρνηση του Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή είναι η πιο σκληρή υπενθύμιση πως η νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση είναι ασύμβατη με κάθε έννοια δημοκρατίας.
Η συντονισμένη επίθεση στρατού και αεροπορίας στο προεδρικό μέγαρο «Λα Μονέδα» το πρωινό της Τρίτης 11 Σεπτεμβρίου 1973 κατέληξε στη δολοφονία του προέδρου Αλιέντε και στην εγκαθίδρυση μιας από τις σκληρότερες δικτατορίες που είδε ο 20ός αιώνας.
Το πραξικόπημα της Χιλής δεν ήταν απλώς ένα περιφερειακό επεισόδιο στην εξέλιξη του Ψυχρού Πολέμου. Ηταν το ξεκάθαρο μήνυμα πως το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο που προσπάθησε να ξορκίσει τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου με τη δημιουργία του κοινωνικού κράτους και τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων στο πλαίσιο μιας παρεμβατικής οικονομικής πολιτικής δεν ήταν πλέον ανεκτό από τις διεθνείς οικονομικές ελίτ.
Ηταν επίσης η αφετηρία μιας εποχής που εδραίωσε τρεις «μονοδρόμους»:
1. Την προτεραιότητα του κεφαλαίου έναντι της εργασίας, ως μονοδρόμου προς την ανάπτυξη,
2. Την απελεύθερωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος εις βάρος των παραγωγικών δυνάμεων, ως μονοδρόμου προς την παραγωγή πλούτου,
3. Την επιβολή του δικαίου της ισχύος ως μονοδρόμου για την προστασία του διεθνούς Δικαίου.
Τα όρια
Αυτή η εποχή βαδίζει σήμερα προς το τέλος της με τον πιο τραγικό τρόπο, όπως αυτός απεικονίζεται στη μεγαλύτερη ύφεση των τελευταίων δεκαετιών. Η συρρίκνωση της ανάπτυξης, η ανισοκατανομή του πλούτου και η καταπάτηση του διεθνούς δικαίου στις μέρες μας δεν δείχνουν μόνο τα όρια του νεοφιλελεύθερου/νεοσυντηρητικού συστήματος, αλλά και πόσο παραπάνω είναι ικανό να τα ξεχειλώσει σε μια απέλπιδα προσπάθεια να παραμείνει στη ροή της ιστορίας, της οποίας το τέλος κήρυξε τη δεκαετία του ’90.
Μπορεί οι βασικές αρχές του συστήματος της κρίσης να έχουν τις ρίζες τους στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου και στους θεωρητικούς της μονεταριστικής σχολής, αλλά πρόσφορο έδαφος βρήκαν στα πιο συντηρητικά ένστικτα του μεταπολεμικού κόσμου. Στη Χιλή, τα διδάγματα των Φρίντριχ φον Χάγιεκ και Μίλτον Φρίντμαν έγιναν ευαγγέλιο για τον ισχυρό άντρα της χούντας, Αουγκούστο Πινοσέτ, και των Χιλιανών οικονομολόγων του, που απέκτησαν το προσωνύμιο Chicago boys.
Αν αναζητήσουμε τη γενεαλογία των σημερινών παρεμβάσεων του ΔΝΤ, τη σταθεροποίηση ελλειμματικών οικονομιών με άξονα πάντα τη διασφάλιση των συμφερόντων του εγχώριου κεφαλαίου, των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, των ξένων επενδυτών και των πολιτικών τους εκπροσώπων στην αστική κλίμακα, περνάμε αναμφίβολα από το ριζοσπαστικό πρόγραμμα του Πινοσέτ που επιβλήθηκε με σιδηρά πυγμή και βρήκε ισχυρούς συμμάχους στις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας.
Το πάτημα
Η εξάλειψη του κράτους πρόνοιας και η προώθηση του ιδιωτικού τομέα στις υπηρεσίες Υγείας και Εκπαίδευσης, η σύνδεση του συνταξιοδοτικού συστήματος με τη χρηματιστική αγορά, η κατάργηση της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης και όλων εκείνων των θεσμών που διασφάλιζαν κάποια από τα συμφέροντα της εργατικής τάξης στον κεϊνσιανό καπιταλισμό, αποθεώθηκε στη Λατινική Αμερική τις δεκαετίες του ’70 και του ’80.
Οι επισκέψεις των ακαδημαϊκών ηγετών τής αποκαλούμενης από τους αντιπάλους της νεοφιλελεύθερης σχολής στη Χιλή τα επόμενα χρόνια έδωσαν στο ακροδεξιό κατεστημένο, που ξέπλενε τον εθνικισμό του στις αρχές της ατομικής ελευθερίας, την απαραίτητη νομιμοποίηση στα μάτια του δυτικού κόσμου. Η δημοκρατική παράδοση της Δύσης δεν άφηνε περιθώρια για αντίστοιχης κλίμακας βία και αυταρχισμό. Ομως το παράδειγμα της Χιλής έδινε ένα διακριτό ασφαλές όριο, όπου κάθε νεοφιλελεύθερος ηγέτης μπορούσε να διανύσει υπολογίζοντας κατ’ αναλογίαν τις αντοχές της κοινωνίας.
Στα πρώτα χρόνια του πειράματος της Χιλής, η οικονομία γνώρισε αντίστοιχη ύφεση με αυτήν που αντιμετώπισαν τα επόμενα χρόνια όλοι οι ασθενείς της περιφέρειας που συνταγογραφούσε το ΔΝΤ και πλέον οι πρώτοι ασθενείς από το νοσοκομείο των αναπτυγμένων οικονομιών.
Οταν ήρθαν τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης, αποκαλύφθηκε μια ανάπηρη παραγωγική βάση, καθώς ένα μεγάλο κομμάτι των κατώτερων στρωμάτων εξωθήθηκε εκτός αγοράς εργασίας και εντός εξαθλίωσης. Το 1988, μετά 15 χρόνια πειραμάτων, το 45% των Χιλιανών ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας. Η ανατροπή ήρθε μέσα από τη νεολαία της χώρας, που στήριξε το κίνημα της Concertacion.
Δύο δεκαετίες μετά, η νεολαία της χώρας ξαναβγαίνει στους δρόμους των μεγάλων πόλεων, ζητώντας αλλαγές στην Παιδεία και στα πανεπιστήμια…
Η κυβέρνηση Αλιέντε βρέθηκε αντιμέτωπη με αυτούς τους εκβιασμούς, τα οικονομικά σαμποτάζ, τις «απεργίες των αφεντικών». Ομως έδειξε ότι υποχωρεί σε αυτές τις πιέσεις, αντί να στηριχθεί στις τεράστιες κινητοποιήσεις για αυξήσεις, συλλογικές συμβάσεις, δημοκρατία, που γέννησαν νέες μορφές ελέγχου στην παραγωγή από τους ίδιους τους εργαζομένους.
Η άνοδος του εργατικού κινήματος δημιούργησε τα cordones. Ηταν συντονιστικά των εργοστασίων που συνέδεαν τους εργάτες μεταξύ τους, αλλά και με άλλες επιτροπές που είχαν συγκροτηθεί σε επίπεδο κοινότητας για τον έλεγχο της διακίνησης των τροφίμων, των τιμών, για τις κοινωνικές υπηρεσίες, με επίκεντρο το Σαντιάγο και άλλες πόλεις.
Πριν αναλάβει ακόμα την προεδρία, ο Αλιέντε είχε υπογράψει το μυστικό Σύμφωνο Εγγυήσεων, σύμφωνα με το οποίο δεν θα ακουμπούσε τους κυρίαρχους θεσμούς.
Ο στρατός
Ενα από τα σπάνια κείμενα της εποχής, «Χιλή – Εργατικοί Αγώνες επί Αλιέντε» του Luis Angel Fernandez Hermana (1974), αναφέρει:
«Στο μέσο της κρίσης η κυβέρνηση έβαλε στο παιχνίδι τις Ενοπλες Δυνάμεις παρουσιάζοντας το στρατό να «υποστηρίζει τους σκοπούς του λαού». Ομως, αυτό που συνέβη πραγματικά ήταν ότι ο στρατός έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του ώστε να ελέγξει τη δράση των μαζικών οργανώσεων και να διασφαλίσει ότι οι κυρίαρχοι θεσμοί θα παραμείνουν ανεπηρέαστοι».
Η Λαϊκή Ενότητα, ο συνασπισμός των κομμάτων της Αριστεράς που στήριζε τον Αλιέντε, δίστασε να προχωρήσει σε ριζικές ανατροπές (μένοντας σε επιφανειακές μεταρρυθμίσεις), με αποτέλεσμα η κυρίαρχη ελίτ να σπεύσει να εξασφαλίσει -με το άγριο- μια έκβαση προς όφελός της.
«Η κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας θεώρησε το πραξικόπημα μια πράξη τρέλας ενός μεμονωμένου λοχαγού, με την υποστήριξη της Ακροδεξιάς, και κάλεσε το λαό να δείξει εμπιστοσύνη στα πατριωτικά αισθήματα των στρατιωτών. Το μόνο που έκανε όταν τα τεθωρακισμένα εμφανίστηκαν στους δρόμους ήταν να συστήσει ηρεμία και γαλήνη στους εργάτες στα εργοστάσια και να τους ζητήσει να συνεχίσουν την παραγωγή ό,τι και να συμβεί».
Πηγή: Εφημερίδα «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»
Η συμπλήρωση στις 11 Σεπτεμβρίου των 40 χρόνων από το στρατιωτικό πραξικόπημα που έριξε τη σοσιαλιστική κυβέρνηση του Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή είναι η πιο σκληρή υπενθύμιση πως η νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση είναι ασύμβατη με κάθε έννοια δημοκρατίας.
Η συντονισμένη επίθεση στρατού και αεροπορίας στο προεδρικό μέγαρο «Λα Μονέδα» το πρωινό της Τρίτης 11 Σεπτεμβρίου 1973 κατέληξε στη δολοφονία του προέδρου Αλιέντε και στην εγκαθίδρυση μιας από τις σκληρότερες δικτατορίες που είδε ο 20ός αιώνας.
Το πραξικόπημα της Χιλής δεν ήταν απλώς ένα περιφερειακό επεισόδιο στην εξέλιξη του Ψυχρού Πολέμου. Ηταν το ξεκάθαρο μήνυμα πως το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο που προσπάθησε να ξορκίσει τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου με τη δημιουργία του κοινωνικού κράτους και τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων στο πλαίσιο μιας παρεμβατικής οικονομικής πολιτικής δεν ήταν πλέον ανεκτό από τις διεθνείς οικονομικές ελίτ.
Ηταν επίσης η αφετηρία μιας εποχής που εδραίωσε τρεις «μονοδρόμους»:
1. Την προτεραιότητα του κεφαλαίου έναντι της εργασίας, ως μονοδρόμου προς την ανάπτυξη,
2. Την απελεύθερωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος εις βάρος των παραγωγικών δυνάμεων, ως μονοδρόμου προς την παραγωγή πλούτου,
3. Την επιβολή του δικαίου της ισχύος ως μονοδρόμου για την προστασία του διεθνούς Δικαίου.
Τα όρια
Αυτή η εποχή βαδίζει σήμερα προς το τέλος της με τον πιο τραγικό τρόπο, όπως αυτός απεικονίζεται στη μεγαλύτερη ύφεση των τελευταίων δεκαετιών. Η συρρίκνωση της ανάπτυξης, η ανισοκατανομή του πλούτου και η καταπάτηση του διεθνούς δικαίου στις μέρες μας δεν δείχνουν μόνο τα όρια του νεοφιλελεύθερου/νεοσυντηρητικού συστήματος, αλλά και πόσο παραπάνω είναι ικανό να τα ξεχειλώσει σε μια απέλπιδα προσπάθεια να παραμείνει στη ροή της ιστορίας, της οποίας το τέλος κήρυξε τη δεκαετία του ’90.
Μπορεί οι βασικές αρχές του συστήματος της κρίσης να έχουν τις ρίζες τους στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου και στους θεωρητικούς της μονεταριστικής σχολής, αλλά πρόσφορο έδαφος βρήκαν στα πιο συντηρητικά ένστικτα του μεταπολεμικού κόσμου. Στη Χιλή, τα διδάγματα των Φρίντριχ φον Χάγιεκ και Μίλτον Φρίντμαν έγιναν ευαγγέλιο για τον ισχυρό άντρα της χούντας, Αουγκούστο Πινοσέτ, και των Χιλιανών οικονομολόγων του, που απέκτησαν το προσωνύμιο Chicago boys.
Αν αναζητήσουμε τη γενεαλογία των σημερινών παρεμβάσεων του ΔΝΤ, τη σταθεροποίηση ελλειμματικών οικονομιών με άξονα πάντα τη διασφάλιση των συμφερόντων του εγχώριου κεφαλαίου, των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, των ξένων επενδυτών και των πολιτικών τους εκπροσώπων στην αστική κλίμακα, περνάμε αναμφίβολα από το ριζοσπαστικό πρόγραμμα του Πινοσέτ που επιβλήθηκε με σιδηρά πυγμή και βρήκε ισχυρούς συμμάχους στις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας.
Το πάτημα
Η εξάλειψη του κράτους πρόνοιας και η προώθηση του ιδιωτικού τομέα στις υπηρεσίες Υγείας και Εκπαίδευσης, η σύνδεση του συνταξιοδοτικού συστήματος με τη χρηματιστική αγορά, η κατάργηση της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης και όλων εκείνων των θεσμών που διασφάλιζαν κάποια από τα συμφέροντα της εργατικής τάξης στον κεϊνσιανό καπιταλισμό, αποθεώθηκε στη Λατινική Αμερική τις δεκαετίες του ’70 και του ’80.
Οι επισκέψεις των ακαδημαϊκών ηγετών τής αποκαλούμενης από τους αντιπάλους της νεοφιλελεύθερης σχολής στη Χιλή τα επόμενα χρόνια έδωσαν στο ακροδεξιό κατεστημένο, που ξέπλενε τον εθνικισμό του στις αρχές της ατομικής ελευθερίας, την απαραίτητη νομιμοποίηση στα μάτια του δυτικού κόσμου. Η δημοκρατική παράδοση της Δύσης δεν άφηνε περιθώρια για αντίστοιχης κλίμακας βία και αυταρχισμό. Ομως το παράδειγμα της Χιλής έδινε ένα διακριτό ασφαλές όριο, όπου κάθε νεοφιλελεύθερος ηγέτης μπορούσε να διανύσει υπολογίζοντας κατ’ αναλογίαν τις αντοχές της κοινωνίας.
Στα πρώτα χρόνια του πειράματος της Χιλής, η οικονομία γνώρισε αντίστοιχη ύφεση με αυτήν που αντιμετώπισαν τα επόμενα χρόνια όλοι οι ασθενείς της περιφέρειας που συνταγογραφούσε το ΔΝΤ και πλέον οι πρώτοι ασθενείς από το νοσοκομείο των αναπτυγμένων οικονομιών.
Οταν ήρθαν τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης, αποκαλύφθηκε μια ανάπηρη παραγωγική βάση, καθώς ένα μεγάλο κομμάτι των κατώτερων στρωμάτων εξωθήθηκε εκτός αγοράς εργασίας και εντός εξαθλίωσης. Το 1988, μετά 15 χρόνια πειραμάτων, το 45% των Χιλιανών ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας. Η ανατροπή ήρθε μέσα από τη νεολαία της χώρας, που στήριξε το κίνημα της Concertacion.
Δύο δεκαετίες μετά, η νεολαία της χώρας ξαναβγαίνει στους δρόμους των μεγάλων πόλεων, ζητώντας αλλαγές στην Παιδεία και στα πανεπιστήμια…
Η πραγματικότητα διέψευσε τα οράματα
Η Χιλή του Αλιέντε προσφέρει ένα καλό
παράδειγμα για τα διλήμματα, τις πιέσεις και τους εκβιασμούς που έχει να
αντιμετωπίσει μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Τι σημαίνει φυγή κεφαλαίων,
κερδοσκοπία, πραξικοπήματα;
Η Αριστερά μπορεί να φτάνει στην κυβέρνηση, αλλά δεν ελέγχει μια
σειρά από σημαντικούς θεσμούς εξουσίας (στρατό, αστυνομία, δικαστήρια,
ΜΜΕ). Και πάνω απ’ όλα υπάρχει η οικονομική εξουσία, η οποία είναι
ανεξέλεγκτη, όσους υπουργούς κι αν έχει η Αριστερά.Η κυβέρνηση Αλιέντε βρέθηκε αντιμέτωπη με αυτούς τους εκβιασμούς, τα οικονομικά σαμποτάζ, τις «απεργίες των αφεντικών». Ομως έδειξε ότι υποχωρεί σε αυτές τις πιέσεις, αντί να στηριχθεί στις τεράστιες κινητοποιήσεις για αυξήσεις, συλλογικές συμβάσεις, δημοκρατία, που γέννησαν νέες μορφές ελέγχου στην παραγωγή από τους ίδιους τους εργαζομένους.
Η άνοδος του εργατικού κινήματος δημιούργησε τα cordones. Ηταν συντονιστικά των εργοστασίων που συνέδεαν τους εργάτες μεταξύ τους, αλλά και με άλλες επιτροπές που είχαν συγκροτηθεί σε επίπεδο κοινότητας για τον έλεγχο της διακίνησης των τροφίμων, των τιμών, για τις κοινωνικές υπηρεσίες, με επίκεντρο το Σαντιάγο και άλλες πόλεις.
Πριν αναλάβει ακόμα την προεδρία, ο Αλιέντε είχε υπογράψει το μυστικό Σύμφωνο Εγγυήσεων, σύμφωνα με το οποίο δεν θα ακουμπούσε τους κυρίαρχους θεσμούς.
Ο στρατός
Ενα από τα σπάνια κείμενα της εποχής, «Χιλή – Εργατικοί Αγώνες επί Αλιέντε» του Luis Angel Fernandez Hermana (1974), αναφέρει:
«Στο μέσο της κρίσης η κυβέρνηση έβαλε στο παιχνίδι τις Ενοπλες Δυνάμεις παρουσιάζοντας το στρατό να «υποστηρίζει τους σκοπούς του λαού». Ομως, αυτό που συνέβη πραγματικά ήταν ότι ο στρατός έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του ώστε να ελέγξει τη δράση των μαζικών οργανώσεων και να διασφαλίσει ότι οι κυρίαρχοι θεσμοί θα παραμείνουν ανεπηρέαστοι».
Η Λαϊκή Ενότητα, ο συνασπισμός των κομμάτων της Αριστεράς που στήριζε τον Αλιέντε, δίστασε να προχωρήσει σε ριζικές ανατροπές (μένοντας σε επιφανειακές μεταρρυθμίσεις), με αποτέλεσμα η κυρίαρχη ελίτ να σπεύσει να εξασφαλίσει -με το άγριο- μια έκβαση προς όφελός της.
«Η κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας θεώρησε το πραξικόπημα μια πράξη τρέλας ενός μεμονωμένου λοχαγού, με την υποστήριξη της Ακροδεξιάς, και κάλεσε το λαό να δείξει εμπιστοσύνη στα πατριωτικά αισθήματα των στρατιωτών. Το μόνο που έκανε όταν τα τεθωρακισμένα εμφανίστηκαν στους δρόμους ήταν να συστήσει ηρεμία και γαλήνη στους εργάτες στα εργοστάσια και να τους ζητήσει να συνεχίσουν την παραγωγή ό,τι και να συμβεί».
Πηγή: Εφημερίδα «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου