10 Σεπ 2011

Διαταραχή πανικού , αγοραφοβία και η σχέση τους..

Η Διαταραχή Πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία εντάσσεται στις αγχώδεις διαταραχές. Οι αγχώδεις διαταραχές εμφανίζονται πιο συχνά από οποιαδήποτε άλλη ψυχολογική διαταραχή στο γενικό πληθυσμό. Το βασικό κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι το άτομο το οποίο εκδηλώνει μία αγχώδη διαταραχή υποφέρει από έντονα συμπτώματα άγχους και φόβου
τα οποία του προκαλούν έντονη δυσφορία και επηρεάζουν αρνητικά σε σημαντικό βαθμό την καθημερινή του λειτουργικότητα (για παράδειγμα το άτομο μπορεί να σταματήσει να πηγαίνει στην δουλειά του, να χρειάζεται συνεχώς κάποιον άλλο μαζί του, να αποφεύγει ορισμένα μέρη ή καταστάσεις, οι δραστηριότητές του να περιορίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό κ.α.).


Η κρίση πανικού ορίζεται ως μία εμπειρία έντονου φόβου ή οξείας ανησυχίας η οποία συνοδεύεται από συμπτώματα τα οποία εμφανίζονται ξαφνικά και αιφνίδια και κορυφώνονται μέσα σε ένα διάστημα 10 λεπτών.

Τα συμπτώματα που εκδηλώνει ένα άτομο σε μία κρίση πανικού είναι τα εξής:
* επιτάχυνση του καρδιακού ρυθμού και αίσθημα ότι η καρδιά πάει να σπάσει
* εφίδρωση
* πόνος στο στήθος
* «κοφτές», γρήγορες αναπνοές και αίσθημα δύσπνοιας
* αίσθημα ζάλης, αστάθειας ή λιποθυμίας
* σφίξιμο στο στομάχι
* τρέμουλο
* ρίγη ή ξαφνικά αισθήματα ζέστης
* φόβος ότι το άτομο θα χάσει τον έλεγχο ή ότι θα τρελαθεί
* φόβος ότι θα πεθάνει.

Παραπάνω περιγράφηκαν τα συμπτώματα μία κρίσης πανικού. Η διάγνωση της Διαταραχής Πανικού δίνεται όταν το άτομο εκδηλώνει επανειλημμένες κρίσεις πανικού και τουλάχιστον για ένα μήνα ανησυχεί επίμονα μήπως εμφανίσει ξανά μία κρίση πανικού, στεναχωριέται για τις επιπτώσεις των κρίσεων πανικού και έχει αλλάξει σημαντικά η συμπεριφορά του.

Η διάγνωση της Διαταραχής Πανικού δίνεται μόνο στην περίπτωση που τα προαναφερθέντα συμπτώματα δεν οφείλονται σε κάποια ασθένεια ή χρήση ουσιών. Καθώς τα συμπτώματα της κρίσης πανικού είναι έντονα και εκδηλώνονται ξαφνικά πολλές φορές το άτομο πιστεύει ότι πάσχει από μία σοβαρή οργανική ασθένεια όπως καρδιακή πάθηση ή ότι παθαίνει έμφραγμα, οπότε είναι πιθανό μετά από μία κρίση πανικού το άτομο να ζητήσει βοήθεια από έναν καρδιολόγο ή έναν παθολόγο. Τις περισσότερες φορές, η κρίση πανικού βιώνεται ως ιδιαίτερα τρομαχτική εμπειρία.

Τα σωματικά συμπτώματα είναι πολύ έντονα και πολλές φορές το άτομο πιστεύει ότι δεν μπορεί να τα ελέγξει και να τα αντιμετωπίσει και ίσως πιστέψει ότι κάτι κακό συμβαίνει με το σώμα του ή ότι μπορεί να πεθάνει. Μετά από μία κρίση πανικού το άτομο νιώθει εξαντλημένο και εξουθενωμένο και είναι αναμενόμενο να ανησυχεί μήπως εμφανιστεί ξανά μία κρίση πανικού. Η ανησυχία αυτή πολλές φορές περιγράφεται και ως άγχος αναμονής.

Σε πολλές περιπτώσεις οι κρίσεις πανικού συνοδεύονται και από αγοραφοβία ως μία προσπάθεια του ατόμου να μειώσει τις πιθανότητες επανεμφάνισης κρίσεων.

Με τον όρο αγοραφοβία περιγράφεται ο φόβος και το έντονο άγχος του ατόμου να βρίσκεται σε μέρη ή καταστάσεις και από όπου το άτομο πιστεύει ότι η διαφυγή μπορεί να είναι δύσκολη ή μπορεί να μην υπάρχει η δυνατότητα βοήθειας στην περίπτωση που εκδηλώσει κρίση πανικού.

Το άτομο που έχει εμφανίσει αγοραφοβία φοβάται να βγει μόνο του έξω από το σπίτι, να μείνει μόνο του μέσα στο σπίτι, να ταξιδέψει με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, να σταθεί σε μία ουρά, να μπει σε τούνελ, να περάσει πάνω από γέφυρα, να πάει στο κινηματογράφο ή στο θέατρο ή σε μέρη όπου υπάρχει πολύς κόσμος κ.α. Κάποια άτομα διαπιστώνουν ότι όταν έχουν μαζί τους κάποιο άλλο άτομο δεν φοβούνται να βρεθούν σε καταστάσεις ή μέρη που όταν είναι μόνα τους τα αποφεύγουν.
Το άτομο μπορεί να έχει τα συμπτώματα της αγοραφοβίας για πολλά χρόνια χωρίς απαραίτητα να εκδηλώνει κρίσεις πανικού. Η λειτουργικότητα του ατόμου επηρεάζεται ανάλογα με την σοβαρότητα της αγοραφοβίας. Εξαιτίας των κρίσεων πανικού και της αγοραφοβίας πολλά άτομα δεν εργάζονται, δεν διασκεδάζουν, δεν κάνουν τα ψώνια τους.
Επίσης πολλά άτομα αποφεύγουν εντελώς δραστηριότητες οι οποίες αυξάνουν τον καρδιακό ρυθμό (όπως ο αθλητισμός ή η σεξουαλική δραστηριότητα) από φόβο μήπως προκληθεί κρίση πανικού. Συχνά οι κοινωνικές επαφές των ατόμων που εμφανίζουν κρίσεις πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία περιορίζονται στο ελάχιστο και οι διαπροσωπικές τους σχέσεις διαταράσσονται.
Οι ίδιοι νιώθουν ότι οι άλλοι δεν τους καταλαβαίνουν και τα άτομα που αναλαμβάνουν την φροντίδα τους νιώθουν μπερδεμένα και ανίκανα να βοηθήσουν. Πολύ συχνά τα άτομα που εκδηλώνουν κρίσεις πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία αισθάνονται λύπη, στεναχώρια, απογοήτευση, θυμό, ντροπή, αδυναμία, απελπισία.
Πιστεύουν ότι δεν θα έπρεπε να τους συμβαίνει κάτι τέτοιο και πολλές φορές πιστεύουν ότι τα συμπτώματα αυτά είναι το ξεκίνημα μίας σοβαρής διανοητικής και ψυχικής αρρώστιας. Τα έντονα δυσάρεστα συναισθήματα που βιώνει το άτομο αλλά και οι σκέψεις που κάνει πολλές φορές το εμποδίζουν να ζητήσει βοήθεια για τα συμπτώματά του με αποτέλεσμα να ταλαιπωρείται για πολλά χρόνια.

Υπολογίζεται ότι 2% - 4% του γενικού πληθυσμού θα εμφανίσει Διαταραχή Πανικού κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωής του και από αυτούς το 1/3 έως και το 1/2 θα εκδηλώσει και αγοραφοβία. Οι έρευνες υπολογίζουν επίσης ότι το 50% των ατόμων που έχουν εκδηλώσει Διαταραχή Πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία είναι πιθανό να εμφανίσει και κατάθλιψη.

Το γνωσιακό συμπεριφοριστικό μοντέλο για την Διαταραχή Πανικού και την Αγοραφοβία

Τα τελευταία χρόνια η γνωσιακή συμπεριφοριστική παρέμβαση για την αντιμετώπιση της Διαταραχής Πανικού και της Αγοραφοβίας θεωρείται ως η θεραπεία εκλογής καθώς φαίνεται από τις έρευνες ότι έχει πολλή μεγάλη αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση της διαταραχής και μειώνει σε μεγάλο βαθμό την πιθανότητα επανεμφάνισής της.

Το γνωσιακό συμπεριφοριστικό μοντέλο θεραπείας πρεσβεύει τρεις βασικές αρχές:
1/ ο τρόπος σκέψης επηρεάζει τα συναισθήματα και την συμπεριφορά
2/ ο τρόπος σκέψης είναι αποτέλεσμα μάθησης και επομένως μπορεί τροποποιηθεί
3/οι αλλαγές στον τρόπο σκέψης μπορούν να επιφέρουν τις επιθυμητές αλλαγές στο συναίσθημα και στην συμπεριφορά.

Στόχος της παρέμβασης είναι ο ίδιος ο θεραπευόμενος να γίνει ο θεραπευτής του εαυτού του ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει με λειτουργικό τρόπο μελλοντικές στρεσογόνες καταστάσεις.

Το μοντέλο έχει ψυχοεκπαιδευτικό χαρακτήρα και ο θεραπευτής γίνεται κατά κάποιο τρόπο ο «εκπαιδευτής» του θεραπευόμενου ο οποίος τον ενημερώνει για την φύση της διαταραχής του, πώς αυτή εμφανίζεται, πώς εκδηλώνεται και πώς συντηρείται.
Ο θεραπευτής και ο θεραπευόμενος θέτουν τους στόχους της θεραπείας από κοινού και επιλέγουν τις τεχνικές που είναι κατάλληλες και πιο αποτελεσματικές για την αντιμετώπιση της διαταραχής του θεραπευόμενου. Ο θεραπευόμενος ενημερώνεται για τον τρόπο με τον οποίο οι τεχνικές που καλείται να εφαρμόσει, θα τον βοηθήσουν.

Όσον αφορά την Διαταραχή Πανικού και την Αγοραφοβία το γνωσιακό συμπεριφοριστικό μοντέλο θεραπείας υποστηρίζει ότι κρίση πανικού προκαλείται επειδή ενεργοποιείται ο βιολογικός μηχανισμός της «φυγής ή πάλης».
Ο βιολογικός αυτός μηχανισμός ενεργοποιείται όταν το άτομο έχει να αντιμετωπίσει μία απειλητική κατάσταση όπως για παράδειγμα να τρέξει γρήγορα στο απέναντι πεζοδρόμιο όταν έρχεται καταπάνω του ένα αυτοκίνητο με υπερβολική ταχύτητα.
Η ενεργοποίηση του μηχανισμού της «πάλης ή φυγής» βιολογικά είναι η έκκριση αδρεναλίνης από το συμπαθητικό νευρικό σύστημα με αποτέλεσμα η καρδιά μας να αρχίσει να χτυπά δυνατά ώστε να παρέχεται περισσότερο οξυγόνο στους ιστούς, οι μύες μας σφίγγουν επειδή μεταφέρεται εκεί περισσότερο αίμα το οποίο μειώνεται από τα άκρα με αποτέλεσμα να νιώθουμε τα άκρα μας παγωμένα, ο ρυθμός της αναπνοής μας επιταχύνεται ώστε ο οργανισμός μας να διοχετεύεται με περισσότερο οξυγόνο και για αυτό το λόγο μπορεί να αισθανόμαστε ζάλη και πόνο στο στήθος, διαστέλλονται οι κόρες των ματιών μας με αποτέλεσμα την ευαισθησία στο φως και ιδρώνουμε ώστε να διατηρηθεί σε σταθερό επίπεδο η θερμοκρασία του σώματός μας.

Η ενεργοποίηση αυτού του μηχανισμού μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την απειλή.
Πολλές φορές όμως η ενεργοποίηση αυτή συμβαίνει χωρίς να υπάρχει πραγματικός κίνδυνος αλλά επειδή το άτομο ερμήνευσε με καταστροφικό - απειλητικό τρόπο ένα ουδέτερο ερέθισμα.
Σε αυτή την περίπτωση τα σωματικά συμπτώματα βιώνονται από το άτομο ως πολύ ενοχλητικά και μπορεί να ερμηνευτούν εσφαλμένα ως απειλητικά με αποτέλεσμα αυτή η απειλητική ερμηνεία να αυξήσει την πιθανότητα μίας νέας κρίσης πανικού.
Δημιουργείται έτσι ένας φαύλος κύκλος όπου ένα σωματικό σύμπτωμα (όπως η ταχυκαρδία) ερμηνεύεται με έναν απειλητικό τρόπο, αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται το άγχος και ο φόβος του ατόμου τα οποία με την σειρά τους αυξάνουν τα σωματικά συμπτώματα (η καρδιά χτυπά πιο δυνατά, αυξάνεται ο ρυθμός της αναπνοή κ.τ.λ.) με αποτέλεσμα να γίνονται πιο απειλητικές οι σκέψεις που κάνει το άτομο (θα πεθάνω, τρελαίνομαι).
Οι κρίσεις πανικού σύμφωνα με το γνωσιακό συμπεριφοριστικό μοντέλο αφενός εκδηλώνονται εξαιτίας των απειλητικών σκέψεων που κάνει το άτομο αφετέρου συντηρούνται και από τις συμπεριφορές αποφυγής.

Η αγοραφοβία αντιμετωπίζεται ως συμπεριφορά αποφυγής επειδή το άτομο αποφεύγει να έρθει σε επαφή με καταστάσεις τις οποίες εσφαλμένα τις έχει ερμηνεύσει ως απειλητικές (επειδή υπάρχει περίπτωση να εμφανίσει μία κρίση πανικού).
Η αποφυγή αυτή όμως αν και βραχυπρόθεσμα ανακουφίζει το άτομο, μακροπρόθεσμα ενισχύει τον φόβο του, αυξάνει το άγχος του και του «επιβεβαιώνει» τις απειλητικές του σκέψεις. Επιπλέον αυξάνει τα αρνητικά συναισθήματα του ατόμου και του δημιουργεί την αίσθηση της ευαλωτότητας.

Η θεραπεία έχει ως στόχο το άτομο να μάθει να διαχειρίζεται αποτελεσματικά τις κρίσεις πανικού και σταδιακά να αυξήσει τις δραστηριότητές του. Αρχικά το άτομο ενημερώνεται για το τι είναι η Διαταραχή Πανικού και για την φύση των συμπτωμάτων που εμφανίζει το άτομο.

Είναι πολύ σημαντικό το άτομο να συνειδητοποιήσει ότι η κρίση πανικού δεν είναι επικίνδυνη και ότι μπορεί να την αντέξει αν και είναι επώδυνη. Στην συνέχεια ενημερώνεται για τον ρόλο και τις συνέπειες των αποφυγών και σταδιακά να έρχεται σε επαφή με τις καταστάσεις που αποφεύγει.
Εκπαιδεύεται σε τεχνικές χαλάρωσης και μαθαίνει να εντοπίζει τις απειλητικές καταστροφικές σκέψεις που κάνει και να τις αντικαθιστά με άλλες πιο λειτουργικές. Κατά την διάρκεια όλης της θεραπείας γίνεται αξιολόγηση ώστε να καταγράφεται η πορεία της θεραπείας.

Πολλά άτομα πιστεύουν ότι δεν μπορούν να θεραπευτούν από τις κρίσεις πανικού και αυτή η πεποίθηση εμποδίζει την θεραπεία. Ωστόσο από έρευνες φαίνεται ότι το 80% των ατόμων με διαταραχή πανικού σημείωσε σημαντική και διαρκή βελτίωση έχοντας εφαρμόσει τις γνωσιακές συμπεριφοριστικές τεχνικές.
Φαίνεται επίσης ότι τα άτομα τα οποία έχουν εφαρμόσει την γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία για την αντιμετώπιση των κρίσεων πανικού και της αγοραφοβίας μπορούν καλύτερα και πιο αποτελεσματικά να διαχειριστούν και στο μέλλον ανάλογα συμπτώματα.

Πηγές
Barlow, D. H. (1993) Clinical Handbook of Psychological Disorders, N.Y.: The Guilford Press.

Craighead, L.D., Graighead,W.E., Kazdin, A. & Mahoney, M.J. ( 1994) Cognitive and Behavioral Interventions, N.Y.: Allyn & Bacon.

Καλπάκογλου, Θ. (1997) «Άγχος και πανικός: Γνωσιακή θεωρία και θεραπεία», Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More