17 Νοε 2016

Η επέτειος είναι η αφορμή φίλε μου.

Έλα στην διαδήλωση κοίτα στα μάτια  τον διπλανό σου.
Στα μάτια όχι στο σημαιάκι η την κονκάρδα και πες του:
«Δεν πάει άλλο  αδερφέ ! έλα να το τραβήξουμε  μέχρι τέρμα».
Διαφορετικά μείνε με το κοντάρι της σημαίας σου και βάλτο στον κώλο σου, αφού έτσι κι αλλιώς η διάλυση του λαού σε αντίπαλα τεταρτημόρια εκεί θα μας πάει.

του Γιάννη Αθανασιάδη
Το πανηγυράκι του πολυτεχνείου σχόλασε μαζί με τους επετειολάγνους  lifestyle νεολαίους – επαναστάτες  και την γερουσία με τα παράσημα του «πολίτμπιρο των αντιστασιακών», κρεμασμένα μέχρι τα ’ρχίδια τους .
«Ήρθα να πάρω λίγη επανάσταση με γύρο και τζατζίκι … Α! και ένα βιβλίο του Κοέλιο από τους πάγκους για κουλτούρα».
Έτσι είναι δυστυχώς.
Η γενιά του πολυτεχνείου ευνούχισε γλυκά, με κοφτερό νυστέρι από βόλεμα, μίζα και δημοσιοϋπαλληλίκι τα παιδιά της.
(Οι πραγματικοί αγωνιστές έμειναν ανώνυμοι και ταπεινοί στο περιθώριο της ιστορίας).
Τώρα θα σβήσουν και τα τελευταία κεράκια μαζί με Δαμανάκιους και Ανδρουλάκιους λόγους, ενώ παραπίσω θα μείνουν κάτι άσχετοι ασφαλίτες για να συνεχίσουν τις επετειακές ανταλλαγές μολότοφ και κρότου λάμψης με τα μανιοκαταθλιπτικά παιδιά των ΜΑΤ.
Παρ όλα αυτά, πρέπει να είμαστε όλοι στην πορεία!
Τώρα θα μου πεις ποιος ο λόγος να βρεθώ εκεί;
Η αφορμή φίλε μου, η αφορμή … Καμία σχέση με την αιτία.
Το αγοράκι που έπαιζε τον αντιστασιακό με το σουβλάκι, είναι τώρα γονιός και άνεργος.
Η γκομενίτσα που στην πορεία τσίριζε «μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι» και μετά γύριζε σπίτι, αφού περνούσε μια βόλτα από τον Hondos για να φορτώσει μια τσάντα με καλλυντικά, είναι τώρα στο ταμείο του σουπερμάρκετ  και την πηδάνε για 370€ μηνιάτικο, που δεν φτάνουν ούτε για τις κομπρέσες στον πιασμένο αυχένα και τη μέση, απ το ξεκώλιασμα  στη δουλειά.
Ο πασοκοσυνδικάλας που έτρεχε στην πορεία με τη ντουντούκα στα μπλοκ της ΑΔΕΔY για μια προαγωγή, είναι τώρα ξεδοντιασμένος με μια  σύνταξη  κομμένη και δεν του φτάνει για εκείνες τις  εμφυτεύσεις, ( είναι βλέπεις και ο γιος που γύρισε σπίτι μια και δεν τα ‘βγαζε πέρα, μα τρέχει και εκείνο το δάνειο…).
Η αφορμή φίλε μου, η αφορμή …
Η αφορμή να σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και η μάζα να γίνει λαός !
Λαός που συνειδητοποιεί την δύναμή του και τα σπάει όλα. Που μαθαίνει να διεκδικεί δυναμικά. Που αντιλαμβάνεται  το χαλάρωμα του σφιγκτήρα που παθαίνουν όλοι αυτοί οι γλοιώδεις των εδράνων, μόλις νιώσουν την καυτή του ανάσα.
Δεν υπάρχει ελευθερία χωρίς υποκείμενο, ούτε ιδέες, ούτε αξίες.
Η αφορμή φίλε μου, η αφορμή …
Η αφορμή για να οδηγηθεί η ιστορία από την ανάγκη.
Να πάρει ο λαός τα πράγματα στα χέρια του.
Να βγάλει απ τα σπλάχνα του ηγέτες κι όχι σωτήρες.
Φτάνει πια με τους σωτήρες!
Να πάνε να γαμηθούν οι σωτήρες ΟΛΟΙ! Εθνικοί – Ταξικοί – θρησκευτικοί – οικονομικοί – στρατιωτικοί  ΟΛΟΙ!!!
Έχουν πείσει τους λαούς ότι η πολιτική είναι μόνο για τους ειδικούς, τους αρίστους, τους σοφούς, κι ο λαός  μετρά  τα ντοκτορά, του Γιωργάκη, του Σαμαρά του Βενιζέλου και λέει «μα δεν μπορεί τόσα κιλά χαρτούρα με Χάρβαρντ, Κέιμπριτζ, Γέιλ . Σίγουρα είναι ικανοί ηγέτες»
Κακομοίρηδες! Τα ΜΜΕ σας ταΐζουν την μαλακία με τις κουτάλες.
Έλα στην διαδήλωση κοίτα στα μάτια  τον διπλανό σου.
Στα μάτια όχι στο σημαιάκι η την κονκάρδα και πες του:
«Δεν πάει άλλο  αδερφέ ! έλα να το τραβήξουμε  μέχρι τέρμα».
Διαφορετικά μείνε με το κοντάρι της σημαίας σου και βάλτο στον κώλο σου, αφού έτσι κι αλλιώς η διάλυση του λαού σε αντίπαλα τεταρτημόρια εκεί θα μας πάει.
Ήταν την Πέμπτη , τη δεύτερη νύχτα , όταν αρκετοί από μας ανακαλύψαμε την αίθουσα τελετών της πρυτανείας στο κεντρικό κτίριο της Αρχιτεκτονικής. Εκεί είχε παχύ χαλί στο δάπεδο πολύ ωραίο για ύπνο. Στο κέντρο της αίθουσας ένα πιάνο. Στη μέση της νύχτας προς το ξημέρωμα ήλθε ο Μαρκόπουλος. Του ζητήσαμε να παίξει στο πιάνο. Έπιασε αυτό το τραγούδι. «Σβήστε ξεχάστε τις λέξεις μάνα πατέρα αδερφός αδερφή … και κείνος που σωπαίνει θα χαθεί θα χαθεί … παπαντοπ παπαντοπ ντοπ ντοπ» Αρχίσαμε όλοι να επαναλαμβάνουμε τα λόγια καθισμένοι γύρω του. Έμοιαζε με τη σκηνή από το πρόσφατο τότε «φράουλες και αίμα» με το τραγούδι του Λένον και το ρεφραίν «all we are saying please give peace a chance» Είχαμε δει την ταινία όλοι μας και είχαμε επηρεαστεί.
Το συγκεκριμένο βίντεο αναπαριστά εκείνη τη νύχτα αλλά με μια διαφορά. Δεν φωνάζαμε τόσο πολύ και το λέγαμε σε πιο αργό τέμπο.


Ο δίσκος αυτός του Γιάννη Μαρκόπουλου είναι ένα μουσικό ιστόρημα που περιγράφει με μοναδικό τρόπο επιλεγμένες στιγμές της Ελληνικής ιστορίας από π.Χ. μέχρι το 1946.
Γράφτηκε το 1969, την περίοδο της Χούντας και λογοκρίθηκε. Στην επανέκδοσή του σε CD συμπληρώθηκαν και τα τραγούδια που είχαν αφαιρεθεί στην αρχική LP έκδοση. Θεωρείται σταθμός στην εργογραφία του συνθέτη, γιατί σηματοδοτεί την αρχή της συνεργασίας του με τον αξέχαστο Νίκο Ξυλούρη.
Το «Χρονικό» πραγματικά συντάραξε τον κόσμο τότε τόσο με τη μουσική του όσο και με τους ρωμαλέους και αλληγορικούς στίχους του. Έδωσε δύναμη στους φοιτητές και γενικότερα στους νέους ανθρώπους, να αγωνιστούν ενάντια στη δικτατορία. Στιχουργός ήτανε ο γνωστός κριτικός του θεάτρου Κώστας Γεωργουσόπουλος που υπέγραφε με το ψευδώνυμο Κ.Χ. Μύρης, για ευνοήτους λόγους.
Εκτός από τον αξεπέραστο Ξυλούρη, στο δίσκο τραγουδάει και η Μαρία Δημητριάδη, αλλά και ο ίδιος ο συνθέτης. Εκτός από τα κλασικά όργανα, ο συνθέτης χρησιμοποιεί Κρητική λύρα, Ηπειρώτικα κλαρίνα και Αιγαιοπελαγίτικο σαντούρι.
Πίσω από το «χρονικό», την αναφορά, δηλαδή, σε συγκεκριμένες στιγμές και εποχές της ελληνικής ιστορίας, σε μια δεύτερη ανάγνωση αναδύονται μηνύματα τα οποία λειτούργησαν συνθηματικά και ανατρεπτικά στο ακροατήριο της εποχής της επταετίας.
Ίσως η μεγάλη απήχηση που είχε το έργο να οφείλεται και σε αυτόν τον παράγοντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι στίχοι από το τραγούδι «π.Χ. (ο γίγαντας)» που αναφέρονται στο μύθο του Προμηθέα αλλά μπορούν να ερμηνευτούν και διαφορετικά: «γεμίσανε τα φυσερά λυτρωτικό αγέρα / κατέβηκεν ο γίγαντας μ’ ένα δαδί στο χέρι / έριξε φώτα στις σπηλιές…» και παρακάτω «πρωί πρωί τον πιάσανε τον γίγαντα και πάνε…». Όμοια π.χ. το τραγούδι 1940 και οι στίχοι «Πόσα χρόνια δίσεκτα μέσα σε μιαν ώρα / βάσταξες αδάκρυτη Μάνα Παναγιά / Πόσα βόλια σπείρανε, γιε μου, σε μιαν ώρα / και σε μαρμαρώσανε στην ξερολιθιά…» – «…μέρα αναστάσιμη κι ο λαός θα παίζει / τα πολλά τραγούδια του για την λευτεριά».
1. Πρώτο μέρος, Ορχήστρα
2. Ο γίγαντας (π.Χ.), Νίκος Ξυλούρης
3. Στους χρόνους της καταστροφής (1922), Μαρία Δημητριάδη
4. Στη Νέα Σμύρνη μια γριά, Νίκος Ξυλούρης
5. Αρχάγγελος, Μαρία Δημητριάδη
6. Πόσα χρόνια δίσεχτα, μέσα σε μιαν ώρα (1940), Νίκος Ξυλούρης
7. Ήταν ο τόπος μου βράχος και χώματα (1944), Νίκος Ξυλούρης
8. Ο γεροδάσκαλος, Μαρία Δημητριάδη
9. Καφενείον Η ΕΛΛΑΣ (1950), Μαρία Δημητριάδη
10. Το λιονταρόπουλο, Μαρία Δημητριάδη
11. Πώς να τραγουδήσω, Νίκος Ξυλούρης
12. Πρόζα, Κ.Χ. Μύρης
13. Μια νύχτα στα Μεσόγεια, Γιάννης Μαρκόπουλος
14. Σαν τέλειωσε ο πόλεμος (1945), Γιάννης Μαρκόπουλος
15. Τελευταίο μέρος, Ορχήστρα & Πλήθος

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More