19 Νοε 2016

Βαλκανικό Ισλάμ και δυτικές φαντασιώσεις

by , and
Το δυτικό βλέμμα απέναντι στα Βαλκάνια πάντα στεκόταν απορημένο μπροστά στις πολιτισμικές διαφορές που δεν επιτρέπουν τον εύκολο «εξευρωπαϊσμό» τους. Η μονοσήμαντη ένταξη του βαλκανικού Ισλάμ στον χώρο της μουσουλμανικής «μετριοπάθειας» αποτελεί ακόμη μία έκφραση αυτού του υπεραπλουστευτικού βλέμματος της Δύσης.
Το δυτικό βλέμμα έχει σημαδευτεί από τη διαρκή βούληση να αναζητηθεί στη Νοτιοανατολική Ευρώπη ένα Ισλάμ ριζικά διαφορετικό από εκείνο που εφαρμόζεται στην υπόλοιπη «ούμα». Στην πραγματικότητα, αυτός ο πειρασμός δεν είναι κάτι καινούργιο. Μπορούμε ήδη να τον διακρίνουμε στον κομβικό ρόλο που αναγνώρισε η αλβανική εθνική αφήγηση στους Μπεχτασήδες. Η τάση να διαχωρίζεται ο μπεχτασισμός από το σουνιτικό Ισλάμ εντάθηκε ακόμα περισσότερο από τον προσανατολισμένο στην αυτάρκεια αυταρχικό κομμουνισμό του Εμβέρ Χότζα, τουλάχιστον μέχρι την απαγόρευση κάθε θρησκευτικής πρακτικής το 1967. Έτσι, ο μπεχτασισμός είχε μετατραπεί σε ένα είδος εθνικής θρησκείας, πόσο μάλλον που η παγκόσμια διοίκηση αυτής της εξαιρετικά συγκεντρωτικής αδελφότητας είχε αναδιπλωθεί το 1927 στα Τίρανα, μετά την απαγόρευση των ταγμάτων σούφι στην Τουρκία από τον Κεμάλ Ατατούρκ (1). Στην πραγματικότητα, οι αδελφότητες διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην σφυρηλάτηση της αλβανικής εθνικής ταυτότητας. Μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, οι απόπειρες για την ανασυγκρότηση μιας μπεχτασικής ιεραρχίας εντελώς διαχωρισμένης από την ισλαμική κοινότητα έχουν αποτύχει: κατά την απογραφή του 2011, μόνο το 2,09% των Αλβανών δήλωσε μπεχτασί.
Η πολιορκία του Βελιγραδίου από τον Μωάμεθ Β΄ το 1456. Εικονογράφηση από το "Βιβλίο του Σουλεϊμάν", 1558 (Βιβλιοθήκη Μουσείου Τοπκαπί, Κωνσταντινούπολη).
Η πολιορκία του Βελιγραδίου από τον Μωάμεθ Β΄ το 1456. Εικονογράφηση από το “Βιβλίο του Σουλεϊμάν”, 1558 (Βιβλιοθήκη Μουσείου Τοπκαπί, Κωνσταντινούπολη).
Οι δερβίσηδες και οι πιστοί του σουφικού Ισλάμ συχνά θεωρούνται υποδείγματα ανεκτικότητας, τη στιγμή που η συγκρότηση και η ακτινοβολία των μεγάλων αδελφοτήτων στα Βαλκάνια είναι αξεδιάλυτα συνυφασμένη με τον οθωμανικό στρατό (παραδοσιακά, τα μέλη των γενίτσαρων ήταν μπεχτασήδες). Επιπλέον, οι αδελφότητες –και ιδιαίτερα οι ισχυρότατοι Νακσμπαντήδες ήταν οι τελευταίοι οπαδοί του χαλιφάτου και αντιτάχθηκαν στο σχέδιο του Κεμάλ Ατατούρκ για μια σύγχρονη και κοσμική Τουρκία. Στην πραγματικότητα, το σουφικό Ισλάμ είχε ανέκαθεν δύο πρόσωπα: ένα μυστικιστικό, ετερόδοξο και πάντα πρόθυμο για εξέγερση και ένα άλλο, στρατιωτικό και κοντινό στην εξουσία, το οποίο δεν συναντάμε στην Αφρική ή στην Τουρκία. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η αδελφότητα των Νακσμπαντήδων γνώρισε μετά τη λήξη του πολέμου μια θεαματική αναγέννηση στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, προσελκύοντας στελέχη του στρατού και του κόμματος SDA του πρώην προέδρου Ιζετμπέκοβιτς. Έτσι, το προσκύνημα των σούφι στην Ατζβατοβίτσα (2) θεωρείται εκδήλωση πατριωτισμού και οι συχνές επισκέψεις σε έναν μουσουλμανικό τόπο λατρείας συχνά ευνοούν την καριέρα στο κόμμα ή την προαγωγή στη δημόσια διοίκηση.
Τη δεκαετία του 1990, η επιθυμία να θεωρηθεί το Ισλάμ των Βαλκανίων ως κάτι διαφορετικό ανταποκρινόταν σε πολύ συγκεκριμένες πολιτικές απαιτήσεις: η σύγκρουση στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη συνέπεσε με τον εμφύλιο πόλεμο στην Αλγερία και –για ορισμένους Γάλλους διανοούμενους που αντιλαμβάνονται τον κόσμο λιγότερο ως ένα σύνολο πραγματικοτήτων που πρέπει να αποκρυπτογραφηθούν και περισσότερο ως μια αλληλοδιαδοχή «δίκαιων σκοπών» που θα πρέπει να υπερασπιστούν ήταν πολύ βολικό να αντιπαρατεθεί ένα «καλό Ισλάμ» στο «κακό Ισλάμ». Εκστασιάζονταν βλέποντας τους Βόσνιους –με την αδιαμφισβήτητη μουσουλμανική παράδοση να πίνουν οινοπνευματώδη, λες και κανένας Τούρκος δεν έχει πιει ώς τώρα ένα ποτηράκι ρακί! Εν μέρει λόγω της σύγχυσης μεταξύ της «μουσουλμανικής» εθνικής ταυτότητας και της θρησκευτικής πίστης, έβρισκαν εξαιρετικά «μοντέρνους» τους Μουσουλμάνους που δεν τηρούσαν το τυπικό της θρησκείας τους, κάπως σαν να έπρεπε να εκπλήσσεται κανείς βλέποντας Γάλλους βαπτισμένους Καθολικούς να τρώνε κρέας την Παρασκευή.
Η πραγματικότητα της διαδικασίας εκκοσμίκευσης που είχε δρομολογηθεί από τον γιουγκοσλαβικό κομμουνισμό δεν άφηνε να γίνει αντιληπτή η ύπαρξη του Ισλάμ σε μια μερίδα του πληθυσμού, καθώς επίσης και η αναγέννηση της θρησκευτικής πρακτικής που επέφερε η διάλυση του σοσιαλιστικού κράτους και ο πόλεμος. Οι Βόσνιοι Μουσουλμάνοι μετατράπηκαν έτσι σε αρχέτυπο του Μουσουλμάνου που είχε απελευθερωθεί από την τήρηση του τελετουργικού της θρησκείας του, σε μοντέλο που μπορούσε να αντιταχθεί στον πειρασμό του ριζοσπαστισμού που έκανε θραύση στο σύνολο του μουσουλμανικού κόσμου. Όμως, κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, αρκετοί νεαροί Μουσουλμάνοι των Βαλκανίων στρατεύθηκαν στο παγκόσμιο τζιχάντ. Εκτιμάται ότι στη Συρία υπάρχουν περισσότεροι από 800 (3).
Αυτή η ιδεολογική κατασκευή παραπέμπει στις ίδιες τις αβεβαιότητες του δυτικού βλέμματος όσον αφορά τα Βαλκάνια. Ακολουθώντας το πνεύμα των έργων του Έντουαρντ Σαΐντ για τον οριενταλισμό, η Βουλγάρα ανθρωπολόγος Μαρία Τοντόροβα δημιούργησε τον όρο «βαλκανισμός» (4). Υποστηρίζει ότι, ενώ η Ανατολή, όπως την φαντάζεται η Ευρώπη, αποτελεί έναν «μη-τόπο», μια ουτοπία που χρησιμεύει για την προβολή των Δυτικών φαντασιώσεων, τα Βαλκάνια –ακριβώς επειδή δημιουργούν μια ζώνη «μαξιλάρι» ανάμεσα στην Ανατολή και στην Δύση ανήκουν στην σφαίρα του πραγματικού, ενός πραγματικού το οποίο η Δύση-Δημιουργός προσπαθεί εδώ και δύο αιώνες να ελέγξει και να διαμορφώσει. Η ιδέα του «εξευρωπαϊσμού των Βαλκανίων», που προβάλλεται από τα τέλη του πολέμου στο Κόσσοβο (1995) (5) ως ιδεολογικό υπόστρωμα της ευρωπαϊκής διαδικασίας ενοποίησης, δεν είναι τίποτε άλλο από την τελευταία εκδοχή αυτής της μακράς παράδοσης. Υποτίθεται ότι η ευρωπαϊκή σύγκλιση θα οδηγήσει στην αλλαγή των βαλκανικών κοινωνιών, οι οποίες υποτίθεται ότι θα εγκαταλείψουν σταδιακά ορισμένα χαρακτηριστικά τους που θεωρούνται πολιτισμικά (κακή διακυβέρνηση, διαφθορά, πειρασμός για αυταρχική εκτροπή ή μια κάποια τάση για αταξία). Ορισμένοι προχωράνε ακόμα μακρύτερα. Για τον συγγραφέα Ισμαήλ Κανταρέ (6), οι Αλβανοί, προκειμένου να διατρανώσουν την ευρωπαϊκή ταυτότητά τους, θα έπρεπε να απαρνηθούν τη μουσουλμανική πίστη και να επιστρέψουν στον καθολικισμό των πολύ μακρινών προγόνων τους.
Μέσα από αυτές τις σχηματικές απόψεις για τον κόσμο, το Ισλάμ και η Ορθοδοξία που κληροδότησε το Βυζάντιο εκλαμβάνονται ως πολιτισμικά χαρακτηριστικά μιας αρνητικής ετερότητας. Ωστόσο, το Ισλάμ εξακολουθεί να αποτελεί έναν καθοριστικό παράγοντα στα Βαλκάνια. Ποιο ρόλο όμως θα πρέπει να του αναγνωρίσει το βλέμμα μιας Δύσης όπου κυριαρχούν τα ισλαμοφοβικά ρεύματα; Η ιδέα ενός «ευρωπαϊκού Ισλάμ» ανταποκρίνεται ακριβώς σε αυτήν την πρόκληση επιτρέποντάς μας να φανταστούμε στα –επιτέλους «ευρωπαϊκά» Βαλκάνια ένα Ισλάμ «υπόδειγμα». Όμως, οι πραγματικότητες του Ισλάμ που βιώνεται στα Βαλκάνια είναι φυσικά πολύ πιο σύνθετες από το απλουστευτικό δίπολο «ριζοσπαστισμός-μετριοπάθεια». Το συγκεκριμένο Ισλάμ θα συνεχίσει να συγκλονίζεται από τις αντιφάσεις και τις εντάσεις που επηρεάζουν το σύνολο του μουσουλμανικού κόσμου, ενώ ταυτόχρονα θα διατηρεί τον πλούτο που του προσφέρει η ιδιαίτερη ιστορία του.
[]
ΕΝΘΕΤΟ
Ο μουσουλμανικός πληθυσμός στα Βαλκάνια σήμερα
Οι Μουσουλμάνοι πλειοψηφούν σε ορισμένες περιοχές της Βαλκανικής Χερσονήσου. Κατάγονται κατά κύριο λόγο από πληθυσμούς που προσηλυτίστηκαν σε ένα μακρινό παρελθόν, την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις παρουσιάζουν σημαντικές αποκλίσεις, καθώς οι απογραφές συχνά αμφισβητούνται. Πράγματι, στην Αλβανία το 13% του πληθυσμού δεν συμμετείχε στην απογραφή του 2011 και το 20% του βουλγαρικού πληθυσμού δεν συμπλήρωσε τη στήλη του θρησκεύματος. Εξάλλου, στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο, η έννοια του «Μουσουλμάνου» αναφερόταν σε μια «εθνικότητα» και όχι σε ένα θρήσκευμα.
Εκτός από την Τουρκία που συμμετείχε το 1969 στην ίδρυση του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας (OCI), στον οργανισμό συμμετέχει η Αλβανία από το 1994, ενώ η Βοσνία και η Σερβία έχουν το καθεστώς του παρατηρητή. Στις 27 Μαΐου του 2015, ο OCI κάλεσε τα 57 κράτη μέλη του να εξετάσουν το ενδεχόμενο της αναγνώρισης της ανεξαρτησίας του Κοσόβου. Πολλές αραβικές χώρες απέφυγαν να το πράξουν για να αποφύγουν ενδεχόμενη αμφισβήτηση των δικών τους συνόρων
[]
ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ
Μπεχτασήδες: Αδελφότητα η οποία ιδρύθηκε από τον Χατζή Μπεχτάς Βελή (1209-1271) στην Ανατολία. Καθώς χαρακτηρίζεται από ισχυρό συγκεντρωτισμό, αποτελεί μοναδική περίπτωση στο Ισλάμ. Από το 1927 διαθέτει ένα παγκόσμιο κέντρο στα Τίρανα, με επικεφαλής τον «kryegjysh», τον παγκόσμιο «παππού».
Βογόμιλοι: Χριστιανικό κίνημα που εμφανίστηκε στη Βουλγαρία τον 10ο αιώνα. Αποσκοπούσε στην καθιέρωση μιας ασκητικής και εξισωτικής κοινωνίας, στηριγμένης στο Ευαγγέλιο. Εξαπλώθηκε σε μεγάλο τμήμα των Βαλκανίων και, ερχόμενο σε αντίθεση με την επίσημη Εκκλησία, αποτελούσε μέσο έκφρασης της δυσαρέσκειας της τάξης των αγροτών. Θεωρήθηκε αίρεση από την Σύνοδο του Τάρνοβο (1211), δεν δεχόταν τα ιερά μυστήρια και πίστευε στον δυϊσμό, σε έναν σκοτεινό Θεό που μάχεται ενάντια στον καλό Θεό.
Δερβίσηδες: Στην περσική, κυριολεκτικά, η λέξη σημαίνει «φτωχός», «ζητιάνος». Μέλος μιας μυστικιστικής αδελφότητας. Οι δερβίσηδες είναι επίσης γνωστοί για τις εξαιρετικές ικανότητές τους στον χορό.
Μιλέτ: Μη μουσουλμανική θρησκευτική κοινότητα η οποία απολάμβανε νομικής προστασίας την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στην σύγχρονη τουρκική γλώσσα, ο όρος «milliyet» σημαίνει «έθνος».
Νακσμπαντήδες: Αδελφότητα σούφι. Ιδρύθηκε από τον Μπαχιουντιντίν Νακσμπάντ (1317-1388) που γεννήθηκε στην Μπουχάρα της Κεντρικής Ασίας. Μυστικιστικό τάγμα που χαρακτηρίζεται από αλληλεπιδράσεις του σουνιτισμού και του σιιτισμού.
Ρεΐς-ουλ-ουλεμά: Αρχηγός των ουλεμάδων, των φυλάκων της πίστης. Στην Γιουγκοσλαβική πρακτική, οι εθνικές ισλαμικές κοινότητες διοικούνται από έναν Ρεΐς-ουλ-ουλεμά.
Σαλαφισμός: Κίνημα που διακηρύσσει την επιστροφή σε ένα υποθετικό Ισλάμ των απαρχών. Διακηρύσσει την κατά γράμμα εφαρμογή του Κορανίου. Αυτός ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός απορρίπτει κάθε καινοτομία (bid’ah).
Σουφισμός: Μυστικιστικό Ισλάμ το οποίο αποτελείται από πολύ διαφορετικές αναμεταξύ τους τάσεις και θεωρείται ετερόδοξο από τους υπέρμαχους του αυστηρού και τυπολατρικού σουνιτισμού.
[]
  1. Βλ. Nathalie Clayer, «Aux origines du nationalisme albanais. La naissance d’une nation majoritairement musulmane en Europe», Karthala, Παρίσι, 2006.
  2. Το προσκύνημα, το οποίο θεωρείται ότι πραγματοποιείται από τον 15ο αιώνα, είχε απαγορευτεί από το κομμουνιστικό καθεστώς. Μετά τον πόλεμο, προσελκύει και πάλι χιλιάδες άτομα στο χωριό του Προυσάτς. Βλ. Rodolfo Toè, «Islam: l’Ajvatovica, le grand rassemblement des musulmans de Bosnie», Le Courrier des Balkans, Ιούλιος 2011.
  3. «Foreign Fighters: An updated assessment of the flow of foreign fighters into Syria and Iraq», The Soufan Group, Νέα Υόρκη, Δεκέμβριος 2015.
  4.  Maria Todorova, «Imaginaire des Balkans», Editions de l’EhESS, Παρίσι, 2011.
  5. Βλέπε Marie-Janine Calic, «Européaniser “l’autre Europe”?», «Le Monde diplomatique», Ιούλιος 1999.
  6. Ismaïl Kadaré, «La Discorde. L’Albanie face à elle-même», Fayard, Παρίσι, 2013.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More