Μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεων καταλήγει και σε συμβόλαια παραγώγων
Από τον Κώστα Οικονόμου koikonomou@kefalaio.gr
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και «λιρομανία». Γιατί, στην προσπάθεια τους να εξασφαλίσουν τα λεφτά τους, κάποια στιγμή, οι Έλληνες υπολογίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος ότι είχαν φτάσει στο σημείο να μετατρέπουν σε λίρες Αγγλίας περισσότερα από 150 κιλά χρυσού μηνιαίως. Πότε; Πέρυσι την άνοιξη, όταν η αβεβαιότητα για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας έφτανε στο peak και σε μηνιαία βάση οι εκροές από τις καταθέσεις είχαν φτάσει έως και στα 7 δισ. ευρώ, που συνιστούν επίπεδο-ρεκόρ.
Έκτοτε, η κατάσταση κάπως ηρέμησε, οι εκροές μερικώς διόρθωσαν, αλλά κυρίως η τιμή της ουγκιάς έσπασε κάθε προηγούμενο. Ωστόσο, ακόμα και τώρα, υπολογίζεται ότι σε μηνιαία βάση περί τα 80 με 90 κιλά χρυσού γίνονται λίρες. Τελευταία, μάλιστα, στην αγορά παρατηρήθηκε και το εξής επικίνδυνο φαινόμενο: Επιτήδειοι, για να εκμεταλλευτούν τη ζήτηση, διοχετεύουν στην αγορά «αλβανικές» και «βουλγαρικές» λίρες, η περιεκτικότητα των οποίων σε χρυσό δεν έχει καμία σχέση με τις «αγγλικές», αλλά αυτοί τις πωλούν ως τέτοιες, φθηνότερα, στη «μαύρη αγορά». Και κάποιοι επιμένουν να πέφτουν θύματα, όπως προκύπτει από τις καταγγελίες που γίνονται στην ΕΛΑΣ.
Ένα άλλο καταφύγιο που έχει βρεθεί είναι αυτό των γερμανικών ομολόγων.
Αρχικά, απευθύνονταν μόνο σε σοφιστικέ επενδυτές, οι οποίοι κατευθύνθηκαν προς τα εκεί κυρίως στις αρχές του 2011, με προτροπή των συμβούλων private banking. Τελευταία, όμως, απέκτησε κι αυτό έναν ακόμα πιο μαζικό χαρακτήρα. Αποτέλεσμα; Τέλη Μαΐου, και συγκεκριμένα την εβδομάδα που από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα καταγράφηκαν εκροές της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ, σε μία μόλις ημέρα στα γερμανικά ομόλογα έγινε τζίρος ενός μηνός! Με μία λέξη, επικράτησε «πανικός».
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να γίνει μια σημαντική διευκρίνιση. Όντως, στην αγορά των γερμανικών ομολόγων το συγκεκριμένο φαινόμενο έλαβε χώρα -και δεν είναι μύθος-, γιατί απλώς μετρήθηκε. Αντιθέτως, μύθος είναι ότι την προτελευταία Παρασκευή του Μαΐου από τις ελληνικές τράπεζες «έφυγαν» σε μία μέρα 1-1,3 δισ. ευρώ. Ο λόγος είναι απλός. Το σύνολο της ρευστότητας που διακινείται καθημερινά μέσω των γκισέ είναι περί τα 270 εκατ. ευρώ, γιατί τόση τους επιτρέπεται, για λόγους ασφαλείας. Οπότε, ακόμα κι αν ήθελαν να «δώσουν» περισσότερα, δεν μπορούσαν, γιατί απλώς δεν είχαν τα απαραίτητα διαθέσιμα για να το κάνουν.
Επιστρέφοντας και πάλι στα επενδυτικά καταφύγια, που από κάποια στιγμή κι έπειτα «εφευρίσκουν» οι Έλληνες για να διασφαλίσουν τις αποταμιεύσεις τους, ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει στη μόδα του τελευταίου καιρού. Σε τι συνίσταται η τελευταία; Στην τοποθέτηση σε συμβόλαια πετρελαίου, πρώτων υλών (κυρίως χαλκός, αλλά όχι μόνο) και, βεβαίως, αγροτικών προϊόντων (καλαμπόκι, φασόλια κ.λπ.). Με μία διαφορά. Όσοι ανακάλυψαν τώρα αυτές τις αγορές προειδοποιούνται ότι πάει καιρός που διαπραγματεύονται σε πολύ υψηλά επίπεδα (έχουν εξασφαλιστεί αποδόσεις έως και 80% σε διάστημα 12 μηνών), οπότε κινδυνεύουν να εγκλωβιστούν. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, επιδεικνύεται ο γνωστός «ζήλος του νεοφώτιστου», ο οποίος έχει τη συνήθη γνωστή κατάληξη. Όπως και στην περίπτωση των γερμανικών ομολόγων, οι σοφιστικέ επενδυτές είχαν μπει κι εδώ πριν από 2 χρόνια («και βάλε») και τώρα αποχωρούν.
Τέλος, υπάρχουν και οι παίκτες που εξακολουθούν να δείχνουν ενδιαφέρον για τα συμβόλαια χρυσού. Ωστόσο, είναι λίγοι, καθώς η οικονομική επιφάνεια που απαιτείται θα πρέπει να είναι μεγάλη και, όσο περνά ο καιρός, γίνονται λιγότεροι, αφού η τιμή της ουγκιάς καταγράφει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Απλώς, το ενδιαφέρον κρατούν ζωντανό κάποιες εκθέσεις που βλέπουν τη βραχυπρόθεσμη διαμόρφωσή της ακόμα πιο ψηλά και από τα 1.800 δολάρια την ουγκιά. Αυτά, βεβαίως, «βλέπουν» και οι μικροί, από την άλλη πλευρά, και εξακολουθούν με αμείωτο ρυθμό να «φτιάχνουν» λίρες. Οι οποίες αποδεικνύονται all time classic κι επιβεβαιώνουν τον κανόνα ότι οι επενδυτικές επιλογές των Ελλήνων δεν έχουν αλλάξει σχεδόν καθόλου από συστάσεως του νεοελληνικού κράτους μέχρι σήμερα...
«Πλημμύρισε» η αγορά με πλαστές λίρες
Οι παραχαραγμένες λίρες που διακινούνται τελευταία στην Ελλάδα στην πραγματικότητα είναι συνήθως «ιταλικής κοπής» και σπανιότερα «λιβανέζικης». Εννοείται, όμως, ότι και στις δύο περιπτώσεις δεν έχουν καμία σχέση με τις αυθεντικές αγγλικές -ασχέτως αν πλασάρονται ως τέτοιες στην αγορά-, γι΄ αυτό και οι υποψήφιοι επενδυτές θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί. Οι επιτήδειοι είναι πολλοί και αυξάνουν όσο αυξάνει και η ζήτηση.
«Το φαινόμενο των αντιγράφων δημιουργήθηκε από την εποχή που η λίρα Αγγλίας, εκτός από την αξία της σε βάρος χρυσού (8 gr των 22 καρατίων ή περιεκτικότητα σε χρυσό 7,31 gr 24 καρατίων), απολάμβανε και το προνόμιο του νομίσματος, είχε δηλαδή και νομισματική αξία», λέει στο «Κ» ένας από τους βαθείς γνώστες της αγοράς, ο χρηματιστής κ. Ζαχαρίας Πορταλάκης. Και συνεχίζει: «Η υπεραξία που δημιουργήθηκε με τη νομισματική έκδοση της χρυσής λίρας δελέασε τους Ιταλούς παραχαράκτες, γιατί, χρησιμοποιώντας την ίδια ή λιγότερη ποσότητα χρυσού, δημιουργούσαν αντίγραφα και απολάμβαναν την προστιθέμενη αξία».
Ζητούμενο, λοιπόν, αποτελεί το πώς μπορεί κανείς να αντιληφθεί τη διαφορά, για να μην πέσει θύμα. «Τα ιταλικά αντίγραφα, για τους μη μυημένους, δεν διαφέρουν εξόφθαλμα. Για τους ειδικούς, όμως, υπάρχουν αρκετά χαρακτηριστικά που οδηγούν στη γρήγορη ανακάλυψή τους», σημειώνει ο κ. Πορταλάκης. Το πιο ιδιαίτερο; «Τα "δόντια" της αυθεντικής χρυσής λίρας, αν τα δούμε σε μεγέθυνση, δεν σχηματίζουν γραμμές, αλλά τραπέζιο. Στα ιταλικά αντίγραφα, όμως, σχηματίζουν "δοντάκια"».
Και με τις λιβανέζικες τι γίνεται; Ο κ. Πορταλάκης είναι κατηγορηματικός: «Πρόκειται για ό,τι πιο αισχρό μπορεί να παραγάγει παραχαράκτης. Είναι εξόφθαλμο ότι στη περίπτωσή τους η περιεκτικότητα σε χρυσό είναι ελάχιστη, το χρώμα είναι τελείως διαφορετικό σε σχέση με την original λίρα και μόνο γιαγιάδες ή παππούδες ή όσοι δεν βλέπουν καθαρά μπορούν να την πατήσουν και να τις αγοράσουν». Ο κ. Πορταλάκης επιβεβαιώνει ότι αυτήν τη στιγμή υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον για τοποθετήσεις σε χρυσές λίρες, γεγονός το οποίο οφείλεται στην αύξηση της τιμής του χρυσού, αλλά και στη γενικότερη ανασφάλεια που επικρατεί για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας. «Κατά τη γνώμη μου», καταλήγει, πάντως, ο χρηματιστής, «και μόνο η διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς και πώλησης καθώς και η υπερβολική άνοδος της τιμής του χρυσού δεν δικαιολογούν αυτόν τον πανικό που έχει προκληθεί το τελευταίο διάστημα με τις λίρες».
* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 11ης Ιουνίου
Από τον Κώστα Οικονόμου koikonomou@kefalaio.gr
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και «λιρομανία». Γιατί, στην προσπάθεια τους να εξασφαλίσουν τα λεφτά τους, κάποια στιγμή, οι Έλληνες υπολογίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος ότι είχαν φτάσει στο σημείο να μετατρέπουν σε λίρες Αγγλίας περισσότερα από 150 κιλά χρυσού μηνιαίως. Πότε; Πέρυσι την άνοιξη, όταν η αβεβαιότητα για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας έφτανε στο peak και σε μηνιαία βάση οι εκροές από τις καταθέσεις είχαν φτάσει έως και στα 7 δισ. ευρώ, που συνιστούν επίπεδο-ρεκόρ.
Έκτοτε, η κατάσταση κάπως ηρέμησε, οι εκροές μερικώς διόρθωσαν, αλλά κυρίως η τιμή της ουγκιάς έσπασε κάθε προηγούμενο. Ωστόσο, ακόμα και τώρα, υπολογίζεται ότι σε μηνιαία βάση περί τα 80 με 90 κιλά χρυσού γίνονται λίρες. Τελευταία, μάλιστα, στην αγορά παρατηρήθηκε και το εξής επικίνδυνο φαινόμενο: Επιτήδειοι, για να εκμεταλλευτούν τη ζήτηση, διοχετεύουν στην αγορά «αλβανικές» και «βουλγαρικές» λίρες, η περιεκτικότητα των οποίων σε χρυσό δεν έχει καμία σχέση με τις «αγγλικές», αλλά αυτοί τις πωλούν ως τέτοιες, φθηνότερα, στη «μαύρη αγορά». Και κάποιοι επιμένουν να πέφτουν θύματα, όπως προκύπτει από τις καταγγελίες που γίνονται στην ΕΛΑΣ.
Ένα άλλο καταφύγιο που έχει βρεθεί είναι αυτό των γερμανικών ομολόγων.
Αρχικά, απευθύνονταν μόνο σε σοφιστικέ επενδυτές, οι οποίοι κατευθύνθηκαν προς τα εκεί κυρίως στις αρχές του 2011, με προτροπή των συμβούλων private banking. Τελευταία, όμως, απέκτησε κι αυτό έναν ακόμα πιο μαζικό χαρακτήρα. Αποτέλεσμα; Τέλη Μαΐου, και συγκεκριμένα την εβδομάδα που από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα καταγράφηκαν εκροές της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ, σε μία μόλις ημέρα στα γερμανικά ομόλογα έγινε τζίρος ενός μηνός! Με μία λέξη, επικράτησε «πανικός».
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να γίνει μια σημαντική διευκρίνιση. Όντως, στην αγορά των γερμανικών ομολόγων το συγκεκριμένο φαινόμενο έλαβε χώρα -και δεν είναι μύθος-, γιατί απλώς μετρήθηκε. Αντιθέτως, μύθος είναι ότι την προτελευταία Παρασκευή του Μαΐου από τις ελληνικές τράπεζες «έφυγαν» σε μία μέρα 1-1,3 δισ. ευρώ. Ο λόγος είναι απλός. Το σύνολο της ρευστότητας που διακινείται καθημερινά μέσω των γκισέ είναι περί τα 270 εκατ. ευρώ, γιατί τόση τους επιτρέπεται, για λόγους ασφαλείας. Οπότε, ακόμα κι αν ήθελαν να «δώσουν» περισσότερα, δεν μπορούσαν, γιατί απλώς δεν είχαν τα απαραίτητα διαθέσιμα για να το κάνουν.
Επιστρέφοντας και πάλι στα επενδυτικά καταφύγια, που από κάποια στιγμή κι έπειτα «εφευρίσκουν» οι Έλληνες για να διασφαλίσουν τις αποταμιεύσεις τους, ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει στη μόδα του τελευταίου καιρού. Σε τι συνίσταται η τελευταία; Στην τοποθέτηση σε συμβόλαια πετρελαίου, πρώτων υλών (κυρίως χαλκός, αλλά όχι μόνο) και, βεβαίως, αγροτικών προϊόντων (καλαμπόκι, φασόλια κ.λπ.). Με μία διαφορά. Όσοι ανακάλυψαν τώρα αυτές τις αγορές προειδοποιούνται ότι πάει καιρός που διαπραγματεύονται σε πολύ υψηλά επίπεδα (έχουν εξασφαλιστεί αποδόσεις έως και 80% σε διάστημα 12 μηνών), οπότε κινδυνεύουν να εγκλωβιστούν. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, επιδεικνύεται ο γνωστός «ζήλος του νεοφώτιστου», ο οποίος έχει τη συνήθη γνωστή κατάληξη. Όπως και στην περίπτωση των γερμανικών ομολόγων, οι σοφιστικέ επενδυτές είχαν μπει κι εδώ πριν από 2 χρόνια («και βάλε») και τώρα αποχωρούν.
Τέλος, υπάρχουν και οι παίκτες που εξακολουθούν να δείχνουν ενδιαφέρον για τα συμβόλαια χρυσού. Ωστόσο, είναι λίγοι, καθώς η οικονομική επιφάνεια που απαιτείται θα πρέπει να είναι μεγάλη και, όσο περνά ο καιρός, γίνονται λιγότεροι, αφού η τιμή της ουγκιάς καταγράφει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Απλώς, το ενδιαφέρον κρατούν ζωντανό κάποιες εκθέσεις που βλέπουν τη βραχυπρόθεσμη διαμόρφωσή της ακόμα πιο ψηλά και από τα 1.800 δολάρια την ουγκιά. Αυτά, βεβαίως, «βλέπουν» και οι μικροί, από την άλλη πλευρά, και εξακολουθούν με αμείωτο ρυθμό να «φτιάχνουν» λίρες. Οι οποίες αποδεικνύονται all time classic κι επιβεβαιώνουν τον κανόνα ότι οι επενδυτικές επιλογές των Ελλήνων δεν έχουν αλλάξει σχεδόν καθόλου από συστάσεως του νεοελληνικού κράτους μέχρι σήμερα...
«Πλημμύρισε» η αγορά με πλαστές λίρες
Οι παραχαραγμένες λίρες που διακινούνται τελευταία στην Ελλάδα στην πραγματικότητα είναι συνήθως «ιταλικής κοπής» και σπανιότερα «λιβανέζικης». Εννοείται, όμως, ότι και στις δύο περιπτώσεις δεν έχουν καμία σχέση με τις αυθεντικές αγγλικές -ασχέτως αν πλασάρονται ως τέτοιες στην αγορά-, γι΄ αυτό και οι υποψήφιοι επενδυτές θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί. Οι επιτήδειοι είναι πολλοί και αυξάνουν όσο αυξάνει και η ζήτηση.
«Το φαινόμενο των αντιγράφων δημιουργήθηκε από την εποχή που η λίρα Αγγλίας, εκτός από την αξία της σε βάρος χρυσού (8 gr των 22 καρατίων ή περιεκτικότητα σε χρυσό 7,31 gr 24 καρατίων), απολάμβανε και το προνόμιο του νομίσματος, είχε δηλαδή και νομισματική αξία», λέει στο «Κ» ένας από τους βαθείς γνώστες της αγοράς, ο χρηματιστής κ. Ζαχαρίας Πορταλάκης. Και συνεχίζει: «Η υπεραξία που δημιουργήθηκε με τη νομισματική έκδοση της χρυσής λίρας δελέασε τους Ιταλούς παραχαράκτες, γιατί, χρησιμοποιώντας την ίδια ή λιγότερη ποσότητα χρυσού, δημιουργούσαν αντίγραφα και απολάμβαναν την προστιθέμενη αξία».
Ζητούμενο, λοιπόν, αποτελεί το πώς μπορεί κανείς να αντιληφθεί τη διαφορά, για να μην πέσει θύμα. «Τα ιταλικά αντίγραφα, για τους μη μυημένους, δεν διαφέρουν εξόφθαλμα. Για τους ειδικούς, όμως, υπάρχουν αρκετά χαρακτηριστικά που οδηγούν στη γρήγορη ανακάλυψή τους», σημειώνει ο κ. Πορταλάκης. Το πιο ιδιαίτερο; «Τα "δόντια" της αυθεντικής χρυσής λίρας, αν τα δούμε σε μεγέθυνση, δεν σχηματίζουν γραμμές, αλλά τραπέζιο. Στα ιταλικά αντίγραφα, όμως, σχηματίζουν "δοντάκια"».
Και με τις λιβανέζικες τι γίνεται; Ο κ. Πορταλάκης είναι κατηγορηματικός: «Πρόκειται για ό,τι πιο αισχρό μπορεί να παραγάγει παραχαράκτης. Είναι εξόφθαλμο ότι στη περίπτωσή τους η περιεκτικότητα σε χρυσό είναι ελάχιστη, το χρώμα είναι τελείως διαφορετικό σε σχέση με την original λίρα και μόνο γιαγιάδες ή παππούδες ή όσοι δεν βλέπουν καθαρά μπορούν να την πατήσουν και να τις αγοράσουν». Ο κ. Πορταλάκης επιβεβαιώνει ότι αυτήν τη στιγμή υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον για τοποθετήσεις σε χρυσές λίρες, γεγονός το οποίο οφείλεται στην αύξηση της τιμής του χρυσού, αλλά και στη γενικότερη ανασφάλεια που επικρατεί για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας. «Κατά τη γνώμη μου», καταλήγει, πάντως, ο χρηματιστής, «και μόνο η διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς και πώλησης καθώς και η υπερβολική άνοδος της τιμής του χρυσού δεν δικαιολογούν αυτόν τον πανικό που έχει προκληθεί το τελευταίο διάστημα με τις λίρες».
* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 11ης Ιουνίου
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου