16 Ιουν 2011

Πανεπιστήμιο-επιχείρηση και κοινωνία της (από)γνώσης

Γιώργος Ρούσης
Από την "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία", 12.6.2011

Ο παραπάνω τίτλος δεν είναι άλλος από εκείνον του μικρού μεν, σημαντικού δε βιβλίου του Αλέξανδρου Χρύση που εδώ και μια βδομάδα κυκλοφόρησε σε μια καθόλα καλαίσθητη έκδοση από τις εκδόσεις Γκοβόστη.

Επειδή λοιπόν θεωρώ ότι είναι απαραίτητος ο αγώνας κατά της γενικότερης αντιλαϊκής πολιτικής, ταυτόχρονα όμως δεν πρέπει να περνάνε απαρατήρητα μέτρα που λαμβάνονται σε επί μέρους τομείς της κοινωνικής ζωής και δη σε εκείνον της παιδείας, όπου η μεταρρύθμιση Διαμαντοπούλου, ας μου επιτραπεί να το επαναλάβω, είναι η πλέον αντιδραστική που γνώρισε ποτέ ο τόπος, θεώρησα σκόπιμο να παρουσιάσω το εν λόγω βιβλίο το οποίο όσο περισσότερο διαβαστεί τόσοι περισσότεροι άνθρωποι θα καταλάβουν τον βαθύτατα αντιδραστικό χαρακτήρα των νεοφιλελεύθερων μέτρων στην παιδεία.

Πρόκειται λοιπόν για μια μικρή μελέτη σχετική με ένα από τα θεμελιώδη ζητήματα των σύγχρονων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, αυτό της παιδείας.

Ο συγγραφέας επισημαίνει καταρχήν ότι και σε αυτόν τον τομέα, παρά τις όποιες ελληνικές ιδιομορφίες, τα μέτρα που παίρνονται, ανά τον καπιταλιστικό κόσμο, αποτελούν μια απάντηση του κεφαλαίου στην παγκόσμια καπιταλιστική κρίση.

Μια απάντηση που καθίσταται αναγκαία για το κεφάλαιο κάτω από τις συνθήκες κρίσης που διαμορφώνει γι΄ αυτό η νομοτελειακή αποπομπή ζωντανής εργασίας και η συνεπαγόμενη πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους και της υπερπαραγωγής. Κυρίως όμως ο Α. Χρύσης αφού αναφερθεί σε συγκεκριμένα μέτρα που λαμβάνονται σε ΗΠΑ και Ευρώπη στο μέτωπο της παιδείας, συνδέει αυτά τα δήθεν «πρακτικά», «τεχνοκρατικά», «απολίτικα» μέτρα των ανά τον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο εκπαιδευτικών αντιμεταρρυθμίσεων, με το θεωρητικό τους υπόστρωμα, τα εντάσσει δηλαδή στη συνολικότερη αναδιάρθρωση της παραγωγής και αναπαραγωγής της σύγχρονης εργατικής δύναμης, που έχει ανάγκη το κυρίαρχο σύστημα, κάτω από τις συνθήκες της σύγχρονης δομικής του κρίσης.

Ακόμη παραπέρα, και αυτή είναι ίσως η πλέον σημαντική συμβολή αυτής της μπροσούρας, ο Α. Χρύσης συνδέει τις μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση και πιο ειδικά στα ΑΕΙ με την προσπάθεια του συστήματος να αναπαράγει όχι μόνον «τεχνικά», αλλά και ιδεολογικά το εργατικό δυναμικό που έχει ανάγκη το υπό κρίση καπιταλιστικό σύστημα. Με άλλα λόγια αποδεικνύει με ποιο τρόπο αυτές οι μεταρρυθμίσεις στοχεύουν «στη διαμόρφωση τυπικά πολιτών και ουσιαστικά υπηκόων», οι οποίοι και θα υιοθετούν δίχως αντιστάσεις τις κυρίαρχες του συστήματος αξίες.

Ετσι λοιπόν ο συγγραφέας ακολουθώντας ως προς αυτό τον γάλλο μαρξιστή στοχαστή Αλτουσέρ καταδεικνύει με σαφέστατο τρόπο πώς κάτω από τις παρούσες συνθήκες πέρα από την παραγωγή με την στενή έννοια του όρου, και η εκπαίδευση έτσι όπως μεταρρυθμίζεται στο πλαίσιο μιας «παθητικής» κατά Γκράμσι επιθετικής στην πραγματικότητα επανάστασης της αστικής τάξης, συμβάλλει στην παραγωγή της ιδεολογίας που απαιτεί η σύγχρονη παραγωγή.

Ο Α. Χρύσης αποδεικνύει ότι με τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις, το πανεπιστήμιο θα χάσει πια και τα τελευταία ίχνη της σχετικής αυτοτέλειας που ακόμη διατηρούσε, και θα μετατραπεί σε άμεσο διεκπεραιωτή των πρακτικών και ιδεολογικών αναγκών του κεφαλαίου, μετατρεπόμενο το ίδιο σε πανεπιστήμιο επιχείρηση.

Αυτό λοιπόν το σύγχρονο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο, ή ακριβέστερα το πανεπιστήμιο-επιχείρηση με τον επιχειρηματικό τρόπο διοίκησης, την επιβολή διδάκτρων, τη μετατροπή των πανεπιστημιακών σε εργολάβους ή υπεργολάβους, την καλλιέργεια του ατομισμού μέσω των εξατομικευμένων προγραμμάτων σπουδών κ.λπ. δεν στοχεύει μόνο στην παραγωγή αποσχολήσιμων ειδικοτήτων, που έχει ανάγκη το κεφάλαιο, αλλά και στην παραγωγή ενσωματωμένων ατομικοτήτων.

Η αντίδραση σε αυτήν τη διπλή κατά κάποιον τρόπο επίθεση, δεν μπορεί να είναι άλλη, και ορθώς, κατά τον Χρύση, παρά ένας επαναστατικός πόλεμος θέσεων με σοσιαλιστική-κομμουνιστική στρατηγική στόχευση. Μια στόχευση η οποία θα υπερβαίνει το ξεπερασμένο πια αν και ανολοκλήρωτο διαφωτιστικό σχέδιο χειραφέτησης, «πολύ περισσότερο [που] η ίδια η αστική τάξη αναιρεί σήμερα την όποια μεταρρυθμιστική δυναμική του».

Αξίζει να παρατηρήσουμε εδώ ότι ο Χρύσης πρωτοτυπώντας, σε αντίθεση από τη μέχρι τώρα κυρίαρχη αξιοποίηση της γκραμσιανής έννοιας του «πολέμου των θέσεων», προς μια ρεφορμιστική κατεύθυνση, επιδιώκει να την αξιοποιήσει επαναστατικά. Βεβαίως είναι προφανές ότι μια τέτοια γενικευμένη -πέρα από τα ζητήματα της παιδείας- αξιοποίηση αυτής της γκραμσιανής τακτικής, χρήζει περαιτέρω επεξεργασίας.

Ο αγώνας για μια διαφορετική παιδεία σε μια διαφορετική κοινωνία που είναι το ζητούμενο, μπορεί κατά τον Α. Χρύση να έχει αίσιο τέλος μέσα από την «καλλιέργεια μιας συλλογικής πολιτικής συνείδησης και (τη) διαμόρφωση μιας οργανωμένης δράσης, ενταγμένης σε ένα ευρύτερο πολιτικό σχέδιο κοινωνικού μετασχηματισμού».

Με αυτήν του τη διατύπωση ο συγγραφέας αντιμετωπίζει, φευγαλέα έστω, το κομβικό ζήτημα της ανεπάρκειας του αυθόρμητου, δίχως όμως όσο μπορώ να εκφράσω τη σκέψη του, να το υποτιμά, να το σνομπάρει και κυρίως να το αντιπαραθέτει και να το διαχωρίζει με στεγανά από το συνειδητό, που και αυτό είναι ζητούμενο και κάθε άλλο παρά κατακτημένο.

Στο αγωνιστικό τέλμα που κυριαρχεί στα πανεπιστήμια, παρ΄ όλη την επίθεση που αυτά δέχονται, ένα τέλμα το οποίο δεν οφείλεται μόνον στην ενσωμάτωση-αποξένωση ενός σημαντικού τμήματος των φοιτητών και ακόμη περισσότερο του διδακτικού προσωπικού, αλλά και στον εγκληματικό σεχταρισμό της κύριας αριστερής συνιστώσας σε αυτά, το βιβλίο του Χρύση αποτελεί μια λαμπερή αχτίδα θεωρητικής έστω αντίστασης.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More