24 Μαρ 2014

Ποια τελικά είναι θέση του ΣΥΡΙΖΑ για τη λύση του Κυπριακού;

27251-29p2f5l 
       Το ερώτημα πρόκυψε κατά τη διάρκεια  της εκδήλωσης για το κυπριακό σήμερα που οργάνωσε η ομάδα «Φίλων του Κυπριακού αγώνα» στο Δημαρχείο της Καλλιθέας στις 20/3/2014, η οποία είχε αναγγελθεί και από τον ΟΙΣΤΡΟ.
       Και πρόκυψε γιατί αναφέρθηκα σε εκείνα τα «περίοπτα» μέλη του ΣΥΡΙΖΑ – μέλη Κ.Ε., Πανεπιστημιακοί κλπ – που σταθερά προβάλλουν και υπερασπίζονται θέσεις και απόψεις για το Κυπριακό που, πάντα κατά την δική μου άποψη αλλά και πολλών άλλων, αντιστρατεύονται τους πόθους , τους αγώνες και τις θυσίες  των κυπρίων αδελφών για την Λευτεριά της Κύπρου και την εκπλήρωση του ονείρου τους για την πλήρη εθνική αποκατάσταση τους. Που δεν ήτανε άλλο από την Αυτοδιάθεση-Ένωση τους  με τα αδέλφια τους της υπόλοιπης Ελλάδας. Το ίδιο όνειρο, την ίδια λύση του Κυπριακού, είχε   και η πλειοψηφία του λαού στην Ελλάδα.
       Που όχι μόνο συμπαραστάθηκε στον αγώνα των Κυπρίων αδελφών του στη δεκαετία του 1950 [ΕΟΚΑ, κλπ], αλλά και πριν δέκα χρόνια, τότε με το σχέδιο Ανάν, σε πάρα πολύ υψηλά ποσοστά τάχθηκε ενάντια του και χάρηκε κι ανακουφίστηκε με την απόρριψη του.
       Αυτή τη διαχρονική στάση του απέναντι στον αγώνα του Κυπριακού λαού, με κορύφωση εκείνο το 76% ενάντια στο σχέδιο Ανάν, δεν μπορούν ακόμα να του την συγχωρήσουν όσοι χρόνια τώρα παθαίνουν αλλεργία όταν ακούνε για την Κύπρο – την θεωρούν βάρος – και που τότε ολοπρόθυμα υποστήριξαν την υπερψήφιση αυτού του σχεδίου, που σήμαινε τη διάλυση, την κατάργηση ουσιαστικά της Κυπριακής Δημοκρατίας  - κολοβής ναι, ακρωτηριασμένης βέβαια, αλλά το τελευταίο καταφύγιο των Ελλήνων του νησιού για την εξασφάλιση της ύπαρξης τους.
       Δεν ξεχνάμε – και δεν πρέπει να ξεχάσουμε – ότι υπέρ του σχεδίου Ανάν τάχθηκε ο Γιώργος Α. Παπανδρέου και πίσω του το ΠΑΣΟΚ – κανένα από τα επιφανή στελέχη του που τάχατες διαφωνούσε δεν τόλμησε γι αυτό το κορυφαίο, κομβικό ζήτημα για την υπόσταση της Κύπρου και του συνόλου Ελληνισμού να αποχωρήσει από αυτό. Δεν ξεχνάμε, επίσης, ότι υπέρ του σχεδίου Ανάν τάχθηκε και ο ΣΥΝ με δήλωση του προέδρου του Νίκου Κωνσταντόπουλου. Και σε αυτόν υπήρξαν διαφωνίες στελεχών κλπ, αλλά όλοι, μα όλοι τους τις κατάπιαν κανονικά και δεν τόλμησαν, μετά την βροντερή απόρριψη του από τον κυπριακό λαό, να επαναφέρουν το ζήτημα προς συζήτηση και να ζητήσουν ευθύνες, αυτοκριτική και αλλαγή πλεύσης πάνω στο μεγάλο αυτό εθνικό μας ζήτημα. Οι «διανοούμενοι» του είχαν φροντίσει μαζικά να υπογράψουν εκκλήσεις και άρθρα υπέρ του σχεδίου Ανάν – διότι αποτελούσε «ευρωπαϊκή» λύση και κάθε τι το «ευρωπαϊκό» εκ προοιμίου ήταν σωστό. Μετά την απόρριψη του σχεδίου μερικοί είχαν το θράσος να την δικαιολογήσουν λέγοντας και γράφοντας ότι απλά ο λαός της Κύπρου είχε άγνοια του περιεχομένου του – επειδή ήταν πολλές σελίδες, λες και οι ίδιοι είχαν μπει στον κόπο να το διαβάσουν και να καταλάβουν τι έλεγε κι επεδίωκε. Ο «ευρωλιγουρισμός» τους είχε τόσο πολύ ξεχειλίσει  που ό,τι και να τους πρότεινε η ΕΕ, ήταν έτοιμοι να το αποδεχτούν.
 Ακόμα και σήμερα, άραγε από πού αντλώντας θάρρος ή μάλλον θράσος υπερασπίζονται το σχέδιο Ανάν – χαιρετίζουν την επανέναρξη του διαλόγου – συμφωνία Αναστασιάδη-Ερόγλου – και κατακεραυνώνουν όποιον εκφράζει κάποιες ενστάσεις συκοφαντώντας και χλευάζοντας τον[1].
Μάλλον αυτό συμβαίνει γιατί στον ΣΥΡΙΖΑ εκτός από  γενικότητες, δεν έχουν καθαρή άποψη και «γραμμή» για το Κυπριακό. Έχω ήδη γράψει στον ΟΙΣΤΡΟ σχετικά με τη σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με το Κυπριακό [2]. Βέβαια το ίδιο παρατηρείται για όλα τα εθνικά θέματα: Αιγαίο, Μακεδονικό, Θράκη κλπ, όπως επίσης και για τα αμυντικά και ασφάλειας (ΝΑΤΟ,κλπ).
Στην σημερινή (χθεσινή) συζήτηση ο κ. Γ. Αϋφαντής τόνισε ότι θα μιλήσει όχι ως εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ κλπ και γι αυτό δεν δεχτεί σχετικές ερωτήσεις. Καθαρή εξήγηση – μόλο που δεν την κράτησε μέχρι τέλους γιατί έμμεσα μεν, καθαρά δε, υπέδειξε τις πρέπει να ψηφίσουμε για να απεμπλακούμε από το Μνημόνιο και άρα να λύσουμε κάπως το Κυπριακό. Εκείνο που έκανε εντύπωση είναι ο εκνευρισμός του όταν έγινε αναφορά σε αυτά που δημόσια και κατ΄ επανάληψη έχουν υποστηρίξει άλλα προβεβλημένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ από τα έντυπα του, τους φιλικούς ιστοχώρους ή με σχετικές δηλώσεις και συνεντεύξεις τους. Όταν μάλιστα ανέφερα ότι ο Κυριάκος Μελέτη σε σχετικό άρθρο του, αναρτημένο εδώ στον ΟΙΣΤΡΟ (ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ  ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗΣ  ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ  ΠΡΟΤΑΣΗΣ, 2 Ιανουαρίου) υποστήριξε ότι μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει μια αντεθνική πέμπτη  φάλαγγα – και κατονόμαζε συγκεκριμένα τον Γιάννη Μηλιό και τους ομοϊδεάτες του -  η συριζέϊκη συνείδηση του, όπως και μερικών άλλων, επαναστάτησε. Ταυτίζοντας ο ίδιος – οι ίδιοι – τον ΣΥΡΙΖΑ ως επίσημη  τοποθέτηση στα εθνικά, το Κυπριακό, με ένα τμήμα εντός του, θεώρησαν βαρύ και περίπου απαράδεκτο τον χαρακτηρισμό. Ίσως τους ενόχλησε το φάλαγγα. Αν π.χ. λέγαμε το πιο ελληνικό «Δούρειος Ίππος» το δεχόντουσαν καλύτερα.  Εκνευρίστηκε τόσο που απρεπώς αποχώρησε από τη συζήτηση. Μάλλον με απώτερο σκοπό να την «χαλάσει» – άλλωστε σε πέντε λεπτά τέλειωνε – ή να μην επιτρέψει να «ταυτιστεί» με εισηγήσεις /  ομιλίες  επικριτικές του ΣΥΡΙΖΑ. Ίσως πάλι η επίθεση που δέχτηκε από την ΑΥΓΗ, την ΕΠΟΧΗ, το Ινστιτούτο Ν. Πουλαντζά για την απάντηση του στον Αριστείδη Μπαλτά -  παλιό μέλος του ΣΥΝ, πανεπιστημιακό κλπ – να τον έχουν κλονίσει. Κι από φόβο ήθελε εμφαντικά να διαχωρίσει τη θέση από απόψεις που δεν συμφωνεί και που μπορεί ακόμα και η παρουσία του σε χώρους που διατυπώνονται να τον καταστήσουν «ύποπτο» στον πρόεδρο και το περιβάλλον του. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν ο πρόεδρος στον οποίο προσφέρει τις συμβουλές του δεν έχει τις γνώσεις και το βάρος ενός ηγέτη που θα μπορούσε να αξιολογήσει τις διάφορες προτάσεις και ιδέες του, να τις υιοθετήσει και να υπερασπιστεί.
Όσο κι αν ορισμένοι θέλουν να τον παρουσιάσουν ως «χαρισματικό ηγέτη», ο κ. Αλ. Τσίπρας δεν είναι. Όχι μόνο γιατί δεν έχει σχέση με ό,τι θεωρεί «χαρισματικό ηγέτη» ο Μαξ Βέμπερ, αλλά γιατί όλοι θυμούνται και συγκρίνουν, με έναν τελευταίο χαρισματικό ηγέτη που διέθετε η χώρα, τον Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό ισχύει άσχετα με τα όσα είπε ή έκανε τελικά. Κι ο Χίτλερ υπήρξε χαρισματικός ηγέτης παρόλο ότι υπήρξε αυτό που ξέρουμε όλοι. Έσυρε, όμως, πίσω του ένα ολόκληρο λαό, τον Γερμανικό, «μαγεύοντας» τον, μέχρι την τελική καταστροφή του.

Από την συζήτηση πρόκυψε ένα μεγάλο ερώτημα: ποια είναι η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για το κυπριακό, συγκεκριμένα για τις συνομιλίες  που άρχισαν με βάση την κοινή διακήρυξη Αναστασιάδη- Ερόγλου και σε τι διαφέρουν με τις επιμέρους  απόψεις ρευμάτων, τάσεων ή και προσώπων που βρίσκονται εντός του.
Για τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ καλό είναι να ξαναδιαβαστούν, τουλάχιστον τα δύο άρθρα μου που αναφέρω στην υποσημείωση 2. Σε αυτά να προσθέσουμε και μερικές παρατηρήσεις ακόμα.
Αρχές Μαρτίου του 2010 (2/3)  αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Αλέξη  Τσίπρα (Θ.Δρίτσας, Ρ.Δούρου, Π.Τριγάζης) που επισκέφθηκε την Κύπρο μαζί με τον Πρόεδρο του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς και της Γερμανικής Αριστεράς Λόταρ Μπίσκι. Εκεί συναντήθηκαν με την τουρκοκύπρια ποιήτρια Νεσιέ Γιασίν «πρωτεργάτρια της επαναπροσέγγισης και συνύπαρξης των δύο κοινοτήτων στην Κύπρο….Στη διάρκεια της συνάντησης ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε κλειδί για την λύση του Κυπριακού την επαναπροσέγγιση των δύο κοινοτήτων, εξαίροντας τις σχετικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται από πολιτικά κόμματα και κοινωνικούς φορείς».
Τότε, λοιπόν, που ακόμα η Κύπρος δεν είχε υπογράψει κανένα Μνημόνιο και η κρίση δεν την είχε τυλίξει στα νύχια των δανειστών, κλειδί για την λύση του Κυπριακού δεν ήτανε η αποχώρηση των στρατευμάτων εισβολής – κατοχής, αλλά η επαναπροσέγγιση, οι σαχλαμάρες με τις οποίες πολιτεύτηκε και διαρκώς υποχωρούσε ο «σύντροφος» Χριστόφιας. Άλλωστε ο σ. Χριστόφιας είχε φροντίσει να διαβεβαιώσει ότι «Το ΑΚΕΛ είναι κόμμα ολόκληρης της Κύπρου (σ.σ. και της κατεχόμενης), μια συνιστώσα της ευρωπαϊκής Αριστεράς»[3]. Πως λοιπόν η αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ να διαφωνήσει με τη λύση κλειδί του Κυπριακού που τους παρουσίασε ο σ. Χριστόφιας και το ΑΚΕΛ.
Δεν ήξεραν προφανώς ότι πάγια θέση της Τουρκίας δεν είναι απλά και μόνο η επαναπροσέγγιση, αλλά και ο γάμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, Ελλήνων και Τούρκων, στο οποίο βεβαίως η Τουρκία και οι Τούρκοι θα παίζουν το ρόλο του άντρα και η Ελλάδα και οι Έλληνες το ρόλο της γυναίκας. Τέτοια επαναπροσέγγιση ασφαλώς θέλουν και προωθούν και στην Κύπρο. Μια επαναπροσέγγιση όπου αυτοί θα είναι αφέντες στο Βορρά και κυρίαρχοι στο Νότο της Κύπρου.
Η αντιπροσωπεία μάλιστα τόνισε και την «σημασία που αποδίδει ο ΣΥΝ εδώ και χρόνια αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, για την ανάπτυξη των σχέσεων και με τις δυνάμεις της Τουρκοκυπριακής αριστεράς». Δεν πιστεύω πως είχαν δώσει ιδιαίτερη σημασία στο τι υποστήριζε η τ/κ αριστερά. Αυτό θα το δούμε με πρώτη ευκαιρία σε άλλο άρθρο μας, έτσι για να ξέρουμε τι μας λένε και τι ακούμε.   
Από το 2010 μέχρι τώρα κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Ο Χριστόφιας και η κυβέρνηση του τα έκανε μαντάρα. Όχι μόνο το Κυπριακό δεν «έλυσε» ούτε με τις υποχωρήσεις που έκανε αλλά τελικά κουβάλησε και το ΔΝΤ στην Κύπρο.  Σε όλο αυτό το διάστημα το ΑΚΕΛ και τα υπόλοιπα κυπριακά κόμματα, όπως και όλα τα ελλαδικά – συμπεριλαμβανομένων και των δύο κομμάτων της αριστεράς, του ΚΚΕ και των «οπορτουνιστών» – συμφωνούσαν στη λύση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Σε αυτή τη συμφωνία που είχαν συνυπογράψει το 1977 ο Μακάριος και ο Ντενκτάς. Δηλαδή στην, ουσιαστικά, αποδοχή των «τετελεσμένων». Την εισβολή, κατοχή και ανακήρυξη του ψευδοκράτους του  Ντενκτάς. Το αξιοσημείωτο είναι ότι και τα δύο αριστερά κόμματα της Ελλάδας, συμφωνούσαν τη λύση και από κοινού υποστήριζαν το ΑΚΕΛ στην Κύπρο!!! Ο «οπορτουνισμός» διείσδυε στο ΚΚΕ μέσω Κύπρου!!!
Για να δούμε τώρα πώς αντιμετώπισαν τα δύο κόμματα την κοινή διακήρυξη Αναστασιάδη- Ερόγλου, υπενθυμίζοντας, όμως, ότι δεν είχαν την ίδια θέση σχετικά με το σχέδιο Αναν: το ΚΚΕ τότε κάθετα ενάντια ο ΣΥΝ, τότε υπέρ. Η ΑΚΟΑ δεν είχε πάρει επίσημα θέση γιατί είχαν διαφωνίες στο εσωτερικό του, με κίνδυνο διάσπασης. Για να την αποφύγουν έκαναν το «παπί», αν και πιο σπουδαία στελέχη και διανοούμενοι ήταν – και είναι ακόμα – Ανανικοί. 
Το ΚΚΕ με απόφαση του και σχετικά δημοσιεύματα τοποθετήθηκε αρνητικά απέναντι στην κοινή διακήρυξη, θεώρησε αμέσως ότι η Κύπρος βρίσκεται ξανά στη μέγγενη του ιμπεριαλισμού και ότι μεθοδεύεται η διχοτόμηση[4]. 
Ο ΣΥΡΙΖΑ σε σχετικό δελτίο τύπου (17-2-14), με αφορμή την επανέναρξη των συνομιλιών, μας πληροφορεί ότι «παραμένει σταθερά προσηλωμένος στην στρατηγική επιδίωξή του για δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού που θα σημάνει τέλος στην τουρκική κατοχή και θα οδηγήσει σε μια δικοινοτική-διζωνική ομοσπονδία με  μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια και μία διεθνή προσωπικότητα.
Στο πλαίσιο αυτό  ο ΣΥΡΙΖΑ πάντοτε στήριζε τις γέφυρες διαλόγου και συνεννόησης μεταξύ των δύο κοινοτήτων ως ακρογωνιαίο λίθο για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή προς όφελος των λαών της Κύπρου, της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα παρακολουθεί στενά τις  διαπραγματεύσεις και θα βρίσκεται σε επαφή και συνεργασία με όλες τις πολιτικές δυνάμεις της Κύπρου για την επίτευξη μιας πραγματικά δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού».
       Εδώ προσέξτε δεν ξεκαθαρίζει αν η δίκαιη και βιώσιμη λύση που θα σημάνει και το τέλος στην τουρκική κατοχή θα προηγηθεί της πλήρους απόσυρσης των τουρκικών στρατευμάτων ή όχι. Αν δηλαδή οι συνομιλίες θα γίνουν με το πιστόλι στον κρόταφο ή δεν μπορεί να διεξαχθούν έτσι. Κατά τα άλλα τα γνωστά περί Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ) – η οποία βρισκότανε στη βάση του σχεδίου Ανάν και όποιου άλλου έρθει στη θέση του. Αν, δηλαδή αποσυρθούν πρώτα τα στρατεύματα κατοχής – όπως διευκρίνισε ο διπλωματικός σύμβουλος ότι πρέπει να επιμείνουμε και σε αυτό δεν υπάρχει απολύτως καμιά διαφωνία – και τελικά συζητήσουμε για ΔΔΟ, τα πράγματα δεν θα είναι καλύτερα. Δεν είναι γι αυτό που ο κυπριακός ελληνισμός αγωνίστηκε και έχυσε το αίμα του. Δεν είναι μια δίκαιη και βιώσιμη λύση. Καταργείτε έτσι ο κυπριακός λαός, η αρχή με την οποία παίρνονται οι αποφάσεις= πλειοψηφία και μειοψηφία, εξισώνεται δηλαδή το 82% των Ελλήνων με το 18 % περίπου των τούρκων. Η μειοψηφία μετατρέπεται έτσι σε μια – αν όχι πλειοψηφία – σε μια ισοψηφία. Αυτό, όμως, δεν έχει σχέση με τη δημοκρατία.   
Τα υπόλοιπα, ότι δηλαδή θα παρακολουθεί,  θα βρίσκεται σε επαφή και συνεργασία με όλες τις πολιτικές δυνάμεις της Κύπρου, κλπ. είναι απλώς για να γεμίσει η ανακοίνωση με λόγια. Δεν απαντάει στο τι θα κάνει ο ίδιος ώστε ο λαός και στην Ελλάδα να εμπλακεί ενεργά στη στήριξη των ε/κ και τον αγώνα τους.
Φτάνουμε στα πιο σοβαρά. Την απόφαση «ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ» (22/2/2014). Σε αυτήν, υποθέτω και με τη συμβολή του διπλωματικού συμβούλου του προέδρου, κ. Γ. Ανυφαντή, αφού αναφέρεται ότι «Η Κύπρος βρίσκεται μπροστά σε ένα εξαιρετικά δύσκολο και κρίσιμο σταυροδρόμι σύνθετων προβλημάτων. Η επίλυσή τους απαιτεί νηφαλιότητα, δημιουργικότητα, στήριξη σε αρχές και αξίες» [το νηφαλιότητα κάπως κατανοητό, η δημιουργικότητα τι φρούτο είναι; Νέες «δημιουργικές» υποχωρήσεις και συμβιβασμοί;. Στήριξη σε ποιες αρχές; Και ποιες αξίες; Πως αυτές μπορούν να γίνουν δημιουργικές;], προσθέτει κάτι καινούργιο: «Η Μεγαλόνησος έχει ανάγκη και δικαιούται μιας συνολικής λειτουργικής λύσης με επανένωση της σε μια δικοινοτική και εδαφικά διζωνική ομοσπονδία, στη βάση των αποφάσεων του ΣΑΟΗΕ και ψηφισμάτων της ΓΣ του ΟΗΕ (όπως 541/1983, 550/1984, 1251/1999)». 
Προσθέτει την αναφορά σε αποφάσεις του ΣΑ του ΟΗΕ. Αλλά ποιες: του 1983 και 1984!! Δηλαδή εδώ προσπερνιόνται τα ψηφίσματα του ΣΑ 353/1974 και 367/1975. Θα μου πείτε ότι τα ψηφίσματα αυτά τα αποδέχονται και αναφέρονται και τα κατοπινά, του 1983 και 1984. Μόνο που εκείνο το 1251/1999, στο οποίο γίνεται λόγος περιέχει κάτι εντελώς νέο και διαφορετικό από τα προηγούμενα, που ζητούσαν να φύγουν τα στρατεύματα κατοχής, καταδίκαζαν το ψευδοκράτος της Β. Κύπρου. Το 1251/1999, στην παράγραφο 11 αναφέρει τα εξής:
«Επαναβεβαιώνει τη θέση του ότι μια διευθέτηση στο Κυπριακό πρέπει να βασίζεται σε ένα κράτος στην Κύπρο, με μία κυριαρχία και μία διεθνή προσωπικότητα και μία ιθαγένεια, με διασφαλισμένη την ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητά του, και που θα περιλαμβάνει δύο πολιτικά ίσες κοινότητες, όπως προβλέπουν τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, σε μια δικοινοτική και διζωνική ομοσπονδία και ότι μια τέτοια διευθέτηση πρέπει να αποκλείει την ένωση ολόκληρης ή μέρους της νήσου με οποιαδήποτε άλλη χώρα ή οποιαδήποτε μορφή διχοτόμησης ή απόσχισης.»
Να το θαύμα. Τέρμα πια η εθνολογική σύνθεση του νησιού ως βάση της πολιτειακής συγκρότησης της. Η πλειοψηφία (ελληνική) και η μειοψηφία(τουρκική) μετατρέπονται σε δύο πολιτικά ίσες κοινότητες. Το 82% του πληθυσμού γίνεται πολιτικά ίσο με το 18% περίπου [και μέσω του Αττίλα 3, παράνομου εποικισμού], που είναι τουρκικό. Όχι πια προστασία και αναγνώριση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας, αλλά πολιτική ισότητα. Συν βέβαια διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία – λύση πολύ πριν από την απόσυρση των στρατευμάτων εισβολής και κατοχής. Τα υπόλοιπα, περί εξασφαλισμένης ανεξαρτησίας κλπ κλπ είναι λόγια του αέρα. Ανεξάρτητη ήταν και η Κυπριακή Δημοκρατία που πρόκυψε από τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, αλλά υπό τριμερή, που έγινε μονομερής, εποπτεία και δικαίωμα επέμβασης. Τι ποιος θα εγγυηθεί σε μια διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία δύο ίσων πολιτικά κοινοτήτων; Και γιατί πνίγονται στην κυριολεξία τα δικαιώματα της πλειοψηφίας των κατοίκων του νησιού να καθορίσουν το μέλλον τους, παρέχοντας τις απαραίτητες εγγυήσεις στη μειοψηφία;

Για όλα αυτά η Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ δεν λέει τίποτα. Επαναλαμβάνει απλούστατα όλα όσα περιέχονται στην απόφαση 1251/1999 και μερικά ωραία λογάκια για  «μια δίκαιη και λειτουργική διευθέτηση του εδαφικού ζητήματος στα πλαίσια των ευρωπαϊκών αρχών. Την ελεύθερη διακίνηση και εγκατάσταση προσώπων και την ακώλυτη διακίνηση αγαθών. Την διευθέτηση του περιουσιακού στο πνεύμα της νομολογίας των αποφάσεων του ΕΔΑΔ
            Φροντίζει βέβαια να συμπληρώσει:
 «Επειδή στο Κοινό Ανακοινωθέν  υπάρχουν ασάφειες και γκρίζες ζώνες, ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί σοβαρές επιφυλάξεις για την τελική του κατάληξη.  Για να γίνουν οι διαπραγματεύσεις παράθυρο ευκαιρίας πρέπει να διεξαχθούν χωρίς έξωθεν πιέσεις, στη βάση της διεθνοποίησης του Κυπριακού και όχι της αντιμετώπισής του ως ένα διμερές πρόβλημα Ελλάδας – Τουρκίας, αποδιεθνοποιημένο σε τετραμερή πλαίσια με την αξιοποίηση όλων των φίλιων δυνάμεων της Κύπρου και με την επίβλεψη των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.»
       Η πικρή αλήθεια είναι ότι το κοινό ανακοινωθέν δεν περιέχει απλά και μόνο ασάφειες και γκρίζες ζώνες. Την κριτική του από πολιτικές δυνάμεις της Κύπρου τις αναρτήσαμε ήδη στον ΟΙΣΤΡΟ[5]. Άρα παραπέμπουμε σε αυτές. Η εξίσου πικρή αλήθεια είναι ότι αποδέχεται την πλήρη παραχάραξη του Κυπριακού προβλήματος, που από πρόβλημα εθνικής ολοκλήρωσης, αυτοδιάθεσης της συντριπτικής πλειοψηφίας των κατοίκων του – των Ελλήνων, μπήκε στη ζυγαριά των συμφερόντων των δυνάμεων που ερίζουν για τη λεία της περιοχής.  
       Βέβαια η εισβολή, η κατοχή κλπ κλπ αποτέλεσμα της ενδοτικής, αντεθνικής και αντιλαϊκής πολιτικής των αρχουσών τάξεων και ομάδων της Ελλάδας, της υποτέλειας τους και του πολιτικού προσωπικού της, αυτή τη στιγμή δεν είναι δυνατό να ανατραπεί. Εκείνο που η αριστερά – που πρέπει να είναι πατριωτική και αντι-ιμπεριαλιστική – πρέπει να φροντίσει είναι να διαφυλάξει στο μυαλό και στην καρδιά του συνόλου ελληνικού λαού κι ελληνισμού και διαρκώς να προβάλλει στη διεθνή σκηνή τα απαράγραπτα εθνικά της συμφέροντα. Και μόνο στη βάση αυτή να προχωράει σε διαπραγματεύσεις και προσωρινούς συμβιβασμούς.
       Η «λογική» να κάνουμε μόνο αυτό που μπορούμε ή μας επιτρέπουν εγκαταλείποντας έτσι το δίκαιο μας και τις αρχές μας – λογική ηττοπάθειας και καθαρά «διπλωματική» – δεν είναι λογική που πιστεύει και επιδιώκει την αλλαγή του κόσμου. 

 

[1]Αναφέρομαι στην ομιλία της κ. Σιας Αναγνωστοπούλου  στην εκδήλωση περί Κυπριακού (15/3/14) που συνδιοργάνωσαν  το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς και οι εφημερίδες ΑΥΓΗ και ΕΠΟΧΗ με αφορμή μια απάντηση του διπλωματικού συμβούλου του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ κ. Γ. Αϋφαντή  σε άρθρο του Αριστείδη Μπαλτά για το Κυπριακό (ΑΥΓΗ 2/3/14 με τίτλο «Για το Κυπριακό ξανά». Στο άρθρο του αυτό ο Α.Μ. αφού υπερασπιζότανε το παλαιό σχέδιο Ανάν άνοιγε  διάπλατα τις θύρες για να διάλογο με βάση την κοινή διακήρυξη Αναστασιάδη-Ερόγλου, συνιστώντας ,μάλιστα «να χαμηλώσουμε τους τόνους, να απαρνηθούμε τις εθνικιστικές ή αντιιμπεριαλιστικές κορόνες που ρίχνουμε ανέξοδα στις πλάτες άλλων» και να αφήσουμε την – έμπειρη σε ήττες και προδοσίες, λέω εγώ – ηγεσία της κυπριακής αριστεράς, το ΑΚΕΛ δηλαδή, να χειριστεί τα πράγματα. Ο κ. Γ. Αϋφαντής  απάντησε με άρθρο του στα ΕΝΘΕΜΑΤΑ της ΑΥΓΗΣ 16/3/14 και τίτλο «Κυπριακό και Αριστερά: εξ όνυχος τον λέοντα!». Το ύφος της επιστολής  χαρακτηρίστηκε από τον υπεύθυνο των Ενθεμάτων  «μάλλον ασυνήθιστο σε σχέση με τα άρθρα του φύλλου, στο πλαίσιο της δεοντολογίας μας για τη δυνατότητα δημόσιου διαλόγου επί απόψεων που δημοσιεύουμε». Το ίδιο ενόχλησε και την κ. Αναγνωστοπούλου, όπως βέβαια και τα όσα έγραψε, η οποία  φρόντισε να ξεκαθαρίσει  «στη δική μας Αριστερά, αριστεροί με ύφος και λόγο Φαήλου δεν μπορεί να υπάρχουν. Ο χλευασμός και η ειρωνεία δεν είναι όπλα του δικού μας οπλοστασίου». Δηλαδή ουσιαστικά ταύτισε τον διπλωματικό σύμβουλο με τον Φαήλο κλπ. Σημαντικό ότι τόνισε το «η δική μας Αριστερά». Στον ΣΥΡΙΖΑ με άλλα λόγια υπάρχουν πολλών ειδών Αριστερές, ανάλογα με την παρέα, το επάγγελμα, πιθανώς τις σεξουαλικές κλίσεις και προτιμήσεις, κλπ κλπ. Κατά την γνώμη μου η απάντηση του κ. Γ. Αϋφαντή δεν ήταν αντάξια της εμπειρίας του. Αλλά γι αυτό άλλη φορά.
δυνατότητα δημόσιου διαλόγου επί απόψεων που δημοσιεύουμε». Το ίδιο ενόχλησε και την κ. Αναγνωστοπούλου, όπως βέβαια και τα όσα έγραψε, η οποία  φρόντισε να ξεκαθαρίσει  «στη δική μας Αριστερά, αριστεροί με ύφος και λόγο Φαήλου δεν μπορεί να υπάρχουν. Ο χλευασμός και η ειρωνεία δεν είναι όπλα του δικού μας οπλοστασίου». Δηλαδή ουσιαστικά ταύτισε τον διπλωματικό σύμβουλο με τον Φαήλο κλπ. Σημαντικό ότι τόνισε το «η δική μας Αριστερά». Στον ΣΥΡΙΖΑ με άλλα λόγια υπάρχουν πολλών ειδών Αριστερές, ανάλογα με την παρέα, το επάγγελμα, πιθανώς τις σεξουαλικές κλίσεις και προτιμήσεις, κλπ κλπ. Κατά την γνώμη μου η απάντηση του κ. Γ. Αϋφαντή δεν ήταν αντάξια της εμπειρίας του. Αλλά γι αυτό άλλη φορά.

[3]βλ. συνέντευξη του στην ΕΠΟΧΗ 4 Ιουλίου 1999.
[4] Βλ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 6,7,12,13,14,15,16/ 2/2014

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More