Ο κόσμος δοκιμάζει τα όρια της αντοχής του ως προς τη χρήση των πόρων. Καθημερινά, ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα νέο σοκ, με καταστροφικές πλημμύρες, ξηρασίες και καταιγίδες, οι οποίες με τη σειρά τους πυροδοτούν ράλι των τιμών στις διεθνείς αγορές. Η μοίρα μας, τώρα, εξαρτάται από το εάν θα συνεργαστούμε ή θα πέσουμε θύματα της ίδιας της αυτοκαταστροφικής απληστίας μας.
Τα όρια της παγκόσμιας οικονομίας δοκιμάζονται από την ταχύτατη επέκταση του παγκόσμιου πληθυσμού και την άνευ προηγουμένου εξάπλωση της οικονομικής ανάπτυξης σχεδόν σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Επτά δισεκατομμύρια άνθρωποι κατοικούν σήμερα στον πλανήτη, έναντι μόλις τριών
δισεκατομμυρίων πριν από πενήντα χρόνια. Σήμερα, το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα είναι 10.000 δολάρια, κυμαινόμενο κοντά στα 40.000 δολάρια στον ανεπτυγμένο κόσμο και στα 4.000 στον αναπτυσσόμενο. Αυτό σημαίνει ότι η παγκόσμια οικονομία παράγει ετήσιο προϊόν ύψους 70 τρισ. δολαρίων, έναντι περίπου 10 τρισ. δολαρίων το 1960.
Η οικονομία της Κίνας αναπτύσσεται με ρυθμούς της τάξης του 10% ετησίως. Η Ινδία αναπτύσσεται με περίπου τους ίδιους ρυθμούς. Η Αφρική, επί πολλά έτη, η βραδύτερα αναπτυσσόμενη περιοχή του κόσμου, παρουσιάζει σήμερα ετήσιο μέσο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ περίπου 5%. Συνολικά, οι αναπτυσσόμενες οικονομίες «τρέχουν» με ρυθμούς 7% ετησίως και οι ανεπτυγμένες με 2%, με αποτέλεσμα ο παγκόσμιος μέσος όρος να διαμορφώνεται στο 4,5%.
Αυτά είναι καλά νέα από πολλές απόψεις. Η ταχεία οικονομική ανάπτυξη στις αναπτυσσόμενες χώρες συμβάλλει στην καταπολέμηση της φτώχειας. Στην Κίνα, για παράδειγμα, το ποσοστό της απόλυτης φτώχειας έχει συρρικνωθεί, από περισσότερο από 50% πριν από τριάντα χρόνια, σε λιγότερο από 10% σήμερα.
Υπάρχει όμως και μία διαφορετική πτυχή της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης, την οποία θα πρέπει να κατανοήσουμε. Από τη στιγμή που η παγκόσμια οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμούς 4% έως 5% ετησίως, το μέγεθός της θα έχει διπλασιαστεί σε λιγότερο από 20 χρόνια. Η σημερινή οικονομία των 70 τρισ. δολαρίων θα έχει γιγαντωθεί σε 140 τρισ. δολάρια πριν από το 2030 και σε 280 τρισ. δολάρια πριν από το 2050, εάν συνεχιστούν οι σημερινοί ρυθμοί μεγέθυνσης του ΑΕΠ.
Ο πλανήτης μας δεν θα μπορέσει να στηρίξει την οικονομική ανάπτυξη αυτή, εάν αφήσουμε στην απληστία το πάνω χέρι.
Ακόμη και σήμερα, το βάρος της παγκόσμιας οικονομίας «τσακίζει» τη φύση, οδηγώντας στην ταχεία εξάντληση των ενεργειακών πόρων ορυκτών καυσίμων, τα οποία χρειάστηκε να περάσουν εκατομμύρια χρόνια για να δημιουργηθούν, αλλά και προκαλώντας την κλιματική αλλαγή και τα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Οι πιέσεις αυτές γίνονται καθημερινά ορατές στις αγορές. Οι τιμές του πετρελαίου παραμένουν σταθερά πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι, καθώς η Κίνα, η Ινδία και άλλες χώρες, που εισάγουν πετρέλαιο, ακολουθούν τις Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν αγώνα δρόμου εξασφάλισης ολοένα και περισσότερων προμηθειών, ιδιαίτερα από τη Μέση Ανατολή. Οι τιμές των τροφίμων βρίσκονται επίσης σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, εντείνοντας την πολιτική αναταραχή.
Από τη μία πλευρά, υπάρχουν περισσότερα στόματα, που πρέπει να τραφούν και με μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη. Από την άλλη, καύσωνες, ξηρασίες, πλημμύρες και άλλα ακραία φαινόμενα, οφειλόμενα στην κλιματική αλλαγή, καταστρέφουν τις σοδειές και συρρικνώνουν την προσφορά σιτηρών στις παγκόσμιες αγορές. Τους τελευταίους μήνες, ξηρασίες έχουν πλήξει τη Ρωσία και την Ουκρανία και πλημμύρες έχουν σαρώσει τη Βραζιλία και την Αυστραλία. Τώρα, ακόμη μία ξηρασία απειλεί τις σοδειές σιτηρών στη βόρεια Κίνα.
Υπάρχει κάτι ακόμη, που συχνά αποτυγχάνουμε να δούμε και το οποίο είναι επικίνδυνο. Σε αρκετά μέρη του κόσμου με μεγάλο πληθυσμό, όπως στις περιοχές της Βόρειας Ινδίας, της Βόρειας Κίνας και των αμερικανικών μεσοδυτικών Πολιτειών, οι αγρότες χρησιμοποιούν τα υπόγεια ύδατα για την άρδευση. Σε ορισμένες περιοχές της Ινδίας, ο υδροφόρος ορίζοντας υποχωρεί κατά αρκετά μέτρα ετησίως τα τελευταία χρόνια. Ορισμένες πηγές πλησιάζουν το σημείο της εξάντλησης, ενώ η αλμυρότητα ανεβαίνει, καθώς τα ύδατα των ωκεανών διεισδύουν στις πηγές.
Η καταστροφή θα είναι αναπόφευκτη, εάν δεν αλλάξουμε. Και αυτό είναι που μας θυμίζει τη ρήση του Γκάντι. Εάν οι κοινωνίες μας διοικούνται βάσει της αρχής της απληστίας, με τους πλουσίους να γίνονται πλουσιότεροι, η εντεινόμενη κρίση των πόρων θα οδηγήσει σε περαιτέρω όξυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων και, πιθανότατα, σε μία ολοένα και πιο βίαιη μάχη για επιβίωση. Οι πλούσιοι θα προσπαθήσουν να χρησιμοποιήσουν την εξουσία τους, προκειμένου να ελέγξουν περισσότερη γη, περισσότερο νερό και περισσότερη ενέργεια, ενώ, εάν χρειαστεί, πολλοί θα καταφύγουν σε βίαια μέσα για να το πετύχουν. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη ακολουθήσει στρατηγική στρατιωτικοποίησης στη Μέση Ανατολή, υπό την αφελή ελπίδα ότι μία τέτοια προσέγγιση μπορεί να διασφαλίσει την επάρκεια προσφοράς ενέργειας. Τώρα, ο ανταγωνισμός για την προσφορά αυτή εντείνεται, καθώς η Κίνα, η Ινδία και άλλες χώρες διεκδικούν τους ίδιους πόρους.
Στην Αφρική, επιχειρείται μία αναλογική υφαρπαγή εξουσίας. Η άνοδος στις τιμές των τροφίμων οδηγεί σε υφαρπαγή γης, καθώς ισχυροί πολιτικοί πωλούν σε ξένους επενδυτές τεράστιες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης, παραμερίζοντας τα παραδοσιακά δικαιώματα φτωχών μικροϊδιοκτητών. Οι ξένοι επενδυτές ευελπιστούν να χρησιμοποιήσουν υπερσύγχρονες αγροτικές μονάδες, προκειμένου να εξαγάγουν μεγάλες ποσότητες παραγωγής, αφήνοντας ελάχιστη ή και καθόλου παραγωγή στους τοπικούς πληθυσμούς.
Στις κορυφαίες οικονομίες -στις ΗΠΑ, τη Βρετανία, την Κίνα, την Ινδία και αλλού-, οι πλούσιοι βλέπουν το εισόδημά τους να αυξάνεται και την πολιτική τους εξουσία να ενισχύεται. Η αμερικανική οικονομία έχει «καταληφθεί» από δισεκατομμυριούχους, από την πετρελαιοβιομηχανία και άλλους σημαντικούς επιχειρηματικούς κλάδους. Η ίδια τάση απειλεί τις αναδυόμενες οικονομίες, όπου ο πλούτος και η διαφθορά ακολουθούν την ανιούσα.
Εάν η απληστία κυριαρχήσει, η μηχανή της οικονομικής ανάπτυξης θα αφανίσει τους πόρους, θα ωθήσει τους φτωχούς στο περιθώριο και θα μας οδηγήσει σε μία βαθιά κοινωνική, πολιτική και οικονομική κρίση. Η εναλλακτική είναι ένας δρόμος πολιτικής και κοινωνικής συνεργασίας, τόσο στο εσωτερικό των χωρών όσο και διεθνώς. Εάν στρέψουμε τις οικονομίες μας προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις βιώσιμες αγροτικές πρακτικές και τη λογική φορολόγηση των πλουσίων, θα έχουμε αρκετούς πόρους. Αυτός είναι ο δρόμος προς την ευημερία για όλους, μέσω βελτιωμένων τεχνολογιών, πολιτικής δικαιοσύνης και ηθικής συνείδησης.
JEFFREY D. SACHS, καθηγητής Οικονομικών και διευθυντής του Earth Institute στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Είναι επίσης ειδικός σύμβουλος του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Copyright: Project Syndicate, 2011.
www.project-syndicate.org
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου