Θυμάται
κανείς τις μέρες εκείνες, που οι “εθνικόφρονες” κυβερνήσεις έστελναν
τον στρατό μας στην Κορέα για να νικήσουμε τον κομμουνισμό;
Εκείνες που φυλάγαν τα βόρεια σύνορα από τους “εαμοβούλγαρους” και τελικά καταλήξαμε με τη μισή Κύπρο κατεχόμενη;
Εκείνες, όπου ο κάθε πράκτορας της πρεσβείας των ΗΠΑ αλώνιζε και ο σταθμάρχης της CIA διόριζε υπουργούς – ενίοτε και χούντες;
Ε, λοιπόν αυτές οι
μέρες έχουν επιστρέψει και μάλιστα εξοπλισμένες με
“δημοσιογράφους-αναλυτές” σε κάθε δελτίο ειδήσεων, με διεθνολόγους και
“διεθνολόγους” (κυρίως τους δεύτερους) σε κάθε εκπομπή και στα
περισσότερα ερευνητικά ιδρύματα, με sites για κάθε γούστο, από ακροδεξιά
έως φιλό-ΣΥΡΙΖΑ, και με όχι μόνο μία πρεσβεία (των ΗΠΑ) αλλά με δύο στο
κουμάντο, προστιθέμενης και αυτής του Ισραήλ.
Όλη η κατεψυγμένη
εθνικοφροσύνη που το Κυπριακό και η μεταπολίτευση είχαν παραχώσει στα
σκουπίδια (εκεί που θα έπρεπε και σήμερα να βρίσκεται) σιγά-σιγά στην
αρχή και πλέον πλησίστια έχει επανακάμψει θωπεύοντας κάθε εκδοχή
ενδοτισμού, ραγιαδισμού, τζάμπα-μαγκιάς και πουλώντας παραμύθια της
Χαλιμάς για διεθνείς “σωτήρες”, βρίσκοντας απήχηση σε όλο σχεδόν το
πολιτικό φάσμα.
Μάλιστα, όσο αποτυγχάνει, τόσο επιμένει, τρεφόμενη από τις αποτυχίες της και προετοιμάζοντας μια εθνική καταστροφή.
Έχουμε και λέμε λοιπόν
προς απάντηση διαφόρων “αναλυτών” και βουλευτών: στις ΗΠΑ πρόεδρος
είναι ο Ντόναλντ Τραμπ. Στις ΗΠΑ το πρόσταγμα εν τέλει έχει ο πρόεδρος.
Και ο πρόεδρος των ΗΠΑ (άρα και οι ΗΠΑ εν γένει) είναι πιο κοντά στην
Τουρκία και στον Ερντογάν από ό,τι στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει κανένα τόσο
αυτονομημένο State Department που να παρακάμπτει τον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Κατανοητή η ανάγκη διαφόρων να διασφαλίσουν τη φαντασίωσή τους (ή μήπως
τη θέση τους σε pay-rolls;), αλλά η πραγματικότητα είναι ότι με
χαρτοπόλεμο ανακοινώσεων, καμία σύγκρουση δεν κερδήθηκε, ούτε καν
αποσοβήθηκε.
Ακόμα χειρότερα, τα
τουρκικά λόμπι είναι δίπλα και στον Μπάιντεν. Όσοι ετοιμάζονται να
ξαναχτυπήσουν καμπάνες, αν εκλεγεί ο Μπάιντεν ας κάνουν λίγη υπομονή.
Δεύτερον, πέρα από
ψοφοδεές είναι και αφελές να αναρτούν βουλευτές και “διεθνολόγοι”,
φωτογραφίες Τούρκων αξιωματούχων με τον Νικολάς Μαδούρο, για να κλαίνε
μετά σαν τις απατημένες χήρες στην πρεσβεία των ΗΠΑ, για το πώς είναι
δυνατό να προτιμά η κυβέρνηση του αγαπημένου τους κ. Πάιατ, εκείνους που
κάνουν “κακές” παρέες, σε αντίθεση με τους δικούς μας που τρέξανε, μέσω
Ιάσωνος Πιπίνη, να αγκαλιάσουν τον (ευρισκόμενο ίσως σε κάποιο εξωτικό
τόπο με τα λεφτά της βοήθειας των ΗΠΑ) ΧουάνΓουαϊδό.
Όπως βεβαιώνουν και άπειρα insta προφίλ, “τα καλά κορίτσια πάνε στον παράδεισο, τα κακά κορίτσια πάνε παντού”.
Τρίτον, είναι κάπως
άτοπο να μιλάς και να γράφεις για κατοχική δύναμη αναφερόμενος στην
Τουρκία και να στάζεις μέλι για το Ισραήλ, αποκαλώντας μάλιστα την
Ιερουσαλήμ πρωτεύουσά του… ε, κύριε ανταποκριτά;
Να μιλάς για Διεθνές
Δίκαιο και να στάζεις μέλι για το κράτος που κανονικά θα ήταν ο πιο
συχνός θαμώνας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου… ε, κύριοι υπουργοί;
Πέραν των ζητημάτων
αρχών (η Ελλάδα είναι πολύ μικρή χώρα για ορισμένα εγκλήματα) υπάρχει
και ένας άλλος, πολύ πιο συναφής, με τη realpolitik λόγος για δεύτερες
σκέψεις ως προς την ακολουθούμενη πολιτική: το Ισραήλ και οι δορυφόροι
του δεν συμπαθούν ιδιαιτέρως τον Ερντογάν. Τον Ερντογάν. Εξ ου και
σημειώνουν διάφοροι πράκτορες του Ισραήλ που παρελαύνουν από τη δημόσια
συζήτηση ότι προς το παρόν δεν διεξάγουν στρατηγικό διάλογο με την
Τουρκίαl. Προς το παρόν.
Οι Ισραηλινοί όμως
λένε και μερικά άλλα ενδιαφέροντα πράγματα: ότι στη Συρία (όπου Συρία,
βλέπε Ιράν και Χεζμπολάχ) πολεμούν μαζί με τους Τούρκους. Φυσικά, δεν
είναι βέβαιοι για την Τουρκία. Αλλά ποιος είπε ότι στους μεγάλους
έρωτες, η βεβαιότητα θεωρείται προσόν;
Ο εσμός της
εθνικοφροσύνης έχει επιλέξει να μη διατηρεί τον παραμικρό δίαυλο
επικοινωνίας με τους Άραβες που πολεμούν εναντίον της Τουρκίας και να
ταυτίζεται με όσους γιατην αλλαγή του χάρτη της Μέσης Ανατολής εντέλει
πολεμούν στο πλευρό της Τουρκίας, παρά τις αντιθέσεις τους και τις
κόντρες.
Όσο δε και αν τους
πονάει, στην κρίση του ’87 (μολονότι η Ελλάδα ήταν ένας από τους
βασικότερους υποστηρικτές του παλαιστινιακού αγώνα και οι ΗΠΑ δε μας
αγαπούσαν καθόλου και το έδειχναν) το Sismik δεν έκανε έρευνες. Σήμερα,
που το Ισραήλ αλωνίζει στην Ελλάδα και ο Τζέφρι Πάιατ στάζει μέλι, το Oruç Reis έκανε τις “κόκκινες γραμμές” μας σουρωτήρι και η κυβέρνησή μας παρακαλεί για “αποκλιμάκωση”.
Είναι προφανές ότι οι
ελληνικές ελίτ, εδώ και διακόσια χρόνια σχεδόν, δεν τα πηγαίνουν πολύ
καλά με την ιδέα της ελληνικής εθνικής ανεξαρτησίας. Βρίσκουν αρκετά πιο
προσοδοφόρο να βρίσκεται η χώρα, ακόμα και ως χώρος, στην αγκαλιά
κάποιου προστάτη. Μιας και η Γερμανία αποδεικνύεται ολοένα και
πιο…τραχιά στην αγάπη της (δεν έχουν διαβάσει οι αναλυτές μας τη διόλου
ελκυστική μοίρα εκείνων των Ουκρανών που υποδέχτηκαν τους Ναζί ως
“απελευθερωτές”), οι ΗΠΑ και το Ισραήλ (ξανά)χρίστηκαν οι μεγάλοι μας
σωτήρες.
Σε λίγο θα αρχίσουν οι “αναλύσεις” για το πόσο καλές ήταν οι διμερείς σχέσεις μας με τους Κεμαλιστές.
Οι σχέσεις
Τουρκίας-Ελλάδας για τους εθνικόφρονες είναι εν τέλει ένα πλυντήριο. Εξ
ου και προτιμούν μέχρι και γεωτρύπανο να δούνε εκεί που σκάει το κύμα
στην Κρήτη από το να υπερασπιστούν τη χώρα και το λαό. Πλυντήριο για τις
μπίζνες τους και για τις μπίζνες εκείνων των κρατών που αλωνίζουν στην
Ελλάδα πολύ πριν και πολύ περισσότερο από την Τουρκία – ακόμα.
Για αυτό και οι πατριώτες με τους εθνικόφρονες έχουν μέτωπο αντιπαράθεσης και μόνο.
Πηγή: kosmodromio.gr – * Ο
Θέμης Τζήμας είναι δικηγόρος, διδάκτορας δημοσίου δικαίου και πολιτικής
επιστήμης του ΑΠΘ και μεταδιδακτορικός ερευνητής. Έχει δημοσιεύσει
μελέτες σε διεθνή συνέδρια και σε νομικές επιθεωρήσεις και έχει
συμμετάσχει σε διάφορες διεθνείς αποστολές.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου