ΕΛΛΟΓΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ

Καταρχήν, ας συστηθούμε ξανά: η επιτυχία ενός οικονομικού-πολιτικού συστήματος φαίνεται στον τρόπο με τον οποίο αυτό φέρεται στους πιο αδύναμους.
Αναφερόμαστε κυρίως, στα παιδιά.
Αν θέλαμε να περιγράψουμε σε λίγες γραμμές  την αντιμετώπιση των παιδιών σήμερα από τον κυρίαρχο τρόπο οικονομικής οργάνωσης των κοινωνιών, νομίζουμε ότι τα όσα έγραφε ο ακαδημαϊκός David Landes στο βιβλίο του «The Wealth and Poverty of Nations: Why Some are So Rich and Some So Poor» θα έφταναν για να έχει κάποιος μια ολοκληρωμένη εικόνα.
«Ας φανταστούμε», έλεγε ο Landes, «ότι ένα μικρό μέρος της ανθρωπότητας ξοδεύει μια περιουσία προσπαθώντας να χάσει βάρος, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία δεν ξέρει αν θα φάει την επόμενη μέρα».
Η πραγματικότητα ερωτοτροπεί με τη θέση του Αμερικανού  συγγραφέα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία:
  • Όπως αναφέρει η Έκθεση του ΟΗΕ, «Tracking Universal Health Coverage:  2017 Global Monitoring Report», την οποία συνυπογράφουν η Παγκόσμια Τράπεζα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας , στις χαμηλού και μικρομεσαίου εισοδήματος χώρες, μόνο το 17% των μητέρων και των παιδιών των φτωχότερων νοικοκυριών (το 1/5 δηλαδή του πληθυσμού) έλαβε έξι από τις επτά βασικές παρεμβάσεις για τη μητρική και την παιδική υγεία, ενώ στα πλουσιότερα νοικοκυριά το 74% έλαβε αντίστοιχες υπηρεσίες ,
  • το 1/5 των παιδιών κάτω των πέντε ετών παγκοσμίως είναι υποανάπτυκτα,
  • ο νανισμός της παιδικής ηλικίας επηρεάζει σε παγκόσμια κλίμακα 162 εκατ. παιδιά <5 1.000="" li="">
  • στη Γουατεμάλα , ο νανισμός, ως ο καθιερωμένος δείκτης ανάπτυξης των φτωχών παιδιών, ευθύνεται για τη μελλοντική απώλεια του 1% του ύψους ενός παιδιού ως ενήλικας, λόγω της μείωσης κατά 1,4% της οικονομικής παραγωγικότητας (Παγκόσμια Τράπεζα). Πρόκειται  λοιπόν, για μία ασθένεια άρρηκτα συνδεδεμένη με την οικονομία, καθώς πολλοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι μια αύξηση 3% του ΑΕΠ θα μπορούσε να συμβάλει στην αντιμετώπισή της.
  • προσέτι δε, περίπου 63 εκατομμύρια έφηβοι ηλικίας 12-15 ετών στερούνται το δικαίωμά τους στην εκπαίδευση, όπως διαπιστώνει η κοινή Έκθεση του Ινστιτούτου Στατιστικών της UNESCO και της Unicef.
Όμως, η φτώχεια, ο υποσιτισμός και ο αναλφαβητισμός δεν εμποδίζουν μόνο τη σωματική-νοητική ανάπτυξη του εκάστοτε παιδιού, αλλά και την ανάπτυξη-εξέλιξη ολόκληρης της κοινωνίας.
Άραγε, τι προοπτικές εξέλιξης υπάρχουν για κοινωνίες όπως αυτές της Σομαλίας, της Αιθιοπίας και της Κένυας όταν υποφέρουν από την πείνα και απειλούνται με θάνατο 6, 5 εκατ. παιδιά;
Άραγε, ποιες οι προοπτικές εξέλιξης για κοινωνίες όπως αυτή της «επίγειας κόλασης για κάθε αγόρι και κάθε κορίτσι»*, της Υεμένης, όταν  1,8 εκατομμύρια παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών βρίσκονται σε κατάσταση «οξέος υποσιτισμού», ενώ κάθε δέκα λεπτά πεθαίνει ένα παιδί  [* 1) δήλωση του διευθυντή της Unicef για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική Γκέερτ Καπελέρε, 2) CNN Geece, 4/11/2018, «Κόλαση» η Υεμένη: 1,8 εκατ. παιδιά σε κατάσταση «οξέος υποσιτισμού»];

(Ο βρετανός διπλωμάτης και επικεφαλής της ανθρωπιστικής βοήθειας του ΟΗΕΜ Stephen O’Brien, κοιτάζοντας ένα παιδί κατά τη διάρκεια επίσκεψης του στο νοσοκομείο μητέρων και παιδιών στην πρωτεύουσα της Υεμένης Sanaa- Πηγή: Independent)
Στο σημείο αυτό θα μας επιτρέψετε μια μικρή παράκαμψη από την ευθύγραμμη πορεία του σημειώματός μας.
Πριν λίγες μέρες, μεταδόθηκε η είδηση ότι «το Ηνωμένο Βασίλειο απηύθυνε (…) έκκληση στους εταίρους του στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, να ενεργήσουν για να προωθήσουν την επίτευξη πολιτικής λύσης και τον τερματισμό του πολέμου στην Υεμένη, ο οποίος έχει προκαλέσει τη χειρότερη ανθρωπιστική κρίση στον κόσμο» [Αθηναϊκό- Μακεδονικό  Πρακτορείο Ειδήσεων, 5/11/2018, «Το Λονδίνο καλεί το ΣΑ να αναλάβει δράση στην Υεμένη»].
Πρόκειται για την ίδια χώρα- μέλος του «μπλοκ» του ελεύθερο κόσμου , η οποία κατά το πρώτο έτος του πολέμου (Μάρτιος  2015- Μάρτιος 2016) δεν εμπόδισε καμία πώληση όπλων στη Σαουδική Αραβία, την επικεφαλής του συνασπισμού που μια τριετία τώρα έχει αποκλείσει την Υεμένη οδηγώντας εκατομμύρια ανθρώπους στη λιμοκτονία και στο ξέσπασμα επιδημίας χολέρας σε όλη τη χώρα.
Φυσικά, δεν ξυπνήσαμε ξαφνικά απ’ την ψευδαισθητική μέθη τού δηλητηριώδους προπαγανδιστικού κοκτέιλ που καθημερινά σερβίρουν τα κυρίαρχα ΜΜΕ.  Η Μ. Βρετανία, ακολουθεί επί σειρά ετών την πεπατημένη άλλων δυτικών κρατών, με πρωτοπόρο σ’ αυτό το αλισβερίσι τις ΗΠΑ, προμηθεύοντας με όπλα το σκοταδιστικό καθεστώς του Ριάντ. Όμως,  το γεγονός ότι το  40% του συνόλου  των 7 δισ. λιρών που δαπανήθηκαν κατά την εξαετία 2010-2016 δόθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση, έπειτα από την έναρξη του πολέμου στην Υεμένη (2015-2016), λέει, νομίζουμε, πολλά για το απύθμενο θράσος των πολιτικών ιθυνόντων της Γηραιάς ηπείρου [ Ημεροδρόμος,  5/11/2018, « ‘’Ανθρωπιστική βοήθεια’’ στην Υεμένη από τους εμπόρους όπλων»].
Ακόμη, την ώρα που το βρετανικό ΥΠΕΞ διακήρυττε ότι «θα χρησιμοποιήσει όλη του την επιρροή για να (…)βρεθεί μια  πολιτική λύση», από την πίσω πόρτα του διπλωματικού υπονόμου ξεφόρτωνε  ξέχειλες βαλίτσες με νέα όπλα προς τους Σαουδάραβες. Το 2017, οι «πετρελαιάδες» του Ριάντ κατέβαλλαν 3,3 δισ. λίρες για αγορά όπλων, ενώ, μόνο το δεύτερο τρίμηνο του 2017, πωλήθηκαν στη Σ.Α. όπλα αξίας 841 εκατ. σημειώνοντας ιστορικό ρεκόρ, αφού αποτελούν το μεγαλύτερο ποσό που δαπανήθηκε σε τρεις μήνες εν μέσω πολέμου.
Αλλά, επειδή, πέρα από το γεωπολιτικό  πόκερ και τον πόλεμο δια αντιπροσώπων, είναι… φιλάνθρωποι οι Βρετανοί αξιωματούχοι, παράλληλα με την προμήθεια οπλισμού στις σαουδαραβικές  ένοπλες δυνάμεις και τους συμμάχους τους, ξεμπλόκαραν, από κοινού με τις ΗΠΑ, κονδύλια ύψους 371 εκατ. για ανθρωπιστική βοήθεια στην Υεμένη (!), ποτίζοντας  με αίμα το κηπάριο της πολιτικής τους υποκρισίας και  καταισχύνης [1)Independent, 22/3/2017, «The UK has made 10 times more in arms sales to Saudi Arabia than its given in aid to Yemen», 2) Guardian, 24/10/2017, «UK sales of arms and military kit to Saudi Arabia hit £1.1bn in 2017»].
Είναι ο ιμπεριαλισμός, ανόητε, θα μας έλεγε κάποιος, τραβώντας το αυτί της πολιτικής μας διάνοιας.
Ενδεχομένως, να είχε δίκιο, αλλά, παραφράζοντας λίγο τα λόγια του ποιητή: «Κανείς δεν θα μας συγχωρέσει αν μείνουμε σιωπηλοί»[ Βίοι παράλληλοι , Τάσος Λειβαδίτης]…
Ας επιστρέψουμε, όμως, στη μεγάλη εικόνα της θεματικής μας.
Αν δεν αντιμετωπιστούν οι ανισότητες σήμερα,  μέχρι το 2030, 167 εκατ. παιδιά θα ζουν σε ακραία φτώχεια, 69 εκατ. παιδιά <5 1="" 60="" 750="" p=""> Κι αν κάποιοι συνεχίζουν να νανουρίζονται  με το καθησυχαστικό τροπάριο ότι η βαρβαρότητα δεν τους αφορά, μιας κι είναι εξοικειωμένοι με την εικόνα των αποστεωμένων παιδιών στις χώρες της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, μια ματιά στον πολιτισμένο κόσμο τους θα τους ξυπνήσει από τον νήδυμο ύπνο τους…
Στην πρωτοπόρα δύναμη του διεθνούς κεφαλαιουχικού κονκλαβίου, στις ΗΠΑ, σύμφωνα με όσα δημοσίευσε πριν μερικούς μήνες το περιοδικό “Jacobin” ,  το 20% των παιδιών ζει σε οικογένειες με εισοδήματα κάτω του 50% του εθνικού μέσου εισοδήματος.  Ίσως αυτό εξηγεί γιατί το πόρισμα της Έκθεσης-έρευνας της Unicef σε 41 χώρες της ΕΕ και του ΟΟΣΑ ανέφερε ότι αποδεικνύεται πως στις ΗΠΑ «το αυξημένο εθνικό εισόδημα δεν αρκεί για να διασφαλίσει καλά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την ευημερία των παιδιών» (Child well-being in rich countries»). Αλλά και το γεγονός ότι ενώ στις άλλες ανεπτυγμένες χώρες, κατά μέσο όρο, ένα στα οκτώ παιδιά είναι αντιμέτωπο με τη διατροφική ανασφάλεια, στις ΗΠΑ (και τη Μ. Βρετανία για την οποία θα μιλήσουμε εκτενέστερα παρακάτω) το ποσοστό αυτό αγγίζει το ένα στα πέντε!
«Δεν πρόκειται για αποτέλεσμα κάποιου λάθους των γονέων για το οποίο «τιμωρείται» το παιδί, όπως πολλοί –κυρίως Ρεπουμπλικάνοι- προσπαθούν να μας πείσουν, αλλά στο ότι οι ΗΠΑ δαπανούν τα λιγότερα χρήματα επί του ΑΕΠ στις οικογενειακές παροχές, όπως άδεια μετ ‘αποδοχών, φροντίδα παιδιών και επιδόματα τέκνων», σχολίαζε δεικτικά το περιοδικό [Jacobin Magazine, 25/2/2018, «You Were Born in the Wrong Country»].
Κι όλα αυτά σε μία χώρα στην οποία, μόνο σε μία χρονιά, το 2009, οι 6 από τους 400 πλουσιότερους Αμερικανούς δεν πλήρωσαν ούτε ένα δολάριο σε φόρους, ενώ 27 από αυτούς πλήρωσαν λιγότερο από 10% και κανένας πάνω από 35% .
Περνώντας  στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η εικόνα είναι εξίσου ξεκάθαρη.
Τα στοιχεία  της  EUROSTAT αναφέρουν ότι  το 2016, 24,8 εκατ. παιδιά, δηλαδή το 26, 4% των ατόμων ηλικίας 0-17 ετών στην ΕΕ (σταθερά πάνω από το 25% από το 2010 [27,5%- 2010]) ζούσε στα όρια της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, με το ποσοστό αυτό στην Ελλάδα να ανέρχεται στο 37,5%, ένα από τα υψηλότερα στην Ένωση, κάτι που αιτιολογεί την διατυπωμένη από το 2008 άποψη της EUROSTAT, ότι  στις περισσότερες χώρες της ΕΕ τα παιδιά διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας [1)https://ec.europa.eu/eurostat/web/products-eurostat-news/-/EDN-20171120-1?inheritRedirect=true, 2) Θεματική μελέτη για τα μέτρα πολιτικής στον τομέα της παιδικής φτώχειας- Η διαδικασία κοινωνικής προστασίας και κοινωνικής ένταξης της ΕΕ, 2008 ].
Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό, παρά το κυρίαρχο αφήγημα, ότι η κατάσταση στη χώρα μας δεν αποτελεί μια παρέκβαση από τον ορθό δρόμο της κοινωνικής ευημερίας που «σκόνταψε» στην κακοδιαχείριση ενός άστοχου κρατικού σχεδιασμού, αλλά  βασικό στοιχείο της κυριαρχίας των συμφερόντων των οικονομικών ελίτ στο πολιτικό επίπεδο.
Στην Ελλάδα, την Κροατία, την Ιταλία, την Ουγγαρία και τη Μ. Βρετανία, το ποσοστό φτώχειας των παιδιών προσχολικής ηλικίας ξεπερνά το 30%, ενώ το 11,2% των οικογενειών με παιδιά σε αυτήν την ηλικία δεν έχει ούτε έναν εργαζόμενο.
Πώς θα μπορούσε, άραγε, ο Μαρξ να μην ισχυριστεί ότι ο μοναδικός καπιταλισμός που μπορεί να υπάρξει είναι εκείνος που «από την κορυφή ως τα νύχια είναι λουσμένος στο αίμα και στη βρομιά», όταν αυτό το σύστημα αλέθει στις εκμεταλλευτικές του μυλόπετρες τα παιδιά;

Προς επίρρωση του Γερμανού φιλοσόφου, αρκεί απλά να φέρουμε στο προσκήνιο την κατάσταση που επικρατεί στην έκτη  πλουσιότερη χώρα του κόσμου: τη Μ. Βρετανία [CNNBusiness, 22/11/2017, «Britain crashes out of worlds top 5 economies»].
«(…) Υπάρχουν παιδιά σε περιοχές του Η.Β, για τα οποία τα γεύματα που προσφέρουν οργανωμένες εθελοντικές ομάδες, όπως αυτή του Robbie Davison, είναι το πρώτο- ίσως και το μόνο- τους γεύμα», λέει ο  Simon Bazley, εργαζόμενος στην τοπική εθελοντική ομάδα παιχνιδιού «Quayplay». Για να συμπληρώσει: «αν δεν πάρουν σχολικά γεύματα, δεν θα φάνε ξανά μέσα στη μέρα. Έρχονται εδώ πεινασμένα και θυμωμένα».
Σε όλη την αγγλική επικράτεια,  3 εκατ. παιδιά περνούν τις σχολικές τους διακοπές χωρίς επαρκή για την ανάπτυξή τους γεύματα.  Η γενική εικόνα  αυξάνει τον αριθμό των παιδιών προσχολικής και σχολικής ηλικίας που βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας κατά 1 ακόμη εκατ. φτάνοντας έτσι τα 4 εκατ. (πάνω από ένα στα τέσσερα άτομα κάτω των 18 ετών), αριθμός αυξημένος συγκριτικά με το 1,6 εκατομμύρια στο ξεκίνημα ανάληψης των κυβερνητικών καθηκόντων από την παρούσα κυβέρνηση.
Τα στοιχεία δεν προέρχονται από κάποια «ανατρεπτική» οργάνωση κομμουνιστών ή άλλων εξίσου μυαλοφυγόδικων δογματικών, αλλά από την έρευνα που διεξήγαγε το περασμένο καλοκαίρι μία διακομματική ομάδα βουλευτών του βρετανικού κοινοβουλίου[https://www.feedingbritain.org/Handlers/Download.ashx?IDMF=f1305288-754c-4a73-80c9-094331cdd4e1].
Σύμφωνα με την έρευνα, υπάρχουν μαρτυρίες, οι οποίες κάνουν λόγο για πρόκληση συμπτωμάτων δυσεντερίας-όπως εμετός- λόγω της διατροφής των παιδιών αποκλειστικά με πατατάκια, αλλά και αποχώρησης παιδικής ποδοσφαιρικής ομάδας από τουρνουά, καθώς, όντας νηστικά, τα παιδιά δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν τον αγώνα.
Πώς αντιμετωπίζει η σύγχρονη βρετανική πολιτεία, στα διαλείμματά της από τις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ για το Brexit, την επανεμφάνιση συνθηκών ζωής των παιδιών που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από όσα περιέγραφε στα μυθιστορήματα του ο Κάρολος Ντίκενς τον 19ο αιώνα;
Τράπεζες τροφίμων και… οργανωμένη φιλανθρωπία.
Οι ανώτεροι Συντηρητικοί ισχυρίζονται ότι αγαπούν τους ανθρώπους όπως ο Robbie Davinson, γιατί αποδεικνύουν «τι καλή, συμπονετική χώρα είμαστε- αφού- η φιλανθρωπική υποστήριξη που δίνεται (…)στους συμπολίτες μας (…)είναι (…) ανυψωτική για όλους», όπως  δήλωνε ακριβώς  πριν ένα χρόνο ο Συντηρητικός Jacob Rees-Mogg για τις τράπεζες τροφίμων.
Την άποψη των Συντηρητικών για το πρόσωπό του δεν φαίνεται να ενστερνίζεται όμως, ο ίδιος ο Davinson. Πετώντας ουσιαστικά στα σκουπίδια τα πρόστυχα ψιχία αλληλεγγύης τύπων σαν τον Mogg, ο Davinson θέτει το ζήτημα στην πραγματική του διάσταση: «είναι ξεκάθαρο ότι δεν πρόκειται για φαγητό ούτε για αξιοπρέπεια», δηλώνει, « αλλά για μία τάξη που τρέφεται όχι με ό,τι χρειάζεται, αλλά με ό, τι μπορεί. Αυτό είναι το ‘’έγκλημα’’».
Όπως επεσήμανε πριν λίγο καιρό, από τις σελίδες του Guardian, ο οικονομικός αναλυτής Aditya Chakrabortty, η βρετανική κυβέρνηση αγνοεί τα αιτήματα  οργανισμών όπως ο ΟΗΕ, για να αναλάβουν εκείνοι την παρακολούθηση του ζητήματος της παιδικής επισιτιστικής ανασφάλειας,  ενώ οι κοινοτικές αίθουσες και η Whitehall αντιμετωπίζουν πλέον τις φιλανθρωπικές οργανώσεις τροφίμων ως μέρος του ευρύτερου κράτους πρόνοιας. Αποκαλυπτική της πολιτικής για τα τρόφιμα είναι η δήλωση της επικεφαλής της διακομματικής ομάδας που προαναφέραμε, Lindsay Graham : «Οι τράπεζες τροφίμων είναι εδώ για να μείνουν. Είναι τώρα μέρος του συστήματος, είτε μας αρέσει είτε όχι» [Guardian, 15/8/2018, «The man who is fervent about feeding hungry kids, but hates food banks»].
Και διερωτόμαστε, ξανά: Τι παραπάνω περιέγραφε ο Ντίκενς στον Όλιβερ Τουίστ που δεν συναντάμε σήμερα στο Ηνωμένο Βασίλειο και όχι μόνο εκεί;
Απλοϊκά ερωτήματα, στα όρια μάλιστα του λαϊκισμού, μας ψέγουν  οι ταγοί της «επίχρυσης» κερδοσκοπικής φρίκης.
Παρόλα αυτά, ας μας απαντήσουν, σε ποιον τομέα λανθάνει η πολιτική ανάγνωσή μας;
Στην παιδική φτώχεια; Στη στέρηση της δυνατότητας μιας υγιούς σωματικής, πνευματικής και κοινωνικής ανάπτυξης; Στον παιδικό εργασιακό καταναγκασμό, ο οποίος, βάσει των όσων αναφέρει η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, σε παγκόσμια κλίμακα, αγγίζει 68 εκατ. παιδιά ηλικίας 5-17 ετών που εργάζονται, με πολλά εξ αυτών να «εκτίθενται σε επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, σε βία και κακομεταχείριση»;  Στη σεξουαλική εκμετάλλευση;
Πού, τελικά;
Κι όλα αυτά χωρίς να αναφερθούμε εκτενώς  στην τεράστια πληγή, στον τεράστιο αγώνα επιβίωσης που δίνουν καθημερινά οι εκατοντάδες «μικροί Αϊλάν», στα θέατρα των ουκ ολίγων πολεμικών επιχειρήσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή.

Λίγο πριν το τέλος, επιτρέψτε μας μια μικρή αναφορά  στην είδηση που μας οδήγησε να ελευθερώσουμε τούτες τις σκέψεις και να τις οδηγήσουμε στο χαρτί.  Στην απόφαση της ουαλικής κυβέρνησης να νομοθετήσει το δικαίωμα του παιδιού στο παιχνίδι.
Στη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (που υιοθετήθηκε το 1989 στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και έγινε νόμος με αυξημένη ισχύ στην Ελλάδα το 1992, ν. 2101/92), το άρθρο 31 ορίζει το δικαίωμα των παιδιών στην ανάπαυση και στις δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου, στην ενασχόληση με ψυχαγωγικά παιχνίδια και δραστηριότητες που είναι κατάλληλες για την ηλικία του και στην ελεύθερη συμμετοχή στην πολιτιστική και καλλιτεχνική ζωή [Η ΑΥΓΗ, 1/1/2018, «Τα δικαιώματα του παιδιού στο παιχνίδι και την καλλιτεχνική και πολιτιστική εκπαίδευση»].
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ο ΟΗΕ έδωσε σε κάθε παιδί το δικαίωμα να παίζει, η πρώτη – και η μόνη προς το παρόν- χώρα στον κόσμο που μετέτρεψε αυτό το δικαίωμα σε νόμο είναι , όπως είπαμε, η Ουαλία [Guardian, 22/8/2018, «Which is the only country to protect in law the child’s right to play?»].
Σε αντιδιαστολή με την Ουαλία, τα πολιτικά συμβούλια της Μ. Βρετανίας έκλεισαν 214 παιδικές χαρές σε δύο μόνο οικονομικά έτη, στα μέσα της δεκαετίας που διανύουμε, και υπάρχουν σχέδια για το κλείσιμο άλλων 234. Σε όλη την χώρα, οι τοπικές υπηρεσίες νεότητας έχουν κατακρεουργηθεί. Τα παιδιά μπορούν ακόμα να χρησιμοποιούν χώρους παιχνιδιού με την προϋπόθεση όμως, οι γονείς τους να βάζουν το χέρι στην τσέπη. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η παιδική χαρά στο Battersea, στο νότιο Λονδίνο. Μέχρι πρόσφατα, η Βρετανία ήταν παγκόσμιος ηγέτης στις παιδικές χαρές,  με αυτή στο Battersea να ξεχωρίζει. Ελεύθερη σε όλους, φιλοξενούσε κάθε μήνα χιλιάδες παιδιά. Έκλεισε από το συμβούλιο του Wordsworth των Συντηρητικών το 2012. Αντικαταστάθηκε με ένα κέντρο της Go Ape, όπου το «Tree Top Adventure» διάρκειας δύο έως τριών ωρών κοστίζει για έναν ενήλικα και δύο 16χρονους 108 λίρες .
Ξαναπερνώντας στην Ουαλία, για την ακρίβεια του ρεπορτάζ, πρέπει να πούμε ότι ο νόμος που προαναφέραμε δεν προστατεύει απόλυτα τα κέντρα παιχνιδιού από τις περικοπές δαπανών που έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.
Πώς θα μπορούσαν άλλωστε να ξεφύγουν από τη δημοσιονομική μέγγενη, τη φαιά κοινωνική πολιτική και την εμπορευματοποίηση, μέσα σε ένα σύστημα που αντιλαμβάνεται το παιχνίδι, όπως και τη γνώση, αλλά και κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής ως ευκαιρία πλουτισμού;
Ως εκ τούτου, είμαστε της άποψης ότι όλα τα προαναφερθέντα θα ήταν ένα κενό κέλυφος αν δεν αναζητούσαμε την ψίχα του προβλήματος, τη γενεσιουργό του αιτία.
Την απάντηση μάς τη δίνει ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, Jim Yong Kim:
«Από το 2020, το ήμισυ του πληθυσμού που ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας θα βρίσκεται σε ευάλωτες ή ρημαγμένες από τις συγκρούσεις περιοχές. (…) Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει αρκετός πλούτος. (…) Αν εμείς απλώς αναδιανέμαμε [τον πλούτο], θα μπορούσαμε να το κάνουμε σήμερα. Αλλά, συνειδητοποιήσαμε ότι αυτές οι προσεγγίσεις, που μπορούν να φέρουν αποτελέσματα, δεν έχουν λειτουργήσει σωστά».