Κοινωνιολόγος, ψυχαναλυτής και φιλόσοφος, δεν ήταν και πολλά τα πεδία
γνώσης με τα οποία δεν ασχολήθηκε ο Φρομ, συμβάλλοντας με τη σκέψη του
στην ψυχολογία, την ανθρωπολογία, τη θρησκεία, την κοινωνιολογία, αλλά
και σε επιμέρους φιλοσοφικούς κλάδους, όπως η ηθική.
Γερμανοεβραίος στην καταγωγή, πήρε τον δρόμο για τον Νέο Κόσμο με την
άνοδο του ναζισμού το 1934 καταγράφοντας μια διαδρομή που μπόλιασε
φιλοσοφία και πολιτική και γέννησε μια νέα σχολή σκέψης που θα έμενε
γνωστή ως πολιτική ψυχολογία. Ως ψυχαναλυτής, ο Φρομ άσκησε κριτική στη
μαρξιστική θεωρία για την υποβάθμιση της σημασίας του ψυχολογικού
παράγοντα και ταυτοχρόνως αναγνώρισε τα τρωτά της φροϊδικής θεωρίας,
καθώς η ψυχανάλυση δεν λάμβανε υπόψη τις ιστορικές μεταβολές και τα
κοινωνικά φαινόμενα.
Ο Φρομ έμεινε γνωστός για τις ιδέες του αναφορικά με την ελευθερία,
την οποία θεωρούσε αναπόσπαστο τμήμα της ανθρώπινης φύσης, το κοινωνικό
ασυνείδητο, τον ουμανισμό και την κριτική ανάλυση αλλά και τις θεωρίες
του για τη δόμηση της προσωπικότητας και τη φύση της ανθρώπινης ανάγκης,
παραμένοντας ένα από τα κορυφαία ονόματα της Σχολής της Φραγκφούρτης…
Πρώτα χρόνια
Ο Έριχ Σέλιγκμαν Φρομ γεννιέται στις 23 Μαρτίου 1900 στη Φρανκφούρτη
της Γερμανίας ως το μοναχοπαίδι μιας οικογένειας εβραϊκής καταγωγής. Ο
ίδιος θα χαρακτηρίσει αργότερα τα παιδικά του χρόνια ως «εξαιρετικά
νευρωτικά». Τους μεγάλους στοχαστές του 20ού αιώνα Φρόιντ και Μαρξ τους
ανακάλυψε μάλιστα αρκετά νωρίς στη ζωή του. Ήταν 14 ετών όταν ξέσπασε ο
Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο οποίος στιγμάτισε τον ευαίσθητο ψυχισμό του
παιδιού, που άρχισε να ψάχνει τώρα απαντήσεις για τη συμπεριφορά των
ομάδων και των λαών στα γραπτά των δύο διανοητών.
Η ακαδημαϊκή του ζωή ξεκινά το 1918, όταν γράφεται στο Πανεπιστήμιο
της Φρανκφούρτης στο Τμήμα Νομικής. Αφού ολοκλήρωσε τα δύο πρώτα
εξάμηνα, αποφάσισε πως η κοινωνιολογία τον ενδιέφερε τελικά περισσότερο
και μετακινήθηκε στο φημισμένο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης το 1919,
απ’ όπου και πήρε πτυχίο και διδακτορικό τίτλο στην κοινωνιολογία,
έχοντας καθηγητές τον Καρλ Γιάσπερς και τον Άλφρεντ Βέμπερ (τον λιγότερο
γνωστό αδερφό του Μαξ Βέμπερ).
Παρά το γεγονός ότι μέχρι το 1922 ήταν διδάκτορας κοινωνιολογίας, ο
διψασμένος για γνώση νεαρός συνέχισε τις σπουδές του στην ψυχολογία και
την ψυχιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, αλλά και εκπαιδεύτηκε στο
Ψυχαναλυτικό Ινστιτούτο του Βερολίνου. Το 1926 θα παντρευτεί τη γνωστή
ψυχαναλύτρια Φρίντα Ράιχμαν, που ήταν κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερή του
και καθηγήτριά του στη Χαϊδελβέργη, αν και ο γάμος θα διαλυόταν 4 χρόνια
αργότερα.
Από το 1927 θα αρχίσει να ασκεί την ψυχανάλυση και λίγο αργότερα θα
βρεθεί να διδάσκει ψυχανάλυση αλλά και να εμβαθύνει ταυτοχρόνως ως
σπουδαστής στο Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας του Πανεπιστημίου της
Φρανκφούρτης (δίδαξε από το 1929-1932). Το Ινστιτούτο θα μετονομαστεί
αργότερα σε Σχολή της Φρανκφούρτης και θα γίνει ορόσημο στη
διεπιστημονική μαρξιστική ανάλυση…
Τα χρόνια της Αμερικής
Με την άνοδο του ναζισμού το 1933, ο Φρομ ακολούθησε τα καραβάνια των
επιστημόνων που εγκατέλειπαν άρον-άρον τη χώρα και αφού πέρασε από τη
Γενεύη, εξασφάλισε διδακτική θέση στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας
Υόρκης το 1934, καθώς η φήμη του ως ψυχαναλυτή είχε υπερβεί τα στενά
γερμανικά σύνορα. Στα έδρανα του Κολούμπια θα παραμείνει μέχρι το 1941
και θα έρθει σε επαφή με μια νέα σχολή κοινωνιολογικής σκέψης που είχαν
μεταφέρει στις βαλίτσες του γερμανοί κυρίως εμιγκρέδες, όπως η επίσης
σπουδαία ψυχολόγος Κάρεν Χόρνεϊ.
Δίπλα στη Χόρνεϊ, με την οποία διατήρησαν και σφοδρό ερωτικό δεσμό, ο
Φρομ θα απορρίψει πλήθος φροϊδικών θέσεων και θα συμβάλει με τη σειρά
του στη γέννηση της νέο-φροϊδικής κίνησης. Ο ίδιος ίδρυσε το Ινστιτούτο
Ψυχιατρικής, Ψυχανάλυσης και Ψυχολογίας και δίδαξε στα κορυφαία
αμερικανικά πανεπιστήμια και κολέγια, μεταξύ των οποίων και το Γέιλ.
Ο Φρομ ξαναπαντρεύτηκε το 1944 (η δεύτερη σύζυγός του πέθανε το
1952), απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα αλλά το 1951 άλλαξε για άλλη
μια φορά τη ζωή του μετακομίζοντας στην Πόλη του Μεξικού, όπου και
ανέλαβε θέση καθηγητή στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο του Μεξικού. Μεταξύ
1955-1965, όταν και συνταξιοδοτήθηκε, ο Φρομ ήταν κοσμήτορας του
Τμήματος Ψυχολογίας του πανεπιστημίου και επισκεπτόταν συχνά-πυκνά
εκπαιδευτικά ιδρύματα των ΗΠΑ ως επισκέπτης καθηγητής. Αφού δίδαξε και
στη Μεξικανική Σχολή Ψυχανάλυσης, μετακόμισε το 1974 για άλλη μια φορά,
τώρα στην Ελβετία, όπου και παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του στις 18
Μαρτίου 1980, πέντε μέρες πριν κλείσει τα 80ά του γενέθλια. Το 1953
παντρεύτηκε και για τρίτη φορά…
Συνεισφορά στην ψυχολογία και την πολιτική σκέψη
Ο Φρομ ήταν ένας παθιασμένος κοινωνικός ερευνητής που έγραψε πολύ και
ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την πολιτική φιλοσοφία. Αν και έμελλε να γίνει
γνωστός για τη δριμεία κριτική του στη φροϊδική θεωρία αλλά και την
αναγνώριση θεωρητικών ανεπαρκειών στην ψυχανάλυση, όπως στο Οιδιπόδειο
Σύμπλεγμα και τη λιβιδινική ενέργεια. Ο Φρομ έψεγε πάντα τον Φρόιντ για
τον μισογυνισμό του.
Η κριτική του ματιά στα φροϊδικά γραπτά θα τον απομακρύνουν μάλιστα
από τους συναδέλφους του ψυχαναλυτές και σαν να μην έφτανε αυτό, το
Ψυχαναλυτικό Ινστιτούτο της Νέας Υόρκης θα του απαγορεύσει το 1944 να
ασκεί την ψυχανάλυση! Σήμερα βέβαια θεωρείται ένας από τους κορυφαίους
ψυχαναλυτές τόσο με θεωρητική όσο και επαγγελματική συνεισφορά. Καθ’ όλη
τη διάρκεια της σπουδαίας ακαδημαϊκής του καριέρας, ο Φρομ συνέχισε να
δουλεύει και να μαθητεύει ως ψυχαναλυτής, αλλά και να γράφει συνεχώς.
Ξεχωρίζουν τα έργα του «Να έχεις ή να είσαι», «Ψυχανάλυση και θρησκεία»,
«Η υγιής κοινωνία», «Αναλυτική κοινωνιοψυχολογία» και «Και ως Θεοί
έσεσθε».
Δύο από τα σημαντικότερα έργα του είναι τα «Ο φόβος μπροστά στην
ελευθερία» και «Ο άνθρωπος για τον εαυτό του», εκεί που συνδυάζει δηλαδή
τη φιλοσοφία, την πολιτική σκέψη και την ψυχολογία στρώνοντας το έδαφος
για την ανάπτυξη της πολιτικής ψυχολογίας. Αν και το πιο εμπορικό
βιβλίο του έμελλε να είναι ο οδηγός αυτογνωσίας «Η τέχνη της αγάπης».
Απορρίπτοντας τον βιολογικό προσανατολισμό της ψυχανάλυσης, ο Φρομ
στράφηκε για την κατανόηση του ανθρώπινου χαρακτήρα και του ψυχισμού του
στην Ιστορία αλλά και τον κοινωνικό χαρακτήρα, αντλώντας θεωρητικά
εργαλεία από τη μαρξιστική ανάλυση. Η ματιά του δεν ήταν ποτέ
αποστειρωμένη, καθώς για αυτόν η μελέτη της φύσης του ανθρώπου οφείλει
να γίνει μέσα στην κοινωνία, θεωρώντας πως η εξέλιξη του ανθρώπου
συμβαδίζει με την εξέλιξη της κοινωνίας και αντίστροφα.
Σπουδαίος μελετητής των θρησκειών αλλά και βαθύς γνώστης της
φιλοσοφίας των αρχαίων Ελλήνων, ο Φρομ άφησε βαθιά το στίγμα του στην
πολιτική αλλά και ψυχολογική σκέψη του 20ού αιώνα, παραμένοντας μια
δυναμική και παθιασμένη πένα που αναμετρήθηκε με τους γίγαντες του
ευρωπαϊκού πνεύματος…
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου