Της ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΟΣΜΑ*
Σε τροφή οδηγούνται οι σχέσεις τηςΟυάσιγκτον με την Αβάνα. Οι ΗΠΑ, αντιμέτωπες με την πολυετή αδιέξοδη πολιτική του αποκλεισμού απέναντι στο «νησί της επανάστασης», υποχρεώνονται σε αναδίπλωση, καθώς επιδιώκουν να προλάβουν ΕΕ και Κίνα, που ήδη έχουν αναπτύξει την οικονομική τους διπλωματία και αντλούν οφέλη από την εξομάλυνση των σχέσεων με την Κούβα. Η απόφαση τουΜπαράκ Ομπάμα και του Ραούλ Κάστρο να προχωρήσουν σε αναθέρμανση των μεταξύ τους σχέσεων, που ανακοινώθηκε αυτή την εβδομάδα, χαρακτηρίστηκε ιστορική. Ωστόσο ο δρόμος μέχρι την πλήρη αποκατάσταση και κυρίως μέχρι την άρση του εμπάργκο είναι μακρύς.
Το Κογκρέσο ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους και ο Λυεκός Οίκος πρόκειται να αποκτήσει νέο ένοικο το 2016. Οι πρώτες αντιδράσεις, ήρθαν λίγες μόλις ώρες μετά την ανακοίνωση της απόφασης. Ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Τζον Μπένερ άσκησε δριμύτατη κριτική στον πρόεδρο Ομπάμα, με αφορμή τις επαφές με την Αβάνα. Ο Μπένερ χαρακτήρισε την απόφαση «άλλη μια ασυλλόγιστη παραχώρηση σε μακρά σειρά ασυλλόγιστων παραχωρήσεων σε ένα στυγνό δικτατορικό καθεστώς». «Οι σχέσεις με το καθεστώς Κάστρο δεν πρέπει να αναθεωρηθούν, πόσο μάλλον να εξομαλυνθούν, ώσπου ο λαός της Κούβας να απολαύσει την ελευθερία, ούτε ένα δευτερόλεπτο νωρίτερα» επισήμανε ο Μπένερ σε ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα.
Νωρίτερα, ο ρεπουμπλικανός γερουσιαστής από τη Φλόριντα Μάρκο Ρούμπιο επέκρινε την απόφαση της κυβέρνησης Ομπάμα να εξομαλύνει τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Κούβα, κρίνοντας ότι ο Λευκός Οίκος κέρδισε λίγα με αυτή την αλλαγή πολιτικής υπέρ της Αβάνας. «Ο Λευκός Οίκος έχει παραχωρήσει τα πάντα, αλλά κέρδισε λίγα» είπε χαρακτηριστικά ο Ρούμπιο στη διάρκεια συνέντευξη Τύπου. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι θα αντιταχθεί στις προσπάθειες του Λευκού Οίκου να ορίσει πρεσβευτή στην Κούβα και να χρηματοδοτήσει μια αμερικανική πρεσβεία στην Αβάνα.
Υπενθυμίζεται ότι το εμπάργκο επιβλήθηκε στην Κούβα επί προεδρίας Αϊζενχάουερ το 1960, σαν αντίδραση στην απόφαση του Φιντέλ Κάστρο να εθνικοποιήσει τις επιχειρήσεις αμερικανικών συμφερόντων στην Κούβα. Αρχικά το εμπάργκο δεν περιλάμβανε τρόφιμα και φαρμακευτικό υλικό, όμως το 1961, λίγες μέρες προτού αναλάβει ο νέος πρόεδρος Τζον Κένεντι, ο Ντ. Αϊζενχόυεραποφάσισε να διακόψει και τις διπλωματικές σχέσεις. Το 1962 ο Κένεντι επέβαλε ακόμα αυστηρότερους όρους. Ουσιαστικά επρόκειτο πλέον για ολικό εμπάργκο, εν μέσω ψυχροπολεμικού κλίματος στις σχέσεις ΗΠΑ-ΕΣΣΔ.
Το 1982 ο τότε πρόεδρος Ρ. Ρέιγκαν σκλήρυνε περισσότερο τη στάση των ΗΠΑ: η Κούβα μπήκε στη λίστα των χωρών που, σύμφωνα με την Ουάσιγκτον, στηρίζουν την τρομοκρατία. Από το 1999 η προεδρία Μπιλ Κλίντον είχε αρχίσει χαλάρωση των ταξιδιωτικών περιορισμών σε σχέση με την Κούβα, παρότι ο νόμος Χελμς Μπάρτον του 1996 δυσκόλεψε τα πράγματα, πολιτική την οποία συνέχισε με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, από το 2009, και η προεδρία Μπάρακ Ομπάμα. Η νέα πρωτοβουλία Ομπάμα σημαίνει καταρχήν ότι η Κούβα θα βγεί από τη λίστα των κρατών-«τρομοκρατών», όπου παραμένουν το Ιράν, η Συρία και το Σουδάν. Κατά τα άλλα, τοεμπάργκο συνδέεται με σειρά νόμων που μόνο το Κογκρέσο μπορεί να τροποποιήσει.
Με δεδομένο δε ότι από τον Ιανουάριο οι Ρεπουμπλικάνοι θα ελέγχουν πλήρως και τα δύο σώματα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι μέχρι τις επόμενες εκλογές, τις προεδρικές του 2016 και την ανάληψη της προεδρίας τον Ιανουάριο του 2017 από νέο πρόεδρο τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει σε αυτό το πεδίο. Ο Ομπάμα πάντως ζήτησε «ειλικρινή και τίμιο διάλογο» στο Καπιτώλιο, παρόλο που παραμένει εξαιρετικά δύσκολο να βρει συμμάχους. Για τους ρεπουμπλικάνους, η απόφαση για την Κούβα φέρεται να αποτελεί το κόκκινο πανί. Ενόψει εκλογών, το ζήτημα της Κούβας μαζί με το πρόγραμμα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης Obamacare και την πρόσφατη νομοθεσία για τη νομιμοποίηση εκατομμυρίων μεταναστών αναμένεται να βρεθούν στην πρώτη γραμμή της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Ο αμερικανός πρόεδρος, παρόλο που εξακολουθεί να έχει δεμένα χέρια, θα επιδιώξει να συνεχίσει τις κινήσεις προσέγγισης που ξεκίνησε το 2009, σε μια προσπάθεια διαφοροποίησης από το ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο, αλλά και να διορθώσει μια μακροχρόνια, λανθασμένη πολιτική πουεξακολουθεί να κοστίζει ακριβά, εκτός των άλλων, και σε μερίδα της αμερικανικής πολιτικής ελίτ.
Σε κάθε περίπτωση, η πορεία εξομάλυνσης των σχέσεων ΗΠΑ-Κούβας, την οποία εξήγγειλαν από κοινού την Τετάρτη οι πρόεδροι των δύο χωρών Μπ. Ομπάμα και Ρ. Κάστρο, θα μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα για τον τερματισμό της ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης που σφράγισε το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Χωρίς αυτό σε καμμιά περίπτωση να σημαίνει στροφή των ΗΠΑ προς μια δικαιότερη ή έστω πιο ισορροπημένη εξωτερική πολιτική. Η αναγκαστική στροφή, εκτός απόαπόδειξη της ήττας της πολιτικής των ΗΠΑ στο νησί, η πορεία του οποίου σημάδεψε συνολικά τις εξελίξεις στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με τη Λατινική Αμερική, σηματοδοτεί έντονη όξυνση του διεθνούς ανταγωνισμού.
Την ίδια στιγμή που κλείνει ένα κεφάλαιο στην ιστορία των ψυχροπολεμικών σχέσεων της Δύσης με χώρες οι οποίες σχετίστηκαν με τον λεγόμενο υπαρκτό σοσιαλισμό ανοίγει νέο: η ουκρανική κρίση αποτελεί την αφορμή για την ανάπτυξη του νέου γύρου γεωπολιτικής αντιπαράθεσης Δύσης-Ανατολής. Η εντεινόμενη επιθετικότητα του Κιέβου, που απολαμβάνει την υποστήριξη των Βρυξελλών και της Ουάσιγκτον, με σκοπό να οδηγήσει τη Μόσχα σε απόγνωση, ήδη χαρακτηρίζεται από πολλούς νέος Ψυχρός Πόλεμος. Για τη σημερινή Ρωσία άλλωστε, ο έλεγχος της Χερσονήσου της Κριμαίας έχει αξία τουλάχιστον ίση, αν όχι μεγαλύτερη, από την αντίστοιχη που είχε ο έλεγχος της Κούβας για τις ΗΠΑ το 1960.
*Δημοσιεύθηκε στο «Πριν» της Κυριακής 21 Δεκεμβρίου 2014
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου