Γρηγόρης Σουλτάνης
«Η εξουσία είναι να προκαλείς πόνο και να ταπεινώνεις. Η εξουσία
είναι να κομματιάζεις το ανθρώπινο πνεύμα…(να δημιουργείς)…ένα κόσμο
προδοσίας, φόβου, οδύνης….από ανθρώπους που συντρίβουν και άλλους που
συντρίβονται», Τζ. Όργουελ.
Η υποκριτική καταγγελία της βίας ανήκει στη «διπλή γλώσσα» της
εξουσίας· στη γλώσσα της χειραγώγησης. Αποσκοπεί στην πρόκληση
διανοητικής σύγχυσης και στον εγκλωβισμό της κριτικής σκέψης στις
εσωτερικευμένες επιταγές της εξουσίας· στην πρόσθετη θυματοποίηση του
ήδη θύματος.
Η δαιμονοποίηση της βίας-της κοινωνικής βίας και αντιβίας- αποβλέπει στην απόκρυψη της άγριας εκμετάλλευσης που συντελείται από το σφετερισμό των μέσων επιβίωσης που είναι αναγκαία για την ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών. Η ματαίωση και η διάψευση των ζωτικών αναγκών, η αδικία, είναι ο γεννήτορας της βίας· οι σφετεριστές των κοινωνικών αγαθών είναι οι ηθικοί αυτουργοί της βίας.
Σε μια περίοδο που η νεοφιλελεύθερη δολοφονική βία επιδιώκει την εξόντωση ανθρώπων, με την αποστέρηση των στοιχειωδών μέσων για την επιβίωση, ταυτόχρονα με την ψυχολογική και ιδεολογική βία, ο ηθικισμός της μη βίας αποτελεί όπλο νοητικού «χημικού πολέμου».
Βία και κατάσταση έκτακτης ανάγκης
«Ναι, το μονοπώλιο της βίας ανήκει μόνο στο δημοκρατικό κράτος και θα σας αλλάξουμε τα φώτα», Φ.Κρανιδιώτης.
Η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης· σε μια συγκέντρωση εξουσίας και δύναμης, για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών που απειλούν την ασφάλειά της. Όμως, στην συγκεκριμένη περίπτωση, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης αναφέρεται στην ασφάλεια των δανειστών· στην ασφαλή κερδοφορία, στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης ΕΕ. Ο εχθρός προς τον οποίο στρέφεται η συγκέντρωση δύναμης και εξουσίας δεν είναι κάποιο απειλητικό φυσικό φαινόμενο ή μια εξωτερική απειλή. Αντίθετα, είναι ο εσωτερικός εχθρός εντός της υπερεθνικής Ευρώπης· οτιδήποτε αντιβαίνει την ασφαλή και επαρκή κερδοφορία του κεφαλαίου: πρώτιστα η αξία της εργασίας και του ατόμου, δεύτερον η ύπαρξη δημόσιων αγαθών, τρίτον το κοινωνικό κράτος και το αντιπροσωπευτικό πολίτευμα και τέταρτον οι συλλογικότητες.
Για να μπορέσει η ΕΕ να υποτάξει τους εχθρούς της κερδοφορίας είναι ανάγκη να παράγει νέο Δίκαιο έκτακτης ανάγκης: θεσμισμένες μορφές οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας· μορφές που συμπυκνώνουν μοντέλα ασκούμενης βίας και τα οποία διαρθρώνουν τις πολλαπλές μορφές της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Τα μοντέλα βίαιης κυριαρχίας, ως ορθολογικά μοντέλα εργαλειακής διαχείρισης της κοινωνίας, εξυπηρετούν την αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος, με την εκμετάλλευση όλων των δυνατοτήτων της τεχνολογίας, του κρατικού μηχανισμού και των υπερεθνικών μηχανισμών παραγωγής βίας.
Η βία είναι κρατική και υπερεθνική. Το Δίκαιο έκτακτης ανάγκης, ως κατάσταση έκτακτης βίας, επιχειρεί να υπερκαλύψει το γεγονός ότι η επιδιωκόμενη κυριαρχία ολοκληρωτικού τύπου καταστρατηγεί το όποιο κοινωνικό συμβόλαιο. Γι αυτό και η παραγωγή της βίας είναι το μόνο νομιμοποιητικό μέσο.
Δομική και θεσμική βία
«Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να σκοτώσεις έναν άνθρωπο. Μπορείς να το μαχαιρώσεις στην κοιλιά, να του αρπάξεις το ψωμί απ’ το στόμα, να μην το γιατρέψεις από την ασθένεια που πάσχει, να τον βάλεις σε μια άθλια κατοικία, να τον εξοντώσεις βάζοντάς τον να δουλεύει μέχρι θανάτου, να τον οδηγήσεις στην αυτοκτονία, να το στείλεις στον πόλεμο. Λίγοι μόνο απ’ αυτούς τους τρόπους είναι απαγορευμένοι στο κράτος μας». Μ. Μπρέχτ
Η πολιτισμική βία είναι το σύνθετο ιδεολογικό, νοηματικό και συμβολικό πλαίσιο, με βάση το οποίο μια κοινωνία νομιμοποιεί την βία που παράγεται από τις κυρίαρχες ομάδες που ασκούν τον ιδεολογικό έλεγχο μιας κοινωνίας. Είναι η βία των ορισμών που καθορίζει το νοηματικό πλαίσιο ερμηνείας των κοινωνικών φαινομένων, καθιστώντας τη βία «φυσικό» φαινόμενο, και που ασκείται από εκείνους που κατέχουν το μονοπώλιο του Λόγου. Η πολιτισμική βία αποβλέπει στη συγκάλυψη της δομικής βίας που βρίσκεται στη δομή που συγκροτεί ένα οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό σύστημα.
Ο ορισμός της δομικής βίας από τον J. Galtung που πρώτος εισήγαγε τον όρο είναι ο εξής: «Η βία ορίζεται ως η αιτία της διαφοράς μεταξύ του εφικτού και του πραγματικού, μεταξύ του τι θα μπορούσε να είναι και τι είναι. Βία είναι αυτό που επαυξάνει την απόσταση μεταξύ του εφικτού και πραγματικού, και αυτό που εμποδίζει τη μείωση αυτής της απόστασης».
Αντίθετα από την άμεση βία στην οποία είναι εμφανής η σχέση υποκειμένου-αντικειμένου, η δομική βία είναι διαρθρωτική και ενσωματωμένη στη δομή. Για παράδειγμα, όταν η ελλιπής πρόσβαση στις ιατρικές υπηρεσίες επιφέρει την απώλεια ανθρώπινων ζωών, ενώ ταυτόχρονα η πρόσβαση σε αυτές είναι εφικτή στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, συντελείται ένα είδος διαρθρωτικής ανθρωποκτονίας στην οποία ο δράστης είναι αθέατος. Η δομική βία είναι αόρατη γιατί ασκείται συλλογικά και διαχρονικά, και αποκρύπτεται από την κυρίαρχη ιδεολογική βία, όσο και την ακούσια συναίνεση.
Με τη δομική βία γίνεται η παγίωση σχέσεων εξουσίας, εκμετάλλευσης, ανισότητας, ανισόμετρης κατανομής του πλούτου και της γνώσης· πρόκειται για την θεσμοποίηση της μη ικανοποίησης των ανθρώπινων αναγκών και της μη πρόσβασης στα αγαθά του πολιτισμού, γεγονός που προκαλεί εκατόμβες θυμάτων σε καιρό ειρήνης. Είναι απόρροια των θεσμοθετημένων κοινωνικοοικονομικών δομών που ασκείται έμμεσα από τους φορείς της εξουσίας. Οι θεσμοί της ατομικής ιδιοκτησίας, της μισθωτής εργασίας, της μη συμμετοχής στην εξουσία και στις πολιτικές αποφάσεις, συντελούν στην δομική βία και αποτελούν τη βασική αιτία της κοινωνικής παρέκκλισης.
Επιπλέον, η θεσμική βία παράγει μια δευτερογενή βία που είναι άμεση και εξυπηρετεί τα επικαιρικά συμφέροντα και τις ανάγκες των εκάστοτε κυρίαρχων ιδεολογικά ομάδων συμφερόντων. Γι αυτό εντείνει τη δομική βία, την κοινωνική βία και αντιβία, και τις κοινωνικά αρνητικές καταστάσεις. Η επικαιρική θεσμική βία, αφενός εντείνει την δομική βία και αφετέρου προστίθεται στο κεφάλαιο της δομικής βίας, εκτός και αν μια νέα ισορροπία κοινωνικών δυνάμεων επιβάλλει την ανατροπή της.
Κράτος και πολιτισμική βία
Παρά την διαδεδομένη αντίληψη για τη βιολογική διάσταση της βίας, η βία παράγεται πολιτισμικά, μέσα από ένα σύνθετο πλέγμα εννοιών, συμβόλων και πρακτικών. Η βία δεν έχει υπόσταση, είναι ένα μέσο και γι αυτό υπάρχουν ποικίλες ποιότητες. Η ουσιοποίηση της βίας παραβλέπει το γεγονός ότι οι ανθρώπινες ταυτότητες κατασκευάζονται μέσα στην κοινωνική αλληλεπίδραση.
Στη φιλελεύθερη ηγεμονική παράδοση που έχει καταστεί παγκόσμια, ο καπιταλισμός, η φιλελεύθερη Δημοκρατία και το κράτος αποτελούν μια πολιτισμική κατασκευή νομιμοποίησης της βίας. Το κράτος δεν είναι μόνο ένας θεσμός παραγωγής κοινωνικοοικονομικής ανισότητας. Είναι ταυτόχρονα ένας θεσμός πολιτισμικής επιβολής μιας ορισμένης ιδεολογίας και κοσμοθεώρησης αναφορικά με τη φύση του ανθρώπου, της κοινωνίας και της εξουσίας.
Η θεώρηση του ανθρώπου ως αρπακτικού που επιδιώκει τη δύναμη και την εξουσία, της κοινωνίας ως πεδίου ανταγωνισμού ιδιοτελών ατόμων που επιδιώκουν με κάθε μέσο την κυριαρχία, και τέλος του κράτους, ως εγγυητή της ειρήνης με τη χρήση της βίας, επιβάλλει ένα μοντέλο διαχείρισης της ζωής και νομιμοποίησης μιας αυθαίρετης εξουσίας, αφού αυτή η ίδια νομιμοποιείται μέσα από την παραγωγή και αναπαραγωγή της βίας. Στα ιδεολογικά ρεύματα νομιμοποίησης της βίας μπορούν να ενταχθούν πολλές παραδόσεις που πρεσβεύουν παρόμοιες αντιλήψεις-ακόμη και η ψυχανάλυση- και κυρίως η εργαλειακή ιδεολογία του φιλελεύθερου οικονομισμού.
Η Δομική βία παράγεται μέσα στα όρια του έθνους-κράτους από τον ίδιο τον κρατικό θεσμό και ταυτόχρονα, δυνάμει της οικονομίας της αγοράς, το κράτος γίνεται αποδέκτης της διεθνούς βίας. Η πρωταρχική μορφή αυτής της εξωγενούς βίας είναι πολιτισμική, ιδεολογική και συμβολική και τέλος οικονομική. Τα μητροπολιτικά καπιταλιστικά κέντρα ασκούν άμεση ή έμμεση βία-θεσμική ή δομική- στα περιφερειακά κράτη, ενώ η ασυδοσία των πολυεθνικών έχει διαμορφώσει ένα νέο είδος υπερεθνικής δομικής βίας. Στο πλαίσιο αυτό, οι αναδιαρθρώσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, με τη μορφή της οικονομικής βίας, εγγράφονται στα εθνικά κράτη, θεσμικά και δομικά, οδηγώντας σε μεγαλύτερη εξαθλίωση τις κοινωνίες.
Θεσμική, Οικονομική βία και Δικαιώματα
«Η λαϊκή κυριαρχία αποτελεί ένα των µύθων του νεωτέρου
δηµοσίου βίου, απλάς προλήψεις…(.)…πλάσµατα χωρίς περιεχόµενον», Αλ. Σβώλος.
Λιτότητα είναι η λέξη που χρησιμοποιεί το γλωσσικό οπλοστάσιο της νεοφιλελεύθερης βίας για τον ευφημισμό της εξόντωσης ανθρώπων με τη χρήση μέτρων οικονομικού πολέμου. Η κλοπή της εργασίας και των αγαθών μιας κοινωνίας και η κεφαλαιοποίησή τους, είναι η συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα. Το καπιταλιστικό σύστημα θεσμίζει τον βιολογικό πόλεμο κάτω απ’ τον μανδύα της ελεύθερης αγοράς.
Η επίθεση που υφίσταται η ελληνική κοινωνία είναι ταυτόχρονα συμβολική, πολιτισμική, και θεσμική, ενώ η οικονομική μορφή πολέμου είναι η πιο άμεση, αφού αφορά την απροκάλυπτη οικονομική εξαθλίωση του ελληνικού λαού με πρόσχημα την «ανάπτυξη». Η καπιταλιστική αναδιάρθρωση σε επίπεδο ευρωπαϊκής ένωσης, η αναδιάρθρωση του οικονομικού μοντέλου συσσώρευσης με σκοπό την αύξηση της κερδοφορίας και την καταστροφή του μη παραγωγικού κεφαλαίου, απαιτεί την άσκηση υπερβάλλουσας θεσμικής βίας από μέρους του κράτους.
Η ασκούμενη θεσμική βία επιδιώκει την παγίωση νέων μορφών κυριαρχίας και κοινωνικής ανισότητας., σε αγαστή συνεργασία με διεθνή κέντρα ειδικευμένα στις οικονομική βία και τρομοκρατία όπως το ΔΝΤ.
Ταυτόχρονα, η ωμή κρατική βία έρχεται να συνδράμει τη θεσμική βία. Ο εκφυλισμός της φιλελεύθερης Δημοκρατίας και η επίθεση στα κοινωνικά δικαιώματα που είναι συνυφασμένα με το κοινωνικό κράτος, συμπαρασύρει τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Το νεοφιλελεύθερο κράτος γίνεται απειλητικό, οδεύοντας στην υποκατάσταση του κράτους πρόνοιας από το ποινικό κράτος επιτήρησης-η ποινικοποίηση της φτώχειας ανοίγει νέα πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο.
Η κατά συρροή καταπάτηση του συντάγματος από την κυβέρνηση και τους δανειστές δεν αποτελεί πρόσκαιρο φαινόμενο που επιβάλλεται με την επίκληση της έκτακτης ανάγκης, αλλά μεθοδευμένη διαδικασία για την σταδιακή απαγόρευση και περιορισμό των πολιτικών δικαιωμάτων και της πολιτικής δράσης-χαρακτηριστικό παράδειγμα η αμφισβήτηση του δικαιώματος στην απεργία. Αποκορύφωμα του εκφυλισμού που διάγει ο φιλελεύθερος δημοκρατισμός είναι η απαγόρευση πολιτικών κομμάτων που αμφισβητούν τις οικονομικές και πολιτικές δομές (κείμενο για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας του συμβουλίου των Υπουργών της ΕΕ)· ιδέα που επιχειρεί να εισάγει η θεωρία περί «συνταγματικού τόξου» και η οποία δεν είναι καθόλου το αποκύημα της φαντασίας ενός ακροδεξιού συμβούλου.
Σε αυτό το πλαίσιο, η θεωρία του «συνταγματικού τόξου» και η ακροδεξιά ρητορεία που εκπορεύεται από τον ηγετικό πυρήνα της ΝΔ δηλώνει τον μετασχηματισμό αυτού του κόμματος στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, αποκαλύπτεται η αντιδημοκρατική φύση της φιλελεύθερης ιδεολογίας, για την οποία ο τυπικός προσεταιρισμός της δημοκρατικής ιδεολογίας υπήρξε μια τακτική κυριαρχίας, για τον εκβιασμό της συναίνεσης, και την απόκρυψη του ελιτισμού.
Η νομιμότητα που επικαλείται η Νέα Δεξιά είναι η νομιμότητα του ακορντεόν.
Τα όριά της-όπως και της Δημοκρατίας- ανοιγοκλείνουν ανάλογα με τις ανάγκες της κεφαλαιακής συσσώρευσης, της στυγνής δομικής και θεσμικής βίας.
Η δαιμονοποίηση της βίας-της κοινωνικής βίας και αντιβίας- αποβλέπει στην απόκρυψη της άγριας εκμετάλλευσης που συντελείται από το σφετερισμό των μέσων επιβίωσης που είναι αναγκαία για την ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών. Η ματαίωση και η διάψευση των ζωτικών αναγκών, η αδικία, είναι ο γεννήτορας της βίας· οι σφετεριστές των κοινωνικών αγαθών είναι οι ηθικοί αυτουργοί της βίας.
Σε μια περίοδο που η νεοφιλελεύθερη δολοφονική βία επιδιώκει την εξόντωση ανθρώπων, με την αποστέρηση των στοιχειωδών μέσων για την επιβίωση, ταυτόχρονα με την ψυχολογική και ιδεολογική βία, ο ηθικισμός της μη βίας αποτελεί όπλο νοητικού «χημικού πολέμου».
Βία και κατάσταση έκτακτης ανάγκης
«Ναι, το μονοπώλιο της βίας ανήκει μόνο στο δημοκρατικό κράτος και θα σας αλλάξουμε τα φώτα», Φ.Κρανιδιώτης.
Η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης· σε μια συγκέντρωση εξουσίας και δύναμης, για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών που απειλούν την ασφάλειά της. Όμως, στην συγκεκριμένη περίπτωση, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης αναφέρεται στην ασφάλεια των δανειστών· στην ασφαλή κερδοφορία, στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης ΕΕ. Ο εχθρός προς τον οποίο στρέφεται η συγκέντρωση δύναμης και εξουσίας δεν είναι κάποιο απειλητικό φυσικό φαινόμενο ή μια εξωτερική απειλή. Αντίθετα, είναι ο εσωτερικός εχθρός εντός της υπερεθνικής Ευρώπης· οτιδήποτε αντιβαίνει την ασφαλή και επαρκή κερδοφορία του κεφαλαίου: πρώτιστα η αξία της εργασίας και του ατόμου, δεύτερον η ύπαρξη δημόσιων αγαθών, τρίτον το κοινωνικό κράτος και το αντιπροσωπευτικό πολίτευμα και τέταρτον οι συλλογικότητες.
Για να μπορέσει η ΕΕ να υποτάξει τους εχθρούς της κερδοφορίας είναι ανάγκη να παράγει νέο Δίκαιο έκτακτης ανάγκης: θεσμισμένες μορφές οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας· μορφές που συμπυκνώνουν μοντέλα ασκούμενης βίας και τα οποία διαρθρώνουν τις πολλαπλές μορφές της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Τα μοντέλα βίαιης κυριαρχίας, ως ορθολογικά μοντέλα εργαλειακής διαχείρισης της κοινωνίας, εξυπηρετούν την αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος, με την εκμετάλλευση όλων των δυνατοτήτων της τεχνολογίας, του κρατικού μηχανισμού και των υπερεθνικών μηχανισμών παραγωγής βίας.
Η βία είναι κρατική και υπερεθνική. Το Δίκαιο έκτακτης ανάγκης, ως κατάσταση έκτακτης βίας, επιχειρεί να υπερκαλύψει το γεγονός ότι η επιδιωκόμενη κυριαρχία ολοκληρωτικού τύπου καταστρατηγεί το όποιο κοινωνικό συμβόλαιο. Γι αυτό και η παραγωγή της βίας είναι το μόνο νομιμοποιητικό μέσο.
Δομική και θεσμική βία
«Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να σκοτώσεις έναν άνθρωπο. Μπορείς να το μαχαιρώσεις στην κοιλιά, να του αρπάξεις το ψωμί απ’ το στόμα, να μην το γιατρέψεις από την ασθένεια που πάσχει, να τον βάλεις σε μια άθλια κατοικία, να τον εξοντώσεις βάζοντάς τον να δουλεύει μέχρι θανάτου, να τον οδηγήσεις στην αυτοκτονία, να το στείλεις στον πόλεμο. Λίγοι μόνο απ’ αυτούς τους τρόπους είναι απαγορευμένοι στο κράτος μας». Μ. Μπρέχτ
Η πολιτισμική βία είναι το σύνθετο ιδεολογικό, νοηματικό και συμβολικό πλαίσιο, με βάση το οποίο μια κοινωνία νομιμοποιεί την βία που παράγεται από τις κυρίαρχες ομάδες που ασκούν τον ιδεολογικό έλεγχο μιας κοινωνίας. Είναι η βία των ορισμών που καθορίζει το νοηματικό πλαίσιο ερμηνείας των κοινωνικών φαινομένων, καθιστώντας τη βία «φυσικό» φαινόμενο, και που ασκείται από εκείνους που κατέχουν το μονοπώλιο του Λόγου. Η πολιτισμική βία αποβλέπει στη συγκάλυψη της δομικής βίας που βρίσκεται στη δομή που συγκροτεί ένα οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό σύστημα.
Ο ορισμός της δομικής βίας από τον J. Galtung που πρώτος εισήγαγε τον όρο είναι ο εξής: «Η βία ορίζεται ως η αιτία της διαφοράς μεταξύ του εφικτού και του πραγματικού, μεταξύ του τι θα μπορούσε να είναι και τι είναι. Βία είναι αυτό που επαυξάνει την απόσταση μεταξύ του εφικτού και πραγματικού, και αυτό που εμποδίζει τη μείωση αυτής της απόστασης».
Αντίθετα από την άμεση βία στην οποία είναι εμφανής η σχέση υποκειμένου-αντικειμένου, η δομική βία είναι διαρθρωτική και ενσωματωμένη στη δομή. Για παράδειγμα, όταν η ελλιπής πρόσβαση στις ιατρικές υπηρεσίες επιφέρει την απώλεια ανθρώπινων ζωών, ενώ ταυτόχρονα η πρόσβαση σε αυτές είναι εφικτή στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, συντελείται ένα είδος διαρθρωτικής ανθρωποκτονίας στην οποία ο δράστης είναι αθέατος. Η δομική βία είναι αόρατη γιατί ασκείται συλλογικά και διαχρονικά, και αποκρύπτεται από την κυρίαρχη ιδεολογική βία, όσο και την ακούσια συναίνεση.
Με τη δομική βία γίνεται η παγίωση σχέσεων εξουσίας, εκμετάλλευσης, ανισότητας, ανισόμετρης κατανομής του πλούτου και της γνώσης· πρόκειται για την θεσμοποίηση της μη ικανοποίησης των ανθρώπινων αναγκών και της μη πρόσβασης στα αγαθά του πολιτισμού, γεγονός που προκαλεί εκατόμβες θυμάτων σε καιρό ειρήνης. Είναι απόρροια των θεσμοθετημένων κοινωνικοοικονομικών δομών που ασκείται έμμεσα από τους φορείς της εξουσίας. Οι θεσμοί της ατομικής ιδιοκτησίας, της μισθωτής εργασίας, της μη συμμετοχής στην εξουσία και στις πολιτικές αποφάσεις, συντελούν στην δομική βία και αποτελούν τη βασική αιτία της κοινωνικής παρέκκλισης.
Επιπλέον, η θεσμική βία παράγει μια δευτερογενή βία που είναι άμεση και εξυπηρετεί τα επικαιρικά συμφέροντα και τις ανάγκες των εκάστοτε κυρίαρχων ιδεολογικά ομάδων συμφερόντων. Γι αυτό εντείνει τη δομική βία, την κοινωνική βία και αντιβία, και τις κοινωνικά αρνητικές καταστάσεις. Η επικαιρική θεσμική βία, αφενός εντείνει την δομική βία και αφετέρου προστίθεται στο κεφάλαιο της δομικής βίας, εκτός και αν μια νέα ισορροπία κοινωνικών δυνάμεων επιβάλλει την ανατροπή της.
Κράτος και πολιτισμική βία
Παρά την διαδεδομένη αντίληψη για τη βιολογική διάσταση της βίας, η βία παράγεται πολιτισμικά, μέσα από ένα σύνθετο πλέγμα εννοιών, συμβόλων και πρακτικών. Η βία δεν έχει υπόσταση, είναι ένα μέσο και γι αυτό υπάρχουν ποικίλες ποιότητες. Η ουσιοποίηση της βίας παραβλέπει το γεγονός ότι οι ανθρώπινες ταυτότητες κατασκευάζονται μέσα στην κοινωνική αλληλεπίδραση.
Στη φιλελεύθερη ηγεμονική παράδοση που έχει καταστεί παγκόσμια, ο καπιταλισμός, η φιλελεύθερη Δημοκρατία και το κράτος αποτελούν μια πολιτισμική κατασκευή νομιμοποίησης της βίας. Το κράτος δεν είναι μόνο ένας θεσμός παραγωγής κοινωνικοοικονομικής ανισότητας. Είναι ταυτόχρονα ένας θεσμός πολιτισμικής επιβολής μιας ορισμένης ιδεολογίας και κοσμοθεώρησης αναφορικά με τη φύση του ανθρώπου, της κοινωνίας και της εξουσίας.
Η θεώρηση του ανθρώπου ως αρπακτικού που επιδιώκει τη δύναμη και την εξουσία, της κοινωνίας ως πεδίου ανταγωνισμού ιδιοτελών ατόμων που επιδιώκουν με κάθε μέσο την κυριαρχία, και τέλος του κράτους, ως εγγυητή της ειρήνης με τη χρήση της βίας, επιβάλλει ένα μοντέλο διαχείρισης της ζωής και νομιμοποίησης μιας αυθαίρετης εξουσίας, αφού αυτή η ίδια νομιμοποιείται μέσα από την παραγωγή και αναπαραγωγή της βίας. Στα ιδεολογικά ρεύματα νομιμοποίησης της βίας μπορούν να ενταχθούν πολλές παραδόσεις που πρεσβεύουν παρόμοιες αντιλήψεις-ακόμη και η ψυχανάλυση- και κυρίως η εργαλειακή ιδεολογία του φιλελεύθερου οικονομισμού.
Η Δομική βία παράγεται μέσα στα όρια του έθνους-κράτους από τον ίδιο τον κρατικό θεσμό και ταυτόχρονα, δυνάμει της οικονομίας της αγοράς, το κράτος γίνεται αποδέκτης της διεθνούς βίας. Η πρωταρχική μορφή αυτής της εξωγενούς βίας είναι πολιτισμική, ιδεολογική και συμβολική και τέλος οικονομική. Τα μητροπολιτικά καπιταλιστικά κέντρα ασκούν άμεση ή έμμεση βία-θεσμική ή δομική- στα περιφερειακά κράτη, ενώ η ασυδοσία των πολυεθνικών έχει διαμορφώσει ένα νέο είδος υπερεθνικής δομικής βίας. Στο πλαίσιο αυτό, οι αναδιαρθρώσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, με τη μορφή της οικονομικής βίας, εγγράφονται στα εθνικά κράτη, θεσμικά και δομικά, οδηγώντας σε μεγαλύτερη εξαθλίωση τις κοινωνίες.
Θεσμική, Οικονομική βία και Δικαιώματα
«Η λαϊκή κυριαρχία αποτελεί ένα των µύθων του νεωτέρου
δηµοσίου βίου, απλάς προλήψεις…(.)…πλάσµατα χωρίς περιεχόµενον», Αλ. Σβώλος.
Λιτότητα είναι η λέξη που χρησιμοποιεί το γλωσσικό οπλοστάσιο της νεοφιλελεύθερης βίας για τον ευφημισμό της εξόντωσης ανθρώπων με τη χρήση μέτρων οικονομικού πολέμου. Η κλοπή της εργασίας και των αγαθών μιας κοινωνίας και η κεφαλαιοποίησή τους, είναι η συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα. Το καπιταλιστικό σύστημα θεσμίζει τον βιολογικό πόλεμο κάτω απ’ τον μανδύα της ελεύθερης αγοράς.
Η επίθεση που υφίσταται η ελληνική κοινωνία είναι ταυτόχρονα συμβολική, πολιτισμική, και θεσμική, ενώ η οικονομική μορφή πολέμου είναι η πιο άμεση, αφού αφορά την απροκάλυπτη οικονομική εξαθλίωση του ελληνικού λαού με πρόσχημα την «ανάπτυξη». Η καπιταλιστική αναδιάρθρωση σε επίπεδο ευρωπαϊκής ένωσης, η αναδιάρθρωση του οικονομικού μοντέλου συσσώρευσης με σκοπό την αύξηση της κερδοφορίας και την καταστροφή του μη παραγωγικού κεφαλαίου, απαιτεί την άσκηση υπερβάλλουσας θεσμικής βίας από μέρους του κράτους.
Η ασκούμενη θεσμική βία επιδιώκει την παγίωση νέων μορφών κυριαρχίας και κοινωνικής ανισότητας., σε αγαστή συνεργασία με διεθνή κέντρα ειδικευμένα στις οικονομική βία και τρομοκρατία όπως το ΔΝΤ.
Ταυτόχρονα, η ωμή κρατική βία έρχεται να συνδράμει τη θεσμική βία. Ο εκφυλισμός της φιλελεύθερης Δημοκρατίας και η επίθεση στα κοινωνικά δικαιώματα που είναι συνυφασμένα με το κοινωνικό κράτος, συμπαρασύρει τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Το νεοφιλελεύθερο κράτος γίνεται απειλητικό, οδεύοντας στην υποκατάσταση του κράτους πρόνοιας από το ποινικό κράτος επιτήρησης-η ποινικοποίηση της φτώχειας ανοίγει νέα πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο.
Η κατά συρροή καταπάτηση του συντάγματος από την κυβέρνηση και τους δανειστές δεν αποτελεί πρόσκαιρο φαινόμενο που επιβάλλεται με την επίκληση της έκτακτης ανάγκης, αλλά μεθοδευμένη διαδικασία για την σταδιακή απαγόρευση και περιορισμό των πολιτικών δικαιωμάτων και της πολιτικής δράσης-χαρακτηριστικό παράδειγμα η αμφισβήτηση του δικαιώματος στην απεργία. Αποκορύφωμα του εκφυλισμού που διάγει ο φιλελεύθερος δημοκρατισμός είναι η απαγόρευση πολιτικών κομμάτων που αμφισβητούν τις οικονομικές και πολιτικές δομές (κείμενο για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας του συμβουλίου των Υπουργών της ΕΕ)· ιδέα που επιχειρεί να εισάγει η θεωρία περί «συνταγματικού τόξου» και η οποία δεν είναι καθόλου το αποκύημα της φαντασίας ενός ακροδεξιού συμβούλου.
Σε αυτό το πλαίσιο, η θεωρία του «συνταγματικού τόξου» και η ακροδεξιά ρητορεία που εκπορεύεται από τον ηγετικό πυρήνα της ΝΔ δηλώνει τον μετασχηματισμό αυτού του κόμματος στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, αποκαλύπτεται η αντιδημοκρατική φύση της φιλελεύθερης ιδεολογίας, για την οποία ο τυπικός προσεταιρισμός της δημοκρατικής ιδεολογίας υπήρξε μια τακτική κυριαρχίας, για τον εκβιασμό της συναίνεσης, και την απόκρυψη του ελιτισμού.
Η νομιμότητα που επικαλείται η Νέα Δεξιά είναι η νομιμότητα του ακορντεόν.
Τα όριά της-όπως και της Δημοκρατίας- ανοιγοκλείνουν ανάλογα με τις ανάγκες της κεφαλαιακής συσσώρευσης, της στυγνής δομικής και θεσμικής βίας.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου