Ονομάζομαι Νικολόπουλος Νίκος και
είμαι φοιτητής της ΑΣΟΕΕ. Είμαι 22 ετών και εργάζομαι παράλληλα με τις
σπουδές μου από τα 17 μου χρόνια, τότε μάλιστα με βιβλιάριο εργασίας
ανηλίκου. Τελείωσα με άριστα το Λύκειο και προσπαθώντας να
ανταποκρίνομαι στις υποχρεώσεις της σχολής μου, εργάζομαι τα τελευταία 5
χρόνια καλύπτοντας - όσο γίνεται με τα ψίχουλα που παίρνεις ως 4ωρος ή
άλλοτε ως 6ωρος ή όταν εργάζεσαι με σύμβαση ορισμένου χρόνου χωρίς να
ξέρεις αν θα εργάζεσαι τον επόμενο μήνα - τις ανάγκες μου, καθώς δε
γίνεται να επιβαρύνω στο ελάχιστο το ήδη βεβαρημένο κόστος ζωής της
οικογένειάς μου (κάρτες, δάνεια, λογαριασμοί, ενοίκια).
Η
παρένθεση αυτή κ. Σανιδά μπορεί για σας να είναι 5 λέξεις και να
διαβάζεται γρήγορα. Για μένα όμως είναι το ξεφύσημα του πατέρα μου πάνω
από τους λογαριασμούς του μήνα, τα δάκρυα της μητέρας μου όταν ερχόταν
σπίτι απολυμένη για να αυξηθούν τα κέρδη τους, το άγχος της καθημερινής
επιβίωσης. Και γράφεται πολύ δύσκολα. Θεωρούσα πάντα, κ. Σανιδά, πολύ
άξιους τους ανθρώπους που εργάζονταν. Ηταν τιμή μου να συναναστρέφομαι
ανθρώπους που κέρδιζαν την καθημερινότητά τους με τον ιδρώτα τους.
Αισθάνομαι πολύ περήφανος που είμαι γέννημα - θρέμμα της εργατικής
τάξης. Οση είναι κ. Σανιδά η τιμή μου για την εργασία μου και φροντίζω
γι' αυτό πάντα να είμαι παράδειγμα, τόσο ισχυρή είναι και η επίγνωση πως
τον πλούτο τον παράγουμε εμείς, οι εργάτες, μαζί με τη φτωχοαγροτιά,
που έχει το δικό της μερίδιο στο μόχθο και τον κόπο για επιβίωση.
Και όταν καταλαβαίνει, κ. Σανιδά, ο εργάτης, ή αν θέλετε ένας νεολαίος
που ετοιμάζεται ως η νέα βάρδια της εργατικής τάξης, ότι από τον ιδρώτα
του, από τα χέρια του, από το μυαλό του βγαίνουν τα τεράστια υπερκέρδη
τους, όταν νιώθει την εκμετάλλευση, το ξεζούμισμα, τον απάνθρωπο
καθημερινό θάνατο, την πίεση να γίνεται πιο παραγωγικός, να δεχτεί να
ζει με όλο και λιγότερα - και δεν αναφέρομαι μόνο στις πενιχρές αυξήσεις
των μισθών από τις ξεπουλημένες ηγεσίες της ΓΣΕΕ, αλλά και στο
ξεπούλημα στους ιδιώτες παμφάγους κερδοβγάλτες, της υγείας, της
παιδείας, της κοινωνικής ασφάλισης και άλλων, αλλά και των απολύσεων -
τότε, κ. Σανιδά, έχετε δίκιο!Αυτός ο εργάτης είναι επικίνδυνος! Και
είναι επικίνδυνος γιατί σταματάει να πατάει το διπλανό του και του δίνει
το χέρι. Καταλαβαίνει πως όλους τους εργάτες στο ίδιο καζάνι μας
βράζουν. Οργανώνεται. Απευθύνεται στο σωματείο του. Σκέφτεται πια πώς θα
αντιδράσει. Σκέφτεται τον τρόπο.
Υπάρχει όμως, κ. Σανιδά, ένα τείχος σχεδόν αδιαπέραστο γι' αυτόν τον
εργάτη. Ενα τείχος ψηλό, μαύρο, έτοιμο να πέσει πάνω του και να τον
καταπιεί. Ο φόβος. Ο φόβος κ. Σανιδά για τον εργάτη σήμερα δεν είναι
απλά μια λέξη. Ετσι ζει και εδώ οφείλω να σας δώσω συγχαρητήρια.
Γιατί τόσο η δικαιοσύνη, με το ταξικό της χαρακτήρα (δείτε για
παράδειγμα πόσοι εργολάβοι ή πόσοι εφοπλιστές πήγαν φυλακή για τα
εργατικά εγκλήματα που στοιχίζουν τη ζωή συναδέλφων) παίζει το ρόλο της
στο φόβο αυτό, όσο και εσείς προσωπικά, που με την πρόσφατη παρέμβασή
σας σε δίκες που ακόμη δεν έχουν καλά - καλά ξεκινήσει, ζητάτε την
κεφαλή κάθε εργάτη που αγωνίζεται «επί πίνακι», υπερασπίζοντας ολοκάθαρα
το μεγάλο κεφάλαιο.
Εργαζόμενος τους τελευταίους 5 μήνες στα «Τζάμπο», στο κατάστημα της Βάρης, παραδειγματικά και όντας ένας από τους αποδοτικότερους υπαλλήλους (τουλάχιστον αυτή ήταν γνώμη της εταιρείας πριν απεργήσω!),συμμετείχα
στην πανελλαδική απεργία στις 10/12. Δε σας κρύβω ότι χρειάζεται δύναμη
για να απεργήσει ένας νέος εργαζόμενος. Ηξερα βλέπετε από το ευρύτερο
τρομοκρατικό κλίμα που καλλιεργεί η εταιρεία, ποια θα ήταν η αντίδραση
της τελευταίας. Προσπαθούσα παράλληλα να οργανώσω τους υπόλοιπους
συναδέλφους στο κλαδικό μας σωματείο, τον Σύλλογο Εμποροϋπαλλήλων
Αθήνας, που χαίρει βαθιάς εκτίμησης από τους εργάτες του κλάδου, καθώς
σε αυτό πλειοψηφούν οι συνεπείς ταξικές δυνάμεις του ΠΑΜΕ.
Η αντίδραση της εργοδοσίας ήταν να με απολύσει 5 μέρες μετά την
απεργία στα μέσα του μήνα και μπροστά σε όλο το προσωπικό του
καταστήματος, ανακοινώνοντας πως «ο συνδικαλισμός εδώ μέσα
απαγορεύεται»! Μετά από κινητοποιήσεις του σωματείου μου, των ταξικών δυνάμεων του ΠΑΜΕ, που εσείς τις χαρακτηρίζετε «εγκληματικές», η επιχείρηση ακύρωσε την απόλυση. Αξίζει
να σημειωθεί η ιδιαίτερη προσοχή που έδειξε στο ζήτημα της απόλυσης και
η συνεπής στάση του ΚΚΕ και από την άλλη η εκκωφαντική σιωπή των ΜΜΕ
και των κομμάτων του ευρωμονόδρομου. Στη συνέχεια, στις 7/1, μετά το
τέλος της εργασίας μου,μου είχαν κλείσει το αυτοκίνητο εντεταλμένοι της εργοδοσίας. Αργότερα, σε επόμενες κινητοποιήσεις, ομολόγησαν τις πράξεις τους σε τέσσερα στελέχη διάφορων σωματείων. Στην αρχή, αφού
με έσυραν σε μια καφετερία με ψέματα και προσχήματα, με κράτησαν εκεί
με τη βία, προσφέροντάς μου μάλιστα 50.000 ευρώ εξ ονόματος των
εταιρειών «Τζάμπο» και «Μπένετον» για να υπογράψω την οικειοθελή
αποχώρησή μου από την εταιρεία.
Κύριε Σανιδά, αυτό που τους απάντησα είναι μάλλον δύσκολο να το
καταλάβετε, καθώς φαίνεται ότι από τη θέση σας σε μιά από τις εξουσίες
του συστήματος όπως λέγεται, αντικειμενικά το υπηρετείτε, επομένως απ'
αυτή τη θέση διώκετε όσους εργάτες σηκώνουν κεφάλι. Απάντησα κ.
Σανιδά πως είναι μερικά πράγματα σ' αυτή τη ζωή για μένα που ούτε
πωλούνται ούτε αγοράζονται! Τους είπα κ. Σανιδά πως δεν είμαι εμπόρευμα!
Προτιμάω το μεροκάματό μου και είναι αναφαίρετο δικαίωμά μου να
διεκδικώ τον πλούτο που παράγω και μου ανήκει.Οπως (θα έλεγα
«καταλαβαίνετε», αλλά όχι!) φαντάζεστε λοιπόν, είχα ρίξει εκείνο το
αδυσώπητο τείχος του φόβου. Ετσι, στην άρνησή μου, απάντησαν με
ευθείες απειλές κατά της ζωής μου και της ζωής της αδελφής μου, του
πατέρα και της μητέρας μου, για τους οποίους γνώριζαν όπως μου
αποκάλυψαν πού δουλεύουν, τι ώρα σχολάνε και πού μένουμε. Στην αδιάλλακτη στάση μου να χρηματιστώ ή να τρομοκρατηθώ, απολύθηκα για δεύτερη φορά.
Χαίρομαι όμως κ. Σανιδά για τη θέρμη με την οποία υποστηρίζετε
τέτοιους μαφιόζους. Στις απειλές τους απάντησε το ΠΑΜΕ. Με
κινητοποιήσεις σε όλη την Ελλάδα, πάλεψε για την επαναπρόσληψή μου, για
να αναδειχτεί το θέμα και να μαθευτεί παντού. Απάντησε κ. Σανιδά
το ΚΚΕ, που κατήγγειλε το γεγονός στη Βουλή και στην Ευρωβουλή. Απάντησε
ο «Ριζοσπάστης» και ο «902», που με τα ρεπορτάζ τους έκαναν ευρύτατα
γνωστή τη μεθόδευση της εταιρείας. Απάντησαν, τέλος, χιλιάδες κόσμου που
στάθηκαν αλληλέγγυοι στην απόλυση ενός εργαζόμενου, κάνοντας ακόμα
εκκωφαντικότερη τη σιωπή των κομμάτων, αλλά και των ΜΜΕ.
Από την άλλη κ. Σανιδά, τα «Τζάμπο», μέσω του ΣΕΛΠΕ, του εκπροσώπου
των πολύ μεγάλων αλυσίδων καταστημάτων που έχουν τζίρο πάνω από 1
εκατομμύριο ευρώ, χρησιμοποίησαν την κυβέρνηση, την αστυνομία, κάνοντας
δεκάδες συλλήψεις στις κινητοποιήσεις και τέλος τη δικαιοσύνη, με το
λαμπρότατο παράδειγμά σας, για να ποινικοποιήσει τους αγώνες που δόθηκαν.
Και όλοι αυτοί οι μηχανισμοί βρήκαν τον καιρό να κινητοποιηθούν για να
πνίξουν όλους αυτούς τους εργάτες που αγωνίζονται, τη στιγμή που έχω
καταθέσει μήνυση στην Εισαγγελία πριν από ένα μήνα και σιωπάτε!
Τέλος, κ. Σανιδά, θέλω να σας πω πως είμαι πολύ, μα πολύ περήφανος για
την αλληλεγγύη που έδειξαν οι συνεπείς ταξικές δυνάμεις του ΠΑΜΕ. Θέλω
να διαβιβάσω την ανένδοτη σιγουριά, τη δική μου και της τάξης μου, πως αν
δεν είμαι εγώ αυτός τώρα που θα μπορώ να συνδικαλίζομαι και να διεκδικώ
τα δικαιώματά μου ελεύθερα, θα είναι χιλιάδες εργάτες αύριο. Δε σας
ζητώ να μου πείτε γιατί χαρακτηρίσατε τις κινητοποιήσεις μας ως
«εγκληματικές». Στο βωμό του κέρδους τους θυσιάσατε για άλλη μια φορά τη
δικαιοσύνη, όπως θυσιάστηκε ξανά η ενημέρωση του κόσμου από τα ΜΜΕ.
Ενα πράγμα είναι σίγουρο. Η εργατιά σήμερα μπορεί να βρίσκεται
στριμωγμένη και να εκτελείται καθημερινά. Μα το αίμα αυτό που χύνεται,
τα θανατηφόρα εργατικά «ατυχήματα», τα δάκρυα των απολυμένων μανάδων, τα
ξεφυσήματα και το άγχος κάθε πατέρα, θα βρουν τη δικαίωσή τους. Θα
βρουν τη δικαίωσή τους στην οργανωμένη, μαζική, ταξική δράση. Θα βρουν
τη δικαίωσή τους σε ένα μέλλον που θα ορίζουν οι ίδιοι τη μοίρα τους,
στη δική τους λαϊκή εξουσία και οικονομία.
Νίκος ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ
Απολυμένος από το κατάστημα της πολυεθνικής «Τζάμπο»στη Βάρη
Άυπνη πόλη (Ciudad sin sueño)
Ούτε ένας δεν κοιμάται στον ουρανό. Ούτε ένας, oύτε ένας.
Ούτε ένας δεν κοιμάται.
Τα πλάσματα της σελήνης
Μυρίζουν και κυκλώνουν τις καλύβες.
Θα ‘ρθουνε οι ζωντανές ιγουάνες να δαγκώσουν
τους άνδρες που δεν ονειρεύονται
και αυτός που φεύγει με ραγισμένη την καρδιά
θα συναντήσει στις γωνίες
τον απίστευτο κροκόδειλο ήσυχο
κάτω απ’ την τρυφερή διαμαρτυρία των άστρων.
Έξω στον κόσμο δεν κοιμάται ούτε ένας. Ούτε ένας, ούτε ένας.
Ούτε ένας δεν κοιμάται.
Είναι ένα κουφάρι στο πιο απόμακρο νεκροταφείο
που παραπονιέται τρία χρόνια
για ένα ξερό τοπίο που 'χει στο γόνατο·
κι ένα αγόρι που θάφτηκε σήμερα το πρωί έκλαψε τόσο πολύ
που φώναξαν τα σκυλιά για να το ησυχάσουν.
Δεν είναι όνειρο η ζωή. Γρηγορείτε! Γρηγορείτε! Γρηγορείτε!
Πέφτουμε από τις σκάλες για να φάμε χώμα υγρό
ή ανεβαίνουμε στην κόψη του χιονιού
με τις νεκρές ντάλιες χορωδία.
Αλλά δεν υπάρχει λήθη, ούτε όνειρο:
σάρκα γυμνή. Τα φιλιά δένουν τα στόματα
σε κουβάρια νέας φλέβας
κι όσοι πονούν θα το αντέξουν δίχως ανασαμό
κι όσοι θάνατο φοβούνται θα τον κουβαλάν στους ώμους.
Μια μέρα
τ' άλογα θα ζουν μες στις ταβέρνες
και οργισμένα μυρμήγκια
θα επιτεθούν στους κίτρινους ουρανούς που προσφεύγουν μέσα στα μάτια των βοδιών.
Μια άλλη μέρα
θα μαρτυρήσουμε την ανάσταση των νεκρών πεταλούδων,
κι ακόμα και όταν περπατάμε σε ένα τοπίο γκρίζων σφουγγαριών και πλοίων σιωπηλών
θα δούμε το δαχτυλίδι μας να λάμπει και τα ρόδα να κυλούν από τις γλώσσες μας.
Γρηγορείτε! Γρηγορείτε! Γρηγορείτε!
Όσοι είναι σημαδεμένοι ακόμα από νύχια και εκρήξεις του σύννεφου
το αγόρι που κλαίει γιατί δεν ξέρει πως υπάρχουν γέφυρες,
ή το κουφάρι που δεν έχει τίποτα παρά το κεφάλι του κι ένα παπούτσι --
όλοι τους πρέπει να οδηγηθούν στον τοίχο όπου περιμένουν τα ιγουάνα και τα ερπετά,
όπου περιμένουν τα δόντια της αρκούδας,
όπου περιμένει το σαβανωμένο χέρι ενός παιδιού
και το τρίχωμα της καμήλας σηκώνεται ορθό από τη βία του γαλάζιου ψύχους.
Έξω στον ουρανό, ούτε ένας δεν κοιμάται. Ούτε ένας, ούτε ένας.
Ούτε ένας δεν κοιμάται.
Μα αν κανείς τα μάτια κλείσει,
μαστιγώστε τον, παιδιά μου, μαστιγώστε τον!
Για να υπάρχει ένα πανόραμα ανοιχτών ματιών
και πικρές πληγές που καίνε.
Έξω στον κόσμο, ούτε ένας δεν κοιμάται. Ούτε ένας. Ούτε ένας.
Το 'πα ξανά.
Ούτε ένας δεν κοιμάται.
Μα τη νύχτα, αν σε κανενός το μέτωπο παραφυτρώσουν βρύα
ανοίξτε τ' αμπάρια για να δει στο φεγγαρόφως
τα πλαστά κύπελλα, το φαρμάκι, και το κρανίο των θεάτρων.
Federico García-Lorca, Ένας ποιητής στη Νέα Υόρκη, 1929-30.
Μετάφραση: Radical Desire/Στις Μύτες
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου