Ογδόντα επτά χρόνια συμπληρώθηκαν πριν λίγες
μέρες από τη γέννηση ενός από τους μεγαλύτερους και σπουδαιότερους
μουσικοσυνθέτες της ελληνικής μουσικής που ταξίδεψε τη χώρα μας σε
ολόκληρο τον κόσμο.
Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου του 1925 στην Ξάνθη. Ο πατέρας του Γεώργιος Χατζιδάκις ήταν δικηγόρος ενώ μητέρα του ήταν η Αλίκη Αρβανιτίδη στην οποία ο συνθέτης είχε μεγάλη αδυναμία. Από εξαιρετικά μικρή ηλικία ο Χατζιδάκις μαθαίνει πιάνο, βιολί και ακορντεόν κάνοντας τη μουσική την καλύτερη συντροφιά του στα πρώτα εκείνα τρυφερά του χρόνια.
Οι γονείς του χωρίζουν στις αρχές του 1930 και ο συνθέτης εγκαθίσταται μόνιμα πλέον με τη μητέρα του στην Αθήνα το 1932, ενώ ο χαμός του πατέρα του σε αεροπορικό δυστύχημα λίγα χρόνια αργότερα θα περιορίσει τις οικονομικές δυνατότητες της οικογένειας και θα αναγκάσει τον νεαρό Χατζιδάκι να αναζητήσει εργασία, άλλοτε ως εκφορτωτής, άλλοτε ως παγοπώλης και άλλοτε ως βοηθός νοσοκόμος.
Η μουσική ωστόσο δεν παύει να τον συντροφεύει και συνεχίζει τις σπουδές του πάνω σε αυτήν ενώ παρακολουθεί και το τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών το οποίο όμως δεν θα καταφέρει ποτέ να ολοκληρώσει. Ήδη συναναστρέφεται με σημαντικές προσωπικότητες της εποχής με τους οποίους αποκτά στενές σχέσεις. Ανάμεσά τους ο Νίκος Γκάτσος, ο οποίος θα αποτελέσει και τον πιο στενό του φίλο μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Ελύτης, ο Σικελιανός, ο Σεφέρης αλλά και ο Γιάννης Τσαρούχης.
Και ενώ η Κατοχή μαίνεται στην Ελλάδα ο Χατζιδάκις δεν μπορεί να απέχει από τα ιστορικά γεγονότα εκείνης της εποχής και λαμβάνει μέρος στην Αντίσταση μέσω της ΕΠΟΝ υιοθετώντας το ψευδώνυμο Πέτρος Γρανίτης και γράφοντας ποιήματα, τραγούδια και κείμενα.
Η εμφάνισή του ως συνθέτης έρχεται το 1944 γράφοντας μουσική για το έργο Τελευταίος Ασπροκόρακας του Θεάτρου Τέχνης κάτι που σηματοδοτεί και την αρχή μιας δεκαπενταετούς συνεργασίας με τον Κάρολο Κουν σε πλήθος έργων που μέχρι σήμερα αποτελούν μουσικά αλλά και θεατρικά στολίδια, ενώ από το 1950 οπότε και συνεργάζεται με την Μαρίκα Κοτοπούλη γράφει μουσική και για μεγάλο αριθμό αρχαίων τραγωδιών και κωμωδιών, ανάμεσα στις οποίες οι ΄Όρνιθες΄, η ‘Λυσιστράτη’ και η ‘Μήδεια’.
Στον κινηματογράφο ο Χατζιδάκις θα γράψει μουσική πρώτη φορά για την ταινία Αδούλωτοι σκλάβοι το 1946 ενώ το 1950 θα αποσπάσει και το βραβείο μουσικής από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ταινία του 1959, ‘Το ποτάμι’.
Ήδη από το 1950 θα ιδρύσει μαζί με τη Ραλλού Μάνου το Ελληνικό Χορόδραμα γράφοντας μουσική για μπαλέτα αποδεικνύοντας το μεγαλείο της τέχνης του που ξέφευγε από τα συνηθισμένα. Το θέατρο, ο κινηματογράφος, ο χορός και κάθε είδους τέχνη δεν μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητη την μοναδικά εκφραζόμενη έμπνευση του Χατζιδάκι.
Η συνεργασία του με τη Μελίνα Μερκούρη και τον Ζυλ Ντασέν στην ταινία Ποτέ την Κυριακή θα του χαρίσει το Όσκαρ Καλύτερης Μουσικής για το τραγούδι Τα Παιδιά του Πειραιά κάνοντάς το παράλληλα και ένα από τα πιο γνωστά και εμπορικά τραγούδια διεθνώς. Και όμως ο Χατζιδάκις θα δηλώσει αργότερα ότι η ελαφρά μουσική δεν είναι εκείνη που τον εκφράζει και μεγάλο μέρος των συνθέσεών του το αποκηρύσσει αν και οι θαυμαστές του δεν παύουν να αγαπούν και να παρακολουθούν το σύνολο του έργου του.
Με την Μερκούρη και τον Ντασέν, ο Χατζιδάκης θα ανεβάσει ωστόσο το Ποτέ την Κυριακή σε θεατρική διασκευή με τον τίτλο Illya Darling, ενώ κατά την παραμονή τους εκεί θα ηχογραφήσει το Reflections αλλά και ένα από τα πιο γνωστά του έργα το Χαμόγελο της Τζοκόντα.
Το 1962 είναι μια χρονιά σταθμός για τον ίδιο αφού γράφει τη μουσική για την θεατρική παράσταση ‘Οδός Ονείρων’ με πρωταγωνιστή τον Δημήτρη Χορν, λίγο αργότερα θα ιδρύσει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών την οποία θα διευθύνει μέχρι το 1966.
Μετά την επιστροφή του από την Αμερική το 1972 θα προκύψει η πιο ώριμη και σημαντική ίσως εποχή του συνθέτη καθώς θα ηχογραφήσει τον Μεγάλο Ερωτικό αλλά θα αναλάβει και σημαντικές πολιτιστικές θέσεις στον ελλαδικό χώρο που θα αλλάξουν τα δεδομένα της εποχής.
Το 1975 θα αναλάβει τη θέση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή της Λυρικής Σκηνής όπου και θα παραμείνει μέχρι το 1977, ενώ παράλληλα θα βρεθεί στη θέση του Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας αλλά και στη θέση του Διευθυντή του τρίτου προγράμματος της ελληνικής ραδιοφωνίας όπου θα αφήσει έντονο το στίγμα του και θα δημιουργήσει μία από τις πιο λαμπρές και ξεχωριστές περιόδους της ραδιοφωνίας.
Η πολιτιστική του δράση δεν θα παραμείνει μόνο εκεί. Δεν έιναι λίγα τα φεστιβάλ, οι μουσικές γιορτές και οι μουσικοί διαγωνισμοί που θα συστήσει σε αρκετές περιοχές της Ελλάδας με προεξέχουσα την πατρίδα του την Κρήτη τόπο καταγωγής του πατέρα του.
Το 1985 θα ιδρύσει την δισκογραφική εταιρεία Σείριος, η οποία λειτουργεί μέχρι τις μέρες μας θέλοντας να δώσει μία νέα διέξοδο στο χώρο της δισκογραφίας με γνώμονα την ανώτερη μουσική ποιότητα.
Συνεργάστηκε αλλά και ανέδειξε μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της δισκογραφίας ενώ ήταν εκείνος που ηχογράφησε τον πρώτο δίσκο του Μίκη Θεοδωράκη.
Το 1989 θα ιδρύσει την Ορχήστρα των Χρωμάτων την οποία διηύθυνε ο ίδιος μέχρι το θάνατό του και με την οποία έδωσε είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ διεθνούς και ελληνικού ρεπερτορίου τόσο με Έλληνες αλλά και με ξένους σολίστ.
Ο Χατζιδάκις υπήρξε μια πραγματική μουσική ιδιοφυία που μέχρι το τέλος της ζωής του δεν έπαψε να δημιουργεί και να εμπνέεται αλλά και να εμπνέει. Μια πραγματική μουσική δύναμη που δεν γνώρισε καλλιτεχνική ύφεση μόνο μια συνεχώς αυξανόμενη αναγνώριση και αγάπη από το κοινό.
Έφυγε από τη ζωή στις 15 Ιουνίου του 1994, σε ηλικία 69 ετών από πνευμονικό οίδημα αφού είχε αφήσει πίσω του ένα ανεκτίμητο έργο παρακαταθήκη στις νέες γενιές το οποίο σήμερα διαχειρίζεται ο υιοθετημένος γιος του που και φέρει το όνομά του, Γιώργος Χατζιδάκις.
Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου του 1925 στην Ξάνθη. Ο πατέρας του Γεώργιος Χατζιδάκις ήταν δικηγόρος ενώ μητέρα του ήταν η Αλίκη Αρβανιτίδη στην οποία ο συνθέτης είχε μεγάλη αδυναμία. Από εξαιρετικά μικρή ηλικία ο Χατζιδάκις μαθαίνει πιάνο, βιολί και ακορντεόν κάνοντας τη μουσική την καλύτερη συντροφιά του στα πρώτα εκείνα τρυφερά του χρόνια.
Οι γονείς του χωρίζουν στις αρχές του 1930 και ο συνθέτης εγκαθίσταται μόνιμα πλέον με τη μητέρα του στην Αθήνα το 1932, ενώ ο χαμός του πατέρα του σε αεροπορικό δυστύχημα λίγα χρόνια αργότερα θα περιορίσει τις οικονομικές δυνατότητες της οικογένειας και θα αναγκάσει τον νεαρό Χατζιδάκι να αναζητήσει εργασία, άλλοτε ως εκφορτωτής, άλλοτε ως παγοπώλης και άλλοτε ως βοηθός νοσοκόμος.
Η μουσική ωστόσο δεν παύει να τον συντροφεύει και συνεχίζει τις σπουδές του πάνω σε αυτήν ενώ παρακολουθεί και το τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών το οποίο όμως δεν θα καταφέρει ποτέ να ολοκληρώσει. Ήδη συναναστρέφεται με σημαντικές προσωπικότητες της εποχής με τους οποίους αποκτά στενές σχέσεις. Ανάμεσά τους ο Νίκος Γκάτσος, ο οποίος θα αποτελέσει και τον πιο στενό του φίλο μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Ελύτης, ο Σικελιανός, ο Σεφέρης αλλά και ο Γιάννης Τσαρούχης.
Και ενώ η Κατοχή μαίνεται στην Ελλάδα ο Χατζιδάκις δεν μπορεί να απέχει από τα ιστορικά γεγονότα εκείνης της εποχής και λαμβάνει μέρος στην Αντίσταση μέσω της ΕΠΟΝ υιοθετώντας το ψευδώνυμο Πέτρος Γρανίτης και γράφοντας ποιήματα, τραγούδια και κείμενα.
Η εμφάνισή του ως συνθέτης έρχεται το 1944 γράφοντας μουσική για το έργο Τελευταίος Ασπροκόρακας του Θεάτρου Τέχνης κάτι που σηματοδοτεί και την αρχή μιας δεκαπενταετούς συνεργασίας με τον Κάρολο Κουν σε πλήθος έργων που μέχρι σήμερα αποτελούν μουσικά αλλά και θεατρικά στολίδια, ενώ από το 1950 οπότε και συνεργάζεται με την Μαρίκα Κοτοπούλη γράφει μουσική και για μεγάλο αριθμό αρχαίων τραγωδιών και κωμωδιών, ανάμεσα στις οποίες οι ΄Όρνιθες΄, η ‘Λυσιστράτη’ και η ‘Μήδεια’.
Στον κινηματογράφο ο Χατζιδάκις θα γράψει μουσική πρώτη φορά για την ταινία Αδούλωτοι σκλάβοι το 1946 ενώ το 1950 θα αποσπάσει και το βραβείο μουσικής από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ταινία του 1959, ‘Το ποτάμι’.
Ήδη από το 1950 θα ιδρύσει μαζί με τη Ραλλού Μάνου το Ελληνικό Χορόδραμα γράφοντας μουσική για μπαλέτα αποδεικνύοντας το μεγαλείο της τέχνης του που ξέφευγε από τα συνηθισμένα. Το θέατρο, ο κινηματογράφος, ο χορός και κάθε είδους τέχνη δεν μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητη την μοναδικά εκφραζόμενη έμπνευση του Χατζιδάκι.
Η συνεργασία του με τη Μελίνα Μερκούρη και τον Ζυλ Ντασέν στην ταινία Ποτέ την Κυριακή θα του χαρίσει το Όσκαρ Καλύτερης Μουσικής για το τραγούδι Τα Παιδιά του Πειραιά κάνοντάς το παράλληλα και ένα από τα πιο γνωστά και εμπορικά τραγούδια διεθνώς. Και όμως ο Χατζιδάκις θα δηλώσει αργότερα ότι η ελαφρά μουσική δεν είναι εκείνη που τον εκφράζει και μεγάλο μέρος των συνθέσεών του το αποκηρύσσει αν και οι θαυμαστές του δεν παύουν να αγαπούν και να παρακολουθούν το σύνολο του έργου του.
Με την Μερκούρη και τον Ντασέν, ο Χατζιδάκης θα ανεβάσει ωστόσο το Ποτέ την Κυριακή σε θεατρική διασκευή με τον τίτλο Illya Darling, ενώ κατά την παραμονή τους εκεί θα ηχογραφήσει το Reflections αλλά και ένα από τα πιο γνωστά του έργα το Χαμόγελο της Τζοκόντα.
Το 1962 είναι μια χρονιά σταθμός για τον ίδιο αφού γράφει τη μουσική για την θεατρική παράσταση ‘Οδός Ονείρων’ με πρωταγωνιστή τον Δημήτρη Χορν, λίγο αργότερα θα ιδρύσει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών την οποία θα διευθύνει μέχρι το 1966.
Μετά την επιστροφή του από την Αμερική το 1972 θα προκύψει η πιο ώριμη και σημαντική ίσως εποχή του συνθέτη καθώς θα ηχογραφήσει τον Μεγάλο Ερωτικό αλλά θα αναλάβει και σημαντικές πολιτιστικές θέσεις στον ελλαδικό χώρο που θα αλλάξουν τα δεδομένα της εποχής.
Το 1975 θα αναλάβει τη θέση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή της Λυρικής Σκηνής όπου και θα παραμείνει μέχρι το 1977, ενώ παράλληλα θα βρεθεί στη θέση του Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας αλλά και στη θέση του Διευθυντή του τρίτου προγράμματος της ελληνικής ραδιοφωνίας όπου θα αφήσει έντονο το στίγμα του και θα δημιουργήσει μία από τις πιο λαμπρές και ξεχωριστές περιόδους της ραδιοφωνίας.
Η πολιτιστική του δράση δεν θα παραμείνει μόνο εκεί. Δεν έιναι λίγα τα φεστιβάλ, οι μουσικές γιορτές και οι μουσικοί διαγωνισμοί που θα συστήσει σε αρκετές περιοχές της Ελλάδας με προεξέχουσα την πατρίδα του την Κρήτη τόπο καταγωγής του πατέρα του.
Το 1985 θα ιδρύσει την δισκογραφική εταιρεία Σείριος, η οποία λειτουργεί μέχρι τις μέρες μας θέλοντας να δώσει μία νέα διέξοδο στο χώρο της δισκογραφίας με γνώμονα την ανώτερη μουσική ποιότητα.
Συνεργάστηκε αλλά και ανέδειξε μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της δισκογραφίας ενώ ήταν εκείνος που ηχογράφησε τον πρώτο δίσκο του Μίκη Θεοδωράκη.
Το 1989 θα ιδρύσει την Ορχήστρα των Χρωμάτων την οποία διηύθυνε ο ίδιος μέχρι το θάνατό του και με την οποία έδωσε είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ διεθνούς και ελληνικού ρεπερτορίου τόσο με Έλληνες αλλά και με ξένους σολίστ.
Ο Χατζιδάκις υπήρξε μια πραγματική μουσική ιδιοφυία που μέχρι το τέλος της ζωής του δεν έπαψε να δημιουργεί και να εμπνέεται αλλά και να εμπνέει. Μια πραγματική μουσική δύναμη που δεν γνώρισε καλλιτεχνική ύφεση μόνο μια συνεχώς αυξανόμενη αναγνώριση και αγάπη από το κοινό.
Έφυγε από τη ζωή στις 15 Ιουνίου του 1994, σε ηλικία 69 ετών από πνευμονικό οίδημα αφού είχε αφήσει πίσω του ένα ανεκτίμητο έργο παρακαταθήκη στις νέες γενιές το οποίο σήμερα διαχειρίζεται ο υιοθετημένος γιος του που και φέρει το όνομά του, Γιώργος Χατζιδάκις.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου