16 Σεπ 2011

Το κρασί και η δημιουργία του από τον ερασιτέχνη οινοποιό

Ημέρες τρύγου σε όλη την Ελλάδα και η μυρουδιά του μούστου επιτέλους πλανιέται λεύτερη. Το πνεύμα του Διονύσου που γεννιέται με το πάτημα ξεχύνεται στον αέρα για να ευφράνει και να τέρψει, να μπει στις χαρές μας και στα γλέντια μας. Σημαντικό πράγμα ο τρύγος για τους Έλληνες. Δικαίως το ένα από τα τρία «θέρος - τρύγος - πόλεμος». Περιοχές ποικίλες στην οινική Ελλάδα με τόσες πλούσιες γεωγραφικές ιδιαιτερότητες δίνουν εξαίσιες γεύσεις και αρώματα. Η Μαντινεία, η Αττική, η Σάμος, η Κρήτη, η Νάουσα, η Νεμέα με τους δρόμους του κρασιού ανοιχτούς και λεύτερους περιμένουν τους φίλους του κρασιού. Συνάμα λέξεις εξωτικές όπως Αγιωργήτικο, Ασύρτικο, Νεροκοκκινέλα, Κοτσιφάλι, Λημνιό, Λιάτικο, Μανδηλαριά, Μοσχάτο και Μοσχοφίλερο, Ροδίτης, Σαββατιανό και Φιλέρι λικνίζονται χαρούμενα στις σκέψεις και αφήνονται να χαθούν στις γωνιές του λινού και της στροφιλιάς. Επιτέλους έφτασε η μέρα που γέμισα το βαρελάκι μου. Την περίμενα όλο το χρόνο, τη σκεφτόμουνα, την υπολόγιζα και νάτη. Εμ τι, δε θα ερχότανε;
Όσοι δεν έχουν βάλει κρασί

δεν μπορούν να νιώσουν την ανείπωτη χαρά που αισθάνεται ο ερασιτέχνης οινοποιός όταν γεμίζει το βαρελάκι του. Ψάχνει να βρει τον καλύτερο μούστο και είναι έτοιμος να ταξιδέψει πολύ μακριά για να βρει αυτό που ζητάει. Συνάμα όλο το χρόνο σκέφτεται το επόμενο κρασί που θα φτιάξει, τι ποικιλία θα βάλει στο βαρέλι, πού θα το βρει, πώς θα το φτιάξει. Είναι εκείνες οι στιγμές που γεύτηκα και γεύομαι αυτές τις μέρες κορυφαίες στιγμές ανείπωτης χαράς, δεν υπερβάλλω. Και βλέπεις πολλούς σαν και μένα που ξεκινούν με τα ντεποζιτάκια τους από το «κλεινόν άστυ» για να γιομίσουν με αυτή την υπέροχη ουσία ό,τι έχουν διαθέσιμο. Και μετά η αναμονή, σκληρή, περιμένεις και λαχταράς τη μέρα που θ' ανοίξεις το βαρελάκι και θα γευτείς τους κόπους και τη χαρά της αλλαγής σε πνεύμα καθαρό του Διονύσου, σε πνεύμα χαράς με τα αρώματά του να σε τυλίγουν απολαυστικά, που είναι ακόμη πιο απολαυστικά μιας και είναι δική σου δημιουργία.


Πολλοί ίσως τα έχουν σκεφτεί όλα αυτά και θα ήθελαν να βιώσουν τη χαρά του ερασιτέχνη οινοποιού, αλλά προσκρούουν στα ανυπέρβλητα εμπόδια της άγνοιας και του φόβου ότι δε θα μπορέσουν να φτιάξουν καλό κρασί. Και όμως είναι τόσο εύκολη η διαδικασία και τόσο απλή για τους ανθρώπους που το έχουν μεράκι που θα τους συμβούλευα σίγουρα να το δοκιμάσουν. Το δικό σου κρασί σού προσφέρει μία χαρά που όταν τη γευτείς θα θέλεις κάθε χρόνο να τη δοκιμάζεις. Αρκεί να μην ταλαιπωρηθείς πολύ τον πρώτο χρόνο. Θα προσπαθήσω λοιπόν να καθοδηγήσω όποιον θέλει να φτιάξει κρασί και νιώθει ότι δεν ξέρει από πού ν' αρχίσει.


Πού το βάζω το κρασί;

Υπάρχουν τρεις διαδεδομένες λύσεις:
  • το ξύλινο βαρέλι,
  • το ανοξείδωτο βαρέλι,
  • το πλαστικό βαρέλι.
Ξεκινώ από το πλαστικό βαρέλι διότι είναι αυτό που απορρίπτεται πιο εύκολα. Είναι συνήθως ακατάλληλο για κρασί, άσχετα τι διαφημίζουν τα διάφορα μαγαζιά. Είναι όμως πολύ φτηνό (ένα βαρέλι των 100 λίτρων κοστίζει περίπου 35 ευρώ) και μπορείτε να το βρείτε σχεδόν σε όλα τα μαγαζιά που πουλάνε πλαστικά βαρέλια. Δεν το συνιστώ εκτός και αν ο προϋπολογισμός για την πρώτη χρονιά είναι μικρός και δε φτάνει για αγορά και ενός σωστού βαρελιού, και του μούστου. Αν επιλέξετε να το αγοράσετε, φτιάξτε κρασί σε αυτό μόνο μια χρονιά και στη συνέχεια πετάξτε το ή κρατήστε το για να βράζει ο μούστος σας πριν τον βάλετε στο σωστό βαρέλι.


Το ανοξείδωτο βαρέλι είναι μία πολύ καλή λύση για το κρασί που θα το πιείτε νέο (όχι παλαιωμένο). Επειδή τα λευκά και τα ροζέ κρασιά πρέπει να πίνονται την ίδια χρονιά, είναι ιδανικό για το λευκό και ροζέ κρασί. Φυσικά και το κόκκινο κρασί μπορεί να γίνει στο ανοξείδωτο βαρέλι και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία. Το ανοξείδωτο βαρέλι έχει την ευκολία του πλυσίματος και της αποθήκευσης, αφού όταν τελειώσει το κρασί μας μπορούμε να το πλύνουμε και να το βάλουμε στην αποθήκη (ή στο πατάρι) χωρίς να φοβόμαστε μήπως πάθει κάτι. Για το λόγο αυτό το ανοξείδωτο βαρέλι είναι ιδανικό για όσους μένουν σε διαμέρισμα και δεν έχουν μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους. Υπάρχουν αρκετοί τύποι κλεισίματος του κρασιού στο ανοξείδωτο βαρέλι. Ο ένας είναι με πλωτήρα (ένα καπάκι με διάμετρο μικρότερη από τη διάμετρο του κυλινδρικού ανοξείδωτου βαρελιού που στέκεται στην επιφάνεια του κρασιού, σε επαφή με αυτό και με τη βοήθεια λίγου παραφινέλαιου δεν αφήνει το κρασί να έρθει σε επαφή με το οξυγόνο), ενώ ο άλλος είναι με υδραυλικό σύστημα που κλείνει αεροστεγώς το κρασί. Ο δεύτερος τρόπος είναι ακριβότερος και δε σας τον συνιστώ διότι δεν υπάρχει καμία ανάγκη να πληρώσει κάποιος χρήματα τζάμπα σε μία συσκευή που το κρασί δεν τη χρειάζεται. Ένα ανοξείδωτο βαρέλι 100 λίτρων, μαζί με τον πλωτήρα (ίσως και με τη βάση του) κοστίζει περίπου 100 ευρώ.



Πού το βρίσκουμε το ανοξείδωτο βαρέλι; Καταρχήν τα Σπάτα (για την Αθήνα) είναι μία καλή λύση. Υπάρχουν αρκετά μαγαζιά που πουλάνε ανοξείδωτα. Εγώ αγόρασα ένα ανοξείδωτο βαρελάκι από μία βιοτεχνία ανοξείδωτων (στην Αθήνα) που ειδικεύονται στα ανοξείδωτα για κρασί και λάδι και μέχρι τώρα είμαι απόλυτα ευχαριστημένος (το τηλέφωνο είναι 210-2358059 και η διεύθυνση είναι: Δήμητρας 44 Ταύρος). Όταν θα πάρετε τηλέφωνο μην ξεχάσετε να ρωτήσετε αν έχουν ετοιμοπαράδοτο βαρελάκι διότι τις μέρες αυτές έχουν μεγάλες φούριες.

Το ξύλινο βαρέλι είναι το βαρέλι που χρειάζεται για να φτιάξεις σωστό κόκκινο κρασί, χωρίς να σημαίνει ότι δεν μπορούμε να φτιάξουμε ροζέ ή και λευκά κρασιά σε αυτό. Το ξύλινο βαρέλι δίνει στο κρασί μία άλλη διάσταση, με τη μυρουδιά του φρέσκου ξύλου στα πρώτα 2 έως 3 χρόνια να είναι φανερή. Φυσικά μιλάμε για δρύινο βαρέλι και πάντοτε καινούριο. Ποτέ παλιό και ποτέ από κονιάκ ή ουίσκι.Το κρασί στο ξύλινο βαρέλι αποκτά βάθος και άρωμα που όμοιό του δεν μπορείτε να φτιάξετε με το ανοξείδωτο ή το πλαστικό βαρέλι. Το κρασί που μπαίνει σε ξύλινο βαρέλι πρώτης χρονιάς δεν πρέπει να μείνει πάνω 4-5 μήνες διότι αποκτά έντονη μυρουδιά ξύλου. Κάθε χρόνο στη συνέχεια μπορεί να επιμηκύνεται η παραμονή του για να παίρνει τα συστατικά του ξύλου. Συνήθως ένα ξύλινο βαρέλι χάνει τις περισσότερες από τις ιδιότητές του μετά τα πέντε - έξι χρόνια. Στην περίπτωση αυτή ή θα πάρεις άλλο ή θα πας σε ένα βαρελά για να στο φέρει όσο πιο κοντά στην αρχική του κατάσταση.



Τα μειονεκτήματα του ξύλινου βαρελιού είναι ότι είναι πολύ πιο ακριβό από το ανοξείδωτο και το πλαστικό (ένα ξύλινο βαρέλι 200 λίτρων κοστίζει περίπου 300 ευρώ) και απαιτεί πολύ καλή καθαριότητα και συντήρηση (πέρα από το ότι είναι και πολύ βαρύ - ένα ξύλινο βαρέλι διακοσίων λίτρων ζυγίζει περίπου 30 κιλά). Για να καθαρίσεις το ξύλινο βαρέλι ώστε να δεχτεί τον μούστο της επόμενης χρονιάς χρειάζεσαι οπωσδήποτε σπίτι με αυλή και μπόλικο νερό για να μπορείς εύκολα να κάνεις τις εργασίες καθαριότητάς του. Συνεπώς το ξύλινο βαρέλι δεν κάνει για αυτόν που ζει στο διαμέρισμα. Από πού θα αγοράσετε το ξύλινο βαρέλι; Προσοχή, μην αγοράσετε ξύλινο βαρέλι από πλανόδιο ή από κάποιους μικρούς παραγωγούς που πουλάνε τα βαρέλια τους όταν τα έχουν χρησιμοποιήσει 2 - 3 χρόνια. Να πάρετε καινούριο και μάλιστα από βαρελά ειδικευμένο. Εγώ ανακάλυψα ένα βαρελά στην Αρχαία Ολυμπία, σε ένα χωριό που λέγεται Μηλιές, απ' όπου και πήρα το ξύλινο βαρελάκι μου για το κόκκινο κρασί. Είναι από τους τελευταίους που ασχολείται με αυτή την τέχνη και φτιάχνει μόνο βαρέλια (τα στοιχεία του είναι: Τάσος Λέντζος, Μηλιές Ολυμπίας, τηλέφωνο: 2624-041170). Τα βαρέλια του τα φτιάχνει από ελληνική δρυ που τη φέρνει από το όρος Φολόη. Φυσικά υπάρχουν και άλλοι που φτιάχνουν ξύλινα βαρέλια, αλλά ο μπάρμπα Τάσος και ο γιος του ο Θοδωρής είναι σίγουρα μία πάρα πολύ καλή αρχή για το ξύλινο βαρελάκι σας.



Ας πούμε ότι έχετε αγοράσει το βαρέλι και θέλετε να το γεμίσετε.


Με τι θα γεμίσετε το βαρέλι σας;

Μπορείτε να γεμίσετε το βαρέλι σας με μούστο ή έτοιμο κρασί. Αν επιλέξετε να κάνετε το δεύτερο τότε χάνετε τη χαρά της δημιουργίας ενώ δεν ξέρετε τι πίνετε (ποιος ξέρει πόσα χημικά μπήκαν σε αυτό που παίρνετε). Για το λόγο αυτό προτείνω να πάρετε μούστο και να ακολουθήσετε όλη τη διαδικασία για να γίνει κρασί.


Επιλέξατε να το γεμίσετε με μούστο το βαρελάκι σας.


Λευκό, ροζέ ή κόκκινο και τι ποικιλία;

Εδώ περί ορέξεως ...κολοκυθόπιτα. Αν είστε λάτρεις του ψαριού να φτιάξετε λευκό ή ροζέ. Αν πάλι είστε λάτρεις του λουκάνικου και της ζουμερής μπριζόλας να φτιάξετε ένα ωραίο κόκκινο. Η ποικιλία του σταφυλιού είναι και πάλι θέμα γούστου. Μπορείτε να πειραματίζεστε κάθε χρονιά ψάχνοντας αυτό που σας αρέσει αν και είναι δύσκολο να βρίσκετε κάθε χρόνο αξιόπιστους αμπελουργούς που θα σας προμηθεύσουν καλό μούστο. Συνήθως οι περισσότεροι αμπελουργοί καλλιεργούν δυο-τρεις ποικιλίες που είναι καλά προσαρμοσμένες στην περιοχή τους, οπότε μπορείτε να ξεκινήσετε και βλέπετε.


Μετά από ένα μίνι οικογενειακό συμβούλιο αποφασίσατε τι μούστο θα βάλετε στο βαρελάκι σας.


Από πού θα αγοράστε το μούστο σας;

Αυτό είναι πολύ μεγάλο θέμα και θέλει τρέξιμο και ερωτήσεις σε όσους ακούτε να βάζουν κρασί. Καταρχήν διαλέξτε έναν αμπελουργό που έχει μικρή παραγωγή. Ξεχάστε τους συνεταιρισμούς. Όπου βλέπετε μεγάλα σιλό για μούστο να φεύγετε τρέχοντας ό,τι και αν σας λένε. Εσείς ψάχνετε έναν άνθρωπο του χωριού, με μεράκι γι' αυτό που κάνει και αν είναι δυνατόν άνθρωπο παλιό που ξέρει το αμπέλι και τα χούγια του. Αν τον βρείτε είστε τυχεροί. Θα δείτε ότι θα σας ικανοποιήσει απόλυτα ο μούστος που θα σας δώσει. Όταν τον βρείτε ρωτήστε τον αν μπορεί να σας «πατήσει» τα σταφύλια την ώρα που θα πάτε. Αν σας πει ναι, τότε έχει περάσει το τεστ διότι δε φοβάται να δείτε τα σταφύλια του. Μην παίρνετε ποτέ μούστο που έχει πατηθεί τις προηγούμενες μέρες εκτός αν έχετε τυφλή εμπιστοσύνη στον άνθρωπο από τον οποίο θα τον πάρετε. Μην παίρνετε μούστο φτιαγμένο από πολλές ποικιλίες σταφυλιών (όπως κάνουν σε διάφορα χωριά της Ελλάδας). Ρίξτε μια ματιά στην αγορά και θα δείτε ότι τα περισσότερα εμφιαλωμένα κρασιά βασίζονται σε μία έως δύο ποικιλίες. Πάρτε μούστο από περιοχές που είναι φημισμένες για τον καλό τους μούστο. Για παράδειγμα η Μαντινεία φημίζεται για το Μοσχοφίλερό της, τα Σπάτα για το Σαββατιανό, ενώ η Νεμέα για το Αγιωργήτικο. Ο κόκκινος μούστος πρέπει να έχει γράδο πάνω από 12,5 βαθμούς, ενώ ο λευκός μούστος γύρω στους 12 βαθμούς. Αυτό όμως ποικίλει από περιοχή σε περιοχή και από χρονιά σε χρονιά. Φέτος για παράδειγμα που οι βροχές ήταν πολλές οι βαθμοί του μούστου ήταν πεσμένοι. Μην πάρετε μούστο αν έχει πολύ λίγους βαθμούς διότι θα αναγκαστείτε να προσθέσετε ζάχαρη. Αυτό δεν είναι κακό αλλά δεν είναι και η ιδανικότερη περίπτωση για το κρασί σας. Τα τελευταία χρόνια αγοράζω μούστο από τον μπάρμπα Νίκο στην ορεινή Νεμέα, σε ένα χωριό όπου ονομάζεται Καστράκι (το χωριό αυτό βρίσκεται στο δρόμο προς τη Στυμφαλία μετά το χωριό Δάφνη). Για να πας εκεί θέλεις περίπου 2 ώρες από την Αθήνα. Τα αμπέλια του είναι σε 750 μ. υψόμετρο και δίνουν μούστο που είναι τέλεια ισορροπημένος. Διαθέτει δύο ποικιλίες: α) Αγιωργήτικο Νεμέας (κόκκινο) που ωριμάζει περί τα τέλη Σεπτεμβρίου και β) Ροδίτη (έναν τέλειο ροδίτη πραγματικά) (λευκό) που ωριμάζει αρχές Οκτώβρη. Για να κρατήσετε μούστο πρέπει να τον πάρετε τηλέφωνο γύρω στις 15 Σεπτέμβρη (τα στοιχεία του μπάρμπα Νίκου είναι: Νίκος Φαρμάκης, Καστράκι Νεμέας, δίπλα στην εκκλησία του χωριού, τηλέφωνο: 27460-51216). Α, και μην ξεχάσετε όταν πάτε να πάρετε μούστο να ζητήσετε να πάρετε και μέλι από τον μπάρμπα Νίκο που εκτός από αμπελουργός είναι και εξαιρετικός μελισσουργός.
Ο μούστος στις περισσότερες περιοχές κοστίζει από 0,8 ευρώ έως 1,5 ευρώ. Φέτος αγόρασα λευκό μούστο και με 0,8 ευρώ αλλά και με 1,2 ευρώ. Είναι ανάλογα την ποικιλία αλλά και τον αμπελουργό. Συνεπώς, αν θέλετε να γεμίσετε ένα βαρελάκι 100 κιλών πρέπει να διαθέσετε από 80 έως 150 ευρώ. Τα 100 κιλά μούστου θα σας δώσουν περίπου 80 κιλά καθαρό κρασί.



Άιντε και αγόρασα τον μούστο. Πού θα τον βάλω;


Μεταφορά του μούστου στο σπίτι σας

Καταρχήν πρέπει να τον μεταφέρετε από το χώρο που θα τον αγοράσετε μέχρι το σπίτι σας. Μπορείτε να προμηθευτείτε πλαστικά δοχεία μεταφοράς (αυτά με το μεγάλο άνοιγμα από πάνω) και να τον μεταφέρετε εύκολα μέχρι το σπίτι σας. Για το βαρελάκι των 100 κιλών μπορείτε να πάρετε 4 δοχεία μεταφοράς των 35 κιλών που χωράνε σχεδόν σε όλα τα πορτ-μπαγκάζ των ΙΧ αυτοκινήτων. Έτσι δε θα γεμίσετε μέχρι επάνω τα δοχεία, οπότε θα τα μεταφέρετε πιο εύκολα, αλλά και θα δώσετε και στη γιαγιά λίγο μούστο από τον περισσευούμενο για να φτιάξει μουσταλευριά ή πετιμέζι για μουστοκούλουρα. Προφανώς αν θέλετε να φτιάξετε μεγαλύτερη ποσότητα κρασιού πρέπει να μετρήσετε αν μπορεί το αυτοκίνητό σας να χωρέσει μεγαλύτερα δοχεία ή πρέπει να αγγαρέψετε ένα φίλο σας που έχει μεγαλύτερο αυτοκίνητο για να μεταφέρετε το μούστο.


Τον μετέφερα στο σπίτι και τον μετάγγισα στο βαρελάκι. Και τώρα το πίνω;


Βρασμός και χημεία

Μην είστε βιαστικοί. Το κρασί θέλει ηρεμία και υπομονή. Τώρα ήρθε η ώρα του οινολόγου. Όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση πρέπει να το δει ο ειδικός που ασχολείται με τα κρασιά. Αυτό είναι μία αναγκαία διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσετε για να μην κινδυνεύσει το κρασί σας κατά τη διάρκεια της χρονιάς. Ο μούστος αρχίζει να βράζει βγάζοντας μικρές-ψιλές φυσαλίδες διοξειδίου του άνθρακα. Η διαδικασία αυτή είναι μία φυσική διαδικασία που συνήθως αρχίζει από τη δεύτερη ή την τρίτη μέρα μετά το πάτημα των σταφυλιών. Για το λόγο αυτό πρέπει ο χώρος που έχετε το βαρελάκι σας να αερίζεται καλά. Προσοχή κίνδυνος! Μην το βάλετε σε μία αποθήκη που δεν παίρνει αέρα διότι κινδυνεύετε από ασφυξία! Αν φτιάξετε κόκκινο κρασί και σας αρέσει το στυφό κόκκινο κρασί μπορείτε να πάρετε μαζί σας από το πατητήρι, ξεχωριστά από το μούστο και μερικά κιλά στέμφυλα, πατημένα όπως είναι. Αυτά μπορείτε να τα βάλετε σε ένα τούλι και να τα κλείσετε μαζί με μία καλά πλυμένη πέτρα. Στη συνέχεια μπορείτε να τα βυθίσετε μέσα στο μούστο και να τα αφήσετε να βράσουν μαζί του. Το κρασί σας έτσι θα αποκτήσει πιο βαθύ κόκκινο χρώμα και θα γίνει λίγο πιο στυφό.


Ο οινολόγος θα μετρήσει τους βαθμούς οινοπνεύματος και την οξύτητα και θα σας καθοδηγήσει για τα περαιτέρω. Το ιδανικό είναι να μην ρίξετε τίποτα χημικό στο μούστο. Συνήθως όμως αυτό είναι πράγματι ιδανικό. Η πραγματικότητα με έχει διδάξει ότι τουλάχιστον ένα ελαφρύ συντηρητικό όλοι οι οινολόγοι το απαιτούν. Λέγεται μεταμπισουλφίτ (θειώδης ανυδρίτης) και είναι ακίνδυνο για τον άνθρωπο στις ελάχιστες ποσότητες που μπαίνει στο μούστο. Ρωτήστε τον οινολόγο σας για τα περαιτέρω. Να σας πω μόνο ότι όταν ο μούστος δεν έχει τους σωστούς βαθμούς οινοπνεύματος ο οινολόγος σας υποδεικνύει να προσθέσετε ζάχαρη, ενώ αν οι βαθμοί οινοπνεύματος είναι πολύ υψηλοί σας υποδεικνύει να προσθέσετε νερό. Για τις δύο αναλύσεις που απαιτούνται (μία όταν είναι ακόμη μούστος και μία πριν κλείσει το βαρέλι) η ταρίφα του οινολόγου είναι περίπου 30 ευρώ. Εγώ το μούστο μου τον πηγαίνω για τις αναλύσεις που χρειάζεται στον οινολόγο ’ρη Δέδε που βρίσκεται στα Σπάτα, στην κεντρική οδό (είναι το δεύτερο χημικό εργαστήριο μετά την εκκλησία στο δεξί σας χέρι καθώς πηγαίνετε στα Σπάτα από Αθήνα. Το τηλέφωνό του είναι 210 6634600). Φυσικά μπορείτε να βρείτε και άλλους οινολόγους που βρίσκονται πιο κοντά στην περιοχή σας αν ανοίξετε το χρυσό οδηγό.


Η ώρα της ησυχίας και μετά η απόλαυση...

Όταν τελειώσει ο βρασμός, συνήθως σε 20 - 30 μέρες (εκτός από κάποιες εξαιρέσεις που μπορεί να φτάσει και 45 μέρες) ο μούστος έχει γίνει κρασί. Τώρα πρέπει να το απολασπώσετε, δηλαδή να βγάλετε το καθαρό κρασί και να διώξετε την οινολάσπη που έχει κατακαθίσει στον πάτο του βαρελιού. Αυτή είναι μία διαδικασία που πρέπει να γίνει για να μην πάρει βαριά μυρωδιά το κρασί που μένει στο βαρέλι. Μόλις το κάνετε αυτό θα σφραγίσετε το βαρέλι σας, ώστε το κρασί να μην έρχεται σε επαφή με το οξυγόνο. Δεν ήρθε όμως ακόμη η ώρα να το πιείτε. Πρέπει να μείνει στο βαρέλι σας, να ησυχάσει για 1 - 2 μήνες πριν αρχίσετε να το καταναλώνετε. Πρέπει να ηρεμήσει, να κατακαθίσει και να καθαρίσει από τα αιωρούμενα σωματίδια ώστε να γίνει λαμπερό και καθαρό. Αυτό θα γίνει με τα πρώτα κρύα και σιγά-σιγά. Εγώ συνήθως ανοίγω το κρασί στα μέσα Δεκέμβρη. ’λλοι το ανοίγουν και πίνουν και πιο νωρίς. Αυτό είναι δικό σας θέμα. Όπως και αν έχει όμως, αυτή είναι η κορυφαία στιγμή, η στιγμή που περιμένατε και όταν έρθει θα δείτε, θα είστε ευτυχείς.

Αντί επιλόγου...

Δεν ξέρω αν τα παραπάνω σας φαίνονται δύσκολα. Εγώ προσπάθησα με λίγα λόγια να καθοδηγήσω όποιον έχει μεράκι για το κρασί, αλλά δεν ξέρει από πού ν' αρχίσει. Πάνω απ' όλα χρειάζεται μεράκι και λίγη προσπάθεια. Μην ξεχνάτε, είστε ερασιτέχνες και φτιάχνετε κάτι αποκλειστικά για σας και τους φίλους σας. Έτσι το δικό σας κρασί θα είναι για σας το ωραιότερο του κόσμου και θα το πίνετε πολύ εύκολα. Αυτά όλα είναι οι άμεσες εμπειρίες μου από το χώρο του κρασιού που τόσο αγαπώ. Στην πραγματικότητα αγαπώ τον τρόπο να το φτιάχνω, καθώς η διαδικασία αυτή με φέρνει τόσο κοντά στην παράδοση και στην αίσθηση ότι καταγίνομαι με μία ουσία φυσική. Αν χρειαστείτε κάτι άλλο μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μου μέσω της φόρμας επικοινωνίας του περιοδικού. Με χαρά μου να σας βοηθήσω αν μπορώ, ώστε να γίνετε και 'σεις μέλος του club των ερασιτεχνών οινοπαραγωγών.


Και να μην ξεχνάτε ότι το καλό κρασί μπορεί κανείς να το απολαύσει κανείς μαζί με τους ήχους ενός καλού λαϊκού τραγουδιού. Βάλτε το δίσκο να παίζει ένα καλό λαϊκό τραγούδι, γεμίστε το ποτήρι σας με τον οίνο που δημιουργήσατε και απολαύστε υπεύθυνα τη μαγεία του αυθεντικού.



ΚΑΛΑ ΚΡΑΣΙΑ λοιπόν!

η Κλίκα: Διαδικτυακό Περιοδικό για το λαϊκό τραγούδι

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More