By Serge Halimi and Βάλια Καϊμάκη (μετάφραση)
Μια επέτειος εξέγερσης οικειοποιημένη από τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο. Και αυτός αποδυναμώνεται μόνο από την υπενθύμιση των ανεκπλήρωτων προταγμάτων εκείνης της εποχής.
Στη ζωή ενός λαού, είναι μια πολύτιμη στιγμή. Το κάλυμμα των κοινωνικών νόμων ανασηκώνεται και, άξαφνα, η παραίτηση, οι συνήθειες γίνονται αντικείμενο αναστοχασμού και στη συνέχεια αμφισβητούνται. Το «ποτάμι των γκρίζων πόλεων που έχει χάσει την ελπίδα να φτάσει στον ωκεανό» (1) συναντά και άλλα, φωτίζεται και όλα μαζί ενώνονται με τη θάλασσα. Το «γιατί όχι;» έρχεται ν’ αντικαταστήσει το «έτσι είναι τα πράγματα». Ο ξεσηκωμός είναι μεταδοτικός –πριν από 50 χρόνια, δεν μιλούσαμε ακόμα για «σύγκλιση των αγώνων»– και θυμίζει ότι η Ιστορία δεν τελείωσε, ότι οι μεταρρυθμίσεις και οι επαναστάσεις που την διαμορφώνουν έχουν συχνά στόχο να καταργήσουν την υποχρέωση να υπακούς και να υποτάσσεσαι.
Τον Μάιο του 1968, μετά τη γενική πρόβα, δεν ακολούθησε η πρεμιέρα. Και μάλιστα ο ξεσηκωμός, που σημαδεύτηκε από μία από τις μεγαλύτερες εργατικές απεργίες της ιστορίας της ανθρωπότητας, στιγματίστηκε γιατί οι πιο μιντιακές ενσαρκώσεις του ήταν εκείνες που στράβωσαν περισσότερο. Αντίθετα, ο πρόσφατα αδικοχαμένος ηγέτης των φοιτητών Ζακ Σωβαζό υπήρξε ένα από τα πιο φωτεινά πρόσωπα του κινήματος του Μάη –και γι’ αυτό αναντικατάστατος. Γι’ αυτόν, το κίνημα ήταν «προϊόν των συλλογικοτήτων που εργάζονταν με μια οπτική που ξεπερνούσε τον ατομισμό» (2). Θύμιζε ότι οι τότε επαναστάτες επιθυμούσαν την κατάργηση του καπιταλισμού, ένα θέμα που λυπόταν επειδή «σήμερα δεν το θέτουν και πολλοί». Οι σύντροφοί του κι αυτός αρνούνταν μια «νεωτερικότητα» βασισμένη στον εξορθολογισμό της εργασίας και όχι στον διαμοιρασμό της ή στην μοιρασιά του πλούτου. Η παγκοσμιοποίηση που επιθυμούσαν στόχευε «στην αναγκαία ανάπτυξη της διεθνούς αλληλεγγύης» και όχι στην όλο και ταχύτερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Τέλος, τον Μάη του 1968, γι’ αυτούς το ζήτημα ήταν να πολεμήσουν μια εξουσία που ήδη σκόπευε «να μετατρέψει το πανεπιστήμιο σε κερδοφόρα επιχείρηση» (3).
Τέτοιου είδους υπενθυμίσεις αποδυναμώνουν τον νέο κυρίαρχο λόγο, που επιθυμεί να ορίζει όλες τις πολιτικές αντιπαραθέσεις ως μια αντίθεση ανάμεσα σε έναν μπάσταρδο πολιτιστικό προοδευτισμό προερχόμενο από τον Μάη του ’68 (τον οποίο ενσαρκώνουν οι Εμμανουέλ Μακρόν, Άνγκελα Μέρκελ, Τζάστιν Τριντώ) και σε μια «ανελεύθερη» δημοκρατία ουγγρικού τύπου. Όμως, πέρα από τις διαφωνίες τους, ο πλουραλισμός των ανοιχτών κοινωνιών και ο εθνικιστικός αυταρχισμός ενώνονται προκειμένου να διατηρήσουν το οικονομικό σύστημα και τον συσχετισμό δυνάμεων που απορρέουν από αυτό (4). Η αναγωγή του Γάλλου προέδρου σε διεθνές σύμβολο της δημοκρατικής μετριοπάθειας, απέναντι στα «άκρα», αποτελεί ένα μοναδικό παράδοξο, τη στιγμή που τα βάζει με τα συνδικάτα, θέτει σε κίνδυνο το δικαίωμα του ασύλου και μοιάζει να έχει ως μεγαλύτερη φιλοδοξία «να έχουν οι νέοι Γάλλοι την επιθυμία να γίνουν εκατομμυριούχοι».
Ο κ. Μακρόν έχει προβλέψει εορτασμούς για τον Μάη του ’68. Μια τέτοια γιορτή θα είχε νόημα μόνο ενάντια στον «παλιό κόσμο» που αντιπροσωπεύει. Εκείνον που, πενήντα χρόνια αργότερα, διατηρεί ακόμα την ανάμνηση του φόβου του και σκοπεύει να ολοκληρώσει την εκδίκησή του.
Μια επέτειος εξέγερσης οικειοποιημένη από τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο. Και αυτός αποδυναμώνεται μόνο από την υπενθύμιση των ανεκπλήρωτων προταγμάτων εκείνης της εποχής.
Στη ζωή ενός λαού, είναι μια πολύτιμη στιγμή. Το κάλυμμα των κοινωνικών νόμων ανασηκώνεται και, άξαφνα, η παραίτηση, οι συνήθειες γίνονται αντικείμενο αναστοχασμού και στη συνέχεια αμφισβητούνται. Το «ποτάμι των γκρίζων πόλεων που έχει χάσει την ελπίδα να φτάσει στον ωκεανό» (1) συναντά και άλλα, φωτίζεται και όλα μαζί ενώνονται με τη θάλασσα. Το «γιατί όχι;» έρχεται ν’ αντικαταστήσει το «έτσι είναι τα πράγματα». Ο ξεσηκωμός είναι μεταδοτικός –πριν από 50 χρόνια, δεν μιλούσαμε ακόμα για «σύγκλιση των αγώνων»– και θυμίζει ότι η Ιστορία δεν τελείωσε, ότι οι μεταρρυθμίσεις και οι επαναστάσεις που την διαμορφώνουν έχουν συχνά στόχο να καταργήσουν την υποχρέωση να υπακούς και να υποτάσσεσαι.
Τον Μάιο του 1968, μετά τη γενική πρόβα, δεν ακολούθησε η πρεμιέρα. Και μάλιστα ο ξεσηκωμός, που σημαδεύτηκε από μία από τις μεγαλύτερες εργατικές απεργίες της ιστορίας της ανθρωπότητας, στιγματίστηκε γιατί οι πιο μιντιακές ενσαρκώσεις του ήταν εκείνες που στράβωσαν περισσότερο. Αντίθετα, ο πρόσφατα αδικοχαμένος ηγέτης των φοιτητών Ζακ Σωβαζό υπήρξε ένα από τα πιο φωτεινά πρόσωπα του κινήματος του Μάη –και γι’ αυτό αναντικατάστατος. Γι’ αυτόν, το κίνημα ήταν «προϊόν των συλλογικοτήτων που εργάζονταν με μια οπτική που ξεπερνούσε τον ατομισμό» (2). Θύμιζε ότι οι τότε επαναστάτες επιθυμούσαν την κατάργηση του καπιταλισμού, ένα θέμα που λυπόταν επειδή «σήμερα δεν το θέτουν και πολλοί». Οι σύντροφοί του κι αυτός αρνούνταν μια «νεωτερικότητα» βασισμένη στον εξορθολογισμό της εργασίας και όχι στον διαμοιρασμό της ή στην μοιρασιά του πλούτου. Η παγκοσμιοποίηση που επιθυμούσαν στόχευε «στην αναγκαία ανάπτυξη της διεθνούς αλληλεγγύης» και όχι στην όλο και ταχύτερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Τέλος, τον Μάη του 1968, γι’ αυτούς το ζήτημα ήταν να πολεμήσουν μια εξουσία που ήδη σκόπευε «να μετατρέψει το πανεπιστήμιο σε κερδοφόρα επιχείρηση» (3).
Τέτοιου είδους υπενθυμίσεις αποδυναμώνουν τον νέο κυρίαρχο λόγο, που επιθυμεί να ορίζει όλες τις πολιτικές αντιπαραθέσεις ως μια αντίθεση ανάμεσα σε έναν μπάσταρδο πολιτιστικό προοδευτισμό προερχόμενο από τον Μάη του ’68 (τον οποίο ενσαρκώνουν οι Εμμανουέλ Μακρόν, Άνγκελα Μέρκελ, Τζάστιν Τριντώ) και σε μια «ανελεύθερη» δημοκρατία ουγγρικού τύπου. Όμως, πέρα από τις διαφωνίες τους, ο πλουραλισμός των ανοιχτών κοινωνιών και ο εθνικιστικός αυταρχισμός ενώνονται προκειμένου να διατηρήσουν το οικονομικό σύστημα και τον συσχετισμό δυνάμεων που απορρέουν από αυτό (4). Η αναγωγή του Γάλλου προέδρου σε διεθνές σύμβολο της δημοκρατικής μετριοπάθειας, απέναντι στα «άκρα», αποτελεί ένα μοναδικό παράδοξο, τη στιγμή που τα βάζει με τα συνδικάτα, θέτει σε κίνδυνο το δικαίωμα του ασύλου και μοιάζει να έχει ως μεγαλύτερη φιλοδοξία «να έχουν οι νέοι Γάλλοι την επιθυμία να γίνουν εκατομμυριούχοι».
Ο κ. Μακρόν έχει προβλέψει εορτασμούς για τον Μάη του ’68. Μια τέτοια γιορτή θα είχε νόημα μόνο ενάντια στον «παλιό κόσμο» που αντιπροσωπεύει. Εκείνον που, πενήντα χρόνια αργότερα, διατηρεί ακόμα την ανάμνηση του φόβου του και σκοπεύει να ολοκληρώσει την εκδίκησή του.
- René Crevel, «Détours», «La Nouvelle Revue française», Paris, 1924.
- «Mémoire combattant : quelques écrits de Jacques Sauvageot», «Contretemps», Νο 37, Παρίσι, Απρίλιος 2018.
- Σύμφωνα με τον πρύτανη Ζαν Καπέλ, που αναλύει ένα κυβερνητικό σχέδιο του 1966 για την ανώτατη εκπαίδευση.
- Βλ. Pierre Rimbert, «De Varsovie à Washington, un Mai 68 à l’envers», «Le Monde diplomatique», Ιανουάριος 2018.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου