* Ακόμη και η κακή λεκτική συμπεριφορά των γονιών μπορεί να προξενήσει μόνιμες βλάβες στους ανηλίκους
Η σκηνή εκτυλίσσεται στον
10ο όροφο του Children's Hospital της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου
Χάρβαρντ στη Βοστώνη. Στο γραφείο μου βρίσκεται ένα επτάχρονο αγοράκι,
οχυρωμένο πίσω από τον καναπέ, που φωνάζει εκτός εαυτού να μην το
πλησιάσω. Διαβάζοντας το ιστορικό του, διαπιστώνω ότι αυτός ακριβώς
είναι ο λόγος που το παιδάκι βρίσκεται για εξετάσεις στα εξωτερικά
ιατρεία του νοσοκομείου: επιθετική συμπεριφορά στο σπίτι και στο
σχολείο, υπερβολική συναισθηματική αντίδραση σε μικροπράγματα αλλά και
βιαιοπραγίες όπως να δαγκώνει ή να χτυπάει τους συμμαθητές του. Μόλις
δύο ημέρες πριν από αυτή τη συνάντηση βρισκόταν στο γραφείο μου ένα
14χρονο κορίτσι το οποίο έτρωγε και μάτωνε τα νύχια του, είχε καρφωμένα
τα μάτια του στο πάτωμα και πεταγόταν πάνω κάθε φορά που ακουγόταν
κάποιος θόρυβος από τον διάδρομο μια πόρτα που έκλεινε με δύναμη, τα
βήματα ή ο βήχας κάποιου... Το ιστορικό του κοριτσιού αυτού
συμπεριλαμβάνει άγχος, ξεσπάσματα κλάματος, δυσκολία προσοχής και
συγκέντρωσης, δυσκολία συναισθηματικής επικοινωνίας με τους γύρω του και
χαμηλή σχολική απόδοση. Ακόμη μια 40χρονη ασθενής μου που υπέφερε από
μελαγχολία και αγοραφοβία δηλαδή φοβόταν υπερβολικά να βγει από το
σπίτι της και να πάει μόνη της στην αγορά, σε εξωτερικές δουλειές ή σε
φιλικά σπίτια μου εκμυστηρεύθηκε ότι όταν ήταν παιδί οι γονείς της την
έδερναν και της μιλούσαν πολύ άσχημα, «εμπειρίες που θαρρείς και έχουν βγάλει ρίζες μέσα μου και δεν λένε να ξεριζωθούν από τη σκέψη και τη ζωή μου»,
όπως χαρακτηριστικά δήλωσε. Τι κοινό έχουν αυτές οι τρεις περιπτώσεις;
Πρόκειται για άτομα τα οποία σε μικρή ηλικία υπέστησαν κακομεταχείριση,
τόσο σωματική (οι γονείς τους τα έδερναν) όσο και συναισθηματική (τα
έβριζαν και τους μιλούσαν άσχημα). Συμπεριφορές σαν αυτές που περιέγραψα
είναι συχνές στην κλινική πρακτική και συνήθως συνοδεύονται από
ιστορικό κακής μεταχείρισης στη βρεφική και παιδική ηλικία. Μια πολύ
πρόσφατη έρευνα έρχεται να επιβεβαιώσει τις κλινικές αυτές παρατηρήσεις
με χειροπιαστές αποδείξεις. Ο δόκτωρ Martin Teicher και οι
συνεργάτες του στο νοσοκομείο McLean της Βοστώνης διαπίστωσαν ότι το
συναισθηματικό τραύμα στην παιδική ηλικία μπορεί να προκαλέσει
παραμόρφωση σε σημαντικά τμήματα του εγκεφάλου με αποτέλεσμα
συναισθηματικές διαταραχές όπως μελαγχολία ή άγχος. Οι διαταραχές αυτές
δεν είναι όμως αποκλειστικά ψυχολογικές, αλλά φαίνεται ότι έχουν
φυσιολογική βάση, καθώς σχετίζονται με αλλαγές που συμβαίνουν στα
νευρωνικά μονοπάτια του εγκεφάλου.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο εγκέφαλος διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από τις εμπειρίες μας, οι οποίες, καθώς επαναλαμβάνονται, χαράζουν «μονοπάτια» και συνδέσεις ανάμεσα στους νευρώνες. Οι αντίξοες εμπειρίες δημιουργούν εγγραφές στον εγκέφαλο, διαμορφώνοντάς τον με διαφορετικό τρόπο απ' ό,τι οι κανονικές εμπειρίες. Ετσι το ερέθισμα που προκαλούν τα άσχημα λόγια και οι βρισιές που προέρχονται από τους γονείς προς το παιδί τους έχουν έναν μόνιμο αντίκτυπο στη διαμόρφωση του εγκεφάλου του παιδιού τους, πολύ διαφορετικό από αυτόν που έχουν τα ωραία λόγια και η τρυφερότητα των γονιών προς το παιδί. Ο δόκτωρ Martin Teicher δήλωσε ότι ο αντίκτυπος της λεκτικής και συναισθηματικής κακομεταχείρισης είναι μόνιμος και δύσκολα αντιστρέψιμος και δεν πρόκειται για μια εμπειρία την οποία ο άνθρωπος μπορεί εύκολα και ανώδυνα να ξεπεράσει.
* Τα συμπεράσματα των ερευνητών
Ο δόκτωρ Martin Teicher και οι συνεργάτες του κατέληξαν σε αυτά τα συμπεράσματα αφού εξέτασαν εκατοντάδες εγκεφάλους από παιδιά που είχαν εισαχθεί στο νοσοκομείο λόγω σεξουαλικής, φυσικής ή συναισθηματικής κακοποίησης. Οι εικόνες των εγκεφάλων αυτών των παιδιών συγκρίθηκαν στη συνέχεια με τις εικόνες των εγκεφάλων παιδιών που δεν είχαν υποστεί τέτοιου είδους κακομεταχείριση. Η σύγκριση των εγκεφαλικών εικόνων έδειξε ότι τα παραμελημένα ή κακοποιημένα παιδιά σαφώς υστερούσαν σε εγκεφαλική μάζα σε σχέση με τα μη κακοποιημένα παιδιά. Ετσι βρέθηκε ότι η δεσμίδα των νεύρων που συνδέει τα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια και η οποία λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ τους ήταν ως και 40% μικρότερη στα παραμελημένα ή στα κακοποιημένα παιδιά.
Τι σημαίνει όμως από πρακτική άποψη μια τέτοια συρρίκνωση της εγκεφαλικής αυτής δομής; Ενα υπανάπτυκτο μεσολόβιο, δηλαδή η δεσμίδα των νεύρων που συνδέει τα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια, παρακωλύει την ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στα δύο ημισφαίρια. Το αποτέλεσμα είναι ότι τα παραμελημένα και κακοποιημένα παιδιά λειτουργούν κυρίως βάσει του ενός ημισφαιρίου αντί να έχουν την ευελιξία να μετακινούνται από το ένα στο άλλο με γρήγορο ρυθμό, όπως είναι φυσιολογικό και χρήσιμο.
Η έρευνα του καθηγητή Seth Pollak πάνω στην ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου κακοποιημένων και μη παιδιών έδωσε παρόμοια αποτελέσματα σε σχέση με τη συναισθηματική ένταση. Ο κ. Pollak δημιούργησε ένα ανώδυνο πείραμα σαν παιχνίδι, στο οποίο ζητούσε από τα παιδιά να κοιτάξουν μια σειρά προσώπων και να βρουν τα χαρούμενα, φοβισμένα ή θυμωμένα πρόσωπα, πατώντας ένα κουμπί κάθε φορά. Κατά τη διάρκεια του πειράματος τα παιδιά φορούσαν μια κάσκα με ηλεκτρόδια ώστε να μπορεί να μετρηθεί η ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου. Το ζητούμενο ήταν να μετρηθεί μια έντονη αύξηση της ηλεκτρικής δραστηριότητας στον εγκέφαλο, ως αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου ερεθίσματος. Η ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου ήταν ίδια τόσο για τα κακοποιημένα όσο και για τα μη κακοποιημένα παιδιά όταν επρόκειτο για χαρούμενα ή φοβισμένα πρόσωπα. Υπήρξε όμως μια δραματική αύξηση της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου των κακοποιημένων παιδιών όταν βρέθηκαν αντιμέτωπα με τις εικόνες των θυμωμένων προσώπων.
* Οι επιπτώσεις του θυμού
Η ηλεκτρική αντίδραση του εγκεφάλου τους στο ερέθισμα του θυμωμένου προσώπου ήταν πολύ έντονη και μακράς διάρκειας. Ο λόγος γι' αυτή την έντονη αλλαγή είναι, σύμφωνα με τον καθηγητή Pollak, ότι ο θυμός των γονιών είναι ένα πολύ έντονο στοιχείο, ότι κάτι πρόκειται να συμβεί στο οικογενειακό περιβάλλον, και η επιβίωση του παιδιού ουσιαστικά εξαρτάται από τη γρήγορη και άμεση ικανότητά του να αναγνωρίσει το σήμα του θυμού και τις επερχόμενες αλλαγές. Αυτή η εγρήγορση προς τον θυμό γίνεται μια αυτόματη συναισθηματική αντίδραση για το άτομο, που ως ενήλικος τείνει να ερμηνεύει ακόμη και ουδέτερα ή ασαφή ερεθίσματα ως απειλητικά, πράγμα το οποίο εμποδίζει τη σύναψη υγιών σχέσεων με άλλους ενηλίκους.
Πώς ερμηνεύονται όμως από φυσιολογική άποψη αυτά τα ευρήματα; Το κάθε εγκεφαλικό ημισφαίριο έχει μια σειρά εξειδικευμένων λειτουργιών, με το αριστερό ημισφαίριο να ελέγχει τη λογική σκέψη και τη γλώσσα, ενώ το δεξί έχει τον έλεγχο της δημιουργικότητας και της συναισθηματικής σκέψης. Οταν δεν υπάρχει άνετη ροή από το ένα ημισφαίριο στο άλλο παρά εμμονή στις λειτουργίες του ενός, τότε μπορεί να προκύψουν διάφορα προβλήματα. Για παράδειγμα, ενήλικοι που είχαν υποστεί κακομεταχείριση στην παιδική τους ηλικία χρησιμοποιούν το αριστερό τους ημισφαίριο στην καθημερινή τους ζωή όταν δεν έχουν δυσκολίες. Οταν όμως οι τραυματικές σκέψεις ξαναβγούν στην επιφάνεια ή κάποιο γεγονός που συναισθηματικά τους θυμίζει την κακομεταχείριση της παιδικής τους ηλικίας έρθει στο προσκήνιο, τότε τα ίδια αυτά άτομα καταφεύγουν στο δεξί τους ημισφαίριο, με αποτέλεσμα να γίνονται υπερβολικά συναισθηματικά και να άγονται και να φέρονται από πάθη και συγκινήσεις χωρίς να τιθασεύει αυτή την ένταση το χαλινάρι της λογικής.
ΕΡΕΥΝΕΣ Κακομεταχείριση και ιδιοφυΐα
Μεμονωμένοι ερευνητές έκαναν μια τολμηρή σύνδεση ανάμεσα στην κακομεταχείριση κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και στην ιδιοφυΐα, βασισμένοι στα παραδείγματα από τη ζωή του Μπετόβεν (φωτογραφία αριστερά επάνω) και του D. Η. Lawrence. Ο Μπετόβεν είχε δύσκολη παιδική ηλικία καθώς ο πατέρας του τον κακομεταχειριζόταν, τον τραβούσε από το κρεβάτι και τον υποχρέωνε να κάνει εξάσκηση στο πιάνο μέσα στη νύχτα, χτυπώντας τον όποτε έκανε λάθος. Ο Lawrence είχε μια πολύ άσχημη σχέση με τον αλκοολικό πατέρα του. Σύγχρονοι καλλιτέχνες έχουν επίσης ομολογήσει επεισόδια κακομεταχείρισής τους όταν ήταν παιδιά, όπως η τραγουδίστρια Sinead Ο' Connor (αριστερά κάτω), η οποία εκμυστηρεύθηκε πως όταν ήταν μικρή την κλείδωναν γυμνή για μέρες σε ένα παγωμένο δωμάτιο και τη χτυπούσαν. Η σύγχρονη ψυχιατρική άποψη υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει αιτιακή σχέση ανάμεσα στις ψυχικές ασθένειες ή στην κακομεταχείριση και στην ιδιοφυΐα. Τελικά φαίνεται να ισχύει το αντίθετο, δηλαδή ότι η κακομεταχείριση οδηγεί σε μαθησιακά προβλήματα και χαμηλή σχολική απόδοση.
Η κυρία Λίζα Βάρβογλη είναι διδάκτωρ Ψυχολογίας και εργάζεται ως ψυχολόγος και ερευνήτρια στο Children's Hospital της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο εγκέφαλος διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από τις εμπειρίες μας, οι οποίες, καθώς επαναλαμβάνονται, χαράζουν «μονοπάτια» και συνδέσεις ανάμεσα στους νευρώνες. Οι αντίξοες εμπειρίες δημιουργούν εγγραφές στον εγκέφαλο, διαμορφώνοντάς τον με διαφορετικό τρόπο απ' ό,τι οι κανονικές εμπειρίες. Ετσι το ερέθισμα που προκαλούν τα άσχημα λόγια και οι βρισιές που προέρχονται από τους γονείς προς το παιδί τους έχουν έναν μόνιμο αντίκτυπο στη διαμόρφωση του εγκεφάλου του παιδιού τους, πολύ διαφορετικό από αυτόν που έχουν τα ωραία λόγια και η τρυφερότητα των γονιών προς το παιδί. Ο δόκτωρ Martin Teicher δήλωσε ότι ο αντίκτυπος της λεκτικής και συναισθηματικής κακομεταχείρισης είναι μόνιμος και δύσκολα αντιστρέψιμος και δεν πρόκειται για μια εμπειρία την οποία ο άνθρωπος μπορεί εύκολα και ανώδυνα να ξεπεράσει.
* Τα συμπεράσματα των ερευνητών
Ο δόκτωρ Martin Teicher και οι συνεργάτες του κατέληξαν σε αυτά τα συμπεράσματα αφού εξέτασαν εκατοντάδες εγκεφάλους από παιδιά που είχαν εισαχθεί στο νοσοκομείο λόγω σεξουαλικής, φυσικής ή συναισθηματικής κακοποίησης. Οι εικόνες των εγκεφάλων αυτών των παιδιών συγκρίθηκαν στη συνέχεια με τις εικόνες των εγκεφάλων παιδιών που δεν είχαν υποστεί τέτοιου είδους κακομεταχείριση. Η σύγκριση των εγκεφαλικών εικόνων έδειξε ότι τα παραμελημένα ή κακοποιημένα παιδιά σαφώς υστερούσαν σε εγκεφαλική μάζα σε σχέση με τα μη κακοποιημένα παιδιά. Ετσι βρέθηκε ότι η δεσμίδα των νεύρων που συνδέει τα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια και η οποία λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ τους ήταν ως και 40% μικρότερη στα παραμελημένα ή στα κακοποιημένα παιδιά.
Τι σημαίνει όμως από πρακτική άποψη μια τέτοια συρρίκνωση της εγκεφαλικής αυτής δομής; Ενα υπανάπτυκτο μεσολόβιο, δηλαδή η δεσμίδα των νεύρων που συνδέει τα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια, παρακωλύει την ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στα δύο ημισφαίρια. Το αποτέλεσμα είναι ότι τα παραμελημένα και κακοποιημένα παιδιά λειτουργούν κυρίως βάσει του ενός ημισφαιρίου αντί να έχουν την ευελιξία να μετακινούνται από το ένα στο άλλο με γρήγορο ρυθμό, όπως είναι φυσιολογικό και χρήσιμο.
Η έρευνα του καθηγητή Seth Pollak πάνω στην ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου κακοποιημένων και μη παιδιών έδωσε παρόμοια αποτελέσματα σε σχέση με τη συναισθηματική ένταση. Ο κ. Pollak δημιούργησε ένα ανώδυνο πείραμα σαν παιχνίδι, στο οποίο ζητούσε από τα παιδιά να κοιτάξουν μια σειρά προσώπων και να βρουν τα χαρούμενα, φοβισμένα ή θυμωμένα πρόσωπα, πατώντας ένα κουμπί κάθε φορά. Κατά τη διάρκεια του πειράματος τα παιδιά φορούσαν μια κάσκα με ηλεκτρόδια ώστε να μπορεί να μετρηθεί η ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου. Το ζητούμενο ήταν να μετρηθεί μια έντονη αύξηση της ηλεκτρικής δραστηριότητας στον εγκέφαλο, ως αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου ερεθίσματος. Η ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου ήταν ίδια τόσο για τα κακοποιημένα όσο και για τα μη κακοποιημένα παιδιά όταν επρόκειτο για χαρούμενα ή φοβισμένα πρόσωπα. Υπήρξε όμως μια δραματική αύξηση της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου των κακοποιημένων παιδιών όταν βρέθηκαν αντιμέτωπα με τις εικόνες των θυμωμένων προσώπων.
* Οι επιπτώσεις του θυμού
Η ηλεκτρική αντίδραση του εγκεφάλου τους στο ερέθισμα του θυμωμένου προσώπου ήταν πολύ έντονη και μακράς διάρκειας. Ο λόγος γι' αυτή την έντονη αλλαγή είναι, σύμφωνα με τον καθηγητή Pollak, ότι ο θυμός των γονιών είναι ένα πολύ έντονο στοιχείο, ότι κάτι πρόκειται να συμβεί στο οικογενειακό περιβάλλον, και η επιβίωση του παιδιού ουσιαστικά εξαρτάται από τη γρήγορη και άμεση ικανότητά του να αναγνωρίσει το σήμα του θυμού και τις επερχόμενες αλλαγές. Αυτή η εγρήγορση προς τον θυμό γίνεται μια αυτόματη συναισθηματική αντίδραση για το άτομο, που ως ενήλικος τείνει να ερμηνεύει ακόμη και ουδέτερα ή ασαφή ερεθίσματα ως απειλητικά, πράγμα το οποίο εμποδίζει τη σύναψη υγιών σχέσεων με άλλους ενηλίκους.
Πώς ερμηνεύονται όμως από φυσιολογική άποψη αυτά τα ευρήματα; Το κάθε εγκεφαλικό ημισφαίριο έχει μια σειρά εξειδικευμένων λειτουργιών, με το αριστερό ημισφαίριο να ελέγχει τη λογική σκέψη και τη γλώσσα, ενώ το δεξί έχει τον έλεγχο της δημιουργικότητας και της συναισθηματικής σκέψης. Οταν δεν υπάρχει άνετη ροή από το ένα ημισφαίριο στο άλλο παρά εμμονή στις λειτουργίες του ενός, τότε μπορεί να προκύψουν διάφορα προβλήματα. Για παράδειγμα, ενήλικοι που είχαν υποστεί κακομεταχείριση στην παιδική τους ηλικία χρησιμοποιούν το αριστερό τους ημισφαίριο στην καθημερινή τους ζωή όταν δεν έχουν δυσκολίες. Οταν όμως οι τραυματικές σκέψεις ξαναβγούν στην επιφάνεια ή κάποιο γεγονός που συναισθηματικά τους θυμίζει την κακομεταχείριση της παιδικής τους ηλικίας έρθει στο προσκήνιο, τότε τα ίδια αυτά άτομα καταφεύγουν στο δεξί τους ημισφαίριο, με αποτέλεσμα να γίνονται υπερβολικά συναισθηματικά και να άγονται και να φέρονται από πάθη και συγκινήσεις χωρίς να τιθασεύει αυτή την ένταση το χαλινάρι της λογικής.
ΕΡΕΥΝΕΣ Κακομεταχείριση και ιδιοφυΐα
Μεμονωμένοι ερευνητές έκαναν μια τολμηρή σύνδεση ανάμεσα στην κακομεταχείριση κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και στην ιδιοφυΐα, βασισμένοι στα παραδείγματα από τη ζωή του Μπετόβεν (φωτογραφία αριστερά επάνω) και του D. Η. Lawrence. Ο Μπετόβεν είχε δύσκολη παιδική ηλικία καθώς ο πατέρας του τον κακομεταχειριζόταν, τον τραβούσε από το κρεβάτι και τον υποχρέωνε να κάνει εξάσκηση στο πιάνο μέσα στη νύχτα, χτυπώντας τον όποτε έκανε λάθος. Ο Lawrence είχε μια πολύ άσχημη σχέση με τον αλκοολικό πατέρα του. Σύγχρονοι καλλιτέχνες έχουν επίσης ομολογήσει επεισόδια κακομεταχείρισής τους όταν ήταν παιδιά, όπως η τραγουδίστρια Sinead Ο' Connor (αριστερά κάτω), η οποία εκμυστηρεύθηκε πως όταν ήταν μικρή την κλείδωναν γυμνή για μέρες σε ένα παγωμένο δωμάτιο και τη χτυπούσαν. Η σύγχρονη ψυχιατρική άποψη υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει αιτιακή σχέση ανάμεσα στις ψυχικές ασθένειες ή στην κακομεταχείριση και στην ιδιοφυΐα. Τελικά φαίνεται να ισχύει το αντίθετο, δηλαδή ότι η κακομεταχείριση οδηγεί σε μαθησιακά προβλήματα και χαμηλή σχολική απόδοση.
Η κυρία Λίζα Βάρβογλη είναι διδάκτωρ Ψυχολογίας και εργάζεται ως ψυχολόγος και ερευνήτρια στο Children's Hospital της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου