Του Κώστα Βαξεβάνη
Tο lifestyle πέθανε. Αν έχετε κάποια αμφιβολία, ρίξτε μια ματιά στα κανάλια. Το τηλεμάρκετινγκ για τους μασαζοκορεσέδες, έχει αντικαταστήσει τις αστραφτερές διαφημίσεις που ήταν γυρισμένες δίπλα στα ακριβά ντεκ των πισινών.
Ο ίδιος ο Πέτρος Κωστόπουλος μαγειρεύει on camera, για μια χούφτα ηλικιωμένες κυρίες που είναι ακόμα εξαρτημένες από την τηλεόραση. Και δεν μαγειρεύει ουρές πεσκανδρίτσας με μους φινόκιο και σπόρους κόλιανδρου λιασμένους στην αύρα της Μυκόνου. Άλλωστε οι περισσότεροι πλέον δηλώνουν πως γνωρίζουν τη Μύκονο από τον παραδοσιακό μυκονιάτικο σοβά και μόνο. Ο Πέτρος ως λύκος των τηλεπρωινών, μαγειρεύει (φευ) αρνάκι με πατάτες στο φούρνο με γνήσια λαϊκή ανησυχία που συναγωνίζεται τη λαϊκότητα του μενού.
Το lifestyle πέρασε, έπαιξε το ρόλο του ως ο προπαγανδιστής μιας πραγματικότητας που χρειαζόταν δανεικά για να εκπληρώσει όλα τα όνειρα μιας σύντομης ζωής που έπρεπε να είναι πάνω απ όλα ευχάριστη, κράτησε πεόμετρα για να επιβραβεύσει σεξουαλικότητες, σάρκασε κοινωνικές ανησυχίες παρουσιάζοντάς τις παρωχημένες, χτύπησε στην πλάτη παρτάκηδες διαπλεκόμενους και άρρωστους εγωκεντρικούς παρουσιάζοντάς τους ως τα βάθρα της επιχειρηματικότητας.
Το lifestyle όμως είναι εδώ. Έγινε ανίσχυρο αλλά κυριαρχεί σε μια κουλτούρα που δημιούργησε. Όσοι σχολιάζουν με σαρκασμό “πού να ‘ξερε ο Πέτρος πως το τατού στο χέρι του θα γινόταν ντεκόρ σε ένα ταψί με σπανακόπιτα” δεν παρατηρούν πως το lifestyle μετασχηματίζεται. Αποκτά πολιτικό προβληματισμό, ανησυχεί για τη χώρα, προσπαθεί να την περιφρουρήσει από τους καταστροφείς της και επιμένει να την κρατά μακριά από κάτι τύπους που σφίγγουν γροθιές και λένε στενάχωρα πράγματα. Το lifestyle έφυγε από την σφαίρα της καταναλωτικής επικοινωνίας και τις παραλίες της Μυκόνου και πέρασε στα πολιτικά γραφεία.
Οι εραστές του δεν ψάχνουν να κλείσουν ξαπλώστρα στην Ψαρού, αλλά καρέκλα γραφείου σε έναν πολιτικό σχηματισμό που πλασάρει την “μετριοπάθεια” και χαμηλούς τόνους ως αναγκαίο τρόπο ζωής για να ορθοποδήσει η χώρα. Τα θερινά πάρτι, έγιναν πολιτικά projects. Όσοι μάσησαν επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις, διαφημιστικές πίτες, αναμασούν τα επιχειρήματα για μια χώρα που πρέπει να σωθεί με σύνεση και κυρίως χωρίς ανατροπές. Άφησαν τα μικρόφωνα του καραόκε και έπιασαν τα μικρόφωνα των πολιτικών λογυδρίων που μιλούν για ευθύνη (που ποτέ δεν είχαν), για πάταξη του τερατώδους κράτους (το οποίο απομύζησαν), για υγιή επιχειρηματικότητα (την οποία δεν υπερασπίστηκαν ποτέ ζώντας με τραπεζικά δάνεια) και για δικαιώματα (εννοώντας πάντα φυσικά αυτά που αρχίζουν και τελειώνουν στο μαλακό τους υπογάστριο). Οι έξαλλοι των μπουζουκλερί, γίνονται φορείς της κοινωνικής μετριοπάθειας και ονομάζουν τον εαυτό τους ακτιβιστή μιας άλλης Ελλάδας.
Ανησυχούν για την παράδοση που χάνεται, για την έλλειψη χρώματος στην πόλη, για τις απρεπείς συμπεριφορές των Ελλήνων, για την ευρωπαϊκή προοπτική αλλά μην ζητάτε να ανησυχήσουν για τον άνθρωπο δίπλα τους που πεθαίνει από την πείνα. Εκτός αν πρέπει να τον σώσουν με κάποιο τηλεοπτικό γκαλά φιλανθρωπίας, διευκρινίζοντας πως είναι θύμα του δαρβινισμού, πως τα έφερε έτσι η κακιά η ζωή και η μοίρα και όχι τα μνημόνια. Οι παλιοί ατζέντηδες της επιπολαιότητας, καλούν τους πάντες να καταλάβουν πως πρέπει να προσπαθήσουμε όλοι μαζί, και να το θέλουμε τόσο ώστε να εκπληρωθούν οι επιθυμίες όπως στο ρητό του Κοέλιο.
Προσπαθούν να πείσουν πως δεν φταίνε οι πολιτικές αλλά οι κακές σκέψεις. Πως αρκεί να είσαι χαρουμενάκι και να αποτάξεις τους ριζοσπαστισμούς και τις διεκδικήσεις για να λάμψει μπροστά σου η βουδιστική πολιτική αλήθεια. Άφησαν τα καλοκαιρινά κοκτέιλ και έφτιαξαν άλλα, αχταρμάδες με απολίτικες θέσεις που φαντάζουν πολιτική. Πέρασαν Ποτάμια, Γέφυρες, δημιούργησαν από την νεοπασοκική χλωρίδα τους νέους κήπους όπου θα ανθίσουν Ελιές και μουσμουλιές, με τους ίδιους κηπουρούς όπως πάντα.
Είναι επιτέλους για πρώτη φορά στη ζωή τους έτοιμοι για κοινωνική δράση, να βάλουν μπροστά τα στήθη τους για να μην καταλάβουν την εξουσία άνθρωποι που δεν ξέρουν να ξεχωρίσουν τη διαφορά ανάμεσα σε ένα dry Martini από ένα απλό. Είναι ικανοί να κάνουν μεγάλες θυσίες γι’ αυτό. Ακόμη και να αφήσουν το φουά γκρα, και να αρχίσουν να ψήνουν κατσικάκι. Να βγάλουν τα Prada και να βάλουν γαλότσες.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου