Η μαύρη αλήθεια για την ελληνική πραγματικότητα, όπως περιγράφεται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και την διαβάσαμε στις σελίδες του περιοδικού ΄Esquire΄.
«Κάποιοι είναι πιο ίσοι από τους άλλους». Το διαβάζαμε εδώ κι εκεί ως ευφυολόγημα. Σήμερα επιβεβαιώνεται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης ύστερα από έρευνα που έκανε σε 34 χώρες: σε κάποιες από τις μεγαλύτερες ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου -στις ΗΠΑ, στην Ιταλία και στη Βρετανία- η κοινωνική κινητικότητα είναι ελάχιστη, ενώ τώρα με την κρίση στις περισσότερες από τις υπόλοιπες χώρες η κοινωνική κινητικότητα λειτουργεί μονάχα προς τα κάτω. Με δυο λόγια, αν ο μπαμπάς σου ήταν πλούσιος, θα παραμείνεις κι εσύ πλούσιος. Αν ήταν φτωχός, θα παραμείνεις φτωχός ή θα γίνεις ακόμη πιο φτωχός.
Στις χώρες του δυτικού κόσμου που κάποτε υπόσχονταν στους πολίτες τους τα πάντα δυσκολεύεται κανείς σήμερα να παραδεχτεί πως η πορεία της ζωής του είναι προκαθορισμένη από την ταξική του προέλευση. Η κρίση έχει απλουστεύσει τα πράγματα. Σήμερα ξεχωρίζουν πιο καθαρά οι κερδισμένοι και οι χαμένοι, οι πλούσιοι και οι φτωχοί. Η Βρετανία έχει επιστρέψει στην κοινωνική ακινησία του 18ου αιώνα, όπως παρατηρεί ο πολιτικός αναλυτής Στίβεν Μαρτς: «Η άρχουσα τάξη απευθύνει από τα παλάτια της κηρύγματα για κοινές θυσίες, η κατώτερη τάξη ξεσπάει την οργή της στους δρόμους και η μεσαία τάξη παρατηρεί». Καθένας μοιάζει να έχει επίγνωση της κοινωνικής θέσης του.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση διέλυσε πολλές αυταπάτες στην Ελλάδα. Μία από αυτές, ίσως η μεγαλύτερη, ήταν το όνειρο της μεσαίας τάξης να βρει λίγο χώρο στο κρεβάτι του αφέντη. Ήταν ένα «νόμιμο» όνειρο ύστερα από το μίνι ελληνικό οικονομικό θαύμα μετά το 1960, όταν ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι του μόχθου άρχιζαν να ανεβαίνουν με σκληρή δουλειά τα σκαλοπάτια της κοινωνίας. Το ότι τύχαινε τέτοιοι άνθρωποι που είχαν ανελιχθεί στη μεσαία τάξη να συχνάζουν στα ίδια στέκια και να γλεντούν με επιχειρηματίες δεν έκανε εντύπωση σε κανέναν.
Στην ελληνική ουτοπία της μεταπολεμικής ευημερίας δεν υπήρχαν φτωχοί. Οι περισσότεροι πίστευαν ότι αργά ή γρήγορα θα έπιαναν την καλή. Ο άνθρωπος της μεσαίας τάξης δεν έβλεπε τους πλούσιους ως ταξικούς εχθρούς. Ζήλευε την επιτυχία τους και ένιωθε ότι κάποτε θα τη μοιραζόταν. Όταν η κρίση τον ξύπνησε, βρέθηκε έντρομος από το κρεβάτι του αφέντη στο πάτωμα. Και από τότε στοιχειώνουν τον ύπνο του εφιάλτες.
Η κοινωνική κινητικότητα δε λειτουργεί παρά μονάχα προς τα κάτω. Θυμόμαστε πλέον με νοσταλγία την εποχή όπου σε μια τυπική οικογένεια δούλευε ένας και τάιζε τέσσερα στόματα. Τότε που έχτιζε με τον κόπο του το δικό του σπίτι. Κι αν δεν το προλάβαινε όσο δούλευε, το έχτιζε με το εφάπαξ. Αυτή ήταν η γενιά των πατεράδων μας, που μας άφησε το τραπέζι στρωμένο. Τα δικά μας παιδιά είναι η πρώτη γενιά στην ιστορία που αναγκάζεται να ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη. Πλήττονται από την ανεργία όσο ποτέ άλλοτε, δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν στέγη και φαΐ και επιστρέφουν στο πατρικό σπίτι.
Η παραδοσιακή ελληνική οικογένεια
εξακολουθεί να αντιστέκεται στη διάβρωση. Όμως, οι οικογένειες γίνονται
ολοένα και πιο ολιγομελείς, ώστε τα περιορισμένα έσοδά τους να
μοιράζονται σε λιγότερα παιδιά. Τα τελευταία χρόνια μοιάζει να
επιβεβαιώνεται πως το πού θα καταλήξει κανείς είναι καθορισμένο από τα
γεννοφάσκια του. Η ελληνική μεσαία τάξη έζησε τουλάχιστον τριάντα χρόνια
με τους μύθους της. Ένας από αυτούς ήταν ο μύθος του αυτοδημιούργητου
επιχειρηματία, που ωστόσο κατέρρευσε με το ξέσπασμα της οικονομικής
κρίσης. Με λουκέτα στις πόρτες και χαρτόνια να σκεπάζουν τις βιτρίνες,
τα χρεοκοπημένα μαγαζιά της άλλοτε θαλερής επιχειρηματικής τάξης των
μικρομεσαίων, που αντιπροσώπευαν το 99% του επιχειρηματικού κόσμου της
χώρας, μοιάζουν σήμερα με μνημειακά απομεινάρια μιας άλλης εποχής.
Μέχρι πριν από μερικά χρόνια μια οικογένεια της μεσαίας τάξης ονειρευόταν βάσιμα μια άνετη ζωή, με διακοπές, πανεπιστημιακή εκπαίδευση για τα παιδιά και ένα δικό της σπίτι. Σήμερα παλεύει για να κρατήσει αυτό το σπίτι με νύχια και με δόντια. Το παράδοξο είναι πως εξακολουθεί να ανέχεται το σύστημα που την έφερε σε αυτή την κατάσταση. Ελπίζει πραγματικά ο μεσοαστός που σήμερα έγινε φτωχός ότι θα μπορέσει κάποτε να ξαναγίνει αυτό που ήταν πρώτα, όπως στις αρχές της δεκαετίας του ΄80; Θα ήταν μια αυταπάτη. Δεν μπορούν να γίνουν όλοι πλούσιοι. Αυτό είναι γεγονός.
Όμως εκείνοι που είναι ήδη πλούσιοι λένε σε όσους δεν είναι: «Αν δεν έγινες πλούσιος, το φταίξιμο είναι δικό σου. Αν δουλέψεις σκληρά, τότε μπορεί να γίνεις γιατρός ή τραπεζίτης. Αν παρατήσεις το σχολείο, θα καταντήσεις πιτσαδόρος». Αυτή η πεποίθηση είναι βαθιά ριζωμένη ιδιαίτερα στην Αμερική, την πάλαι ποτέ «χώρα της ευκαιρίας». Αυτή η πεποίθηση σήμερα καταρρέει, καθώς εκατομμύρια νέοι που δεν είδαν μέχρι τώρα καμία ευκαιρία στη σύντομη ζωή τους βγαίνουν στους δρόμους και τη διεκδικούν. Στη συντριπτική πλειονότητά τους οι απόφοιτοι πανεπιστημίων των ΗΠΑ είναι σήμερα άνεργοι ή κάνουν δουλειές ανειδίκευτου εργάτη. Το 85% από αυτούς επέστρεψαν πέρυσι στο πατρικό σπίτι, κουβαλώντας μαζί τους χρέος 27.200 δολαρίων από τα φοιτητικά τους δάνεια.
Η αντιπολίτευση ρίχνει το φταίξιμο στην κυβέρνηση και οι νέοι που κάνουν καταλήψεις στη Γουόλ Στριτ στους τραπεζίτες. Στην πραγματικότητα, και οι δύο πλευρές αντιδρούν στην επιστροφή του παλιού κοινωνικού καθεστώτος: σε αυτό όπου η ζωή των ανθρώπων δεν καθοριζόταν από τις ευκαιρίες, αλλά από προϋπάρχουσες δομές πλούτου. Στα νεανικά του χρόνια ο καπιταλισμός ήταν ένα επαναστατικό σύστημα που ανακάτεψε βαθιά τη χύτρα με τις κοινωνικές τάξεις και έφερε τους έσχατους πρώτους. Σήμερα πια, στα γεροντικά του χρόνια, δεν επιτρέπει καμία κοινωνική κινητικότητα.
Η κρίση που ζούμε, όπως κάθε μεγάλη κρίση του συστήματος, αποδεικνύει πως η μεσαία τάξη δεν είναι παρά μια τάξη προσωρινή και μεταβατική, που γεννιέται μόνο σε περιόδους οικονομικής ευμάρειας. Μόλις ξεσπάσει μια μεγάλη κρίση, η ανώτερη τάξη διασώζει την κοινωνική θέση της αφαιρώντας πλούτο από τη μεσαία τάξη και συνθλίβοντάς την προς τα κάτω. Αυτό είναι κάτι που δύσκολα θα το παραδεχτούν ανοιχτά οι πολιτικοί που υπηρετούν το κοινωνικό καθεστώς. Επειδή αν παραδεχτούν την ύπαρξη μιας κοινωνίας στην οποία υπάρχουν δύο μόνο τάξεις, οι πλούσιοι και οι φτωχοί, και στην οποία η ανισότητα είναι κληρονομική και μόνιμη, τότε με ποιους θα κερδίσουν τις επόμενες εκλογές;
Αναδημοσίευση από το τεύχος Φεβρουαρίου Νο6 του περιοδικού ΄Esquire΄.
Μέχρι πριν από μερικά χρόνια μια οικογένεια της μεσαίας τάξης ονειρευόταν βάσιμα μια άνετη ζωή, με διακοπές, πανεπιστημιακή εκπαίδευση για τα παιδιά και ένα δικό της σπίτι. Σήμερα παλεύει για να κρατήσει αυτό το σπίτι με νύχια και με δόντια. Το παράδοξο είναι πως εξακολουθεί να ανέχεται το σύστημα που την έφερε σε αυτή την κατάσταση. Ελπίζει πραγματικά ο μεσοαστός που σήμερα έγινε φτωχός ότι θα μπορέσει κάποτε να ξαναγίνει αυτό που ήταν πρώτα, όπως στις αρχές της δεκαετίας του ΄80; Θα ήταν μια αυταπάτη. Δεν μπορούν να γίνουν όλοι πλούσιοι. Αυτό είναι γεγονός.
Όμως εκείνοι που είναι ήδη πλούσιοι λένε σε όσους δεν είναι: «Αν δεν έγινες πλούσιος, το φταίξιμο είναι δικό σου. Αν δουλέψεις σκληρά, τότε μπορεί να γίνεις γιατρός ή τραπεζίτης. Αν παρατήσεις το σχολείο, θα καταντήσεις πιτσαδόρος». Αυτή η πεποίθηση είναι βαθιά ριζωμένη ιδιαίτερα στην Αμερική, την πάλαι ποτέ «χώρα της ευκαιρίας». Αυτή η πεποίθηση σήμερα καταρρέει, καθώς εκατομμύρια νέοι που δεν είδαν μέχρι τώρα καμία ευκαιρία στη σύντομη ζωή τους βγαίνουν στους δρόμους και τη διεκδικούν. Στη συντριπτική πλειονότητά τους οι απόφοιτοι πανεπιστημίων των ΗΠΑ είναι σήμερα άνεργοι ή κάνουν δουλειές ανειδίκευτου εργάτη. Το 85% από αυτούς επέστρεψαν πέρυσι στο πατρικό σπίτι, κουβαλώντας μαζί τους χρέος 27.200 δολαρίων από τα φοιτητικά τους δάνεια.
Η αντιπολίτευση ρίχνει το φταίξιμο στην κυβέρνηση και οι νέοι που κάνουν καταλήψεις στη Γουόλ Στριτ στους τραπεζίτες. Στην πραγματικότητα, και οι δύο πλευρές αντιδρούν στην επιστροφή του παλιού κοινωνικού καθεστώτος: σε αυτό όπου η ζωή των ανθρώπων δεν καθοριζόταν από τις ευκαιρίες, αλλά από προϋπάρχουσες δομές πλούτου. Στα νεανικά του χρόνια ο καπιταλισμός ήταν ένα επαναστατικό σύστημα που ανακάτεψε βαθιά τη χύτρα με τις κοινωνικές τάξεις και έφερε τους έσχατους πρώτους. Σήμερα πια, στα γεροντικά του χρόνια, δεν επιτρέπει καμία κοινωνική κινητικότητα.
Η κρίση που ζούμε, όπως κάθε μεγάλη κρίση του συστήματος, αποδεικνύει πως η μεσαία τάξη δεν είναι παρά μια τάξη προσωρινή και μεταβατική, που γεννιέται μόνο σε περιόδους οικονομικής ευμάρειας. Μόλις ξεσπάσει μια μεγάλη κρίση, η ανώτερη τάξη διασώζει την κοινωνική θέση της αφαιρώντας πλούτο από τη μεσαία τάξη και συνθλίβοντάς την προς τα κάτω. Αυτό είναι κάτι που δύσκολα θα το παραδεχτούν ανοιχτά οι πολιτικοί που υπηρετούν το κοινωνικό καθεστώς. Επειδή αν παραδεχτούν την ύπαρξη μιας κοινωνίας στην οποία υπάρχουν δύο μόνο τάξεις, οι πλούσιοι και οι φτωχοί, και στην οποία η ανισότητα είναι κληρονομική και μόνιμη, τότε με ποιους θα κερδίσουν τις επόμενες εκλογές;
Αναδημοσίευση από το τεύχος Φεβρουαρίου Νο6 του περιοδικού ΄Esquire΄.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου