Η φράση “οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά της ελληνικής οικονομίας” περιλαμβάνεται στις δέκα δημοφιλέστερες του ξύλινου πολιτικού λόγου στη χώρα μας. Την ακούμε πριν από την ανακοίνωση κάθε οικονομικού μέτρου για την επιχειρηματικότητα, από όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις, αλλά και από την εκάστοτε αντιπολίτευση, η οποία καταγγέλλει τη “φορομπηχτική πολιτική του υπουργείου οικονομικών που πλήττει βάναυσα τους μικρομεσαίους, κλπ., κλπ.”. Ανάλογης δημοφιλίας κλισέ είναι και ο αφορισμός “το ελληνικό μοντέλο ανάπτυξης χρεοκόπησε”. Καιρός είναι λοιπόν να καταλάβουμε ότι δεν μπορεί κάποιος να υποστηρίζει και τις δύο αυτές θέσεις ταυτόχρονα.
Τα στοιχεία για τη βιομηχανική παραγωγή που δημοσίευσε χθες η Τράπεζα της Ελλάδος επιβεβαιώνουν (για ακόμη μία φορά) ότι το λεγόμενο ελληνικό μοντέλο που πράγματι χρεοκόπησε είναι η ανάπτυξη που βασίστηκε κατά κύριο λόγο στην ιδιωτική κατανάλωση και το δανεισμό για την αγορά κινητών και ακινήτων. Χρεοκόπησε το μοντέλο των μικρομεσαίων και των αυτοαπασχολούμενων, οι οποίοι ξεπερνούν το 40% του ενεργού πληθυσμού, σε σύγκριση με το 16,6% που είναι ο Ευρωπαϊκός μέσος όρος. Το μοντέλο των επιχειρήσεων που απασχολούν κάτω από 20 εργαζόμενους και ξεπερνούν το 95% του συνόλου. Το μοντέλο μίας χώρας που δεν παράγει σχεδόν τίποτα και το μόνο της εξαγώγιμο προϊόν είναι τα μνημεία που χτίστηκαν πριν από μερικές χιλιετηρίδες, το απαράμιλλου κάλλους φυσικό τοπίο και το “φραπόγαλο” που πουλάμε πανάκριβα σε όσους μας επισκέπτονται. “Φοβερό σκηνικό, άθλια παράσταση” που έλεγε και ο Τσαρούχης...
Ας το παραδεχθούμε επιτέλους: μας αρέσει να αγοράζουμε φέτα από τον “κυρ Βασίλη, που δουλεύει το τυροκομείο του μαζί με τους δύο γιους του”, αλλά ο κάθε κυρ Βασίλης θα βασίζεται πάντοτε στη δική μας κατανάλωση για να επιβιώσει. Αποκλείεται να εξάγει τη φέτα του στην Ευρώπη και το εμπορικό μας ισοζύγιο θα παραμένει εσαεί απασφαλισμένη βόμβα στα δημοσιονομικά θεμέλια της χώρας. Λόγω νοοτροπίας ίσως, όλοι οι Έλληνες θέλουν να είναι αφεντικά του εαυτού τους και ελάχιστοι συμβιβάζονται με την ιδέα της μισθωτής εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Έτσι, καταλήξαμε να έχουμε άπειρες μη βιώσιμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, από μικρομεσαίες εφημερίδες μέχρι μικρομεσαίους οινοπαραγωγούς και κτηνοτρόφους. Παράλληλα, λόγω διαρθρωτικών αδυναμιών της οικονομίας μας, λίγες από τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις που υπάρχουν κατάφεραν να αναδειχθούν σε “εθνικούς πρωταθλητές”, με αξιόλογη παρουσία στο εξωτερικό. Οι περισσότερες επαναπαύτηκαν αναμένοντας πότε θα προκηρύξει διαγωνισμούς το δημόσιο για να τους “χτυπήσουν”.
Σήμερα, στη δίνη της κρίσης, η ραχοκοκκαλιά της ελληνικής οικονομίας (οι μικρομεσαίες) λυγίζει και το υδροκέφαλο κράτος καταρρέει. Μόνο όσοι βασίζονται στις εξαγωγές διασώζονται (όταν βέβαια δεν τους αιχμαλωτίζουν οι Έλληνες φορτηγατζήδες). Ανεξαρτήτως αν θα καταφύγουμε τελικά σε επιμήκυνση της αποπληρωμής του δημοσίου χρέους ή όχι, ο μόνος δρόμος για τη σωτηρία της οικονομίας μεσοπρόθεσμα είναι η δημιουργία παραγωγικής βάσης από μεγάλες και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, είτε στις υπηρεσίες τεχνολογίας, είτε στην ενέργεια και τις μεταφορές, είτε στις τράπεζες, είτε στα γεωργικά προϊόντα υψηλής ποιότητας, είτε αλλού. Δεν είναι δυνατόν να γίνουμε ποτέ Γερμανία βέβαια, διότι ξεκινάμε με διακόσια χρόνια καθυστέρηση. Τουλάχιστον όμως, θα πρέπει να απ εξαρτηθούμε σε κάποιο βαθμό από την εσωτερική κατανάλωση. Αν δεν μπορούμε να αλλάξουμε ραχοκοκκαλιά, ας την ενισχύσουμε τουλάχιστον με έναν ισχυρό κηδεμόνα, μπας και ισιώσει...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου