8 Φεβ 2021

1821 – Β’ Μέρος – Η επανάσταση έπρεπε να ξεσπάσει

Γρά­φει ο Γιάν­νης Βε­ντού­ρας

Η ελ­λη­νι­κή επα­νά­στα­ση του 1821 υπήρ­ξε η πρώτη αστι­κή επα­νά­στα­ση στην Ανα­το­λι­κή Ευ­ρώ­πη ενά­ντια στους γαιο­κτή­μο­νες φε­ου­δάρ­χες, η οποία είχε σαν κα­τά­λη­ξη την ίδρυ­ση του πρώ­του αστι­κού κρά­τους στην πε­ριο­χή. Βέ­βαια είχε προη­γη­θεί η επα­νά­στα­ση των Σέρ­βων το 1804 με τον Κα­ρα­γε­ώρ­γη Πέ­τρο­βιτς (γνω­στό ως Κα­ρα­γε­ώρ­γη Σερ­βί­ας) η οποία όμως έφτα­σε μέχρι το βαθμό της ανα­γνώ­ρι­σης της Σερ­βί­ας σε αυ­τό­νο­μη ηγε­μο­νία, που πλή­ρω­νε φό­ρους στην Πύλη. Οι τε­λευ­ταί­ες αστι­κές επα­να­στά­σεις στην Ανα­το­λι­κή Ευ­ρώ­πη ξέ­σπα­σαν έναν αιώνα αρ­γό­τε­ρα, η Ρώ­σι­κη (1905 και Φλε­βά­ρης 1917) και η Τούρ­κι­κη με τον Κεμάλ Ατα­τούρκ (1919).

Με την απο­τυ­χία των Οθω­μα­νών να κα­τα­λά­βουν την Βιέν­νη το 1682, στα­μά­τη­σαν και οι λη­στρι­κές τους επι­θέ­σεις για την κα­τά­κτη­ση νέων εδα­φών. Αυτό είχε σαν απο­τέ­λε­σμα την στέ­ρη­ση εσό­δων για το κρά­τος. Ει­δι­κά μετά τις ήττες στους Ρω­σο­τουρ­κι­κούς πο­λέ­μους του 1768 και 1792 (συν­θή­κες Κιου­τσούκ-Καϊ­ναρ­τζή και Ιά­σιου) το πρό­βλη­μα έγινε τε­ρά­στιο. Για να ανα­πλη­ρώ­σουν τα κενά στα κρα­τι­κά τα­μεία αύ­ξη­σαν υπέ­ρο­γκα την φο­ρο­λο­γία, όχι μόνο στους αλ­λό­θρη­σκους πλη­θυ­σμούς αλλά και στους μου­σουλ­μά­νους.

Μέσα σε αυτή την κα­τά­στα­ση, δια­δό­θη­κε ευ­ρέ­ως η εκ­μί­σθω­ση δη­μο­σί­ων θέ­σε­ων στους πλειο­δό­τες ώστε να αυ­ξη­θούν τα έσοδα του κρά­τους! Οι πλειο­δό­τες με την σειρά τους επέ­βα­λαν το­πι­κούς φό­ρους, ενώ πολ­λοί συγ­γε­νείς και αυ­λι­κοί του σουλ­τά­νου διό­ρι­ζαν χρι­στια­νούς και άλ­λους ως το­πι­κούς υπαλ­λή­λους ένα­ντι αδράς αμοι­βής. Στο τέλος της σει­ράς αυτής ήταν οι κο­τζα­μπά­ση­δες, οι οποί­οι κυ­ριο­λε­κτι­κά λή­στευαν τους χω­ρι­κούς. Ει­δι­κά η θέση των χρι­στια­νών υπαλ­λή­λων στις οι­κο­νο­μι­κές υπη­ρε­σί­ες του Οθω­μα­νι­κού κρά­τους, τους επέ­τρε­πε να αγο­ρά­ζουν πο­λι­τι­κές και δι­πλω­μα­τι­κές θέ­σεις, να γί­νο­νται διερ­μη­νείς, δρα­γου­μά­νοι έως και ηγε­μό­νες στην Μολ­δα­βία και Βλα­χία. Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι από αυ­τούς προ­ήρ­χο­ντο από την αρι­στο­κρα­τία των Φα­να­ριω­τών.

Με ανά­λο­γο τρόπο λει­τουρ­γού­σε το σύ­στη­μα και στην χρι­στια­νι­κή ιε­ραρ­χία. Ο πα­τριάρ­χης, για να εγκα­τα­στα­θεί στο αξί­ω­μά του, πλή­ρω­νε στο Δι­βά­νι (ανώ­τα­το συμ­βού­λιο) έναν με­γά­λο φόρο. Με την σειρά του, αυτός που­λού­σε στους κλη­ρι­κούς τις αρ­χιε­πι­σκο­πί­ες και τις επι­σκο­πί­ες. Αρ­χιε­πί­σκο­ποι και Επί­σκο­ποι που­λού­σαν κα­τώ­τε­ρα αξιώ­μα­τα, ενώ ει­σέ­πρατ­ταν και κά­ποια τέλη από τους πα­πά­δες. Οι πα­πά­δες που­λού­σαν «λια­νι­κώς» τις εξου­σί­ες που αγό­ρα­ζαν, και εμπο­ρεύ­ο­νταν πρά­ξεις όπως δια­θή­κες, γάμοι, βα­φτί­σια, κη­δεί­ες. Ει­δι­κή κα­τη­γο­ρία της εκ­κλη­σί­ας απο­τε­λού­σαν οι μο­να­χοί (ιδίως στο Άγιον όρος) οι οποί­οι σύμ­φω­να με τον ανώ­νυ­μο συγ­γρα­φέα της Ελ­λη­νι­κής Νο­μαρ­χί­ας «εκατό χι­λιά­δες και πλέον μαυ­ρο­φο­ρε­μέ­νοι … τρέ­φο­νται από τον ιδρώ­τα των τα­λαί­πω­ρων και πτω­χών Ελ­λή­νων», τους στη­λί­τευε δε, για την εμπο­ρία λει­ψά­νων αγίων που έκα­ναν, χα­ρα­κτη­ρί­ζο­ντάς τους ως «κοκ­κα­λο­πω­λη­τές»!

Η διαρ­κής αύ­ξη­ση της φο­ρο­λο­γί­ας τις τε­λευ­ταί­ες δε­κα­ε­τί­ες πριν την επα­νά­στα­ση του 1821, απο­τέ­λε­σε «το θερ­μο­κή­πιο της το­κο­γλυ­φί­ας» (χα­ρα­κτη­ρι­σμός του Λ. Πα­πα­νι­κο­λά­ου), με απο­τέ­λε­σμα οι χω­ρι­κοί να χρε­ώ­νο­νται διαρ­κώς και ανα­γκα­στι­κά να που­λά­νε τα χω­ρά­φια τους ένα­ντι πι­να­κί­ου φακής ή να τα πα­ρα­δί­δουν στους γαιο­κτή­μο­νες και να μπαί­νουν στην δού­λε­ψή των τσι­φλι­κά­δων, με­τα­τρε­πό­με­νοι σε δου­λο­πά­ροι­κους. Τσι­φλι­κά­δες, κο­τζα­μπά­ση­δες, αγά­δες, πα­σά­δες, «σε­βά­σμιοι δε­σπο­τά­δες», έπαιρ­ναν με την βία το 35% έως 70% της αγρο­τι­κής πα­ρα­γω­γής. Η φο­ρο­λο­γία (δε­κά­τη, γαιο­πρό­σο­δος κ.λπ.), η πλη­ρω­μή για πα­ρο­χή προ­στα­σί­ας από τους κλέ­φτες, τα πα­ρα­σπό­ρια (η ανα­γκα­στι­κή αγ­γα­ρεία στα χω­ρά­φια των γαι­κτη­μό­νων), εξα­θλί­ω­νε τα αγρο­τι­κά νοι­κο­κυ­ριά. Την τε­λευ­ταία «μα­χαι­ριά» έδινε ο κε­χα­γιάς του τσι­φλι­κιού (ο επι­στά­της), που άρ­πα­ζε το δικό του μερ­τι­κό αφή­νο­ντας τε­λι­κά στα χέρια του αγρό­τη το 20% της πα­ρα­γω­γής.
Στους ορει­νούς όγκους του Ελ­λα­δι­κού χώρου (Πίν­δος, Ρού­με­λη, Μάνη κ.λπ.) υπήρ­χαν ορε­σί­βιες φυ­λε­τι­κές κοι­νό­τη­τες, οι οποί­ες ασχο­λού­ντο με την κτη­νο­τρο­φία και ήταν χω­ρι­σμέ­νοι σε τσε­λι­γκά­τα και κα­πε­τα­νά­τα, δη­λα­δή συγ­γε­νι­κές ομά­δες πο­λε­μι­στών. Στα μέρη αυτών των κοι­νο­τή­των υπήρ­χε δια­δε­δο­μέ­νη η λη­στεία και η κλοπή ζώων, ενώ δρα­στη­ριο­ποιού­νταν και ομά­δες κλε­φτών οι οποί­ες ακο­λου­θού­σαν τις με­τα­κι­νή­σεις των ποι­με­νι­κών πλη­θυ­σμών. Ιδίως η επι­βο­λή ποι­με­νι­κού φόρου μόνο στους ρα­γιά­δες, έκανε πολλά τσε­λι­γκά­τα να στρα­φούν προς την λη­στεία. Πλή­θος βο­σκών των ορει­νών πε­ριο­χών, πα­ρεί­χαν τις υπη­ρε­σί­ες τους στους πα­σά­δες, στρα­το­λο­γού­με­νοι κατά δια­στή­μα­τα στα στρα­τιω­τι­κά τους τμή­μα­τα, ένα­ντι αμοι­βής (π.χ. Σου­λιώ­τες στην αυλή του Αλή Πασά). Πολ­λοί κλέ­φτες υπη­ρε­τού­σαν για ένα διά­στη­μα ως αρ­μα­το­λοί στην δού­λε­ψη των Τούρ­κων, και στη συ­νέ­χεια επέ­στρε­φαν στην παλιά τους «ερ­γα­σία». Αυτοί απο­τέ­λε­σαν και το έμπει­ρο στρα­τιω­τι­κό τμήμα της επα­νά­στα­σης του 1821.

Η Γαλ­λι­κή Επα­νά­στα­ση το 1789, έφερε τις ιδέες της «πα­τρί­δας» και του «πα­τριω­τι­σμού» στο προ­σκή­νιο. Οι νέοι αστοί δια­νοη­τές με τα έργα τους, βγά­ζουν στο προ­σκή­νιο τις νέες ρι­ζο­σπα­στι­κές αστι­κές ιδέες της «ατο­μι­κής ελευ­θε­ρί­ας», της «ισό­τη­τας» και εγκω­μιά­ζουν την δυ­να­τό­τη­τα της «απε­λευ­θέ­ρω­σης του γέ­νους», δη­μιουρ­γώ­ντας ένα κί­νη­μα που ονο­μά­στη­κε «Ελ­λη­νι­κός Δια­φω­τι­σμός». Μια ζύ­μω­ση πάνω σε αυτές τις ιδέες άρ­χι­σε να ανα­πτύσ­σε­ται τόσο στον πλη­θυ­σμό του Ελ­λα­δι­κού χώρου, όσο και στους Έλ­λη­νες των πα­ροι­κιών του εξω­τε­ρι­κού. Κι­νη­τή­ρια δύ­να­μη αυτών των και­νο­τό­μων ιδεών (όπως εί­πα­με και στο προη­γού­με­νο ση­μεί­ω­μά μας), υπήρ­ξε η νεαρή αστι­κή τάξη αλλά και η λαϊκή αγα­νά­κτη­ση (κυ­ρί­ως των κτη­νο­τρό­φων) που εκ­φρα­ζό­ταν με τον «κλε­φτο­πό­λε­μο» ενα­ντί­ον της Οθω­μα­νι­κής διοί­κη­σης, φυ­σι­κά και ενα­ντί­ον των Ελ­λή­νων κο­τζα­μπά­ση­δων που απο­τε­λού­σαν μέρος της.

Οι πρώ­τοι με­γά­λοι εκ­φρα­στές της μελ­λού­με­νης κοι­νω­νί­ας, όπως ο Ρήγας Φε­ραί­ος, ο Αδα­μά­ντιος Κο­ρα­ής και άλλοι, ήρθαν σε αντι­πα­ρά­θε­ση όχι μόνο με το Οθω­μα­νι­κό κρά­τος αλλά ενα­ντιώ­θη­καν και στο Ορ­θό­δο­ξο Πα­τριαρ­χείο, που συ­νερ­γα­ζό­ταν στενά με την Πύλη. Πα­ντού, όπου υπήρ­χαν Έλ­λη­νες αστοί, άρ­χι­σαν να δη­μιουρ­γού­νται μυ­στι­κές και συ­νω­μο­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις, όπως η μυ­στι­κή εται­ρεία του Ρήγα Φε­ραί­ου, το Ελ­λη­νό­γλωσ­σον Ξε­νο­δο­χεί­ον, η Φι­λό­μου­σος Εται­ρεία των Αθη­νών (υπό την αι­γί­δα των Άγ­γλων με πρό­ε­δρο τον Γκίλ­φορντ), η Φι­λό­μου­σος Εται­ρεία της Βιέν­νης (υπό την αι­γί­δα των Ρώσ­σων και επι­κε­φα­λής τον Κα­πο­δί­στρια) και τε­λι­κά το 1814, η Φι­λι­κή Εται­ρεία.

Η Φι­λι­κή Εται­ρεία ιδρύ­θη­κε από τους έμπο­ρους (και μα­σό­νους) Νι­κό­λαο Σκου­φά, Αθα­νά­σιο Τσα­κά­λωφ και Εμ­μα­νου­ήλ Ξάνθο και εξα­πλώ­θη­κε πολύ γρή­γο­ρα. Δια­φω­νώ­ντας με τις από­ψεις του Κοραή ότι το γένος έπρε­πε πρώτα να μορ­φω­θεί, συ­γκρό­τη­σε πα­ντού επα­να­στα­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις. Σύμ­φω­να με τον με­λε­τη­τή Γ. Φρά­γκο, ανά­με­σα στα 911 μέλη με γνω­στό επάγ­γελ­μα, οι 445 ήταν έμπο­ροι, οι 117 επι­στή­μο­νες, και μόνο 24 πλοιο­κτή­τες. Οι πλοιο­κτή­τες, παρά του ότι ήταν το πιο δυ­να­μι­κό και πρω­το­πό­ρο τμήμα της αστι­κής τάξης και παρά τον με­γά­λο ρόλο που έπαι­ξαν στις δια­δι­κα­σί­ες συ­γκρό­τη­σης του Ελ­λη­νι­κού αστι­κού κρά­τους, δεν συμ­με­τεί­χαν δρα­στή­ρια στις επα­να­στα­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις.

Η Φι­λι­κή Εται­ρεία κα­τά­φερ­νε να συ­γκε­ντρώ­νει οι­κο­νο­μι­κούς πό­ρους και να προ­πα­γαν­δί­ζει την ιδέα της εθνι­κής απε­λευ­θέ­ρω­σης, προ­ε­τοι­μά­ζο­ντας, όσο κα­νέ­νας άλλος, τον επα­να­στα­τι­κό αγώνα, τόσο υλικά όσο και ιδε­ο­λο­γι­κά. Αντι­με­τώ­πι­σε ως ένα βαθμό τις αντι­δρά­σεις των κο­τζα­μπά­ση­δων και των λοι­πών προ­ε­στών, αλλά και του υψη­λό­βαθ­μου κλή­ρου. Για να δια­σφα­λί­σει την Ρώ­σι­κη ανοχή και να επε­κτα­θεί ελεύ­θε­ρα στις εκεί πα­ροι­κί­ες, δια­μόρ­φω­σε ένα πρό­γραμ­μα λι­γό­τε­ρο ρι­ζο­σπα­στι­κό από αυτό του Ρήγα Φε­ραί­ου. Προ­σπά­θη­σε να κα­μου­φλά­ρει τον Αστι­κό χα­ρα­κτή­ρα της επερ­χό­με­νης επα­νά­στα­σης (για να μην έχει αντι­δρά­σεις από τον Τσάρο και τους Ρώσ­σους φε­ου­δάρ­χες), ενώ έδωσε έμ­φα­ση στο θρη­σκευ­τι­κό της πε­ριε­χό­με­νο (για να πε­ριο­ρί­σει τις αντι­δρά­σεις του Πα­τριαρ­χεί­ου). Στο πρό­γραμ­μά της δεν υπήρ­χαν ανα­φο­ρές στα κοι­νω­νι­κά προ­βλή­μα­τα και δεν ξε­κα­θά­ρι­ζε ότι στους σκο­πούς τής επα­νά­στα­σης θα ήταν η δη­μιουρ­γία ανε­ξάρ­τη­του κρά­τους, με δική του διοί­κη­ση, και δικό του στρα­τό. Η ση­μα­σία του τε­λευ­ταί­ου (μαζί με την έλ­λει­ψη προ­γράμ­μα­τος για την χρήση της γης), φά­νη­κε στην διάρ­κεια της επα­νά­στα­σης, αλλά και μετά από αυτήν, όταν έπρε­πε να πά­ρουν τις σχε­τι­κές απο­φά­σεις, πράγ­μα που οδή­γη­σε στον αλ­λη­λο­σπα­ραγ­μό των ηγε­τι­κών ομά­δων.

Όσο πλη­σιά­ζα­με στην κρί­σι­μη χρο­νιά του 1821, τόσο και ωρί­μα­ζαν οι συν­θή­κες της επα­νά­στα­σης. Η Ελ­λη­νι­κή αστι­κή τάξη είχε ορ­γα­νω­θεί, είχε κάνει συμ­φω­νί­ες με άλλες αστι­κές τά­ξεις των Βαλ­κα­νί­ων, είχε φρο­ντί­σει να έχει την στή­ρι­ξη ή έστω την ανοχή της Ρω­σί­ας. Ο σουλ­τά­νος Μαχ­μούτ Β’ προ­σπα­θώ­ντας να ανα­συ­γκρο­τή­σει το κρά­τος του, αύ­ξη­σε την φο­ρο­λο­γία στους μου­σουλ­μά­νους με απο­τέ­λε­σμα να συ­γκρου­στεί με πα­σά­δες που αντι­δρού­σαν (π.χ. Αλή Πασάς Ιω­αν­νί­νων). Για να μπο­ρέ­σει να αντι­με­τω­πί­σει τα έξοδα των πο­λέ­μων, αύ­ξη­σε την φο­ρο­λο­γία στην εκ­κλη­σία, τους Φα­να­ριώ­τες, αλλά επέ­βα­λε και νέους δα­σμούς (όπως ο φόρος βο­σκής) που έπλη­ξαν τους Έλ­λη­νες φτω­χούς αγρό­τες και κτη­νο­τρό­φους. Απο­τέ­λε­σμα ήταν να ανα­στα­τω­θεί η ηγε­σία της εκ­κλη­σί­ας και να δη­μιουρ­γη­θεί, όπως εί­πα­με πα­ρα­πά­νω, με­γά­λη αγα­νά­κτη­ση στον φτωχό λαό.

Ο τερ­μα­τι­σμός των Να­πο­λε­ό­ντειων πο­λέ­μων το 1815, μεί­ω­σε το εμπό­ριο και συρ­ρί­κνω­σε τα κέρδη των Ελ­λή­νων πλοιο­κτη­τών, με απο­τέ­λε­σμα με­γά­λη κρίση στον κλάδο της εμπο­ρι­κής ναυ­τι­λί­ας και την εμ­φά­νι­ση ανέρ­γων ναυ­τι­κών στα νησιά. Οι κο­τζα­μπά­ση­δες που τα προη­γού­με­να χρό­νια είχαν γίνει αρ­κε­τά ισχυ­ροί με την ιδιο­ποί­η­ση του αγρο­τι­κού υπερ­προ­ϊ­ό­ντος και την εκ­με­τάλ­λευ­ση των χω­ρι­κών, τώρα άρ­χι­σαν να επο­φθαλ­μιούν τα απέ­ρα­ντα τουρ­κι­κά κτή­μα­τα.

Μπαί­νο­ντας το 1821 όλα συ­ναι­νού­σαν στο ότι είχε πλέον δια­μορ­φω­θεί επα­να­στα­τι­κή κα­τά­στα­ση. Οι κα­πι­τα­λι­στι­κές σχέ­σεις πα­ρα­γω­γής είχαν ανα­πτυ­χθεί μέσα στο φε­ου­δαρ­χι­κό οθω­μα­νι­κό σύ­στη­μα. Η τάξη που θα ηγεί­το, η αστι­κή, είχε σχη­μα­τι­σθεί. Η ιδε­ο­λο­γία της, ο Ελ­λη­νι­κός Δια­φω­τι­σμός, έδει­χνε ότι κυ­ριαρ­χού­σε. Οι συμ­μα­χί­ες με τμή­μα­τα κο­τζα­μπά­ση­δων, προ­ε­στών και κλη­ρι­κών, είχαν κάνει βή­μα­τα. Ο φτω­χός λαός αγα­να­κτι­σμέ­νος από την εκ­με­τάλ­λευ­ση, ήταν έτοι­μος να ακο­λου­θή­σει όποιον του έταζε κα­λύ­τε­ρες μέρες.
Οι συν­θή­κες είχαν ωρι­μά­σει. Η επα­νά­στα­ση έπρε­πε να ξε­σπά­σει!

 

 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More