3 Αυγ 2020

«Δύση-Τουρκία-συμμαχία»: Γιατί;


Ακόμα και στον επιπόλαιο πόλεμο του 1897, ήταν προφανές και βεβαιωμένο ότι οι Ελληνες ήξεραν τι πολεμάνε ή γιατί πολεμάνε. Το ίδιο, φυσικά, και στους μεγάλης τόλμης και ανδρείας πολέμους του 1912-13. Αλλά και στη μεγαλεπίβολη απερισκεψία της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Και στο απίστευτο κατόρθωμα να συντριβούν οι Ιταλοί στα βουνά της Βόρειας Ηπείρου, το 1940. Το ίδιο βεβαιωμένοι και όταν, με αίμα πολύ, απέτρεπαν τον σοβιετικό ολοκληρωτισμό, το 1946-1949.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι Ελληνες ήταν αποφασισμένοι να θυσιαστούν (και θυσιάστηκαν πάμπολλοι, δυσφόρητα πολλοί) για «κάτι», που χωρίς αυτό η ζωή δεν έχει νόημα. Ποιο ήταν αυτό το «κάτι»; Αυτονόητα, η αίσθηση πατρίδας. Οχι η έννοια ούτε το συναίσθημα: η αίσθηση. Σήμερα, και μόνο με το άκουσμα της λέξης «πατρίδα» όλοι κουμπωνόμαστε. Κομίζει αποφορά καρκινωμάτων καπηλείας και ιδεολογικών εθνικισμών στη Νεωτερικότητα, εκμετάλλευση του συναισθηματισμού των πολλών που θωρακίζει τα συμφέροντα των λίγων.

https://s.kathimerini.gr/resources/2020-07/turkey_eu_2-thumb-large--3-thumb-large.jpg
Το υπόδειγμα των αντανακλαστικών μας, σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου σήμερα, το προτύπωσαν υποδειγματικά οι αδελφοί μας Ελληνοκύπριοι (συγκληρονόμοι κλέους τρεισήμισι χιλιάδων χρόνων): Οταν πλησίαζαν στα χωριά και στις πόλεις τους οι Τούρκοι εισβολείς, μπήκαν στα Ι.Χ. τους και έφυγαν. Ετσι, το άλλοτε 18% των κατοίκων του νησιού (βιαίως εξισλαμισμένοι, επομένως συμπτωματικά τουρκόφωνοι Ρωμιοί), αποτελούν σήμερα κράτος τουρκικό «ανεξάρτητο», εφαλτήριο ή αμπάριζα για να διεκδικεί ο οθωμανικός ιμπεριαλισμός τη μισή Μεσόγειο ως υφαλοκρηπίδα.

Εχετε ακούσει ποτέ ελλαδίτη πολιτευόμενο (πολιτικοί πια δεν υπάρχουν) να μιλάει για «οθωμανικό ιμπεριαλισμό»; Εχετε αντιληφθεί να υπήρξε ή να υπάρχει αγγλόγλωσση ελληνική γραφίδα στις ΗΠΑ ή γερμανόγλωσση στη Γερμανία, που να καταγγέλλει εμπεριστατωμένα το ασύμπτωτο και ασύμβατο των «πολιτισμών» Ισλάμ και Δύσης; Βέβαια, έχουν και τα δύο «παραδείγματα» τον ίδιο ατομοκεντρικό χαρακτήρα: Καταλαβαίνουν τη «σωτηρία» σαν ατομική «αιώνια» εξασφάλιση (με γραμμική, ατελεύτητη διαιώνιση της ροής των στιγμών). Η σωτηρία εξασφαλίζεται με ατομικά επιτεύγματα «αρετών», αρετή είναι η ατομική πειθάρχηση σε Νόμο με αλάθητες υπαγορεύσεις και απαγορεύσεις. Για το Ισλάμ και για τη Δύση αλήθεια είναι η ορθότητα, την ορθότητα εγγυάται μια αυθεντία ή μια σύμβαση. Δύση και Ισλάμ συγγενεύουν συναρπαστικά, με ομοιότροπη την υποταγή τους στην αυθεντία του Πάπα ή των «Γραφών» ή του «κοινωνικού συμβολαίου» ή κάποιου Αγιατολάχ.

Υπάρχουν πια στις μέρες μας πλήθος τεκμηρίων της αυτονόητης, οργανικής «συνάντησης» Δύσης και Ισλάμ, στο πεδίο, όχι θεωρητικών «πεποιθήσεων», αλλά στον έμπρακτο στίβο της πολιτικής. Η «συνάντηση» μπορεί να είναι σύγκρουση και αντιμαχία, αλλά πάντοτε στο κοινό, οικείο γήπεδο του σωτηριολογικού ή εγκοσμιοκεντρικού ατομικισμού, του νομικισμού - ηθικισμού, της αποτελεσματικότητας ως αυταξίας. Καθόλου τυχαία ο ακραία πουριτανός ισλαμιστής Ερντογάν έχει την ανετότερη οικειότητα με τον ακραίο πουριτανό του αμοραλισμού Τραμπ και τη «θεούσα» πουριτανή του προτεσταντισμού Μέρκελ.

Ο μόνος πραγματικός αντίπαλος του Ισλάμ και της Δύσης είναι η Εκκλησία. Ας μην τη λέμε «ορθόδοξη», γιατί είναι σαν να επιμένουμε να λέμε «έρωτα» την επαγγελματική εμπορία της ηδονής. Η Εκκλησία είναι τόσο δυσδιάκριτη όσο και ο αληθινός (μη εμπορεύσιμος) έρωτας ή ο σπόρος ο χαμένος μέσα στη γη που βλασταίνει δέντρο. Σώζει η Εκκλησία το ελληνικό νόημα της λέξης αλήθεια: είναι η γνώση που μετέχεται εμπειρικά, είναι κοινωνούμενη βεβαιότητα, όχι χρηστικά συμφωνημένη ορθότητα κατανόησης. Σώζει και το νόημα της λέξης πολιτική: είναι το κοινό άθλημα υπέρβασης των εγωτικών ενορμήσεων, για τη χαρά της συνύπαρξης και κοινής δημιουργίας.

Ιστορική σάρκα της Εκκλησίας είναι η ελληνική γλώσσα. Οχι μια γραμματική, συντακτικό και λεξιλόγιο, γλώσσα είναι πάντα ο λαός που τη μιλάει. Εχοντας βάναυσα καταστρέψει τη γλώσσα μας, οι σημερινοί Ελληνώνυμοι νομίζουμε ότι αντίπαλός μας επίβουλος είναι οι Τούρκοι, το Ισλάμ. Αλλά οι Τούρκοι δεν έθιξαν ποτέ τη γλώσσα μας, τη γλώσσα την άλωσε η Δύση αφανίζοντας ιστορικά τον Ελληνισμό: Λέμε οι σημερινοί Ελληνώνυμοι «εκκλησία» και εννοούμε «επικρατούσα θρησκεία». Λέμε «δημοκρατία» και εννοούμε «αντιπροσωπευτικό σύστημα». Λέμε «πίστη» και εννοούμε ατομικές πεποιθήσεις, ιδεολογικές βεβαιότητες, όχι άθλημα εμπιστοσύνης. Και άλλα αναρίθμητα ανάλογα.

Σιωπηλά και αθόρυβα, ένας αρχιεπίσκοπος θα μπορούσε να αλλάξει την ιστορική πορεία των Ελλήνων. Αν άρχιζε να διδάσκει στους νάρθηκες γλώσσα, την ελληνική γλώσσα, στην ιστορική της ενοείδεια, σαρκωμένη στην ποίηση της λατρείας. Να καταργήσει το κήρυγμα, που επιβάλλει τη γνώση ως κατανόηση (cogito) αποκλείοντας τη γνώση ως κοινωνούμενη μετοχή. Να διαστείλει την «πατρότητα» από την «παιδαγωγία», την επισκοπική «σύνοδο» από το «επιτελείο στελεχών».
Η βεβήλωση της Αγια-Σοφιάς από τον Ερντογάν είναι πταίσμα σε σύγκριση με την εγκληματική άγνοια των επισκοπικών ευθυνών.


Christos Yiannaras
Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόννης και της Σορβόννης. Επιφυλλιδογραφεί σε εφημερίδες παρεμβαίνοντας στην πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More