Για μεγάλο μέρος της ενήλικης ζωής μου καταφερόμουν εναντίον του
«επιχειρηματικού καπιταλισμού», του «καταναλωτικού καπιταλισμού» και του
«πελατειακού καπιταλισμού». Χρειάστηκε πολύς χρόνος για να αντιληφθώ
ότι το πρόβλημα δεν είναι το επίθετο, αλλά το ουσιαστικό. Ενώ ορισμένα πρόσωπα απέρριψαν γρήγορα και με χαρά τον καπιταλισμό, εγώ το έκανα αργά και με επιφυλάξεις.
Μέρος της αιτίας ήταν το ότι δεν έβλεπα μια σαφή εναλλακτική λύση. Διαφορετικά από ορισμένους αντικαπιταλιστές, εγώ ποτέ δεν ενθουσιάστηκα με τον κρατικό κομμουνισμό. Ενιωθα αμήχανα και με το «θρησκευτικό status» του καπιταλισμού.
Το να πει κανείς ότι «ο καπιταλισμός αποτυγχάνει» στον 21ο αιώνα είναι
σαν να έλεγε «ο Θεός πέθανε» στον 19ο αιώνα· είναι η μεγαλύτερη
βλασφημία. Προϋποθέτει ένα βαθμό πεποίθησης που δεν διέθετα. Δεδομένου
όμως του ότι μεγάλωσα, κατέληξα να αναγνωρίσω δύο πράγματα.
Πρώτον,
ότι είναι το σύστημα μάλλον, παρά μια ιδιαίτερη εκδοχή του, αυτό που
μας ωθεί αναπόδραστα προς την καταστροφή. Δεύτερον, ότι δεν χρησιμεύει
να επινοήσουμε μιαν οριστική εναλλακτική λύση, για να πούμε ότι ο
καπιταλισμός αποτυγχάνει. Είναι μια διαπίστωση που στέκει από
μόνη της. Απαιτεί όμως και μιαν άλλη, και διαφορετική προσπάθεια για να
αναπτύξουμε ένα νέο σύστημα.
Τα όρια του καπιταλισμού πηγάζουν από δύο από τα στοιχεία που τον ορίζουν.
Το πρώτο είναι η απεριόριστη ανάπτυξη. Η οικονομική ανάπτυξη είναι το
συνδυασμένο αποτέλεσμα της αναζήτησης συσσώρευσης κεφαλαίου και άντλησης
κέρδους. Ο καπιταλισμός καταρρέει χωρίς ανάπτυξη, αλλά η απεριόριστη
ανάπτυξη σε έναν πεπερασμένο πλανήτη οδηγεί αναπόδραστα στην
περιβαλλοντική καταστροφή.
Οσοι υποστηρίζουν τον καπιταλισμό
υποστηρίζουν ότι, όταν η κατανάλωση περνάει από τα αγαθά στις υπηρεσίες,
η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να διαχωριστεί από την ανάλωση των υλικών
πόρων.
Σε ένα άρθρο τους στο περιοδικό New Political Economy, οι
Jason Hickel και Giorgos Kallis εξέτασαν αυτή την υπόθεση. Ανακάλυψαν
ότι, ενώ στον 20ό αιώνα επιβεβαιώθηκε ένας σχετικός διαχωρισμός (η
ανάλωση υλικών πόρων αυξήθηκε, αλλά όχι τόσο γρήγορα όσο η οικονομική
ανάπτυξη), στον 21ο αιώνα υπήρξε μια επαναπροσέγγιση: η αυξανόμενη
ανάλωση πόρων έχει μέχρι τώρα φτάσει ή ξεπεράσει το ποσοστό οικονομικής
ανάπτυξης.
Ο
απόλυτος διαχωρισμός, που είναι αναγκαίος για να αποφευχθεί η
περιβαλλοντική καταστροφή (μια μείωση της ανάλωσης των υλικών πόρων),
δεν επιτεύχθηκε ποτέ και φαίνεται αδύνατος στο πλαίσιο μιας συνέχισης
της οικονομικής ανάπτυξης.
Η πράσινη ανάπτυξη είναι μια αυταπάτη.
Ενα σύστημα βασιζόμενο στην απεριόριστη ανάπτυξη δεν μπορεί να
λειτουργεί χωρίς περιφέρειες και εξωτερικότητες. Θα πρέπει πάντα να
υπάρχει μια ζώνη άντλησης –από την οποία τα υλικά θα αποσπώνται χωρίς
καταβολή ολικού τιμήματος– και μια ζώνη διοχέτευσης, όπου θα
ξεφορτώνονται τα κόστη με τη μορφή μόλυνσης και απορριμμάτων. Καθώς η
ποσότητα της οικονομικής δραστηριότητας αυξάνεται όσο ο καπιταλισμός
επηρεάζει τα πάντα, από την ατμόσφαιρα ώς τα βάθη του ωκεανού, ολόκληρος
ο πλανήτης γίνεται μια ζώνη θυσίας.
Ολοι εμείς κατοικούμε στην
περιφέρεια της μηχανής που παράγει κέρδος. Αυτό μας ωθεί σε έναν
κατακλυσμό τέτοιων διαστάσεων, που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν
καν να τον φανταστούν. Η απειλούμενη κατάρρευση των συστημάτων
υποστήριξης της ζωής είναι κατά πολύ χειρότερη από τον πόλεμο, τον λιμό,
την πανούκλα ή την οικονομική κρίση, αν και είναι πιθανό να τα
ενσωματώνει όλα και τα τέσσερα.
Οι κοινωνίες μπορούν να συνέλθουν
από αυτά τα καταστροφικά γεγονότα, αλλά όχι από την απώλεια εδάφους,
πλούσιας βιόσφαιρας και βιώσιμου κλίματος. Το δεύτερο στοιχείο που
ορίζει τον καπιταλισμό είναι η παράδοξη παραδοχή ότι ένα πρόσωπο έχει
δικαίωμα σε ένα ποσοστό του φυσικού πλούτου του κόσμου τόσο μεγάλο όσο
μπορεί να αγοράσει με το χρήμα του.
Αυτός
ο σφετερισμός κοινών αγαθών προκαλεί τρεις πρόσθετες επιπτώσεις.
Πρώτον, την πάλη για τον αποκλειστικό έλεγχο μη αναπαραγόμενων
δραστηριοτήτων, που συνεπάγεται βία ή νομοθετικούς ακρωτηριασμούς των
δικαιωμάτων άλλων προσώπων. Δεύτερον, την εξαθλίωση ανθρώπων από μιαν
οικονομία βασιζόμενη στη λεηλασία μέσα στον χώρο και στον χρόνο. Τρίτον,
τη μετατροπή της οικονομικής εξουσίας σε πολιτική εξουσία, στον βαθμό
που ο έλεγχος πάνω στους θεμελιώδεις πόρους οδηγεί στον έλεγχο των
κοινωνικών σχέσεων που τους περιβάλλουν.
Με ένα άρθρο του στους New York Times, ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς προσπάθησε να διακρίνει τον καλό καπιταλισμό, που τον όρισε ως «δημιουργία πλούτου», από τον κακό καπιταλισμό, που τον όρισε ως «κλοπή πλούτου». Κατανοώ τη διάκριση που κάνει. Από την περιβαλλοντική σκοπιά όμως, η δημιουργία πλούτου είναι κλοπή πλούτου.
Η
οικονομική ανάπτυξη, που από την ίδια τη φύση της συνδέεται με την
αυξανόμενη ανάλωση υλικών πόρων, σημαίνει ότι κλέβουμε τον φυσικό πλούτο
τόσο από τα έμβια συστήματα όσο και από τις μελλοντικές γενεές.
Οταν
επισημαίνουμε αυτά τα προβλήματα, δεχόμαστε έναν καταιγισμό κατηγοριών,
πολλές από τις οποίες βασίζονται στον ακόλουθο συλλογισμό: ο
καπιταλισμός έσωσε εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια κι
εσείς τώρα θέλετε να ξαναγίνουν φτωχοί. Είναι αλήθεια ότι ο
καπιταλισμός και η συνακόλουθη οικονομική ανάπτυξη βελτίωσαν ριζικά τη
ζωή μεγάλου αριθμού προσώπων, καταστρέφοντας ταυτόχρονα την ευημερία
πολλών άλλων· εκείνων των οποίων η γη, η εργασία και οι πόροι κλάπηκαν για να τροφοδοτήσουν την ανάπτυξη αλλού.
Μεγάλο μέρος του πλούτου των πλούσιων εθνών θεμελιωνόταν και θεμελιώνεται πάνω στη δουλεία και στην αποικιακή εκμετάλλευση. Οπως
ο άνθρακας έτσι και ο καπιταλισμός έφερε πολλά οφέλη. Αλλά όπως και ο
άνθρακας, τώρα προκαλεί περισσότερες ζημιές παρά οφέλη. Ακριβώς όπως
βρήκαμε τα μέσα για να δημιουργήσουμε ωφέλιμη ενέργεια, που είναι
καλύτερη και λιγότερο βλαβερή από τον άνθρακα, οφείλουμε να βρούμε τα
μέσα για να δημιουργήσουμε ανθρώπινη ευημερία που θα είναι καλύτερη και
λιγότερο βλαβερή από εκείνη που δημιουργεί ο καπιταλισμός.
Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω: η εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό δεν είναι ούτε ο φεουδαλισμός ούτε ο κρατικός κομμουνισμός.
Ο σοβιετικός κομμουνισμός είχε περισσότερα κοινά στοιχεία με τον
καπιταλισμό από όσα οι υπερασπιστές και των δύο συστημάτων θέλησαν να
παραδεχτούν. Και τα δύο συστήματα είναι (ή ήσαν) με εμμονή αφοσιωμένα
στη δημιουργία οικονομικής ανάπτυξης.
Ποια μορφή έχει ένα καλύτερο σύστημα;
Δεν έχω ολοκληρωμένη απάντηση και δεν νομίζω ότι την έχει κάποιος
άλλος. Νομίζω όμως ότι βλέπουμε να αναδύεται ένα σχήμα κατά προσέγγιση. Μέρος της απάντησης βρίσκεται στην έννοια: «ιδιωτική επάρκεια, δημόσια αφθονία». Ενα
άλλο μέρος γεννιέται από τη δημιουργία μιας νέας αντίληψης της
δικαιοσύνης, βασιζόμενης σε αυτή την απλή αρχή: κάθε γενεά, παντού,
πρέπει να έχει το ίδιο δικαίωμα στην απόλαυση του φυσικού πλούτου.
Πιστεύω
ότι το καθήκον μας είναι να εντοπίσουμε τις καλύτερες προτάσεις πολλών
διαφορετικών στοχαστών και να διαμορφώσουμε μια συνεκτική εναλλακτική
λύση. Επειδή κανένα οικονομικό σύστημα δεν είναι μόνον ένα οικονομικό
σύστημα, αλλά παρεμβαίνει σε κάθε όψη της ζωής μας, χρειαζόμαστε
πολλά μυαλά από διάφορες επιστήμες, που θα συνεργαστούν για να
δημιουργήσουν έναν καλύτερο τρόπο για να οργανώνουμε τις ανάγκες μας
χωρίς να καταστρέφουμε το περιβάλλον μας.
* Το άρθρο του Βρετανού συγγραφέα, δημοσιογράφου και πολιτικού ακτιβιστή Τζορτζ Μόνμπιοτ δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα The Guardian - Από Εφημερίδα των Συντακτών
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου