Οι σκανδιναβικές χώρες κατατάσσονται σταθερά από το 2012 στις πιο
ευτυχισμένες χώρες του κόσμου και δεν είναι λίγες οι φορές που άλλες
χώρες ακολουθούν τα μοντέλα τους στο κυνήγι της ευημερίας για τους
πολίτες τους. Είναι όμως πιο ευτυχισμένοι στα αλήθεια οι Σκανδιναβοί;
Μια πρόσφατη μελέτη ανατρέπει όσα ξέραμε σήμερα, αφού σύμφωνα με τα συμπεράσματά της οι άνθρωποι που ζουν σε περιοχές της Νότιας Ευρώπης έχουν υψηλότερη ψυχική ευεξία από εκείνους που ζουν στον Βορρά.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μια κλίμακα που μετράει τον βαθμό που ένας άνθρωπος αισθάνθηκε καλά και λειτούργησε καλά τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Το «καλά» μπορεί να σημαίνει αίσθηση χαλάρωσης, αισιοδοξίας ή ενεργητικότητας και «το λειτούργησε καλά» μπορεί να σημαίνει ότι μπόρεσε να σκεφτεί καθαρά, να αντιμετωπίσει προβλήματα και να κοινωνικοποιήσει.
Πρόσφατα εφάρμοσαν την κλίμακα στη Δανία και συνέκριναν τις εθνικές εκτιμήσεις για την ψυχική ευημερία των Δανών με ανθρώπους που ζουν στην Ισλανδία, την Ισπανία και την Αγγλία. Αυτό που διαπίστωσαν λοιπόν ήταν ότι οι άνθρωποι στην Ισπανία σημείωσαν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά στην ψυχική ευεξία από ό, τι οι άνθρωποι και στις τρεις χώρες της βόρειας Ευρώπης, που προαναφέρθηκαν - αμφισβητώντας έτσι την επικρατούσα ιδέα ότι οι άνθρωποι που ζουν στη Βόρεια Ευρώπη είναι συνήθως πιο ευτυχισμένοι από αυτούς στη νότια Ευρώπη.
Στις εκθέσεις Παγκόσμιας Ευτυχίας, οι οποίες τείνουν να δείχνουν τις σκανδιναβικές χώρες ως τις πιο επιτυχημένες, η ευτυχία μετράται χρησιμοποιώντας την κλίμακα του Cantril για την αξιολόγηση του βιοτικού επιπέδου. Με αυτή τη μέθοδο ζητείται από τους συμμετέχοντες στις έρευνες να αξιολογήσουν τον τρόπο με τον οποίο βλέπουν τη ζωή τους σε μια κλίμακα, όπου το μηδέν είναι η «χειρότερη δυνατή ζωή για εκείνους» και το δέκα είναι «η καλύτερη». Ωστόσο, τα στατιστικά αυτά επηρεάζονται έντονα από τις οικονομικές συνθήκες και δεν είναι σωστοί δείκτες για την αποτύπωση της ψυχικής υγείας και της ευημερίας.
Έρευνες έχουν δείξει ότι ενώ το βιοτικό επίπεδο αυξάνεται ανάλογα με το εισόδημα, η συναισθηματική ευεξία - που μετράται από την εμπειρία ενός ατόμου με ευχάριστα και δυσάρεστα συναισθήματα - αυξάνεται ανάλογα με εισόδημα όμως μόνο έως ένα συγκεκριμένο σημείο. Αν οι άνθρωποι είναι κάτω από ένα συγκεκριμένο οικονομικό όριο, είναι πιο πιθανό να αισθάνονται συναισθηματικά άσχημα και να κάνουν κακές εκτιμήσεις για τη ζωή τους. Πάνω από αυτό το όριο, οι αξιολογήσεις για το βιοτικό επίπεδο βελτιώνονται, αλλά οι αξιολογήσεις της συναισθηματικής ευημερίας δεν κάνουν το ίδιο.
Με άλλα λόγια, τα υψηλά εισοδήματα μπορούν να αγοράσουν καλύτερες αξιολογήσεις για το επίπεδο ζωής κάποιου, αλλά δεν έχουν την ίδια θετική επίδραση στην ψυχική υγεία και την ευημερία του. Μια πρόσφατη έκθεση έδειξε επίσης ότι οι ανισότητες στην αξιολόγηση της ζωής αυξάνονται σε πολλά σημεία στη Σκανδιναβία και ότι ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων στις σκανδιναβικές χώρες φαίνεται να αγωνίζεται να το παλέψει, σε αντίθεση με όσα λέγονται για την ευτυχία στις χώρες αυτές.
Κάπως έτσι αποδεικνύεται ότι η ταμπέλα της «πιο ευτυχισμένης χώρας στον κόσμο» μπορεί να είναι παραπλανητική,
δεδομένης της μάλλον απλουστευμένης εστίασής της στην αξιολόγηση της
ζωής. Όπως δείχνει η έρευνα που ανατρέπει τα δεδομένα, η χρήση πιο
εξελιγμένων δεικτών ευημερίας μπορεί να αφηγηθεί μια διαφορετική
ιστορία.
Μέχρι στιγμής, η συμβατική προσέγγιση της ψυχικής υγείας στην Ευρώπη επικεντρώνεται στη θεραπεία και πρόληψη των ψυχικών ασθενειών, καθώς και στις προσπάθειες αποστιγματοποίησης. Παρόλο που αυτά έχουν βάση, επικεντρώνονται στους παράγοντες κινδύνου για κακή ψυχική υγεία και όχι στον τρόπο προώθησης και διατήρησης της ψυχικής ευεξίας. Αυτή η προσέγγιση, δηλαδή, δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι η ψυχική υγεία είναι κάτι περισσότερο από την απουσία μιας ψυχικής ασθένειας. Η απουσία απαισιοδοξίας δεν δημιουργεί αυτόματα αισιοδοξία, η απουσία θλίψης δεν δημιουργεί αυτομάτως χαρά. Κι έτσι λειτουργεί ολόκληρο το φάσμα των ανθρώπινων σκέψεων και συναισθημάτων.
Η θετική ψυχική υγεία και η ευεξία συνδέονται με την καλύτερη σωματική υγεία, τις καλές διαπροσωπικές σχέσεις και τις κοινωνίες με ευημερία. Η θετική ψυχική υγεία και η ευημερία είναι, λοιπόν, επιθυμητή από μόνη της και μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη κοινών προβλημάτων ψυχικής υγείας που συμβαίνουν κατά πρώτο λόγο αλλά και να βοηθήσει τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν ψυχιατρικά προβλήματα.
Τι μπορεί λοιπόν να κάνει έναν ολόκληρο λαό ευτυχισμένο; Η ενθάρρυνση των ενεργών τρόπων ζωής, η παροχή ευκαιριών στους ανθρώπους ώστε να αλληλεπιδρούν και να αισθάνονται ότι ανήκουν σε μια κοινότητα ή να καλλιεργούν μια αίσθηση σκοπού. Μπορεί επίσης να περιλαμβάνει προσπάθειες που εστιάζουν στο άτομο, όπως η ενθάρρυνση της αυτοδιάθεσης και οι ευκαιρίες για την εξάσκηση προσωπικών και κοινωνικών δεξιοτήτων, όπως και η επιδίωξη δημιουργικών προσπαθειών. Ο συνδυασμός καθολικών και ατομικών προσεγγίσεων έχει αποδειχθεί σημαντικός σε πολλές διαφορετικές περιπτώσεις.
Υπάρχουν ακόμα πολλά να μάθουμε για τη θετική ψυχική υγεία και πώς να την προωθήσουμε και σίγουρα ο δρόμος που οδηγεί προς τις σκανδιναβικές χώρες μπορεί να μας αποπροσανατολίσει.
Αν θέσουμε τις σωστές ερωτήσεις όμως θα μπορέσουμε να πάρουμε και τις σωστές απαντήσεις. Κι ενώ η κακή ψυχική μας υγεία μπορεί να κάνει τη ζωή μας αβίωτη, η καλή μας ψυχολογία κάνει σίγουρα τη ζωή μας να αξίζει να τη ζήσουμε!
Μια πρόσφατη μελέτη ανατρέπει όσα ξέραμε σήμερα, αφού σύμφωνα με τα συμπεράσματά της οι άνθρωποι που ζουν σε περιοχές της Νότιας Ευρώπης έχουν υψηλότερη ψυχική ευεξία από εκείνους που ζουν στον Βορρά.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μια κλίμακα που μετράει τον βαθμό που ένας άνθρωπος αισθάνθηκε καλά και λειτούργησε καλά τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Το «καλά» μπορεί να σημαίνει αίσθηση χαλάρωσης, αισιοδοξίας ή ενεργητικότητας και «το λειτούργησε καλά» μπορεί να σημαίνει ότι μπόρεσε να σκεφτεί καθαρά, να αντιμετωπίσει προβλήματα και να κοινωνικοποιήσει.
Πρόσφατα εφάρμοσαν την κλίμακα στη Δανία και συνέκριναν τις εθνικές εκτιμήσεις για την ψυχική ευημερία των Δανών με ανθρώπους που ζουν στην Ισλανδία, την Ισπανία και την Αγγλία. Αυτό που διαπίστωσαν λοιπόν ήταν ότι οι άνθρωποι στην Ισπανία σημείωσαν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά στην ψυχική ευεξία από ό, τι οι άνθρωποι και στις τρεις χώρες της βόρειας Ευρώπης, που προαναφέρθηκαν - αμφισβητώντας έτσι την επικρατούσα ιδέα ότι οι άνθρωποι που ζουν στη Βόρεια Ευρώπη είναι συνήθως πιο ευτυχισμένοι από αυτούς στη νότια Ευρώπη.
Στις εκθέσεις Παγκόσμιας Ευτυχίας, οι οποίες τείνουν να δείχνουν τις σκανδιναβικές χώρες ως τις πιο επιτυχημένες, η ευτυχία μετράται χρησιμοποιώντας την κλίμακα του Cantril για την αξιολόγηση του βιοτικού επιπέδου. Με αυτή τη μέθοδο ζητείται από τους συμμετέχοντες στις έρευνες να αξιολογήσουν τον τρόπο με τον οποίο βλέπουν τη ζωή τους σε μια κλίμακα, όπου το μηδέν είναι η «χειρότερη δυνατή ζωή για εκείνους» και το δέκα είναι «η καλύτερη». Ωστόσο, τα στατιστικά αυτά επηρεάζονται έντονα από τις οικονομικές συνθήκες και δεν είναι σωστοί δείκτες για την αποτύπωση της ψυχικής υγείας και της ευημερίας.
Έρευνες έχουν δείξει ότι ενώ το βιοτικό επίπεδο αυξάνεται ανάλογα με το εισόδημα, η συναισθηματική ευεξία - που μετράται από την εμπειρία ενός ατόμου με ευχάριστα και δυσάρεστα συναισθήματα - αυξάνεται ανάλογα με εισόδημα όμως μόνο έως ένα συγκεκριμένο σημείο. Αν οι άνθρωποι είναι κάτω από ένα συγκεκριμένο οικονομικό όριο, είναι πιο πιθανό να αισθάνονται συναισθηματικά άσχημα και να κάνουν κακές εκτιμήσεις για τη ζωή τους. Πάνω από αυτό το όριο, οι αξιολογήσεις για το βιοτικό επίπεδο βελτιώνονται, αλλά οι αξιολογήσεις της συναισθηματικής ευημερίας δεν κάνουν το ίδιο.
Με άλλα λόγια, τα υψηλά εισοδήματα μπορούν να αγοράσουν καλύτερες αξιολογήσεις για το επίπεδο ζωής κάποιου, αλλά δεν έχουν την ίδια θετική επίδραση στην ψυχική υγεία και την ευημερία του. Μια πρόσφατη έκθεση έδειξε επίσης ότι οι ανισότητες στην αξιολόγηση της ζωής αυξάνονται σε πολλά σημεία στη Σκανδιναβία και ότι ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων στις σκανδιναβικές χώρες φαίνεται να αγωνίζεται να το παλέψει, σε αντίθεση με όσα λέγονται για την ευτυχία στις χώρες αυτές.
Μέχρι στιγμής, η συμβατική προσέγγιση της ψυχικής υγείας στην Ευρώπη επικεντρώνεται στη θεραπεία και πρόληψη των ψυχικών ασθενειών, καθώς και στις προσπάθειες αποστιγματοποίησης. Παρόλο που αυτά έχουν βάση, επικεντρώνονται στους παράγοντες κινδύνου για κακή ψυχική υγεία και όχι στον τρόπο προώθησης και διατήρησης της ψυχικής ευεξίας. Αυτή η προσέγγιση, δηλαδή, δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι η ψυχική υγεία είναι κάτι περισσότερο από την απουσία μιας ψυχικής ασθένειας. Η απουσία απαισιοδοξίας δεν δημιουργεί αυτόματα αισιοδοξία, η απουσία θλίψης δεν δημιουργεί αυτομάτως χαρά. Κι έτσι λειτουργεί ολόκληρο το φάσμα των ανθρώπινων σκέψεων και συναισθημάτων.
Η θετική ψυχική υγεία και η ευεξία συνδέονται με την καλύτερη σωματική υγεία, τις καλές διαπροσωπικές σχέσεις και τις κοινωνίες με ευημερία. Η θετική ψυχική υγεία και η ευημερία είναι, λοιπόν, επιθυμητή από μόνη της και μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη κοινών προβλημάτων ψυχικής υγείας που συμβαίνουν κατά πρώτο λόγο αλλά και να βοηθήσει τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν ψυχιατρικά προβλήματα.
Τι μπορεί λοιπόν να κάνει έναν ολόκληρο λαό ευτυχισμένο; Η ενθάρρυνση των ενεργών τρόπων ζωής, η παροχή ευκαιριών στους ανθρώπους ώστε να αλληλεπιδρούν και να αισθάνονται ότι ανήκουν σε μια κοινότητα ή να καλλιεργούν μια αίσθηση σκοπού. Μπορεί επίσης να περιλαμβάνει προσπάθειες που εστιάζουν στο άτομο, όπως η ενθάρρυνση της αυτοδιάθεσης και οι ευκαιρίες για την εξάσκηση προσωπικών και κοινωνικών δεξιοτήτων, όπως και η επιδίωξη δημιουργικών προσπαθειών. Ο συνδυασμός καθολικών και ατομικών προσεγγίσεων έχει αποδειχθεί σημαντικός σε πολλές διαφορετικές περιπτώσεις.
Υπάρχουν ακόμα πολλά να μάθουμε για τη θετική ψυχική υγεία και πώς να την προωθήσουμε και σίγουρα ο δρόμος που οδηγεί προς τις σκανδιναβικές χώρες μπορεί να μας αποπροσανατολίσει.
Αν θέσουμε τις σωστές ερωτήσεις όμως θα μπορέσουμε να πάρουμε και τις σωστές απαντήσεις. Κι ενώ η κακή ψυχική μας υγεία μπορεί να κάνει τη ζωή μας αβίωτη, η καλή μας ψυχολογία κάνει σίγουρα τη ζωή μας να αξίζει να τη ζήσουμε!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου