Τη χρονιά που γεννήθηκα το Σεντ Λούις χτυπήθηκε από ένα φοβερό
ανεμοστρόβιλο που σάρωσε τα πάντα. Ο ανεμοστρόβιλος εκείνος μου άφησε
κάτι από τη βίαιη δημιουργικότητά του. Χρειάζεται δυνατό φύσημα, ξέρετε,
για να παίξει κανείς τρομπέτα. Πιστεύω στο μυστήριο και το υπερφυσικό,
κι ένας ανεμοστρόβιλος είναι σίγουρα και τα δυο»... διηγείται ο Μάιλς
Ντέιβις στην αυτοβιογραφία του.
Κι όταν εκείνος έπαιζε την τρομπέτα του ήταν «ανεμοστρόβιλος». Κι ο ήχος ήταν και μυστήριος και υπερφυσικός. Ο Μάιλς είδε το πρώτο φως στο Άλτον του Ιλινόις, στις 26 Μαΐου του 1926. Το 1944, στα 18 του χρόνια πρωτάκουσε τον Τσάρλι Πάρκερ και τον Ντίζι Γκιλέσπι να παίζουν μαζί στο Σεντ Λούις του Μιζούρι. Αυτό έφτανε. Εγκατέλειψε τα σχέδια του που μέχρι τότε τον οδηγούσαν στην ιατρική και για πολλούς ευτυχώς καθώς η θέση του ήταν δίπλα στα ιερά τέρατα της τζαζ ή της «μαύρης μουσικής» όπως ο ίδιος προτιμούσε να την αποκαλεί.
Δεν του πήρε πολύ καιρό να αναχωρήσει για τη Νέα Υόρκη, το κέντρο της σκηνής της bebop για να πάρει μία θέση που δικαιωματικά του ανήκε στην πιο γνωστή μουσική σχολή του κόσμου, το Julliard. Κι όμως όσο γρήγορα βρέθηκε εκεί αλλά τόσο γρήγορα έφυγε. Και τη μαθητεία του την έκανε στους δρόμους, στα τζαζ μπαρ και τα σοκάκια της πόλης. Θα περιπλανηθεί με τους όμοιους του, μουσικούς, καλλιτέχνες, συγγραφείς και θα κάνει τις τολμηρές μουσικές του προσεγγίσεις που θα τον καθιερώσουν στα μάτια των εραστών της τζαζ. Δεν θα φοβηθεί ποτέ κανέναν πειραματισμό... «Ήμασταν κάτι σαν επιστήμονες του ήχου» περιγράφει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του. «Και η πόρτα να έτριζε μπορούσαμε να πούμε ακριβώς τι νότα ήταν ο ήχος».
Κι όταν εκείνος έπαιζε την τρομπέτα του ήταν «ανεμοστρόβιλος». Κι ο ήχος ήταν και μυστήριος και υπερφυσικός. Ο Μάιλς είδε το πρώτο φως στο Άλτον του Ιλινόις, στις 26 Μαΐου του 1926. Το 1944, στα 18 του χρόνια πρωτάκουσε τον Τσάρλι Πάρκερ και τον Ντίζι Γκιλέσπι να παίζουν μαζί στο Σεντ Λούις του Μιζούρι. Αυτό έφτανε. Εγκατέλειψε τα σχέδια του που μέχρι τότε τον οδηγούσαν στην ιατρική και για πολλούς ευτυχώς καθώς η θέση του ήταν δίπλα στα ιερά τέρατα της τζαζ ή της «μαύρης μουσικής» όπως ο ίδιος προτιμούσε να την αποκαλεί.
Δεν του πήρε πολύ καιρό να αναχωρήσει για τη Νέα Υόρκη, το κέντρο της σκηνής της bebop για να πάρει μία θέση που δικαιωματικά του ανήκε στην πιο γνωστή μουσική σχολή του κόσμου, το Julliard. Κι όμως όσο γρήγορα βρέθηκε εκεί αλλά τόσο γρήγορα έφυγε. Και τη μαθητεία του την έκανε στους δρόμους, στα τζαζ μπαρ και τα σοκάκια της πόλης. Θα περιπλανηθεί με τους όμοιους του, μουσικούς, καλλιτέχνες, συγγραφείς και θα κάνει τις τολμηρές μουσικές του προσεγγίσεις που θα τον καθιερώσουν στα μάτια των εραστών της τζαζ. Δεν θα φοβηθεί ποτέ κανέναν πειραματισμό... «Ήμασταν κάτι σαν επιστήμονες του ήχου» περιγράφει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του. «Και η πόρτα να έτριζε μπορούσαμε να πούμε ακριβώς τι νότα ήταν ο ήχος».
«Επιστήμονας του ήχου» ο Μάιλς Ντέιβις υπήρξε και είναι ακόμη μία από τις σημαντικότερες φιγούρες στην ιστορία της τζαζ και μαζί με τον Τσάρλι Πάρκερ «γέννησαν» το bebop τη δεκαετία του ’40. Ο αυτοσχεδιασμός ήταν στο αίμα του και οι πειραματισμοί του πολλοί. Τη δεκαετία του ’70 κατέληξαν σε ένα νέο μουσικό είδος το «fusion» μία μαγική μίξη τζαζ και ροκ. Στην καριέρα του συνεργάστηκε με τους κορυφαίους Charlie Parker, Charles Mingus, Gil Evans, Gerry Mulligan, John Coltrane, Herbie Hancock. Ο πιο επιτυχημένος εμπορικά δίσκος του είναι το «Bitches Brew» ωστόσο αυτοί που σίγουρα ξεχωρίζουν είναι το «Kind of Blue» και το «Sketches of Spain» χωρίς τους οποίους, όπως κάποιος μελετητής του έργου του έγραψε... ο κόσμος ολόκληρος θα ήταν πιο θλιβερός. Κι έγινε λίγο, όταν στις 28 Σεπτέμβρη του 1991, ο «μάγος» της τζαζ έφυγε από τη ζωή.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου