By Ignacio Ramonet
Το 2002, η «Le Monde diplomatique» συμμετάσχει στην Έκθεση Βιβλίου της Αβάνας, με επίσημη προσκεκλημένη τη Γαλλία. Βρίσκεται έτσι στη δίνη μιας πολεμικής για το ποιοι στηρίζουν το κουβανικό καθεστώς. Ο τότε διευθυντής της, Ιγνάσιο Ραμονέ, ο οποίος είχε συμμετάσχει στην Έκθεση, δημοσιεύει ένα άρθρο στην επιθεώρηση, αποσπάσματα του οποίου ανασύρουμε σήμερα από το αρχείο μας, για να απαντήσει στις κατηγορίες. Την συγκεκριμένη ιστορία την διηγείται σχεδόν πάντοτε στις παρουσιάσεις του βιβλίου του «Εκατό ώρες με τον Φιντέλ. Βιογραφία σε δύο φωνές», ένα βιβλίο-μαμούθ 670 σελίδων (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη). Το βιβλίο βασίστηκε σε μια σειρά από συνεντεύξεις, αρκετές από τις οποίες μπορούμε σήμερα να δούμε στο YouTube. «Ο Φιντέλ πέθανε αλλά είναι αθάνατος», έγραψε αμέσως μετά το θάνατο του Κουβανού ηγέτη.
Εδώ και πάνω από σαράντα χρόνια, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλλουν στην Κούβα ένα καταστροφικό εμπορικό εμπάργκο το οποίο εμποδίζει τη φυσιολογική οικονομική ανάπτυξη και επιφέρει τραγικές συνέπειες για τους κατοίκους του νησιού. Η Ουάσιγκτον διεξάγει επιπλέον έναν συνεχή ιδεολογικό πόλεμο ενάντια στην Αβάνα, μέσα από τα ισχυρά κανάλια Radio Martί και TV Martί, που είναι εγκατεστημένα στη Φλόριδα και που κατακλύζουν την Κούβα με προπαγάνδα όπως στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου… Επιπλέον, πολλές τρομοκρατικές οργανώσεις, εχθρικές απέναντι στο κουβανέζικο καθεστώς, εδρεύουν στη Φλόριδα, όπου υπάρχουν στρατόπεδα εκπαίδευσης, και στέλνουν τακτικά στο νησί, με την παθητική συνενοχή των αμερικανικών αρχών, οπλισμένους κομάντο για να διαπράξουν τρομοκρατικές ενέργειες.
Έτσι, εδώ και σαράντα χρόνια, η Κούβα αντιμετωπίζει τις ποικίλες επιθέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Παρά τον ύπουλο πόλεμο, η μικρή αυτή χώρα, προσκολλημένη στην εθνική κυριαρχία της, κατάφερε να πετύχει αποτελέσματα σε επίπεδο ανθρώπινης ανάπτυξης καθ’ όλα εντυπωσιακά: κατάργηση του ρατσισμού, χειραφέτηση της γυναίκας, εξάλειψη του αναλφαβητισμού, δραστική μείωση της παιδικής θνησιμότητας, άνοδος του γενικού πνευματικού επιπέδου… Σε επίπεδο εκπαίδευσης, υγείας και αθλητισμού, η χώρα είχε αποτελέσματα που την τοποθετούν ανάμεσα στις χώρες με τις καλύτερες επιδόσεις.
Βέβαια, σε επίπεδο ελευθεριών, τα πράγματα πόρρω απέχουν από το να είναι ικανοποιητικά, όπως σημειώνει και η «Le Monde diplomatique». Το καθεστώς άλλαξε ωστόσο πολύ, εγκαταλείποντας ολόκληρα κομμάτια της παλιάς «σοσιαλιστικής» ορθοδοξίας. Οι νόμοι για τη γεωργία τροποποιήθηκαν, αναγνωρίστηκε η ιδιωτική επιχείρηση, ενθαρρύνθηκε ο τουρισμός (με τις αρνητικές του συνέπειες, όπως η άνθηση της πορνείας…), οι επιχειρήσεις μεικτού κεφαλαίου πολλαπλασιάστηκαν, η πολιτιστική ζωή ενισχύθηκε… Η Κούβα είναι σήμερα μια χώρα απείρως πιο ανοιχτή, συγκριτικά με δέκα χρόνια πριν.
Η Αβάνα σταμάτησε, εδώ και πολύν καιρό, να εξάγει την επανάστασή της και όλες οι λατινοαμερικάνικες χώρες αναθέρμαναν τις διπλωματικές τους σχέσεις. Το ταξίδι του πάπα Ιωάννη-Παύλου Β’, το 1998, σημείωσε από την άποψη αυτή μια αλλαγή. Ο πάπας είχε ζητήσει τότε: «Να ανοίξει η Κούβα στον κόσμο και ο κόσμος να ανοίξει στην Κούβα». Ο βασιλιάς της Ισπανίας επισκέφθηκε επίσης το νησί και συνάντησε τον Φιντέλ Κάστρο. Ακόμα και οι μανιώδεις αντίπαλοι της Κούβας παραδέχονται ότι «οι καιροί άλλαξαν: οι Κουβανοί κριτικάρουν τα πάντα, οι ξένοι είναι παντού. Μερικές φορές συναντάμε έναν αποστάτη από το εσωτερικό, και μιλάει…».
Δεκάδες αμερικανικές προσωπικότητες (γερουσιαστές, βουλευτές, πανεπιστημιακοί, επιστήμονες, δημοσιογράφοι, μέλη του κλήρου) πηγαινοέρχονται αδιάκοπα στην Αβάνα. Οι Τζέσε Τζάκσον, Τεντ Τέρνερ, Φράνσις Φορντ Κόπολα, Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Τζέιν Φόντα πηγαίνουν στην Κούβα τακτικά. Τον Φεβρουάριο, ο σκηνοθέτης Ολιβερ Στόουν παρέμεινε για πολλές εβδομάδες, συνοδεύοντας παντού τον Φιντέλ Κάστρο, για τον οποίο γύριζε ένα ντοκιμαντέρ… Και θα μπορούσε κανείς να παραθέσει το πέρασμα από την Κούβα δεκάδων λατινοαμερικανικών και ευρωπαϊκών προσωπικοτήτων (Ιταλοί, Γάλλοι, Ισπανοί και κυρίως Πορτογάλοι). Και κανένας δεν εκπλήσσεται από αυτό.
Εξαιρουμένης, καθώς φαίνεται, μιας ομάδας απαρηγόρητων νοσταλγών του πρωτύτερου αντικομμουνισμού. Αγνοώντας το νέο γεωπολιτικό πλαίσιο, οι παλιοί αυτοί υπέρμαχοι του Ψυχρού Πολέμου κριτίκαραν, λοιπόν, τη συμμετοχή προσωπικοτήτων από τη Γαλλία (και κυρίως τη δική μου) στην Έκθεση Βιβλίου της Αβάνας. Βασιζόμενοι σε ένα άρθρο πασπαλισμένο με λάθη της «Liberation», χωρίς να διασταυρώσουν τις πληροφορίες, πολλοί τεμπέληδες ανακριτές κατέδειξαν, για μια ακόμη φορά ότι, σαν παπαγάλοι, τα μέσα ενημέρωσης επαναλαμβάνουν τα μέσα ενημέρωσης…
Στο πλαίσιο της καινούργιας του πολιτικής διάδοσης μη ορθόδοξων έργων, το κουβανέζικο Ινστιτούτο του Βιβλίου θέλησε να εκδώσει το βιβλίο μου «Σιωπηρή προπαγάνδα». Γιατί δεν έπρεπε να δεχθώ; Όσοι έκαναν τον κόπο να το διαβάσουν ξέρουν ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από οποιαδήποτε εξουσία. Σύμφωνο με το ανατρεπτικό πνεύμα των δασκάλων της Σχολής της Φραγκφούρτης (Αντόρνο, Μπένγιαμιν, Μαρκούζε), προτείνει εννοιολογικά εργαλεία που επιτρέπουν την άμυνα ενάντια σε κάθε προσπάθεια χειραγώγησης του πνεύματος απ’ όπου κι αν προέρχεται, τόσο από τη Δεξιά όσο και από την Αριστερά.
Την παρουσίαση του βιβλίου στην Αβάνα ακολούθησε μια ειλικρινής και ανοιχτή συζήτηση με διανοούμενους, δημοσιογράφους και φοιτητές, παρουσία όχι μόνο του Φιντέλ Κάστρο, αλλά και δύο σημαντικών Αμερικανών, των Ρόμπερτ Μάντελ και Τζόζεφ Στίγκλιτζ, που και οι δύο έχουν διακριθεί με το βραβείο Νόμπελ Οικονομίας. Kατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης, υπενθύμισα, μεταξύ άλλων, ότι «η Σοβιετική Ένωση έχασε με νοκ άουτ τον Ψυχρό Πόλεμο» και ότι, από αυτή την ήττα, πρέπει να πάρουμε το εξής μάθημα: «Ένα καθεστώς χωρίς δημοκρατία και μια οικονομία χωρίς αγορά οδηγούν στην καταστροφή». Ο Φιντέλ Κάστρο επιβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει πια «μοντέλο» στην πολιτική, και ότι κανείς δεν ξέρει καλά τι σημαίνει σήμερα «σοσιαλισμός». Πρόσθεσε εξάλλου ότι, αν και η αμφισβήτηση της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης είναι νόμιμη, πρέπει να καταδικάσουμε ριζικά κάθε προσφυγή στη βία…
Πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα επισκέφθηκαν την Έκθεση Βιβλίου της Αβάνας (η οποία κρατά το ρεκόρ της μεγαλύτερης συμμετοχής στον κόσμο…), πέντε εκατομμύρια έργα διαδόθηκαν με την ευκαιρία αυτή στη μικρή αυτή χώρα όπου η ανάγνωση είναι πάθος. Έγιναν εκατοντάδες συζητήσεις για τα πιο διαφορετικά θέματα. Οι Γάλλοι εκδότες μπόρεσαν να παρουσιάσουν ελεύθερα τα βιβλία των συγγραφέων που κριτικάρουν το καθεστώς (Καμπρέρα Ινφάντε, Ρεϊνάλντο Αρένας, Χεσούς Ντιάζ, Χοσέ Τριάνα, Ραούλ Ριβέρο κ.ά.). Κανένα έργο δεν λογοκρίθηκε από τις αρχές. Πράγμα που επιβεβαιώνει, για μια ακόμη φορά, ότι ο τυφλός αντικαστρισμός είναι ο φιλελευθερισμός των ηλιθίων…
Στη φωτογραφία: “Να μάχεσαι ενάντια στο ακατόρθωτο και να νικάς”: πινακίδα σε δρόμο της Κούβας (φωτ.: jim / Wikimedia Commons).
Το 2002, η «Le Monde diplomatique» συμμετάσχει στην Έκθεση Βιβλίου της Αβάνας, με επίσημη προσκεκλημένη τη Γαλλία. Βρίσκεται έτσι στη δίνη μιας πολεμικής για το ποιοι στηρίζουν το κουβανικό καθεστώς. Ο τότε διευθυντής της, Ιγνάσιο Ραμονέ, ο οποίος είχε συμμετάσχει στην Έκθεση, δημοσιεύει ένα άρθρο στην επιθεώρηση, αποσπάσματα του οποίου ανασύρουμε σήμερα από το αρχείο μας, για να απαντήσει στις κατηγορίες. Την συγκεκριμένη ιστορία την διηγείται σχεδόν πάντοτε στις παρουσιάσεις του βιβλίου του «Εκατό ώρες με τον Φιντέλ. Βιογραφία σε δύο φωνές», ένα βιβλίο-μαμούθ 670 σελίδων (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη). Το βιβλίο βασίστηκε σε μια σειρά από συνεντεύξεις, αρκετές από τις οποίες μπορούμε σήμερα να δούμε στο YouTube. «Ο Φιντέλ πέθανε αλλά είναι αθάνατος», έγραψε αμέσως μετά το θάνατο του Κουβανού ηγέτη.
Εδώ και πάνω από σαράντα χρόνια, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλλουν στην Κούβα ένα καταστροφικό εμπορικό εμπάργκο το οποίο εμποδίζει τη φυσιολογική οικονομική ανάπτυξη και επιφέρει τραγικές συνέπειες για τους κατοίκους του νησιού. Η Ουάσιγκτον διεξάγει επιπλέον έναν συνεχή ιδεολογικό πόλεμο ενάντια στην Αβάνα, μέσα από τα ισχυρά κανάλια Radio Martί και TV Martί, που είναι εγκατεστημένα στη Φλόριδα και που κατακλύζουν την Κούβα με προπαγάνδα όπως στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου… Επιπλέον, πολλές τρομοκρατικές οργανώσεις, εχθρικές απέναντι στο κουβανέζικο καθεστώς, εδρεύουν στη Φλόριδα, όπου υπάρχουν στρατόπεδα εκπαίδευσης, και στέλνουν τακτικά στο νησί, με την παθητική συνενοχή των αμερικανικών αρχών, οπλισμένους κομάντο για να διαπράξουν τρομοκρατικές ενέργειες.
Έτσι, εδώ και σαράντα χρόνια, η Κούβα αντιμετωπίζει τις ποικίλες επιθέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Παρά τον ύπουλο πόλεμο, η μικρή αυτή χώρα, προσκολλημένη στην εθνική κυριαρχία της, κατάφερε να πετύχει αποτελέσματα σε επίπεδο ανθρώπινης ανάπτυξης καθ’ όλα εντυπωσιακά: κατάργηση του ρατσισμού, χειραφέτηση της γυναίκας, εξάλειψη του αναλφαβητισμού, δραστική μείωση της παιδικής θνησιμότητας, άνοδος του γενικού πνευματικού επιπέδου… Σε επίπεδο εκπαίδευσης, υγείας και αθλητισμού, η χώρα είχε αποτελέσματα που την τοποθετούν ανάμεσα στις χώρες με τις καλύτερες επιδόσεις.
Βέβαια, σε επίπεδο ελευθεριών, τα πράγματα πόρρω απέχουν από το να είναι ικανοποιητικά, όπως σημειώνει και η «Le Monde diplomatique». Το καθεστώς άλλαξε ωστόσο πολύ, εγκαταλείποντας ολόκληρα κομμάτια της παλιάς «σοσιαλιστικής» ορθοδοξίας. Οι νόμοι για τη γεωργία τροποποιήθηκαν, αναγνωρίστηκε η ιδιωτική επιχείρηση, ενθαρρύνθηκε ο τουρισμός (με τις αρνητικές του συνέπειες, όπως η άνθηση της πορνείας…), οι επιχειρήσεις μεικτού κεφαλαίου πολλαπλασιάστηκαν, η πολιτιστική ζωή ενισχύθηκε… Η Κούβα είναι σήμερα μια χώρα απείρως πιο ανοιχτή, συγκριτικά με δέκα χρόνια πριν.
Η Αβάνα σταμάτησε, εδώ και πολύν καιρό, να εξάγει την επανάστασή της και όλες οι λατινοαμερικάνικες χώρες αναθέρμαναν τις διπλωματικές τους σχέσεις. Το ταξίδι του πάπα Ιωάννη-Παύλου Β’, το 1998, σημείωσε από την άποψη αυτή μια αλλαγή. Ο πάπας είχε ζητήσει τότε: «Να ανοίξει η Κούβα στον κόσμο και ο κόσμος να ανοίξει στην Κούβα». Ο βασιλιάς της Ισπανίας επισκέφθηκε επίσης το νησί και συνάντησε τον Φιντέλ Κάστρο. Ακόμα και οι μανιώδεις αντίπαλοι της Κούβας παραδέχονται ότι «οι καιροί άλλαξαν: οι Κουβανοί κριτικάρουν τα πάντα, οι ξένοι είναι παντού. Μερικές φορές συναντάμε έναν αποστάτη από το εσωτερικό, και μιλάει…».
Δεκάδες αμερικανικές προσωπικότητες (γερουσιαστές, βουλευτές, πανεπιστημιακοί, επιστήμονες, δημοσιογράφοι, μέλη του κλήρου) πηγαινοέρχονται αδιάκοπα στην Αβάνα. Οι Τζέσε Τζάκσον, Τεντ Τέρνερ, Φράνσις Φορντ Κόπολα, Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Τζέιν Φόντα πηγαίνουν στην Κούβα τακτικά. Τον Φεβρουάριο, ο σκηνοθέτης Ολιβερ Στόουν παρέμεινε για πολλές εβδομάδες, συνοδεύοντας παντού τον Φιντέλ Κάστρο, για τον οποίο γύριζε ένα ντοκιμαντέρ… Και θα μπορούσε κανείς να παραθέσει το πέρασμα από την Κούβα δεκάδων λατινοαμερικανικών και ευρωπαϊκών προσωπικοτήτων (Ιταλοί, Γάλλοι, Ισπανοί και κυρίως Πορτογάλοι). Και κανένας δεν εκπλήσσεται από αυτό.
Εξαιρουμένης, καθώς φαίνεται, μιας ομάδας απαρηγόρητων νοσταλγών του πρωτύτερου αντικομμουνισμού. Αγνοώντας το νέο γεωπολιτικό πλαίσιο, οι παλιοί αυτοί υπέρμαχοι του Ψυχρού Πολέμου κριτίκαραν, λοιπόν, τη συμμετοχή προσωπικοτήτων από τη Γαλλία (και κυρίως τη δική μου) στην Έκθεση Βιβλίου της Αβάνας. Βασιζόμενοι σε ένα άρθρο πασπαλισμένο με λάθη της «Liberation», χωρίς να διασταυρώσουν τις πληροφορίες, πολλοί τεμπέληδες ανακριτές κατέδειξαν, για μια ακόμη φορά ότι, σαν παπαγάλοι, τα μέσα ενημέρωσης επαναλαμβάνουν τα μέσα ενημέρωσης…
Στο πλαίσιο της καινούργιας του πολιτικής διάδοσης μη ορθόδοξων έργων, το κουβανέζικο Ινστιτούτο του Βιβλίου θέλησε να εκδώσει το βιβλίο μου «Σιωπηρή προπαγάνδα». Γιατί δεν έπρεπε να δεχθώ; Όσοι έκαναν τον κόπο να το διαβάσουν ξέρουν ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από οποιαδήποτε εξουσία. Σύμφωνο με το ανατρεπτικό πνεύμα των δασκάλων της Σχολής της Φραγκφούρτης (Αντόρνο, Μπένγιαμιν, Μαρκούζε), προτείνει εννοιολογικά εργαλεία που επιτρέπουν την άμυνα ενάντια σε κάθε προσπάθεια χειραγώγησης του πνεύματος απ’ όπου κι αν προέρχεται, τόσο από τη Δεξιά όσο και από την Αριστερά.
Την παρουσίαση του βιβλίου στην Αβάνα ακολούθησε μια ειλικρινής και ανοιχτή συζήτηση με διανοούμενους, δημοσιογράφους και φοιτητές, παρουσία όχι μόνο του Φιντέλ Κάστρο, αλλά και δύο σημαντικών Αμερικανών, των Ρόμπερτ Μάντελ και Τζόζεφ Στίγκλιτζ, που και οι δύο έχουν διακριθεί με το βραβείο Νόμπελ Οικονομίας. Kατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης, υπενθύμισα, μεταξύ άλλων, ότι «η Σοβιετική Ένωση έχασε με νοκ άουτ τον Ψυχρό Πόλεμο» και ότι, από αυτή την ήττα, πρέπει να πάρουμε το εξής μάθημα: «Ένα καθεστώς χωρίς δημοκρατία και μια οικονομία χωρίς αγορά οδηγούν στην καταστροφή». Ο Φιντέλ Κάστρο επιβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει πια «μοντέλο» στην πολιτική, και ότι κανείς δεν ξέρει καλά τι σημαίνει σήμερα «σοσιαλισμός». Πρόσθεσε εξάλλου ότι, αν και η αμφισβήτηση της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης είναι νόμιμη, πρέπει να καταδικάσουμε ριζικά κάθε προσφυγή στη βία…
Πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα επισκέφθηκαν την Έκθεση Βιβλίου της Αβάνας (η οποία κρατά το ρεκόρ της μεγαλύτερης συμμετοχής στον κόσμο…), πέντε εκατομμύρια έργα διαδόθηκαν με την ευκαιρία αυτή στη μικρή αυτή χώρα όπου η ανάγνωση είναι πάθος. Έγιναν εκατοντάδες συζητήσεις για τα πιο διαφορετικά θέματα. Οι Γάλλοι εκδότες μπόρεσαν να παρουσιάσουν ελεύθερα τα βιβλία των συγγραφέων που κριτικάρουν το καθεστώς (Καμπρέρα Ινφάντε, Ρεϊνάλντο Αρένας, Χεσούς Ντιάζ, Χοσέ Τριάνα, Ραούλ Ριβέρο κ.ά.). Κανένα έργο δεν λογοκρίθηκε από τις αρχές. Πράγμα που επιβεβαιώνει, για μια ακόμη φορά, ότι ο τυφλός αντικαστρισμός είναι ο φιλελευθερισμός των ηλιθίων…
Στη φωτογραφία: “Να μάχεσαι ενάντια στο ακατόρθωτο και να νικάς”: πινακίδα σε δρόμο της Κούβας (φωτ.: jim / Wikimedia Commons).
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου