Oσοι ζουν σε πάμπτωχες ή εμπόλεμες
χώρες της Ασίας και της Αφρικής, ορισμένες από τις οποίες διαλύθηκαν και
παραδόθηκαν στην πλήρη ανομία και αναρχία εξαιτίας των φιλότιμων
προσπαθειών του φιλάνθρωπου δυτικού κόσμου να τις «εκδημοκρατίσει»· όσοι
ζουν σε περιοχές του πλανήτη όπου το καθαρό, πόσιμο νερό σπανίζει όλο
και περισσότερο και τα απλούστερα φάρμακα είναι δυσεύρετα όσο δυσεύρετος
είναι στη Δύση ο «ελεύθερος χρόνος», ένα από τα προβλήματα πολυτελείας
που μας ταλανίζουν· όσοι κινδυνεύουν καθημερινά από αδέσποτες βόμβες και
αδέσποτους πυραύλους· όσοι ζουν σε κράτη όπου η ελευθερία είναι αφόρητα
περιορισμένη, τα δικαιώματα βαρύτατα τραυματισμένα (πρωτίστως των
γυναικών και των μειονοτήτων) και η θηριωδία καθημερινότητα, υπό τα
απεχθή ονόματα Ισλαμικό Κράτος, Αλ Κάιντα, Μπόκο Χαράμ, Ταλιμπάν κτλ.,
όλοι αυτοί λοιπόν, εκατομμύρια άνθρωποι, δικαιολογημένα ονειρεύονται την
Ευρώπη.
Δικαιολογημένα ονειρεύονται δηλαδή αυτό που νομίζουν πως είναι η Ευρώπη, βασισμένοι στις πληροφορίες του Ιντερνετ, αλλά και αυτό που η ίδια η Ευρώπη υποκρίνεται πως είναι: ένας κόσμος ανοχής και ανοιχτοσύνης, ελευθερίας, εργασιακών και πολιτικών δικαιωμάτων και βεβαίως ευμάρειας. Αλλά η Ευρώπη, παρά τον Διαφωτισμό της, και παρότι η χριστιανοσύνη της φαίνεται πως ξεπέρασε το εμπόλεμο και άκρως φανατικό στάδιό της, δεν είναι αυτό που θέλει να πιστεύει πως είναι, ούτε αυτό που δηλώνει πως είναι.
Μπορεί, για παράδειγμα, οι ποδοσφαιρικές ή μπασκετικές εθνικές ομάδες αρκετών ευρωπαϊκών χωρών να είναι χρωματικά και φυλετικά μεικτές, και να καμαρώνουν γι’ αυτό προπονητές και πρωθυπουργοί, στις πρωτεύουσες όμως και στις μεγάλες πόλεις τα γκέτο είναι φανερά ακόμα και για τους πεισματωδέστερα εθελοτυφλούντες. Εκεί στριμώχνονται οι λόγω χρώματος ή καταγωγής περιθωριοποιούμενοι. Ολοι τους αντιμετωπίζουν διαρκή καχυποψία, εχθρικότητα και πλέον και ιδεολογικοποιημένο μίσος, το οποίο αβγατίζει τα ποσοστά των νεοφασιστών και νεοναζιστών ανά την Ευρώπη. Και όλοι τους, όποια κι αν είναι τα προσόντα τους, υπολογίζονται σαν δεύτερης κατηγορίας πολίτες ακόμα κι αν έχουν αποκτήσει προ πολλού τα μαγικά «χαρτιά» για τα οποία αγωνίστηκαν οι γονείς τους, με την ελπίδα πως έτσι θα εξισωθούν, θα ταυτιστούν επιτέλους με το σύνολο, δεν θα μετρούν σαν παρακατιανοί ή σαν «διαφορετικοί», με μια σημασία προσβλητική και μειωτική γι’ αυτούς.
Στις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης, τα τείχη (κοινωνικά, ταξικά, εθνοτικά, θρησκευτικά) είναι αφανή. Και πάλι όμως παραμένουν απροσπέλαστα. Αντίθετα, τα τείχη που χωρίζουν τη μια χώρα από τη διπλανή της σαν προκαταβολή ή σύμβολο των τειχών που θα ήθελαν πολλοί να υψώσουν για να χωρίσουν την Ευρώπη όλη από την Ασία και την Αφρική, ηπείρους «απολίτιστες», έπαψαν να είναι και αυτά αφανή, συνοριακές γραμμές αόρατες, ή «υλοποιημένες» στη μορφή ενός τελωνειακού σταθμού. Κατασκευάζοντας έναν ύπουλο εχθρό κι έναν άμεσο, σοβαρότατο κίνδυνο (εχθρός οι εξωευρωπαίοι, και ειδικά Αφρικανοί και Ασιάτες, και κίνδυνος ο εξισλαμισμός), ορισμένοι Ευρωπαίοι πολιτικοί, που πολύ θα ‘θελαν να υπολογίζονται σαν ηγέτες αλλά είναι απλώς αναλώσιμοι, ή και ενεργούμενα ισχυροτέρων, αποφάσισαν να κατασκευάσουν και τείχη από πέτρες, σίδερα, αγκαθωτά σύρματα, ενίοτε ηλεκτροφόρα. Για να προστατεύσουν την πολιτισμική τιμή της ηπείρου τους και τη θρησκευτική της ακεραιότητα, φέρονται σαν να βρίσκονται ήδη εγκλωβισμένοι όλοι οι Ευρωπαίοι μέσα σε μια νέα Βιέννη. Απέξω, μοχθηροί, και βέβαια πάνοπλοι, παρά τη μεταμφίεσή τους σε αγαθούς, βασανισμένους πρόσφυγες, οι εχθροί άρχισαν ήδη την πολιορκία. Στόχος τους να καταφέρουν επιτέλους ό,τι δεν κατάφεραν το 1529 οι «πρόγονοί τους», αφού, εκκωφαντικά ανιστόρητοι, τους βλέπουμε όλους σαν απογόνους των Τούρκων· ακόμα και τους χριστιανούς πρόσφυγες ή τους Κούρδους, και μάλιστα της φυλής των υπό αφανισμό «ειδωλολατρών» Γεζίντι.
Κατασκευάζουμε λοιπόν έναν φαντασιακό πόλεμο θρησκειών (η δική μας βεβαίως η ευγενέστερη) και πολιτισμών (ο δικός μας βεβαίως ο υπέρτερος), όταν ο μόνος πόλεμος που γίνεται μπροστά στα μάτια μας είναι των αδύναμων, ξεριζωμένων ανθρώπων με την Ανάγκη και για την Επιβίωση. Στο μυαλό μας, που παραχωρεί όλο και περισσότερα φαιά κύτταρά του σε φαιές αντιλήψεις, μισαλλόδοξες, ξενοφοβικές, ακόμα και ρατσιστικές, οι πρόσφυγες δεν είναι άμαχοι εν κινδύνω. Δεν είναι θύματα συρράξεων, για την έκρηξη των οποίων η ευρωπαϊκή ευθύνη κάθε άλλο παρά μικρή είναι. Είναι όργανα, πιθανότατα μίσθαρνα, ενός σχεδίου που αποσκοπεί στον σταδιακό εξισλαμισμό της Ευρώπης. Αν αυτά τα διέδιδαν μόνο οι ημεδαποί ακροδεξιοί παντός κομματικού χρωματισμού (από το σκοτεινό μαύρο έως το μπλεδάκι), θα λέγαμε ότι πρόκειται απλώς για ανοησίες περιορισμένης εμβέλειας. Και κάπως θα ησυχάζαμε. Τα ίδια όμως πιστεύουν, ισχυρίζονται και διακινούν (και διά των δηλητηριωδών πλέον «μέσων κοινωνικής δικτύωσης», που ανακαλύπτουν εκατό βιασμούς ημερησίως, από «σκουρόχρωμους» πάντα) και «στας Ευρώπας», όπως λέγαμε παλιότερα. Πρωθυπουργοί, κομματάρχες, ιεράρχες (εδώ οι δικοί μας έχουν επιτέλους τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αφήνοντας τον Πάπα στα αφελή κηρύγματά του), διανοούμενοι-θλιβερά απομεινάρια των μια φορά κι έναν καιρό Νέων Φιλοσόφων της Γαλλίας, στρατιωτικοί, μέσα ενημέρωσης και διαστρέβλωσης, σπεσιαλίστες του κιτρινοτουιτερισμού, κατασκευάζουν μια εικόνα του άλλου (που προσφυγεύει από βαριά ανάγκη και όχι από μόδα ή χαζοχαρούμενη διάθεση) ακριβώς όπως δεν είναι και όπως δεν θέλει να είναι: δειλός (αλλιώς «θα καθόταν στην πατρίδα του να πολεμήσει»), δόλιος, θρησκειοφανατικός, προπολιτισμικός, ένα άθυρμα στα χέρια και τη βουλή σκοτεινών αντιευρωπαϊκών κέντρων.
Δεν είναι βεβαίως μόνο αυτοί η Ευρώπη. Οπως δεν είναι η Ελλάδα μόνο οι μανιώδεις της ξενηλασίας. Υπάρχουν σε κάθε χώρα φωνές καθαρές και φιλόξενες. Οπως υπάρχουν και δομές αλληλεγγύης (δεν συμπεριλαμβάνω στους αλληλέγγυους τους επαγγελματίες της τηλεοπτικής «φιλανθρωπίας» ούτε όσους καπηλεύονται την αγωνία των προσφύγων για να επιδοθούν στα δικά τους «επαναστατικά» παιχνιδάκια).
Δεν φαίνεται να αρκούν όμως οι φωνές αυτές για να γκρεμίσουν, συντονιζόμενες, τα ευρωπαϊκά τείχη, όπως άλλοτε οι σάλπιγγες τα τείχη που προστάτευαν την Ιεριχώ. Γι’ αυτό και μια Ευρωπαϊκή Ενωση που, σύμφωνα με τη Γιούροστατ, το 2014 έδωσε περίπου 1.000.000 άδειες παραμονής (302.772 σε Ουκρανούς, 169.657 σε Κινέζους κ.ο.κ.), αδυνατεί τώρα να δεχτεί τους 50.000 εγκλωβισμένους στην Ελλάδα. Δεν αδυνατεί. Απλώς δεν θέλει.
Δικαιολογημένα ονειρεύονται δηλαδή αυτό που νομίζουν πως είναι η Ευρώπη, βασισμένοι στις πληροφορίες του Ιντερνετ, αλλά και αυτό που η ίδια η Ευρώπη υποκρίνεται πως είναι: ένας κόσμος ανοχής και ανοιχτοσύνης, ελευθερίας, εργασιακών και πολιτικών δικαιωμάτων και βεβαίως ευμάρειας. Αλλά η Ευρώπη, παρά τον Διαφωτισμό της, και παρότι η χριστιανοσύνη της φαίνεται πως ξεπέρασε το εμπόλεμο και άκρως φανατικό στάδιό της, δεν είναι αυτό που θέλει να πιστεύει πως είναι, ούτε αυτό που δηλώνει πως είναι.
Μπορεί, για παράδειγμα, οι ποδοσφαιρικές ή μπασκετικές εθνικές ομάδες αρκετών ευρωπαϊκών χωρών να είναι χρωματικά και φυλετικά μεικτές, και να καμαρώνουν γι’ αυτό προπονητές και πρωθυπουργοί, στις πρωτεύουσες όμως και στις μεγάλες πόλεις τα γκέτο είναι φανερά ακόμα και για τους πεισματωδέστερα εθελοτυφλούντες. Εκεί στριμώχνονται οι λόγω χρώματος ή καταγωγής περιθωριοποιούμενοι. Ολοι τους αντιμετωπίζουν διαρκή καχυποψία, εχθρικότητα και πλέον και ιδεολογικοποιημένο μίσος, το οποίο αβγατίζει τα ποσοστά των νεοφασιστών και νεοναζιστών ανά την Ευρώπη. Και όλοι τους, όποια κι αν είναι τα προσόντα τους, υπολογίζονται σαν δεύτερης κατηγορίας πολίτες ακόμα κι αν έχουν αποκτήσει προ πολλού τα μαγικά «χαρτιά» για τα οποία αγωνίστηκαν οι γονείς τους, με την ελπίδα πως έτσι θα εξισωθούν, θα ταυτιστούν επιτέλους με το σύνολο, δεν θα μετρούν σαν παρακατιανοί ή σαν «διαφορετικοί», με μια σημασία προσβλητική και μειωτική γι’ αυτούς.
Στις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης, τα τείχη (κοινωνικά, ταξικά, εθνοτικά, θρησκευτικά) είναι αφανή. Και πάλι όμως παραμένουν απροσπέλαστα. Αντίθετα, τα τείχη που χωρίζουν τη μια χώρα από τη διπλανή της σαν προκαταβολή ή σύμβολο των τειχών που θα ήθελαν πολλοί να υψώσουν για να χωρίσουν την Ευρώπη όλη από την Ασία και την Αφρική, ηπείρους «απολίτιστες», έπαψαν να είναι και αυτά αφανή, συνοριακές γραμμές αόρατες, ή «υλοποιημένες» στη μορφή ενός τελωνειακού σταθμού. Κατασκευάζοντας έναν ύπουλο εχθρό κι έναν άμεσο, σοβαρότατο κίνδυνο (εχθρός οι εξωευρωπαίοι, και ειδικά Αφρικανοί και Ασιάτες, και κίνδυνος ο εξισλαμισμός), ορισμένοι Ευρωπαίοι πολιτικοί, που πολύ θα ‘θελαν να υπολογίζονται σαν ηγέτες αλλά είναι απλώς αναλώσιμοι, ή και ενεργούμενα ισχυροτέρων, αποφάσισαν να κατασκευάσουν και τείχη από πέτρες, σίδερα, αγκαθωτά σύρματα, ενίοτε ηλεκτροφόρα. Για να προστατεύσουν την πολιτισμική τιμή της ηπείρου τους και τη θρησκευτική της ακεραιότητα, φέρονται σαν να βρίσκονται ήδη εγκλωβισμένοι όλοι οι Ευρωπαίοι μέσα σε μια νέα Βιέννη. Απέξω, μοχθηροί, και βέβαια πάνοπλοι, παρά τη μεταμφίεσή τους σε αγαθούς, βασανισμένους πρόσφυγες, οι εχθροί άρχισαν ήδη την πολιορκία. Στόχος τους να καταφέρουν επιτέλους ό,τι δεν κατάφεραν το 1529 οι «πρόγονοί τους», αφού, εκκωφαντικά ανιστόρητοι, τους βλέπουμε όλους σαν απογόνους των Τούρκων· ακόμα και τους χριστιανούς πρόσφυγες ή τους Κούρδους, και μάλιστα της φυλής των υπό αφανισμό «ειδωλολατρών» Γεζίντι.
Κατασκευάζουμε λοιπόν έναν φαντασιακό πόλεμο θρησκειών (η δική μας βεβαίως η ευγενέστερη) και πολιτισμών (ο δικός μας βεβαίως ο υπέρτερος), όταν ο μόνος πόλεμος που γίνεται μπροστά στα μάτια μας είναι των αδύναμων, ξεριζωμένων ανθρώπων με την Ανάγκη και για την Επιβίωση. Στο μυαλό μας, που παραχωρεί όλο και περισσότερα φαιά κύτταρά του σε φαιές αντιλήψεις, μισαλλόδοξες, ξενοφοβικές, ακόμα και ρατσιστικές, οι πρόσφυγες δεν είναι άμαχοι εν κινδύνω. Δεν είναι θύματα συρράξεων, για την έκρηξη των οποίων η ευρωπαϊκή ευθύνη κάθε άλλο παρά μικρή είναι. Είναι όργανα, πιθανότατα μίσθαρνα, ενός σχεδίου που αποσκοπεί στον σταδιακό εξισλαμισμό της Ευρώπης. Αν αυτά τα διέδιδαν μόνο οι ημεδαποί ακροδεξιοί παντός κομματικού χρωματισμού (από το σκοτεινό μαύρο έως το μπλεδάκι), θα λέγαμε ότι πρόκειται απλώς για ανοησίες περιορισμένης εμβέλειας. Και κάπως θα ησυχάζαμε. Τα ίδια όμως πιστεύουν, ισχυρίζονται και διακινούν (και διά των δηλητηριωδών πλέον «μέσων κοινωνικής δικτύωσης», που ανακαλύπτουν εκατό βιασμούς ημερησίως, από «σκουρόχρωμους» πάντα) και «στας Ευρώπας», όπως λέγαμε παλιότερα. Πρωθυπουργοί, κομματάρχες, ιεράρχες (εδώ οι δικοί μας έχουν επιτέλους τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αφήνοντας τον Πάπα στα αφελή κηρύγματά του), διανοούμενοι-θλιβερά απομεινάρια των μια φορά κι έναν καιρό Νέων Φιλοσόφων της Γαλλίας, στρατιωτικοί, μέσα ενημέρωσης και διαστρέβλωσης, σπεσιαλίστες του κιτρινοτουιτερισμού, κατασκευάζουν μια εικόνα του άλλου (που προσφυγεύει από βαριά ανάγκη και όχι από μόδα ή χαζοχαρούμενη διάθεση) ακριβώς όπως δεν είναι και όπως δεν θέλει να είναι: δειλός (αλλιώς «θα καθόταν στην πατρίδα του να πολεμήσει»), δόλιος, θρησκειοφανατικός, προπολιτισμικός, ένα άθυρμα στα χέρια και τη βουλή σκοτεινών αντιευρωπαϊκών κέντρων.
Δεν είναι βεβαίως μόνο αυτοί η Ευρώπη. Οπως δεν είναι η Ελλάδα μόνο οι μανιώδεις της ξενηλασίας. Υπάρχουν σε κάθε χώρα φωνές καθαρές και φιλόξενες. Οπως υπάρχουν και δομές αλληλεγγύης (δεν συμπεριλαμβάνω στους αλληλέγγυους τους επαγγελματίες της τηλεοπτικής «φιλανθρωπίας» ούτε όσους καπηλεύονται την αγωνία των προσφύγων για να επιδοθούν στα δικά τους «επαναστατικά» παιχνιδάκια).
Δεν φαίνεται να αρκούν όμως οι φωνές αυτές για να γκρεμίσουν, συντονιζόμενες, τα ευρωπαϊκά τείχη, όπως άλλοτε οι σάλπιγγες τα τείχη που προστάτευαν την Ιεριχώ. Γι’ αυτό και μια Ευρωπαϊκή Ενωση που, σύμφωνα με τη Γιούροστατ, το 2014 έδωσε περίπου 1.000.000 άδειες παραμονής (302.772 σε Ουκρανούς, 169.657 σε Κινέζους κ.ο.κ.), αδυνατεί τώρα να δεχτεί τους 50.000 εγκλωβισμένους στην Ελλάδα. Δεν αδυνατεί. Απλώς δεν θέλει.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου