«Αγαπητέ Άγιε Βασίλη, φέτος δε θα ζητήσω κάτι μόνο για μένα αλλά για όλη την οικογένεια μου. Θέλω αυτό το ξεχωριστό άτομο που θα λείπει και φέτος από το τραπέζι μας, να χτυπήσει την πόρτα, να μπει και να γεμίσει με χαρά όλο το σπίτι έστω για λίγο. Μετά μπορείς να τον επιστρέψεις πίσω στον ουρανό μαζί με το χαμόγελό μας..» Αυτό το γράμμα έγραψε στον Άγιο Βασίλη η Άννα τα φετινά Χριστούγεννα. Και ας γνώριζε πως δεν υπάρχει στα αλήθεια Άγιος Βασίλης…Και ας ήταν δεκαέξι χρονών.. Γιατί της έλειπε το στήριγμα της, ο βασιλίας της, ο μπαμπάς της. Άλλη μια χρονιά θα περνούσε και μία θέση θα ήταν άδεια στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Οι στιγμές που κάποτε την έκαναν να δυσανασχετούσε της λείπουν, αφού είχε γίνει θρύψαλα μέσα της. Κάθε παραμονή Χριστουγέννων έμενε απορροφημένη στον υπολογιστή της και στις ακατάσχετες συζητήσεις με τις φίλες της και εκείνος μπαίνοντας στο δωμάτιό της με ένα παιχνιδιάρικο ύφος τη μάλωνε. Τώρα όμως είναι διαφορετικά, τη βλέπει από τον ουρανό αλλά δε μπορεί να της μιλήσει.. Και φέτος πήγε στο παγοδρόμιο και βλέποντας τα παιδιά να παίζουν και να γελούν με τους μπαμπάδες τους, θυμήθηκε το δικό της μπαμπά που ανησυχούσε καθώς γελούσαν μην έχει χτυπήσει. Πήρε δώρα για όλους εκτός από αυτόν, του οποίου το δώρο τη δυσκόλευε πιο πολύ από όλα γιατί ήθελε να του πάρει το καλύτερο και πιο μοναδικό δώρο που θα το θυμόταν για πάντα και ας τη μάλωνε που κατανάλωνε όλα τα χρήματα της για χάρη του. Τη φετινή χρόνια αποφάσισε η μητέρα της να στολίσει και καθώς κοίταζε η Άννα την κορυφή του δέντρου θυμήθηκε εκείνον που τη βοηθούσε και την τοποθετούσαν μαζί. Και η κορυφή τα φετινά Χριστούγεννα έμεινε άδεια.. Ούτε δώρα δεν αντάλλαξαν για άλλη μια χρονιά με αυτό το υπέροχο τελετουργικό γιατί δεν ήταν πια στη ζωή αυτός που της έλεγε να κάνει υπομονή για να πάει η ώρα δώδεκα τα μεσάνυχτα. Τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες έμειναν ανέγγιχτοι αφού μόνο εκείνος τα έτρωγε και όταν πήγαινε εκείνη να φάει τη μάλωνε. Έτσι κάθε φορά εδώ και πέρα που πήγαινε να φάει θυμόταν το βλέμμα του και δεν έτρωγε. Από τα πρώτα Χριστούγεννα που γεννήθηκε της τραγουδούσε κάθε Χριστούγεννα πως το μόνο που ήθελε για τα Χριστούγεννα ήταν εκείνη και πως δεν τον ένοιαζαν τα δώρα κάτω από το δέντρο και λόγω της μεγάλης αγάπης που του έχει είχε γίνει το αγαπημένο της τραγούδι. Όμως τώρα δεν αντέχει να το ακούει γιατί δεν αντέχει και δε μπορεί να αποδεχτεί πως ο χρόνος κυλάει, κάθε Χριστούγεννα περνάνε και δεν θα ξανακούσει τη φωνή του να το τραγουδάει γιατί είναι κάπου μακριά, κάπου ψηλά και την προσέχει. Δεν καταλάβαινε μέχρι τότε πόσο σημαντικές ήταν αυτές οι στιγμές μέχρι που τις έχασε για πάντα και τώρα έχουν γίνει ανεκτίμητες στο νου και την καρδία της.
Γι’αυτό εμείς οι νέοι δεν πρέπει να παραπονιόμαστε επειδή κάθε Χριστούγεννα στολίζουμε με την οικογένειά μας το δέντρο με τον ίδιο τρόπο, την ίδια μέρα και στο ίδιο μέρος. Δεν πρέπει να αγανακτούμε εξαιτίας του οικογενειακού τραπεζιού τη στιγμή που όλοι οι συγγενείς ανακαλούσαν στη μνήμη τους τις δικές τους χαρούμενες και ανέμελες εποχές. Μη θυμώνετε στους γονείς σας γιατί θέλουν να καθίσετε μαζί τους την ημέρα το Χριστουγέννων, να γευτείτε λιχουδιές και να χορέψετε το «τρίγωνα κάλαντα». Οι στιγμές που φαντάζουν τώρα τόσο απλές και τόσο δεδομένες σε λίγα χρόνια θα είναι από τις πιο ευχάριστες και σημαντικές ολόκληρης της ζωής μας. Μην αναγκαστείτε να τις χάσετε για να τις ζητήσετε και να τις εκτιμήσετε.. Και εσύ που η μαμά σου θέλει για άλλη μια χρονιά να τη βοηθήσεις να φτιάξει τα γλυκά μην της γκρινιάξεις ούτε να τη μαλώσεις. Αγκάλιασέ την, φιλησέ τη και υποσχέσου της πως θα φτιάξετε τα πάντα μαζί!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου