Η “Λογική” και το “Συναίσθημα” είναι δύο θεμελιακά αντικρουόμενες έννοιες. Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, είναι η υπεροχή του ενός έναντι του άλλου και αντίστροφα.
Κατά τη γνώμη μου, αν αποδεχτούμε αυτή τη πρόκληση, είμαστε εξ αρχής χαμένοι και αυτό γιατί ακριβώς έχουμε πιστέψει τυφλά ή αλλιώς “θεμελιακά” -όπως πολλοί άκριτα συμφωνήσατε παραπάνω-, ότι οι δύο αυτές έννοιες πρέπει να αντιτίθενται.
Είναι στη φύση μας να κατηγορούμε τις συνθήκες και τις περιστάσεις της ζωής μας για αυτό που οι ίδιοι είμαστε. Πρακτικά, μέσω αυτού υποδηλώνεται η αδυναμία ανάληψης ευθύνης για τον εαυτό μας, καθώς και η οικειοθελής παραχώρησης της δυνατότητας που υπάρχει, ώστε να δημιουργηθούν και να καλλιεργηθούν εύφορα εδάφη, ακόμα κι όταν είναι -φαινομενικά- άγονα.
Η δειλία και η απουσία πρωτοβουλίας καθορίζει τη δυνατότητα δράσης μας και μας ακολουθεί σε όλες τις πτυχές της ζωής μας.
Το κακό είναι ότι αυτή η αδράνεια έχει διαποτιστεί και εντυπωθεί στο υποσυνείδητό μας τόσο βαθιά, που θεωρούμε δεδομένη την υποταγή της λογικής μας, απέναντι σε ένα “έντονο” συναίσθημα. Με αυτό το τρόπο, απλώς δικαιολογούμε επιλογές και αποφάσεις που δεν απέβησαν ορθές και αντί να αναλογιστούμε τα αίτια και την ελλιπή προσπάθεια λογικού συλλογισμού, ρίχνουμε όλη την ευθύνη στο συναίσθημα, λες και είναι κάτι έξω από εμάς και πέρα από την εμβέλεια ελέγχου μας.
Σαφώς και είναι βέβαιο πως δε μπορούμε να ελέγξουμε τα πάντα γύρω μας, ούτε να αποτρέψουμε μη αναστρέψιμες καταστάσεις, επειδή “έτσι θέλουμε”, αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρέπει να αφήσουμε στη τύχη το γεγονός ότι μπορούμε να διαλέξουμε το πώς θέλουμε να νιώσουμε απέναντί τους.
Καθετί που αξίζει και θέλουμε να διαρκέσει, αποκτάται μέσα από οργανωμένη προσπάθεια και απαιτεί αφοσίωση και υπομονή, γιατί οι καρποί της είναι ένας μακροπρόθεσμος στόχος που θα μετατραπεί σε μια σταθερή κατάσταση.
Επομένως, η “αποτοξίνωσή” μας από μερικούς ανθεκτικούς μύθους που συνωμοτούν ενάντια στην ατομική υπευθυνότητα, επιτυγχάνεται μέσα από μια διαδικασία σκέψης,η οποία θα αναδείξει εν τέλει τη προσωπική ικανότητά μας να αποκτήσουμε αυτοέλεγχο και να αναγνωρίσουμε ότι τα συναισθήματα δεν είναι απλώς κάποιες συγκινήσεις που αισθανόμαστε, αλλά αντιδράσεις που διαλέγουμε να επιδείξουμε.
Έτσι, θα φτάσουμε στο σημείο να καταρρίψουμε τη τετριμμένη φράση, ότι δεν είμαστε υπεύθυνοι για τα συναισθήματά μας, η οποία είναι απλά μια μοιρολατρική δήλωση.
Έχουμε συνηθίσει να εναποθέτουμε ελπίδες και να καταλογίζουμε ευθύνες σε όλους και όλα, προσπαθώντας να κρυφτούμε από τον εαυτό μας, γιατί φοβόμαστε να τον εκθέσουμε, σε περίπτωση που συνειδητοποιήσουμε πόσο σαθρός είναι ο τρόπος που σκεφτόμαστε.
Για παράδειγμα, πιστεύουμε ότι κάποιος ή κάτι μας δημιουργεί ένα συναίσθημα, είτε ευχάριστο είτε δυσάρεστο, αλλά αυτό είναι απλά μια διαστρεβλωμένη αποτύπωση της πραγματικότητας.
Αντιθέτως, εμείς δημιουργούμε τη φύση του συναισθήματος, αναλόγως τη σκοπιά από την οποία βλέπουμε και σκεφτόμαστε για το εκάστοτε πρόσωπο ή κατάσταση.
Το συναίσθημα είναι μια σωματική αντίδραση σε μία σκέψη. Όλα τα παραπάνω, λοιπόν, συνοψίζονται επαγωγικά στο ότι εφόσον ελέγχουμε τις σκέψεις μας και τα συναισθήματα προέρχονται από αυτές, τότε είμαστε ικανοί να ελέγχουμε και τα συναισθήματά μας, μέσω της επεξεργασίας σκέψεων που προηγούνται αυτών.
Φαίνεται πολύπλοκο, αλλά στη πραγματικότητα είναι πολύ απλό.