Της Μαρίας-Ντανιέλα Μαρούδα *
Οι τελευταίες αποφάσεις του Διεθνούς
Ποινικού Δικαστηρίου της Ρουάντα δυναμίτης στα θεμέλια της ποινικής
Δικαιοσύνης όποια κι είναι η τύχη τους.
Χθες, 29.9.2014 το Εφετείο του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου
για τη Ρουάντα εξέδωσε αποφάσεις για τρείς κατηγορούμενους για τη
γενοκτονία στη Ρουάντα, το 1994 επιβεβαιώνοντας τις κατηγορίες σε βάρος
τους, με ποινές σόβιας φυλάκισης. Οι περισσότεροι βρίσκονται ήδη στη
φυλακή 12 χρόνια. Τόσα κράτησε η δίκη. Με αγωνία ανέμεναν την απόφαση
ανάμεσά τους και ένας από την ομάδα των συνηγόρων, ο Philippe
Larochelle, που το καλοκαίρι φιλοξένησα στην Κρήτη και με την ευκαιρία
μίλησε σε φοιτητές μας για τα παράλογα μιας δίκης, που αποτελεί δυναμίτη
στα θεμέλια της διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης.
Πρόκειται για τη δίκη που καλείται για συντομία
Κυβέρνηση ΙΙ, με κατηγορούμενους πρώην υπουργούς ή στελέχη του στρατού
της Ρουάντας για την συμμετοχή τους στη γενοκτονία 800.000 Τούτσι και
μετριοπαθών Χούτου μέσα σε λίγους μήνες το Απρίλιο-Ιούλιο 1994 στη
Ρουάντα. Αρκετοί έχουν μέχρι σήμερα αθωωθεί. Ένας, μάλιστα από τους
κατηγορούμενους, της ομάδας υπεράσπισης του Philippe, αθωώθηκε οριστικά
το 2011. Πρόκειται για τον Jérome Bicamumpaka, ο οποίος διετέλεσε για
λίγους μήνες υπουργός Εξωτερικών της Ρουάντα το 1994, μέλος μιας
κυβέρνησης εθνικής ενότητας, που αποτελούνταν από Χούτου, που ήταν στην
πλειοψηφία τους μετριοπαθείς επιδιώκοντας ειρηνική αλλαγή και
συμφιλίωση. Είχε ορκιστεί 2 μήνες πριν τη γενοκτονία, ενώ την κρίσιμη
περίοδο που του απέδιδαν συγκεκριμένα εγκλήματα, απουσίαζε -σύμφωνα με
σφραγίδες στο διαβατήριό του – σε διεθνείς διασκέψεις. Ο λόγος του ήταν
πάντοτε μετριοπαθής εντούτοις κανένας δεν συζήτησε σοβαρά για πολλά
χρόνια το ενδεχόμενο να μην είναι υπαίτιος για τη γενοκτονία. Οι
περισσότεροι μάρτυρες της δίκης – ανώνυμοι για λόγους προστασίας τους –
βρέθηκε αργότερα ότι είχαν ψευδομαρτυρήσει σε τουλάχιστον 50 υποθέσεις
γενοκτονίας σε ολόκληρο τον κόσμο. Παρόλα αυτά, η υπόθεσή του
εκδικάσθηκε από κοινού με άλλες, που ολοκληρώθηκαν μόλις χθες. Τα 12
αυτά χρόνια, η ζωή του διαλύθηκε για πάντα. Πριν λίγες ώρες το Κιγκάλι,
πρωτεύουσα της Ρουάντα δήλωσε ότι θα αποδεχθεί όλες τις αθωωτικές
αποφάσεις του Δικαστηρίου, όσο κι αν κάποιοι στη Ρουάντα τις θεωρούν
άδικες, σε μια προσπάθεια να πείσει ότι το καθεστώς έχει αλλάξει. Αλλά
μετά από 20 χρόνια απουσίας, και την οικογένειά τους στο εξωτερικό για
λόγους προστασίας, τι τους περιμένει, αλήθεια, εκεί; Ότι κι αν γίνει
στις επόμενες δίκες, έλεγε ο Philippe, «τι σημασία έχει για τους ίδιους,
μετά από τόσα χρόνια σε φυλακή και απομόνωσης; Παλεύουμε για μια
υποσημείωση σε βιβλία σας». Πικρό αλλά αληθινό.
Όλο αυτό το παράλογο του συστήματος αποκαλύπτει η
τύχη όσων έχουν ήδη αθωωθεί. Ο Justin Mugenzi Υπουργός τότε Εμπορίου,
είναι κι αυπός από τους κατηγορούμενους που αθωώθηκαν το 2013, αφού το
Δικαστήριο έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ο ρόλος τους στην γενοκτονία της
Ρουάντα το 1994. Όμως, όλους αυτούς τους μήνες παραμένει σε ένα σπίτι
στην Αρούσα (την έδρα του Δικαστηρίου) διότι, ενώ η οικογένειά του
(γυναίκα και 8 παιδιά) είναι όλοι Βέλγοι υπήκοοι, ο ίδιος δεν μπορέι να
πάρει βίζα, ούτε καν να τους επισκεφτεί. Τι κι αν αθωώθηκε. Τι κι αν
πέρασε 10 χρόνια της ζωής του – άδικα – σε ένα κελί εκεί; Δεν έχει που
να πάει.
Στη Ρουάντα κινδυνεύει γιατί το σημερινό καθεστώς
(οι αντάρτες του 1994) φρόντισε έξυπνα να εξοντώσει – πολιτικά – όλους
τους πολιτικούς του αντιπάλους κατηγορώντας όλους όσους ήταν πιο
μετριοπαθείς για γενοκτονία. Θυμίζω ότι την εποχή εκείνη, όποιος είχε
προβλήματα με τον γείτονά του, μια οποιαδήποτε διαφωνία, με μια
καταγγελία για γενοκτονία, τον έκλεινε για πάντα στη φυλακή περιμένοντας
μια δίκη που δεν ερχόταν ποτέ.
Παράλογο είναι ακόμη ότι όταν όλοι εμείς
αγωνιζόμασταν για το τέλος του ατιμώρητου για τόσο σοβαρά εγκλήματα την
δεκαετία του 1990 και για τα νέα διεθνή ποινικά δικαστήρια που έκαναν
την αλλαγή εφικτή, δεν είχαμε ούτε για μια στιγμή φανταστεί ότι όσοι
αθωώνονταν δεν θα είχαν που να πάνε. Ποιος θα εμπιστευτεί ξανά τέτοια
δικαστήρια που δεν φροντίζουν παρά μόνο για όσους καταδικάζονται; Ποιος
μάρτυρας θα καταθέτει πια σε τέτοιες δίκες; Πώς είναι δυνατόν να
θεωρείται ένα σύστημα δίκαιο εάν το δικαστήριο μεριμνά μόνο με συμφωνίες
για όσους καταδικάζονται (που εκτίονται οι ποινές φυλάκισης) αλλά δεν
φροντίζει γα όσους αθωώνονται; Ούτε αποζημίωση προβλέπεται για τόσα
χρόνια φυλακής και απομόνωσης, ούτε προγράμματα επανένταξης και
συμφωνίες με χώρες όπως το Βέλγιο ώστε να μην αρνούνται αναίτια
θεωρήσεις στο έδαφός τους.
Δεκα άνθρωποι αθώθωθηκαν από το 2001. Με μια
μικρή βαλίτσα. Σε ένα πεζοδρόμιο της Τανζανίας. Χωρίς χρήματα. Τότε το
Δικαστήριο σκέφτηκε την προσωρινή λύση ενός σπιτιού, σαν αυτό που μένει
ακόμη ο Mugenzi, που θεωρείται ασφαλές αλλά ουσιαστικά είναι σαν φυλακή.
Έξι από αυτούς τα κατάφεραν και βρίσκονται ήδη στη Γαλλία, Ελβετία και
την Ιταλία. Ένας έπεισε, στις 17 Σεπτεμβρίου, πριν λίγες μέρες και το
Βέλγιο να τον δεχθεί. Αλλά οι τέσσερις που μένουν ακόμη εκεί είναι
απελπισμένοι. Η Τανζανία ανέχεται την παρουσία τους εκεί, ενώ τα Η.Ε.
παρέχουν 24ωρη φύλαξη. Δεν βγαίνουν σχεδόν ποτέ έξω ενώ μπορούν, μην
έχοντας δικαίωμα εργασίας, ούτε χρήματα. Κοστίζουν, εξάλλου, στα Η.Ε.
1500 δολλάρια – έκαστος – τον μήνα.
Παράλογο, απαράδεκτο, αποκαρδιωτικό
Αλλά και καμία άλλη χώρα δεν τους δέχεται ως
πρόσφυγες. Σε όλες τις φόρμες που συμπληρώνουν αιτούντες άσυλο σε
ολόκληρο τον κόσμο, η πρώτη ερώτηση που καλούνται να απαντήσουν είναι
εάν έχουν κατηγορηθεί για εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της
ανθρωπότητας ή γενοκτονία. Βλέπετε η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους
πρόσφυγες χρησιμοποιήθηκε από Ναζί κατηγορούμενους για να αποφύγουν την
τιμωρία και να ζητήσουν ασυλο στη Λατινική Αμερική και έκτοτε
απαγορεύεται σε κατηγορούμενους εγκλημάτων πολέμου να κάνουν αίτηση
ασύλου. Έτσι εξηγείται η απροθυμία χωρών όπως το Βέλγιο να τους δεχθεί.
Αλλά και άλλες αρχές των χωρών που απορρίπτουν αιτήματα ασύλου
χρησιμοποιούν ως δικαιολογία την σημερινή ρητορική κατά των μεταναστών,
υποστηρίζοντας ότι τυχόν αποδοχή τέτοιων κατηγορούμενων-έστω και άδικα ή
ανυπόστατα- μιας γενοκτονίας θα δημιουργήσει μεγαλύτερες ρωγμές στις
κοινωνίες.
Γι αυτό έπρεπε να φροντίσει το Δικαστήριο να
προστατεύσει τους αθώους με συμφωνίες που ξεπερνούν τέτοια ζητήματα.
Αλλά δεν το έκανε. Και δεν έχει πια και πολύ χρόνο, αφού το δικαστήριο
θα κλείσει ορστικά στο τέλος του χρόνου. Μετά οι τύχες όσων έχουν ή
πρόκειται να αθωωθούν αγνοούνται.
Μια μαύρη τρύπα του συστήματος δημιουργεί
απελπισία. Όχι μόνο σε ανθρώπους που κατηγορήθηκαν άδικα. Αλλά και σε
όλους εμάς που παλέψαμε για ένα σύστημα που στην πορεία φαίνεται να
αποτυγχάνει. Παταγωδώς.
* Η κ. Μαρία-Ντανιέλα Μαρούδα είναι επίκουρη καθηγήτρια Διεθνούς Δικαίου του Παντείου Πανεπιστημίου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου