Οι μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη δεν έχουν καταφέρει ακόμη
να δημιουργήσουν αρκετές θέσεις εργασίας και πολλές από αυτές που
δημιουργούνται είναι πολύ χαμηλής ποιότητας για να δώσουν ουσιαστική
ώθηση στην παγκόσμια ανάπτυξη, προειδοποιούν τρεις μεγάλοι διεθνείς
οργανισμοί, όπως αναφέρουν σε κύριο άρθρο τους οι Financial Times.
Σε κοινή έκθεση που ετοιμάστηκε για τη σύνοδο των υπουργών εργασίας
και απασχόλησης της G20 που διεξάγεται αυτή την εβδομάδα στην Αυστραλία,
η Διεθνής Ένωση Εργασίας (ILO), ο ΟΟΣΑ και η Παγκόσμια Τράπεζα (World
Bank) προειδοποιούν ότι χρειάζεται να γίνουν περισσότερα για να
δημιουργηθούν θέσεις εργασίας καλής ποιότητας τόσο στις προηγμένες, όσο
και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Προειδοποιούν ότι η απραξία
δημιουργεί κίνδυνο πολυετούς αναιμικής οικονομικής ανάπτυξης και ενός
φαύλου κύκλου που θα αποδειχθεί πολύ δύσκολο να σπάσει.
Η έλλειψη απασχόλησης και η στασιμότητα των μισθών ενισχύουν την
ανισότητα και κρατούν σε χαμηλά επίπεδα τις καταναλωτικές δαπάνες και
κατά συνέπεια την ανάπτυξη στις προηγμένες οικονομίες
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για μία παγκόσμια εργασιακή
κρίση» δήλωσε ο Nigel Twose, ανώτατο στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας
για θέματα απασχόλησης και συμπλήρωσε: «Υπάρχει έλλειψη θέσεων εργασίας
και ειδικότερα θέσεων ποιότητας».
Η έλλειψη απασχόλησης και η στασιμότητα των μισθών ενισχύουν την
ανισότητα και κρατούν σε χαμηλά επίπεδα τις καταναλωτικές δαπάνες και
κατά συνέπεια την ανάπτυξη στις προηγμένες οικονομίες, αναφέρουν οι
οικονομικοί αναλυτές της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ILO. Με αυτά τα
δεδομένα, καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολο για την G20 να πετύχει τον στόχο
ενίσχυσης του παγκόσμιου ΑΕΠ περισσότερο από 2% μέχρι το 2018.
«Πραγματικά δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού. Ο μεγαλύτερος
αριθμός θέσεων εργασίας με καλύτερους μισθούς συνεισφέρει στα εισοδήματα
των νοικοκυριών και στη συνέχεια στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης.
Όταν οι επιχειρήσεις βλέπουν ενίσχυση της ζήτησης αυξάνουν τις
επενδύσεις και έτσι δημιουργείται ένας χρηστός κύκλος» δήλωσε και η
Sandra Polanski, αναπληρώτρια γενική διευθύντρια πολιτικής του ILO.
Η έκθεση επισημαίνει τις σημαντικές δομικές προκλήσεις που
αντιμετωπίζουν οι κυβερνήσεις της G20. Η ανεργία των νέων στις
προηγμένες οικονομίες παραμένει σε ιστορικά υψηλά. Μέχρι και το 2012, οι
μακροχρόνια άνεργοι αντιστοιχούσαν στο ένα τρίτο του συνολικού αριθμού
των ανέργων στις πλούσιες οικονομίες της G20. Πριν την χρηματοοικονομική
κρίση το αντίστοιχο ποσοστό περιοριζόταν στο ένα πέμπτο. Αυτή η
σημαντική άνοδος αυξάνει τις πιθανότητες να πληγεί ανεπανόρθωτα η αγορά
εργασίας.
Παρά τη σημαντική μείωση της φτώχειας που καταγράφηκε τις
τελευταίες δεκαετίες, υπάρχουν επίσης σαφή στοιχεία που δείχνουν ότι
υπερβολικά μεγάλος αριθμός εργαζομένων στις αναδυόμενες οικονομίες
ανήκει στη νέα τάξη των εργαζόμενων φτωχών αντί να περνούν στη μεσαία
τάξη.
To 2013, 400 εκατ. άνθρωποι παρέμεναν κάτω από την γραμμή των 2
δολ/ημερησίως που έχει χαράξει η Παγκόσμια Τράπεζα για την «μέτρια
φτώχεια» στις αναδυόμενες οικονομίες της G20. Ο αριθμός έχει μειωθεί
κατά το ήμισυ από το 1991. Εάν όμως, δει κανείς μία ευρύτερη μέτρηση,
ποσοστό μεγαλύτερο του 50% του εργατικού δυναμικού των εν λόγω χωρών
– 837 εκατ. άνθρωποι- ζούσαν πέρσι κάτω ή στα όρια της γραμμής της
φτώχειας σύμφωνα με την έκθεση.
«Είναι ο υπερβολικός ο αριθμός των ανθρώπων στις αναδυόμενες
οικονομίες που ανήκουν στην τάξη των εργαζόμενων φτωχών» δήλωσε ο κ.
Twose επισημαίνοντας ότι «το πρόβλημα παραμένει σημαντικό και
εκτεταμένο» για χώρες όπως η Βραζιλία, η Κίνα, η Ινδία, η Ινδονησία και η
Νότιος Αφρική.
Η έκθεση αναφέρει ότι τα μέλη της G20 έχουν αναγνωρίσει το πρόβλημα
και πως ξεκίνησαν ειδικά προγράμματα απασχόλησης. Τα σχέδια αυτά όμως,
χρειάζεται να υλοποιηθούν συντονισμένα ώστε να δοθεί στην παγκόσμια
οικονομία η ώθηση που απαιτείται για να δημιουργηθεί ο απαιτούμενος
αριθμός θέσεων εργασίας. Η τρέχουσα ανάκαμψη παρουσιάζει κάποιες
ενδείξεις ενίσχυσης, αλλά «παραμένει αδύναμη και εύθραυστη»,
προειδοποιούν οι συντάκτες της έκθεσης, επισημαίνοντας τους κινδύνους
που εγκυμονούν.
«Η υφιστάμενη τροχιά ανάπτυξης, εάν δεν αλλάξει, δεν θα
δημιουργήσει αρκετές θέσεις εργασίας, αυξάνοντας τον κίνδυνο να
παραμείνει σημαντικό το κενό απασχόλησης, να ενισχυθεί η υποαπασχόληση
και η άτυπη απασχόληση και να συνεχιστούν οι πτωτικές πιέσεις στην
κατανάλωση, το βιοτικό επίπεδο και την παγκόσμια ζήτηση από τους
χαμηλούς μισθούς» αναφέρουν.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου