Αδαής είναι αυτός που δεν ξέρει ούτε ότι δεν ξέρει.
Το όνειρο του αδαούς
Ακολουθώντας την καθηγήτρια Μόνικα
Καβαγιέ στην ερμηνεία του Φρήντριχ Νίτσε, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι
αδαείς είναι σαν τις καμήλες που αφομοιώνουν το παρελθόν και το
κουβαλούν μέσα στο σώμα τους. Όπως το σκληροτράχηλο ζώο συσσωρεύει
τεράστιες ποσότητες νερού και τροφής για το δύσκολο ταξίδι του μέσα στην
έρημο, έτσι και ο άνθρωπος, στο ξεκίνημά του, πρέπει να μάθει να
αποθηκεύει και συμπεριφορές – μ’ άλλα λόγια, να φορτωθεί τους κανόνες
και να μάθει απ’ έξω πώς εφαρμόζονται.
Όλοι αρχίζουμε σαν καμήλες
Όλα αρχίζουν και ξαναρχίζουν,
κι εμείς αγνοούμε ακόμα και την άγνοιά μας.
κι εμείς αγνοούμε ακόμα και την άγνοιά μας.
Σ’ αυτή την αρχική περίοδο μας αρκεί να
απομνημονεύουμε (καθώς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα καλύτερο), με
δεδομένο ότι για την απομνημόνευση δεν απαιτείται ούτε να κατανοούμε,
ούτε να αξιοποιούμε το παρελθόν. Στο ξεκίνημα, δεν μαθαίνουμε να
αξιοποιούμε τίποτα. Η εμπειρία περιορίζεται στη στεγνή ανάμνηση της
μάθησης.
Για να εκμεταλλευτούμε το παρελθόν θα’
πρεπε να είμαστε ικανοί να ορίσουμε ένα αξιολογικό κριτήριο γι’ αυτούς
τους κανόνες και τις συνήθειες, κάτι που –λόγω της άγνοιάς μας–, δεν
είμαστε σε θέση να κάνουμε.
Κάθε άνθρωπος αρχίζει το πρώτο του
στάδιο ως αδαής, παρόλο που (όπως θα έλεγε ο Leon Werth… όπως αναφέρει ο
Saint-Exupery στον υπέροχο πρόλογο του Μικρού Πρίγκηπα) «ελάχιστοι το
θυμούνται»…
Πρέπει
να λέμε ναι… Να πιστεύουμε στα δεδομένα… Να τα καταπίνουμε όλα αμάσητα…
Να σκύβουμε το κεφάλι… Να δεχόμαστε να τραβάμε μπροστά όποιο κι αν
είναι το κόστος… Να ανεχόμαστε όλα τα βάρη αδιαμαρτύρητα… Να
ανταποκρινόμαστε στις προσδοκίες των άλλων… Παραμένοντας αδαείς, με το δισάκι φορτωμένο μια πληθώρα πληροφοριών – αποθήκη για το ταξίδι μας στην έρημο.
Μπορούμε να φορτωθούμε το παρελθόν αλλά
όχι και να το χρησιμοποιήσουμε ως γνώση, εφόσον δεν είμαστε ικανοί να
επεξεργαστούμε την πληροφορία που δεχόμαστε απ’ έξω. Μάλλον οκνηροί παρά
αργοί, δεν μπορούμε να αρνηθούμε τον εαυτό μας.
Έτσι, λέει η Καβαγιέ, θα έρθει η στιγμή
που θα μπορέσουμε να απολαύσουμε κάποια ικανοποίηση λέγοντας «όχι», έστω
κι, προς το παρόν, το μόνο που έχουμε είναι το «ναι» μας.
Ένα «ναι» που δεν είναι καν πολύ βαθύ,
γιατί το «ναι» ποτέ δεν μπορεί να είναι βαθύ χωρίς το «όχι»· είναι πάντα
αδύναμο και κάπως επιφανειακό. Λέμε «ναι» γιατί αυτό περιμένουν να
πούμε· είναι η συμπεριφορά που μας επιβάλλει η κοινωνία· είναι το «ναι»
του ανθρώπου που υποτάσσεται στις διαταγές του αφέντη.
[...] Για τον αδαή, η υπακοή και η τυφλή πίστη είναι πάντοτε η μοναδική επιλογή για να κερδίσει κάποια ανταμοιβή.
(Προσοχή!!! Αυτό δεν σημαίνει ότι η υπακοή ή η πίστη είναι αποκλειστικότητα των αδαών.)
(Προσοχή!!! Αυτό δεν σημαίνει ότι η υπακοή ή η πίστη είναι αποκλειστικότητα των αδαών.)
Στους αδαείς αρέσει η ειρήνη. Δεν
θέλουμε να μας ενοχλούν, δεν θέλουμε να συμβαίνει τίποτα υπερβολικά
καινούργιο στον κόσμο (γιατί το καινούργιο είναι πάντα λίγο ενοχλητικό, ή
τουλάχιστον ανησυχητικό).
Όσο ζούμε στην «Άγνοια» θα είμαστε διαρκώς εναντίον κάθε αλλαγής. Θα
νομίζουμε πως είναι επικίνδυνο και δύσκολο να επιχειρήσουμε κάτι
καινούργιο, γιατί αυτό θα μας κάνει ν’ αντιμετωπίσουμε το φόβο μας και
να γίνουμε δημιουργικοί.
Και τα δύο αυτά προϋποθέτουν δράση και
αναστάτωση, με αποτελέσματα που δεν μπορούμε να τα προβλέψουμε εξαιτίας
της ίδιας μας της άγνοιας.
Δεν είναι αλήθεια ότι νιώθουμε άνετα με το «δεν ενεργώ», ή με το «λέω πάντα ναι», ωστόσο είμαστε αρκετά βολεμένοι.
Κι αν άλλο σημαίνει «άνετος» και άλλο «βολεμένος», πάντα θα φαίνεται
πιο εύκολο, άμεσο και ευχάριστο, να βολευόμαστε σε μια δεδομένη
κατάσταση, παρά να υπομένουμε τους κόπους και τα βάσανα που αποτελούν
προϋπόθεση για την πραγματική άνεση.
Ο «θριαμβευτής αδαής»
Ο αδαής είναι πάντα ένας σκλάβος του
παρελθόντος, ένας υπηρέτης της εξουσίας, μια καμήλα που πάει όπου την
πάει ο αναβάτης της, και το μόνο μέσο που διαθέτει για να συνεχίσει να
προχωράει στο δρόμο, είναι η μνήμη.
Ένας υποταγμένος, πάντα ενεργεί με βάση τη δέσμη των πεποιθήσεων που κάποιοι άλλοι του δίδαξαν.
Τότε μόνο θα πάψει να δέχεται πιέσεις,
όταν θα έχει μετατραπεί σ’ έναν «θρίαμβο της ανιδεότητας». Τότε θα είναι
ο τέλειος αδαής, και η κοινωνία δεν θα χρειάζεται πια να κάνει τίποτα.
Όταν φτάσει κανείς σ’ αυτό το επίπεδο
«τελειότητας» –τρόπος του λέγειν–, η κοινωνία, το σχολείο και το
πανεπιστήμιο έχουν ολοκληρώσει τη δουλειά τους.
Τότε πια έχεις γίνει το αστέρι των αδαών χάρη στη βοήθεια του συνόλου (μερικές φορές και με πτυχίο και απ’ όλα –όπως κι εγώ).
Είσαι ένας αδαής με φήμη και όνομα, ή
ένας αδαής με χρήματα κι επιρροή, και μάλιστα, συχνά έχεις και λίγη
φαινομενική εξουσία (που στην πραγματικότητα είναι απόηχος μόνο των
εντολών που δίνουν πίσω από την πλάτη σου άλλοι, όντως ισχυροί, αν και
αυτό δεν σε πολυενοχλεί καθώς, προφανώς, το αγνοείς επίσης).
Η εξάρτηση των αδαών
Ζώντας μέσα στην άγνοια, αναπτύσσονται ενστικτωδώς δύο ειδικές μορφές εξάρτησης:
Ο τύπος του άνευ όρου οπαδού ⇒ που κοιτάζει άλλους αδαείς, τους ψευτο-πρωταγωνιστές, και τους λατρεύει σαν είδωλα.
Ο τύπος του Ψευτο-πρωταγωνιστή ⇒ που καλλιεργεί την ανάγκη να τον κοιτάζουν οι αδαείς της άλλης κατηγορίας.
Μορφές που αντικατοπτρίζουν εμφανώς την εξαρτημένη φύση του αδαούς.
Μια κάποια μέρα της ζωής μας, –τότε που
ήμαστε πολύ μικροί ακόμα για να καταλάβουμε τη σημασία και το νόημα των
καταστάσεων, αλλά όχι τόσο ώστε να μην καταλαβαίνουμε με σαφήνεια τον
περίγυρό μας–, αντιληφθήκαμε ότι, ολόγυρα, πολλοί ενήλικοι μας κοιτούσαν
επίμονα και συνεχώς. Λες και δεν είχαν τίποτ’ άλλο να κάνουν, αφιέρωναν
μεγάλο μέρος του χρόνου τους, αποκλειστικά για να γίνουν μάρτυρες των
κινήσεών μας – αλλά και των κινήσεων των άλλων, όπως θα ανακαλύπταμε
αργότερα έκπληκτοι.
Με τον καιρό, επίσης, συνειδητοποιήσαμε
ότι αν κάποιος σε παρατηρεί (και σε παρατηρεί… και σε παρατηρεί…), είναι
σχεδόν σίγουρο ότι στο τέλος θα σε κρίνει κιόλας. Δεν θα ήταν τίποτε
σοβαρό, ούτε θα είχε ιδιαίτερη σημασία, αν οι κριτές μας δεν ήταν
ακριβώς τα πρόσωπα που αγαπάμε, και μάλιστα οι κυρίως υπεύθυνοι των πιο
στοιχειδών αναγκών μας (όπως η τροφή και η προστασία μας).
Από το σημείο αυτό μέχρι ν’ αρχίσουμε να
νιώθουμε φόβο μην τυχόν και μας εγκαταλείψουν, μήπως μας λείψει η αγάπη
ή μήπως μείνουμε μόνοι, μας χωρίζει ένα πολύ μικρό βήμα, το οποίο
κάποτε κάναμε οι περισσότεροι από μας. Σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό,
σχεδόν όλοι ξαναβιώνουμε όταν είμαστε ενήλικοι τις δύσκολες στιγμές του
revival (επανάληψη), και υποβάλουμε εκ νέου τον εαυτό μας –ανώφελα- σ’ αυτήν την επιβαρυντική-κριτική-ελεγκτική τάση των άλλων.
Αν είσαι ηθοποιός, τραγουδιστής ή
ομιλητής, προτού εμφανιστείς μπροστά στο κοινό νιώθεις τον πανικό της
έκθεσης. Είναι ένας φόβος που δε νιώθουν μόνο οι αρχάριοι, αλλά κο αυτοί
που έχουν περάσει όλη τη ζωή τους πάνω στη σκηνή.
Όταν ανεβαίνω στο βήμα για να μιλήσω σε
κοινό, όταν δίνω εξετάσεις, όταν πηγαίνω σε μια συνέντευξη για μια θέση
εργασίας, όταν ετοιμάζομαι να ομολογήσω τον έρωτά μου σε κάποιον, με
πιάνει μεγάλη τρεμούλα· ένας μεγάλος φόβος. Κατά κάποιον τρόπο, κάτι
μέσα μου πάντα φέρνει στην επιφάνεια την ερώτηση: θα τα καταφέρω αυτή τη
φορά; Ή όχι;
Αισθάνομαι σαν πλοίο μέσα στην καταιγίδα, αντικείμενο αντί για υποκείμενο, πράγμα αντί για άνθρωπος.
Ετυμολογικά, «υποκείμενο» είναι αυτό που
υπόκειται, που βρίσκεται από κάτω, το εσωτερικό. Αυτό υποστηρίζει όλα
τα εξωτερικά, είναι το κρυφό πρόσωπο των επιφαινομένων, και ως τέτοιο
περιέχει όλες τις όψεις που μας κάνουν να είμαστε αυτό που είμαστε.
Ένα αντικείμενο, αντιθέτως, δεν κρύβει τίποτα στο εσωτερικό του.
Ένα κομμάτι μάρμαρο, λογου χάρη, είναι
απλώς και μόνο μάρμαρο, ακόμα κι αν το εκπαιδευμένο βλέμμα του γλύπτη
μπορεί να δει την ομορφά του γλυπτού που κρύβει μέσα (όμως, αυτή η
ομορφιά είναι προϊόν του υποκειμενικού βλέμματος ενός καλλιτέχνη, δεν
είναι χάρισμα της πέτρας).
Στην πολιτεία των αδαών δεν υπάρχει καμιά υποκειμενικότητα. Το κυριότερο χαρακτηριστικό των κατοίκων της είναι ότι, μέσα τους, δεν διαθέτουν τίποτα διαφορετικό απ’ αυτό που φαίνεται έξω.
Ορισμένες θρησκείς που έχουν ανάγκη από
αδαείς πιστούς, καλλιέργησαν το φόβο στους ανθρώπους, όχι όμως «άθελά
τους», λέει ο Osho. Προβάλλουν την εικόνα ενός Θεού τιμωρού, που
επαγρυπνά διαρκώς, μέρα και νύχτα. Εσύ μπορεί να κοιμάσαι, αυτός όμως
δεν κοιμάται· είναι στο κρεβάτι σου και σε παρακολουθεί. Και δεν
παρακολουθεί μόνο τι κάνεις, αλλά υποτίθεται πως παρακολουθεί ακόμα και
τα όνειρά σου· ακόμα και τις σκέψεις σου.
Δεν σου επιτρέπεται ούτε μια ιδωτική στιγμή για να είσαι εσύ, μόνος σου, χωρίς μάρτυρες.
Σου εμφυσείται η ιδέα ότι η υπακοή στους
κανόνες που υπαγορεύει η θεότητα μέσω προφητών και ιερέων είναι ο
μοναδικός τρόπος για να μην αποκοπείς από την αγέλη, κι ακόμα πως μπορεί
να τιμωρηθείς αιώνια, όχι μόνο για τις πράξεις σου, αλλά ακόμα και για
τα όνειρά σου, για τις επιθυμίες σου, για τις σκέψεις σου, μέχρι και για
τα πιο κρυφά συναισθήματά σου.
Σύμφωνα μ’ αυτές τις παράλογες
ολοκληρωτικές θέσεις, όσο αποφασίσουμε να μην υποταχτούμε άνευ όρων στην
ανόητη θεϊκή τυραννία, δεν θα το κάνουμε επειδή δεν συμφωνούμε αλλά
επειδή μας λείπει η πίστη, ή γιατί δεν έχουμε αρκετή ταπεινοφροσύνη, και
τότε… οι πληρεξούσιοι διαχειριστές των επιβραβεύσεων και των τιμωριών
θα αποφασίσουν ότι μας αξίζει να πέσουμε θύματα της οργής του Υψίστου ή
της κατάρας του ίδιου του ψευτο-προφήτη βάρδιας.
Από την άλλη, αυτή είναι η αγαπημένη
στρατηγική εκείνων που επιδιώκουν να υποβιβάσουν τους ανθρώπους σε
πράγματα. Κυρίως, όταν τα μελλοντικά θύματα δεν προβάλλουν καμία
αντίσταση στο να χρησιμοποιηθούν, και τους αρκεί να πειστούν ότι είναι
απαγορευμένο ή ντροπιαστικό να αρνηθούν την υποταγή τους στην εξουσία
που τους χειραγωγεί.
Από
κοινωνική σκοπιά, ο εν δυνάμει κίνδυνος φτάνει στα άκρα. Μια δράκα
χαρισματικοί ηγέτες, θα μπορούσαν να στρατολογήσουν στρατούς ολόκληρους
αδαών σκλάβων για να τους χρησιμοποιήσουν στην υπόλοιπη κοινωνία ως
ενάρετους ή φωτισμένους υπηρέτες ενός υψηλού κι ευγενικού σκοπού. Η
Άγνοια μεταμφιέζεται σε ταπεινοφροσύνη, πεποίθηση, τυφλή πίστη, δέσμευση
ή Θεία μετάληψη. Χειραγώγηση των αδαών για να γίνουν «φωτισμένοι»
στρατιώτες, ικανοί να σκοτώσουν και να καταστρέψουν για να σώσουν τον
κόσμο, μ’ έναν υποτιθέμενο «καλό σκοπό». (Οποιεσδήποτε ομοιότητες με
καταστάσεις που δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες των τελευταίων είκοσι
χρόνων, δυστυχώς, δεν αποτελούν απλή σύμπτωση.)
[...] Ο
αδαής παλεύει, δουλεύει, πασχίζει και εξασκείται για να καταφέρει να
επιβεβαιώσει την ταυτότητά του. Χρειάζεται κάποιον να του βάζει όρους,
κάποιον να τον διατάζει, κάποιον να του λέει κάτι ωραίο κάθε τόσο,
κάποιον να τον προσδιορίζει.
___________________________
~ Απόσπασμα από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι: “Από την άγνοια στη σοφία”, το ταξίδι της Σιμρίτι, εκδόσεις opera/animus.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου