ΤΟΛΗΣ ΧΑΡΜΑΣ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΑΡΜΑΝΤΑΣ)
1918 – 2008
(Συνθέτης – Στιχουργός – Ερμηνευτής)
Του Σάκη Πάπιστα
(Ερευνητής – Συλλέκτης – Συγγραφέας)
Ο Τόλης Χάρμας ανήκει κι αυτός στην τελευταία γενιά των μεταπολεμικών συνθετών του ρεμπέτικου, αν και η εν γένει μουσική πορεία του τον έφερε πιο κοντά στον ελαφρό, επιθεωρησιακό και θεατρικό χώρο, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1918 στο Λεωνίδιο της Κυνουρίας του νομού Αρκαδίας και ήταν το μικρότερο από τα οκτώ παιδιά του Παναγιώτη Χαρμαντά και της Ιωάννας Παπουτσή.
Ο Απόστολος πέρασε τα μαθητικά του χρόνια στο Λεωνίδιο και τελείωσε το γυμνάσιο σαν ένας από τους καλύτερους μαθητές της τάξης του. Εμφανώς επηρεασμένος από τον πατέρα του που έπαιζε λαούτο και τραγουδούσε, αλλά και από τις μουσικές της εποχής που άκουγε στα πανηγύρια και στα γραμμόφωνα, άρχισε γύρω στο 1930 να ασχολείται με την μουσική, με αφορμή ένα μαντολίνο που βρέθηκε στο σπίτι, παίζοντας αρχικά οπερέτες. Οι δύσκολες όμως οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής οδήγησαν τον νεαρό Απόστολο το 1935 στην αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης στην πρωτεύουσα. Αργότερα έμαθε κιθάρα (λέγεται πως άρχισε μαθήματα με τον Δ. Φάμπα) και έπαιζε σε χορούς «για το χαρτζιλίκι του». Έμαθε επίσης καλό μπαγλαμά και πολύ αργότερα έμαθε και μπουζούκι. Στην διάρκεια της Κατοχής, για να μη πεθάνει από την πείνα που θέριζε ιδιαίτερα την Αθήνα, έπαιζε σε ταβέρνες για ένα πιάτο φαγητό! Επαγγελματίας μουσικός έγινε το 1947 και ξεκίνησε σαν επαγγελματίας τραγουδιστής το 1948, με 8 δραχμές μεροκάματο, σ' ένα αναψυκτήριο της πλατείας Κουμουνδούρου, όπου έλεγε Χαιρόπουλο, Αττίκ, ελαφρά τραγούδια. Ύστερα από δύο χρόνια πέρασε στο λαϊκό τραγούδι.
Ο Χάρμας υπήρξε ιδιαίτερο μουσικό ταλέντο και μέχρι το τέλος της ζωής του δημιούργησε δεκάδες λαϊκών συνθέσεων, οι περισσότερες από τις οποίες έγιναν επιτυχίες και τραγουδιούνται μέχρι σήμερα. Ως στιχουργός έγραψε τους στίχους στα περισσότερα από τα τραγούδια του και σε κάποιες περιπτώσεις έντυσε με τους στίχους του και τραγούδια άλλων συνθετών.
Παντρεμένος με την Θηβαία φιλόλογο Λίτσα (Γαρυφαλιά) Ζέρβα (1917-1978), απετέλεσαν ένα ωραίο ντουέτο που έγινε γνωστό ως «Ντούο Χάρμα». Ανάδοχος του καλλιτεχνικού ονόματος του ζευγαριού υπήρξε ο γνωστός κιθαρίστας και συνθέτης Γιώργος Μαλλίδης, το καλοκαίρι του 1947.
Αργότερα, το ζεύγος Χάρμα απόκτησε δύο παιδιά, την Ιωάννα (Νανά) το 1950 και τον Αριστείδη (Άρη) το 1951, που ασχολήθηκαν και ασχολούνται με τη μουσική. Η Νανά με το τραγούδι (έχει υπέροχη λαϊκή φωνή) και ο Αριστείδης είναι κιθαρίστας.
Ο ίδιος ο Τόλης Χάρμας, σε συνέντευξή του στον συγχωρεμένο δημοσιογράφο και ραδιοφωνικό παραγωγό Πάνο Γεραμάνη, αφηγείται για τη ζωή του:
«Μόλις τελείωσα το γυμνάσιο, με προτροπή των δικών μου έφυγα για τον Πειραιά όπου έμεινα στο σπίτι ενός εύπορου θείου μου. Στην αρχή περνούσα καλά, αλλά μετά από λίγους μήνες άρχισα να νοιώθω ανασφάλεια. Ήθελα να αποκτήσω την ανεξαρτησία μου και άρχισα να ψάχνω για δουλειά. Έκανα πολλές δουλειές του ποδαριού τότε. Σερβιτόρος, λούστρος, μέχρι και επισκευαστής καζανιών στα βαπόρια έκανα για να ζήσω. Δύσκολες συνθήκες αλλά δεν το έβαζα κάτω. Η αλλαγή στην ζωή μου έγινε γύρω στα 1938 όταν γνώρισα τον Γιώργο Μουζάκη. Γίναμε φίλοι και αυτός ήταν που με βοήθησε να στραφώ στην μουσική. Μετακόμισα στο Μεταξουργείο και με κάτι οικονομίες που είχα αγόρασα μια κιθάρα. Άρχισα σιγά-σιγά να μαθαίνω τα τραγούδια της εποχής και παρέα με τον Μουζάκη (σ.σ. έπαιζε κορνέτα) και κάτι φίλους, άρχισα τις πρώτες μου δημόσιες εμφανίσεις».
...Το 1939 πήγα στρατιώτης. Με την κήρυξη του πολέμου βρέθηκα να πολεμώ στην Αλβανία, από όπου επέστρεψα το 1941 και εγκαταστάθηκα στην Αθήνα. Στην γειτονιά μου έμενε ο στιχουργός Κώστας Μάνεσης και έτυχε να γνωριστούμε. Μέσω αυτού συνάντησα και γνώρισα πολλούς δημιουργούς του ρεμπέτικου, τον Γεράσιμο Κλουβάτο, Απόστολο Χατζηχρήστο, Γιώργο Μητσάκη, Μάρκο Βαμβακάρη, Στέφανο Σπιτάμπελο, Φώτη Μιχαλόπουλο και άλλους. Από αυτούς άρχισα σιγά-σιγά να ακούω τα ρεμπέτικα. Μετά τα Δεκεμβριανά του 1944 υπηρέτησα στην εθνοφρουρά στην Θήβα. Λίγο πριν απολυθώ γνώρισα την Γαρυφαλιά Ζέρβα και λίγο αργότερα παντρευτήκαμε. Μας πάντρεψε η σπουδαία τραγουδίστρια της εποχής Κούλα Νικολαΐδου. Με την Γαρυφαλιά (Λίτσα) αποτελέσαμε αργότερα το πρώτο λαϊκό ντουέτο της εποχής, το «Ντούο Χάρμα». Δεν υπήρχαν ακόμη λαϊκά ντουέτα. Το «Τρίο Κιτάρα» βγήκε μετά από μας. Τότε ήμουν ακόμη του ελαφρού ρεπερτορίου. Άλλωστε, τα πρώτα μου ακούσματα ήταν οπερέτες. Τραγουδούσα τότε πολύ τα τραγούδια του Χρήστου Χαιρόπουλου καθώς και άλλων πολλών συνθετών του ελαφρού. Στο λαϊκό τραγούδι μπήκαμε με μεγάλο ενθουσιασμό γιατί θεώρησα ότι είχε περιεχόμενο και μέλλον. Είχε ποιότητα το λαϊκό τότε, δεν ήταν όπως τα σημερινά».
Αριστοκράτης και φινετσάτος λαϊκός καλλιτέχνης, αυτοδίδακτος, αλλά ιδιαίτερα ταλαντούχος, ήταν περιποιημένος και ντυμένος πάντα στην πέννα και είχε αρκετά στοιχεία που θυμίζανε τον Μανώλη Χιώτη.
Από το 1947 ο Τ. Χάρμας ξεκινάει μια μεγάλη καλλιτεχνική πορεία εμφανιζό-μενος αρχικά στο «Χρυσό Βαρέλι» της οδού Αγ. Μελετίου και στην συνέχεια στο «Αλκαζάρ», στον σταθμό Λαρίσης, σε μουσικές παραστάσεις «βαριετέ». Εκείνη την περίοδο γράφει και τα πρώτα του τραγούδια. Η κορύφωση της επιτυχίας έρχεται ακριβώς μετά, στο θέατρο «Σαμαρτζή».
1918 – 2008
(Συνθέτης – Στιχουργός – Ερμηνευτής)
Του Σάκη Πάπιστα
(Ερευνητής – Συλλέκτης – Συγγραφέας)
Ο Τόλης Χάρμας ανήκει κι αυτός στην τελευταία γενιά των μεταπολεμικών συνθετών του ρεμπέτικου, αν και η εν γένει μουσική πορεία του τον έφερε πιο κοντά στον ελαφρό, επιθεωρησιακό και θεατρικό χώρο, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1918 στο Λεωνίδιο της Κυνουρίας του νομού Αρκαδίας και ήταν το μικρότερο από τα οκτώ παιδιά του Παναγιώτη Χαρμαντά και της Ιωάννας Παπουτσή.
Ο Απόστολος πέρασε τα μαθητικά του χρόνια στο Λεωνίδιο και τελείωσε το γυμνάσιο σαν ένας από τους καλύτερους μαθητές της τάξης του. Εμφανώς επηρεασμένος από τον πατέρα του που έπαιζε λαούτο και τραγουδούσε, αλλά και από τις μουσικές της εποχής που άκουγε στα πανηγύρια και στα γραμμόφωνα, άρχισε γύρω στο 1930 να ασχολείται με την μουσική, με αφορμή ένα μαντολίνο που βρέθηκε στο σπίτι, παίζοντας αρχικά οπερέτες. Οι δύσκολες όμως οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής οδήγησαν τον νεαρό Απόστολο το 1935 στην αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης στην πρωτεύουσα. Αργότερα έμαθε κιθάρα (λέγεται πως άρχισε μαθήματα με τον Δ. Φάμπα) και έπαιζε σε χορούς «για το χαρτζιλίκι του». Έμαθε επίσης καλό μπαγλαμά και πολύ αργότερα έμαθε και μπουζούκι. Στην διάρκεια της Κατοχής, για να μη πεθάνει από την πείνα που θέριζε ιδιαίτερα την Αθήνα, έπαιζε σε ταβέρνες για ένα πιάτο φαγητό! Επαγγελματίας μουσικός έγινε το 1947 και ξεκίνησε σαν επαγγελματίας τραγουδιστής το 1948, με 8 δραχμές μεροκάματο, σ' ένα αναψυκτήριο της πλατείας Κουμουνδούρου, όπου έλεγε Χαιρόπουλο, Αττίκ, ελαφρά τραγούδια. Ύστερα από δύο χρόνια πέρασε στο λαϊκό τραγούδι.
Ο Χάρμας υπήρξε ιδιαίτερο μουσικό ταλέντο και μέχρι το τέλος της ζωής του δημιούργησε δεκάδες λαϊκών συνθέσεων, οι περισσότερες από τις οποίες έγιναν επιτυχίες και τραγουδιούνται μέχρι σήμερα. Ως στιχουργός έγραψε τους στίχους στα περισσότερα από τα τραγούδια του και σε κάποιες περιπτώσεις έντυσε με τους στίχους του και τραγούδια άλλων συνθετών.
Παντρεμένος με την Θηβαία φιλόλογο Λίτσα (Γαρυφαλιά) Ζέρβα (1917-1978), απετέλεσαν ένα ωραίο ντουέτο που έγινε γνωστό ως «Ντούο Χάρμα». Ανάδοχος του καλλιτεχνικού ονόματος του ζευγαριού υπήρξε ο γνωστός κιθαρίστας και συνθέτης Γιώργος Μαλλίδης, το καλοκαίρι του 1947.
Αργότερα, το ζεύγος Χάρμα απόκτησε δύο παιδιά, την Ιωάννα (Νανά) το 1950 και τον Αριστείδη (Άρη) το 1951, που ασχολήθηκαν και ασχολούνται με τη μουσική. Η Νανά με το τραγούδι (έχει υπέροχη λαϊκή φωνή) και ο Αριστείδης είναι κιθαρίστας.
Ο ίδιος ο Τόλης Χάρμας, σε συνέντευξή του στον συγχωρεμένο δημοσιογράφο και ραδιοφωνικό παραγωγό Πάνο Γεραμάνη, αφηγείται για τη ζωή του:
«Μόλις τελείωσα το γυμνάσιο, με προτροπή των δικών μου έφυγα για τον Πειραιά όπου έμεινα στο σπίτι ενός εύπορου θείου μου. Στην αρχή περνούσα καλά, αλλά μετά από λίγους μήνες άρχισα να νοιώθω ανασφάλεια. Ήθελα να αποκτήσω την ανεξαρτησία μου και άρχισα να ψάχνω για δουλειά. Έκανα πολλές δουλειές του ποδαριού τότε. Σερβιτόρος, λούστρος, μέχρι και επισκευαστής καζανιών στα βαπόρια έκανα για να ζήσω. Δύσκολες συνθήκες αλλά δεν το έβαζα κάτω. Η αλλαγή στην ζωή μου έγινε γύρω στα 1938 όταν γνώρισα τον Γιώργο Μουζάκη. Γίναμε φίλοι και αυτός ήταν που με βοήθησε να στραφώ στην μουσική. Μετακόμισα στο Μεταξουργείο και με κάτι οικονομίες που είχα αγόρασα μια κιθάρα. Άρχισα σιγά-σιγά να μαθαίνω τα τραγούδια της εποχής και παρέα με τον Μουζάκη (σ.σ. έπαιζε κορνέτα) και κάτι φίλους, άρχισα τις πρώτες μου δημόσιες εμφανίσεις».
...Το 1939 πήγα στρατιώτης. Με την κήρυξη του πολέμου βρέθηκα να πολεμώ στην Αλβανία, από όπου επέστρεψα το 1941 και εγκαταστάθηκα στην Αθήνα. Στην γειτονιά μου έμενε ο στιχουργός Κώστας Μάνεσης και έτυχε να γνωριστούμε. Μέσω αυτού συνάντησα και γνώρισα πολλούς δημιουργούς του ρεμπέτικου, τον Γεράσιμο Κλουβάτο, Απόστολο Χατζηχρήστο, Γιώργο Μητσάκη, Μάρκο Βαμβακάρη, Στέφανο Σπιτάμπελο, Φώτη Μιχαλόπουλο και άλλους. Από αυτούς άρχισα σιγά-σιγά να ακούω τα ρεμπέτικα. Μετά τα Δεκεμβριανά του 1944 υπηρέτησα στην εθνοφρουρά στην Θήβα. Λίγο πριν απολυθώ γνώρισα την Γαρυφαλιά Ζέρβα και λίγο αργότερα παντρευτήκαμε. Μας πάντρεψε η σπουδαία τραγουδίστρια της εποχής Κούλα Νικολαΐδου. Με την Γαρυφαλιά (Λίτσα) αποτελέσαμε αργότερα το πρώτο λαϊκό ντουέτο της εποχής, το «Ντούο Χάρμα». Δεν υπήρχαν ακόμη λαϊκά ντουέτα. Το «Τρίο Κιτάρα» βγήκε μετά από μας. Τότε ήμουν ακόμη του ελαφρού ρεπερτορίου. Άλλωστε, τα πρώτα μου ακούσματα ήταν οπερέτες. Τραγουδούσα τότε πολύ τα τραγούδια του Χρήστου Χαιρόπουλου καθώς και άλλων πολλών συνθετών του ελαφρού. Στο λαϊκό τραγούδι μπήκαμε με μεγάλο ενθουσιασμό γιατί θεώρησα ότι είχε περιεχόμενο και μέλλον. Είχε ποιότητα το λαϊκό τότε, δεν ήταν όπως τα σημερινά».
Αριστοκράτης και φινετσάτος λαϊκός καλλιτέχνης, αυτοδίδακτος, αλλά ιδιαίτερα ταλαντούχος, ήταν περιποιημένος και ντυμένος πάντα στην πέννα και είχε αρκετά στοιχεία που θυμίζανε τον Μανώλη Χιώτη.
Από το 1947 ο Τ. Χάρμας ξεκινάει μια μεγάλη καλλιτεχνική πορεία εμφανιζό-μενος αρχικά στο «Χρυσό Βαρέλι» της οδού Αγ. Μελετίου και στην συνέχεια στο «Αλκαζάρ», στον σταθμό Λαρίσης, σε μουσικές παραστάσεις «βαριετέ». Εκείνη την περίοδο γράφει και τα πρώτα του τραγούδια. Η κορύφωση της επιτυχίας έρχεται ακριβώς μετά, στο θέατρο «Σαμαρτζή».
Η πρώτη του δισκογραφική παρουσία, με συμμετοχή της γυναίκας του, γίνεται με το τραγούδι του «Μπλε και άσπρο» (στίχοι και μουσική), το 1947 (DG 6650), ερμηνευμένο υπέροχα από το «Ντούο Χάρμα», με μια εντυπωσιακή ταύτηση των φωνών του ζεύγους Λίτσας και Τόλη Χάρμα. Το τραγούδι αυτό γράφτηκε από τον Τόλη Χάρμα αμέσως μετά το τέλος του πολέμου και τη νίκη των συμμάχων (γύρω στο ’44 ή αρχές ’45). Αν και εν πρώτοις φαίνεται ερωτικό, παραπέμπει σαφώς στα χρώματα της Ελληνικής σημαίας, μέσα στο γενικότερο μεταπολεμικό κλίμα ενθουσιασμού (που δυστυχώς όμως δεν κράτησε πολύ, αφού σύντομα ακολούθησε ο τρομερός αδελφοκτόνος Εμφύλιος Πόλεμος, που ρήμαξε τη χώρα για δεκαετίες).
Το 1949 το ζευγάρι εμφανίζεται με επιτυχία στο θέατρο «Σαμαρτζή», με μόλις 60 δρχ. μεροκάματο. Τότε δέχονται μια μεγάλη πρόταση για εμφανίσεις στην Πόλη, στα αριστοκρατικότερα κέντρα, με 2.500 δρχ μεροκάματο! Τα επόμενα τέσσερα χρόνια ουσιαστικά μετακομίζουν στην Κωνσταντινούπολη και πηγαινοέρχονται στην Αθήνα για ηχογραφήσεις, συμμετοχή σε ελληνικές ταινίες, κλπ.
- Στη συνέχεια της συνέντευξής του, ο Χάρμας, λέει στον Πάνο Γεραμάνη:
«...Στο θέατρο “Σαμαρτζή” δουλέψαμε με πολύ μεγάλη επιτυχία. Τραγουδούσαμε λαϊκά αλλά και δικά μας τραγούδια για τις ανάγκες της παράστασης. Παίζαμε στην “Γαλανόλευκη” του Τραϊφόρου μαζί με τον Φωτόπουλο την Βασιλειάδου, την Ρένα Ντόρ και άλλους μεγάλους ηθοποιούς. Λίγο αργότερα δεχτήκαμε μια πολύ καλή οικονομική πρόταση και πήγαμε στην Κωνσταντινούπολη σε ένα αριστοκρατικό κέντρο που λεγόταν «Σεμίραμις». Από μεροκάματο 60 δραχμών στο θέατρο βρεθήκαμε να παίρνουμε πάνω από 2000 δρχ. τότε. Πριν από μας στο κέντρο αυτό τραγουδούσε ο Νίκος Γούναρης. Εμείς αναλάβαμε κυρίως το λαϊκό πρόγραμμα. Εκεί μείναμε πάνω από τρία χρόνια και κάναμε τεράστιο σουξέ».
Η μεγάλη επιτυχία του ζεύγους Χάρμα δεν άργησε να τους οδηγήσει και στον κινηματογράφο. Πρωτοεμφανίστηκαν το 1950 στην ταινία του Νίκου Τσιφόρου “Έλα στο θείο”, στο “Αγάπη και θύελλα” του Σωκράτη Καψάσκη και ακολούθησαν άλλες 16 ταινίες, με κορυφαία το “Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο” των Φιλήμονος Φίνου και Αλέκου Σακελλάριου, με τη Τζένη Καρέζη, τον Αλέκο Αλεξανδράκη, το Μίμη Φωτόπουλο, τον Βασίλη Αυλωνίτη, κ.α.
Στην ταινία αυτή πρωτοακούστηκαν τα τραγούδια “Είμαι άντρας” και “Γαρύφαλο στ’ αυτί”. Και μάλιστα με τον ίδιο τον Τόλη Χάρμα να χορεύει στην ταινία το “Είμαι άντρας”, διαγράφοντας μάγκικες φιγούρες πάνω στον ζεϊμπέκικο ρυθμό του τραγουδιού. Για όσους έχουν δει την ταινία αυτή (ή πρόκειται να την ξαναδούνε), είναι ο λεβέντης με μαύρο παντελόνι, άσπρο πουκάμισο και μουστάκι «ντούγκλα»!
- Ο Χάρμας, στη συνέχεια της συνέντευξής του, το επιβεβαιώνει:
«....Πράγματι πρωτοεμφανιστήκαμε στην ταινία “Έλα στον θείο” το 1950, όπου λέγαμε με την Λίτσα το τραγούδι «Ώιντε Μπρε». Λίγα χρόνια αργότερα παίξαμε σαν ηθοποιοί στην κορυφαία ταινία του Αλ. Σακελλάριου “Λατέρνα Φτώχια και Φιλότιμο” το 1955. Είχα τον ρόλο ενός μάγκα μερακλή που του άρεσε να τα πίνει και να χορεύει ζεϊμπέκικο. Η Λίτσα έπαιζε κι αυτή στην ταινία και είχε τον ρόλο της σκληρής συζύγου που δεν σήκωνε πολλά-πολλά. Περάσαμε 15 αξέχαστες μέρες στα γυρίσματα. Ο Σακελλάριος ήξερε καλά τον κινηματογράφο και έκανε σπουδαίες ταινίες».
– Έχω ξαναγράψει παλαιότερα ότι τα τραγούδια «Γαρύφαλλο στ’ αφτί» (με τους Ελένη Λαμπίρη, Τόλη Χάρμα και Χορωδία) και «Είμαι άντρας» (με τους Πάνο Γαβαλά και Ελένη Λαμπίρη), στις πρώτες τους εκτελέσεις, είναι δημιουργίες του Τόλη Χάρμα και όχι του Μάνου Χατζηδάκι, παρόλο που στο δίσκο των 78 στρο-φών (1955, ODEON GA 7898), και για τα δύο αυτά τραγούδια, σαν συνθέτης εμφανίζεται ο Μάνος Χατζηδάκις. Συνστιχουργοί εμφανίζονται ότι είναι ο Αλέκος Σακελλάριος και ο Γιώργος Γιαννακόπουλος.
Μάλιστα δε, ως απόδειξη των όσων καταγράφω και καταθέτω είναι ότι, ειδικά το τραγούδι «Είμαι άντρας», είχε προηγηθεί σε κυκλοφορία, πάλι από την ODEON, την ίδια χρονιά, αποκλειστικά στο όνομα του Τόλη Χάρμα (του πραγματικού δηλ. συνθέτη και στιχουργού), με τους ίδιους ερμηνευτές και αριθμό κυκλοφορίας GA 7886, αλλά με τον ίδιο αριθμό μήτρας GO 5253 και στις δύο περιπτώσεις!!
Ακούγεται κάπως περίεργο, αλλά να τι ακριβώς συνέβη:
Ο Τόλης Χάρμας (για δικούς του προσωπικούς λόγους, οικονομικούς ή άλλους) πούλησε τα πνευματικά δικαιώματα του τραγουδιού στον κινηματογραφικό παρα-γωγό Φιλήμονα Φίνο και αυτός, με τη σειρά του, τα μεταβίβασε –για δικούς του, επίσης, λόγους– στον Μάνο Χατζηδάκι την σύνθεση και στον Αλέκο Σακελλάριο τους στίχους (κατά ομολογία του ίδιου Τόλη Χάρμα στον ρεμπετολόγο Παναγιώτη Κουνάδη το 1996).
Ο Τ. Χάρμας δεν θέλησε ποτέ να μιλήσει για το επίμαχο θέμα της πατρότητας των τραγουδιών της ταινίας θρύλος “Λατέρνα Φτώχια και Φιλότιμο”. Πάντα σεμνός και αξιοπρεπής αρκέστηκε να πει στον Πάνο Γεραμάνη το εξής:
«...Ήμουν πάντα άνθρωπος που βαίνει στον κανόνα και δεν παραστρατεί εύκολα. Αυτό που γράφει αυτό είναι». Εξυπονοόντας ότι δεν είναι δικά του, αλλά του Μ.Χ.
Όμως, παρόλα αυτά, πολλά χρόνια αργότερα, σχετικά με αυτή την περί πολλού πατρότητα των δύο αυτών τραγουδιών (που είχαν γίνει μεγάλες εμπορικές επιτυχί-ες), έτυχε πριν πέντε χρόνια –κατά διαβολική, θα έλεγα, σύμπτωση, να γίνω ο ίδιος προσωπικά αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς ακριβώς του αντίθετου και οι δηλώσεις του Τόλη να ανατραπούν!! Καταθέτω εδώ αυτή την προσωπική μου μαρτυρία:
– Πιο συγκεκριμένα, το 2006, βρέθηκα με την παρέα μου ένα βράδυ στο νυχτερινό κέντρο «Βάρδια» της συμπρωτεύουσας, όπου ο 90χρονος σχεδόν Απόστολος Χάρμας, ζωντανό ακόμα «μνημείο» και μύθος του Ρεμπέτικου (ο τελευταίος των λεγόμενων «Μοϊκανών»), εμφανίστηκε για δυο βραδιές με τον Δημήτρη Κοντογιάννη και το συγκρότημά τους στη Θεσσαλονίκη. Δυστυχώς όμως ενώπιον πολύ μικρού –αλλά και τυχερού!– ακροατηρίου, όπου (ο ίδιος ο Τ. Χάρμας) τον άκουσα να μου λέει με πολύ παράπονο –δύο λεπτά μετά τη γνωριμία μας στο διάλειμμα– ότι είναι πολύ λυπημένος που δεν ήρθε πολύς κόσμος να τον ακούσει και να τον δει!! Μάλιστα δε, τον άκουσα με σχεδόν σβησμένη φωνή να μου λέει παραπονεμένα: «Θα έχουν άραγε την ευκαιρία να με ξαναδούν; Πότε θα με ξαναδούν; Ίσως ποτέ!», με τα μάτια του γεμάτα δάκρυα, κάνοντάς με να αισθανθώ ιδιαίτερα άβολα και αμήχανα... Είχε δίκιο.
Ο γερορεμπέτης Τόλης, με ασυνήθιστη για την ηλικία του δύναμη, ορμή και σφρίγος, έπαιξε όλη τη νύχτα το μπαγλαμαδάκι του και ερμήνευσε υπέροχα (με πολύ δυνατή και καθαρή φωνή!!) πολλές από τις προσωπικές του επιτυχίες, καταχειροκροτούμενος από τους λίγους θαμώνες της «Βάρδιας»!!
Στην έναρξη λοιπόν του προγράμματος, ακούσαμε οι παρόντες θαμώνες, με τα ίδια μας τα αυτιά τον Δημήτρη Κοντογιάννη, κιθαρίστα και τραγουδιστή, να προλογίζει και να παρουσιάζει τον παρακαθήμενο του γέροντα και Μύθο, λέγοντας ότι:
«Ο Τόλης Χάρμας υπήρξε σπουδαίος συνθέτης, με πολλά τραγούδια-δημιουργίες στο ενεργητικό του, μεταξύ των οποίων –πρώτα, πρώτα! – το «ΕΙΜΑΙ ΑΝΤΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΦΙ ΜΟΥ ΘΑ ΚΑΝΩ» και το «ΓΑΡΥΦΑΛΛΟ ΣΤ' ΑΥΤΙ», που υπή-ρξαν τεράστιες επιτυχίες, και άλλα πολλά».
Μετά και από το άκουσμα αυτό, με τον κύριο Απόστολο να ακούει τα λόγια του Κοντογιάννη με χαμόγελο και να κουνάει το κεφάλι του με νόημα, ε!, μπορεί να υπάρχει καμιά αμφιβολία για την πατρότητα και των δύο αυτών τραγουδιών;
Προσωπικά πιστεύω ακράδαντα πως είναι αποκλειστικές δημιουργίες δικές του!
Με τον Μάνο Χατζηδάκι τους συνέδεσε μεγάλη φιλία και επαγγελματική συν-εργασία. Συνεργάστηκαν στη μουσική των ταινιών «Η Χώρα των Ονείρων» και «Ποτέ την Κυριακή». Το 1960 βρέθηκαν πάλι μαζί στις Κάννες, κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ, όπου ο Μ. Χατζηδάκις βραβεύτηκε με Όσκαρ. Το τραγούδι του «Τα παιδιά του Πειραιά» (στίχοι και σύνθεση δικοί του) του χάρησαν το Όσκαρ, ως το καλύτερο πρωτότυπο τραγούδι ταινίας. Ο Τ. Χάρμας έπαιξε κιθάρα στην ορχήστρα των Γεράσιμου και Νίκου Λαβράνου, στη μεγάλη δεξίωση του Φεστιβάλ των Καν-νών, που έγινε στο «Κάρλτον», για την βράβευση της ταινίας «Ποτέ την Κυριακή» του Ζύλ Ντασσέν.
Εκτός του Τ. Χάρμα, στη μουσική αποστολή που έπαιξε εκεί -μεταξύ άλλων- ήταν, και οι Κώστας Σεϊτανίδης, Γιώργος Ζαμπέτας, Άννα Χρυσάφη, Σπύρος Καλφό-πουλος, Γιώργος Κουλαξίζης, Σταμάτης Χατζηδάκης, κ.α.
Ο Τόλης Χάρμας σαν συνθέτης και στιχουργός έγραψε πολύ ωραία τραγούδια, που έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Μεταξύ αυτών να αναφέρουμε και τα ακόλουθα:
- Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ (Σ. Μπέλλου – Στελ. Περπινιάδης) (1948, AO 2844), -Η ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ (Σ. Μπέλλου – Μ. Χιώτης] (1948, COLUMBIA DG 6767),
- ΔΕΝ ΥΠΟΦΕΡΕΣΑΙ (ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΟ Ν' ΑΓΑΠΑΣ) (Σ. Μπέλλου – Μ. Χιώτης) (1948, COLUMBIA DG 6766),
- ΝΑ ΠΑΣ ΝΑ ΠΕΙΣ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ ΣΟΥ (Πάνος Γαβαλάς – Τ. Χάρμας) (1958, ODEON GA 8007),
- ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ (ΑΣΧΗΜΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ) (Σωτ. Μπέλλου – Στελλάκης Περπινιάδης) (1948, COLUMBIA DG 6766),
- ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (Σωτ. Μπέλλου – Στελλάκης Περπινιάδης) (1948, COLUMBIA DG 6767),
- ΓΚΙΟΥΛ ΤΖΑΜΑΛ (Ντούο Χάρμα) (1949, ODEON GA 7464),
- ΠΑΠΑΤΖΗΔΕΣ (ΗΡΘΑΝ ΤΑ ΜΑΝΤΑΤΑ ΣΟΥ) (Τ. Μπίνης – Ντούο Χάρμα) (1952, PARLOPHONE B.74253),
- ΤΟ ΣΦΑΛΜΑ (Ελένη Λαμπίρη) (1955, ODEON GA 7874),
- ΘΑ ΣΟΥ ΦΥΓΩ (Λέλα Μαρτίνη – Τόλης Χάρμας) (1957, ODEON GA 7941),
- Ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ (Ντούο Χάρμα) (1957, ODEON GA 7970),
- Ο ΑΝΤΡΑΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (Πάνος Γαβαλάς – Τόλης Χάρμας) (1957, ODEON GA 7926), κ.α., που θα δούμε στη συνέχεια στη δισκογραφία του.
Η δισκογραφία των 78 στροφών (γραμμοφώνου) του Τόλη Χάρμα περιλαμβά-νει περί τα 70 δικά του τραγούδια (κάποια δωρισμένα από τον Βασ. Τσιτσάνη, για άγνωστους λόγους) και άλλες περίπου 30 φωνητικές συμμετοχές του ζεύγους, σε τραγούδια άλλων συνθετών. Συνολικά 100 τραγούδια και κάποιες επανεκτελέσεις. Ως «Ντούο Χάρμα», το αγαπημένο ζεύγος Τόλης και Λίτσα Χάρμα, τραγουδήσανε μαζί και πέρασαν για πάντα στα αυλάκια των δίσκων γραμμοφώνου, συνολικά 51 τραγούδια (τα περισσότερα δικά τους και μερικά άλλων δημιουργών).
Η ερμηνευτική δεινότητα του ζεύγους Χάρμα έκανε πολλούς λαϊκούς συνθέτες της εποχής να τους εμπιστευθούν σπουδαία τραγούδια τους.
Έχουν ερμηνεύσει, σε πρώτη εκτέλεση, ανεπανάληπτα και αξέχαστα τραγούδια, όπως: το «Κάποια μάνα αναστενάζει» του Βασίλη Τσιτσάνη, το «Ένα τραγούδι απ' το Αλγέρι» του Απόστολου Καλδάρα, το «Πάλι εχτές στις τρεις ήρθες να κοιμη-θείς» του Μανώλη Χίωτη, τον «Ναύτη (Ένα καράβι απ' τον Περαία)» του Γιώργου Μητσάκη, κ.α. - Ο Χάρμας, στη συνέχεια της συνέντευξής του στον Π.Γ. το επιβεβαιώνει:
«Τραγουδήσαμε τραγούδια πολλών μεγάλων συνθετών. Του Τσιτσάνη, του Μητ-σάκη, του Μπακάλη, του Χιώτη. Ο Χιώτης, ήταν από το Λεωνίδιο και ήταν δεύτε-ρος ξάδερφος μου, αλλά νομίζω ότι γεννήθηκε στην Θεσσσαλονίκη. Ο πατέρας του είχε ένα μαγαζί στο Λεωνίδιο και τον θυμάμαι εκεί πιτσιρικά (εγώ ήμουν δυο χρόνια μεγαλύτερος), με κοντά παντελονάκια να γρατζουνάει με το μπουζουκάκι του. Του Χιώτη του τραγουδήσαμε “Το τρελό κορίτσι” με μεγάλη επιτυχία. Πολύ μεγάλο ταλέντο ο Μανώλης κι έφυγε τόσο νέος... Πιο πολύ συνεργάστηκα με τον Απόστολο Καλδάρα. Του “Καλδαράκου” μου του είπα πολλά τραγούδια. “Ο εργά-της”, “η Ξενιτιά”, “Μπαρμπαριά”, κ.ά... Ήμασταν πολύ φίλοι με τον Απόστολο. Σπάνια περίπτωση μορφωμένου καλλιτέχνη για εκείνα τα χρόνια. Ήταν ακέραιος άνθρωπος και θα τον θυμάμαι πάντα με πολλή συγκίνηση».
Από το «Ντούο Χάρμα» ξεκίνησε τη μεγάλη της καριέρα το 1956 η Μαρινέλλα, η οποία πήρε το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο από το ομώνυμο τραγούδι του Τόλη Χάρμα. Την ίδια χρονιά, η γυναίκα του εγκατέλειψε τα το τραγούδι για να αφιερω-θεί στην ανατροφή των δύο παιδιών τους, του Αριστείδη και της Ιωάννας (Νανάς).
- Ο Τ. Χάρμας, στη συνέχεια, αφηγείται την συνάντηση του με την Μαρινέλλα:
«...Το 1952 συνεργάστηκα αποκλειστικά με την εταιρεία Odeon και εκείνη την εποχή έγραψα μεγάλες επιτυχίες όπως «Οι Παπατζήδες» «Το καντήλι», «Το σφάλμα» κ.ά. Το καλοκαίρι του 1956 δούλεψα στην Θεσσαλονίκη στο οικογενεια-κό κέντρο, «Πανόραμα» μόνος μου. Η Λίτσα δεν τραγουδούσε πια, γιατί στο μετα-ξύ είχαμε αποκτήσει δυο παιδιά. Τον Αριστείδη και την Νανά. Το μαγαζί είχε μια ορχήστρα 5-6 ατόμων από την Θεσσαλονίκη. Ο Νίκος Ρέγκος στο βιολί, κάποιος Παναγιωτάκης πιάνο και αν θυμάμαι καλά ο ντραμίστας λεγόταν Γκρέγκορυ. Στην αρχή δεν είχαμε μπουζούκι, αλλά αργότερα βάλαμε τον νεαρό τότε Στέλιο Ζαφει-ρίου. Από τραγουδίστριες ήτανε η Λάγια Κρίς (από το τρίο Κρίς) και Ζωζώ Κυριαζοπούλου. Πηγαίναμε πολύ καλά όταν ξαφνικά για κάποιο λόγο φύγανε και οι δύο και ξεμείναμε από γυναικείες φωνές. Για καλή μου τύχη στο θέατρο Χατζώκου της Θεσσαλονίκης τραγουδούσε μια πολύ καλή τραγουδίστρια, η Ιωάννα Άλβα και μαζί της εκεί δούλευε ως ηθοποιός στα πρώτα της βήματα η Κυριακή Παπαδοπούλου. Ένα βράδυ που έτυχε να είμαι στην παράσταση, η Άλβα ήτανε άρρωστη και βάλανε την μικρή Κυριακή να τραγουδήσει. Είπε δύο-τρία τραγούδια, ίσα-ίσα για να σωθεί η παράσταση και τα πήγε υπέροχα. Εγώ εντυπωσιάστηκα από την φωνή της και την άλλη μέρα πήγα και την βρήκα. Της έκανα πρόταση να δουλέψει μαζί μας. Αυτή δέχτηκε και την πήρα μαζί μου. Της έδωσα το όνομα Μαρινέλλα, από ένα τραγούδι που είχα γράψει εκείνη την εποχή. Οι στίχοι μιλούσαν για την ιστο-ρία μιας μικρής και όμορφης τσιγγάνας. Είναι καρσιλαμάς, έχει εισαγωγή με κλαρίνο και τραγουδώ εγώ. Όταν βγήκε σε δίσκο το 1957 έγινε τεράστια επιτυχία. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η Μαρινέλλα, και σιγά-σιγά άρχισε να κάνει μεγάλο σουξέ στο πάλκο και τα πηγαίναμε φίνα. Μέχρι που έγινε η μεγάλη συνάντηση με τον Καζαντζίδη. Ο έρωτας ανάμεσα τους υπήρξε κεραυνοβόλος και σε λίγο καιρό τα παράτησε όλα και κατέβηκε στην Αθήνα μαζί με τον Στέλιο. Πριν φύγει προσπά-θησα να την συμβουλεύσω να συνεχίσει την καριέρα της στο στυλ που ξεκίνησε, αλλά δεν με άκουσε. Παρόλο που για δέκα χρόνια έμεινε στην σκιά του Καζαντζί-δη, οι δυο τους αποτέλεσαν το μεγαλύτερο λαϊκό ντουέτο όλων των εποχών. Όταν αργότερα χώρισε και άρχισε την δεύτερη της καριέρα μόνη της, φάνηκε καθαρά ότι ήταν γεννημένη για άλλα πράγματα. Δεν ήταν για το λαϊκό η “Κίτσα”. Μερικά χρόνια αργότερα που συναντηθήκαμε μου ομολόγησε ότι είχα δίκιο».
Μετά τη διακοπή της καλλιτεχνικής δράσης της Λίτσας Χάρμα το 1956, ο Τόλης συνέχισε αναγκαστικά μόνος ως το 1967. Είχε πολλές προτάσεις από το εξωτερικό. Λίγα χρόνια μετά την επιτυχία της Κωνσταντινούπολης έκανε τουρνέ σε Κύπρο και Ισραήλ. Το διάστημα 1956-1958 εργάστηκε στο Ισραήλ, εμφανιζό-μενος σε νυχτερινά κέντρα με Ισραηλινούς αλλά και Έλληνες μουσικούς, όπως τον Ζακ Ιακωβίδη, το Τρίο Κιτάρα, τη Λέλα Παπαδοπούλου κ.ά. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 δούλεψε σε μικρά μαγαζιά της Αθήνας, ηχογραφόντας παράλληλα και μερικά τραγούδια του στις 45 στροφές («Όπου κι αν πας», «Το φιλότιμο», «Έφυγε το παλληκάρι», κ.α.), με σημαντικότερο από αυτά το «Θα πάρω πια τα μάτια μου να φύγω». Το τραγούδι αυτό είναι του 1960 και αποδεικνύεται μάλλον ...προφητικό! Το 1967, μετά την επιβολή της δικτατορίας από τη Χούντα στην Ελλά-δα, ο Τόλης Χάρμας αναγκάζεται να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ και τον Καναδά, μένοντας εκεί συνολικά 13 χρόνια. Μετά το 1971 συνεργάζεται με τον κιθαρίστα και τραγουδιστή Γιώργο Κεφαλά, του «Τρίο Κιτάρα». Στη διάρκεια της παραμονής του στην Αμερική, έκανε εμφα-νίσεις σε κοσμικά κέντρα, σε διάφορα μέρη της Β. Αμερικής, όπως: Καλιφόρνια, Νέα Υόρκη, Ινδιανάπολη, Σακραμέντο, Βανκούβερ, Τορόντο, κ.α., παίζοντας μόνο ελληνική μουσική και έχοντας κοινό κυρίως αμερικάνικο. Το 1978 φεύγει από την ζωή η σύντροφός του Λίτσα και τα χρόνια που ακολουθούν ζει σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση.
Το 1981, γεμάτος νοσταλγία, επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα, ελπίζοντας σε ένα νέο ξεκίνημα, όμως δεν βρίσκει τα πράγματα όπως τα άφησε.
Ο Τόλης Χάρμας, σύντομα αντιλαμβάνεται ότι τα πάντα άλλαξαν στο μουσικό στερέωμα, ακόμα και οι προτιμήσεις των περισσοτέρων ακροατών. Το γνήσιο λαϊκό τραγούδι -ως συνέχεια του παλαιότερου- όπως τουλάχιστο αυτός το γνώριζε, είναι σχεδόν ανύπαρκτο, οπότε περιορίζεται σε επιλεγμένες εμφανίσεις σε μικρά και παραδοσιακά ταβερνάκια, με ολιγομελή μουσικά σχήματα, αποφεύγοντας τις μετακινήσεις, μέχρι το 2007. Τα τελευταία χρόνια τραγουδούσε στο μικρό ταβερνάκι της «κυρα-Ντίνας» στον Κολωνό, με ένα μικρό διάλειμα, όπου ξανανέβηκε στο πάλκο σε ηλικία 88 ετών, τραγουδώντας με τον Δημ. Κοντογιάννη στο γνωστό ρεμπετάδικο «Απτάλικο».
Τον Απρίλιο του 1995, σε ηλικία 77 ετών, έλαβε μέρος στο συνέδριο του «Ρεμπέτικου Τραγουδιού» στο Ρέθυμνο, όπου έπαιξε, τραγούδησε και χόρεψε -όπως λέγεται- σαν έφηβος. Το 2004 συμμετείχε αφιλοκερδώς στην εκδήλωση, που έγινε στον Βόλο, προς τιμή των αδελφών Νίκου και Κάρολου Μιλάνου, για τα 87 χρόνια της θρυλικής «Σκάλας του Μιλάνου».
Ο Πάνος Γεραμάνης, ο οποίος παρουσίασε την εκδήλωση στο Θέατρο του Βόλου, έγραψε αργότερα:
«Με το μπουζούκι παραμάσχαλα, ανέβηκε στη σκηνή και πήρε την πρώτηθέση πλάι στον Κάρολο και τον Νίκο Μιλάνο με τους οποίους είχε να συναντηθεί 51 ολόκληρα χρόνια. Δεν πρόλαβε να ρίξει δυο γλυκές πενιές και να πει τα πρώτα λό-για του τραγουδιού “Έκανα σφάλματα πολλά μες στη ζωή” και ο 87χρονος Τόλης Χάρμας γνώρισε την αποθέωση».
Ένα χρόνο αργότερα, το 2005, σε μια ανάλογη εκδήλωση για τον Γιώργο Λαύκα στην Σπάρτη, ο Χάρμας έδωσε πάλι το παρόν του, χορεύοντας μάλιστα ζεμπέκικο μάγκικα, όπως στα νειάτα του, με τον τρόπο που γνώριζε πολύ καλά...
Ως το τέλος της ζωής του, ο Τόλης Χάρμας, έγραφε λαϊκή μουσική ασταμάτητα, με δικούς του στίχους τα περισσότερα. Ο ίδιος, σε τηλεοπτική εκπομπή το 2007, ισχυρίζεται ότι γράφει τραγούδια σε καθημερινή βάση! Ένα χρόνο νωρίτερα, το 2006, όταν είχα την τύχη να τον γνωρίσω από κοντά, συζητώντας μου είχε πει ότι έχει γραμμένα πολλά ωραία νέα τραγούδια, που είναι ανέκδοτα. Ίσως τα παιδιά του τα δισκογραφήσουν κάποτε. Μακάρι, για να μη χαθεί όλος αυτός ο λαϊκός θησαυρός, κληροδότημα ενός ταλαντούχου και ακαταπόνητου δημιουργού!
Ο Τόλης Χάρμας, αριστοκράτης ρεμπέτης μέχρι τα βαθειά του γεράματα, έφυγε από τη ζωή, πλήρης ημερών, στις 22 Μαΐου 2008.
Ο γεροντόμαγκας Τόλης, ο τελευταίος των «Μοϊκανών» της κάστας του, πήγε στον άλλο κόσμο, μόνιμη παρέα με τη γυναίκα του Λίτσα, που τον περίμενε να ξαναστήσουν το θρυλικό και γλυκοκέλαδο «Ντούο Χάρμα» εκεί πάνω! Εγκαταστάθηκε στο «Πάνθεο των Αθανάτων», στο τεράστιο λαϊκό παλκοσένικο που είναι στημένο στους Ουρανούς, παρέα με τους άλλους λαϊκούς δημιουργούς και ερμηνευτές, που ήδη έφυγαν για πάντα από κοντά μας, αλλά θα παραμένουν διαρκώς στη καρδιά μας!
Αντάμα με τους παλαιότερούς του (Βαμβακάρης, Μπάτης, Δελιάς, Παγιουμτζής, Παπάζογλου, Σκαρβέλης, Γιοβάν Τσαούς, Μπαγιαντέρας, Παπαϊωάννου, Χατζηχρήστος, Περιστέρης, Τούντας, Σέμσης-Σαλονικιός, Τσιτσάνης, Κερομύτης, Γενίτσαρης, Χρυσίνης, Χιώτης, Καλφόπουλος, Τσάντας, Μάνεσης, Ρούτσος, κ.α.), αλλά και αντάμα με τους νεότερους (Μητσάκης, Πετσάς, Κλουβάτος, Καπλάνης, Τζουανάκος, Τατασόπουλος, Καλδάρας, Κυριαζής, Λαύκας, Μπακάλης, Τσαουσάκης, Μπίνης, Δερβενιώτης, Καραπατάκης, Κολοκοτρώνης, Νταράλας, Παπαγιαν-νοπούλου κ.α.), μαζί με όλα τα άλλα δερβίσια του σιναφιού τους (Νταλγκάς, Κάβουρας, Στελλάκης, Κασιμάτης, Περδικόπουλος, Μοσχονάς, Ευγενικός, Ρόζα, Ρίτα, Σταυροπούλου, Μιττάκη, Χασκίλ, Γεωργακοπούλου, Νίνου, Μπέλλου, Καζαντζίδης, Γκρέϋ, Ντάλλια, Γαβάλας, Μπιθικώτσης, Αγγελόπουλος, Διονυσίου και άλλοι πολλοί)...
Για να είμαι όμως απόλυτα σωστός, θα πρέπει να πω ότι, όλοι αυτοί οι μεγάλοι δημιουργοί και οι ανεπανάληπτοι ερμηνευτές τους, που έφυγαν ένας-ένας από κοντά μας, στην πραγματικότητα είναι και θα είναι για πάντα μαζί μας, παρόντες, μια και θα ζουν για πάντα μέσα από το μουσικοπολιτιστικό κληροδότημα που μας άφησαν, μέσα από τα υπέροχα λαϊκά τους τραγούδια. Τραγούδια στ’ αλήθεια αθά-νατα, που όσο υπάρχουν Έλληνες, θα παίζονται από τις σύγχρονες λαϊκές ορχή-στρες και συγκροτήματα, από ερασιτεχνικές μουσικές παρέες, από νεότερους μου-σικούς (και ευτυχώς είναι πάρα πολλοί).
Το 1949 το ζευγάρι εμφανίζεται με επιτυχία στο θέατρο «Σαμαρτζή», με μόλις 60 δρχ. μεροκάματο. Τότε δέχονται μια μεγάλη πρόταση για εμφανίσεις στην Πόλη, στα αριστοκρατικότερα κέντρα, με 2.500 δρχ μεροκάματο! Τα επόμενα τέσσερα χρόνια ουσιαστικά μετακομίζουν στην Κωνσταντινούπολη και πηγαινοέρχονται στην Αθήνα για ηχογραφήσεις, συμμετοχή σε ελληνικές ταινίες, κλπ.
- Στη συνέχεια της συνέντευξής του, ο Χάρμας, λέει στον Πάνο Γεραμάνη:
«...Στο θέατρο “Σαμαρτζή” δουλέψαμε με πολύ μεγάλη επιτυχία. Τραγουδούσαμε λαϊκά αλλά και δικά μας τραγούδια για τις ανάγκες της παράστασης. Παίζαμε στην “Γαλανόλευκη” του Τραϊφόρου μαζί με τον Φωτόπουλο την Βασιλειάδου, την Ρένα Ντόρ και άλλους μεγάλους ηθοποιούς. Λίγο αργότερα δεχτήκαμε μια πολύ καλή οικονομική πρόταση και πήγαμε στην Κωνσταντινούπολη σε ένα αριστοκρατικό κέντρο που λεγόταν «Σεμίραμις». Από μεροκάματο 60 δραχμών στο θέατρο βρεθήκαμε να παίρνουμε πάνω από 2000 δρχ. τότε. Πριν από μας στο κέντρο αυτό τραγουδούσε ο Νίκος Γούναρης. Εμείς αναλάβαμε κυρίως το λαϊκό πρόγραμμα. Εκεί μείναμε πάνω από τρία χρόνια και κάναμε τεράστιο σουξέ».
Η μεγάλη επιτυχία του ζεύγους Χάρμα δεν άργησε να τους οδηγήσει και στον κινηματογράφο. Πρωτοεμφανίστηκαν το 1950 στην ταινία του Νίκου Τσιφόρου “Έλα στο θείο”, στο “Αγάπη και θύελλα” του Σωκράτη Καψάσκη και ακολούθησαν άλλες 16 ταινίες, με κορυφαία το “Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο” των Φιλήμονος Φίνου και Αλέκου Σακελλάριου, με τη Τζένη Καρέζη, τον Αλέκο Αλεξανδράκη, το Μίμη Φωτόπουλο, τον Βασίλη Αυλωνίτη, κ.α.
Στην ταινία αυτή πρωτοακούστηκαν τα τραγούδια “Είμαι άντρας” και “Γαρύφαλο στ’ αυτί”. Και μάλιστα με τον ίδιο τον Τόλη Χάρμα να χορεύει στην ταινία το “Είμαι άντρας”, διαγράφοντας μάγκικες φιγούρες πάνω στον ζεϊμπέκικο ρυθμό του τραγουδιού. Για όσους έχουν δει την ταινία αυτή (ή πρόκειται να την ξαναδούνε), είναι ο λεβέντης με μαύρο παντελόνι, άσπρο πουκάμισο και μουστάκι «ντούγκλα»!
- Ο Χάρμας, στη συνέχεια της συνέντευξής του, το επιβεβαιώνει:
«....Πράγματι πρωτοεμφανιστήκαμε στην ταινία “Έλα στον θείο” το 1950, όπου λέγαμε με την Λίτσα το τραγούδι «Ώιντε Μπρε». Λίγα χρόνια αργότερα παίξαμε σαν ηθοποιοί στην κορυφαία ταινία του Αλ. Σακελλάριου “Λατέρνα Φτώχια και Φιλότιμο” το 1955. Είχα τον ρόλο ενός μάγκα μερακλή που του άρεσε να τα πίνει και να χορεύει ζεϊμπέκικο. Η Λίτσα έπαιζε κι αυτή στην ταινία και είχε τον ρόλο της σκληρής συζύγου που δεν σήκωνε πολλά-πολλά. Περάσαμε 15 αξέχαστες μέρες στα γυρίσματα. Ο Σακελλάριος ήξερε καλά τον κινηματογράφο και έκανε σπουδαίες ταινίες».
– Έχω ξαναγράψει παλαιότερα ότι τα τραγούδια «Γαρύφαλλο στ’ αφτί» (με τους Ελένη Λαμπίρη, Τόλη Χάρμα και Χορωδία) και «Είμαι άντρας» (με τους Πάνο Γαβαλά και Ελένη Λαμπίρη), στις πρώτες τους εκτελέσεις, είναι δημιουργίες του Τόλη Χάρμα και όχι του Μάνου Χατζηδάκι, παρόλο που στο δίσκο των 78 στρο-φών (1955, ODEON GA 7898), και για τα δύο αυτά τραγούδια, σαν συνθέτης εμφανίζεται ο Μάνος Χατζηδάκις. Συνστιχουργοί εμφανίζονται ότι είναι ο Αλέκος Σακελλάριος και ο Γιώργος Γιαννακόπουλος.
Μάλιστα δε, ως απόδειξη των όσων καταγράφω και καταθέτω είναι ότι, ειδικά το τραγούδι «Είμαι άντρας», είχε προηγηθεί σε κυκλοφορία, πάλι από την ODEON, την ίδια χρονιά, αποκλειστικά στο όνομα του Τόλη Χάρμα (του πραγματικού δηλ. συνθέτη και στιχουργού), με τους ίδιους ερμηνευτές και αριθμό κυκλοφορίας GA 7886, αλλά με τον ίδιο αριθμό μήτρας GO 5253 και στις δύο περιπτώσεις!!
Ακούγεται κάπως περίεργο, αλλά να τι ακριβώς συνέβη:
Ο Τόλης Χάρμας (για δικούς του προσωπικούς λόγους, οικονομικούς ή άλλους) πούλησε τα πνευματικά δικαιώματα του τραγουδιού στον κινηματογραφικό παρα-γωγό Φιλήμονα Φίνο και αυτός, με τη σειρά του, τα μεταβίβασε –για δικούς του, επίσης, λόγους– στον Μάνο Χατζηδάκι την σύνθεση και στον Αλέκο Σακελλάριο τους στίχους (κατά ομολογία του ίδιου Τόλη Χάρμα στον ρεμπετολόγο Παναγιώτη Κουνάδη το 1996).
Ο Τ. Χάρμας δεν θέλησε ποτέ να μιλήσει για το επίμαχο θέμα της πατρότητας των τραγουδιών της ταινίας θρύλος “Λατέρνα Φτώχια και Φιλότιμο”. Πάντα σεμνός και αξιοπρεπής αρκέστηκε να πει στον Πάνο Γεραμάνη το εξής:
«...Ήμουν πάντα άνθρωπος που βαίνει στον κανόνα και δεν παραστρατεί εύκολα. Αυτό που γράφει αυτό είναι». Εξυπονοόντας ότι δεν είναι δικά του, αλλά του Μ.Χ.
Όμως, παρόλα αυτά, πολλά χρόνια αργότερα, σχετικά με αυτή την περί πολλού πατρότητα των δύο αυτών τραγουδιών (που είχαν γίνει μεγάλες εμπορικές επιτυχί-ες), έτυχε πριν πέντε χρόνια –κατά διαβολική, θα έλεγα, σύμπτωση, να γίνω ο ίδιος προσωπικά αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς ακριβώς του αντίθετου και οι δηλώσεις του Τόλη να ανατραπούν!! Καταθέτω εδώ αυτή την προσωπική μου μαρτυρία:
– Πιο συγκεκριμένα, το 2006, βρέθηκα με την παρέα μου ένα βράδυ στο νυχτερινό κέντρο «Βάρδια» της συμπρωτεύουσας, όπου ο 90χρονος σχεδόν Απόστολος Χάρμας, ζωντανό ακόμα «μνημείο» και μύθος του Ρεμπέτικου (ο τελευταίος των λεγόμενων «Μοϊκανών»), εμφανίστηκε για δυο βραδιές με τον Δημήτρη Κοντογιάννη και το συγκρότημά τους στη Θεσσαλονίκη. Δυστυχώς όμως ενώπιον πολύ μικρού –αλλά και τυχερού!– ακροατηρίου, όπου (ο ίδιος ο Τ. Χάρμας) τον άκουσα να μου λέει με πολύ παράπονο –δύο λεπτά μετά τη γνωριμία μας στο διάλειμμα– ότι είναι πολύ λυπημένος που δεν ήρθε πολύς κόσμος να τον ακούσει και να τον δει!! Μάλιστα δε, τον άκουσα με σχεδόν σβησμένη φωνή να μου λέει παραπονεμένα: «Θα έχουν άραγε την ευκαιρία να με ξαναδούν; Πότε θα με ξαναδούν; Ίσως ποτέ!», με τα μάτια του γεμάτα δάκρυα, κάνοντάς με να αισθανθώ ιδιαίτερα άβολα και αμήχανα... Είχε δίκιο.
Ο γερορεμπέτης Τόλης, με ασυνήθιστη για την ηλικία του δύναμη, ορμή και σφρίγος, έπαιξε όλη τη νύχτα το μπαγλαμαδάκι του και ερμήνευσε υπέροχα (με πολύ δυνατή και καθαρή φωνή!!) πολλές από τις προσωπικές του επιτυχίες, καταχειροκροτούμενος από τους λίγους θαμώνες της «Βάρδιας»!!
Στην έναρξη λοιπόν του προγράμματος, ακούσαμε οι παρόντες θαμώνες, με τα ίδια μας τα αυτιά τον Δημήτρη Κοντογιάννη, κιθαρίστα και τραγουδιστή, να προλογίζει και να παρουσιάζει τον παρακαθήμενο του γέροντα και Μύθο, λέγοντας ότι:
«Ο Τόλης Χάρμας υπήρξε σπουδαίος συνθέτης, με πολλά τραγούδια-δημιουργίες στο ενεργητικό του, μεταξύ των οποίων –πρώτα, πρώτα! – το «ΕΙΜΑΙ ΑΝΤΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΦΙ ΜΟΥ ΘΑ ΚΑΝΩ» και το «ΓΑΡΥΦΑΛΛΟ ΣΤ' ΑΥΤΙ», που υπή-ρξαν τεράστιες επιτυχίες, και άλλα πολλά».
Μετά και από το άκουσμα αυτό, με τον κύριο Απόστολο να ακούει τα λόγια του Κοντογιάννη με χαμόγελο και να κουνάει το κεφάλι του με νόημα, ε!, μπορεί να υπάρχει καμιά αμφιβολία για την πατρότητα και των δύο αυτών τραγουδιών;
Προσωπικά πιστεύω ακράδαντα πως είναι αποκλειστικές δημιουργίες δικές του!
Με τον Μάνο Χατζηδάκι τους συνέδεσε μεγάλη φιλία και επαγγελματική συν-εργασία. Συνεργάστηκαν στη μουσική των ταινιών «Η Χώρα των Ονείρων» και «Ποτέ την Κυριακή». Το 1960 βρέθηκαν πάλι μαζί στις Κάννες, κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ, όπου ο Μ. Χατζηδάκις βραβεύτηκε με Όσκαρ. Το τραγούδι του «Τα παιδιά του Πειραιά» (στίχοι και σύνθεση δικοί του) του χάρησαν το Όσκαρ, ως το καλύτερο πρωτότυπο τραγούδι ταινίας. Ο Τ. Χάρμας έπαιξε κιθάρα στην ορχήστρα των Γεράσιμου και Νίκου Λαβράνου, στη μεγάλη δεξίωση του Φεστιβάλ των Καν-νών, που έγινε στο «Κάρλτον», για την βράβευση της ταινίας «Ποτέ την Κυριακή» του Ζύλ Ντασσέν.
Εκτός του Τ. Χάρμα, στη μουσική αποστολή που έπαιξε εκεί -μεταξύ άλλων- ήταν, και οι Κώστας Σεϊτανίδης, Γιώργος Ζαμπέτας, Άννα Χρυσάφη, Σπύρος Καλφό-πουλος, Γιώργος Κουλαξίζης, Σταμάτης Χατζηδάκης, κ.α.
Ο Τόλης Χάρμας σαν συνθέτης και στιχουργός έγραψε πολύ ωραία τραγούδια, που έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Μεταξύ αυτών να αναφέρουμε και τα ακόλουθα:
- Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ (Σ. Μπέλλου – Στελ. Περπινιάδης) (1948, AO 2844), -Η ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ (Σ. Μπέλλου – Μ. Χιώτης] (1948, COLUMBIA DG 6767),
- ΔΕΝ ΥΠΟΦΕΡΕΣΑΙ (ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΟ Ν' ΑΓΑΠΑΣ) (Σ. Μπέλλου – Μ. Χιώτης) (1948, COLUMBIA DG 6766),
- ΝΑ ΠΑΣ ΝΑ ΠΕΙΣ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ ΣΟΥ (Πάνος Γαβαλάς – Τ. Χάρμας) (1958, ODEON GA 8007),
- ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ (ΑΣΧΗΜΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ) (Σωτ. Μπέλλου – Στελλάκης Περπινιάδης) (1948, COLUMBIA DG 6766),
- ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (Σωτ. Μπέλλου – Στελλάκης Περπινιάδης) (1948, COLUMBIA DG 6767),
- ΓΚΙΟΥΛ ΤΖΑΜΑΛ (Ντούο Χάρμα) (1949, ODEON GA 7464),
- ΠΑΠΑΤΖΗΔΕΣ (ΗΡΘΑΝ ΤΑ ΜΑΝΤΑΤΑ ΣΟΥ) (Τ. Μπίνης – Ντούο Χάρμα) (1952, PARLOPHONE B.74253),
- ΤΟ ΣΦΑΛΜΑ (Ελένη Λαμπίρη) (1955, ODEON GA 7874),
- ΘΑ ΣΟΥ ΦΥΓΩ (Λέλα Μαρτίνη – Τόλης Χάρμας) (1957, ODEON GA 7941),
- Ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ (Ντούο Χάρμα) (1957, ODEON GA 7970),
- Ο ΑΝΤΡΑΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (Πάνος Γαβαλάς – Τόλης Χάρμας) (1957, ODEON GA 7926), κ.α., που θα δούμε στη συνέχεια στη δισκογραφία του.
Η δισκογραφία των 78 στροφών (γραμμοφώνου) του Τόλη Χάρμα περιλαμβά-νει περί τα 70 δικά του τραγούδια (κάποια δωρισμένα από τον Βασ. Τσιτσάνη, για άγνωστους λόγους) και άλλες περίπου 30 φωνητικές συμμετοχές του ζεύγους, σε τραγούδια άλλων συνθετών. Συνολικά 100 τραγούδια και κάποιες επανεκτελέσεις. Ως «Ντούο Χάρμα», το αγαπημένο ζεύγος Τόλης και Λίτσα Χάρμα, τραγουδήσανε μαζί και πέρασαν για πάντα στα αυλάκια των δίσκων γραμμοφώνου, συνολικά 51 τραγούδια (τα περισσότερα δικά τους και μερικά άλλων δημιουργών).
Η ερμηνευτική δεινότητα του ζεύγους Χάρμα έκανε πολλούς λαϊκούς συνθέτες της εποχής να τους εμπιστευθούν σπουδαία τραγούδια τους.
Έχουν ερμηνεύσει, σε πρώτη εκτέλεση, ανεπανάληπτα και αξέχαστα τραγούδια, όπως: το «Κάποια μάνα αναστενάζει» του Βασίλη Τσιτσάνη, το «Ένα τραγούδι απ' το Αλγέρι» του Απόστολου Καλδάρα, το «Πάλι εχτές στις τρεις ήρθες να κοιμη-θείς» του Μανώλη Χίωτη, τον «Ναύτη (Ένα καράβι απ' τον Περαία)» του Γιώργου Μητσάκη, κ.α. - Ο Χάρμας, στη συνέχεια της συνέντευξής του στον Π.Γ. το επιβεβαιώνει:
«Τραγουδήσαμε τραγούδια πολλών μεγάλων συνθετών. Του Τσιτσάνη, του Μητ-σάκη, του Μπακάλη, του Χιώτη. Ο Χιώτης, ήταν από το Λεωνίδιο και ήταν δεύτε-ρος ξάδερφος μου, αλλά νομίζω ότι γεννήθηκε στην Θεσσσαλονίκη. Ο πατέρας του είχε ένα μαγαζί στο Λεωνίδιο και τον θυμάμαι εκεί πιτσιρικά (εγώ ήμουν δυο χρόνια μεγαλύτερος), με κοντά παντελονάκια να γρατζουνάει με το μπουζουκάκι του. Του Χιώτη του τραγουδήσαμε “Το τρελό κορίτσι” με μεγάλη επιτυχία. Πολύ μεγάλο ταλέντο ο Μανώλης κι έφυγε τόσο νέος... Πιο πολύ συνεργάστηκα με τον Απόστολο Καλδάρα. Του “Καλδαράκου” μου του είπα πολλά τραγούδια. “Ο εργά-της”, “η Ξενιτιά”, “Μπαρμπαριά”, κ.ά... Ήμασταν πολύ φίλοι με τον Απόστολο. Σπάνια περίπτωση μορφωμένου καλλιτέχνη για εκείνα τα χρόνια. Ήταν ακέραιος άνθρωπος και θα τον θυμάμαι πάντα με πολλή συγκίνηση».
Από το «Ντούο Χάρμα» ξεκίνησε τη μεγάλη της καριέρα το 1956 η Μαρινέλλα, η οποία πήρε το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο από το ομώνυμο τραγούδι του Τόλη Χάρμα. Την ίδια χρονιά, η γυναίκα του εγκατέλειψε τα το τραγούδι για να αφιερω-θεί στην ανατροφή των δύο παιδιών τους, του Αριστείδη και της Ιωάννας (Νανάς).
- Ο Τ. Χάρμας, στη συνέχεια, αφηγείται την συνάντηση του με την Μαρινέλλα:
«...Το 1952 συνεργάστηκα αποκλειστικά με την εταιρεία Odeon και εκείνη την εποχή έγραψα μεγάλες επιτυχίες όπως «Οι Παπατζήδες» «Το καντήλι», «Το σφάλμα» κ.ά. Το καλοκαίρι του 1956 δούλεψα στην Θεσσαλονίκη στο οικογενεια-κό κέντρο, «Πανόραμα» μόνος μου. Η Λίτσα δεν τραγουδούσε πια, γιατί στο μετα-ξύ είχαμε αποκτήσει δυο παιδιά. Τον Αριστείδη και την Νανά. Το μαγαζί είχε μια ορχήστρα 5-6 ατόμων από την Θεσσαλονίκη. Ο Νίκος Ρέγκος στο βιολί, κάποιος Παναγιωτάκης πιάνο και αν θυμάμαι καλά ο ντραμίστας λεγόταν Γκρέγκορυ. Στην αρχή δεν είχαμε μπουζούκι, αλλά αργότερα βάλαμε τον νεαρό τότε Στέλιο Ζαφει-ρίου. Από τραγουδίστριες ήτανε η Λάγια Κρίς (από το τρίο Κρίς) και Ζωζώ Κυριαζοπούλου. Πηγαίναμε πολύ καλά όταν ξαφνικά για κάποιο λόγο φύγανε και οι δύο και ξεμείναμε από γυναικείες φωνές. Για καλή μου τύχη στο θέατρο Χατζώκου της Θεσσαλονίκης τραγουδούσε μια πολύ καλή τραγουδίστρια, η Ιωάννα Άλβα και μαζί της εκεί δούλευε ως ηθοποιός στα πρώτα της βήματα η Κυριακή Παπαδοπούλου. Ένα βράδυ που έτυχε να είμαι στην παράσταση, η Άλβα ήτανε άρρωστη και βάλανε την μικρή Κυριακή να τραγουδήσει. Είπε δύο-τρία τραγούδια, ίσα-ίσα για να σωθεί η παράσταση και τα πήγε υπέροχα. Εγώ εντυπωσιάστηκα από την φωνή της και την άλλη μέρα πήγα και την βρήκα. Της έκανα πρόταση να δουλέψει μαζί μας. Αυτή δέχτηκε και την πήρα μαζί μου. Της έδωσα το όνομα Μαρινέλλα, από ένα τραγούδι που είχα γράψει εκείνη την εποχή. Οι στίχοι μιλούσαν για την ιστο-ρία μιας μικρής και όμορφης τσιγγάνας. Είναι καρσιλαμάς, έχει εισαγωγή με κλαρίνο και τραγουδώ εγώ. Όταν βγήκε σε δίσκο το 1957 έγινε τεράστια επιτυχία. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η Μαρινέλλα, και σιγά-σιγά άρχισε να κάνει μεγάλο σουξέ στο πάλκο και τα πηγαίναμε φίνα. Μέχρι που έγινε η μεγάλη συνάντηση με τον Καζαντζίδη. Ο έρωτας ανάμεσα τους υπήρξε κεραυνοβόλος και σε λίγο καιρό τα παράτησε όλα και κατέβηκε στην Αθήνα μαζί με τον Στέλιο. Πριν φύγει προσπά-θησα να την συμβουλεύσω να συνεχίσει την καριέρα της στο στυλ που ξεκίνησε, αλλά δεν με άκουσε. Παρόλο που για δέκα χρόνια έμεινε στην σκιά του Καζαντζί-δη, οι δυο τους αποτέλεσαν το μεγαλύτερο λαϊκό ντουέτο όλων των εποχών. Όταν αργότερα χώρισε και άρχισε την δεύτερη της καριέρα μόνη της, φάνηκε καθαρά ότι ήταν γεννημένη για άλλα πράγματα. Δεν ήταν για το λαϊκό η “Κίτσα”. Μερικά χρόνια αργότερα που συναντηθήκαμε μου ομολόγησε ότι είχα δίκιο».
Μετά τη διακοπή της καλλιτεχνικής δράσης της Λίτσας Χάρμα το 1956, ο Τόλης συνέχισε αναγκαστικά μόνος ως το 1967. Είχε πολλές προτάσεις από το εξωτερικό. Λίγα χρόνια μετά την επιτυχία της Κωνσταντινούπολης έκανε τουρνέ σε Κύπρο και Ισραήλ. Το διάστημα 1956-1958 εργάστηκε στο Ισραήλ, εμφανιζό-μενος σε νυχτερινά κέντρα με Ισραηλινούς αλλά και Έλληνες μουσικούς, όπως τον Ζακ Ιακωβίδη, το Τρίο Κιτάρα, τη Λέλα Παπαδοπούλου κ.ά. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 δούλεψε σε μικρά μαγαζιά της Αθήνας, ηχογραφόντας παράλληλα και μερικά τραγούδια του στις 45 στροφές («Όπου κι αν πας», «Το φιλότιμο», «Έφυγε το παλληκάρι», κ.α.), με σημαντικότερο από αυτά το «Θα πάρω πια τα μάτια μου να φύγω». Το τραγούδι αυτό είναι του 1960 και αποδεικνύεται μάλλον ...προφητικό! Το 1967, μετά την επιβολή της δικτατορίας από τη Χούντα στην Ελλά-δα, ο Τόλης Χάρμας αναγκάζεται να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ και τον Καναδά, μένοντας εκεί συνολικά 13 χρόνια. Μετά το 1971 συνεργάζεται με τον κιθαρίστα και τραγουδιστή Γιώργο Κεφαλά, του «Τρίο Κιτάρα». Στη διάρκεια της παραμονής του στην Αμερική, έκανε εμφα-νίσεις σε κοσμικά κέντρα, σε διάφορα μέρη της Β. Αμερικής, όπως: Καλιφόρνια, Νέα Υόρκη, Ινδιανάπολη, Σακραμέντο, Βανκούβερ, Τορόντο, κ.α., παίζοντας μόνο ελληνική μουσική και έχοντας κοινό κυρίως αμερικάνικο. Το 1978 φεύγει από την ζωή η σύντροφός του Λίτσα και τα χρόνια που ακολουθούν ζει σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση.
Το 1981, γεμάτος νοσταλγία, επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα, ελπίζοντας σε ένα νέο ξεκίνημα, όμως δεν βρίσκει τα πράγματα όπως τα άφησε.
Ο Τόλης Χάρμας, σύντομα αντιλαμβάνεται ότι τα πάντα άλλαξαν στο μουσικό στερέωμα, ακόμα και οι προτιμήσεις των περισσοτέρων ακροατών. Το γνήσιο λαϊκό τραγούδι -ως συνέχεια του παλαιότερου- όπως τουλάχιστο αυτός το γνώριζε, είναι σχεδόν ανύπαρκτο, οπότε περιορίζεται σε επιλεγμένες εμφανίσεις σε μικρά και παραδοσιακά ταβερνάκια, με ολιγομελή μουσικά σχήματα, αποφεύγοντας τις μετακινήσεις, μέχρι το 2007. Τα τελευταία χρόνια τραγουδούσε στο μικρό ταβερνάκι της «κυρα-Ντίνας» στον Κολωνό, με ένα μικρό διάλειμα, όπου ξανανέβηκε στο πάλκο σε ηλικία 88 ετών, τραγουδώντας με τον Δημ. Κοντογιάννη στο γνωστό ρεμπετάδικο «Απτάλικο».
Τον Απρίλιο του 1995, σε ηλικία 77 ετών, έλαβε μέρος στο συνέδριο του «Ρεμπέτικου Τραγουδιού» στο Ρέθυμνο, όπου έπαιξε, τραγούδησε και χόρεψε -όπως λέγεται- σαν έφηβος. Το 2004 συμμετείχε αφιλοκερδώς στην εκδήλωση, που έγινε στον Βόλο, προς τιμή των αδελφών Νίκου και Κάρολου Μιλάνου, για τα 87 χρόνια της θρυλικής «Σκάλας του Μιλάνου».
Ο Πάνος Γεραμάνης, ο οποίος παρουσίασε την εκδήλωση στο Θέατρο του Βόλου, έγραψε αργότερα:
«Με το μπουζούκι παραμάσχαλα, ανέβηκε στη σκηνή και πήρε την πρώτηθέση πλάι στον Κάρολο και τον Νίκο Μιλάνο με τους οποίους είχε να συναντηθεί 51 ολόκληρα χρόνια. Δεν πρόλαβε να ρίξει δυο γλυκές πενιές και να πει τα πρώτα λό-για του τραγουδιού “Έκανα σφάλματα πολλά μες στη ζωή” και ο 87χρονος Τόλης Χάρμας γνώρισε την αποθέωση».
Ένα χρόνο αργότερα, το 2005, σε μια ανάλογη εκδήλωση για τον Γιώργο Λαύκα στην Σπάρτη, ο Χάρμας έδωσε πάλι το παρόν του, χορεύοντας μάλιστα ζεμπέκικο μάγκικα, όπως στα νειάτα του, με τον τρόπο που γνώριζε πολύ καλά...
Ως το τέλος της ζωής του, ο Τόλης Χάρμας, έγραφε λαϊκή μουσική ασταμάτητα, με δικούς του στίχους τα περισσότερα. Ο ίδιος, σε τηλεοπτική εκπομπή το 2007, ισχυρίζεται ότι γράφει τραγούδια σε καθημερινή βάση! Ένα χρόνο νωρίτερα, το 2006, όταν είχα την τύχη να τον γνωρίσω από κοντά, συζητώντας μου είχε πει ότι έχει γραμμένα πολλά ωραία νέα τραγούδια, που είναι ανέκδοτα. Ίσως τα παιδιά του τα δισκογραφήσουν κάποτε. Μακάρι, για να μη χαθεί όλος αυτός ο λαϊκός θησαυρός, κληροδότημα ενός ταλαντούχου και ακαταπόνητου δημιουργού!
Ο Τόλης Χάρμας, αριστοκράτης ρεμπέτης μέχρι τα βαθειά του γεράματα, έφυγε από τη ζωή, πλήρης ημερών, στις 22 Μαΐου 2008.
Ο γεροντόμαγκας Τόλης, ο τελευταίος των «Μοϊκανών» της κάστας του, πήγε στον άλλο κόσμο, μόνιμη παρέα με τη γυναίκα του Λίτσα, που τον περίμενε να ξαναστήσουν το θρυλικό και γλυκοκέλαδο «Ντούο Χάρμα» εκεί πάνω! Εγκαταστάθηκε στο «Πάνθεο των Αθανάτων», στο τεράστιο λαϊκό παλκοσένικο που είναι στημένο στους Ουρανούς, παρέα με τους άλλους λαϊκούς δημιουργούς και ερμηνευτές, που ήδη έφυγαν για πάντα από κοντά μας, αλλά θα παραμένουν διαρκώς στη καρδιά μας!
Αντάμα με τους παλαιότερούς του (Βαμβακάρης, Μπάτης, Δελιάς, Παγιουμτζής, Παπάζογλου, Σκαρβέλης, Γιοβάν Τσαούς, Μπαγιαντέρας, Παπαϊωάννου, Χατζηχρήστος, Περιστέρης, Τούντας, Σέμσης-Σαλονικιός, Τσιτσάνης, Κερομύτης, Γενίτσαρης, Χρυσίνης, Χιώτης, Καλφόπουλος, Τσάντας, Μάνεσης, Ρούτσος, κ.α.), αλλά και αντάμα με τους νεότερους (Μητσάκης, Πετσάς, Κλουβάτος, Καπλάνης, Τζουανάκος, Τατασόπουλος, Καλδάρας, Κυριαζής, Λαύκας, Μπακάλης, Τσαουσάκης, Μπίνης, Δερβενιώτης, Καραπατάκης, Κολοκοτρώνης, Νταράλας, Παπαγιαν-νοπούλου κ.α.), μαζί με όλα τα άλλα δερβίσια του σιναφιού τους (Νταλγκάς, Κάβουρας, Στελλάκης, Κασιμάτης, Περδικόπουλος, Μοσχονάς, Ευγενικός, Ρόζα, Ρίτα, Σταυροπούλου, Μιττάκη, Χασκίλ, Γεωργακοπούλου, Νίνου, Μπέλλου, Καζαντζίδης, Γκρέϋ, Ντάλλια, Γαβάλας, Μπιθικώτσης, Αγγελόπουλος, Διονυσίου και άλλοι πολλοί)...
Για να είμαι όμως απόλυτα σωστός, θα πρέπει να πω ότι, όλοι αυτοί οι μεγάλοι δημιουργοί και οι ανεπανάληπτοι ερμηνευτές τους, που έφυγαν ένας-ένας από κοντά μας, στην πραγματικότητα είναι και θα είναι για πάντα μαζί μας, παρόντες, μια και θα ζουν για πάντα μέσα από το μουσικοπολιτιστικό κληροδότημα που μας άφησαν, μέσα από τα υπέροχα λαϊκά τους τραγούδια. Τραγούδια στ’ αλήθεια αθά-νατα, που όσο υπάρχουν Έλληνες, θα παίζονται από τις σύγχρονες λαϊκές ορχή-στρες και συγκροτήματα, από ερασιτεχνικές μουσικές παρέες, από νεότερους μου-σικούς (και ευτυχώς είναι πάρα πολλοί).
1 σχόλια:
Μέγας ο Τόλης Χάρμας.Υπέροχη ευαισθησία στο στίχο και στα μοναδικά τραγούδια που έγραψε.Και πέρα του συνθέτη, μοναδικές ερμηνείες μαζι με τη γυναίκα του Λίτσα (το αξέχαστο Ντούο Χάρμα).
Δημοσίευση σχολίου