7 Νοε 2013

ΘΑ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΥΜΕ, ΠΑΛΙ, «ΜΑΓΚΕΣ»;



Του ΔΙΟΝΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΑΤΟΥ*
Ένα «ανεξήγητο» φαινόμενο αναπαράγεται στις φθηνές ταινίες δράσης και πολεμικών τεχνών: Ο (κάθε) Τσακ Νόρις και Ζαν Κλοντ Βαντάμ «κάνει του αλατιού» καμιά πενηνταριά μαζεμένους αντιπάλους, διότι εκείνοι επιλέγουν να του επιτίθενται ένας - ένας ή το πολύ δύο- δύο. Για τις ανάγκες του «σεναρίου» τα «καθάρματα» είθισται να επιδεικνύουν αυτού του είδους τον αυτοκαταστροφικό «ιπποτισμό», που καθιστά βέβαιη τη συντριπτική υπεροχή των «καλών παλικαράδων».
Αν τυχόν κάποιο νυκτερινό τηλεοπτικό «ζάπινγκ» σε οδηγήσει σε μια τέτοια σκηνή, πιθανότατα θα καγχάσεις, σκεπτόμενος πως αυτά δεν γίνονται ποτέ στην πραγματικότητα.

Κανείς δεν θα ακύρωνε το αριθμητικό πλεονέκτημα,σε κάποια ουσιώδη σύγκρουση. Αυτό ενίοτε το αντιλαμβάνονται οι δημιουργοί των σχετικών ταινιών κι έτσι αποσύρουν, καμιά φορά, τον δυσερμήνευτο «ιπποτισμό» των «κακών», προτάσσοντας την απερίγραπτη «ανικανότητα»: Μισή κίνηση με μαδέρι κάνει ο τσαμπουκαλής πρωταγωνιστής κι αυτοί κουτουλούν αλλήλους, μπερδεύονται, κινούνται σε αργή κίνηση, σαστίζουν, λιποθυμούν, τρέπονται σε φυγή. Είναι τόσο σουρεαλιστικά φαιδρό, που προτιμάς να γελάσεις με την εκδοχή των «ιπποτικών καθαρμάτων».
Κι όμως... Αυτό που χλευάζεις όταν το βλέπεις σε ταινίες της πλάκας, δηλαδή ο ανεξήγητος «ιπποτισμός», έχει το αντίστοιχό του στην ίδια την κοινωνία και τις αναμετρήσεις της με τη συγκυβέρνηση των Μνημονίων. Μόνο που εδώ δεν είναι, καθόλου, να γελάς. Εδώ δεν «σκοτώνονται» ώρες, αλλά ελπίδες. Εδώ οι «κακοί» είμαστε όλοι μας - λαϊκιστές, ακραίοι, συντεχνίες, τέως βολεμένοι που αντιδρούν επειδή χάνουν τη δουλειά, η οποία μέχρι χθες τους απέφερε προνομιακούς μισθούς των χιλίων ή οκτακοσίων ευρώ.
Χωρισμένοι κατά κοινωνικές ομάδες, κλάδους και επαγγελματικές κατηγορίες, κάπως ενοποιούμαστε αν κουνήσουμε το δαχτυλάκι μας για να σώσουμε κάτι από τις ζωές μας που τορπιλίζονται. Σε πρώτο χρόνο μας ενοποιούν οι (ανωτέρω) αφοριστικοί χαρακτηρισμοί των «άλλων». Σε δεύτερο χρόνο, μας ενοποιεί η ... πρακτική αντιμετώπιση που επιφυλάσσουν, ως απάντηση στο «θράσος» μας. Οι «άλλοι», οι «καλοί». Αυτοί που «σώζουν τη χώρα» στραγγαλίζοντας την κοινωνία της, διότι - βλέπετε- οτιδήποτε διαφορετικό θα συνιστούσε ανεπίτρεπτη, λαϊκίστικη πλεονεξία.
«Ο άνθρωπος δεν ζει μόνο με ΑΕΠ» έλεγε ο παλιός αμερικανός οικονομολόγος Πολ Σάμουελσον. Οι «φωστήρες» του «success story», αυτοί που φροντίζουν ώστε (και) το ΑΕΠ να βυθίζεται διαρκώς, προβάλουν - ατύπως πλην σαφώς- διαφορετικό δόγμα: «Όποιος δεν μπορεί να ζει με καρικατούρες πρωτογενούς πλεονάσματος, πλεονάζει». Μας το σιγοψιθυρίζουν με κυνισμό στο αφτί - ενίοτε μέσω «Μέγκα» ή «Σκάι» - και κατόπιν ετοιμάζονται να περιποιηθούν τους απείθαρχους. Φουσκώνουν τα στήθη, παίρνουν θέση μάχης και προειδοποιούν εμάς, τους «κακούς». Είναι η μεγάλη τους στιγμή!
Θεριεύουν οι μόνιμοι «γιέσμεν» των «διαπραγματεύσεων» με τους «τροϊκανούς» υπαλλήλους. Γιγαντώνονται οι ρεζίληδες των Βρυξελλών, στους οποίους η Μέρκελ δεν καταδέχεται να μιλήσει για περισσότερα λεπτά της ώρας απ' όσα χρειάζεται η οικιακή βοηθός της για να ακούσει την παραγγελία και να βράσει ένα «σφικτό» αβγό (σκεφθείτε δηλαδή να μην είχε «αναβαθμιστεί το κύρος της χώρας»). Ούτε καταδέχεται να τους δωρίσει καμία τρίχα που θα την θα έκαναν αξιοποιήσιμη τριχιά τα ημέτερα δελτία των οκτώ. Νάνοι μπροστά στου Βερολίνου τη μαντάμ, αλλά απέναντι στην κοινωνία τους ... Ζαν Κλοντ Βαντάμ.
Ναι, είναι η μεγάλη τους στιγμή: Κοιτούν βαθιά μέσα τους, βλέπουν τον καρπαζοεισπράκτορα Αλέκο Τζαννετάκο, τον βγάζουν σε διαθεσιμότητα μέχρι την ώρα που θα συναντηθούν πάλι με την τρόϊκα και γίνονται Τσακ Νόρις.
Κι εμείς, τι κάνουμε; Δυστυχώς, συνεχίζουμε να μιμούμαστε τα «σενάρια» των ταινιών, με τις οποίες κατά τ' άλλα γελάμε. Κινούμαστε ένας - ένας. Θυμάστε την απεργία των εκπαιδευτικών, τον περασμένο Σεπτέμβριο; Στην απαρχή της τρόμαξε τους κυβερνώντες και τα «παπαγαλάκια» τους, όχι μόνο λόγω της μεγάλης συμμετοχής των εκπαιδευτικών, αλλά και επειδή την περιέβαλε ένα ευδιάκριτο ρεύμα συμπαράστασης. Για την ακρίβεια, διαφάνηκε κάποια αποκλιμάκωση του έως τότε συνηθισμένου «κοινωνικού αυτοματισμού»: Περισσότερη συμπαράσταση, αλλά και περισσότερη κατανόηση - ανοχή από ανθρώπους που στο κοντινό παρελθόν ανατρίχιαζαν και μόνο στην ιδέα ότι θα απεργούσαν οι καθηγητές των παιδιών τους.
Η απεργία, όμως, σχετικά γρήγορα «χλόμιασε». Γιατί; Μόνον επειδή οι πάντες πάγωσαν με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και την κατοπινή «Χρυσαυγιάδα»; Μόνον επειδή στις ημέρες μας το οικονομικό κόστος κάθε απεργίας είναι δυσβάστακτο για τους απεργούς; Όχι μόνον. Κανένας άλλος κλάδος δεν κινητοποιήθηκε κι αυτό επέδρασε καταλυτικά στην απεργία των καθηγητών.
Δεν συνέβη, βεβαίως, για πρώτη φορά κάτι τέτοιο. Απλώς, τώρα το πράγμα επιζητά πιεστικότερα εξηγήσεις: Υπάρχουν ακόμη άνθρωποι, φορείς, κοινωνικές κι επαγγελματικές ομάδες που πιστεύουν ότι το τσουνάμι της οικονομικής -πολιτικής θηριωδίας της συγκυβέρνησης θα σταματήσει στην δική τους πόρτα; Κι αν - το πιθανότερο- έχει ήδη πλημμυρίσει το σπίτι, τι κάνει τους ενοίκους που βρέχονται από τη μέση και κάτω να πιστεύουν ότι η δική τους αναμονή θα κρατήσει τη στάθμη σταθερή, ενώ το τσουνάμι εξελίσσεται;
Φυσικά, επενεργούν πολλά. Ο Μιθιδρατισμός που εν προκειμένω μόνο θεραπευτικός δεν είναι. Η αποχώρηση της έννοιας «δικαίωμα» από το κοινωνικό προσκήνιο - το έχουμε ξαναπεί, το ισχυρότερο όπλο των Μνημονίων είναι τα ίδια τα Μνημόνια. Ο φόβος πως ο εχθρός είναι πανίσχυρος, ακροβολισμένος από τις Βρυξέλλες μέχρι το Μαξίμου, και δύσκολα θα τον καταβληθεί, όσοι κι όπως αν κινηθούν εναντίον του. Η δυσπιστία προς τις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Το άλλοθι για απραξία που προσφέρει η «έξωθεν κακή μαρτυρία» πολλών συνδικαλιστικών ηγεσιών. Η απροθυμία κάποιων εξ αυτών να χρεωθούν πολιτική - κυβερνητική κρίση.
Κι ακόμη: Η κόπωση από τις τριετείς -τετραετείς κινηματικές διαδικασίες, με τη συνακόλουθη προσμονή λύσεων ή «λύσεων» σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Η ισχυροποίηση του δόγματος «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», σε σημείο που δυσχεραίνει την κοινή δράση (ενίοτε και την απλή συνεννόηση) ακόμη και του εργαζόμενου που παρέλαβε το χαρτί απόλυσης ή διαθεσιμότητας με τον συνάδελφό του της διπλανής μονάδας του ίδιου εργοστασίου ή της ίδιας δημόσιας υπηρεσίας, ο οποίος ακόμη δεν έπιασε στα χέρια του το καταραμένο χαρτί. Η ενδόμυχη ιδέα πως, όσο κι αν χειροτερεύουν τα πράγματα, ίσως να μην υπάρχει άλλος, προτιμότερος δρόμος.
Για το καθένα από τα προαναφερθέντα θα μπορούσαμε να αφιερώσουμε σκέψεις και σελίδες, να (επι)κρίνουμε άλλες δυνάμεις της Αριστεράς ή και τους εαυτούς μας. Το κρίσιμο είναι, όμως, το έμπρακτο «δια ταύτα». Ιδίως τώρα, που η βέβαιη αναζωπύρωση και επί το αγριότερο κλιμάκωση της θεωρίας των «δύο άκρων» («επί του πιεστηρίου» πρόλαβε η στήλη την είδηση για το μακελειό στο Ν. Ηράκλειο) απειλεί να ακινητοποιήσει σημαντικό φάσμα ανθρώπων, οι οποίοι νιώθουν ότι δεν αντέχουν άλλη «μνημονιακή σωτηρία».
Ένας - ένας, λοιπόν, πάλι; Για να τον «περιλαμβάνουν» ευκολότερα τα χημικά, οι πολιτικές επιστρατεύσεις, οι ποινικές διώξεις, τα ΜΑΤ; Για να παριστάνει ο Σαμαράς τον Βαντάμ, ο Φαήλος μια ευτραφή βερσιόν του Τσακ Νόρις κι ο Βενιζέλος έναν ξυρισμένο Μπαντ Σπένσερ; «Κατά μόνας», πάλι; Έτσι δεν πέφτουν αυτοί. Έτσι, το πολύ -πολύ να πέσουμε εμείς στο Ζάλογγο.
Στο εγγύς μέλλον πρέπει να δοθούν κάποιες ενθαρρυντικές απαντήσεις. Ειδάλλως ίσως να είναι πολύ αργά, ακόμη και για να τεθούν ερωτήματα...
* Δημοσιεύθηκε στο "Πριν", την Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More