Αντώνης Μποσκοΐτης
Τα τραγούδια - έπαινοι του ενός συνθέτη προς τον άλλον είναι αναρίθμητα
μέσα στην ελληνική δισκογραφία. Το ίδιο και τα τραγούδια - αφιερώματα
στη μνήμη φίλων ή «δασκάλων» που έφυγαν: από την προσφώνηση «Γεια σου
Μαρίκα» του μουσικού προς τη μεγάλη Μαρίκα Παπαγκίκα (σε ηχογράφηση του
191 9) μέχρι τις φράσεις του Αλκίνοου Ιωαννίδη «Ο Χατζιδάκις μοιάζει
στην προϊστορία κι αντικατάσταση δεν έγινε καμία» (από τη «Νεροποντή»
του 2009), έγινε φανερό πως το τραγούδι είναι και λίγο «οικογενειακή»
υπόθεση.
Συμβαίνει λοιπόν και στις… καλύτερες οικογένειες να υπάρχει ευγενής άμιλλα αλλά και αγενής κατά μέτωπο επίθεση, | μίση και πάθη, ειρωνεία, παρωδία και σαρκασμός.
Επιστολές Μάνου Χατζιδάκι και Μίμη Πλέσσα
Σε παλαιότερες εποχές πολύ σπάνια ένας δημιουργός θα καταφερόταν εναντίον συναδέλφου του μέσω του τραγουδιού. Αφενός υπήρχαν τα επιθεωρησιακά νούμερα, όπου μπορούσε ο ένας να περάσει… γενεές δεκατέσσερις τον άλλον και μάλιστα αρκετά ανώδυνα, αφετέρου ο ημερήσιος Τύπος έδινε το κατάλληλο βήμα σε ανάλογες κόντρες: χαρακτηριστικό παράδειγμα η, επί εβδομάδες, ανταλλαγή επιστολών του Μάνου Χατζιδάκι εναντίον του Μίμη Πλέσσα, και αντίστροφα, σε εφημερίδα εν έτει 1 959.
Κόντρες… ελαφρολαϊκές
Μεταξύ των συνθετών του λεγόμενου ελαφρού τραγουδιού υπήρχε καλλιεργημένο περισσότερο το αίσθημα της ευγενούς άμιλλας και λιγότερο αυτό της αντιδικίας. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο ο συνθέτης Κώστας Χαιρόπουλος δήλωσε σε συνέντευξη του 1930 πως έγραψε το τανγκό «Γυναίκες τρελές» (από την οπερέτα «Γυναίκες - Γυναίκες») ως απάντηση στο περίφημο «Οργανάκι» του Αττίκ. Κοινό χαρακτηριστικό στα δύο αυτά δημιουργήματα, το στοιχείο του «τραγουδιού - ποταμός», της αφήγησης, δηλαδή, μιας ολόκληρης ιστορίας, που στη χώρα μας θα έφτανε στο απόγειο μεσούσης της χούντας με κάποια έργα του Μίκη Θεοδωράκη, όπως η «Κατάσταση πολιορκίας».
Την ίδια πάνω - κάτω περίοδο με το μεσουράνημα του ελαφρού τραγουδιού, τους πιο λούμπεν ρεμπέτες δεν απασχολούν τόσο οι μεταξύ τους έριδες, όσο κάποια υπαινικτικά σχόλια για την πολιτική κατάσταση της Ελλάδας και φυσικά η επιβολή της μεταξικής λογοκρισίας.
Ο χωρισμός Καζαντζίδη – Μαρινέλλας
Στις τάξεις, αντίθετα, του αμιγώς λαϊκού τραγουδιού και καθώς οι δεκαετίες προχωρούν και η δισκογραφία εδραιώνεται, οι κόντρες εδραιώνονται εξίσου. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο χωρισμός του ντουέτου Στέλιος Καζαντζίδης - Μαρινέλλα είναι γεγονός οριστικό και αμετάκλητο, προκαλώντας μεγάλη αναταραχή στους θαυμαστές τους. Ο πρώτος τοποθετεί δίπλα του τη Λίτσα Διαμάντη και λίγο αργότερα την Πίτσα Παπαδοπούλου και τη Χαρούλα Αλεξίου, ενώ η δεύτερη συνεργάζεται με τον Γιώργο Ζαμπέτα, τον Γιώργο Κατσαρό και τον Μίμη Πλέσσα. Ο κοινός φίλος τους, ο δαιμόνιος στιχουργός Πυθαγόρας, καταφέρνει να στήσει ένα ολόκληρο παιχνίδι κανονικού μάρκετινγκ με αφορμή αυτόν τον χωρισμό… Έτσι, η Μαρινέλλα ηχογραφεί το «Οι άντρες δεν κλαίνε» σε μουσική του Κατσαρού («Στο καλό καημέ μου πικρέ κι αγαπημένε / και μην κλάψεις για μένα ποτέ / οι άντρες δεν κλαίνε») για να λάβει την απάντηση του Στέλιου Καζαντζίδη «Όσοι δεν πόνεσαν άσ’ τους να λένε / κι όμως, κυρία μου, κι οι άντρες κλαίνε», σε μουσική του Βασίλη Βασιλειάδη. Εξυπακούεται πως στιχουργός και των δύο αυτών τραγουδιών που τραγούδησε σύσσωμη η Ελλάδα για ένα φεγγάρι ήταν ο Πυθαγόρας.
Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια
Το 1979 ο Νίκος Ξυδάκης και ο Μανώλης Ρασούλης καταθέτουν από κοινού «Τα δήθεν», ως sequel της σαρωτικής επιτυχίας της «Εκδίκησης της γυφτιάς» της προηγούμενης χρονιάς. Ο Μάνος Χατζιδάκις ξεχωρίζει το «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια», με τον Νίκο Παπάζογλου ερμηνευτή, και το βραβεύει σε ραδιοφωνικό διαγωνισμό του Τρίτου Προγράμματος. Ακολουθεί εκτέλεση και με τη Χαρούλα Αλεξίου και το τραγούδι απογειώνεται. Το αίσθημα απαξίωσης, όμως, απέναντι στους «μάγκες που δεν υπάρχουν πια, αφού τους πάτησε το τραίνο», διά χειρός Ρασούλη, εξοργίζει ως φαίνεται εκπροσώπους του «αντίπαλου» στρατοπέδου. Έτσι, ο Στράτος Διονυσίου, η κατεξοχήν μάγκικη φωνή του τραγουδιού της πίστας, απαντάει με το περίφημο «Ποιος το είπε για τους μάγκες»! Απ’ τον τίτλο και μόνο, ήταν ευδιάκριτος ο στόχος: Ο Διονυσίου δεν σήκωνε κουβέντα για τους «μάγκες», αλλά φρόντισε να σνομπάρει και τους δύο καταξιωμένους ήδη δημιουργούς του έντεχνου τραγουδιού. Οι στίχοι του Βασίλη Παπαδόπουλου με τη μουσική του Τάκη Σούκα, εν προκειμένω, έλεγαν: «Ποιος το είπε για τους μάγκες πως χαθήκανε; Ποιος το είπε πως τα τρένα τους πατήσανε; Ποιος το είπε για τους μάγκες πως τη βάψανε, πως ταξίδεψαν με βάρκα και βουλιάξανε;». Σύμφωνα μάλιστα με τον Άγγελο Διονυσίου, τον γιο του Στράτου, σε συνέντευξη που μου παραχώρησε αρκετά χρόνια μετά, το ίδιο διάστημα ο πατέρας του είχε αρνηθεί δισκογραφική συνεργασία με τον Μίκη Θεοδωράκη μένοντας πιστός στο δικό του δη μοφιλές ύφος.
Ο Σιδηρόπουλος επιτίθεται στον… Μίκη Μάους
Το 1 984, στο άλμπουμ «Zorba the Freak», ο Σιδηρόπουλος δημοσιοποιεί το τραγούδι «Μίκη Μάους», έναν λίβελλο κατά του Μίκη Θεοδωράκη. Δίχως ίχνος χιούμορ, ο λεγόμενος «Πρίγκιπας του ελληνικού ροκ» επιτέθηκε στον μεγάλο συνθέτη με λόγια σκληρά και υποτιμητικά: «...Με χέρια ψηλά το παίζεις ο Μπαχ και καλά / Με χρέος συμφωνίες τρεις λαϊκοκλασικιστής». Λεπτομέρεια: Μερικά χρόνια πριν, με αφορμή τον κινηματογραφικό «Ασυμβίβαστο» του Αντρέα Θωμόπουλου, ο Παύλος Σιδηρόπουλος είχε ηχογραφήσει σε πρώτη εκτέλεση την μπαλάντα του Μίκη Θεοδωράκη «Κάποτε θα ’ρθουν» σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Κόντρες νεότερης ηλικίας
Με τον Θεοδωράκη, όμως, τα έβαλε πιο πρόσφατα και ο ράπερ B.D. Foxmoore - Μιχάλης Μυτακίδης στο πολιτικό τραγούδι με τίτλο «Η αιώνια λιακάδα ενός ηλίθιου λαού»: ‘’Μαέστρο μου, θα του ’λεγα, τράβα κοιμήσου, πρόλαβε πέθανε ή κάτσε και θυμήσου, είσαι δημόσια δαπάνη, μέρος απ’ τα κλοπιμαία, το ’φτιαξες εσύ, θα σε σκεπάσουν με σημαία...». Στο τραγούδι πάλι «Πόρνες σε κόκκινα χαλιά» το συγκρότημα των Active Member εξαπέλυσε επίθεση - έμμεση αναφορά εναντίον ενός άλλου συγκροτήματος από την «οικογένεια» του εν Ελλάδι low ba p, των Goin’ Through: «Οι στίχοι τους κι η μουσική πόρνες σε κόκκινο χαλί για τους πελάτες / Παντού νταβάδες χορηγοί γιατί η ντροπή στον τόπο αυτό πάντα είχε πελάτες».
Όχι άλλο Νταλάρα!
Το 1985 ο Τζίμης Πανούσης ξεπέρασε τα... εσκαμμένα. Στο άλμπουμ «Hard Core », ζωντανή ηχογράφηση από το «Κύτταρο» της οδού Ηπεί ρου, ακούστηκε για πρώτη φορά το τραγούδι «Όχι άλλο Νταλάρα», η απαρχή δηλαδή μιας κατά μέτωπο επίθεση ς, που πέραν της δισκογραφίας θα συνεχιζόταν για πολλά χρόνια μετά και στις αίθουσες των δικαστηρίων. Από την αιρετική και προκλητική οπτική του Πανούση δεν θα έμεναν εκτός ούτε ο Πάριος, η Αλεξίου, ούτε ακόμη κι ο «Ρίτσος σε νταμάρια», καυτηριάζοντας την αποθέωση των μεγαλοτραγουδιστάδων και την αισθητική του μεταπολιτευτικού κλίματος που ακόμη καλά κρατούσε. Με τον Γιάννη Πάριο, όπως και με άλλους καλλιτέχνες, ο Πανούσης θα ασχολιόταν και λίγο αργότερα, το ίδιο σκωπτικά και προκλητικά, στο τραγούδι του «Τουμπερλέσκ»: «Μ ια πόζα της Τζένης Καρέζη, πώς βάζει ρουζ η Αλίκη, ο Πάριος πώς χέζει...».
Μόνο στο πλαίσιο ενός σκεπτικού που ήθελε το ροκ ανατρεπτικό μουσικό εκφραστικό είδος μπορούν να αποδοθούν οι, ομολογουμένως, χιουμοριστικές επιθέσεις του Τζίμη Πανούση σε συναδέλφους του, κάτι βέβαια που δεν ίσχυε καθόλου στην περίπτωση του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Ωδή στον Διονύση
Όχι τόσο αιχμηρός όσο οι μουσικοί της νεότερης γενιάς και σαφώς με την απογοήτευση του παλιού συνοδοιπόρου που προδόθηκε, ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας τραγούδησε την «Ωδή στον Διονύση» σε μουσική του Νότη Μαυρουδή και στίχους του Τάσου Σαμαρτζή. Για να φτάσει στο σημείο ο Γκαϊφύλλιας, ο οποίος μέχρι σήμερα λέει πως δεν θα έκανε ποτέ πρώτο δίσκο αν δεν πίεζε ο Σαββόπουλος τον Πατσιφά της Lyra, να επιτεθεί στον Νιόνιο, κατανοεί κανείς το αίσθημα μιας προσωπικής πικρίας: «Για να κοιτάζει κι από κει και να μιλάει για Κοεμτζή, για το στρατό, τους χούλιγκανς και τα πρεζόνια, όσα δε γνώρισε ποτέ κλεισμένος σ’ ένα ρετιρέ σε μια αγκαλιά, έξω βροχή, και φύγαν’ χρόνια...».
Γιάννης Αγγελάκας και Πυξ Λαξ
Τέλος, μια άλλη κόντρα των τελευταίων ετών που άφησε εποχή στο ελληνικό τραγούδι ήταν αυτή του Γιάννη Αγγε-λάκα με τους Πυξ Λαξ. Μια κόντρα που σηματοδότησε και τη ρήξη του «εναλλακτικού» με το «εμπορικό» σε εποχές που κάθε δισκογραφικό στεγανό είχε καταρριφθεί και καμιά ετερόκλητη συμμετοχή δεν προξενούσε πια εντύπωση. Ενώ ο Μπάμπης Στόκας και ο Φίλιππος Πλιάτσικας προτίμησαν να εξαντλήσουν το θέμα μέσα από δηλώσεις τους στον Τύπο, ο Αγγελάκας με την ομάδα του, την Alltogethernow, προχώρησαν στην ηχογράφηση του τραγουδιού «Νύχτα σατράπισσα», μια εμφανέστατη παρωδία του ύφους των Πυξ Λαξ. Με τη φωνή του «μίμου» Φρυόβολου Χαρούπη ηχογραφήθηκε και το κομμάτι «Παντελής έλλειψη θαλασσινού» – σάτιρα του έντεχνου παραδοσιακού ύφους του Παντελή Θαλασσινού.
Συμβαίνει λοιπόν και στις… καλύτερες οικογένειες να υπάρχει ευγενής άμιλλα αλλά και αγενής κατά μέτωπο επίθεση, | μίση και πάθη, ειρωνεία, παρωδία και σαρκασμός.
Επιστολές Μάνου Χατζιδάκι και Μίμη Πλέσσα
Σε παλαιότερες εποχές πολύ σπάνια ένας δημιουργός θα καταφερόταν εναντίον συναδέλφου του μέσω του τραγουδιού. Αφενός υπήρχαν τα επιθεωρησιακά νούμερα, όπου μπορούσε ο ένας να περάσει… γενεές δεκατέσσερις τον άλλον και μάλιστα αρκετά ανώδυνα, αφετέρου ο ημερήσιος Τύπος έδινε το κατάλληλο βήμα σε ανάλογες κόντρες: χαρακτηριστικό παράδειγμα η, επί εβδομάδες, ανταλλαγή επιστολών του Μάνου Χατζιδάκι εναντίον του Μίμη Πλέσσα, και αντίστροφα, σε εφημερίδα εν έτει 1 959.
Κόντρες… ελαφρολαϊκές
Μεταξύ των συνθετών του λεγόμενου ελαφρού τραγουδιού υπήρχε καλλιεργημένο περισσότερο το αίσθημα της ευγενούς άμιλλας και λιγότερο αυτό της αντιδικίας. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο ο συνθέτης Κώστας Χαιρόπουλος δήλωσε σε συνέντευξη του 1930 πως έγραψε το τανγκό «Γυναίκες τρελές» (από την οπερέτα «Γυναίκες - Γυναίκες») ως απάντηση στο περίφημο «Οργανάκι» του Αττίκ. Κοινό χαρακτηριστικό στα δύο αυτά δημιουργήματα, το στοιχείο του «τραγουδιού - ποταμός», της αφήγησης, δηλαδή, μιας ολόκληρης ιστορίας, που στη χώρα μας θα έφτανε στο απόγειο μεσούσης της χούντας με κάποια έργα του Μίκη Θεοδωράκη, όπως η «Κατάσταση πολιορκίας».
Την ίδια πάνω - κάτω περίοδο με το μεσουράνημα του ελαφρού τραγουδιού, τους πιο λούμπεν ρεμπέτες δεν απασχολούν τόσο οι μεταξύ τους έριδες, όσο κάποια υπαινικτικά σχόλια για την πολιτική κατάσταση της Ελλάδας και φυσικά η επιβολή της μεταξικής λογοκρισίας.
Ο χωρισμός Καζαντζίδη – Μαρινέλλας
Στις τάξεις, αντίθετα, του αμιγώς λαϊκού τραγουδιού και καθώς οι δεκαετίες προχωρούν και η δισκογραφία εδραιώνεται, οι κόντρες εδραιώνονται εξίσου. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο χωρισμός του ντουέτου Στέλιος Καζαντζίδης - Μαρινέλλα είναι γεγονός οριστικό και αμετάκλητο, προκαλώντας μεγάλη αναταραχή στους θαυμαστές τους. Ο πρώτος τοποθετεί δίπλα του τη Λίτσα Διαμάντη και λίγο αργότερα την Πίτσα Παπαδοπούλου και τη Χαρούλα Αλεξίου, ενώ η δεύτερη συνεργάζεται με τον Γιώργο Ζαμπέτα, τον Γιώργο Κατσαρό και τον Μίμη Πλέσσα. Ο κοινός φίλος τους, ο δαιμόνιος στιχουργός Πυθαγόρας, καταφέρνει να στήσει ένα ολόκληρο παιχνίδι κανονικού μάρκετινγκ με αφορμή αυτόν τον χωρισμό… Έτσι, η Μαρινέλλα ηχογραφεί το «Οι άντρες δεν κλαίνε» σε μουσική του Κατσαρού («Στο καλό καημέ μου πικρέ κι αγαπημένε / και μην κλάψεις για μένα ποτέ / οι άντρες δεν κλαίνε») για να λάβει την απάντηση του Στέλιου Καζαντζίδη «Όσοι δεν πόνεσαν άσ’ τους να λένε / κι όμως, κυρία μου, κι οι άντρες κλαίνε», σε μουσική του Βασίλη Βασιλειάδη. Εξυπακούεται πως στιχουργός και των δύο αυτών τραγουδιών που τραγούδησε σύσσωμη η Ελλάδα για ένα φεγγάρι ήταν ο Πυθαγόρας.
Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια
Το 1979 ο Νίκος Ξυδάκης και ο Μανώλης Ρασούλης καταθέτουν από κοινού «Τα δήθεν», ως sequel της σαρωτικής επιτυχίας της «Εκδίκησης της γυφτιάς» της προηγούμενης χρονιάς. Ο Μάνος Χατζιδάκις ξεχωρίζει το «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια», με τον Νίκο Παπάζογλου ερμηνευτή, και το βραβεύει σε ραδιοφωνικό διαγωνισμό του Τρίτου Προγράμματος. Ακολουθεί εκτέλεση και με τη Χαρούλα Αλεξίου και το τραγούδι απογειώνεται. Το αίσθημα απαξίωσης, όμως, απέναντι στους «μάγκες που δεν υπάρχουν πια, αφού τους πάτησε το τραίνο», διά χειρός Ρασούλη, εξοργίζει ως φαίνεται εκπροσώπους του «αντίπαλου» στρατοπέδου. Έτσι, ο Στράτος Διονυσίου, η κατεξοχήν μάγκικη φωνή του τραγουδιού της πίστας, απαντάει με το περίφημο «Ποιος το είπε για τους μάγκες»! Απ’ τον τίτλο και μόνο, ήταν ευδιάκριτος ο στόχος: Ο Διονυσίου δεν σήκωνε κουβέντα για τους «μάγκες», αλλά φρόντισε να σνομπάρει και τους δύο καταξιωμένους ήδη δημιουργούς του έντεχνου τραγουδιού. Οι στίχοι του Βασίλη Παπαδόπουλου με τη μουσική του Τάκη Σούκα, εν προκειμένω, έλεγαν: «Ποιος το είπε για τους μάγκες πως χαθήκανε; Ποιος το είπε πως τα τρένα τους πατήσανε; Ποιος το είπε για τους μάγκες πως τη βάψανε, πως ταξίδεψαν με βάρκα και βουλιάξανε;». Σύμφωνα μάλιστα με τον Άγγελο Διονυσίου, τον γιο του Στράτου, σε συνέντευξη που μου παραχώρησε αρκετά χρόνια μετά, το ίδιο διάστημα ο πατέρας του είχε αρνηθεί δισκογραφική συνεργασία με τον Μίκη Θεοδωράκη μένοντας πιστός στο δικό του δη μοφιλές ύφος.
Ο Σιδηρόπουλος επιτίθεται στον… Μίκη Μάους
Το 1 984, στο άλμπουμ «Zorba the Freak», ο Σιδηρόπουλος δημοσιοποιεί το τραγούδι «Μίκη Μάους», έναν λίβελλο κατά του Μίκη Θεοδωράκη. Δίχως ίχνος χιούμορ, ο λεγόμενος «Πρίγκιπας του ελληνικού ροκ» επιτέθηκε στον μεγάλο συνθέτη με λόγια σκληρά και υποτιμητικά: «...Με χέρια ψηλά το παίζεις ο Μπαχ και καλά / Με χρέος συμφωνίες τρεις λαϊκοκλασικιστής». Λεπτομέρεια: Μερικά χρόνια πριν, με αφορμή τον κινηματογραφικό «Ασυμβίβαστο» του Αντρέα Θωμόπουλου, ο Παύλος Σιδηρόπουλος είχε ηχογραφήσει σε πρώτη εκτέλεση την μπαλάντα του Μίκη Θεοδωράκη «Κάποτε θα ’ρθουν» σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Κόντρες νεότερης ηλικίας
Με τον Θεοδωράκη, όμως, τα έβαλε πιο πρόσφατα και ο ράπερ B.D. Foxmoore - Μιχάλης Μυτακίδης στο πολιτικό τραγούδι με τίτλο «Η αιώνια λιακάδα ενός ηλίθιου λαού»: ‘’Μαέστρο μου, θα του ’λεγα, τράβα κοιμήσου, πρόλαβε πέθανε ή κάτσε και θυμήσου, είσαι δημόσια δαπάνη, μέρος απ’ τα κλοπιμαία, το ’φτιαξες εσύ, θα σε σκεπάσουν με σημαία...». Στο τραγούδι πάλι «Πόρνες σε κόκκινα χαλιά» το συγκρότημα των Active Member εξαπέλυσε επίθεση - έμμεση αναφορά εναντίον ενός άλλου συγκροτήματος από την «οικογένεια» του εν Ελλάδι low ba p, των Goin’ Through: «Οι στίχοι τους κι η μουσική πόρνες σε κόκκινο χαλί για τους πελάτες / Παντού νταβάδες χορηγοί γιατί η ντροπή στον τόπο αυτό πάντα είχε πελάτες».
Όχι άλλο Νταλάρα!
Το 1985 ο Τζίμης Πανούσης ξεπέρασε τα... εσκαμμένα. Στο άλμπουμ «Hard Core », ζωντανή ηχογράφηση από το «Κύτταρο» της οδού Ηπεί ρου, ακούστηκε για πρώτη φορά το τραγούδι «Όχι άλλο Νταλάρα», η απαρχή δηλαδή μιας κατά μέτωπο επίθεση ς, που πέραν της δισκογραφίας θα συνεχιζόταν για πολλά χρόνια μετά και στις αίθουσες των δικαστηρίων. Από την αιρετική και προκλητική οπτική του Πανούση δεν θα έμεναν εκτός ούτε ο Πάριος, η Αλεξίου, ούτε ακόμη κι ο «Ρίτσος σε νταμάρια», καυτηριάζοντας την αποθέωση των μεγαλοτραγουδιστάδων και την αισθητική του μεταπολιτευτικού κλίματος που ακόμη καλά κρατούσε. Με τον Γιάννη Πάριο, όπως και με άλλους καλλιτέχνες, ο Πανούσης θα ασχολιόταν και λίγο αργότερα, το ίδιο σκωπτικά και προκλητικά, στο τραγούδι του «Τουμπερλέσκ»: «Μ ια πόζα της Τζένης Καρέζη, πώς βάζει ρουζ η Αλίκη, ο Πάριος πώς χέζει...».
Μόνο στο πλαίσιο ενός σκεπτικού που ήθελε το ροκ ανατρεπτικό μουσικό εκφραστικό είδος μπορούν να αποδοθούν οι, ομολογουμένως, χιουμοριστικές επιθέσεις του Τζίμη Πανούση σε συναδέλφους του, κάτι βέβαια που δεν ίσχυε καθόλου στην περίπτωση του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Ωδή στον Διονύση
Όχι τόσο αιχμηρός όσο οι μουσικοί της νεότερης γενιάς και σαφώς με την απογοήτευση του παλιού συνοδοιπόρου που προδόθηκε, ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας τραγούδησε την «Ωδή στον Διονύση» σε μουσική του Νότη Μαυρουδή και στίχους του Τάσου Σαμαρτζή. Για να φτάσει στο σημείο ο Γκαϊφύλλιας, ο οποίος μέχρι σήμερα λέει πως δεν θα έκανε ποτέ πρώτο δίσκο αν δεν πίεζε ο Σαββόπουλος τον Πατσιφά της Lyra, να επιτεθεί στον Νιόνιο, κατανοεί κανείς το αίσθημα μιας προσωπικής πικρίας: «Για να κοιτάζει κι από κει και να μιλάει για Κοεμτζή, για το στρατό, τους χούλιγκανς και τα πρεζόνια, όσα δε γνώρισε ποτέ κλεισμένος σ’ ένα ρετιρέ σε μια αγκαλιά, έξω βροχή, και φύγαν’ χρόνια...».
Γιάννης Αγγελάκας και Πυξ Λαξ
Τέλος, μια άλλη κόντρα των τελευταίων ετών που άφησε εποχή στο ελληνικό τραγούδι ήταν αυτή του Γιάννη Αγγε-λάκα με τους Πυξ Λαξ. Μια κόντρα που σηματοδότησε και τη ρήξη του «εναλλακτικού» με το «εμπορικό» σε εποχές που κάθε δισκογραφικό στεγανό είχε καταρριφθεί και καμιά ετερόκλητη συμμετοχή δεν προξενούσε πια εντύπωση. Ενώ ο Μπάμπης Στόκας και ο Φίλιππος Πλιάτσικας προτίμησαν να εξαντλήσουν το θέμα μέσα από δηλώσεις τους στον Τύπο, ο Αγγελάκας με την ομάδα του, την Alltogethernow, προχώρησαν στην ηχογράφηση του τραγουδιού «Νύχτα σατράπισσα», μια εμφανέστατη παρωδία του ύφους των Πυξ Λαξ. Με τη φωνή του «μίμου» Φρυόβολου Χαρούπη ηχογραφήθηκε και το κομμάτι «Παντελής έλλειψη θαλασσινού» – σάτιρα του έντεχνου παραδοσιακού ύφους του Παντελή Θαλασσινού.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου